Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Κύκλοι

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος -Volt-, στις 2 Ιουλίου 2020.

  1. -Volt-

    -Volt- Contributor

    Και κάποτε συναντηθήκαμε ξανά σ’ ένα νησί, τυχαία…


    2014,


    - Γειά

    - Γειά σου

    - Είσαι ο Α;

    - Είμαι

    - Είμαι η Λ

    - Το κατάλαβα.

    - Εμ πως;

    - Για να με ρωτάς αν είμαι ο Α

    - Α ναι χαχα

    - Να καθίσουμε;

    - Ναι πάμε


    Και περπατήσαμε, αρκετά. Σε καμιά καφετέρια δεν υπήρχε κάτι να με τραβήξει. Και τελικά διάλεξα την πιο άχαρη. Κι όμως έπαιζε rock. Κάποιος εκεί μέσα είχε πολύ διεστραμμένο χιούμορ. Rock και καρέκλες με μπεζ κάλυμμα και κεράκια με led που τρεμοσβήνουν δεν πάει.


    Έτεινα το χέρι μου για να περάσει. Στάθηκε δίπλα μου. Πέρασα εγώ.

    - Που θέλεις να κάτσουμε; Τη ρώτησα.

    - Διάλεξε εσύ.

    Την κοίταξα στα μάτια και συνεχίσαμε να κοιταζόμαστε, ώσπου άρχισε να πατάει απ’ το ένα πόδι στο άλλο. Περίμενα.

    - Θέλω να καθίσω όπου θέλεις.

    Αυτό αρκούσε για τώρα.

    Κάθισα σ’ ένα τραπέζι προς την άκρη. Και την τράβηξα απαλά να κάτσει δίπλα μου.


    - Λοιπόν;

    - Τι;

    - Δεν έχουμε να πούμε τίποτα;

    - Έχουμε πει τόσα πολλά στα πμ και στο τηλέφωνο.

    - Ωραία, ευκαιρία να τα επαναλάβουμε τώρα που κοιταζόμαστε

    - … ναι… ωραία ιδέα.

    - Πολύς ενθουσιασμός

    - Μα…

    - Τι;

    - Τα ίδια θα λέμε δηλαδή;

    - Είναι. Τα. Ίδια;

    - Δεν είναι;

    - Εσύ θα μου πεις τι πιστεύεις.

    - … πιστεύω ότι είναι αλλά μου δείχνεις ότι δεν το πιστεύεις και δεν ξέρω τι πρέπει να πω

    - Θα βάλεις τα κλάματα;

    - Όχι! Γιατί το λες αυτό;

    - Μιλάς με πείσμα πελαγωμένο.

    - Όχι. Τι λες;

    - Μίλα όμορφα, όπως σου μιλάω.

    - Συγνώμη.

    - Για ποιο λόγο ζητάς συγνώμη;

    - Γιατί θεώρησες πως δε μίλησα όμορφα.

    Σπάνια χαστουκίζω μέσα σε μαγαζιά.

    - Θα φύγεις;

    - Όχι… δεν ξέρω, απλά θέλω να πάω λίγο στην τουαλέτα.

    - Οκ


    Είχαν περάσει αρκετά λεπτά ώστε να καπνίσω το τσιγάρο ολόκληρο ως τη γόπα. Σηκώθηκα και πήγα προς τις τουαλέτες. Πέρασα απ’ τον προθάλαμο στις γυναικείες. Καθόταν στην αριστερή πάνω στο καπάκι της λεκάνης και κοίταζε το κενό. Σήκωσε το κεφάλι και με κοίταξε.

    - Δεν είναι αυτό που περίμενα

    - Σε είχα προειδοποιήσει γι’ αυτό. Το αφήνουμε. Πάμε να πιούμε τον καφέ και δρόμο να σε πάω σπίτι σου.

    - Δε μπορούμε δηλαδή;

    - Να μπορούμε τι;

    - Να είμαστε… μαζί

    - Ήμουν ξεκάθαρος μαζί σου απ’ την αρχή.

    - Ναι ήσουν. Αλλά μ’ αρέσεις.

    - Ναι αλλά βρωμάει η ανάσα μου.

    - Μακάρι να ‘ταν αυτό

    - Θα μου δινες τσίχλα;

    - χαχα ναι. Ή μπορεί η δική μου ανάσα να μυρίζει περισσότερο.

    - Και τι δε θα μύριζες τη δική μου;

    - Θα τη μύριζα, αλλά η δική μου θα μύριζε περισσότερο.

    - Ναι. Και;

    - Ε δεν καταλαβαίνεις;

    - Όχι

    - Θα το δεχόμουν

    - Έλα πάμε να σε πάω.

    - Τι; Τι είπα;

    - Θα κάνω μια υπόθεση: το χαστούκι σου άρεσε κι επειδή σου άρεσε, ενοχλήθηκες που σου άρεσε κι ενοχλήθηκες και που ενοχλήθηκες.

    - Πως το ξέρεις;

    - Δεν έφυγες

    - Μπορεί να έχω σοκαριστεί

    - Όχι δεν έχεις σοκαριστεί. Τα μάτια σου με περίμεναν για να γυρίσουν. Θα έφευγες αν δεν ερχόμουν εδώ. Οπότε, προτείνω να αφήσουμε τα παιχνίδια και να μου πεις που θα σε πάω. Σπίτι σου ή όπου θέλω;

    - … όπου… όπου θέλεις.


    ***


    - Έχεις καθόλου τρακ;

    - Για ποιο λόγο;

    - Που δεν υπήρξε άλλος πριν

    - Θα έπρεπε να έχω τρακ;

    - Δεν ξέρω. Μήπως χαίρεσαι αντίθετα;

    - Ούτε κρύο ούτε ζέστη. Σε κάθε περίπτωση κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις.

    - Ίσως… δεν ξέρω. Και τώρα; Τι κάνουμε; Θα γδυθώ;

    - Γιατί έχεις τρακ;

    - …

    - Έλα δίπλα μου στον καναπέ, αν είναι να κάθεσαι εκεί όρθια να ανοίξω το στερεοφωνικό να μου τραγουδήσεις. Αλλά θα τραγουδήσεις Sabbath.

    - Θα έρθω. Αλλά θα ήθελα και να σου τραγουδήσω, κάτι που να ξέρω όμως. Χωρίς ουρλιαχτά, σαν αυτά που ανεβάζεις.

