Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

εγώ

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος sapfw, στις 25 Σεπτεμβρίου 2020.

  1. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Οσο πάει μεγαλώνει. Ελπίζω να φτάσει η μπαταρία του κινητού για να διαβάσω το επόμενο  
     
  2. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    δεν ήξερες... δε ρώταγες;  
     
  3. E. Dantes

    E. Dantes Uno, nessuno e centomila

    Στραβομαρα!
    τωρα το πηρα ειδηση και το διαβασα
    Και στριφογυριζω στην καρεκλα χωρις ησυχια, περιμενοντας ανυπομονα τη συνεχεια...
    Αντε, αντε!
     
  4. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Δραμαμίνη να πάρεις!!!
     
  5. Oh.a.witch!

    Oh.a.witch! Sub occultist

    Επέστρεψα μετά από πολλά χρόνια στο community γιατί έχω ανάγκη να έχω επαφή με την γλώσσα μας, με κούρασαν τα αγγλόφωνα φόρουμ...

    Αυτό το νήμα με δικαιώνει. Σαγηνευτικό ανάγνωσμα. Και το nickname σου, Σαπφω, ταιριαστό και δίκαιο!

    Σκέτη απόλαυση!
     
  6. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Part III, Το δικαίωμα του ανήκειν

    Κάθομαι στην άκρη του καναπέ, οι αγκώνες μου στηρίζονται στα γόνατά μου και οι παλάμες μου αγκαλιάζουν το πρόσωπό μου. Πρώτη φορά στη ζωή μου μοιράστηκα πράγματα που δεν τολμούσα να μοιραστώ. Η ασφάλεια του πληκτρολογίου. Δεν ξέρω πόση ώρα κάθομαι έτσι να κοιτάζω το μήνυμά μου, να σκέφτομαι αν κάτι θα έγραφα διαφορετικό. Η ανατριχίλα στη σπονδυλική μου στήλη σβήνει σιγά σιγά και πάνω που ετοιμαζόμουν να σηκωθώ ακούω το τικ τικ του messenger και βλέπω τις τελείες να χορεύουν. Ωχ, γράφει, απαντάει. Κλείνω την οθόνη του laptop και σηκώνομαι όρθια. Πριν προλάβω να κάνω ένα βήμα χτυπάει στο κινητό ο ήχος του messenger.

    Δε σκέφτομαι στιγμή την απάντηση, τα δάχτυλά μου ήδη χορεύουν στην οθόνη του κινητού.

    «Μια σχέση με το σύντροφό μου οδηγό και εμένα ακόλουθο, να εκπληρώνει τις φαντασιώσεις μας.»

    Το έχω ήδη στείλει όταν συνειδητοποίησα ότι το έστειλα.

    «Φαντάζομαι έναν άνθρωπο πιο δυνατό από μένα… που δε φοβάται τίποτα… που μαζί του μπορώ να πάω στην άκρη του κόσμου… αυτός μπροστά κι εγώ να ακολουθώ… χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος… δεν ξέρω αν αυτό σημαίνει πως θα έχει τον απόλυτο έλεγχο… δεν ξέρω τι σημαίνει απόλυτος έλεγχος»

    «Αχ, δεν ξέρω τι να σου απαντήσω...
    σε ό,τι περνάει από το χέρι μου έχω τον έλεγχο... αυτό όμως με εξαντλεί, δεν το θέλω... υποθέτω πως αν κάποιος είχε τον έλεγχο, ναι, θα ήμουν ήρεμη»

    «Απόλυτη σεξουαλική παράδοση στο σύντροφό μου, να έχει αυτός το πάνω χέρι και να κάνει ό,τι θέλει»

    «Φυσικά και συναινώ! στο σύντροφό μου δε θα συναινέσω;»

    «Εντάξει λοιπόν... ερεθίζομαι περισσότερο όταν μου επιβάλλεται με τη βία... καλύτερα τώρα;»

    «Που δεν του αρέσει να το μαλώνουν και που δεν του αρέσει να κάνει λάθος»


