Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Blue Hotel

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος margarita_nikolayevna, στις 11 Μαρτίου 2022.

  1. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

     
  2. margarita_nikolayevna

    margarita_nikolayevna owned Contributor

    ΧΟΡΙΚΟ

    χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδὼν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν …​

    Ο φωτισμός υποβλητικός. Τα σώματα ντυμένα στα μαύρα.

    … Χορός είναι η κάθετη έκφραση των οριζόντιων επιθυμιών…(Μπ. Σω)

    Το είναι μου είχε κάνει κρακ. Ένα κρακ πανίσχυρο, παταγώδες. Και όμως – δεν το είχε ακούσει κανείς; Άραγε Εκείνος; Εκείνος το είχε ακούσει;

    Ήταν η δεύτερη φορά που είχα βρεθεί εκεί. Εκεί. Πού ήταν αυτό το Εκεί;​

    Κοίτα. Κοίτα!... έλεγε. Όχι δεν έλεγε, διέταζε. Κοίτα! Η πόρτα είναι πάντα ανοικτή. Μπορείς όποτε θέλεις να την διαβείς. Θα σε στριμώξω, ναι. Θα νιώθεις ότι σε στριμώχνω στη γωνία. Αλλά κοίτα! Η πόρτα είναι ανοικτή. Και πάντα θα παραμείνει.​

    Επιτακτικές οι πρώτες νότες του πιάνου.

    Ο καβαλιέρος ήταν πίσω μου ακριβώς. Στις πρώτες νότες εμφανίστηκε μπροστά μου. Πρόσωπο με πρόσωπο η… αναμέτρηση.

    Στα πρώτα λόγια της γυναίκας περνάω το πόδι μου από αριστερά μπροστά του. Ένα, δυο, τρία βήματα. Κάνει πίσω το χέρι του και πιάνει το δικό μου. Στροφή στο ρυθμό. Πάλι είμαστε πρόσωπο με πρόσωπο. Κινούμαστε μαζί. Είμαστε ένα δίδυμο που κινείται σαν ένα σώμα. Δεν μιλάει κανείς από τους δυο μας. Δεν κοιταζόμαστε. Κοιτάει πάνω από τον ώμο μου. Το σώμα του σπρώχνει το δικό μου. Στο χορό ο καβαλιέρος είναι επιφορτισμένος να ελέγχει την περιοχή. Δεν πρέπει να οδηγήσει τη ντάμα επάνω στους άλλους ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα αυτοσχεδιάσει σπάζοντας κάθε «πρόβλεψη» της χορογραφίας.

    Αλλάζουμε κατεύθυνση. Με τραβάει προς το μέρος του.

    Ένιωθα την ψυχή μου χαίνουσα. Τι ήθελα; Τι ζητούσα; Τι σκεφτόμουν; Τι σκεφτόμουν όταν επέστρεψα για δεύτερη φορά στο Εκεί; Αφού ήξερα. Ήξερα ότι ακόμη και αν δεν ήταν ο Πρώτος αλλά Εκείνος, αυτό δεν θα έκανε τα πράγματα πιο εύκολα αλλά διαφορετικά. Και όμως! Ο μαγνητισμός ήταν ακατάλυτος. Ήταν θέμα επιβίωσης. Σωματικής; Ψυχολογικής, συναισθηματικής, νοητικής σίγουρα. Και ευψυχίας.​

    Ο καβαλιέρος δίνει το σήμα. Με κέντρο τον ίδιο μου τον εαυτό λυγίζω το ένα μου πόδι και τεντώνω το άλλο. Διαγράφω με αυτό έναν κύκλο 360 μοιρών στο πάτωμα και επιστρέφω στο σημείο από όπου ξεκίνησα. Και πάλι με κέντρο τον ίδιο μου τον εαυτό. Με σηκώνει από το πάτωμα.

    … είσαι ο πιο τρυφερός άνθρωπος που έχω γνωρίσει στη ζωή Μου… λέει και σχεδόν κλαίω. Κι όμως, κι όμως τώρα, λίγες ώρες μετά νιώθω σαν αγρίμι που έχει βγάλει νύχια και βαριανασαίνει απειλώντας να ξεσκίσει ό,τι υπάρχει γύρω του. Κι Εκείνον μαζί. Δεν φοβάται! Εκείνος όχι, εγώ ναι. Και όσο φοβάμαι αγριεύω. Και όσο αγριεύω Εκείνος σταθερός. Χαμογελάει. Έλα, έλα κι άλλο, έλα πιο κοντά, πιο κοντά σε Μένα. Τι θέλεις; Να Μου ξεσκίσεις τις σάρκες; Έλα… Και πλησιάζω. Και Εκείνος σταθερός. Μέχρι που φτάνω και το χέρι μου μόνον χάδι μπορεί να δώσει. Μόνον χάδι θέλει να δώσει. με σφίγγει στην αγκαλιά Του… είσαι ο πιο τρυφερός άνθρωπος που έχω γνωρίσει στη ζωή Μου… Και την ευθύνη της ζωής σου την έχω Εγώ. Ξεκάθαρο;​

    Βγάζω πάλι το πόδι μου να τον προσπεράσω. Ο καβαλιέρος μπλοκάρει το πόδι του με το δικό μου. Κάνω να το τραβήξω και με μπλοκάρει και πάλι. Και αυτό το sway, αυτή η μονομαχία διαρκεί κάποια δευτερόλεπτα, μέχρι που με το πόδι του σπρώχνει το δικό μου και το πόδι μου τυλίγεται γύρω από τη γάμπα του. Και με ρίχνει προς τα πίσω. Και μετά με επαναφέρει απότομα και με φέρνει στο πλάι του. Αφήνει το χέρι μου και πέφτει παράλληλα με το δικό του. Προτείνει την παλάμη από το αντίθετο χέρι του. Κι εγώ εφαρμόζω τη δική μου παλάμη στη δική του. Και αρχίζει και γέρνει προς το πλάι, παρασέρνοντάς με και στηρίζοντας όλο μου το σώμα με το δικό του. Πόσες φορές κάναμε πρόβα αυτή τη φιγούρα;

    … θα Με εμπιστευτείς; Όχι για πολύ! Για 5 λεπτά. Για 5 λεπτά κάθε φορά. Όπως εκείνη την πρώτη φορά. Και 5 και άλλα 5 και άλλα και άλλα… Πόσα 5λεπτα έχει η αιωνιότητα;​

    O καβαλιέρος με επαναφέρει στη θέση μου. Ανάβουν τα φώτα. Με μια στροφή με φέρνει μπροστά του. Η πλάτη μου ακουμπά στο στήθος του. Και με μια ελαφρά πίεση του κορμού του με σπρώχνει μπροστά και κάνουμε μαζί μια υπόκλιση.