    - Έχεις ωραία φωνή;

    - Μου αρέσει να τραγουδάω

    - Κι εμένα μου αρέσει να απαντάνε σε αυτό που ρωτάω.

    - Συγνώμη ήμουν αγενής.


    - Χάϊδεμα τώρα; Χαστούκι πριν, γιατί;

    - Πες μου εσύ.

    - Επειδή ανέφερα το λόγο;

    - Επειδή ανέφερες το σωστό λόγο.

    - Μπορώ να σε φιλήσω;

    - Όχι.

    - Δε σου αρέσω;

    - Καύλα είσαι.

    - Αυτός ο τρόπος όμως δε μου ταιριάζει.

    - Αυτόν έχεις.

    - Ναι αλλά δε μου αρέσει.

    Δεν ήμασταν σε δημόσιο χώρο.

    - Συγνώμη, δεν ξέρω τι μ’ έχει πιάσει.

    - Ξέρω εγώ, αλλά δεν πειράζει. Μ’ αρέσουν τα χαστούκια.

    - …

    - Λοιπόν;

    - Τι;

    - Χρωστάς μια απάντηση.

    - … α ναι. Δεν ξέρω αν είναι πολύ ωραία, αλλά όταν τραγουδώ κάτι που αγαπώ, αγαπώ και τη φωνή μου.

    - Πες μου ένα τραγούδι που ξέρεις.

    - Ε δεν ξέρω. Όλα της Βανδή, ή του Ρέμου.

    - Θαυμάσια. Φεύγοντας θα σου γράψω κάποιους τίτλους να τα μάθεις για την επόμενη φορά.

    - Με ουρλιαχτά;

    - Με ουρλιαχτά ή χωρίς εσύ θα τα τραγουδήσεις με τρόπο που θα σε εκφράζουν. Ό,τι κάνεις μαζί μου, αυτό περιμένω από ‘σενα, να το κάνεις δικό σου.

    - Θα το θυμάμαι αυτό.

    - Ωραία.


    Ξεκούμπωσα το παντελόνι μου. Δεν ήμουν πολύ καυλωμένος. Την έπιασα απ’ το σβέρκο γερά και της κατέβασα το κεφάλι. Δεν ήταν καλή. Μάλλον ήταν άθλια. Είχε βγάλει τη γλώσσα της κι έγλειφε σαν το παγωτό κι αυτό διακεκομμένα.

    Την τράβηξα προς τα πάνω.

    - Δε μου λες υπάρχει άντρας που έχει χύσει έτσι;

    - … δεν ξέρω, δε φτάνω μέχρι εκεί.

    - Οκ αλλιώς. Υπάρχει άντρας που σου ‘χει ζητήσει να το κάνεις και δεύτερη φορά;

    - Όχι όχι, καμία σχέση. Συνήθως δε με πιέζουν.

    - Σφίξε τα χείλια σου σε ανοιχτό Ο.

    Τέντωσα το δάχτυλο μου και με το άλλο χέρι πίεσα τα μάγουλα της δυνατά ώστε να σφίξω και τα χείλια. Έχωσα το δάχτυλο μου δυνατά μέσα και μετά το έβγαλα. Ξανά. Και ξανά. Και ξανά.

    Σταμάτησα.

    - Θες να το κάνω έτσι; Ή να βρω τον τρόπο μου;

    - Πρώτα θα το μάθεις στην κανονική βερσιόν και μετά άμα ξετρίψεις θα δούμε τι ψάρια πιάνεις.

    - Δεν ήταν ωραίο αυτό που κάνω εγώ;

    - Δεν κάνεις τίποτα εσύ. Ή δεν το ‘χεις κάνει ποτέ και μου λες μπούρδες.

    - Συγνώμη. Αλλά γίνεσαι άδικος. Φυσικά και το … έχω κάνει.

    - Πόσες φορές;

    - Δε μου αρέσει να μιλάω γι’ αυτά.

    - Κι εμένα δε μου αρέσει να επαναλαμβάνομαι.

    - Πέντε μάλλον.

    - Και με πόσους έχεις πάει;

    - Δε μ…

    - Τι σου είπα;

    - Με πέντε.

    - Χωρίς μάλλον;

    - …

    - Πόσες φορές με τον καθένα;

    - Μόνο με το αγόρι μου δέκα. Με τους άλλους από μία.

    - Οι άλλοι τι σου ήταν δηλαδή;

    - Αγόρια μου

    - Κάτι δε μου λες σωστά.

    - Ήταν πιο πολύ αγόρι μου.

    - Ο γαμημένος ο γιαλός.

    - …

    - Τέσπα. Δεν έχει γράψει δηλαδή το κοντέρ.

    - …

    - Έχεις χύσει ποτέ;

    - Ε αυτό τώρα δεν θέλω να το συζητήσω.

    Δεν ήμασταν σε δημόσιο χώρο. Και τα χαστούκια μου αρέσουν πολύ. Και τα κόκκινα μάγουλα μου αρέσουν πιο πολύ.

    - Λοιπόν;

    - Μόνο μόνη μου.

    - Γιατί;

    - Το αγόρι μου…

    - Το πολύ αγόρι σου;

    - Ε… ναι.

    - Παρακάτω.

    - Δεν του άρεσε να με γλείφει εκεί.

    - Γιατί;

    - Το θεωρούσε βρώμικο και υποδεέστερο του.

    - Α καλά.

    - Με είχε κάνει να κλαίω.

    - Α καλά.

    - Σε παρακαλώ. Σου εκμυστηρεύομαι κάτι κι έχει κόστος μη μου φέρεσαι έτσι.

    - Μάλιστα. Συνέχισε.

    - Τι άλλο να πω;

    - Με το στόμα όχι. Με τα δάχτυλα;

    - Αυτά είναι παιδικά πράγματα.

    - Δικό σου το χαριτωμένο;

    - Εκείνος το έλεγε, αλλά είχε δίκιο, μου το είχε εξηγήσει.

    - Δεν ψήνομαι να μάθω κι εγώ την εξήγηση αυτή.