    Ε? άντε πάλι «ε». Δεύτερη φορά αυτός ο άνθρωπος με άφησε άλαλη, πράγμα σπάνιο για μένα απ’ όσο λένε άνθρωποι που με γνωρίζουν. Για άλλη μια φορά η γνωστή ερώτηση «ποιος νομίζει ότι είναι;» στροβιλίζει στο μυαλό μου καθώς διαβάζω και ξαναδιαβάζω το μήνυμά του. Κλείνω με δύναμη το laptop και πετάγομαι όρθια. Πρέπει να βγω έξω, πρέπει να περπατήσω. Σε χρόνο μηδέν ντύνομαι και φοράω τα αθλητικά μου. Ευτυχώς δε χρειάζεται πια το μήνυμα οπότε ούτε sms στέλνω, αλλά ούτε το κινητό μου παίρνω για να ακούω μουσική. Βγαίνω από το σπίτι σχεδόν τρέχοντας.

    Επιστρέφω στο σπίτι μούσκεμα στον ιδρώτα. Έκανα τη γνωστή πλέον διαδρομή στο μισό σχεδόν χρόνο. Όλη την ώρα σκεφτόμουν αν και τι θα απαντήσω. Αν και πώς θα πάω στο ραντεβού. Όλο μου το είναι θέλει να πάει, η λογική μου με φρενάρει. Πόσα όμως πράγματα έζησα ακολουθώντας τη λογική μου; Η απάντηση γνωστή: αρκετά, αλλά με ελάχιστο πάθος. Ναι, αυτό είναι που λείπει από τη ζωή μου. Το πάθος.

    Έχω ήδη αποφασίσει ότι θα πάω, όταν το νερό του ντουζ ξεπλένει τον ιδρώτα μου. Μένει μόνο να σκεφτώ τι θα απαντήσω.

    Τυλιγμένη με το μπουρνούζι ανοίγω το laptop. Τα δάχτυλα κοκαλώνουν στο πληκτρολόγιο. Οι λέξεις δε βγαίνουν.

    Θα πάω.

    Μήνυμα δε συνετάχθη… ως εκ τούτου ουδέν εστάλη…
     
    Last edited: 9 Οκτωβρίου 2020
  7. dimfetishman

    dimfetishman Ζεις μονάχα μια φορά. Ενίοτε και καμία. Contributor

    Σε λίγο θα πάρουμε και ψωμάκι να βουτήξουμε, έχει πολύ ζουμί εδώ!!!   
     
  8. iolanda

    iolanda Contributor

  9. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    καλέ αν δεν πάει η Αλεξάνδρα πώς θα συνεχιστεί η ιστορία;  
     
  10. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Κι εγώ σε αυτό βασίζομαι!
     
  11. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    χαραμτζή!
     
  12. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Part IV, Mind the cup

    Τα λεπτά πέρασαν, έγιναν ώρες και οι ώρες έγιναν μέρες. Δεν υπήρξε ούτε ένα λεπτό από αυτά που μεσολάβησαν μέχρι την Κυριακή που δε με ταλαιπώρησε το δίπολο «θα πάω/δε θα πάω». Συνήθως παίρνω μια απόφαση γρήγορα και δεν μπαίνω στη διαδικασία να την αναθεωρήσω αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη της. Συνήθως. Αυτή δεν ήταν μια συνηθισμένη απόφαση.

    Δε θυμάμαι τίποτα από τις μέρες που μεσολάβησαν μέχρι το πρωινό της Κυριακής.
    ΤΙ ΠΟ ΤΑ.

    Προφανώς και έκανα ό,τι κάνω συνήθως. Προφανώς και δούλεψα, προφανώς και μαγείρεψα, πήγα για ψώνια, βγήκα για περπάτημα. Αλλά δεν τα θυμάμαι. Το μόνο που θυμάμαι είναι ένας διαρκής πονοκέφαλος, μια διαρκή διαμάχη στο μυαλό μου. Αυτός ο άνθρωπος έχει κάτι. Κάτι που με ελκύει και δεν μπορώ να το εξηγήσω. Παναγία μου, ούτε τον έχω δει, ούτε τον έχω ακούσει! Για την ακρίβεια, δεν τον έχω δει από κοντά, έχω δει φωτογραφίες του στο facebook, αλλά δεν είναι η εικόνα αυτή που με ελκύει. Είναι αυτά που μου λέει, ο τρόπος που τα λέει, οι ερωτήσεις που μου κάνει, η πόρτα που μου έχει ανοίξει σε ένα νέο κόσμο και που δεν μπορώ να δω καθαρά. Με ελκύει αυτός ή αυτό που θέλει να μου δείξει; Δεν ξέρω. Υποθέτω όμως πως με ελκύει ο κόσμος γιατί μου τον δείχνει αυτός.