    Το κοινό μας χειροκροτάει.

    … Conjuro extraño de un amor hecho cadencia

    Que abrió caminos sin más ley que su esperanza,

    Mezcla de rabia, de dolor, de fe, de ausencia

    Llorando en la inocencia de un ritmo juguetón.

    Por tu milagro de notas agoreras

    Nacieron sin pensarlo las paicas y las grelas,

    Luna en los charcos, canyengue en las caderas

    Y un ansia fiera en la manera de querer…

     
  3. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    (Από τα λατρεμένα..)

     
  4. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Λίγο αφού είδα την απάντησή της στο χθεσινό μου mail γύρισε η Ζωή στο σπίτι. Αποφάσισα να κάνω ένα χαζό πείραμα για να δω πώς θα σκεφτόταν η κόρη μου το πρόβλημα της Μαριάνθης, after all, εκείνη ήταν που θα αναλάμβανε την εταιρεία όταν αποχωρούσα. Ήταν δική της απόφαση, δεν την είχα πιέσει. Είχε δηλώσει πως μετά το μεταπτυχιακό της θα έκανε και δεύτερο στο business management. Βλέποντας κάποιους πιτσιρικάδες με φρέσκο πτυχίο, θεωρητικές γνώσεις και βλέποντάς τους να σκάνε ξανά και ξανά στον τοίχο, δεν ήμουν ιδιαίτερα σίγουρος πόσο βοηθούσε η θεωρία ωστόσο τουλάχιστον στα πρώτα της βήματα θα είχε εμένα στο πλάι της.

    Μήπως εγώ ήμουν καλύτερος; Στην πλάτη του κασίδη έμαθα μόνο που είχα την τιμή και τη χαρά ο κασίδης να είμαι εγώ ο ίδιος με τη συμπαράσταση του Βασίλη, τουλάχιστον όσο ζούσε. Αναστέναξα, κάθε φορά τον έβλεπα στα μάτια της Ζωής και στο πρόσωπο του Φοίβου.

    Αχ ρε Βασίλη… Μεγαλώσαμε μαζί, φτιάξαμε την εταιρία, τη μεγαλώσαμε μαζί… αγαπήσαμε την ίδια γυναίκα και τα ίδια παιδιά. Πώς θα ήταν η ζωή μου αν δεν τον είχαμε χάσει. Θα αγαπούσα και πάλι τη Ζωή και το Φοίβο σαν παιδιά μου, όπως τα αγαπούσα και όσο ζούσε. Η Μάρθα θα ήταν η γυναίκα του φίλου μου κι εγώ; Πιθανώς μαγκούφης. Η Μάρθα δεν είχε οικονομικό πρόβλημα όταν χάσαμε το Βασίλη, αυτό θα έλειπε, όμως στην απόφασή μου να την παντρευτώ ζύγισε πολύ και η ύπαρξη των παιδιών. Δεν ήθελα δικά μου αλλά αγαπούσα το Φοίβο και τη Ζωή σα δικά μου. Η Μάρθα μου άρεσε σα γυναίκα αλλά η αλήθεια είναι ότι ερωτεύτηκα όλη την οικογένεια.

    Όταν της ζήτησα να υιοθετήσω τα παιδιά ταράχτηκε. Φυσικά και έβλεπε ότι τα αγαπούσα αλλά η αλήθεια είναι ότι ήταν μια κίνηση που δεν περίμενε. Από την άλλη ούτε η ίδια ήθελε πλέον τρίτο παιδί και μπορεί ούτε εγώ να ήθελα -τουλάχιστον εκείνο τον καιρό- οπότε ζύγισε και αυτό στην απόφασή της. Δεν το μετανιώσαμε και η πρώτη φορά που ο Φοίβος, που ήταν και ο μεγάλος, με είπε «μπαμπά» έβαλα τα κλάματα με αποτέλεσμα να τον τρομάξω τον φουκαρά. Μπορεί να μην είχε την ωμή νοημοσύνη της Ζωής αλλά ανέκαθεν ήταν σοβαρό και μετρημένο παιδί και ακόμα περισσότερο ήταν άνθρωπος που μπορούσε να συναισθανθεί τους άλλους σε βαθμό που οι υπόλοιποι ούτε καν να ονειρευτούμε δεν μπορούσαμε.

    - «Είπα κάτι κακό;» με είχε ρωτήσει.
    - «Όχι αντράκι μου. Ήταν το πιο όμορφο πράγμα που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια» του είπα σφίγγοντάς τον στην αγκαλιά μου, ακόμα δακρυσμένος. «Πες το πάλι, αγόρι μου»
    - «Μπαμπά» μου είπε χαμογελώντας. «Μπαμπά, μπαμπά, μπαμπά!»

    Η Ζωή ήταν τριών χρονών όταν παντρεύτηκα τη μητέρα της. Η μετάβαση από «θείε» σε «μπαμπά» ήταν για εκείνη πολύ λιγότερο περίεργη και της ήρθε πιο φυσικά.

    - «Ζωή;» τη φώναξα.
    - «Διατάξτε» άκουσα από μέσα από το δωμάτιό της. Το κωλόπαιδο!
    - «Βγες έξω και θα τα πούμε οι δυο μας» την απείλησα.
    - «Τι φωνάζεις καλέ;» με ρώτησε γελαστή.
    - «Βγάλε μια κόλα χαρτί, θα σου βάλω διαγώνισμα!»
    - «Ώπα! Δηλαδή τέλειωσα το πολυτεχνείο για να μου βάλεις εσύ τώρα διαγώνισμα;»
    - «Αμέ! Τι νόμιζες. Θα σε τρέχω μέχρι τα γεράματα» της είπα.
    - «Αχ τέτοια μου λες και με ρωτάς γιατί τον σχόλασα τον χλεχλέ» μου απάντησε κάνοντάς με να βάλω τα γέλια.
    - «Μετά τα πολλαπλά εγκεφαλικά που έπαθα διαβάζοντας για το αρτικόλεξο δεν είναι καλή ιδέα να με συγχύζεις γέρο άνθρωπο. Και όχι τίποτε άλλο αλλά δε μου φαίνεται και πολύ καλή ιδέα να σε μαυρίσω στο ξύλο» της είπα και έβαλε τα γέλια.