    Τη σβέρκωσα πάλι και της έσπρωξα το κεφάλι προς τα κάτω. Το μαλακισμένο πάλι γλώσσα μου έβγαλε. Το θυμήθηκε. Κι επιτέλους το έκανε. Ένιωσα την ωραία πίεση. Ακούμπησα πίσω στην πλάτη κι άπλωσα λίγο τα πόδια μου. Θα κρατούσα. Πήρε ρυθμό. Για λίγο χαλάρωσε τα χείλη κι αύξησα την πίεση στο σβέρκο της. Το κατάλαβε και τα ξανάσφιξε. Αλλά εμένα μ’ άρεσε το χέρι μου να σφίγγει τόσο. Κάτι μουρμούρισε, αλλά εκείνη την ώρα ήμουν κοντά. Δεν ήθελα να το χάσω ακόμα. Τώρα ερχόταν το καλό. Της κράτησα το κεφάλι μ’ όλη την πούτσα στο στόμα, ακίνητη κι έχυσα. Πνιγόταν. Τέλειωσα. Ήμουν πασαλειμμένος. Όπως και το στόμα της.


    - Κάτσε στα γόνατα σου και καθάρισε με, με τη γλώσσα καλά.

    - Δε θέλω τώρα. Θέλω να πάω να πλυθώ. Δε μου άρεσε.

    - Θα πας όταν σου πω εγώ να πας. Αλλιώς παίρνεις τα πράγματα σου και του δίνεις με τα χύσια στη μούρη.

    - Μη μου μιλάς έτσι. Δε μου άρεσε όλο αυτό.

    - Κάνε τη δουλειά σου.

    - Εγώ θα το κάνω αλλά μετά τέλειωσε.

    - Ναι οκ. Ξεκίνα τώρα όμως, μην ξεραθούν και βρωμούν σαν ψάρι και κολλάω.

    - Πώς να το κάνω;

    - Όπως έκανες πίπα στο πολύ αγόρι.

    Η γλώσσα της βγήκε έξω. Και σα να εξερευνούσε, τεντωνόταν κι έπαιρνε τα χύσια από παντού. Τον πούτσο μου, τα αρχίδια, ανάμεσα στα μπούτια.

    - Τελείωσα. Που είναι το μπάνιο.

    - Πάμε να σε πάω.

    - Απλά πες μου.

    - Θα σε πάω εγώ.


    Καθώς προχωρούσαμε γύρισα και στάθηκα μπροστά της. Στάθηκε ακίνητη. Της σήκωσα τα χέρια στους ώμους και της έβγαλα τη μπλούζα. Έμεινε με το σουτιέν, την κοντή φουστίτσα και τις γόβες.

    - Βγάζεις σουτιέν, γόβες, βρακί.

    - Μα σου είπα πως τελείωσε.

    - Αν επαναληφθώ άλλη μια φορά θα είναι κι η τελευταία.

    - Αφού ούτως ή άλλως να φύγω θέλω.

    - Θέλεις να στο πω εγώ;

    Όλα βγήκαν γρήγορα.


    Τα βήματα της ακολουθούσαν αθόρυβα πίσω μου. Πήγαμε στο μπάνιο και όσο πλενόταν στο νιπτήρα γδύθηκα εντελώς.

    - Έλα δω και γονάτισε.

    Ήρθε μπροστά μου και με κοίταγε στα μάτια. Μετά έσκυψε.

    - Κάτσε στα γόνατα σου.

    Αυτή τη φορά δεν είπα άλλα. Ξεκίνησε το τσιμπούκι. Ήταν καλύτερο. Ήταν γρηγορότερο.

    Την ανασήκωσα και την έβαλα να κοιτάει απ’ την άλλη. Πήγε να στηριχτεί στο νιπτήρα.

    - Όχι.

    Το μουνί της δεν ήταν υγρό. Είχε πλημμυρίσει. Μπήκα μέσα της δυνατά και συνέχισα να τη γαμάω. Πήγε να χάσει την ισορροπία της, άνοιξα πιο πολύ τα πόδια μου και την κράτησα κολλημένη σχεδόν πάνω μου ‘’σε κρατάω’’ ψιθύρισα.

    - Στο στόμα σου θα τελειώσω, της ψιθύρισα πάλι και την τράβηξα να γυρίσει.

    Κάθισε μόνη της στα γόνατα της κι έχωσα το καυλί μου στο στόμα της. Ξαλάφρωμα.


    - Θέλω κάτι να πω

    Καθόταν στον καναπέ με την ίδια περιβολή ενώ εγώ μαγείρευα.

    - Ναι.

    - Κατάλαβα απ’ τα προηγούμενα πως εσύ θα με έφτανες εκεί.

    - Που εκεί;

    - Να κάνω κι εγώ

    - Δεν καταλαβαίνω

    - Να έχω οργασμό.

    - Πότε είπα κάτι τέτοιο;

    - Μα πριν που λέγαμε…

    - Ερωτήσεις έκανα.

    - Α.

    - Παίξε μόνη σου.

    - Τι; Τώρα; Εδώ μπροστά σου;

    - Τέλειωνε


    - Τουλάχιστον μ’ αυτό ξέρεις τι κάνεις.

    - Γιατί πριν στον έρωτα δεν ήξερα;

    - Στον ποιον;

    - …

    - Επιεικώς άσχετη

    - Συγνώμη.

    - Ο λόγος;

    - Δεν είμαι καλή για ‘σενα.

    - Μάλιστα, άνευ λόγου.

    - Αφού σου είπα

    - Ένα λόγο.


    Συνεχίζεται
     
  2. -Volt-

    -Volt- Contributor

    - Καλή είμαι;

    - Όχι. Γιατί ντύθηκες έτσι; Τι σκεφτόσουν;

    - … νιώθω καλοκαιρινά

    - Α

    - Δε σ’ αρέσω.

    - Σαν καχεκτικό λεμόνι τι να μ’ αρέσει;

    - …

    - Πάμε

    - Να αλλάξω;

    - Όχι πάμε.

    - Αφού δε σ’ αρέσω. Άσε με δε θα αργήσω.

    - Πάτα το κουμπί του ασανσέρ.



    - Μπορείς σε παρακαλώ να το χαμηλώσεις λίγο; Έχω πονοκέφαλο.

    - Ξαφνικό;

    - …


    - Ξέρεις κάτι; Δε μου αρέσει αυτό που είπες πριν, ήταν αγένεια.

    - μμμ ποιο;

    - Για το ντύσιμο μου.

