Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μυρσίνη υμίν

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 7 Φεβρουαρίου 2022.

  1. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Καλά, θα στείλω ένα zombie apocalypse να φάτε υπαρξιακό δράμα με το τσουβάλι! Αχάριστες!
     
  2. margarita_nikolayevna

    margarita_nikolayevna owned Contributor

    Εν οίδα: Πήδα!
    Τα υπόλοιπα είναι ... πίπες 
     
  3. sapfw

    sapfw out of order Contributor

     
     
  4. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Πόσο ψηλά;  
     
  5. margarita_nikolayevna

    margarita_nikolayevna owned Contributor

    Όσο βαθιά... (Προοικονομια σκηνών) 
     
  6. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Κεφάλαιο 2: Sunday bloody Sunday

    Την Κυριακή ξύπνησα γύρω στις 09:00. Αυτό που τα Σ/Κ ανοίγει το μάτι μου σαν του βατράχου και τις καθημερινές χρειάζομαι οδοντογλυφίδες για να τα κρατήσω ανοιχτά, πολύ μου τη δίνει! Σηκώθηκα και παράγγειλα καφέ. Αποφάσισα να τον πιώ στον κήπο αλλά έκανε ακόμα δροσούλα οπότε έβαλα ζακέτα, ζαλώθηκα το tablet και βγήκα έξω.

    Που θα μου πάει, κάποια στιγμή θα τον κερδίσω τον πούστη τον Τζόκερ και θα φτιάξω την πισίνα. Αν δεν είχαν φτιάξει το σπίτι οι γονείς μου τη δεκαετία του ’80 κι εγώ στο νοίκι θα ήμουν, σαν την πιτσιρίκα. Χαμογέλασα στη σκέψη της και απότομα η διάθεσή μου ανέβηκε μερικά επίπεδα. Πώς στο διάολο είχα αποφασίσει στα 40 να πάρω σύνταξη στην ερωτική μου ζωή;

    Με την Άννα είμασταν γύρω στα 5 χρόνια πριν αποφασίσουμε να παντρευτούμε. Στο χρόνο πάνω κάναμε τη Μυρτώ και δύο χρόνια αργότερα ήρθε και η Ευτυχία. Αν και λένε ποτέ δε φταίει μόνο ένας για το διαζύγιο η αλήθεια είναι ότι αναγνώριζα ότι έχω το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη, εμένα μου έφαγε την οικογένεια. Ντρέπομαι που το λέω αλλά καλύτερος πατέρας έγινα μετά το διαζύγιο. Τα κορίτσια έμεναν με τη μητέρα τους που είχε γυρίσει στο πατρικό της.

    Η Άννα είχε προχωρήσει τη ζωή της, είχε γνωρίσει κάποιον άλλον και τα πήγαιναν καλά. Τον είχα γνωρίσει κι εγώ τον Άλκη, συμπαθητικός ήταν και πολύ καλός με τα κορίτσια μου. Στην αρχή ήταν λίγο ζόρικα τα πράγματα με τη Μυρτώ, ήταν πέντε και δεν της ήρθε εύκολο το διαζύγιο. Η Ευτυχία ήταν πιο μικρή οπότε εκεί δεν είχαμε ιδιαίτερα δράματα.

    Όπως και να έχει κάθε δεύτερο Σ/Κ τις είχα εγώ. Καλοκαίριαζε σιγά-σιγά θα έπρεπε να φτιάξω λίγο τον κήπο για να μπορούν οι μικρές να κατεβαίνουν να παίζουν. Είχα χάσει τους γονείς μου εδώ και αρκετά χρόνια οπότε στο σπίτι έμενα μόνος μου.

    Ήταν όμορφα στην ανοιξιάτικη πρωινή σιγαλιά, το σπίτι είναι σχετικά απομονωμένο καθώς στους γονείς μου δεν άρεσε η φασαρία. Στα 80s ήταν σχεδόν δάσος, τα τελευταία χρόνια είχαν αρχίσει να χτίζονται σιγά-σιγά σπίτια αλλά ακόμα και τώρα το σπίτι ήταν μέσα στα δέντρα με αποτέλεσμα κάθε χρόνο να με πηγαίνει τρεις-μία με τις φωτιές. Ακόμα ένας λόγος για να συμμαζέψω τον κήπο.

