Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. ἀστράρχη

    ἀστράρχη an asteroid ☆•○•°¤●° Contributor

    Αδιαφορία

    ΄Ανθησε αυτό το μίσος σαν ένας λαμπρός έρωτας
    οδυνηρός, και αναστοχάζεται με λαχτάρα.
    Ζητά ένα πρόσωπο και μια σάρκα, σαν να ήταν ένας έρωτας.

    Είναι νεκρές η σάρκα του κόσμου και οι φωνές
    που ακούγονταν, ένα τρέμουλο άδραξε τα
    πράγματα∙ oλόκληρη η ζωή κρεμάστηκε από μια φωνή.
    Κάτω από μια πικρή έκσταση περνούν οι ημέρες
    στο θλιμμένο χάδι της φωνής που γυρίζει
    ξεβάφοντας το πρόσωπο. Όχι χωρίς γλύκα
    αυτή η φωνή της θύμησης ακούγεται αλύπητη και τρεμάμενη: κάποτε έτρεμε για μας.

    Αλλά η σάρκα δεν τρέμει. Μόνο ένας έρωτας
    θα μπορούσε να την ανάψει, και αυτό το μίσος τον γυρεύει.
    Όλα μα όλα τα πράγματα και η σάρκα του κόσμου
    και οι φωνές, δεν αξίζουν το καυτό χάδι
    εκείνου του σώματος και αυτά τα μάτια. Μέσα στην πικρή έκσταση που αυτοκαταστρέφεται, αυτό το μίσος ξαναβρίσκει
    κάθε μέρα ένα βλέμμα, μια σπασμένη λέξη,
    και γαντζώνεται επάνω τους, αχόρταγο, σαν να ήταν έρωτας.

    Cesare Pavese
     
  2. sigh

    sigh .

    Όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν απ’ τον εαυτό τους,
    δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκανε
    σαν δυο ανυπεράσπιστοι εχθροί, σε μια στιγμή, αλλόφρονες, ματωμένοι,
    βγάλανε μια κραυγή
    σα ναυαγοί, που, λίγο πριν ξεψυχήσουν, θαρρούν πως βλέπουν φώτα,
    κάπου μακριά.
    Κι όταν ξημέρωσε, τα σώματά τους σα δυο μεγάλα ψαροκόκκαλα
    ξεβρασμένα στην όχθη ενός καινούργιου μάταιου πρωϊνού.

    Τάσος Λειβαδίτης
     
  3. ἀστράρχη

    ἀστράρχη an asteroid ☆•○•°¤●° Contributor

    "Δολοφονημένος από τον ουρανό
    ανάμεσα σε σχήματα που πάνε προς το φίδι
    και σε σχήματα που ψάχνουνε το κρύσταλλο
    θ’ αφήσω να πέσουν τα μαλλιά μου
    Με το δέντρο των ακρωτηριασμών που δεν τραγουδά
    και το παιδί με το λευκό πρόσωπο του αυγού
    Με τα ζωάκια με το ανοιγμένο κεφάλι
    και το κουρελιάρικο νερό με τα στεγνά πόδια
    Με όλα όσα έχουν κωφάλαλη κόπωση
    και πεταλούδα πνιγμένη στο μελανοδοχείο
    Σκοντάφτοντας με το διαφορετικό πρόσωπό μου της κάθε ημέρας
    Δολοφονημένος από τον ουρανό!"

    Federico García Lorca
     
  4. dina

    dina Σκλαβα της Brt Contributor

    Μεγαλώσαμε

    Μεγαλώσαμε,
    ο πόθος και ο έρωτας
    γίνανε
    αγάπη και σεβασμός.
    Μεγαλώσαμε,
    τα φιλιά και τα αγγίγματα
    γίνανε
    συμπόνια και βλέμματα.
    Μεγαλώσαμε
    και μεστώσανε όλα.
    Μη κλαις…!
    Δεν σβήσανε.
    Τα δυνατά ποτέ δεν σβήνουνε...
    Μεστώνουνε!

    Δημήτρης Κολιδακης
     
  5. sigh

    sigh .