    - Αγένεια είναι να μην έχεις επίγνωση και να χαλάς την αισθητική μου με την αφροντισιά σου. Σου είπα σε θέλω όμορφη σήμερα. Τι δεν κατάλαβες;

    - …


    Στο ‘’Καϊκι’’

    - Η κυρία τι θα πάρει;

    - Θα ήθελα παρακαλώ καλαμαράκια και μια μερίδα πατάτες τηγανητές


    - Δεν καταλαβαίνω τι σ’ έπιασε και το ακύρωσες. Γιατί φύγαμε;

    - …


    Στο ‘’Καρνάγιο’’

    - Η δεσποινίς έχει αποφασίσει;

    - Η αθερίνα είναι φρέσκια;

    - Μάλιστα, από πρωινή ψαριά.

    - Ωραία, θέλω μια μερίδα και κολοκυθάκια τηγανητά έχετε;

    - Μάλιστα δεσποινίς, αλλά τα κάνουμε χωρίς κουρκούτι.

    - Υπέροχα, μου κάνουν.

    - Εσείς κύριε;

    - Δε θα καθίσουμε τελικά.

    Σήκω. Πάμε.

    - Να την ακυρώσω την παραγγελία κύριε, ή θα την πάρετε πακέτο;

    - Άκυρη.


    - Γιατί το κάνεις αυτό; Αμάν πια με την κυκλοθυμία σου.

    - …


    Στο ‘’Διπλαράκι’’

    - Δεσποινίς έχετε αποφασίσει;

    - Αθερίνα έχετε;

    - Βεβαίως. Ολόφρεσκη.

    - Μια μερίδα και μια σαλάτα εποχής.


    - Σταμάτα σε παρακαλώ. Δε θέλω να πάω σε άλλα μαγαζιά. Ας μη φάμε.

    - …


    Στο ‘’Μουράγιο’’

    - Η δεσποινίς;

    - Δε θα πάρω τίποτα. Ευχαριστώ

    - Μάλιστα. Σας ευχαριστώ. Ο κύριος;

    - Ένα σουβλάκι ξιφία με βραστή σαλάτα, μια ντοματοσαλάτα και για την κοπέλα μία τσιπούρα καθαρισμένη.

    - Θα πιείτε κάτι;

    - Pepsi max έχετε;

    - Μόνο light.

    - Καλώς, δύο light κι ένα καραφάκι 12.

    - Βεβαίως. Νερό εμφιαλωμένο;

    - Ποια μάρκα έχετε;

    - Ζαγόρι εναμισάρι και κορπή σε ατομικά.

    - Δύο κορπή.

    - Θαυμάσια. Σας ευχαριστώ.

    - Κι εγώ.


    - Είναι υπέροχο το ψάρι Α μου. Θέλεις λίγο;

    - Ναι.

    - Καταλαβαίνω ξέρεις.

    - Α ναι; Τι;

    - Θες να αποφασίζεις εσύ.

    - Όχι. Άλλες φορές θέλω να αποφασίζω εγώ κι άλλες φορές να με ρωτάς.

    - Κι εγώ πως θα ξέρω τα κέφια σου;

    - Μίλα όπως πρέπει.

    - Εγώ πως θα ξέρω τι πρέπει να κάνω;

    - Ρωτώντας.


    - Ξέρεις μαζί σου έμαθα να μ’ αρέσει κι εμένα το περπάτημα.

    - Όχι προφανώς η χαρά της ησυχίας.

    - Μα ήθελα να το πω. Δε μιλάω συνέχεια.

    - Όχι. Όχι συνέχεια. Συχνά άνευ σκοπού.

    - Και ποιο το κακό; Χαλαρώνουμε.

    - Δε χαλαρώνεις.

    - Δε σ’ αρέσει η παρέα μου. Τι με θες;

    - Αν δε μου άρεσε η παρέα σου δε θα ήσουν εδώ.

    - Και τότε γιατί τόση σιωπή;

    - …



    Κάθισα απαλά στον ημιστρόγγυλο βράχο και βολεύτηκα όσο καλύτερα μπορούσα. Την τράβηξα απ’ το χέρι κοντά μου. Τα γόνατα της ακούμπησαν στο πλάϊ του ποδιού μου. Όπως την κοιτούσα μου θύμιζε τόσο εμένα. Αν δεν ήμουν εγώ, θα ήμουν θάλασσα.


    - Άκου

    - …

    - Σιωπή ναι το κατάλαβα

    - Το μόνο σιωπηρό είναι η ανοησία κι η βιασύνη. Άκου καλύτερα.

    - Δεν καταλαβαίνω.


    Έβγαλα τη στρατιωτική ζώνη απ’ το παντελόνι μου και την τράβηξα απ’ το χέρι. Μόλις έσκυψε την πέρασα στο λαιμό της χωρίς να τη σφίξω. Έπειτα την τράβηξα περισσότερο, ώσπου έγειρε και βρέθηκε πάνω στα γόνατα μου μπρούμυτα. Το ελάχιστο αεράκι ανασήκωνε το κίτρινο φορεματάκι.


    - Ο αέρας σου μιλάει.


    Γύρισα τη ζώνη και το ζωνάρι που προεξείχε βρέθηκε στο σβέρκο. Έσκυψα το κεφάλι της χαμηλότερα κι έσφιξα λίγο το ζωνάρι. Την κράτησα αιωρούμενη απ’ αυτό. Με το άλλο χέρι ανασήκωσα το φόρεμα και κατέβασα λίγο την κιλότα της.


    - Θέλω να μετράς


    Σιγόκλαιγε κι ανάμεσα στο κλάμα συνέχιζαν αδιάλειπτα οι αριθμοί

    1…2…3…4…5…6…7…8…9…10….21


    - Σταμάτα να μετράς.


    Και το χέρι μου συνέχισε να πέφτει. Άλλοτε πιο δυνατά, άλλοτε λιγότερο. Το άλλο χέρι παρέμενε να κρατάει το λαιμό της απ’ το ζωνάρι. Και μετά σταμάτησα. Ακουγόταν μόνο το κλάμα της. Απελευθέρωσα το λαιμό της και με το άλλο χέρι χάϊδευα απαλά τα κωλομέρια της και κατά διαστήματα έβαζα τα δάχτυλα μου στο μουνί της. Και το κλάμα συνεχιζόταν. Απαλό, γλυκό, σαν την καύλα που συνεχίζει.


    Κι έπειτα το κλάμα έγινε απαλότερο. Ο αέρας ανασήκωνε το ύφασμα στα μανίκια της τώρα. Ο παφλασμός ακουγόταν ανεπαίσθητα.


    Σηκώθηκα και την κράτησα ανάποδη αγκαλιά.

