Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ἐν ἀνθρώποις Εὐδοκία

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 29 Ιουνίου 2021.

  1. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Όσο βαθιά αληθινό κι αν είναι το παραπάνω βιωματικά…δεν μπορώ να μην ρωτήσω όμως το εξής: γιατί επίπεδο;
    Γιατί όχι πολυδιάστατο, μαγικό, δύσκολο, επίπονο, γεμάτο κτλ κτλ κτλ;
     
  2. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    γιατί autocorrect!

    Επίπονο!

    Grrrr

    Thank you, fixed!
     
  3. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Ούπς…γελάω.

    ( Μα είπα κι εγώ..επίπεδο;; )
     
  4. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Εντάξει, είμαι μαθηματικός αλλά όχι κι έτσι!
     
  5. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    ουπς
     
  6. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Είπε ο σκαντζόχοιρος και κατέβηκε απ'τη βούρτσα  
     
  7. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    ~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~
    26 - Ithaca airlines
    ~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~

    Στέφανος

    Η Ευδοκία γελούσε και έκλαιγε όταν ξαφνικά της ήρθε η συνειδητοποίηση. Ο κλαυσίγελος κόπηκε μαχαίρι. Απ' όλες τις φορές που μπορούσε να έχει poker face δε θα μπορούσε να διαλέξει την πιο ακατάλληλη στιγμή να το πετύχει. Το έχω δει και στη Φανή αυτό, από το πρόσωπο να σβήνεται οποιαδήποτε έκφραση, να μένει τελείως ουδέτερο ενώ το μυαλό προσπαθεί να επεξεργαστεί κάποιο έντονο συναίσθημα. Δεν κατέληγε καλά αυτό.

    - "Εσύ θα είσαι... δεν μπορεί να είναι κάποιος άλλος. Εσύ θα πας στην Αμερική μαζί με τη Φανή" μου είπε πολύ ήρεμη, χωρίς ίχνος συναισθήματος σε φωνή και πρόσωπο
    - "Ναι" της είπα. "Εγώ θα είμαι."

    Και σε πέντε λεπτά είχε διάλεξη. Από timing σκίσαμε, δεν μπορώ να πω. Δεν μπορούσε να έχει άλλη κατάληξη αυτή η κουβέντα, δικό μου ήταν το λάθος και μόνο δικό μου.

    - "Ευδοκία, έχεις διάλεξη τώρα" της είπα σε ουδέτερα αυστηρό τόνο.
    - "Ναι... Ναι, έχω διάλεξη."
    - "Πήγαινε πάρε τα πράγματά σου από το γραφείο. Θα τα πούμε στο αμφιθέατρο. Όταν τελειώσεις θα έρθεις καρφί στο γραφείο μου."
    - "Ναι... τα πράγματά μου..."
    - "Ευδοκία" της είπα σε ποιο αυστηρό τόνο.
    - "Μάλιστα, τα πράγματά μου... όταν τελειώσω θα έρθω καρφί εδώ"

    Σηκώθηκε μηχανικά και βγήκε έξω. Ήλπιζα με όλη μου την ψυχή να ξυπνήσει το δασκαλίστικό της ενώ το μυαλό της δούλευε στα κόκκινα προσπαθώντας να επεξεργαστεί αυτό που συνέβη.

    Στα μάτια μου δεν υπήρχε κανένα δράμα, τα πράγματα ήταν πολύ απλά. Η Κατερίνα είχε σοκαριστεί και ακριβώς το ίδιο είχε συμβεί και στην Ευδοκία ωστόσο αυτό δεν άλλαζε την φύση της κατάστασης. Το απλό μπορεί να είναι από δύσκολο ως και ακατόρθωτο αλλά δεν παύει να είναι απλό. Η Κατερίνα το είδε ακόμα και αν χρειάστηκε 50 με τη ζώνη.

    Κατέβηκα στο αμφιθέατρο, ήταν γεμάτο.

    - "Καλώς τον" μου είπε ο Θωμάς.
    - "Καλησπέρα Θωμά. Σήμερα παραέχει κόσμο."
    - "Εμένα λένε Θωμά, εσύ ήσουν ο άπιστος τελικά!"
    - "Ναι, ομολογώ ότι τέτοια ανταπόκριση δεν την περίμενα."
    - "Οι μαθηματικοί είμαστε μαθηματικοί, Στέφανε. Εφαρμοσμένα ή καθαρά, δεν έχει σημασία."
    - "Τις προάλλες έφυγες λες και είχα ψώρα!"
    - "Χαχα, το θεώρημα Πέτρου ε;"

    Δεν πρόλαβα να απαντήσω γιατί στο αμφιθέατρο μπήκε η Ευδοκία.

    Κοίταξε το γεμάτο αμφιθέατρο και χαμογέλασε.

    - "Καλησπέρα. Το αντικείμενο της σημερινής μας διάλεξης είναι -χωρίς ίσως- το πιο σημαντικό αναπάντητο ερώτημα στην ιστορία των Μαθηματικών γιατί σχετίζεται με την πιο βασική, την πιο θεμελιώδη ερώτηση για την ίδια τη φύση των αριθμών. Ο Ευκλείδης στα στοιχεία του απέδειξε ότι κάθε θετικός ακέραιος μπορεί να αναλυθεί στα πιο θεμελιώδη συστατικά του, σε γινόμενο πρώτων. Οι πρώτοι αριθμοί... τόσο απλοί στη φύση τους. Ένας αριθμός που διαιρείται μόνο από τον εαυτό του και το 1. 1,2,3,5,7,11,13,17,19,23,29... Οι πρώτοι αριθμοί, άπειροι στο πλήθος τους, είναι τα δομικά συστατικά όλων των αριθμών, είναι ο περιοδικός πίνακας της αριθμητικής."

    Το ακροατήριο την παρακολουθούσε μαγεμένο.