    Κατά τις 10:00 χτύπησε το τηλέφωνο μου, ήταν η Άννα. Το σήκωσα γεμάτος περιέργεια, πέραν των παιδιών δεν είχαμε άλλες επαφές.

    - «Καλημέρα Μίλτο»
    - «Καλημέρα Άννα»
    - «Έχεις κάποια σχέδια για το μεσημέρι;»
    - «Αν ποθείς να τρυγήσεις το άγουρο κορμί μου θα σε στεναχωρήσω, δώσαμε-δώσαμε!»
    - «Έλα αηδίες!»
    - «Ε, όχι και αηδίες, μια χαρά κρατιέμαι φτου-φτου!»
    - «Μου έτυχε κάτι έκτακτο, θα πρέπει να πεταχτώ μια-δυο ώρες το μεσημέρι στην Ελένη και με το νεογέννητο δεν μπορώ να πάρω μαζί τα παιδιά.»
    - «Τι έγινε;»
    - «Τίποτα μωρέ, απλά την έχει πιάσει η μέση της και ο Νικήτας είναι εκτός Αθήνας. Ο Άλκης δουλεύει σήμερα μέχρι το απόγευμα και οι γονείς μου είναι στο χωριό, όλα ανάποδα ήρθαν.»
    - «Για τι ώρα μιλάμε;»
    - «Γύρω στις 12:00 για κανένα δίωρο.»
    - «Έχω κανονίσει για μεσημεριανή έξοδο οπότε αν τις πάρω θα τις κρατήσω παραπάνω, φαντάζομαι δεν σε πειράζει.»
    - «Όχι-όχι, ίσα-ίσα.
    - «Ωραία, έλεγα να πάμε για θαλασσινά.»
    - «Ωραία ιδέα, αν και προχθές έφαγαν ψάρι.»
    - «Ε τότε καλαμαράκια, άλλωστε και οι δύο τρελαίνονται για δαύτα!»
    - «Μια χαρά, σε ευχαριστώ πολύ Μίλτο.»
    - «Δεν θα είμαι μόνος μου, Άννα»
    - «Καιρός ήταν! Κανένα απολύτως πρόβλημα, αυτό θα έλειπε να γκρινιάζω και από πάνω. Και πάλι σε ευχαριστώ πολύ!»
    - «Αλίμονο ρε Άννα, για τα παιδιά μας μιλάμε!»
    - «Έχεις δίκιο. Λοιπόν, μπορείς να περάσεις κατά τις 11:45;»
    - «Ναι, και θα στις γυρίσω… Αλήθεια, τι ώρα θέλεις; Θα είναι μετά τις 16:00 πάντως!»
    - «Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αλλά πριν ξεκινήσεις να τις φέρεις κάνε ένα τηλέφωνο για να έχω γυρίσει.»
    - «ΟΚ, τα λέμε σε περίπου δυόμισι ώρες. Καλή συνέχεια.»
    - «Επίσης»

    The plot thickened. Δεν ήθελα να χάσω το μεσημεριανό μου με την Μυρσίνη αλλά από την άλλη δε μπορούσα να αφήσω τα παιδιά μου στο δρόμο, ούτε την κοινή μας φίλη με το νεογέννητο αβοήθητη. Και τα δύο, αποφάσισα. Πήρα το τηλέφωνό της. Χτύπησε αρκετές φορές, ο σπόρος κατά τα φαινόμενα κοιμόταν του καλού καιρού.

    - «Καλημέρα σας!»
    - «Καλημέρα σπόρε!»
    - «Αγουροξυπνημένος σπόρος!»
    - «Δεν το ξεκίνησες καλά! Σε καλώ στο Viber.»
    - «Μη, θα τρομάξετε»
    - «Συνεχίζει να γράφει το κοντέρ!»
    - «Ουφ, καλά!»