    - Πες μου

    - Είναι υπέροχες

    - Ποιες;

    - Οι ομιλίες τους.


    Συνεχίζεται
     
  3. mpaxari

    mpaxari Regular Member

      
     
  4. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Ιεροσυλία
     
  5. Stilvi

    Stilvi Nobody expects the Spanish inquisition! Contributor

    Εξαρτάται..  

     
  6. -Volt-

    -Volt- Contributor

    << Συγνώμη που σε απασχολώ στη δουλειά, η μητέρα μου είναι στο νοσοκομείο, λιποθύμησε. Δε θα μπορέσω να έρθω το βράδυ >>

    << Οκ. Στείλε μου άμα μάθεις τι παίζει >>

    ***


    << Σχόλασες; Δεν ξέρουν ακόμα. Περιμένουμε. Ο πατέρας μου έχει αγχωθεί πολύ. Σε παρακαλώ πολύ, μπορείς να έρθεις >>;

    << Σε μια ώρα θα ‘μια εκεί >>

    ***


    - Όλα καλά πήγαν λοιπόν.

    - Ναι, αλλά πρέπει να έχουμε το νου μας μην το ξαναπάθει.

    - Εσύ πως είσαι;

    - Περίπου καλά.

    - Γιατί έτσι;

    - Ανησυχώ για το μπαμπά και για τη μαμά μου.

    - Για τον πατέρα σου γιατί;

    - Δεν του έχει φύγει το άγχος απ’ όταν συνέβη και με τη δουλειά που θα συμβεί φοβάται πως κάτι θα της συμβεί και δε θα ‘ναι εκεί κι η θεία μου δε θα προλάβει. Μόνο όταν είμαι εγώ μαζί της, είναι πιο ήσυχος. Αλλά και πάλι δεν του φεύγει λεπτό.


    Χτύπησε το τηλέφωνο της. Τινάχτηκε στη θέση της. Είδε την κλήση και ανακουφίστηκε. Κάτι απ’ τη δουλειά της.


    Λίγο μετά ξαναχτύπησε το τηλέφωνο. Ξανά η ίδια αντίδραση. Είδα στην οθόνη από πάνω της κλήση απ’ το σπίτι. Αυτή τη φορά έριξε και το ποτήρι μου με το νερό. Όση ώρα ήμουν απασχολημένος στεγνώνοντας το κινητό μου κι η σερβιτόρα μάζευε τα νερά, δεν πρόσεχα τι έλεγε στο τηλέφωνο. Ακουγόταν σαν παρακαλετό μουρμουρητό. Έκλεισε το τηλέφωνο και ζήτησε συγνώμη, είπε πως πρέπει να φύγει.

    ***


    - Γειά σου Α μου

    - Γειά

    - Φιλί;

    - Έλα. Κάθομαι στη βεράντα.



    - Όμορφα είναι. Πάω να φτιάξω καφέ, να σου φέρω τίποτα;

    - Όχι, είμαι εντάξει.

    Την άκουγα από μέσα με τη γνωστή ήσυχη ενέργεια της να ανοίγει το ψυγείο, το μίξερ, το ντουλάπι. Σε πέντε λεπτά ήταν πίσω. Άναψα τσιγάρο.

    - Τι θα κάνουμε απόψε;

    - Θα μείνεις;

    - Ναι, το έχω πει και στους γονείς μου.

    - Όλα οκ;

    - Ναι είναι πολύ καλύτερα η μαμά. Έχουν πάει στο σπίτι της θείας στη Νίσυρο.


    Σηκώθηκα και πήγα μέσα στο υπνοδωμάτιο. Πήρα δυο ζευγάρια χειροπέδες και το κλαδί που είχα μαζέψει το πρωί στο λοξό φαραγγάκι κάτω απ’ το Δίκαιο. Επέστρεψα και κάθισα στο τραπέζι. Τα ακούμπησα πάνω και κάθισα.


    Έστριψα ένα τσιγάρο. Η Λ συνέχιζε να κοιτάει μπροστά. Άναψα το τσιγάρο και μετά έβαλα το χέρι μου στην τσάντα της κι έβγαλα το κινητό της. Το ακούμπησα πάνω στο τραπέζι. Γύρισε και κοίταξε όλα αυτά τα πράγματα και το κινητό της. Δε μιλήσαμε εκείνη τη στιγμή.


    Σηκώθηκα και πήγα μπροστά της. Φαντάζομαι νόμιζε ότι ήθελα τσιμπούκι κι έβαλε τα χέρια της στο παντελόνι της φόρμας μου. Της τα ‘πιασα και την τράβηξα προς τα πάνω. Μετά έκανα μερικά βήματα μπροστά Προχώρησε μαζί μου. Έκανα το γύρω της και πήρα την πλαστική καρέκλα. Την έφερα μπροστά της ανάποδα.


    - Κάθισε και πέρασε τα πόδια σου ανάμεσα.

    Έπιασα κάθε χειροπέδη στον καρπό της και την άλλη στο αντίστοιχο μπράτσο. Έπειτα πήγα πίσω της και σήκωσα το φόρεμα της στερεώνοντας τη ώστε να μην πέφτει. Έπλεξα τα χέρια μου γύρω απ’ την κοιλιά της και την τράβηξα από κάτω προς τα πίσω, ώστε να έρθει ο κώλος της όσο πιο έξω γίνεται.


    Δε φορούσε εσώρουχο. Κράτησα τα χέρια μου για λίγο εκεί που τα είχα. Μύρισα τον ώμο της και τη φίλησα στο μάγουλο. Έγλειψα το αυτί της. Μου άρεσε πάντα το ανακάτεμα του δέρματος της, με το αφρόλουτρο, το άρωμα και την οσμή που άφηναν τα σάλια μου.


    - Μου έχεις εμπιστοσύνη;

    - Απόλυτη

    - Απόλυτη λέξη.

    - Αυτό αισθάνομαι.

    - Στην εμπιστοσύνη δεν αρκούν τα συναισθήματα.

    - Ξέρω πως νιώθω, ξέρω τι μου δίνεις.

    - Μέτρα


    Στην αρχή το κλαδί χάραζε ήπιες διαδρομές βαμμένες στα λευκά. Στους ώμους, στην πλάτη, στους ώμους ξανά, στα πλευρά, χαμηλά πάνω απ’ τον κώλο της. Πάντα αργά, πάντα σε ίσους χρόνους. Μου άρεσε εκεί, μέσα στον ήπιο αέρα, στο απαλό γαλάζιο του απογεύματος. Κι αν είχε θέα θάλασσα αυτό το σπίτι, θα ήταν μοναδικό.