    Οι ξεχασμένες μέρες

    Ποιον αφορούν στ' αλήθεια;
    Σκεπασμένες νερά
    Σε βυθούς ξεκουράζουν
    Τα μέλη τους

    Οι άλλες είναι που με ανησυχούν
    Αυτές που έρχονται με ορμή
    Αυτές που γεννιούνται τώρα
    Που με καλύπτουν με τη λύσσα τους

    Αυτές φοβάμαι.

    Την καινούργια λύπη
    Που ξεχειλώνει τα μάτια μου
    Την καινούργια οργή
    Που αναβλύζει αθεράπευτη

    Θέλει καιρό η λήθη
    Να κάνει τη δουλειά της.
    Θέλει καινούργια κόλπα
    τη μνήμη να ξεκάνει.

    Να τη διαλύσει εντελώς
    Να τη θρυμματίσει
    Να μην θυμάμαι
    πώς ενώνονται
    Αυτά τα κομμάτια
    Που σκόρπισαν
    Ξανά και ξανά και ξανά

    Να μην θυμάμαι τις ενώσεις θέλω.
    Να ξεγραφτούν οι συνταγές.

    Ολοι οι αρμοί να χάσκουν
    ασυνάρτητοι

    Κι αν είναι να ξαναδιπλωθώ
    Ας γίνει αυθόρμητα
    Εξώθερμα
    Αργά

    Χωρίς κατάλυση.

    Θέλει χρόνο η λήθη να κάνει τη δουλειά της.
    Να με ξεγράψει εντελώς απ' το κιτάπι.

    Κάτι τέτοιες ώρες νοσταλγώ
    τις ξεχασμένες μέρες.
    Μα δεν τις συλλογιέμαι και πολύ
    μην τις ταράξω.

    Μ' αρέσει να τις σκέφτομαι
    Γυμνές, άγνωστες, ξένες
    Σε μπλε βυθούς ανάσκελα
    Ν' ατενίζουν το σκοτάδι.

    Άννα Νιαράκη
     
  6. gazza

    gazza Regular Member

    Ενα τεφαρικι αμαν και νατο
    ομορφο και αφρατο
    αμαν και νατο
    ταμταμοβα ταμταμοβα ταμ ταμ
    οταν περπαταει
    αμαν και νατο
    τον καημο σκορπαεαμαν και νατο
    ταμταμοβα ταμταμοβα ταμ ταμ
    σε κοιταμε ολοι
    οταν χορευεις
    κανεις τσαλιμακια
    και κοροιδευεις
    τις καρδιες ματωνεις
    και δεν σε νοιαζει
    και ζημιες μας κανεις
    μα δεν πειραζει
    ταμταμοβα ταμταμοβα ταμ ταμ
    πετρα η καρδια του αμαν και νατο
    γλυκα η ματια του αμαν και νατο
    ταμταμοβα ταμταμοβα ταμ ταμ
    και οποιος το πειραζει
    αμαν και νατο
    βρισκει το μπελα του
    αμαν και νατο
    ταμταμοβα ταμταμοβα ταμ ταμ
     
  7. Aliki

    Aliki airetiko

    “Εσύ πεινάς και διψάς,
    Aγωνία,
    μετατροπή.
    Πεινάς πάλι,διψάς ξανά.
    Μετά βαλτώνεις.

    Σκύβεις και γονατίζεις.
    Ξεχνάς,τώρα.
    Ξεχνάς;

    Μνήμη ή λήθη;
    Όνομα ή θέση;

    Όταν ξεχνάς, έχεις;
    Όταν θυμάσαι, μπορείς;

    Δε μιλάς,
    δε κοιτάς,
    δε κινείσαι.

    Υπάρχει σκοπός;
    Θα φτάσεις εκεί άραγε;

    Περνάς στους λαβύρινθους, με κλειστά μάτια.
    Σβήνεις τη πείνα και στη κάνει τόπο.
    Σβήνεις τη δίψα και στη κάνει σπίτι.

    Ο χτίστης;
    Ο χάρτης;
    Σίγουρα όχι εσύ.
    Ποτέ εσύ.

    Ανακούφιση.