    - "Πώς κατανέμονται όμως; Ξέρουμε ότι όσο περισσότερο προχωράμε τόσο μεγαλύτερα κενά μπορούμε να βρούμε μεταξύ τους. Σύμφωνα με το θεμελιώδες θεώρημα της θεωρίας αριθμών το πλήθος των πρώτων που είναι μικρότεροι από ένα δοσμένο αριθμό x είναι της τάξης του x/lnx. Είναι τυχαία η κατανομή τους; Υπάρχει μια τάξη; Η εικασία του Riemann, που σε πρώτη ανάγνωση δεν φαίνεται να έχει καμία σχέση με τους πρώτους είναι στην πραγματικότητα η πιο κρίσιμη ερώτηση που έχει γίνει για τη φύση τους. Είναι το ιερό γκράαλ των Μαθηματικών. Η διάλεξη, λόγω της φύσης αυτού του προβλήματος θα γίνει σε δύο μέρη. Σήμερα θα μιλήσουμε για τους πρώτους με τη γλώσσα της θεωρίας αριθμών και στην επόμενη διάλεξη θα κάνουμε το ίδιο με τη γλώσσα της μιγαδικής ανάλυσης."

    Δεν είναι να απορείς που ο Ralph είχε πάθει αποπληξία όταν έφυγε από το Stanford η Ευδοκία.

    Είχε πάψει να με εκπλήσσει το αυθόρμητο standing ovation των φοιτητών μετά από κάθε της διάλεξη σε θέματα αφηρημένων μαθηματικών. Πήγα στο γραφείο μου και την περίμενα.

    - "Περάστε" είπα όταν χτύπησε η πόρτα.
    - "Καλώς την" της είπα. Έκλεισε την πόρτα πίσω της και πέρασε μέσα. Κάθισε στην καρέκλα χωρίς να πει κάτι. "Ήσουν υπέροχη όπως πάντα" της είπα, "οι φοιτητές σε έχουν λατρέψει."
    - "Σε ευχαριστώ" μου είπε χαμογελώντας μηχανικά και κοιτώντας το κενό.

    Κροτάλισα τα δάχτυλά μου.

    - "Εδώ είμαι" της είπα.

    Σχεδόν άκουσα το νοητικό της snap

    - "Όχι για πολύ, όμως."
    - "Δε σκοπεύω να εγκαταλείψω τα εγκόσμια και δόξα τω Θεώ οι εξετάσεις μου είναι μια χαρά."
    - "ε;"
    - "Έξις και ξερός." της είπα σε πολύ αυστηρό τόνο. Με κοίταξε χαμένη. Σηκώθηκα και πήγα και κλείδωσα την πόρτα. Γύρισα και στάθηκα μπροστά της. "Στη θέση σου."

    Σηκώθηκε από την καρέκλα της και με κοίταξε αβέβαιη. Συνέχισα να την κοιτάω με αυστηρό ύφος.

    Γονάτισε στα πόδια μου. Την έπιασα απαλά από το σαγόνι και της σήκωσα το κεφάλι να με κοιτάξει.

    - "Έγινα κατανοητός;"
    - "Μα... μάλιστα."
    - "Δε με πείθεις."

    Με κοίταξε σταθερά στα μάτια.

    - "Είσαι εδώ. Είμαι εδώ. Έγινες κατανοητός."
    - "Εξακολουθείς να μη με πείθεις."
    - "Πώς μπορώ να σε πείσω;"
    - "Με το να το καταλάβεις η ίδια"
    - "Δεν ξέρω τι να κάνω" μου είπε και χαμήλωσε τα μάτια της.
    - "Ξέρεις ακριβώς τι πρέπει να κάνεις" της είπα.
    - "Αν εννοείς..." πήγε να πει αλλά την έκοψα με ένα χαστούκι.
    - "50 με τη ζώνη και μη διανοηθείς να το συνεχίσεις."
    - "Μάλιστα" μου είπε. Έκανε να σηκωθεί. Την άφησα. Με κοίταξε ερωτηματικά. Την κοίταξα με το καλύτερο poker face που διαθέτω. Ξεκούμπωσε το παντελόνι της και έκανε να πάει να το βγάλει. Τη σταμάτησα. "Όχι εδώ" της είπα. Το κούμπωσε πάλι. Αυτή τη φορά χωρίς να με κοιτάξει γονάτισε μπροστά μου και τότε και μόνο τότε ύψωσε το βλέμμα της πάνω μου. "Τώρα αρχίζεις να καταλαβαίνεις της είπα."
    - "Συγνώμη" μου είπε.
    - "Γιατί;"
    - "Γιατί αμφέβαλα."
    - "Και δεν θα φύγω;"
    - "Όχι. Ακόμα και αν πας Αμερική δε θα φύγεις."
    - "Α-Κ-Ρ-Ι-Β-Ω-Σ. Πήγαινε στο γραφείο να πάρεις τα πράγματά σου. Το αυτοκίνητό σου θα το αφήσεις εδώ, θα φύγουμε με το δικό μου."
    - "Μάλιστα" μου είπε. Σηκώθηκε και πήγε στο γραφείο να πάρει τα πράγματά της.

    Πήρα τηλέφωνο την Κατερίνα. Δεν απάντησε, ήταν μάλλον με πελάτη. Της έστειλα μήνυμα.

    Μάζεψα τα πράγματά μου και την περίμενα. Στάθηκε στην πόρτα. Σηκώθηκα, κλείδωσα το γραφείο και ξεκινήσαμε. Σε 40 λεπτά ήμασταν σπίτι της. Ανεβήκαμε στο διαμέρισμά της.

    - "Πάρε θέση" της είπα όταν μπήκαμε μέσα και κλείσαμε την πόρτα. Έβγαλα τη ζώνη μου από το παντελόνι. Η Ευδοκία έβγαλε τα παπούτσια της και μετά παντελόνι και κιλοτάκι και στήθηκε για την τιμωρία της στην πολυθρόνα. "You know the drill" της είπα.

    - "Ένα" μου είπε όταν έπεσε η πρώτη. Αυτή τη φορά κατάφερε να μη βγάλει άχνα πέραν του μετρήματος.