    Ανέκαθεν ήμουν δυναμική γυναίκα. Δεν υπήρχε κάτι που να βάλω στο μυαλό μου και να μην το καταφέρω. Ό,τι περνάει από το χέρι μου ολοκληρώνεται με τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Όταν ελέγχω μια κατάσταση τη διεκπεραιώνω. Στη μετεφηβεία μου με γοήτευε η παντοδυναμία του ελέγχου, μου έδινε αυτοπεποίθηση να ξέρω ότι δεν εξαρτώμαι από κανέναν. Μου έδινε; Ψέμα. Αυτοπεποίθηση για τις δυνατότητές μου ναι, αλλά η γνώση ότι δεν εξαρτώμαι από κανέναν στο τέλος μου έδινε την απόλυτη εξάντληση. Και μοναξιά. Κακά τα ψέματα, ποτέ κανείς δεν είχε λόγο στο τι θα κάνω στη ζωή μου κι αυτό με κούραζε. Ναι, με κούραζε η ευθύνη των αποφάσεών μου. Όχι, δεν ήμουν ευθυνόφοβη. Ήμουν πιο άνετη όταν μου έλεγαν οι άλλοι τι να κάνω αρκεί να εμπιστευόμουν την κρίση τους. Η εποχή, οι συγκυρίες και η ανάγκη με οδήγησαν να πάρω το τιμόνι της ζωής μου που για να είμαι ειλικρινής ποτέ δε θέλησα. Κι ας αποδείχτηκα καλή οδηγός. Προτιμώ να είμαι συνοδηγός.

    Εκεί ήταν που χτύπησαν τα λόγια του Νίκου. Στην αυτογνωσία μου. Ξέρω τι με κάνει ήρεμη. Ξέρω πότε αποδίδω καλύτερα. Ξέρω ποιες σχέσεις μου λειτούργησαν και ποιες όχι. Όμως να παραδώσω συνειδητά τον έλεγχο και μάλιστα τον απόλυτο έλεγχο στο σύντροφό μου, δεν το έχω κάνει ποτέ. Και αυτό με τρομάζει, με πανικοβάλει. Γιατί απλά, δεν ξέρω τι σημαίνει απόλυτος έλεγχος.

    Κυριακή 9:00. Ανοίγει το ραδιόφωνο. Δεύτερο πρόγραμμα. Σηκώνομαι κάνω καφέ. Βιώνω το λεπτό του «θα πάω». Κάθομαι ταραγμένη. Ήρθε το λεπτό του «δε θα πάω». Αυτή η αέναη εναλλαγή κρατάει μέρες τώρα. Ανάβω iqos να ηρεμήσω. Έχω καπνίσει το διπλάσιο απ’ ότι συνήθως αυτές τις μέρες.

    Βγαίνω για περπάτημα. Μέχρι να επιστρέψω είχαν μεσολαβήσει 15 εναλλαγές με τα αντίστοιχα επιχειρήματα. Επιστρέφω. Κλείνω την πόρτα πίσω μου. Μπαίνω στο ντουζ. «Αλεξάνδρα επιτέλους, πάρε μια απόφαση».

    Θα πάω, τέλος.

    Δεν μπορώ να φάω μεσημεριανό, το στομάχι μου είναι κόμπος. Καφές, iqos και ένα βραστό αυγό όλη μέρα. Έτσι, για να μη λιποθυμήσω.

    Έχω ήδη βγάλει από τη ντουλάπα τα ρούχα που μου είπε. Και τα πέδιλα. Ανακούφιση να μην έχω να σκεφτώ τι θα φορέσω. Μα δε μου είπε τσάντα. Τι τσάντα να κρατήσω; Κοκομπλόκο.