    Ξέρεις πια ότι εσύ μόνο πεινάς.
    Καταλαβαίνεις πια ότι εσύ μόνο διψάς.
    Με πόδια κολλημένα και καρδιά στο έδαφος.
    Νιώθεις πως δεν είσαι ζωντανή και πως δεν έχεις πεθάνει.

    Γεννιέται το παράλογο.
    Ψάχνεις το σώμα σου,
    ψιθυρίζοντας μέσα στην ύπαρξη σου.

    Τι νομίζεις πως μπορείς να βρεις ;

    Σου ανοίγει το τόπο της πείνας
    και σου χτίζει το σπίτι της δίψας.
    Δε σε ταΐζει ,
    δε σου δίνει να πιεις.

    Σε ρώτησα ποιος είναι ο χτίστης;
    Ποίος κρατάει τον χάρτη;

    Αλλάζεις πείνα
    αλλάζεις δίψα.
    Ο κορεσμός δικός του.

    Ζεις;
    Έχεις σώμα;
    Η αναπνοή σου;
    Ανάσανε τώρα.
    Γελάς νομίζοντας πως χόρτασες και ξεδίψασες.
    Σιωπή τώρα.

    Η διαδρομή του ,αθόρυβη.
    Όσα σου έχει επιστρέψει
    ανήκουν σε εκείνον.

    Αντέχεις άραγε να είσαι τόσο ελεύθερη;”

    Β.Σ.
     
    Last edited: 28 Νοεμβρίου 2019
  8. zaratoustras

    zaratoustras Regular Member

    Ωραιο!!!
     
  9. sigh

    sigh .

    Ρομαντικό ταξί μέσα στη νύχτα
    σαν άμαξα δαιμονισμένη.
    Μαστίγωσε τους μαύρους σου άμαξα
    ρίξε στην Πανεπιστημίου τ’ άλογα σου
    με μια ελαφρά μου κλίση χαιρετώντας
    τις φευγαλέες δενδροστοιχίες των περιπτέρων
    καθώς μεθάω μέσα στη νύχτα τόσων φώτων
    που με καλούν από τον πύργο των πιδάκων.
    Βίτσισε λέω και στρίψε την Ομόνοια
    ο Κόμης μες στα τόσα μύχια δώματα
    εδώ τα εξαίσια σώματά του βασανίζει
    μια βουή που κάθεται στα κόκαλά μου ομίχλη.

    χύσου λοιπόν στην ασφαλή μας άσφαλτο
    κει που κοπάζουν τα ουρλιαχτά, στην κατηφόρα.
    Μάρνη κι εγώ βουλιάζω πιο βαθιά στο κάθισμά μου
    με τον καπνό μου σαν Ζορό να με τυλίγει
    να με προδίνει μόλις φτάνει μπρος στο τζάμι
    κι ο αγέρας τον αρπάζει από την μπέρτα.
    Θα μείνεις τέλος μόνο εσύ κι’ εγώ αμαξά
    εγώ που έχω από πριν σοφά μετρήσει
    τις πιθανές γωνίες των καθρεπτών σου
    για να μη δεις ποτέ το πρόσωπό μου
    και μες στην άπνοια της πλατείας που χλιμιντρίζει
    να μη με δεις τώρα σαν κατεβαίνω
    που θα φυσήξω λίγο την κορφάδα των μαλλιών σου
    για να μου πουν
    χωρίς να νιώσεις
    Καληνύχτα.


    Γιάννης Βαρβέρης
     
  10. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Φυλακές

     