    Κατέβασα το παντελόνι μου και έφτυσα το χέρι μου απλώνοντας σάλιο στον πούτσο μου. Τον έβαλα με δυσκολία στον κώλο της και την γαμούσα για αρκετή ώρα μέχρι να καταφέρω να χύσω. Τραβήχτηκα, είχα λερωθεί. Η Ευδοκία που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε βγάλει άχνα κοκκίνησε όταν κατάλαβε τι είχε συμβεί, το πρόσωπό της έγινε ασορτί με τον κώλο της.

    - "Θα τον γυαλίσεις" της είπα.
    - "Μάλιστα" μου απάντησε και σηκώθηκε χωρίς δισταγμό από την πολυθρόνα γονατίζοντας μπροστά μου.
    - "Τι πας να κάνεις;" τη ρώτησα βλέποντάς την ότι πήγαινε να με πάρει στο στόμα της.
    - "Να σε γυαλίσω, αυτό δε μου ζήτησες;"
    - "Στο μπάνιο, Ευδοκία μου, στο μπάνιο!!!"
    - "Χμμμμ" μου είπε επιτέλους στροφάροντας.
    - "Ακόμα εδώ είσαι;" τη ρώτησα.
    - "Τσακίζομαι" μου είπε χαμογελαστή και σηκώθηκε να πάει να ετοιμάσει το μπάνιο.

    Ευδοκία

    Πήγα στο μπάνιο και σκουπίστηκα, είχα λερωθεί κι εγώ είναι η αλήθεια. Έβγαλα μερικά μωρομάντηλα ακόμα και επέστρεψα στο σαλόνι.

    - "Δε νομίζω ότι θα καθαρίσει έτσι!" μου είπε.
    - "Θέλω να σε καθαρίσω λίγο πριν πάμε στο μπάνιο. Θα συνεχίσω με ζεστό νερό και αν και πολύ θα ήθελα να κάνουμε μαζί ένα ζεστό μπάνιο δεν χωράμε στην μπανιέρα μου, εσύ δηλαδή σίγουρα όχι."
    - "Χμμ... μου αρέσει η ιδέα σου"
    - "Θα υπάρξουν σοβαρές τεχνικές δυσκολίες" του είπα και γονάτισα και άρχισα να τον καθαρίζω προσεκτικά. Όταν τον καθάρισα όσο μπορούσα με τα μωρομάντηλα του ζήτησα να με ακολουθήσει στο μπάνιο. Γδύθηκα κι εγώ τελείως και τον βοήθησα να γδυθεί κι εκείνος. Άνοιξα το νερό και όταν έφτασε σε ικανοποιητική θερμοκρασία το γύρισα προς το Στέφανο για να τον πλύνω.
    - "ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΑΣΤΑΚΟΣ ΝΑ ΜΕ ΒΡΑΣΕΙΣ" μου είπε όταν έπεσε νερό πάνω του, κι ευτυχώς ξεκίνησα από τα πόδια.

    Oooops

    Χαμήλωσα λίγο το ζεστό και άνοιξα λίγο το κρύο. Το νερό για τα δικά μου μέτρα ήταν χλιαρό αλλά για το Στέφανο ήταν ανεκτά βραστό, τι να πεις; Τον έπλυνα προσεκτικά στην αρχή με νερό και μετά με σαπούνι και νερό. Μάλλον το παράκανα γιατί ο πούτσος του είχε θεριέψει πάλι.

    - "Μου... μου επιτρέπεις;" τον ρώτησα.
    - "Εξαρτάται, τι έχεις στο μυαλό σου;" με ρώτησε κάνοντας τον ανήξερο.
    - "Να πιστοποιήσουμε το βιολογικό καθαρισμό" του είπα.
    - "Με ISO" μου είπε;
    - "Με ίζο την τουτσού σου καθαρίζω" του απάντησα.
    - "Θα κάνω πέτρα την καρδιά μου" μου είπε.
    - "Κουράγιο Στέφανε... θα αντέξεις" του είπα και γονάτισα και τον πήρα στο στόμα μου.
    - "Δε θα είμαι μόνος στη μιζέρια" μου είπε και άνοιξε το τηλέφωνο με το χλιαρό για τα μέτρα μου νερό.
    - "ααααχ" είπα και ευτυχώς δεν του έκοψα κομμάτι... και τι κομμάτι!
    - "Λόγο θα βγάλεις;" με ρώτησε πειραχτικά.

    Και με το νερό να πέφτει πάνω μου συνέχισα το τσιμπούκι. Δεδομένου ότι όπως πάντα είχα κλειστά τα μάτια μου το νερό -που ψέματα μη λέω, θα το προτιμούσα πιο ζεστό- ήταν added bonus όπως είχαν οξυνθεί οι υπόλοιπές μου αισθήσεις. Κουνούσα το κεφάλι μου μπρος πίσω, τον έπαιρνα σχεδόν μέχρι το λαιμό ενώ το νερό έπεφτε στο κεφάλι μου και στο πρόσωπό μου. Η αλήθεια είναι ότι με το νερό να πέφτει δεν τον άκουγα πολύ καλά οπότε προσπαθούσα να τον νιώσω με το στόμα μου, πράγμα που μεγάλωσε ακόμα περισσότερο την απόλαυσή μου. Λάτρευα την αίσθηση του γεμάτου από τον πούτσο του στόματός μου και λάτρευα ακόμα περισσότερο το πόσο ικανοποίηση αντλούσε από αυτό. Συνέχισα με ενθουσιασμό και δεν μου πήρε πολύ να γευτώ τα αποτελέσματα, ο Στέφανος κρατώντας το κεφάλι μου ακίνητο τέλειωσε μέσα στο στόμα μου πλημμυρίζοντάς το με μια σεβαστή ποσότητα χυσιού που αναρωτήθηκα φευγαλέα που βρέθηκε, δεν είχαν περάσει ούτε 10 λεπτά που είχε τελειώσει στον κώλο μου. Κατάπια και συνέχισα να τον γλείφω και να τον φιλάω. Μετά απομακρύνθηκα και τον ξέπλυνα με νερό.