    ΟΚ, εκεί συγχύστηκα και πάλι αλλά τέλος πάντων. Ή που θα συνήθιζα την ιδέα ή που θα με προλάβαινε κάποιο εγκεφαλικό και το τελευταίο -τουλάχιστον στο κομμάτι που είχε να κάνει με τη φύση της κόρης μου- είχε αρχίσει να μου φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική προοπτική. Ignorance is bliss, καλά το λένε.

    - «Θες καφεδάκι;» με ρώτησε.
    - «Όχι, αν πιώ και άλλο καφέ θα κάνω τον βρικόλακα.»
    - «Καλά… για πες μου λοιπόν.»
    - «Τι να σου πω;» τη ρώτησα.
    - «Δε μου είπες ότι θα μου βάλεις διαγώνισμα;»
    - «Α ναι! Για πάμε στο σαλόνι μαδάμ.»
    - «Yes Sir» μου είπε κοροϊδευτικά και μετά το έκανε ακόμα χειρότερο. «Θυμήσου, δεν είναι καλή ιδέα να με δείρεις!» μου είπε βγάζοντας τη γλώσσα της.
    - «Θα με πεθάνεις εσύ!» της είπα.
    - «Μπαμπακούκο μου» μου είπε και με πήρε αγκαλιά και μου έσκασε ένα ρουφηχτό φιλί.

    Πήγαμε στο σαλόνι και κάτσαμε στον καναπέ.

    - «Ερώτηση πρώτη: Είσαι η καινούργια προϊστάμενη στο τμήμα που ήσουν πριν. Ο υποδιευθυντής σου είναι ο άμεσος προϊστάμενος. Είναι ο μήνας της αξιολόγησης και ο διευθυντής έχει ζητήσει σε εσένα και τον προϊστάμενό σου να κάνεις εσύ τη στοχοθεσία της νέας χρονιάς και εκείνος την αξιολόγηση της προηγούμενης. Ο δικός σου προϊστάμενος ωστόσο δεν δείχνει να έχει διάθεση και σε πιέζει να το κάνεις εσύ. Πώς θα το διαχειριστείς;»
    - «Θα υποθέσω ότι να πάω να τον δώσω στεγνά στο διευθυντή δεν είναι η καλύτερη ιδέα, ε;»
    - «Θα μπορούσες να το κάνεις και αυτό αλλά δεν είσαι στο δικό σου μαγαζί. Όσο και αν έχεις το δίκιο με το μέρος σου θέλει ιδιαίτερη προσοχή το πάρε δώσε με τους ιεραρχικά ανώτερους, εφόσον δηλαδή σε ενδιαφέρει η θέση σου. Αν δε δίνεις δεκάρα το να το κάνεις κούγκι μπορεί να είναι διασκεδαστικό ωστόσο στα πλαίσια της εν λόγω άσκησης όχι δημιουργικό.»
    - «Χμμ…» είπε και το σκέφτηκε για λίγο. «Βασικά θα έκανα δύο πράγματα. Αφενός θα έκανα τη δική μου δουλειά για να είμαι εντάξει και αφετέρου θα πήγαινα στον προϊστάμενο και θα του έλεγα ότι δεν είμαι σε θέση να κάνω την αξιολόγηση ακόμα και αν ξέρω εκ των υστέρων την περσινή στοχοθεσία. Θα έπρεπε να το κάνει εκείνος που θεωρητικά το παρακολουθούσε σε όλη τη διάρκεια του έτους. Αν αυτό δεν έπιανε τότε θα γινόμουν λίγο πιο επιθετική αλλά με τρόπο. Θα του έλεγα ότι στη δική μου οπτική όλοι έκαναν εξαιρετικά τη δουλειά τους οπότε θα έβαζα σε όλους το μεγαλύτερο βαθμό καθιστώντας την αξιολόγηση ουσιαστικά άχρηστη. Win-win γιατί στο τέλος της ημέρας ο διευθυντής θα έβλεπε ότι το άριστα το έχει κάνει ο προϊστάμενός μου. Τι θα του έλεγε, το έδωσα στη Ζωή και έκανε του κεφαλιού της; Θα κινδύνευε πρώτα απ’ όλα το δικό του το κεφάλι και όχι τίποτε άλλο αλλά δε θα μπορούσε να μου πει και κάτι, στην τελική αυτό θα ήταν το προσωπικό μου assessment»
    - «Μάλιστα…» της είπα χαμογελαστός. «Το έχεις, αγάπη μου, πολύ χαίρομαι»
    - «ΙΙΙΙ, το βρήκα;» με ρώτησε ενθουσιώδης
    - «Δεν είχα καμία αμφιβολία» της απάντησα. Η Μαριάνθη το είχε βρει κατά το ήμισυ, θα έπρεπε να βρω τρόπο να την καθοδηγήσω και στο υπόλοιπο μισό.
    - «Ποια είναι η δεύτερη ερώτηση;»
    - «Άδειες Πάσχα. Κάθε φορά που έβγαζε το πρόγραμμα ο προηγούμενος προϊστάμενος γινόταν ένας μικρός χαμός. Τι θα έκανες εσύ;»
    - «Ε, αυτό είναι ευκολάκι. Θυμάσαι την ιστορία που μας είχε πει από το στρατό ο Φοίβος για το λοχία του; “Θέλω πέντε εθελοντές αλλιώς θα διαλέξω εγώ πέντε εθελοντές”. Θα τους έφτιαχνα ένα excel με τα ονόματα και τις μέρες και θα τους έλεγα να συμπληρώσουν ο καθένας μόνος του τις μέρες άδειας που θέλει και αφού το κάνουν όλοι review και το συμφωνήσουν και εφ’ όσον δεν έχουν κενά οι μέρες θα το εγκρίνω χωρίς κάτι άλλο. Θα τους έλεγα με τρόπο ωστόσο πως σε περίπτωση που δεν τα βρουν μεταξύ τους θα αποφάσιζα εγώ οπότε καλό θα ήταν να έρθουν σε εμένα με συμφωνημένο το πρόγραμμα αδειών.»
    - «Εξαιρετίκ» της είπα. «Λοιπόν, άντε να πας Αγγλία να τελειώσεις με το μεταπτυχιακό σου γιατί ο μπαμπάς σου θέλει να κάνει ζωάρα όσο είναι ακόμα στα πρώτα ήντα…»
    - «Χα! Εγώ θα κάνω και διδακτορικό, τι μόνο ένα χρόνο θα κάτσω εκεί;»
    - «Να κάνεις αγάπη μου… άντε, για σένα θα κάνω υπομονή άλλο ένα χρόνο. Μετά θα έρθω να σε πάρω από την κοτσίδα!»
    - «Still not a good idea» μου είπε βγάζοντας τη γλώσσα.
    - «Είναι κι αυτό» αναστέναξα.