    Αν είχες διώξει όλες τις φυλακές
    κι όλα τα δεσμά είχες σπάσει
    κι έμενες μονάχα με όσα ζεσταίνει ο ήλιος
    στο βλέμμα σου
    πάλι θ’αρνιόσουν αυτόν τον κόσμο
    έτσι σ’ακούω να μου λες καμιά φορά
    και δεν θυμάμαι τι σου είχα απαντήσει
    Κι αν είχες απ’τον έναν άνθρωπο
    αγαπήσει όλους τους ανθρώπους
    πάλι φοβάμαι θα σπλαχνιζόσουν τη σκιά σου
    και δεν θα περπατούσες πια
    στην άνυδρη γη
    Κι αν είχες λιποτακτήσει
    από τον πόλεμο αυτό
    που σκίζει το είναι σου στα δυο
    πάλι θα ορκιζόσουν
    πως ο εαυτός είναι το άθροισμα του ενός
    με το μηδέν
    και δεν θα έβρισκες ανάπαυση
    ούτε στη νύχτα
    ούτε στο φόβο…
    έστω αν με ήσυχο το πνεύμα
    σάρωνες τους ορίζοντες που απέμειναν
    θα γλύκαινε η στιγμή και στο παρόν
    θα’θελε να κουρνιάσει όλο το μέλλον
    κι αύριο τίποτα…
    ποιος δίνει περίσσεια σάρκας για ν’αγοράσει
    έστω ένα γραμμάριο ψυχής;
    …γιατί απ’τους κόλπους του Κόσμου
    έρχεται η φωνή σου
    και με ανταμώνει
    πάνω στο σταυρό
    και με δροσίζει…
    νομίζω σου απάντησα
    και την ερώτησή σου
    δεν θυμάμαι πια …

    d.p
     
  11. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    εκείνη την ημέρα πονούσα πολύ
    είπε χαμογελώντας πικρά, μορφάζοντας
    στο δήμιό της
    ας πούμε
    ότι το σώμα πονούσε κάπως διαφορετικά απ’το μυαλό
    ναι
    και το μυαλό δεν επικοινωνούσε με κανέναν…
    με κανέναν λεπτοφυέστερο φορέα
    αν αυτό λέγεται ψυχή
    ή νους
    ή πνεύμα
    ή ό,τι διάολο λέγεται…
    ένα αυτιστικό μυαλό

    είπε ξανά και ο σκοτεινός άνθρωπος δίπλα της
    έμενε ανέκφραστος
    δεν συγχωρεί τον πόνο κι έτσι…
    το σώμα δεν μπορούσε να ηρεμήσει
    το σώμα δεν μπορούσε να αδρανήσει


    όχι, δεν μπορούσε…
    δεν κατάλαβα πώς…
    πώς κατέβασα το μαχαίρι στο σώμα
    πώς κατηύθυνα το ακονισμένο λεπίδι
    στο γυμνό, ανυποψίαστο δέρμα
    πώς
    πώς είδα την κίνηση αυτή
    και δεν τρελάθηκα

    είπε
    κι αναλύθηκε σε λυγμούς
    ο άνθρωπος δίπλα
    σιωπηλός
    της σκέπασε το κορμί με το σεντόνι
    της έκλεισε τα μάτια
    της σφάλισε το στόμα
    τόσο
    ώστε να μην σπαρταράει άλλο
    η Νύχτα
    στα όνειρά της… d.p
     
  12. zaratoustras

    zaratoustras Regular Member


    Ερωτεύτηκα χωρίζοντας μα και χώρισα ερωτευμένος.



    Έψαξα τα σκοτάδια μου, τις λύπες μου , τις χαρές μου, ζωγράφισα και όλες τις γιορτές στον τοίχο άλλοτε της κάμαρας και άλλοτε της αποθήκης. Μέθυσα με καπνό, έρωτα και δροσερό αέρα μπροστά στο μικρό μπαλκόνι. Στοίβαξα πολλά απογεύματα στην βαλίτσα μου κι έφυγα για να ανακαλύψω τα πεδία της μάχης. Ξεδίπλωσα τα λερωμένα ρούχα μου στο πάτωμα για κρεβάτι μπροστά στην τραπεζαρία. Έκλαψα γελώντας, μέθυσα ξεμεθώντας, ερωτεύτηκα χωρίζοντας μα και χώρισα ερωτευμένος.
    Λύγισα την σιωπή μου, πως ένιωσα δεν περιγράφεται! Τα κατάφερα είπα. . .έφτασα στο πρώτο παράθυρο της ζωής που βλέπει στο ουρανό. . .αλλά το ένα βαγόνι έχει πολλά παράθυρα. . . και τα βαγόνια είναι παρά πολλά!

    Γ.Αγγελακας