    Βγήκα έξω και του έφερα μια πετσέτα να σκουπιστεί. Βέβαια εγώ ήμουν μούσκεμα από την κορυφή ως τα νύχια γεμίζοντας το πάτωμα νερά.

    - "Πάω να ξαπλώσω στο κρεββάτι. Κάνε κι εσύ ντους με την ησυχία σου και έλα μέσα."
    - "Μάλιστα" του είπα και μπήκα πάλι στην μπανιέρα. Έκλεισα και πάλι την κουρτίνα, άνοιξα το ζεστό νερό και έκανα ένα γρήγορο λούσιμο πέρασμα με σφουγγάρι και αφρόλουτρο. Όταν τελείωσα σκούπισα τα μαλλιά μου και μετά φορώντας το μπουρνούζι βγήκα έξω και σφουγγάρισα το πάτωμα. Στέγνωσα τα μαλλιά μου και άπλωσα λίγη ενυδατική στο πρόσωπο. Στο Στέφανο άρεσε πολύ η μυρωδιά της συγκεκριμένης ενυδατικής.

    Όταν πήγα να τον βρω στο κρεββάτι ροχάλιζε του καλού καιρού. Τον άφησα να κοιμάται και πήγα στην κουζίνα να φτιάξω να φάμε. Η μαγειρική δεν είναι το φόρτε μου αλλά αναγκάστηκα να μάθω όταν ήμουν στο Σαν Φρανσίσκο γιατί ασιτεία και αβιταμίνωση δεν ήταν υψηλά στη λίστα προτεραιοτήτων μου.

    Αναστέναξα.

    Δε μου άρεσε στην Αμερική και ο Στέφανος σε ένα χρόνο θα επέστρεφε εκεί με τη Φανούλα. Αλλά είχα συνειδητοποιήσει την αλήθεια. Ακόμα και αν ήταν Αμερική δε θα έφευγε. Από αυτή τη θέση μόνο ένας μπορούσε να φύγει και αυτή ήμουν εγώ.

    "Αν δεν ξεκινήσεις το ταξίδι δε θα βρεθεί καμιά Ιθάκη να σε περιμένει"

    Και εκείνη τη στιγμή άστραψε μια σκέψη στο μυαλό μου που με έκανε να παγώσω. Ήταν τόσο προφανές, τόσο απίστευτα προφανές.

    Κι ἂν πτωχικὴ τὴν βρῇς, ἡ Ἰθάκη δὲν σὲ γέλασε.
    Ἔτσι σοφὸς ποὺ ἔγινες, μὲ τόση πείρα,
    ἤδη θὰ τὸ κατάλαβες ᾑ Ἰθάκες τί σημαίνουν.

    Χαμογέλασα στην αρχή και μετά έβαλα τα γέλια, γέλαγα μέχρι που δάκρυσαν τα μάτια μου. Γιατί επιτέλους κατάλαβα.

    Η δική μου Ιθάκη ήταν ξαπλωμένη στο κρεββάτι και ροχάλιζε του καλού καιρού.

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
     
  8. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Άντε πάλι..
     
  9. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    ~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~
    27 - Ου γαρίδασι
    ~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~

    Στέφανος

    Ξύπνησα, με είχε πάρει ο ύπνος χωρίς να το καταλάβω. Κοίταξα το ρολόι μου, δεν είχε περάσει ούτε μία ώρα από τη στιγμή που είχαμε έρθει στο σπίτι της Ευδοκίας. Δεν ήταν δίπλα μου. Σηκώθηκα και πήγα μέσα, τη βρήκα στην κουζίνα. Με είδε και μου χαμογέλασε.

    - «Ξύπνησες; Μαγείρευα!»
    - «Τι φτιάχνεις;»
    - «Γαριδομακαρονάδα» μου απάντησε.
    - «Και γιατί κάθεσαι στην κουζίνα; Φοβάσαι μην αποδράσουν οι γαρίδες από την κατσαρόλα;»
    - «Δεν ήθελα να σε ξυπνήσω και εδώ που τα λέμε έκανες και λίγη φασαρία.»
    - «Η αλήθεια είναι ότι ροχαλίζω ελαφρά!»
    - «Αυτό ήταν η ελαφριά έκδοση; Δηλαδή η βαριά πώς είναι;»
    - «Θα τη μάθεις το βράδυ» της είπα.

    Το χαμόγελο φώτισε το πρόσωπό της.

