Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μυρσίνη υμίν

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 7 Φεβρουαρίου 2022.

  1. Seras Victoria

    Seras Victoria "Play stupid games, win stupid prizes" Contributor

    Τα δύσκολα είναι υπερτιμημένα, μια χαρά κάνουν και περνανε ευχάριστα το Μυρσινακι και ο Βρασίδας της.

     
     
  2. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Βαλε κι ένα δράμα κυρ-Στέφανε, θα το κάψουμε απόψε!
    Κεριά και λιβάνια;;
    Ποιόν Στέφανο πήρα;;
     
  3. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Αργήσατε... το παιδί είναι στο δρόμο.

    Και να δούμε ποιος θα αλλάξει τον αδόξαστο σε ποιον  
     
  4. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    Καθόλου κουλό ή περίεργο... Όποιος γράφει καταλαβαίνει... Και όποιος δεν καταλαβαίνει ας δει το Adaptation
     
  5. ArtLover

    ArtLover Eleotris Margaritacea

    Μυρσινάκι και ο Βρασιδάκος feels more familiar  
     
  6. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Κεφάλαιο 10: Δώδεκα αγόρια του σχολειού...

    Είχαμε ακόμα 25 λεπτά οπότε χωθήκαμε εκ νέου στο νερό. Πήγα πάλι στην άλλη άκρη και κάθισα πάνω στην πέτρα ενώ η Μυρσίνη ήρθε και έκατσε μπροστά μου.

    - «Είχες δεν είχες το τρύγησες το κορμί μου, λυσσάρα.»
    - «Παραδεχόμενη το δίκιο σας σάς υπενθυμίζω ότι εσείς με πήγατε στα σκαλάκια των στεναγμών.»
    - «Αφού παραδέχεσαι ότι έχω δίκιο γιατί βάζεις σάλτσες;»
    - «Γιατί όταν έχετε δίκιο έχετε δίκιο και όταν έχετε άδικο έχετε πάλι δίκιο.»
    - «Θέλεις να σου μαυρίσω τον κώλο;» τη ρώτησα χαμογελαστός.
    - «Που+ξυ που λέτε, ποια είμαι εγώ να διαφωνήσω με ολόκληρο Βρασίδα;»
    - «Είσαι λατρεία… και μη μου αρχίσεις πάλι τα 25 ηλιοκαμένα παλικάρια!»
    - «Δώδεκα αγόρια του σχολειού και η Μυρσινιώ μια τάξη μη βρέξει και μη στάξει» μου απάντησε τραγουδιστά με την υπέροχη φωνή της.
    - «Δεν πήγε καλά αυτό, με τη Χριστίνα τουλάχιστον»
    - «Να σας πω… όταν ήμουν Τρίτη γυμνασίου σε μια εκδήλωση του σχολείο μου είχαν αναθέσει να το τραγουδήσω. Όταν είπα την τελευταία στροφή έβαλα τα κλάματα. Από τότε δεν μπορώ να ξανακούσω αυτό το τραγούδι, όποτε το βάζει στο ραδιόφωνο αλλάζω σταθμό»
    - «Καρδούλα μου εσύ» της είπα τρυφερά και την έσφιξα πάνω μου, φιλώντας την στα μαλλιά. «Θες να το ξορκίσεις το φάντασμα; Δεν πειράζει αν κλάψεις πάλι, εγώ είμαι εδώ.»
    - «Θέλετε να σας το τραγουδήσω;» με ρώτησε κοιτάζοντάς με σαν κουτάβι.
    - «Ναι κοριτσάκι μου, πολύ θα το ήθελα».

    Άρχισε να τραγουδάει.

    Δώδεκα αγόρια του σχολειού
    Και η Χριστινιώ μια τάξη
    Μη βρέξει και μη στάξει.



    Δεν κλαίω τα δώδεκα παιδιά
    Τους νιους τους μαθητάδες
    Τις δώδεκα μανάδες

    Μον’ κλαίω τα μάτια τα γλαρά
    Το λυγερό κορμάκι,
    Τ’ αγρίμι το ελαφάκι.

    Πού ήτανε δώδεκα χρονώ
    Παρθένα Παναγιά μου
    Και έλαμπε η γειτονιά μου.