    Έκανα βίντεο κλίση

    - «Καλημέρα σας» μου είπε χαμογελαστή.
    - «Μια χαρά είσαι, γκρινιάρα.»
    - «Ούτε τα δόντια μου δεν έχω πλύνει!»
    - «Υπονοείς ότι στα λέρωσα χθες το βράδυ; Μίλα ξεκάθαρα Βίρνα που να πάρει οργή!»
    - «Χιχιχι όχι-όχι αλλά μετά έφαγα και κρέπα, είχατε δεν είχατε με κυλίσατε στην αμαρτία!»
    - «Αυτή ήταν η αμαρτία; Περίεργη ιεράρχηση έχεις!»
    - «Τι να πω, είμαι μοναδική!» μου είπε και μου έβγαλε πειρακτικά τη γλώσσα.
    - «Λοιπόν, Μυρσίνη, ελπίζω να τα πηγαίνεις καλά με τα παιδιά γιατί το μεσημέρι θα έχω και τα κορίτσια μου, κάτι έτυχε στην Άννα και πρέπει να τις κρατήσω εγώ το μεσημέρι. Δε φαντάζομαι να έχεις πρόβλημα, έτσι;»
    - «Όχι! Ίσα-ίσα, λατρεύω τα παιδιά!»
    - «Τη παρουσία τους θα πρέπει να κάνεις πέτρα την καρδιά σου και να με φωνάζεις με το όνομά μου και να μου μιλάς στον ενικό. Υπενθυμίζω ότι δεν με λένε Βρασίδα!»
    - «Ουφ δύσκολα μου βάζετε Κύριε Βρασίδα» μου είπε κάνοντάς με να βάλω τα γέλια.
    - «Η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταμπούρλα»
    - «Πώς είναι οι κόρες σας;»
    - «Ξανθομπάμπουρες και καστανομάτες σαν τη μαμά τους.»
    - «Από εσάς δεν έχουν πάρει κάτι;»
    - «Διατροφή!»
    - «Ελάτε, μη με πειράζετε!»
    - «Στη μαμά τους μοιάζουν πιο πολύ και να λέω κι ευχαριστώ. Θα ήμουν μάλλον άσχημη ως γυναίκα»
    - «Σαν άντρας πάντως είστε μια χαρά φτου-φτου»
    - «Ορίστε, γραμματόσημο με έκανε. Στο τέλος μέχρι και το μουστάκι θα με βάλει να ξυρίσω!»
    - «Να σας πω πάντως, από τις παλιότερες φωτογραφίες που μου έχετε δείξει σας πάει το μουστάκι και το μούσι!»
    - «Γκρινιάζουν οι κόρες μου ότι τις τσιμπάνε τα μούσια. The things we do for love!»
    - «Ισχύει η ίδια ώρα που είπατε χθες;»
    - «Ναι, κατά τις 13:00 θα περάσω.»
    - «Ωραία, θα είμαι έτοιμη. Πάω να φτιάξω ένα καφεδάκι και θα ξεκινήσω το αγαπητό ημερολόγιο.»
    - «Και μπράβο σου. Λοιπόν σε αφήνω τώρα και τα λέμε στις 13:00. Φιλάκια»
    - «Φιλάκια» μου είπε και κλείσαμε.

    Στις 11:45 ήμουν στο Κρυονέρι. Πήρα τηλέφωνο την Άννα. «Από κάτω είμαι»
    - «Τώρα, τις κατεβάζω»

    Πράγματι, δύο λεπτά αργότερα κατέβασε τα μαϊμούδια μου. Είχα καθαρίσει καλά το πίσω κάθισμα και είχα βάλει και τα καθισματάκια τους.