    Διαλέγω μια τσάντα που να ταιριάζει. Ρίχνω μέσα τα απαραίτητα. Βάφομαι και χτενίζομαι διακριτικά. Κοιτιέμαι στον καθρέφτη. Είμαι ωραία γυναίκα.

    Κοιτάω τα ρούχα έτσι απλωμένα που τα έχω πάνω στο κρεβάτι. Ωραίος συνδυασμός. Ανοίγω το συρτάρι που έχω τα εσώρουχά μου. Τα κοιτάω. Το κλείνω. Ντύνομαι.

    Κυριακή απόγευμα, 19:44 στο Περιστέρι, έρχεται ο σερβιτόρος του Mind the cup να μου πάρει παραγγελία.

    «Φρέντο εσπρέσο σκέτο, παρακαλώ»

    Ο καφές έρχεται σε 3 λεπτά, χρόνος απαραίτητος να διερευνήσω με το βλέμμα μου το χώρο. Δε βλέπω το Νίκο πουθενά, τουλάχιστον δε τον είδα όταν μπήκα στο μαγαζί. Και κανένας νέος πελάτης δε μπήκε μετά από μένα, που σημαίνει πως έχει αργήσει. Νιώθω το πρώτο ψήγμα απογοήτευσης ανοίγοντας τη στέβια που θα ρίξω στον καφέ. Κοιτάω το κινητό μου, 19:48, εντάξει, νωρίς είναι ακόμα, Αθήνα είμαστε μπορεί κάπου να σκάλωσε, μπορεί να μη βρίσκει να παρκάρει, χίλια δυο μπορεί. Στην Αθήνα 5’ καθυστέρηση είναι πταίσμα.

    Δοκιμάζω τον καφέ, είναι ακόμα πικρός αλλά δεν έχω όρεξη να βάλω περισσότερη στέβια. Βασικά δεν έχω όρεξη να πιω καφέ, έχω τόσους πολλούς πιει όλη μέρα, που δε μου κάνει αίσθηση. Κακώς παρήγγειλα καφέ, έπρεπε να πάρω κάτι άλλο, αλλά εκείνη την ώρα το μυαλό μου είχε μπλοκάρει. Εξάλλου τι άλλο θα έπαιρνε μια coffee addicted;

    Κοιτάω το κινητό 19:53, εντάξει έχει περάσει το πεντάλεπτο της πρωτεβουσιάνικης ανοχής. Και να σου πω, ποιος ορίζει την ανοχή στα 5 λεπτά; Θα τα κάνω 10 τα λεπτά της ανοχής, α στο καλό, εγώ ανέχομαι, εγώ ορίζω πόσα ανέχομαι. Γαμώτο, έχω κάτσει μέσα και δεν μπορώ να ανάψω και iqos. Τι σκεφτόμουν και έκατσα μέσα;

    Άλλη μια ψευτογουλιά από τον –όχι του γούστου μου- καφέ και πιάνω το κινητό να δω αν έχω δίκτυο. Έχω. Ω, πόσο σε αγαπώ 4G! Τσεκάρω το messenger κανένα μήνυμα δεν έχει έρθει. Το φρύδι μου σηκώνεται αυτόματα όταν κοιτάω την ώρα, 19:55. Το δεκάλεπτο της προσωπικής μου ανοχής έχει περάσει, πάμε τώρα για το ακαδημαϊκό τέταρτο. Το βλέμμα μου καρφωμένο στο κινητό, αλλά η περιφερειακή μου όραση εστιάζει στην πόρτα. Σε όλο αυτό το διάστημα, ένα ζευγάρι μπήκε μόνο και έκατσε δυο τραπέζια παραδίπλα μου και δυο τσουπρίτσες μπήκαν μαζί και πήγαν τουαλέτα. Αυτό που εμείς τα κοριτσάκια πηγαίναμε δυο δυο στην τουαλέτα, ποτέ δεν το είχα καταλάβει. Ακόμα και όταν εγώ ήμουν ένα από τα δύο κοριτσάκια.