    Είχε δακρύσει πάλι. Η αλήθεια είναι ότι τόσο όμορφα που το είχε τραγουδήσει παραλίγο να δακρύσω κι εγώ. Την έσφιξα πάνω μου και τη φίλησα πάλι στα μαλλιά.

    - «Καλύτερα τώρα κοριτσάκι μου;» τη ρώτησα τρυφερά.
    - «Σας άρεσε;»
    - «Πολύ. Έχεις υπέροχη φωνή αλλά αν αρχίσουμε να συζητάμε από πόσα ηλιοκαμένα παλικάρια το έχεις ακούσει δε θα βγάλουμε άκρη!»
    - «Και όχι μόνο από παλικάρια» μου είπε κοιτώντας με παιχνιδιάρικα.
    - «Με βάζεις σε πειρασμό.»
    - «Σε τι πειρασμό σας βάζω;»
    - «Δεν έχω κάνει ποτέ παρτούζα. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πως θα αντιδράσω αν σε δω με άλλον, αλλά με άλλη δεν πιστεύω ότι θα με χάλαγε.»
    - «ΙΙΙΙ, δεν ντρέπεστε;»
    - «Εδώ δεν ντρέπεσαι εσύ που το έχεις κάνει, θα ντραπώ εγώ που το φαντασιώνομαι;»
    - «Ναι αλλά όταν το είχα κάνει δεν ήμουν μαζί σας!»
    - «Ένας λόγος παραπάνω να το κάνεις.»
    - «Ε, αν μου το ζητήσετε δε θα χαλάσουμε και τις καρδιές μας»
    - «Κάπως ήμουν σίγουρος»
    - «Να σας βιάσω μία στα γρήγορα;»
    - «Βρε λυσσάρα πριν 10 λεπτά…»
    - «Το κορίτσι θέλει και παιχνίδι» μου χαρίζοντάς μου πάλι το χαμόγελο της colgate.
    - «Παιχνίδι, θέλει το κορίτσι; Παιχνίδι, χαλάω εγώ χατίρι; Πήγαινε φέρε τη ζώνη»
    - «Εχμ…»
    - «Ακόμα εδώ είσαι;»
    - «Άουτς!»
    - «Που να ξεκινήσουμε. Και ξέρεις τι ωραίο ήχο κάνει η ζώνη σε βρεγμένο δέρμα;»
    - «Τώρα που το σκέφτομαι…»
    - «Μυρσίνη, φέρε τη ζώνη τώρα!» της είπα.
    - «Μάαααλιστα» μου είπε και πήγε στα αποδυτήρια όπου είχαμε τις τσάντες με τα ρούχα. Γύρισε και μου έδωσε τη ζώνη.
    - «Πάρε θέση» της είπα και έσκυψε ακουμπώντας τις παλάμες τις στον τοίχο.

    Έτσι όπως είχε τουρλωθεί παραλίγο να ξεχάσω τη ζώνη και να πάμε για το δεύτερο γύρο αλλά έδειξα αυτοσυγκράτηση.

    Της έριξα την πρώτη, όχι ιδιαίτερα δυνατή

    - «Ένα» είπε με σφιγμένη φωνή.

    Ακολούθησε δεύτερη, δυνατή.

    - «Δύο» είπε με κάποια δυσκολία. Το σώμα της ήταν βρεγμένο κάνοντας τον πόνο της ζώνης να πολλαπλασιαστεί. «Τρίααααααα»… «Τέσσερα»… Την έφτασα μέχρι τα δέκα. Με εξαίρεση τη δεύτερη, οι υπόλοιπες δεν ήταν ιδιαίτερα δυνατές. Ο κώλος της είχε πάρει ένα υπέροχο κόκκινο χρώμα.
    - «Βούτα μέσα στο νερό» της είπα. Της έφυγε μια φωνή όταν τα ερεθισμένα μεριά της ήρθαν σε επαφή με το καυτό νερό.

    Είχα καυλώσει πάλι. Όπως ήταν γονατισμένη τον έβαλα στο στόμα της και άρχισα να της το γαμάω, βάζοντάς τον όλον μέσα. Βαθύ ξε-βαθύ λαρύγγι τη δυσκόλεψα, μέχρι να τελειώσω στο στόμα της είχε δακρύσει και είχε βουλώσει η μύτη της. Κοκκάλωσα έτοιμος να χύσω ότι είχε μείνει μέσα μου. Η Μυρσίνη με αγκάλιασε από τους γλουτούς και με έσπρωξε προς το μέρος της κάνοντάς τον να φτάσει μέχρι το λαιμό. Μου ξέφυγε ένα βογγητό ηδονής και έχυσα σχεδόν στο λαιμό της. Όπως κάθε φορά με περιποιήθηκε με τη γλώσσα της και τα χείλη της, προσφέροντάς μου ευχαρίστηση ακόμα και μετά το χύσιμο.