    - «Για ελάτε εδώ κιουρίες» τους είπα και ήρθαν τρέχοντας και οι δύο στην αγκαλιά μου. «Κοριτσάρες μου εσείς!» «Για να περάσει μέσα η μεγάλη μαϊμού» είπα στην Μυρτώ που μου έβγαλε τη γλώσσα της. Πήρα την Ευτυχία από το χέρι και την πήγα στην άλλη μεριά και αφού την βοήθησα να μπει μέσα. «Εγώ! Μεγάλωσα» μου είπε και έβαλε τη ζώνη της. Την έσφιξα όσο πρέπει και πήγα μπροστά.
    - «Σήμερα θα πάμε θάλασσα και θα φάμε καλαμαράκια!»
    - «Ναι ναι» απάντησαν και οι δύο ενθουσιωδώς.
    - «Επίσης θα γνωρίσουμε και μια φίλη του μπαμπά.»
    - «Πώς τη λένε;» με ρώτησε η Μυρτώ
    - «Μυρσίνη»
    - «Είναι όμορφή;» με ρώτησε η Ευτυχία.
    - «Κουκλί αλλά όχι τόσο όσο οι δυο σας! Εσείς είστε τα ομορφότερα κορίτσια του κόσμου!»
    - «Είμαστε» απάντησε με στόμφο η Μυρτώ κάνοντάς με να βάλω τα γέλια.
    - «Λοιπόν, επειδή θα πρέπει να πάμε να πάρουμε τη Μυρσίνη από το σπίτι της θα πάμε λίγο από την παιδική χαρά να κάνουμε κούνια και θα φύγουμε από εκεί!»
    - «Ναιιιιιιι» είπαν και οι δύο.

    Πράγματι, ούτε δέκα λεπτά αργότερα είμασταν στην παιδική χαρά πριν την Αγία Μαρίνα. Είχε αρκετά παιδάκια και τις άφησα αμολητές και πήγα και κάθισα σε ένα παγκάκι.

    Ζορίστηκα λίγο για να τις συμμαζέψω, το παραδέχομαι. Με φωνές και διαμαρτυρίες τις έβαλα πάλι στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε. Είκοσι λεπτά αργότερα ήμασταν στο Μαρούσι. Πήρα τηλέφωνο.

    - «Θα μας κάνετε την τιμή Μεγαλειότατη;»
    - «Παίζουνε με αυτά; Δεν έχω ιδέα πόσο έχει γράψει το κοντέρ!»
    - «Για κατεβούτε» της είπα

    Δύο λεπτά μετά κατέβηκε. Ήταν ντυμένη απλά με πουκάμισο και τζιν. Άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα.

    - «Γεια σας γεια σας» είπε και γύρισε προς τις κόρες μου.
    - «Είμαι η Μυρσίνη» τους είπε χαμογελώντας τους γλυκά.
    - «Εγώ είμαι η Μυρτώ» της είπε η μεγάλη χαρίζοντάς της ένα από τα καλύτερά της χαμόγελα.
    - «Εγώ η Ευτυχία» της είπε η μικρή χαμογελώντας ομοίως.
    - «Κούκλες είναι» μου είπε χαμογελώντας.
    - «Έλα να κάτσεις πίσω μαζί μας» της είπε η Μυρτώ.
    - «Πήγαινε, χωράς» της είπα.
    - «Έρχομαι να σας φάω!» τους είπε και με κάποια δυσκολία πέρασε πίσω και στριμώχτηκε ανάμεσα από τα καθίσματα. Ευτυχώς η εταιρία δεν έκανε τσιγκουνιές στο leasing και το SUV που είχα ήταν σεβαστού μεγέθους. Ξεκίνησα το αυτοκίνητο χαμογελώντας ενώ από πίσω οι μικρές φώναζαν και γελούσαν ενθουσιασμένες.

    40-45 λεπτά αργότερα ήμασταν στην παραλία του Μαραθώνα. Είχε καλή μέρα και είχε πολύ κόσμο και ευτυχώς είχα προνοήσει και είχα κλείσει τραπέζι. Οι κόρες μου είχαν ερωτευτεί κανονικά τη Μυρσίνη, είχαν καθίσει και οι τρεις από τη μία μεριά με τη Μυρσίνη ανάμεσα και ο ψωριάρης χώρια. Προς μεγάλη μου έκπληξη η Μυρτώ δεν ήθελε καλαμαράκια, ζήτησε τσιπούρα. Η Ευτυχία είχε ξεπεράσει τα ιχθυοφαγικά της όρια και ζήτησε καλαμαράκια. Για μένα πήρα μια τσιπούρα και η Μυρσίνη ζήτησε αθερίνα. Πατάτες, χταποδάκι ψητό και σαλάτα συμπλήρωσαν το φαγητό.