    Καθίσαμε λίγη ώρα ακόμα και μετά η Ζωή έφυγε να ετοιμαστεί να βγει για ποτό με μια φίλη της. Η Μάρθα… αλήθεια, που ήταν η Μάρθα; Πήρα τηλέφωνο αλλά δεν απάντησε. Γύρισα στο γραφείο και κάθισα να γράψω το e-mail στη Μαριάνθη.

    Καλησπέρα,

    Στο πρόβλημα #2 βρήκες τη σωστή λύση. Δε χρειάζεται καμία εισαγωγή, πρέπει να τους κάνεις να καταλάβουν ότι δεν είναι παιδιά. Αν ωστόσο φερθούν σαν παιδιά θα τους καταστήσεις σαφές ότι θα τους συμπεριφερθείς σαν να είναι παιδιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

    Στο πρόβλημα #1 βρήκες τη σωστή λύση κατά το ήμισυ. Το ότι εσύ θα κάνεις τη δουλειά σου σημαίνει ότι θα προσπαθήσεις να τον πιάσεις στο φιλότιμο αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Θα πρέπει να σκεφτείς έναν τρόπο που θα τον *υποχρεώσει* να κάνει τη δουλειά του χωρίς ούτε να εκτεθείς αλλά ούτε και να τον δώσεις στεγνά στο δικό του προϊστάμενο. Σου είχα δώσει ξανά το hint, τι είναι αυτό που θα καθιστούσε μια αξιολόγηση άχρηστη για το management. Θα στο θέσω αλλιώς, τι συμβαίνει όταν σου έρχονται αιτήματα από χίλιες διαφορετικές μεριές και είναι όλα high priority?

    Όσο για τις 8 του μήνα… θα είναι ένα πολύ ενδιαφέρον τριήμερο… μικρή  

    Πολύ ενδιαφέρον, indeed.

    Περιμένω να μου απαντήσεις το πρόβλημα #1 σωστά or else…

    Σε φιλώ

    Είμαι σίγουρος ότι θα το έπιανε το υπονοούμενο. Αυτό που δεν ήμουν σίγουρος είναι τι θα έκανα με αυτό. Γιατί ασχέτως των εγκεφαλικών που μου προκαλούσε η εκ του αντιθέτου επιθυμία; ανάγκη; από τη μεριά της κόρης μου, η ιδέα της θέας από την απέναντι όχθη είχε αρχίσει να μου φαίνεται ιδιαίτερα γοητευτική.

    Και κάτι μου έλεγε ότι αργά ή γρήγορα θα απολάμβανα τη θέα αυτή με τα ίδια μου τα μάτια.

    -- ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ --
     
  5. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Ουφ, αφήστε πια τα case studies και πάμε κατευθείαν στις 8 του μήνα!
    Άντε, σκάμε!!!
     
  6. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Οι σημερινοί αγώνες λεπτό προς λεπτό  
     
  7. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Ουφ, πρέπει να μάθω να μην τη λέω σε σαδιστή...
     
  8. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    Για τον ένα λόγο ή τον άλλο, δεν έχει βρεθεί τρόπος οι αξιολογήσεις να μην τείνουν προς το άριστα το πολύ μέσα σε τρία χρόνια από την πρώτη εφαρμογή τους!

    Καλημέρα σε όλους  
     
  9. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Αφού βλέπεις..τσιμουδιά δεν βγάζουμε.
    Διαβάζουμε, δοξάζουμε και δεν πεταρίζουμε ούτε βλέφαρο.
     
  10. margarita_nikolayevna

    margarita_nikolayevna owned Contributor

    Διάβασα το μέιλ του 2 – 3 φορές. Από όλα τα ονόματα του κόσμου, δεν θα μπορούσε να έχει άλλο πιο ταιριαστό από το «Οδυσσέας». Δεν ήταν τόσο οι «λύσεις» που έδινε όσο ο όλος τρόπος σκέψης του που αυτές αποκάλυπταν. Ο τρόπος – εν τέλει- που έβλεπε τον κόσμο.

    Βήμα το βήμα, ένα milestone, ένας μετρήσιμος στόχος. Θα μπορούσε ποτέ ο Οδυσσέας να πάει σφαίρα στην Ιθάκη μετά την Τροία; Ας πούμε ότι οι θεοί δεν έβαζαν το χέρι τους ή την μήνιν ή ό,τι έβαλαν τέλος πάντων. Θα πήγαινε Ιθάκη – Τροία απευθείας; Δεν νομίζω. Κάθε σταθμός σε αυτό το ταξίδι του προς την Ιθάκη του ήταν αναγκαίος, ένας προσωπικός του στόχος, μια εμπειρία για να σετάρει το μυαλό του όπως πίστευε εκείνος ότι πρέπει.