    Τραβήχτηκα απαλά και σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε. Άνοιξε το στόμα της, είχε μέσα χύσια, δεν είχε καταπιεί. Κατάπιε και μου χαμογέλασε.

    - «Σας ευχαριστώ Κύριε» μου είπε.
    - «Μυρσίνη…;»
    - «Ναι ξέρω… αλλά…»
    - «Όχι, δεν στη λέω… Άλλο ήθελα να σου πω.»
    - «Πείτε μου»
    - «Σε τέτοιες στιγμές και αφέντη να με πεις δε θα σε μαλώσω» της είπα κάνοντας την να βγάλει μια τσιρίδα χαράς. Γονατιστή ακόμα με αγκάλιασε από τα πόδια και σφίχτηκε πάνω μου.
    - «Σας ευχαριστώ Αφέντη μου» μου είπε με αυτό της το χαμόγελο που με κάνει να λιώνω.

    Τη χάιδεψα στο κεφάλι και με έσφιξε ακόμα περισσότερο πάνω της.

    - «Μυρσίνη μου;»
    - «Ναι, Αφέντη μου;»
    - «Φιλοδοξείς να κάνεις καριέρα ως βόας;»
    - «Μάθε τέχνη κι άστηνε» μου είχε χαμογελώντας σκανταλιάρικα αλλά ξεσφίγγοντας με ώστε να κυκλοφορήσει και λίγο το αίμα.
    - «Εχμ…» της είπα προσπαθώντας να μετακινηθώ.
    - «Καλά δεν είμαστε;»
    - «Εσύ καλά είσαι μέσα στο νερό, εγώ ο μισός είμαι απ’ έξω!!!»
    - «Ουφ» μου είπε και άφησε τα πόδια μου. Πήγα και έκατσα πάλι στην πέτρα στην άκρη της γούρνας και ήρθε και έκατσε γονατιστή μπροστά μου και μου χαμογέλασε.
    - «Είσαι μια ζωγραφιά» της είπα.
    - «Του Botero»
    - «Έλα, μη γίνεσαι υπερβολική. Και επαναλαμβάνω, αν πέσεις κάτω από τα 57 κιλά θα σου κόψω τον κώλο.»
    - «Μάλιστα» μου απάντησε.
    - «Έχω μια ιδέα» της είπα και πριν προλάβει να απαντήσει βγήκα έξω από τη γούρνα και πήγα και πήρα το κινητό μου. «Για στήσου στον τοίχο όπως προηγουμένως»

    Σηκώθηκε και κάθισε όπως της είχα ζητήσει. Δεν φαινόταν το κοκκίνισμα. Πήγα και πήρα τη ζώνη. «Σφίξε τα δόντια και μη μετράς» της είπα. Της έριξα κάμποσες μέχρι να πάρει το χρώμα που ήθελα. Μετά όπως ήταν τουρλωμένη και υπέροχη τράβηξα μερικές φωτογραφίες. «Για γύρνα» της είπα και όταν το έκανε τράβηξα φωτογραφίες τα γυμνά της στήθη. Όταν τελείωσα πήγα και άφησα το κινητό και τη ζώνη στα αποδυτήρια. Γύρισα πίσω.