    - «Κρασί θέλεις ή μπύρα;»
    - «Μπύρα θα προτιμούσα» μου είπε και ζήτησα να μας φέρουν δύο μπύρες. Στις μικρές δεν άρεσαν τα αναψυκτικά -αυτό και αν είναι θαύμα θαυμάτων- οπότε αρκέστηκαν σε νερό.

    Όταν ήρθε το φαγητό έκανα να πάρω το πιάτο της Μυρτούς για να της καθαρίσω το ψάρι. Η Μυρσίνη μου έπιασε το χέρι και μου είπε «Θα το καθαρίσω εγώ αν δεν σας… σε πειράζει.»
    - «Σε ευχαριστώ πολύ» της είπα χαμογελώντας.

    Δεν ξέρω πόσο καλή φιλόλογος είναι αλλά σίγουρα θα μπορούσε να γίνει χειρουργός αν κρίνω με την ευκολία και την ακρίβεια με τον οποία καθάρισε το ψάρι απομακρύνοντας όλα τα κόκκαλα. Η σύγκριση με το δικό μου πιάτο ήταν συντριπτική.

    - «Μάλλον θα έπρεπε να καθαρίσω και το δικό …σου» μου είπε με κάποια δυσκολία.
    - «Ναι μαμά!» της είπα κάνοντας τις μικρές να ξεκαρδιστούν.

    Η ώρα πέρασε πολύ ευχάριστα. Όταν τελειώσαμε, πήγαμε μια βόλτα στην παραλία, εγώ πάλι ο ψωριάρης, η Μυρσίνη στη μέση και από ένα χέρι κάθε κόρη.

    Πήρα τηλέφωνο την Άννα

    - «Άννα, είμαστε Μαραθώνα τώρα και ξεκινάμε. Σε κανένα εικοσάλεπτο άντε μισάωρο θα είμαστε εκεί.»
    - «Ωραία, γυρίζω κι εγώ.»
    - «Πώς είναι η Ελένη;»
    - «Καλά είναι, της έκανα την ένεση και της έβαλα τα έμπλαστρα. Πώς περάσατε εσείς;»
    - «Πολύ όμορφα. Λοιπόν, τα λέμε σε λίγο» της είπα και έκλεισα.
    - «Πάμε κοριτσάρες μου;» είπα και στις τρεις τους. Η Μυρσίνη κάθισε πάλι πίσω ανάμεσα στις κόρες μου. Με είχε φάει η ψώρα σήμερα!

    Μισή ώρα αργότερα ήμασταν στο Κρυονέρι. Η Άννα είχε κατέβει κάτω.

    - «Γεια σας» της είπε η Μυρσίνη βγαίνοντας. Η Άννα την κοίταξε από την κορυφή ως τα νύχια.
    - «Άννα» της είπε δίνοντας το χέρι της.
    - «Μυρσίνη, χαίρω πολύ.»

    Ζήλεια ήταν αυτή που διέκρινα στην Άννα ή είναι ιδέα μου;

    - «Άντε μαϊμούδες, στη μαμά!» τους είπα δίνοντας ένα φιλάκι στην κάθε μία τους. Οι ίδιες πήγαν και αγκάλιασαν τη Μυρσίνη που τους έδωσε και από τη μεριά της ένα φιλάκι στην κάθε μία. Η Άννα δεν είπε τίποτα, με ευχαρίστησε και πήρε τα παιδιά πάνω.
    - «Καλά πήγε αυτό» της είπα.
    - «Ναι, μια χαρά ήταν. Οι κόρες σας είναι κουκλιά!» απάντησε χωρίς να καταλαβαίνει τι εννοώ.
    - «Λοιπόν, πάμε.»
    - «Θα με κατεβάσετε στο Μαρούσι, έτσι;»
    - «Λες να σε αφήσω στη μέση του δρόμου;»
    - «Όχι… εννοώ.»
    - «Προς το παρόν θα πάμε από το σπίτι μου, εκτός και αν θέλεις να με ξεφορτωθείς μια ώρα αρχύτερα!»
    - «Όχι προς Θεού; Τι είναι αυτά που λέτε;»
    - «Θα σταματήσουμε να πάρουμε ένα καφεδάκι πρώτα» της είπα.
    - «Ωραία ιδέα!» μου απάντησε.