    - «Βελτιώνεσαι» της είπα.
    - «Τι εννοείς; Υπήρχε περίπτωση να μη χαρώ;»
    - «Δεν εννοώ αυτό.»
    - «Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς.»
    - «Πώς θα είχες νιώσει αν σου έλεγα ότι θα κοιμηθώ σπίτι σου πριν δύο εβδομάδες;»
    - «Πάλι θα χαιρόμουν, ειλικρινά, προσπαθώ να σε καταλάβω αλλά δεν βλέπω που το… χμμμ…»
    - «Μπουμπούνα!» της είπα
    - «Λίγο μόνο» μου είπε χαμογελαστή. Έκλεισε το μάτι στην κατσαρόλα. «Η σάλτσα είναι έτοιμη όπως και τα μακαρόνια. Θέλεις να σερβίρω;»
    - «Όχι ακόμα, τώρα ξύπνησα. Πάμε μέσα» της είπα και κίνησα για το δωμάτιο. Ξάπλωσα στο κρεββάτι και χώθηκα κάτω από το πάπλωμα. Η Ευδοκία ήταν ακόμα με το μπουρνούζι. Το έβγαλε και ξάπλωσε γυμνή δίπλα μου. Άνοιξα τα χέρια μου και χώθηκε στην αγκαλιά μου.
    - «Η δεύτερη πιο αγαπημένη μου θέση στον κόσμο» μου δήλωσε.
    - «Όχι πάνω μου όταν κάθομαι στην πολυθρόνα;»
    - «Όχι, αυτή είναι η τρίτη.»
    - «Και ποια είναι η πρώτη;»
    - «Όταν είσαι καθισμένος στην πολυθρόνα κι εγώ γονατιστή στα πόδια σου και ακουμπώ το κεφάλι μου στα γόνατά σου.»
    - «Το λες αυτό γιατί από εκεί σου είναι εύκολο να τρυγήσεις το ώριμο κορμί μου!» της είπα και έβαλε τα γέλια.
    - «I’m pleading the 5th»
    - «Άτιμα θηλυκά θέλετε να με ξεκάνετε!»
    - «Ε ναι λοιπόν, ανακάλυψες το σατανικό μας σχέδιο. Θα σε ξεκάνουμε και θα πάμε με την Κατερίνα να παντρευτούμε στην California»
    - «Γιατί ειδικά στην California;»
    - «Αφενός γιατί εκεί επιτρέπονται οι γάμοι μεταξύ του ίδιου φύλου και αφετέρου επειδή εκεί είναι Stanford, UCLA και Berkeley και θα έχουμε να φροντίσουμε και τη Φανή»
    - «Εσύ να τα βλέπεις που έφυγες από εκεί.»
    - «Αν δεν είχα φύγει δε θα σε είχα γνωρίσει ποτέ Στέφανε. Οπότε ακόμα και αν το έκανα για χίλιους λάθος λόγους στο τέλος σε καλό μου βγήκε.»
    - «Στο τέλος ξουρίζουν το γαμπρό»
    - «Ίσως να είναι κι έτσι. Δεν έχει σημασία, Στέφανε, κατάλαβα, ΚΑΤΑΛΑΒΑ, αυτό που μου έδειξες.»
    - «Τι σου έδειξα;»
    - «Ποια είναι η θέση μου.»
    - «Και;»
    - «Από τη θέση αυτή μπορώ να φύγω με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι να με διώξεις. Ο δεύτερος είναι να φύγω μόνη μου. Αυτό μου δήλωσες όταν στο γραφείο με διέταξες να κάτσω στη θέση μου. Αυτό μου δήλωσες όταν με τιμώρησες. Αυτό μου δήλωσες όταν αμέσως μετά με χρησιμοποίησες. Για εσένα δεν αλλάζει τίποτε, δεν άλλαξε τίποτα. Μου το είπες με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο.»
    - «Μπουμπούνα!»
    - «Δεν είμαι απλά μπουμπούνας, είμαι κάτι πολύ περισσότερο.»
    - «Δηλαδή;»
    - «Ο δικός σου μπουμπούνας!»
    - «Από περιέργεια, αν σου ζητούσα να διαλέξεις μεταξύ εμένα και της Φανής, τι θα διάλεγες;»
    - «Τι ερώτηση είναι αυτή;»
    - «Σε τρώει να φας και δεύτερη πενηντάρα;»
    - «Όχι αλλά δεν υπάρχει δίλημμα. Εσένα και τη Φανή ή μόνο τη Φανή, γιατί να έχω μόνο το ένα όταν μπορώ να έχω και τα δύο;»
    - «Ας πούμε ότι δεν γινόταν αλλιώς. Τι θα διάλεγες;»
    - «Δυσκολεύομαι να απαντήσω.»
    - «Θέλω να μου πεις την αλήθεια.»
    - «Τη Φανή, Στέφανε, για δύο εξίσου σημαντικούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι άσχετα πως μπορεί να καταλήξουμε οι δυο μας η Φανή δε φταίει σε τίποτα.»
    - «Και ο δεύτερος;»
    - «Γιατί αυτό θα ήθελες κι εσύ» μου είπε. «Δε βάζεις τίποτα πάνω από τα παιδιά σου και δεν θα τολμούσα ούτε κατά διάνοια να σκεφτώ ότι αξίζω περισσότερο από αυτά. Είμαι εδώ που είμαι αλλά δεν έχω καμία ψευδαίσθηση όσον αφορά την ιεραρχία στον κόσμο σου. Τόμας και Φανή πέρα απ’ όλους, μετά η Κατερίνα και μετά όλοι οι υπόλοιποι, εμού συμπεριλαμβανομένου.»
    - «Είσαι σημαντική για μένα, Ευδοκία, πολύ περισσότερο απ’ όσο μπορείς να φανταστείς.»
    - «Δεν αμφιβάλλω Στέφανε, σε παρακαλώ μην το δεις έτσι. Όπως και να έχει ωστόσο ξέρω ότι η ψηλότερη θέση η οποία θα μπορούσα να αποκτήσω στη δική σου αξιακή ιεραρχία είναι η τέταρτη. Δεν έχει παραπάνω οπότε δεν φιλοδοξώ για παραπάνω.»
    - «Είσαι αντιφατική ώρες-ώρες.»
    - «Μπορεί. Δεν είμαι ιδιαίτερα συναισθηματικός άνθρωπος, Στέφανε, στο βαθμό που είχα αναρωτηθεί αν είμαι ικανή ποτέ να ερωτευτώ. Ίσως να μην είμαι. Εννοώ ακόμα και αυτό που νιώθω για σένα, που δεν το έχω νιώσει για άλλο άνθρωπο, δεν ξέρω αν είναι έρωτας. Το μόνο που ξέρω είναι η επιρροή που ασκείς πάνω μου. Δε μου είναι εύκολο να νιώθω ευάλωτη, το σιχαίνομαι αυτό το πράγμα, αλλά στα πόδια σου δε με νοιάζει. Ποτέ δεν μπορούσα να εκφράσω καλά τα συναισθήματά μου αλλά μπροστά σου γίνεται τόσο απλό. Νιώθω τοσοδούλα αλλά ξέρω, ξέρω μέσα μου, ότι αυτός ο γίγαντας δε θα με πατήσει, θα με κλείσει προστατευτικά στη χούφτα του και δε θα αφήσει τίποτα να με πειράξει. Είναι… είναι σα να φορούσα μια ζωή ένα άβολο ρούχο και εσύ με ένα φύσημα το έκανες να φύγει. Νιώθω πιο δυνατή γυμνή, γονατισμένη στα πόδια σου παρά μόνη, όρθια με πανοπλία, ασπίδα και σπαθί στο χέρι.»
    - «Ο ενθουσιασμός είναι επικίνδυνο πράγμα, μπορεί να σε παρασύρει.»
    - «Μπορεί να είναι κι έτσι. Όμως αυτό νιώθω αυτή τη στιγμή. Όπως ξέρω κατά κάποιο τρόπο και την απάντηση στο άλλο ερώτημα που με απασχολεί.»
    - «Το οποίο είναι;»
    - «Τι θα κάνω σε ένα χρόνο που θα πας στην Αμερική;»
    - «Σάμπως να βιάζεσαι λιγάκι.»
    - «Μπορώ να σου εξηγήσω, αν μου επιτρέψεις.»
    - «Ευχαρίστως.»
    - «Το κατά κάποιο τρόπο πάει στο ότι δεν ξέρω την απάντηση per se, γιατί δεν ξέρω το μέλλον. Ξέρω μόνο ένα πράγμα, αν σε ένα χρόνο είμαι ακόμα σε αυτή τη θέση, θα μάθω τι θα κάνω.»
    - «Πώς θα το μάθεις;»
    - «Θα μου το πεις εσύ.»