    - «Ξέρεις τι θα τις κάνω τις φωτογραφίες; Θα επιλέξω τις καλύτερες και θα τις ανεβάσω στο forum.»
    - «Μάλιστα» μου είπε.
    - «Δε σε βλέπω ενθουσιώδη.»
    - «Ε… ντρέπομαι λίγο.»
    - «Δε θα φαίνεται το πρόσωπό σου, Μυρσίνη μου.»
    - «Δεν… δεν είναι αυτό. Σας εμπιστεύομαι. Είμαι… είμαι σίγουρη ότι κάποια στιγμή… στο μέλλον… θα γίνει και αυτό, αλλά η σχέση μας θα έχει προχωρήσει τόσο που… δε θα έχει σημασία. Εννοώ…»
    - «Ξέρω τι εννοείς, Μυρσίνη μου.»
    - «Δεν… δεν ντρέπομαι που εσείς θα ανεβάσετε γυμνή φωτογραφία μου. Είμαι… είμαι δική σας και είμαι περήφανη γι’ αυτό. Και ας μην είμαι ακόμα αυτό που θέλετε να γίνω. Και ας έχω ακόμα χίλια χιλιόμετρα να κάνω. Για… για το σώμα μου ντρέπομαι.»
    - «Είσαι μπουμπούνας. Εγώ σε καμαρώνω, Μυρσίνη και θα δεις ότι από τις αντιδράσεις πως κακώς έχεις τις ανασφάλειες που έχεις. Είσαι ένα κουκλί, είσαι μια ζωγραφιά.»
    - «Του Botero» είπε πάλι, αυτή τη φορά με μια δόση πίκρας, και εκεί η Μυρσίνη έφαγε την πρώτη της σφαλιάρα.
    - «Μην το ξαναπείς αυτό» της είπα.
    - «Συγνώμη» είπε κατεβάζοντας τα μάτια της.
    - «Ο λόγος που σου επιτρέπω να πας στα 57 κιλά είναι για να νιώθεις εσύ καλύτερα με τον εαυτό σου. Εμένα μου αρέσεις ακριβώς όπως είσαι.»
    - «Θέλετε να σταματήσω τη διατροφή;»
    - «Όχι Μυρσίνη, δε θέλω να σταματήσεις τη διατροφή. Θέλω να πιάσεις το ψυχολογικό όριο ότι έχασες 10 κιλά, στρογγυλό νούμερο, αλλά δε θέλω να πέσεις γραμμάριο παρακάτω. Έγινα σαφής;»
    - «Μάλιστα» μου είπε.
    - «Και μην ξαναμιλήσεις έτσι για τον εαυτό σου. Θα κόψω τα χέρια οποιουδήποτε πει κάτι κακό για το κορίτσι μου, ακόμα και αν αυτός ο κάποιος είσαι εσύ η ίδια.»
    - «Συγνώμη» μου είπε χαμηλώνοντας πάλι το κεφάλι της.

    Την έπιασα από το πηγούνι και της σήκωσα το κεφάλι. Με κοίταξε για ελάχιστες στιγμές και χαμήλωσε το βλέμμα της. Της έριξα και δεύτερη σφαλιάρα.

    - «Έγινα σαφής μικρή;»
    - «Μάλιστα…» με κοίταξε. Την κοίταξα. «…Βρασίδα μου»

    Προσπάθησα να πνίξω το γελάκι… δεν τα κατάφερα.

    - «Τι θα σε κάνω βρε άθλιε σπόρε;»
    - «Ό,τι θέλετε Βρασιδέστατε όλων των Βρασίδων, ό,τι θέλετε» είπε με το χαμόγελο να φωτίζει και πάλι την υπέροχη φατσούλα της.

    Κοίταξα το ρολόι μου, σε λίγο τελείωνε η ώρα.

    - «Λοιπόν, πάμε να κάνουμε ένα ντους να ξεπλυθούμε και πάμε να πιούμε καφεδάκι. Ή μήπως πείνασες;»
    - «Δεν πεινάω ακόμα αλλά αν πεινάτε εσείς πάμε για μεσημεριανό.»
    - «Όχι ματάκια μου, πάμε να πιούμε το καφεδάκι μας και πάμε μετά στην Όρμα»

    Μου όρμισε

    - «Σιγά βρε, θα με διαλύσεις!» της είπα γελώντας.
    - «Αφού μου είπατε Όρμα!»
    - «Σπόρε… θα σε μαυρίσω!»
    - «Αφού!»
    - «Πάμε να κάνουμε το ντους μας βρε βάσανο. Α… φόρα το μαγιό σου, αν είναι να κάνουμε και καμιά βουτιά στους καταρράκτες»
    - «Αμέ!»

    Πήγαμε στα γρήγορα και κάναμε ένα ντουζάκι. Μιας και είχαμε μπει γυμνοί δεν είχαμε βρέξει τα μαγιό μας οπότε φόρεσα το μαγιό και από πάνω τη φόρμα μου. Η Μυρσίνη έκανε το ίδιο φορώντας από πάνω το καθημερινό της φορεματάκι. Μετά τη ζέστη του χαμάμ έξω η αλήθεια είναι ότι μας έπιασε η δροσούλα παρόλο που για Απρίλη είχε ζέστη. Φόρεσα το πάνω μέρος της φόρμας και η Μυρσίνη το ελαφρύ μπουφάν που είχε πάρει μαζί της.