    Σταμάτησα μπροστά από τα Μικέλ. «Τι καφέ θέλεις;» τη ρώτησα
    - «Freddo cappuccino, μέτριο με ζαχαρίνη» μου είπε.
    - «Επιστρέφω αμέσως» της είπα και πέρασα απέναντι και έδωσα την παραγγελία μου. Δεν είχε κόσμο οπότε σε πέντε λεπτά επέστρεψα. Πέντε ακόμα λεπτά αργότερα φτάσαμε σπίτι μου.
    - «Α, ωραία είστε εδώ! Μέσα στο πράσινο!»
    - «Κάθε καλοκαίρι η καρδούλα μου το ξέρει.»
    - «Ναι, είναι κι αυτό» μου είπε.

    Πήγαμε μέσα στο σπίτι, στο Μαραθώνα με είχε νταλακιάσει ο ήλιος και δεν ήθελα άλλο.

    - «Έγραψες αυτό που σου ζήτησα;»
    - «Ναι, βέβαια αλλά το έχω στο laptop μου.»
    - «Δεν έχεις κάποιο one drive ή google drive?»
    - «Έχω αλλά… εχμ… δεν ήθελα να το ανεβάσω εκεί.»
    - «Θα σε προσθέσω στο δικό μου one drive, θα έχεις πρόσβαση και στο office 365»
    - «Γιατί αυτό που έχω τι έχει;» με ρώτησε και δαγκώθηκε. «Εχμμ… δεν ακούστηκε καλά αυτό. Σας ευχαριστώ πολύ!»

    Δεν απάντησα κάτι, μόνο πήγα και κάθισα στον καναπέ. Της έκανα νόημα να με πλησιάσει. Με πλησίασε ελαφρά διστακτικά.

    - «Συμβαίνει κάτι σπόρε;»
    - «Όχι… ναι… αισθάνομαι λίγο αμήχανα.»
    - «Κάτσε να μου πεις.» της είπα.
    - «Πού… πώς θέλετε να καθίσω;»
    - «Αν σου πω στα χέρια, ανάποδα θα το κάνεις;»
    - «Χα! Πριν μερικά χρόνια μπορούσα. Τώρα not so much» είπε και μου έδειξε το σώμα της.

    Μεταξύ μας εγώ την έβρισκα μια χαρά. Ήταν λίγο γεματούλα αλλά εμένα μου αρέσουν τα πιασίματα.

    - «Αυτά κάνουν τα σουβλάκια.»
    - «Σήμερα είχα πάρει άδεια από το ντόπερμαν, μη νομίζετε»
    - «Ναι, αυτό θα αλλάξει.»
    - «Γιατί καλέ, μια χαρά είναι ο διαιτολόγος μου» είπε και συνέχισε «που κακό ψόφο να έχει» κάνοντάς με να σκάσω στα γέλια.
    - «Από ποιον θα ζητάς άδεια εννοώ, μπουμπούνα!»
    - «Είστε διαιτολόγος;»
    - «Σε τρώει, Μυρσίνη;»
    - «Zipping it!»
    - «Δε μου λες, θα κάτσεις τον κώλο σου κάτω; Δε νομίζω ότι στα 24 έχεις περιθώριο να ψηλώσεις και όχι τίποτε άλλο αλλά δεν είμαι και ο Προκρούστης αν και παραδέχομαι ότι οι αρχαίοι είχαν πολύ προχωρημένες ιδέες!»
    - «Εχμ… πού;»
    - «ΚΑΤΣΕ ΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΟΥ ΚΑΤΩ ΤΩΡΑ» της είπα.