    Αυτό που σημείωσα να τον ρωτήσω, κάποια στιγμή σε εύθετο χρόνο, ήταν ποια ήταν η σχέση του με τις Σειρήνες. Πότε αφέθηκε τελευταία φορά στο τραγούδι τους; Από τα πράγματα που είχα προσέξει ιδιαίτερα ήδη από εκείνη την πρώτη συνάντηση στο… blue hotel ήταν πώς κρατούσε το τσαντάκι του δίπλα του και πώς κάθε τόσο το έπιανε για να νιώσει – έστω και φευγαλέα- ότι ήταν εκεί. Θα στοιχημάτιζα ότι κάποια στιγμή ναι, αφέθηκε στο τραγούδι των Σειρήνων. Θα στοιχημάτιζα, επίσης, πως η απάντηση στο πώς ήταν η κατάληξη θα είναι «καλά πήγε αυτό…».

    Και ο… σύγχρονος Οδυσσέας της ζωής μου; Με θεωρούσε Σειρήνα; Δεν ξέρω. Πάω στοίχημα, όμως, ότι όπως ο μυθικός συνονόματός του, δεν μπορούσε να αντισταθεί να ακούσει το τραγούδι. Ωστόσο, λόγω ιδιοσυγκρασίας, μάλλον έψαχνε μεσιανό κατάρτι να δεθεί πισθάγκωνα… Θα δείξει.

    Ξεκίνησα να απαντώ στο μέιλ του:

    Επειδή ο χαρακτηρισμός του «λαλίστατου» δεν νομίζω ότι σου ταιριάζει, δεν θα πω τίποτα για το πρόβλημα #2, μάλλον ξεμπερδέψαμε  

    Ως προς το πρόβλημα #1, υποθέτω ότι μια ισοπεδωτική ενιαία αξιολόγηση θα ήταν το χειρότερο που μπορούσε εκείνος να παραδώσει. Αν δε το «ισοπεδωτικά ενιαίο» είναι το «όλοι άριστα 10’», τον κάνει υπόλογο απέναντι στο δικό του ανώτερο.

    Δεν ξέρω αν ελπίζω να είναι σωστή η απάντηση ή λάθος. Λόγω δουλειάς έχεις συνηθίσει να συναναστρέφεσαι μηχανικούς, που ίσως είναι πιο digital στον τρόπο που σκέφτονται. Εμείς των… ανθρωπιστικών επιστημών πάλι… Επίσης – και αυτό θα μπορούσε να ισχύει και για τους μηχανικούς – κάποιοι… υφιστάμενοι, υπό την απειλή τιμωρίας (or else…) δεν χαλιούνται, όπως θα περίμενες. Leader δεν είμαι ακόμη, με τη βούλα του πτυχίου, και – μεταξύ μας ούτε νομίζω ότι θα γίνω ποτέ – αλλά, πίστεψέ με, έχω άπειρες καταγραφές από την παρατήρηση ανθρώπων και σου εγγυώμαι ότι υπάρχει και αυτή η κατηγορία.  

    Μ


    Όσο για τη δική μου σχέση με τις Σειρήνες… εγώ ξέρω ότι δεν μπορώ να αντισταθώ στο τραγούδι τους, το ακούω και πάω εκεί κοντά τους και φωλιάζω για να συνεχίσω να το ακούω. Ίσως για αυτό τα καραβοτσακίσματα μου δεν απέβησαν ποτέ μοιραία. Kι επανέρχομαι ιδία βουλήσει να φωλιάσω κοντά τους να τις ακούω. Κι οσάκις το «νησί» καλεί, βρίσκω το δρόμο μου, αναπόφευκτα λες κι ακολουθώ έναν Πολικό Αστέρα.

    Και το ημερολόγιο έγραφε πλέον «Απρίλιος»…

    Long afloat on shipless oceans

    I did all my best to smile

    'Til your singing eyes and fingers

    Drew me loving to your isle

    And you sang

    Sail to me, sail to me

    Let me enfold you

    Here I am, here I am

    Waiting to hold you

    Did I dream, you dreamed about me?

    Were you here when I was full sail?

    Now my foolish boat is leaning

    Broken lovelorn on your rocks

    For you sing

    Touch me not, touch me not

    Come back tomorrow

    Oh, my heart

    Oh, my heart shies from the sorrow

    Well I'm as puzzled as the newborn child

    I'm as riddled as the tide

    Should I stand amid the breakers?

    Or should I lie with death my bride?

    Hear me sing

    Swim to me, swim to me

    Let me enfold you

    Here I am, here I am

    Waiting to hold you

    -- ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ --
     
    Last edited: 31 Μαρτίου 2022
  11. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Έκλεισα το laptop και γύρισα στο σαλόνι. Έπιασα τη Σονάτα και συνέχισα από εκεί που είχα μείνει. Αναρωτήθηκα φευγαλέα αν είναι όντως φανταστική ιστορία ή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα που απλά έχουν δοθεί σε μυθιστορηματική μορφή. Μου θύμιζε αδιόρατα το μύθο το Πυγμαλίωνα παρόλο που η ιστορία σε πρώτη ανάγνωση δεν φαινόταν να έχει σχέση. Και όμως τριγύριζε στο μυαλό μου με την ίδια επιμονή που μερικές μέρες πριν τριγύριζε η βεβαιότητα ότι η συμπεριφορά της Μαριάνθης δεν ήταν αυτή μιας γυναίκας που απλά της άρεσε ένας άντρας. Ήταν κάτι βαθύτερο, κάτι που όσο προσπαθούσα να το πιάσω τόσο μου ξεγλιστρούσε μέσα από τα χέρια.

    Γιατί Πυγμαλίωνας; Τι σχέση είχε η «Αφροδίτη» του συγγραφέα με τη «Γαλάτεια»; Γιατί η συμπεριφορά της «Αφροδίτης» μου θύμιζε τη Μαριάνθη; Τι ήταν αυτό που είχε πιάσει το ασυνείδητο και το κρατούσε μέσα του περιγελώντας ταυτόχρονα την απεγνωσμένη ανάγκη του συνειδητού για απαντήσεις;

    Γιατί Πυγμαλίωνας; Γιατί δεν έπλαθε με το χέρι του, έπλαθε με το μυαλό του και η «Αφροδίτη» του -όποια και αν ήταν τα κίνητρά της- φαινόταν να παίρνει τη μορφή που αποζητούσε το φαντασιακό του. Ένα ζωντανό άγαλμα που ο αντιήρωας δεν έπλαθε το σώμα του αλλά τη συμπεριφορά του. Μα ταυτόχρονα ήταν Σειρήνα που παρέσερνε τον μαγεμένο από το τραγούδι της τον ναυτικό στο χαμό του.