    Ανεβήκαμε στην καφετέρια δίπλα στην πισίνα και καθίσαμε στην άκρη. Δεν είχε πολύ κόσμο.

    - «Το νερό από τη μεριά μας είναι ζεστό αν θες να πας να πλατσουρίσεις» της είπα καθώς την έβλεπα που κοίταζε το νερό σα να ήταν σε αναμμένα κάρβουνα.
    - «Εσείς;»
    - «Εγώ θα συνεχίσω το καφεδάκι μου αλλά αν θέλεις να βουτήξεις, πήγαινε.»

    Χοροπηδώντας σαν κατσίκι κατέβηκε στο ποτάμι.

    - «Αααα! Είναι ζεστόοοοο» είπε με ένα χαμόγελο μέχρι τα αφτιά. Ακριβώς κάτω από το μέρος που καθόμασταν και πίναμε τον καφέ μας είχε μια βαθιά γούρνα. Η Μυρσίνη χώθηκε μέσα ολόκληρη και αφέθηκε στο μασάζ που της έκανε το ρεύμα του ζεστού νερού. Εγώ έπινα τον καφέ από πάνω μου και τη χάζευα και πότε πότε την τραβούσα φωτογραφίες. Έκανε σαν παιδάκι. Την άφησα να πλατσουρίζει στο νερό και άνοιξα το κινητό για να διαλέξω ποιες φωτογραφίες θα ανεβάσω.

    Αφού τις επέλεξα τις ανέβασα στο άλμπουμ με τίτλο «ΠΟΖΑΡοντας». Δεν πέρασε πολύ ώρα πριν αρχίσουν τα likes και τα επιδοκιμαστικά μηνύματα. Όσες ανασφάλειες και να είχε το σώμα της ήταν μια χαρά. Εμένα μου αρέσουν οι ζουμπουρλούδες, η γυναίκα πρέπει να έχει πιασίματα και η Μυρσίνη παρά τις όποιες ανασφάλειες της ήταν ακριβώς ο τύπος μου.

    Και κρίνοντας από τα μηνύματα και τα likes δεν ήταν μόνο ο δικός μου. Μπήκα να διαβάσω τι γίνεται στον κόσμο και το μάτι μου έπεσε σε μια φωτογραφία που έκανε το στόμα μου να χάσκει σαν του χάνου.

    Μια ξανθιά πιτσιρίκα με δίπλα της το Στέφανο να χαμογελάει σα χαζός και δίπλα του μια όμορφη καστανομάλλα με μελαγχολικό βλέμμα.

    «Δεκαπεντάχρονο παιδί θαύμα λύνει το γόρδιο δεσμό μετά από πενήντα χρόνια». Συνέχισα να διαβάζω το άρθρο.

    «Η Φανή Stolsberg, κόρη του διάσημου και τιμημένου με το βραβείο Fields -το Νόμπελ των Μαθηματικών- Ελληνοσουηδού καθηγητή του ΕΜΠ Στέφανου Stolsberg στα 15 της έλυσε ένα πρόβλημα που ταλαιπωρούσε τους μαθηματικούς εδώ και πενήντα χρόνια αποδεικνύοντας μια ειδική μορφή της εικασίας του Hofmann. Ακολουθώντας τα βήματά της η Ελληνίδα μαθηματικός, επίσης καθηγήτρια του ΕΜΠ, Ευδοκία Πέτρου (δεξιά στη φωτογραφία) και σε συνεργασία με τον διάσημο καθηγητή Morris Hirch συμπλήρωσαν την πλήρη απόδειξή αυτού που πλέον ονομάζεται θεώρημα S-P-H (Stolsberg, Petrou & Hirsch). Η εικασία του Hofmann…»

    Έμεινα να κοιτάζω σα χαζός. Ήξερα ότι ο Στέφανος είναι γνωστό όνομα -και αυτός ήταν ένας από τους λόγους της μυστικοπάθειάς του- αλλά δεν είχα ιδέα ότι είναι βραβευμένος -και αυτό το Fields ήταν το ισοδύναμο του Nobel για τους μαθηματικούς- και επιπλέον ήμουν 1000% σίγουρος ότι η μελαγχολική καταστομάλλα πρέπει να ήταν «ο μπουμπούνας Του»

    Βέβαια πόσο μπουμπούνας μπορεί να είναι ένας διάσημος μαθηματικός σηκώνει κάμποση συζήτηση.