    Ήρθε και κάθισε οκλαδόν μπροστά στα πόδια μου και μου χαμογέλασε.

    - «Θα σε πνίξω» της είπα.
    - «Κάτι έκανα λάθος, ε;»
    - «Έλα κάτσε δίπλα μου βρε διάολε!»
    - «Μάλιστα!» είπε και σηκώθηκε και ήρθε και κάθισε δίπλα μου.
    - «Άνοιξε την ψυχή σου τέκνο μου. Γιατί αισθάνεσαι άβολα;»
    - «Εεε… εχμ… Εντάξει, δεν είμαι η Στέλλα Βιολάντη αλλά εχμ…»
    - «Ναι, μου έκανες μια θαυμάσια επίδειξη χθες.»
    - «Ουφ… αυτό λέω. Δεν τα κάνω αυτά.»
    - «Τότε κάτι πολύ καλό είχε μέσα αυτό που ήπια χθες, δεν εξηγείται αλλιώς!»
    - «Με κοροϊδεύετε αλλά εγώ αισθάνομαι λίγο άσχημα.»
    - «Συγνώμη» της είπα. «Δεν καταλαβαίνω τι λόγο έχεις να αισθάνεσαι άσχημα εκτός και αν χθες έκανες κάτι χωρίς την θέλησή σου οπότε θα αρχίσω εγώ να αισθάνομαι άσχημα.»
    - «Όχι! Όχι, προς Θεού. Δεν λέω αυτό, καθόλου.»
    - «Δικό σου είναι το σώμα σου, Μυρσίνη μου, εσύ αποφασίζεις πως θα το διαθέσεις. Αν έκανες κάτι που σου άρεσε, αν το ευχαριστήθηκες η ίδια, δεν πέφτει σε κανέναν λόγος. Σε κανέναν.»
    - «Δεν ξέρω που βρίσκομαι.»
    - «Εδώ, μαζί μου και η απάντησή μου είναι σοβαρή.»
    - «Με ποιο τρόπο;»
    - «Δεν μπορώ να σου με ποιον τρόπο βλέπεις εσύ εμένα, μπορώ να σου πω μόνο πως βλέπω εγώ εσένα.»
    - «Πώς;»
    - «Ως καινούργια, του κουτιού, ερωτική σύντροφο.»
    - «Έτσι με βλέπετε;»
    - «Ε πώς αλλιώς ήθελες να σε βλέπω; Μια εβδομάδα σε ξέρω. Αν περιμένεις πολυσέλιδα συμβόλαια ή γονάτισε σκύλα, τότε με γεια σου με χαρά σου και το λήγουμε εδώ, no hard feelings.»
    - «…»

    Αναστέναξα.