    Μήπως αυτό ήταν η Μαριάνθη; Μια Γαλάτεια που κάποιο τρόπο γινόταν εύπλαστη και άφηνε τον εαυτό της να πάρει το σχήμα που επιθυμούσε ο φιλόδοξος γλύπτης που την κέρδιζε; Μα πώς γινόταν αυτό το πλάσιμο; Ήταν τα χέρια -ή έστω- το μυαλό του καλλιτέχνη που έπλαθε ή ήταν το μάρμαρο που με κάποιο μαγικό τρόπο καταλάβαινε τι ζητά ο γλύπτης και έπαιρνε το κατάλληλο σχήμα;

    Μεταλλουργός και μέταλλο, άστραψε ξαφνικά μέσα στο μυαλό μου. Όχι γλύπτης. Μήπως αυτό εννοούσε η Ζωή λέγοντας «το βγάζεις στις γυναίκες που έχουν αυτή την ανάγκη;» Μήπως αυτό το κάτι ήταν το ανάλογο της μεγάλης θερμοκρασίας που κάνει το μέταλλο εύπλαστο; Σε ποιο βαθμό; Θα μπορούσες να το λιώσεις και να αφήσεις το λιωμένο μέταλλο να κυλίσει σε μια μήτρα από πηλό για να πάρει όποιο σχήμα επιθυμείς ή θα έπρεπε να αρκεστείς σε όποια λυγίσματα μπορούσες να κάνεις;

    Άφησα το βιβλίο στην άκρη. Πού ήταν η Μάρθα; Ξαναπήρα τηλέφωνο. Δεν απάντησε. Δε μου είχε πει ότι θα βγει έξω. Πέρασε μία ώρα μέχρι να γυρίσει σπίτι.

    - «Καλώς την» της είπα. «Πού γύρναγες μαδάμ;»
    - «Έξω» μου απάντησε μονολεκτικά. «Πάω να αλλάξω και έρχομαι» συνέχισε.
    - «Οκ» της είπα παρά το γεγονός ότι μέσα μου άρχισαν να βαράνε κάποια καμπανάκια. «Σε περιμένω» συνέχισα.

    Δέκα λεπτά αργότερα ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Με κοίταξε με το βλέμμα του ανθρώπου που θέλει κάτι να σου πει αλλά διστάζει.

    - «Μάρθα, τι συμβαίνει;»
    - «Δεν… δεν ξέρω αν πάει άλλο μεταξύ μας.»
    - «Μάλιστα.» της απάντησα. «Αυτό έχει να κάνει με το πού ήσουν;»
    - «Ναι» απάντησε μονολεκτικά αναστενάζοντας.
    - «Ήσουν με άλλον άντρα;» τη ρώτησα στα ίσια.

    Η μη απάντησή της ήταν απάντηση.

    - «Ωραία, ας το θέσω αλλιώς. Είναι τόσο σοβαρό ώστε να διαλύσουμε το γάμο μας μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια;»
    - «Δεν είναι;»
    - «Εσύ θα μου πεις Μάρθα. Αν θέλεις να συνεχίσεις τη ζωή σου με άλλον άνδρα τότε, ναι, είναι σοβαρό. Αν απλά θέλεις …ποικιλία, δεν θα πετάξω και τη σκούφια μου και το σίγουρο είναι ότι δε θέλω να μάθω λεπτομέρειες αλλά υπάρχουν και άλλα πράγματα που μας δένουν.»
    - «Κι εσύ το έχεις κάνει. Το ξέρω.»
    - «Το ξέρω πως το ξέρεις. Όμως δεν σου ζήτησα να χωρίσουμε.»
    - «Ίσως γιατί δεν βρήκες την κατάλληλη»
    - «Ίσως. Ίσως πάλι γιατί ποτέ δεν επεδίωξα τίποτα περισσότερο.»
    - «Εγώ δεν είμαι εσύ, Οδυσσέα»
    - «Θέλεις αυτό το κάτι περισσότερο;»
    - «Όχι… αλλά… δε μπορώ να… να… Να έχω κοιμηθεί με άλλον άντρα και να γυρίζω εδώ σα να μην τρέχει τίποτα.»
    - «Μάλιστα» απάντησα μονολεκτικά. «Άκου Μάρθα… αν η απόφαση είναι ειλημμένη δε θα προσπαθήσω να στην αλλάξω, το μόνο που θα καταφέρουμε έτσι είναι να χάσουμε χρόνο και ενέργεια.»
    - «Τόσο πολύ σε ενδιαφέρει;» μου απάντησε πικρά.
    - «Τι θέλεις να κάνω; Να σε βάλω κάτω και να σε σπάσω στο ξύλο; Να σε παρακαλέσω να τα ξαναβρούμε; Δεν πρόκειται να κάνω ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Αν σε πιάνουν τύψεις για την ανάγκη της ποικιλίας, ξεπέρασέ το. Δε θέλω να μάθω περισσότερα αλλά δεν θα χαλάσω και γάμο είκοσι χρόνων ούτε θα πετάξω έξω από τη ζωή μου έναν άνθρωπο που αγαπάω γι’ αυτό.»
    - «Ακόμα… ακόμα και αν το κόψω μαχαίρι… φοβάμαι ότι θα το ξανακάνω. Δεν μπορώ να ζήσω έτσι.»
    - «Δεν σου είπα να το κόψεις. Σου είπα ότι δεν θέλω να ξέρω. Αν ταυτόχρονα δεν μπορείς να κάνεις με αυτό αλλά δεν μπορείς να συνεχίσεις και το γάμο, τότε έχεις να επιλέξεις τι θες να κρατήσεις. Και από την εισαγωγή σου η απόφαση φαίνεται να είναι ειλημμένη. Αν θες να χωρίσουμε, αν το έχεις αποφασίσει, τι περιμένεις να κάνω;»
    - «Δεν ξέρω… Δεν ξέρω Οδυσσέα… απλά… δεν… δεν μπορούσα να το κρατήσω άλλο μέσα μου.»
    - «Τότε πάρε το χρόνο σου και σκέψου του.»
    - «Κάνεις σα να μη σε νοιάζει καθόλου.»
    - «Περιμένεις να σε σαπακιάσω στο ξύλο; Περιμένεις να σε παρακαλέσω; Τι σκατά περιμένεις;»
    - «Να δείξεις ότι σε ενδιαφέρει.»
    - «Την απάντησή μου στην έδωσα και νωρίτερα. Δε θέλω να μάθω περισσότερα αλλά δε θα χαλάσω και γάμο είκοσι χρόνων ούτε θα πετάξω έξω από τη ζωή μου έναν άνθρωπο που αγαπάω μόνο και μόνο γιατί ξενοπηδήχτηκε.»
    - «Δε σε πειράζει;»
    - «Φυσικά και με πειράζει ρε Μάρθα. Αλλά τι θες να κάνω; Ούτε εγώ είμαι αθώος. Δεν είμαστε παιδάκια. Αν μπορείς να ζήσεις με αυτό έχει καλώς, αν δεν μπορείς να ζήσεις με αυτό, τότε χωρίζουμε και τελειώνουμε. Δεν έχω να σου πω κάτι άλλο.»
    - «Και στα παιδιά; Τι θα πούμε στα παιδιά;»
    - «Δεν είναι παιδιά, είναι ενήλικοι. Την αλήθεια θα πούμε.»
    - «Θα κατηγορήσουν εμένα.»
    - «Με το ζόρι χαλβάς δε γίνεται, Μάρθα. Δεν είναι μικρά παιδάκια να κρατήσουν μουτράκια. Στα παιδιά μας δώσαμε όλο μας τον εαυτό, τους δώσαμε όλα όσα χρειαζόντουσαν για να ξεκινήσουν τη ζωή τους. Το ίδιο δικαίωμα έχουμε και εμείς και ας είναι στα 50.»
    - «Δεν ξέρω… δεν ξέρω… νομίζεις ότι εγώ δε σ’ αγαπάω; Νιώθω χάλια… χάλια…»
    - «Μάρθα. Άκουσέ με σε παρακαλώ. Το παρελθόν δεν αλλάζει. Άστο πίσω σου. Σταμάτα να νιώθεις τύψεις. Δες το αλλιώς… δες πως κάλυψες μια ανάγκη σου. Είναι ανάγκη.»
    - «Δε θέλω να σε χάσω… αλλά… ο… ο…» είπε και έβαλε την κλάματα