    Πήρα τηλέφωνο με τη μία.

    - «Παρακαλώ» άκουσα από την άλλη μεριά του τηλεφώνου.
    - «Στέφανε αν δεν κάνουν πουλάκια τα μάτια μου σε βλέπω στις ειδήσεις.»
    - «Καλησπέρα Μιλτιάδη. Δεν κάνουν πουλάκια τα μάτια σου.»
    - «Τι να σου πω ρε φίλε… Να… πρέπει να είσαι πολύ περήφανος για την κόρη σου.»
    - «Ναι, είμαι…»
    - «Η Πέτρου… είναι αυτή που νομίζω;»

    Κόμπιασε.

    - «Στέφανε;»
    - «Είναι μεγάλη ιστορία… ναι αυτή είναι. Μιλτιάδη, να τα πούμε κάποια άλλη στιγμή…»
    - «Όχι όχι… Εννοείται… Δεν ήθελα να ενοχλήσω.»
    - «Δεν ενοχλείς ρε Μιλτιάδη… απλά με όλα αυτά είναι λίγο ζόρικη περίοδος.»
    - «Ναι το καταλαβαίνω… Στέφανε… Ήθελα να σου πω… τη θυμάσαι την πιτσιρίκα που πριν δύο-τρεις εβδομάδες είχε πλακωθεί με το μισό φόρουμ;»
    - «Ποια λες; Την 50 αποχρώσεις;»
    - «Ναι.»
    - «Λοιπόν;»
    - «Είμαστε… είμαστε μαζί… Άκου… δεν έχω πει σε κανέναν ποιος είσαι. Νιώθω ότι τη Μυρσίνη, έτσι τη λένε, μπορώ να την εμπιστευτώ αλλά είναι δική σου απόφαση… Μπορώ να της μιλήσω;»
    - «Δώσε λίγο καιρό σε παρακαλώ. Εμπιστεύομαι την κρίση σου… αλλά δώσε λίγο καιρό.»
    - «Κανένα πρόβλημα… λοιπόν σε αφήνω. Χάρηκα που σε άκουσα… και ρε φίλε… Τι να σου πω, τα θερμά μου συγχαρητήρια για τα κορίτσια σου.»
    - «Σε ευχαριστώ. Να τα πούμε κάποια στιγμή από κοντά όταν καταλαγιάσει το μιντιακό τσίρκο»
    - «Ναι, βεβαίως… Άντε… καλή συνέχεια.»
    - «Στο καλό» μου είπε.

    Μου φάνηκε λίγο πεσμένος. Ίσως να ήταν η ένταση… Ξανακοίταξα την φωτογραφία. Η κόρη του ήταν κουκλί και χαμογελούσε αμήχανα. Δεν έπρεπε να νιώθει άνετα. Η Ευδοκία… Το βλέμμα της ήταν μελαγχολικό. Ποιος να φανταστεί ότι αυτές οι υπέροχες «μεγάλες Ευδοκίες» που μας είχαν πετάξει ομαδικώς τα μάτια πριν ένα-δύο μήνες ανήκαν σε μια διάσημη πλέον μαθηματική διάνοια.

    Χαζεύοντας τη φωτογραφία δεν είχα πάρει χαμπάρι τη Μυρσίνη που είχε έρθει.

    - «Τι βλέπετε;»
    - «Ειδήσεις. Μια πιτσιρίκα λέει έλυσε ένα πρόβλημα που βασάνιζε τους μαθηματικούς εδώ και πενήντα χρόνια. Στη φωτογραφία είναι με τον πατέρα της».
    - «Η άλλη η κοπέλα;»
    - «Απ’ ότι έχω διαβάσει, η κοπέλα αυτή έκανε ιδιαίτερα στην πιτσιρίκα και μαζί με έναν άλλο μαθηματικό συμπλήρωσαν την απόδειξη αυτού του προβλήματος»

    Ένιωθα μέσα μου λίγο άσχημα που δε μπορούσα να της πω όλη την αλήθεια, ότι ο κύριος της φωτογραφίας ήταν ο φίλος μου ο Στέφανος και ότι η Ευδοκία ήταν ο μπουμπούνας του. Όμως ήταν απόφαση του Στέφανου, όχι δική μου. Εγώ την ήξερα τη Μυρσίνη, εκείνος όχι.