    Το κινητό της άρχισε να χτυπάει. Το τραπέζι ήταν παραπίσω. Δε μπορούσε να το δει. Στην αρχή έχασε το μέτρημα, επέμεινα και για λίγο συνέχιζε. Το τηλέφωνο σταμάτησε. Πέντε λεπτά μετά άρχισε πάλι να χτυπάει. Σταμάτησε.

    - Σε παρακαλώ λύσε με, ή φέρε μου το τηλέφωνο

    - Μην ανησυχείς.

    - Δε μπορώ.

    - Είπες πως μου έχεις εμπιστοσύνη.

    Το τηλέφωνο σταμάτησε. Σχεδόν αμέσως άρχισε πάλι να χτυπάει.

    - Φέρε μου το τηλέφωνο τώρα!

    - …

    - Λύσε με τώρα!

    Χτυπιόταν πάνω στο κάθισμα και τραβούσε τα χέρια της προς τη μια και την άλλη. Οι βιτσιές έπεφταν πάντα αργά, πάντα στους ίδιους χρόνους.

    - Μην ανησυχείς.

    Σηκώθηκε και κούναγε την καρέκλα πάνω κάτω. Το ένα μπράτσο τσάκισε και το τράβαγε κι άλλο ώσπου κόπηκε. Γύρισε και έπιασε το κινητό της. Τα χαρακτηριστικά της πάγωσαν. Το πρόσωπο της από άσπρο, έγινε κατακόκκινο.

    - Τι σημαίνει αυτό;

    - Πως η εμπιστοσύνη δεν είναι μόνο συναίσθημα.

    - Είσαι τρελός.

    - Κι ο πανικός μπορεί να ελεγχθεί μόνο απ’ τον άνθρωπο που έχει σταθερά στη ζωή του, που έχει πίστη σ’ αυτόν δίπλα του να τον κρατήσει.

    - Λύσε με και πήγαινε στο διάολο.

    - Ωραία λοιπόν.

    Την έλυσα. Κατέβασε το φόρεμα της. Πήρε το κινητό με τις κλήσεις απ’ το δικό μου και έφυγε χτυπώντας την πόρτα.


    Τις πρώτες τρεις μέρες δεν εμφανίστηκε πουθενά. Την τέταρτη άρχισαν οι κλήσεις. Μετά για αρκετές βδομάδες έστελνε μηνύματα, έπαιρνε τηλέφωνα. Η σιωπή είναι αγάπη. Η σιωπή ακόμα και για τις βεβαιότητες, είναι συναίσθημα. Η σιωπή είναι η αγκαλιά από ‘μενα προς εμένα.


    Η σιωπή είναι θάλασσα. Η θάλασσα είναι σιωπή. Η σιωπή είναι βουή. Η θάλασσα είναι αγάπη. Η βουή είναι απελευθέρωση. Κάθετί βέβαιο μένει να συμβεί για να αισθανθείς το βάρος του, έστω και μειωμένο απ’ την πρόβλεψη, αλλά βάρος. Το βέβαιο είναι το αντίδοτο στη φυγή.


    Η φυγή είναι κουβέντες. Η φυγή είναι ανούσια λόγια. Η φυγή είναι όχλος. Η σιωπή είναι καυτηριασμός. Η φυγή είναι απόξεση σε κενό αέρος. Η σιωπή είναι θάρρος. Η φυγή είναι δειλία. Η σιωπή είναι θάλασσα κι η φυγή μια πολυκατοικία.


    Ίσως να είχε περάσει μήνας, ή λιγότερο. Έχει περάσει καιρός για να θυμάμαι τόσο. Της έστειλα ένα μήνυμα.

    << Έλα από το σπίτι κατά τις 19.00 >>

    ***



    - Κάθισε

    Είχε περάσει μέσα μόλις με φίλησε με το συνηθισμένο τρόπο της. Ανάμεσα στο μούδιασμα και τη χαρά. Μπαίνοντας στο σαλόνι στάθηκε στο κέντρο κοκαλωμένη.

    - Πού είναι ο καναπές σου; Τι συνέβη εδώ;

    - Μετακομίζω, το σπίτι θα κατοικηθεί απ’ τον ιδιοκτήτη.

    - Μα καλά και δε μου πες τίποτα να σε βοηθήσω;

    - Δε χρειάστηκε.

    - Πού βρήκες;

    - Πίσω απ’ την Casa Romana προς Αγία Παρασκευή

    - Είναι ωραία εκεί. Με πάρκινγκ τι θα κάνεις;

    - Απέναντι στο δημοτικό.

    - Μόνο οι βιβλιοθήκες έχουν μείνει;

    - Και η καρέκλα που θα κάτσεις και το στρώμα.

    - Το κρεβάτι;

    - Έσπασε κατά τη μεταφορά. Δε με συμφέρει να το φτιάξω, άσε που δε μου άρεσε ποτέ.

    - Θα πάρεις άλλο;

    - Είπα σ’ ένα φίλο να μου φτιάξει ένα από ξύλο.

    - Χαχα έπρεπε να το περιμένω. Μανία σου με το ξύλο.

    - Προτίμηση στα φυσικά.

    - Μμμμ


    Έπινα ουίσκι με κόκα και κατά διαστήματα της έδινα γουλιές. Καπνίζαμε μαζί ένα τσιγάρο, όρθιοι, πηγαινοερχόμενοι στο άδειο σπίτι.

    - Βγάλε το φόρεμα σου, τα εσώρουχα και τα παπούτσια. Έλα μπροστά μου.


    Μετά από λίγο ήρθε και στάθηκε μπροστά μου. Το μόνο που φορούσε ήταν το χρυσό αλυσιδάκι στον καρπό με τον κρίκο που κουδούνιζε καθώς κινούνταν το χέρι και θύμιζε κάθε στιγμή το αποσπώμενο χρυσό κομματάκι με το Α.λ


    - Πως πέρασες αυτές τις μέρες;

    - Μου έλειψες. Πολύ. Γιατί εξαφανίστηκες;

    - Δεν εξαφανίστηκα.

    - Μα δεν μου απάνταγες.

    - Μένω στο ίδιο σπίτι, δουλεύω στην ίδια δουλειά, το τηλέφωνο είναι ανοιχτό.