    Ευδοκία

    Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνό του.

    - «Έλα αγάπη μου. Τι έγινε λέει; Που είσαι; Πήρες τη μητέρα σου; Έρχομαι αμέσως.»
    - «Στέφανε, τι συνέβη» τον ρώτησα ανήσυχη.
    - «Ευτυχώς τίποτα σοβαρό. Η Φανή στραμπούλησε το πόδι της στο Αϊκίντο και η Κατερίνα έχει ακόμα πελάτη και μετά έχει να πάει σε μια παρουσίαση, θα αργήσει να επιστρέψει. Θα πρέπει να πάω να την πάρω από το dojo της και να πάμε ΚΑΤ.»

    Ήθελα να τον ρωτήσω αν ήθελε να πάω μαζί του αλλά κρατήθηκα. Αν ήθελε θα μου το έλεγε ο ίδιος.

    - «Πόσο φαγητό έχει η κατσαρόλα;» με ρώτησε.
    - «Μαγείρεψα για τους δυο μας αλλά νομίζω ότι βγαίνουν 4 μερίδες.» απάντησα χωρίς να καταλαβαίνω που το πάει.
    - «Καλά, θα φάω κάτι άλλο εγώ. Τι με κοιτάς, ετοιμάσου!»
    - «Θέλεις… θέλεις να έρθω μαζί σας;» τον ρώτησα με ελπίδα.
    - «Τι ερώτηση είναι αυτή; Και να πάρεις και το φαγητό, η Φανή τρελαίνεται για γαριδομακαρονάδα με σάλτσα ντομάτας και φέτα. Έτσι δεν την έχεις φτιάξει;»
    - «Ναι ναι!» είπα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αφτιά και πετάχτηκα σαν τη σούστα να ετοιμαστώ.
    - «Πάρε επίσης τις πιτζάμες σου καθώς και τα ρούχα που θα θέλεις να φορέσεις αύριο στο γραφείο» μου είπε. «Σήμερα θα κοιμηθείς σπίτι μας»

    Ετοιμάστηκα σε χρόνο ρεκόρ και άδειασα σε δύο τάπερ τα μακαρόνια και τη σάλτσα. Κατεβήκαμε στο αυτοκίνητο και μιας και το dojo της Φανής ήταν στο Μαρούσι σε 15 λεπτά ήμασταν εκεί. Κατέβηκα να πάρω τη Φανή, δεν υπήρχε μέρος να παρκάρει ο Στέφανος και σταμάτησε στη μέση του δρόμου με τα alarms. Η Φανή ήταν καθισμένη σε μια καρέκλα και διάβαζε το tablet της. Δίπλα της καθόταν ο δάσκαλός της. Όταν με είδε χαμογέλασε και φωτίστηκε το πρόσωπό της.

    - «Πώς χτύπησες εσύ βρε μαϊμού;» τη ρώτησα.
    - «Στραβοπάτησα.»
    - «Μπορείς να περπατήσεις; Ο μπαμπάς έχει παρκάρει έξω.»
    - «Συγνώμη, εσείς ποια είστε;» με ρώτησε ο δάσκαλός της.
    - «Εύη Πέτρου, είμαι συνάδελφος του πατέρα της Φανής. Δεν μπορούσε να κατέβει γιατί έχει σταματήσει με τα alarms στη μέση του δρόμου αλλά αν πάτε στην πόρτα θα τον δείτε. Και σας παρακαλώ βοηθήστε με να την πάμε στο αυτοκίνητο γιατί βλέπω ότι δεν μπορεί να πατήσει το πόδι της.»
    - «Η Εύη μου κάνει Τοπολογία και Συναρτησιακή Ανάλυση» είπε η Φανή μη βοηθώντας ιδιαίτερα την κατάσταση αν κρίνω από το βλέμμα με το οποίο μας κοίταξε ο δάσκαλός της.

    Η Φανή είναι λίγο πιο ψηλή από εμένα αλλά με τη βοήθεια του δασκάλου της καταφέραμε να την πάμε σιγά-σιγά στο αυτοκίνητο. Άνοιξα την πίσω πόρτα του station wagon και με λίγη δυσκολία βάλαμε τη Φανή μέσα.

    - «Πώς είσαι;» τη ρώτησε ανήσυχος ο Στέφανος.
    - «Ακριβώς σα να έχω στραμπουλήσει το πόδι μου» του απάντησε η Φανή.
    - «Με κοροϊδεύεις, νεαρή;»
    - «Λίγο μόνο» του είπε.

    Από πίσω κάποιος κόρναρε.