    - «Βρασίδα μου;»
    - «Τι είναι κοριτσάκι μου;»
    - «Σας πειράζει να πλατσουρίσω λίγο ακόμα;»
    - «Όχι, κοριτσάρα μου. Για να το ευχαριστηθούμε ήρθαμε εδώ… για να ξελυσσάξουμε!»
    - «Νιώθω άσχημα που σας αφήνω μοναχούλη»
    - «Πήγαινε βρε βάσανο. Δίπλα μου είσαι, δε με αφήνεις μονάχο. Ξέρεις πόση ώρα σε χαζεύω; Σε τράβηξα και φωτογραφίες. Α, και μιας και είπα φωτογραφίες, για δες εδώ» της είπα και της άνοιξα το φόρουμ. Τα likes και τα comments έπεφταν βροχή. «Για να δεις τι μπουμπούνας είσαι»

    Η Μυρσίνη κοκκίνησε και πάλι αλλά ήταν φανερά χαρούμενη. Μου έσκασε ένα βαθύ φιλί.

    - «Πάω! Πετάω!» μου είπε.
    - «Ρωξάνη!» της είπα.
    - «Θα πετάξω προσεκτικά» μου είπε χαμογελώντας σκανταλιάρικα.

    Καλά, θα σε φτιάξω εγώ, σκέφτηκα από μέσα μου.

    Κατέβηκε και ξάπλωσε πάλι στη φυσική γούρνα. Την άφησα και γύρισα να συνεχίζω να χαζεύω στο internet. Μισή ώρα αργότερα είχα βαρεθεί οπότε σφύρισα λήξη.

    - «Μυρσίνη; Για ανέβα προς τα πάνω»
    - «Μάλιστα» μου είπε και σκαρφαλώνοντας σαν κατσίκι προς το μέρος μου.
    - «Πάμε στους καταρράκτες;»
    - «Αμέ!»

    Αμ’ έπος αμ’ έργο, κατεβήκαμε προς την δημόσια πισίνα με τον καταρράκτη. Εκεί είχε λίγο κόσμο, αλλά περάσαμε τη γούρνα και πήγαμε στο διπλανό καταρράκτη. Εκεί όμως υπήρχε κόλπο, στην άκρη-άκρη το νερό έτρεχε ζεστό, αλλά μισό μέτρο προς τα αριστερά ήταν παγωμένο. Εγώ πήγα στο ζεστό.

    - «Μυρσίνη, εδώ δε χωράμε… κάνε μισό μέτρο αριστερά» της είπα ενώ από μέσα γελούσαν και τα μουστάκια μου. Η φουκαριάρα πήγε ανυποψίαστη και επειδή στο σημείο που πατούσε ήταν ακόμα ζεστό, έκανε λίγο αριστερά και χώθηκε μέσα στο παγωμένο καταρράχτη.

    Η φωνή της πρέπει να ακούστηκε μέχρι τη Θεσσαλονίκη ενώ εγώ έσκασα στα γέλια.

    - «Παγώσαμε;»
    - «Θα σας ανοίξω το κεφάλι!» μου είπε. «Θα σας πιώ το αίμα με το μπουρί της σόμπας! Θα σας γδάρω ζωντανό! Θα σας ανασκολοπίσω»
    - «Ξαναχώσου στο κρύο νερό μέχρι να σου περάσουν οι κάψες.»
    - «Όχιιιιιιι»
    - «Μυρσίνη, χώσου στο νερό» της είπα αυστηρά.

    Η φουκαριάρα έσφιξε τα δόντια της και κάθισε κάτω από το παγωμένο νερό ενώ ακούστηκε πάλι μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Δεν την άφησα πάνω από 2-3 δευτερόλεπτα. Την άρπαξα και την έφερα προς το μέρος μου και την έσφιξα πάνω μου.