    Την πήρα αγκαλιά, προσπάθησε να τραβηχτεί αλλά την έσφιξα πάνω μου. Αφέθηκε και άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Την αγαπούσα τη Μάρθα, την αγαπάω. Ο ερωτισμός μπορεί να είχε πετάξει αλλά την αγαπάω. Η σκέψη ότι πήγε με κάποιον άλλον δε με θύμωνε, με στεναχωρούσε και με πίκραινε αλλά δε με θύμωνε. Δεν… δεν ήθελα να ξέρω αλλά δεν είχα νευριάσει μαζί της, πώς θα μπορούσα; Άλλωστε σάματι εγώ ήμουν καλύτερος; Εδώ και 20 μέρες είχα τη Μαριάνθη πολύ συχνά στο μυαλό μου.

    - «Μάρθα;»
    - «Πες μου»
    - «Δε θέλω να χωρίσουμε αλλά δε θα σου σταθώ εμπόδιο αν αυτό πραγματικά θέλεις. Δε θα σου βάλω όρους για να μείνουμε μαζί, εκτός από έναν: Δεν θέλω να ξέρω. Μας ενώνουν πολλά περισσότερα πράγματα για να απειληθούν από ένα εφήμερο εραστή ή ερωμένη. Αν… αν ωστόσο θέλεις να το προχωρήσεις το άλλο… πάλι δε θα σου σταθώ εμπόδιο. Just let me know.»
    - «Εσύ;»
    - «Εγώ τι; Μάρθα μου, μια ζωή έδινες. Ήρθε η ώρα να σου δώσω και εγώ. Αυτό να σκέφτεσαι μόνο.»
    - «Θέλω να σου πω ότι σ’ αγαπάω… αλλά ντρέπομαι.»
    - «Δεν χρειάζεται να μου το πεις, το ξέρω ότι μ’ αγαπάς. Ωστόσο δεν χρειάζεται να πάρεις κάποια απόφαση αυτή τη στιγμή, δεν μπορείς να το κάνεις υπό συναισθηματική φόρτιση.»
    - «Δεν είμαι σαν εσένα Οδυσσέα»
    - «Μπορεί, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι αν πάρεις οποιαδήποτε απόφαση υπό φόρτιση τότε αυξάνεται εκθετικά η πιθανότητα η απόφαση αυτή να είναι η λανθασμένη. Πρέπει να λογαριάζουμε τα αισθήματά μας αλλά να μην παίρνουμε αποφάσεις από αυτά.»
    - «Η θεωρία από την πράξη διαφέρουν»
    - «Μπορεί, ωστόσο δεν αλλάζει το γεγονός ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η θεωρία έχει δίκιο όσο και αν είναι δύσκολη η εφαρμογή της στην πράξη. Πάρε το χρόνο σου»

    Δεν συνεχίσαμε τη συζήτηση.

    Την επόμενη μέρα είδα ότι είχε απαντήσει στο mail μου η Μαριάνθη αλλά είχα πολλή δουλειά για να το διαβάσω παρόλο που το ήθελα πολύ. Με λίγο κόπο κατάφερα και το έσπρωξα στο πίσω μέρος του μυαλού μου και επικεντρώθηκα στη δουλειά. Το απόγευμα γύρισα σπίτι, η Μάρθα ήταν στο σαλόνι και διάβαζε.