    - Δε μιλούσες.

    - Άλλο αυτό.

    - Γιατί;

    - Γιατί είπες πάλι υπερβολές και αποδείχτηκε.

    - Έχω καταλάβει Α μου.

    - Κάθισε στην καρέκλα ανάποδα.


    Τοποθέτησα το κινητό της και το κινητό μου πάνω στη βιβλιοθήκη απέναντι της να βλέπει πως δεν τα αγγίζω.

    - Τώρα τι γνώμη έχεις για την εμπιστοσύνη σου;

    - Αφήνομαι σε ‘σενα.


    Δυο μανταλάκια απ’ τα πλακέ με το μεγάλο πάτημα πιάστηκαν στα μουνόχειλα της και δυο ξύλινα στις ρώγες της. Δεν την έδεσα.

    - Θέλω η μέση σου να είναι ίσια. Μην καμπουριάζεις, μην τουρλώνεις την κοιλιά. Ξέρεις πως δε μου αρέσει αυτή η έλλειψη αρμονίας. Είσαι τόσο όμορφο κορίτσι.

    Η μέση της έμεινε τεντωμένη


    Την άφησα εκεί. Πήγα απέναντι και περίμενα. Της μιλούσα, έπινα το ποτό μου και κάπνιζα. Αλλά δεν την άγγιζα. Μιλούσαμε για κάποια ταινία που είχαμε δει κι οι δύο αυτές τις μέρες. Είπαμε πως θα την ξαναβλέπαμε μαζί κάποια στιγμή. Είχε χαλαρώσει.

    - Πάλι καμπούριασες, τόσο λίγο νοιάζεσαι για ‘μενα, γι’ αυτά που μου αρέσουν;

    - Συγνώμη, είπε κι η μέση της επανήλθε.

    - Δεν τελείωσες αυτό που έλεγες.

    - Ξέχασα τι ελεγα.

    - Τι στην ευχή μαζί σου; Η δε θα ‘σαι συγκεντρωμένη ή θα ξεχνάς; Κανένα μέτρο;

    - Μα σου είπα πως σου αφήνομαι.

    - Έτσι; Αυτό νομίζεις; Άμα ήθελα κάτι τέτοιο θα πήδαγα τον τοίχο και τις μπρίζες.

    - Έχεις δίκιο.

    - Έχω ή λόγια του αέρα;


    Μ’ αρέσει η ζώνη μου, κουμπώνει εξαιρετικά στο χέρι μου. Σκληρό ύφασμα, με ραβδώσεις. Έπεφτε πάνω της και διέγραφε παχιές γραμμές σε όποιο μέρος του κορμιού της ήταν ακάλυπτο.


    Το κινητό της χτύπησε. Τσίτωσε. Πήγα κοντά και κοίταξα το κινητό της. Γύρισα και την κοίταξα.

    - Με εμπιστεύεσαι;

    - Ναι

    - Με εμπιστεύεσαι πως δε θα σε έβλαπτα ποτέ;

    - Σε εμπιστεύομαι.

    - Συνεχίζουμε.

    Η επόμενη τη βάρεσε στους ώμους από μπροστά και στα στήθη. Μετά ξαναπήγα πίσω της.

    - Μέτρα με το αλφάβητο. Κάθε γράμμα μια λέξη που ξεκινάει απ’ αυτό.


    Το κινητό ξαναχτύπησε. Τσίτωσε. Πήγα πάλι προς τα εκεί. Γύρισα την κοίταξα κι οι ώμοι της χαλάρωσαν.

    - Με εμπιστεύεσαι;

    - Σε εμπιστεύομαι.

    - Πως θα σου σταθώ σε ό,τι χρειαστεί;

    - Αφήνομαι σε ‘σενα.


    - Έλα, της είπα και της έδωσα το χέρι μου.

    Μείναμε ως το επόμενο πρωί στο στρώμα. Πίναμε κόκα κόλα με ουίσκι, πηδιόμασταν και τρώγαμε πίτσα, ή κάτι ξεχασμένα μπισκότα που είχα στο ντουλάπι.


    Συνεχίζεται.
     
  7. west-east

    west-east https://www.youtube.com/watch?v=RJE38wpNvyw

    Αχ πόσο μ΄εξιτάρει αυτός ο πληθυντικός στον Κύριο που δέρνει..! Πλην τούτου το βρίσκω και πολύ καβλωτικό..
     
  8. Just_Me

    Just_Me Contributor

    True story  
     
  9. -Volt-

    -Volt- Contributor

    Ποιός πληθυντικός;
     
  10. west-east

    west-east https://www.youtube.com/watch?v=RJE38wpNvyw

     
  11. -Volt-

    -Volt- Contributor

    - Πιές

    - Τί είναι;

    - Αυτό που θέλω να πιείς

    - Όχι. Όχι, αν δε μου εξηγήσεις τι περιέχει.

    - Οκ. Καλό δρόμο.

    - Γιατί;

    - Σου είπα να κάνεις κάτι.

    - Κι αν μου κάνει κακό; Που το ξέρω;

    - Κι εξακολουθείς να μη με εμπιστεύεσαι και να προσπαθείς να με χειριστείς με συμπεριφορά υποτιθέμενης εμπιστοσύνης αναλόγως των συμφερόντων σου.

    - Σε παρακαλώ, μη μου λες υπερβολικά πράγματα. Δεν ισχύει.

    - Άσε που εκφέρεις γνώμες για ζητήματα που δε σε αφορούν.

    - Μα αφορά εμένα το ζήτημα αυτό.

    - Αλήθεια;

    - …

    - Μπορείς να πηγαίνεις.

    - Και που να πάω;

    - Αυτό δε με αφορά.

    - Δε σε νοιάζει;

    - Εσένα σε νοιάζει;

    -…

    - Πάρε τα σκουπίδια φεύγοντας. Βρωμάνε. Πως και δε σ’ ενόχλησαν τόσες ώρες; Με τέτοια μπόχα.

    - Δε μου είπες να το κάνω.

    - Το κρουασάν που έφαγες, εγώ στο είπα;

    -…

    - Να χέσεις που πήγες εγώ στο είπα;

    -…

    - Σου έχω δώσει υπερβολικές ελευθερίες. Και δεν τις εκτιμάς και τις χρησιμοποιείς όπως σε βολεύουν.

    - Δεν πάω πουθενά.