    - «Εγώ πάντως λέω να μη το λύσουμε εδώ» τους είπα. Η Φανή είχε απλώσει το πόδι της στο κάθισμα και είχε γείρει πάνω μου. Ξεκινήσαμε και 10 λεπτά μετά ήμασταν στο ΚΑΤ. Στην είσοδο εξηγήσαμε ότι είχαμε τραυματία που δεν μπορεί να περπατήσει και άφησαν το Στέφανο να μπει μέσα με το αυτοκίνητο και πήγαμε στα επείγοντα. Επειδή το αυτοκίνητο δε μπορούσε να μείνει μέσα και επειδή εγώ δεν ήμουν σε θέση να οδηγήσω αυτή τη μαούνα, αναγκαστικά έμεινα εγώ με τη Φανή μέχρι ο Στέφανος να πάει να βρει κάπου έξω να παρκάρει. Ζήτησα και μας έφεραν ένα αμαξίδιο και έβαλα τη Φανή να κάτσει μέσα και πήγα στην είσοδο και περίμενα το Στέφανο. Όταν ήρθε πήγε στην υποδοχή και έκανε τα απαραίτητα.

    Αποδείχτηκε τελικά από τις ακτινογραφίες πως η Φανή είχε υποστεί ένα ελαφρύ διάστρεμμα. Της έδεσε το πόδι με ένα επίδεσμο και παρακολούθησα και εγώ και ο Στέφανος τη διαδικασία γιατί η Φανή ήταν από προπόνηση, θα έπρεπε να κάνει μπάνιο και φυσικά αυτό δε μπορούσε να γίνει με τον επίδεσμο. Της είπε να κάτσει σπίτι την επόμενη και για μερικές μέρες να μην το ζορίσει.

    Βγάλαμε έξω τη Φανή με το αμαξίδιο και ο Στέφανος πήγε και έφερε ξανά το αυτοκίνητο μέσα. Τη βάλαμε και ξεκινήσαμε ωστόσο δεν πήγαμε αμέσως σπίτι τους, πρώτα περάσαμε από τη Δροσιά όπου είχε εφημερεύον φαρμακείο για να πάρουμε επίδεσμο. Δεν μας πήρε πολύ ώρα από εκεί να φτάσουμε στο σπίτι τους στη Ρέα. Ευτυχώς διαθέτουν υπόγειο πάρκινγκ και ασανσέρ, οπότε δεν είχαμε δυσκολία να μετακινήσουμε τη Φανή. Τα δύσκολα θα ήταν στο σπίτι γιατί η μεζονέτα δε διέθεται εσωτερικό ασανσέρ και τα δωμάτια και το μεγάλο μπάνιο είναι στο δεύτερο όροφο.

    - «Εύη μου; Θα με βοηθήσεις στο μπάνιο;» με ρώτησε η Φανή.
    - «Και το ρωτάς βρε μαϊμού; Λες να σε αφήσω να σε φάει η μπίχλα;»
    - «Έι, το πρωί έκανα μπάνιο! Δεν είμαι μπίχλα!»
    - «Στέφανε, πάμε τη Φανή πάνω και μετά θα μας αφήσεις τα κορίτσια μόνα μας!»
    - «Στις διαταγές σας!»
    - «Έτσι, να σέβεσαι!» του είπα βγάζοντας πειρακτικά τη γλώσσα. Η Φανή έβαλε τα γέλια.

    Ανεβήκαμε στο δεύτερο όροφο. Πήγα τη Φανή σιγά-σιγά στο μπάνιο.

    - «Θα σου γεμίσω τη μπανιέρα με ζεστό νερό γιατί δεν κάνει να είσαι όρθια.»
    - «Έχουν να με κάνουν μπάνιο από τότε που ήμουν κοριτσάκι» μου είπε.
    - «Ποιος τη χάρη σου. Πώς χτύπησες, δε μας είπες;»
    - «Μετά την προπόνηση, παραπάτησα πηγαίνοντας στα αποδυτήρια. Είδα αστεράκια Εύη.»

    Η μπανιέρα είχε ξεκινήσει να γεμίζει.

    - «Πώς σου φαίνεται το νερό; Μπορείς να σκύψεις λίγο να δεις;»
    - «Λίγο πιο ζεστό το θέλω» μου είπε.
    - «Πιο ζεστό από αυτό;» την κοίταξα με απορία, μέχρι και για μένα παραήταν ζεστό.
    - «Ναι, λίγο ακόμα σε παρακαλώ.»

    Όπως και να έχει κάποια στιγμή γέμισε η μπανιέρα.

    - «Έχεις εσύ ή η μαμά άλατα που βάζετε στο μπάνιο;»
    - «Η μαμά βάζει άλατα, εγώ να σου πω την αλήθεια προτιμώ το ντους. Το σαμπουάν και το αφρόλουτρό μου είναι εδώ» μου έδειξε και τα έπιασα γιατί αν έμπαινε μέσα δε θα μπορούσε να σηκωθεί για να τα πιάσει. Έβγαλε τη μπλούζα της και το αθλητικό της μπούστο. Τη βοήθησα να κατεβάσει τη φόρμα της και το εσώρουχό της.

    Καλά το έλεγα εγώ, αυτό το κορίτσι θα κάψει καρδιές. Πανέμορφη στο πρόσωπο, με στήθος λίγο μικρότερο από το δικό μου, καλλίγραμμη σε βαθμό που θα έκανε αγάλματα να σκάσουν από τη ζήλεια τους και με μυαλό που θα έκανε ακόμα και έναν υψηλής νοημοσύνης άνθρωπο να νιώσει μπροστά της κρετίνος ήταν σα να είχε πάρει όλα τα χαρίσματα του Θεού.

    Μπήκε στο μπάνιο και τη βοήθησα να κάτσει μέσα στη μπανιέρα. Έκλεισα τη συρόμενη πόρτα.

    - «Μη φύγεις σε παρακαλώ» μου είπε από μέσα «κάτσε να μου κάνεις παρεούλα.»
    - «Δε φεύγω αγάπη μου, εδώ θα κάτσω» της είπα και κάθισα στη λεκάνη έχοντας κατεβάσει το καπάκι.