    Η ώρα είναι 20:00. Παρήλθε και το ακαδημαϊκό τέταρτο. Είμαι διατεθειμένη να σκεφτώ οποιαδήποτε μαλακία προκειμένου να μη σκεφτώ το αυτονόητο: πως με έστησε. Κι αυτό από μόνο του δε σημαίνει κάτι. Στο πρώτο ραντεβού όμως λέει πολλά. Ο άνθρωπος που όρισε τι θα φορέσω, αυτός ο ίδιος που μου μίλησε για έλεγχο, έχασε τον έλεγχο του χρόνου του. Του δικού του χρόνου! Βρε άει σιχτίρ παλιομαλάκα.

    Ανοίγω τη τσάντα μου και βγάζω το iqos, ρίχνω μια κλεφτή ματιά στο κινητό πριν το ρίξω στη τσάντα μου, 20:05. Πιάνω το iqos στο χέρι, κρεμάω τη τσάντα μου στον ώμο και σηκώνομαι όρθια. Από πίσω μου ακούω μια φωνή. Μια βαριά αντρική φωνή από εκείνες που σου παγώνουν το αίμα.

    Γυρίζω το κεφάλι μου και τον βλέπω. Προσπαθώ να φανώ ψύχραιμη καθώς τον κοιτάω βαθιά μέσα στα μάτια.

    «Έχω θυμώσει μαζί σου μεγάλε.»

    του λέω, καθώς κάνω τρία βήματα και απομακρύνομαι σκεπτόμενη την ατάκα του.

    Βήμα 1: δεν εκτίμησες το χρόνο

    Βημα 2: που αποφάσισα να σου δώσω

    Βήμα 3: για να απολαύσεις τον καφέ σου

    Κοκαλώνω: πριν ξεκινήσουμε

    Κάνω επιτόπου στροφή και τον κοιτάω. Είναι εκεί, ακούνητος, αγέλαστος. Παίζουμε αγαλματάκια αγαλματάκια και έχω χάσει. Του αχνοχαμογελάω. Μειδιάζει. Βαδίζω προς το μέρος του.

    Η φωνή του αντηχεί επιβλητικά στ' αυτιά μου.

    Δεν έχω σταματήσει να τον κοιτάω βαθιά στα μάτια. Με το χέρι μου πιάνω την καρέκλα, την τραβάω πίσω και κάθομαι.

    «Ορίστε, έκατσα»

    Τον κοιτάω και προσπαθώ να τον "διαβάσω".

    «Επειδή με έστησες.»

    «Έκανα να φύγω αλλά γύρισα... γύρισα γιατί συνειδητοποίησα αυτό που μου είπες... και έκατσα στην καρέκλα που μου είπες γιατί...»

    Eδώ λίγο κόμπιασα.

    «…γιατί δεν είχα λόγο να μην το κάνω…»

    «Την αλήθεια; Γιατί με έβγαλες από το δίλλημα του τι θα φορέσω.»

    Κόλλησα για μια στιγμή στην ερώτηση του. Δεν περίμενα ούτε να το εννοούσε όταν το είπε, ούτε να με ρωτήσει τόσο σύντομα γι' αυτό.

    «Δεν ξέρεις αν φοράω ή όχι.»

    Σ' αυτή την ερώτηση ο χρόνος σταμάτησε. Δεν ξέρω γιατί, απλά σταμάτησε. Η καρδιά μου σφίχτηκε κι ένιωθα τους χτύπους της. Θα μπορούσα να υπεκφύγω την απάντηση. Το βρήκα περιττό.

    «Φοράω.»

    Τον κοιτάω επίμονα να καταλάβω αν το εννοεί. Το εννοεί. Το σώμα μου λειτουργεί έξω από μένα: έχω μουσκέψει και οι καρδιά μου χτυπάει έντονα. Κατεβάζω το βλέμμα μου, σηκώνομαι και σαν υπνωτισμένη πηγαίνω στην τουαλέτα. Γιατί το έκανα; Δεν ξέρω.

    ΔΕΝ ΞΕΡΩ.