    - Κλείσε απλά την πόρτα. Θα κλειδώσω εγώ. Για το υπόλοιπο του μήνα δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείς τα κλειδιά σου.

    ***


    << Συγνώμη μωρό μου. Θέλω να ‘ρθω στην αγκαλιά σου. Άνοιξε μου. Είμαι ακόμα από κάτω >>


    << Σήκωσε το σε παρακαλώ >>


    << Γιατί μου το κάνεις αυτό ρε μωρό; Με πονάς >>


    << Σε παρακαλώ μωρό μου σήκωσε το. Θέλω να σου πω κάτι σημαντικό >>


    << Βγάλε το φόρεμα και τα εσώρουχα σου και πάτα το κουμπί του θηροτηλεφώνου >>


    << Μωρό μου μη το κάνεις αυτό >>


    << Δε μπορώ να το κάνω αυτό >>


    << Να μείνω με το βρακάκι μου; Αυτό που μου πήρες φοράω >>

    ***


    Το κουδούνι ακούστηκε. Άφησα το βιβλίο μου, έσβησα το τσιγάρο και πήγα προς τα ‘κει. Η οθόνη πρόλαβε κι έσβησε. Το κουδούνι ξανακούστηκε. Επέστρεψα στη θέση μου.

    ***


    << Γιατί δε μου ανοίγεις >>;


    << Δε μπορώ να στέκομαι άλλο έτσι εδώ. Περνούν αμάξια >>


    << Δεν έπρεπε να το πατήσω δεύτερη φορά χωρίς να μου πεις. Είμαι ηλίθια. Συγνώμη >>


    << Συγνώμη >>


    << Καληνύχτα. Συγνώμη >>

    ***


    << Περιμένω το Νίκο και το Γιώργο το απόγευμα. Έμαθες να σφουγγαρίζεις; Πήγαινε να κάνεις το σαλόνι το μεσημέρι >>


    << Θυμάμαι τα πάντα Α μου. Σ’ ευχαριστώ. Με συγχώρησες δηλαδή ε; :Ρ >>


    << Δεν κατάλαβα. Θα πας ή να πάρω την καθαρίστρια >>;


    << Θα πάω >>

    ***


    - Ακόμα εδώ είσαι εσύ;

    - Έκανα ένα διάλειμμα και κοίταζα τα βιβλία σου και σε περίμενα.

    - Σου ζήτησα να περιμένεις ή σου είπα να πειράζεις τα πράγματα μου;

    -…

    - Εν πάση περιπτώσει, είσαι εδώ, οπότε κάνε μου ένα καφέ.


    - Κατέβασε το παντελόνι και το βρακί σου στα γόνατα.

    - Μα είμαστε στο μπαλκόνι.

    - Ναι και;

    Το παντελόνι κατέβηκε.

    - Γονάτισε, πέρνα κάτω απ’ το τραπέζι κι έλα να με ξαλαφρώσεις.

    Δυσκολεύτηκε να καθίσει στα γόνατα με το παντελόνι, αλλά ύστερα φάνηκε να δέχεται πως δε θα μπορέσει να βολευτεί, το πανί θα ενοχλούσε όπως και να ‘ταν. Μπουσούλησε και χώθηκε κάτω απ’ το τραπέζι. Μου ξεκούμπωσε το φερμουάρ κι απελευθέρωσε τον πούτσο μου απ’ το εσώρουχο. Άρχισε να ρουφάει. Τον έβγαζε ολόκληρο απ’ το στόμα της, όπως της είχα πει ότι θέλω, πίεζε τα χείλη της μόλις τον ξανάβαζε. Έχυσα στο στόμα της. Έστριψα τσιγάρο και άπλωσα τα πόδια μου. Τράκαραν με τα γόνατα της, αλλά δεν απομακρύνθηκε. Ήπια μια γουλιά. Καλός ήταν. Έμενε εκεί.

    ***

    - Οκ. Φύγε τώρα, θέλω να κάνω μπάνιο και να ετοιμαστώ.

    - Δε θα μείνω;

    - Όχι.

    - Μα έφερα και φόρεμα.

    -…

    - Έχω ισιώσει τα μαλλιά μου, βλέπεις;

    - Για να δω. Έλα πιο κοντά.

    - Μου πάνε;

    - Θα σου πήγαιναν πιο πολύ αν οι δυο μπροστινές τούφες ήταν πιο κοντές. Σα νευρόσπασμα με γλειμμένη χωρίστρα που γυρεύει επιβεβαίωση είσαι.

    - Τι λες;

    - Έλα στο μπάνιο.


    - Κόφτες στο μισό μήκος.

    - Δε θέλω….

    Το πρώτο χαστούκι ήταν δυνατό.

    Το δεύτερο χαστούκι ήταν δυνατό.

    Το τρίτο χαστούκι ήταν δυνατό.

    Το τέταρτο χαστούκι ήταν δυνατό.

    - Κόφτες.


    - Σου αρέσω;

    - Πέρνα το χέρι σου ανάμεσα στα μαλλιά σου.


    - Όχι έτσι. Τι διάολο βρε μπούφο; Τάραξε τα λίγο, είπα δε μου αρέσουν γλειμμένα.

    - Είμαι ωραία;

    - Όλα οκ. Πάμε να κάνουμε κάτι στην κουζίνα και φεύγεις.



    - Στο ψυγείο στο μπλε παγούρι είναι το ποτό σου απ’ το Σάββατο. Πιες το και φεύγεις.

    - Αφού το ξεκαθαρίσαμε.

    - Προφανώς όχι.

    - Μπορώ να δοκιμάσω και να αποφασίσω;

    - Όχι.


    Άνοιξε το ψυγείο και έβγαλε το παγούρι. Ξεβίδωσε το καπάκι και το έφερε στα χείλια της. Η πρώτη γουλιά προκάλεσε ένα σταμάτημα χωρίς να βγάλει τα χείλη της απ’ το στόμιο. Έγειρε πίσω το λαιμό και άρχισε να πίνει. Αργά, ήσυχα. Κι όσο άδειαζε το παγούρι, τόσο το σήκωνε πιο πάνω.

    - Μα ήταν λεμονάδα. Χωρίς ζάχαρη.

    - Γιατί εκπλήσσεσαι;

    - Νόμιζα ότι…


    Συνεχίζεται
     
  12. Koproskylo

    Koproskylo Regular Member


    τι διαβάζεις αυτόν τον καιρό τύπε