    Καθίσαμε και μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων και όταν τελείωσε τη βοήθησα να σηκωθεί και μετά από ένα τελευταίο ξέπλυμα που έκανε της έφερα το μπουρνούζι της. Σκουπίστηκε και τη βοήθησα να πάει στο δωμάτιό της. Κάθισε στο κρεββάτι και της διάλεξα εσώρουχα αλλά μου είπε ότι το βράδυ δε φορούσε σουτιέν, οπότε φόρεσε ένα απλό φανελάκι και από πάνω την πιτζάμα της.

    - «Σου έχω και δύο εκπλήξεις» της είπα.
    - «Πες μου! Πες μου!»
    - «Αν σου πω βρε μαϊμού πώς θα είναι εκπλήξεις;»
    - «Εύη;»
    - «Τι είναι Φανούλα μου;»
    - «Σ’ αγαπάω» μου είπε κάνοντας την καρδιά μου να λιώσει. «Πολύ πολύ πολύ»
    - «Κι εγώ σ’ αγαπάω πολύ πολύ πολύ»
    - «Παρόλο που είμαι μια απρόσεκτη μαϊμού;»
    - «Παρόλο» της είπα χαμογελώντας σαν ηλίθια.

    Δε μπορούσες να γνωρίσεις αυτό το πλάσμα και να μην το αγαπήσεις, απλά δεν μπορούσες.

    - «Αν και θα χρειαστεί να αγγαρέψουμε τον πατέρα σου να μας βοηθήσει να κατεβούμε κάτω.»
    - «Α, Εύη μου, έτσι πάνε αυτά! Τα παιδιά φέρνουν υποχρεώσεις!» μου είπε κάνοντάς με να βάλω τα γέλια.

    Βγήκα από το δωμάτιό της.

    - «Στέφανε;»
    - «Διατάξτε» άκουσα και τον είδα να βγαίνει από το δωμάτιό του.
    - «Κάτι μου λέει πως θα το πληρώσω αυτό» του είπα και εκείνος δεν απάντησε, απλά χαμογέλασε. «θα με βοηθήσεις να πάμε τη Φανή κάτω;»
    - «Τι ερώτηση είναι αυτή, βεβαίως!»

    Το ζεστό μπάνιο είχε βοηθήσει τη Φανή και όταν της έβαλα με την επιτήρηση του Στέφανου τον επίδεσμο φάνηκε ότι μπορεί να πατήσει το πόδι της -όχι φυσικά με δύναμη- αλλά χωρίς να την ενοχλεί. Την κατεβάσαμε σιγά-σιγά κάτω. Εκείνη την ώρα μπήκε στο σπίτι και ο Τόμας με ένα άλλο αγόρι το οποίο αναγνώρισα από τις φωτογραφίες που μου είχε δείξει ο Τόμας, ήταν ο Μάνθος.

    - «Καλησπέρα. Τι έπαθε η Φανή;»
    - «Καλησπέρα σας» είπε ο Μάνθος χαμογελώντας ντροπαλά.
    - «Καλησπέρα αγόρι μου» του είπε ο Στέφανος χαμογελώντας του. Μετά γυρίζοντας στον Τόμας «Στραβοπάτησε στην προπόνηση και η μαμά είχε πελάτη και μετά μια άλλη υποχρέωση, θα αργήσει να έρθει. Ήμουν στο γραφείο και φεύγοντας αγγάρεψα και την Ευδοκία που ήταν σπίτι της να μας βοηθήσει.»
    - «Ε όχι και αγγαρεία» είπα « Εύη» συνέχισα δίνοντας το χέρι στον Μάνθο που μου το έσφιξε χαμογελώντας.
    - «Χμμμ… και λέγαμε να παίξουμε Play Station» είπε ο Τόμας.
    - «Εμείς όχι οπότε δεν σας εμποδίζουμε» είπε ο Στέφανος.
    - «Τόμας, Μάνθο, έχετε φάει βραδινό;» τους ρώτησα.
    - «Όχι» μου είπαν και οι δύο.
    - «Ωραία, είχα φτιάξει σήμερα γαριδομαρονάδα αλλά ευτυχώς ο Στέφανος με πρόλαβε πριν γίνει παρελθόν ένα σεβαστό μέρος της.»
    - «Γαριδομακαρονάδα;» είπε η Φανή.
    - «Αυτή είναι η μία έκπληξη» της είπα κλείνοντας της το μάτι.

    Πήγα στην κουζίνα τους και ψάχνοντας βρήκα μια κατσαρόλα για τα μακαρόνια. Ευτυχώς δεν είχαν κρυώσει μέσα στο θερμικό τάπερ αλλά η σάλτσα ήθελε λίγο ζέσταμα. Εκεί ανακάλυψα ότι η σάλτσα έφτανε για τρεις μερίδες, δε βαριέσαι, εγώ με το Στέφανο θα βολευόμασταν αλλιώς.

    Ο Στέφανος ήρθε μέσα και με βοήθησε να σερβίρουμε.

    - «Εσείς;» μας ρώτησε ο Τόμας.
    - «Εμείς θα βολευτούμε με κανένα σουβλάκι εκτός και αν ενδιαφέρεστε να ανταλλάξουμε»
    - «Όχι, ευχαριστώ» είπε και ρίχτηκαν και οι τρεις στη μακαρονάδα τους σα να μην υπήρχε αύριο.
    - «Λοιπόν, πάμε να κάτσουμε στο σαλόνι. Όταν τρώνε οι κροκόδειλοι καλό είναι να κρατάμε αποστάσεις ασφαλείας.» είπε και χαμογέλασα.

    Πήγαμε στο σαλόνι και καθίσαμε. Ο Στέφανος πήρε ένα τηλεκοντρόλ και άρχισε να παίζει μουσική.

    - «Σ’ ευχαριστώ» μου είπε.
    - «Και μετά λες εμένα μπουμπούνα» του είπα.
    - «Ορίστε, πάει και το μου, Αντωνάκη» είπε.
    - «Θα το πληρώσω που θα το πληρώσω, ας το κάνω με στυλ.»
    - «Γι’ αυτό σ’ αγαπάω» μου είπε.

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
     
  10. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    True. Although inevitable at times.
     
  11. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    You can check-out any time you like,
    But you can never leave...
     
  12. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    …..