    Δεν ελέγχω τις αντιδράσεις μου. Το μυαλό μου φωνάζει «όχι, όχι, μην τον κάνεις, είσαι χαζή;» καθώς βγάζω το κιλοτάκι μου κοιτώντας με στον καθρέφτη της τουαλέτας του Mind the cup. Βγάζω και το σουτιέν μου. Με κοιτάω. Τα μάγουλά μου είναι κατακόκκινα.

    Επιστρέφω στο τραπέζι κρατώντας τα σφιχτά στο χέρι μου. Τα αφήνω πάνω στο τραπέζι και κάθομαι στην καρέκλα μου. Δεν έχουμε αλλάξει ούτε κουβέντα. Μιλάνε μόνο οι ανάσες μας και τα βλέμματά μας.

    Διστάζω, κομπιάζω, στο μυαλό μου σκάνε πυροτεχνήματα. Θέλω να σηκωθώ να φύγω, αλλά τα πόδια μου είναι καρφωμένα, δεν μπορώ να κουνηθώ. Τα μάγουλά μου συνεχίζουν να καίνε. Ψελλίζω:

    «Μα... δε σε ξέρω τόσο για να σε εμπιστευτώ.»

    Kαι χωρίς να το έχω καταλάβει, έχω κατεβάσει το βλέμμα μου από πάνω του.

    Τα λόγια του σκάνε χειροβομβίδες στο κεφάλι μου... «αν πράττουμε αντίθετα από το λόγο μας, η εμπιστοσύνη δε θα έρθει ποτέ»... με τα λιγοστά εν ζωή εγκεφαλικά κύτταρα που μου έχουν απομείνει, σηκώνω το βλέμμα μου, ανασκουμπώνω τη σκέψη μου και με σταθερή φωνή απαντώ:

    «Θέλεις να πεις πως ούσα εδώ, έπρεπε να έρθω όπως ακριβώς μου είπες; Ως ένα βαθμό κατανοώ την επιλογή των ρούχων... όμως αυτό με τα εσώρουχα ήταν τραβηγμένο, δε βρίσκεις;»

    Παίρνω μια βαθιά ανάσα.

    «Σέβομαι τον εαυτό μου... γι' αυτό και ήρθα με εσώρουχα»

    Όσο μιλάει, συνειδητοποιώ πως εκτός από το βλέμμα μου, έχω κατεβάσει και το κεφάλι μου. Χωρίς να το σηκώσω:

    «Και πού είναι οι δικές μου επιθυμίες;»

    Με θράσος σηκώνω τα μάτια μου και τον κοιτάω. Συνειδητοποιώ πως είναι περισσότερο υγρά απ' ό,τι συνήθως. Το κεφάλι μου ακολουθεί την πορεία του βλέμματός μου.

    «Δεν μπορώ να καταλάβω... τίποτα απ' όσα μου λες δεν τα καταλαβαίνω... τα ακούω, νομίζω ότι τα καταλαβαίνω και πριν αποτυπωθούν στο σκληρό του εγκεφάλου μου, δημιουργούν ένα σωρό ερωτήματα που στο τέλος ξεχνάω τι μου έχεις πει... δεν καταλαβαίνω τον ίδιο μου τον εαυτό, δεν καταλαβαίνω τις αντιδράσεις μου, νιώθω τόσο αποσυντονισμένη, τόσο χαμένη, τόσο μικρή…»

    Τα λόγια βγήκαν με μια ανάσα καταιγιστικά από μέσα μου. Δεν ξέρω πού βρήκα τη δύναμη και σηκώνομαι όρθια, αρπάζω τα εσώρουχά μου, και πάω να φύγω.

    Με μια απότομη κίνηση σηκώνει το χέρι του και πιάνει το δικό μου. Το άγγιγμά του κεραυνοβόλησε το νευρικό μου σύστημα.

    Αφήνει το χέρι μου και με χαϊδεύει απαλά στο μάγουλο. Χωρίς να το έχω καταλάβει είμαι καθισμένη ξανά, και νιώθω το χάδι του.

    Χαμογελάω. Δε θυμάμαι τι μου είπε, θυμάμαι ότι ένιωθα πολύ χαλαρή όταν άφηνα τα εσώρουχά μου πάνω στο τραπέζι.
     
    Last edited: 17 Οκτωβρίου 2020