    - «Καλησπέρα» της είπα χαμογελαστός.
    - «Καλησπέρα Οδυσσέα μου.»
    - «Πώς είσαι σήμερα, κοριτσάκι μου;»
    - «Καλύτερα από εχθές.»
    - «Χαίρομαι. Πάω να αλλάξω και έρχομαι.»
    - «Έχω πει στη Μαρίνα να έρθει λίγο από εδώ.»
    - «Ο Γιάννης;»
    - «Όχι… ήθελα να μιλήσουμε… τα… τα κορίτσια.»
    - «Α, οκ… Εντάξει, θα κάτσω στο γραφείο μου τότε…»
    - «Με συγχωρείς Οδυσσέα… απλά… απλά δεν ήθελα να μιλήσουμε διά τηλεφώνου και ούτε ήθελα να… να πάω έξω…»
    - «Μάρθα, δε θα γίνεις εσώκλειστη εδώ φοβούμενη πως θα το πάρω αν λείπεις. Αν δε θέλεις να μου πεις με ποιον είσαι πες μου απλά «θα βγω έξω». Δε θα ζητήσω περισσότερες λεπτομέρειες. Δεν είμαστε παιδιά, δεν υπάρχει λόγος να μου λες ψέματα»
    - «Εσύ… όταν φεύγεις…»
    - «Θες να ξέρεις; Αν θες να ξέρεις, θα σου πω, Μάρθα.»
    - «Όχι… όχι, δε θέλω να ξέρω.»
    - «Ισχύουν οι ίδιοι κανόνες.»
    - «Και τι θα είμαστε, συγκάτοικοι;»
    - «Όχι, θα είμαστε σύζυγοι, που τους δένουν ένα σωρό άλλα πράγματα.»
    - «Δεν… δεν ξέρω αν μπορώ έτσι.»
    - «Τα είπαμε αυτά. Πάρε όσο χρόνο χρειάζεσαι.»

    Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κουδούνι.

    - «Πρέπει να ήρθε η Μαρίνα»
    - «Πάω στο γραφείο, θα περάσω αργότερα να της πω μια καλησπέρα»

    Πήγα στο δωμάτιο και άλλαξα και μετά πήγα στο γραφείο. Άνοιξα το laptop και διαβάζοντας το mail της Μαριάνθης το χαμόγελο επέστρεψε στα χείλη μου. Αυτή τη φορά την είχε βρει τη λύση.

    Καλησπέρα,

    Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι. Κράτα ότι χαίρομαι για το γεγονός ότι τα μαθήματα ψαρέματος απέδωσαν τους πρώτους καρπούς, βρήκες τη σωστή απάντηση. Δε μπορεί να σε υποχρεώσει να βάλεις διαφορετικό βαθμό, δεν μπορεί να παρουσιάσει αξιολόγηση στους οποίους έχει βάλει σε όλους άριστα και δεν μπορεί να πειράξει και την αξιολόγησή σου, καθώς προϊσταμένη φαντάζομαι ότι έγινες με τις ευλογίες του, οπότε θα αναγκαστεί να κάνει αυτό που του ανέθεσε ο δικός του προϊστάμενος.

    Επίσης θα του δώσεις ένα σημαντικό μάθημα: είσαι πρόθυμη να βοηθήσεις αλλά ως ένα βαθμό τον οποίον αν τον ξεπεράσει θα του γυρίσει μπούμεραγκ , του ξεκαθαρίζεις ότι δεν είσαι yes man. Να ξέρεις ότι σε μια εταιρία οι line managers, οι προϊστάμενοι, είναι πολύ πιο κρίσιμοι στην εύρυθμη λειτουργία της από το middle management. Ο σκοπός ύπαρξης των τελευταίων είναι καθαρά οργανωτικός, υπάρχουν εταιρίες που λειτουργούν χωρίς αυτό, με flat ιεραρχία but guess what: κάθε ομάδα έχει ένα προϊστάμενο.

    Leading είναι να δείξεις το δρόμο ακολουθώντας τον ο ίδιος. Η δουλειά σου είναι να δώσεις την κατεύθυνση και τον τόνο, όχι να κάνεις τη δουλειά τους. Ο ύφαλος που πρέπει να αποφύγεις είναι το micromanagement, τη δουλειά που αναθέτεις στον καθένα πρέπει να την πιστεύεις. Δεν μοιράζεις ελπίζοντας, μοιράζεις γνωρίζοντας ή έστω κάνοντας ένα πολύ educated guess. Πρέπει να μπορείς να τους συμβουλέψεις, πρέπει να μπορείς να τους σταθείς στο λάθος τους, να μη νιώθουν ότι θα τους κρεμάσεις, αλλά θα πρέπει να μην επιτρέπεις το λάθος να επαναληφθεί γιατί αυτό θα είναι μεγαλύτερο λάθος κυρίως για εσένα την ίδια.

    Έχεις την ευθύνη για την ομάδα σου, οι αποτυχίες δεν είναι ατομικές, αντικατοπτρίζονται και σε αυτόν που έχει την ευθύνη της ομάδας. Θα πρέπει να βοηθάς όπου χρειαστεί αλλά να θυμάσαι ότι είσαι εκεί για να επιβλέπεις και να διαχειρίζεσαι, όχι να κάνεις τη δουλειά τους.

    Και τώρα μερικές υποθετικές ακόμα ερωτήσεις:

    1. Σε πιέζει η διοίκηση να παραδώσει η ομάδα σου κάτι ενώ είστε μέχρι το λαιμό. Καταλαβαίνεις ωστόσο ότι αυτό που ζητείται είναι όντως κρίσιμο και έχει προτεραιότητα. Πώς το διαχειρίζεσαι;
    2. Σε κάποια συνάντηση του management σου πετάνε μια έκπληξη, πχ ότι περιμένουν κάτι από την ομάδα σου, κάτι για το οποίο εκείνη τη στιγμή δεν έχεις ιδέα ότι έχει ζητηθεί από εσάς καθότι δεν έχει περάσει από εσένα. Πώς το διαχειρίζεσαι;
    3. Σκέψου ένα καλό team bonding activity για τα άτομα του τμήματός σου λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικότητές τους.
    Στα δικά μας, ακολούθησα τη συμβουλή σου, μίλησα με το άτομο που μου πρότεινε να διαβάσω τη Σονάτα Waldstein. Θα τα πούμε αναλυτικά σε μερικές μέρες.

    And if you go chasing rabbits
    And you know you are going to fall
    Tell ‘em a hookah, smoking caterpillar
    Has giving you the call.
    Call Alice, when she was just small.

    Μόνο που δεν είσαι η Αλίκη. Είσαι ο λευκός κούνελος.

    Σε φιλώ.

    Πάτησα αποστολή και μετά πήγα στο σαλόνι να χαιρετήσω τη Μαρίνα.

    -- ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ --
     
  12. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    “We are all mad here..”