    - «Έλα, σήκω να σε πάω σπίτι σου.»
    - «Με διώχνετε;» μου είπε αλλά τα μάτια της δεν παιχνίδιζαν.
    - «Όχι, αλλά για να κάτσεις θα πρέπει να το θέλεις και η ίδια.»
    - «Άρα έρχεστε στα λόγια μου.»
    - «Όχι. Δεν σου ζητώ να μου προσφέρεις την υποταγή σου, Μυρσίνη, δεν μπορείς να μου χαρίσεις κάτι το οποίο δεν είναι δικό σου. Αυτό που μπορείς να προσφέρεις είναι η υπακοή σου αλλά αυτό εμένα δε μου κάνει. Δε θέλω να είσαι εδώ γιατί νιώθεις ότι πρέπει να με υπακούσεις, θέλω να είσαι εδώ γιατί το θέλεις η ίδια.»
    - «Μακάρι και να ήξερα τι θέλω. Δεν το λέω για εσάς.»
    - «Μπορούμε να ξεκινήσουμε απλά. Μπορείς να με πεις Μίλτο και να μου μιλήσεις στον ενικό. Οτιδήποτε άλλο αν έρθει ήρθε, αν δεν έρθει, δεν ήρθε.»
    - «Δε μου πάει, αλήθεια σας λέω.»
    - «Τα πολλά λόγια είναι φτώχια. Σου αρέσω σαν άντρας;»
    - «Δεν το έχετε καταλάβει;»
    - «Σε παρακαλώ να μου απαντήσεις αυτό που σε ρώτησα.»
    - «Ναι, μου αρέσετε.»
    - «Σ’ αρέσει ο χρόνος που περνάς μαζί μου;»
    - «Πολύ.»
    - «Τότε γιατί το κουράζουμε;»
    - «Γιατί… γιατί δεν ξέρω εσείς τι θέλετε.»
    - «Εσένα.»
    - «Γιατί;»
    - «Γιατί μου αρέσεις σα γυναίκα και γιατί περνάω όμορφα μαζί σου.»
    - «Δεν… δεν θέλετε υποτακτική;»
    - «Εδώ δεν είσαι ως υποτακτική. Μπορεί να γίνεις, μπορεί να μη γίνεις. Το μέλλον δεν υπάρχει, η ζωή είναι ένα διαρκές παρόν. Εδώ είσαι ως Μυρσίνη. Αν αυτό σου αρκεί μένεις, αν όχι, γίνε εσύ Αντωνάκης, πάρε το καπελάκι σου και φύγε.»
    - «Μου άρεσαν πάντα οι μεγαλύτεροι αλλά ποτέ δεν είχα σχετιστεί με κάποιον πολύ μεγαλύτερό μου, άντε 4-5 χρόνια. Με γοητεύετε, αλήθεια σας λέω, αλλά τρομάζω λίγο, όχι με εσάς. Εννοώ έχουμε 18 χρόνια διαφορά. Τι μπορώ να σας δώσω εγώ που δεν μπορείτε να βρείτε από κάποια άλλη;»
    - «Τη Μυρσίνη. Δεν σου ορκίζομαι αιώνια πίστη και till death do us part και διάφορες τέτοιες σάχλες. Δεν το ξέρω το μέλλον, ξέρω μόνο το παρόν. Αν δεν ταιριάζουν τα χνώτα μας δε θα μας πάρει πολύ να το καταλάβουμε, μπορεί κάτι που να ξεκινάει να μην περπατήσει αλλά αν δεν ξεκινήσει είναι σίγουρο ότι δεν θα περπατήσει. Για να στο θέσω πιο ποιητικά η μόνη σίγουρα χαμένη μάχη είναι αυτή που δεν έδωσες, αν και παραδέχομαι ότι αν αυτό το δεις σα μάχη δε θα πάμε και πολύ μακριά»
    - «Ες Μακεδόνας» μου είπε χαμογελαστή.

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ, ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗ ΣΠΑΣΩ ΣΤΗΝ @Brt )
     
  7. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

       
     
  8. Don Corleone

    Don Corleone The Master Of Disquise

    Α ρε Μιλτο....αυτη η κριση ηλικιας των σαράντα δεν αφησε ουτε εσενα στην απ εξω!
    Τον παω τον Μιλταρα ομως...γιατι προχωραει!
    Θα μου αρεσε να μπει στο παιχνιδι και η Αννα με λιγη ζήλια τωρα που τον βλεπει τον Μιλταρα με την νεαρα!
     
  9. ArtLover

    ArtLover Eleotris Margaritacea

    «Zipping it!»

    Να κάτι που δεν έχω καταφέρει ποτέ

    p.s. Δεν μου φτάνει η μέρα να διαβάζω όλες τις διηγήσεις σου!
     
  10. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    πόσο απλό και πόσο φιλοσοφημένο  
     
  11. Seras Victoria

    Seras Victoria "Play stupid games, win stupid prizes" Contributor

    Ωραίες οι ιστορίες αλλά τι μανία είναι κι αυτή με τα παιδιά;
    Μόνο εγώ τα βαριέμαι σε αυτές τις ιστορίες;
    Και γενικά δηλαδή ...
     
  12. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Αναγκαίο κακό