    - «Θα σας παγώσω!» μου είπε.
    - «Εγώ σε παγώνω, εγώ σε ξεπαγώνω» της είπα και τη φίλησα. Σφίχτηκε πάνω μου. Την έτριψα για λίγο και μετά την έβαλα να κάτσει κάτω από το ζεστό καταρράκτη.
    - «Πάω τιμωρία» της είπα!
    - «Παρακαλώ;» με ρώτησε.
    - «Μύτη σε καταρράχτη» της είπα γελώντας και σφίγγοντας τα δόντια μου χώθηκα κάτω από το παγωμένο νερό με τη μούρη προς το βράχο. Μου έφυγε η ούγια είναι η αλήθεια αλλά άντεξα γύρω στα 10 δευτερόλεπτα. Βγήκα τουρτουρίζοντας. Η Μυρσίνη χωρίς να χάσει χρόνο με πήρε από το χέρι και με έβαλε κάτω από το ζεστό νερό ενώ ταυτόχρονα με πήρε στην αγκαλιά της παρά το γεγονός ότι εκείνη τη στιγμή είχα κάτι από παγοκολόνα.
    - «Εσείς παγώνετε, εγώ σας ξεπαγώνω» μου δήλωσε. «Και καθίστε ακίνητος γιατί θα αγριέψω και ας περάσω την υπόλοιπη μέρα μου στο τζάκι με την μύτη στον τοίχο»
    - «Νομίζω ότι το μύτη σε καταρράκτη είναι πιο αποτελεσματικό ως απειλή»
    - «Μύτη σε καταρράκτη αν χρειαστεί» μου απάντησε σοβαρή.
    - «Σπόρε;»
    - «Δεν ακούω κουβέντα!» μου δήλωσε σφίγγοντάς με σα βόας.

    Λίγη ώρα αργότερα η θερμοκρασία μου επανήλθε στα φυσιολογικά της επίπεδα και τα δόντια μου σταμάτησαν να κροταλίζουν. Με κοίταξε με κουταβίσιο βλέμμα.

    - «Πάω» μου είπε.
    - «Που πας;»
    - «Μύτη καταρράκτη, δεν είπατε;»
    - «Το είπα.»

    Χωρίς να πει κάτι άλλο έκανε μερικά βήματα αριστερά. Έκλεισε τα μάτια της και πήρε βαθιές ανάσες προσπαθώντας να πάρει θάρρος. Έκανε το βήμα και χώθηκε κάτω από το παγωμένο νερό αλλά την τράβηξα αμέσως.

    - «Όχι άλλο, κοριτσάκι μου» της είπα τρυφερά. Η πισίνα δίπλα είχε αδειάσει οπότε σκαρφαλώσαμε και πάλι πίσω και χωθήκαμε και οι δύο κάτω από το ζεστό νερό που έπεφτε με δύναμη.

    Και εκεί η φόρα του νερού έκανε τη Μυρσίνη να προσφέρει στο φιλοθεάμον κοινό το θέαμα που είχε προσφέρει στο φόρουμ πριν λίγη ώρα. Το νερό της κατέβασε το μαγιό και η ίδια δεν το πήρε χαμπάρι και εγώ δεν είπα τίποτα. Στην πισίνα ήταν μια παρέα εφήβων οι οποίοι δεν μπορούσαν να πάρουν τα μάτια τους από πάνω της.

    Χαζογελώντας χώθηκα και εγώ κάτω από το ζεστό νερό και αφέθηκα στο μασάζ του. Καθίσαμε ακίνητοι για λίγη ώρα έχοντας την ολόθερμη συμπαράσταση του φιλοθεάμονος κοινού.

    - «Μυρσίνη, πάμε ξενοδοχείο να αλλάξουμε για να πάμε να φάμε.»
    - «Ό,τι θέλετε εσείς» μου είπε.
    - «Για αρχή να σηκώσεις το μαγιό σου» της είπα βάζοντας τα γέλια και τότε ήταν που η Μυρσίνη συνειδητοποίησε ότι εδώ και κάμποση ώρα ήταν γυμνόστηθη. «Εσένα θέλουμε» συνέχισα και άρχισα να βαράω παλαμάκια με ενθουσιασμό. Οι πιτσιρικάδες το πιάσανε και άρχισαν να χτυπάνε και εκείνοι παλαμάκια και να σφυρίζουν. Εγώ είχα κλάσει από τα γέλια ενώ η Μυρσίνη είχε γίνει πιο κόκκινη και από υπεραιμικό ινδιάνο που τον έχει νταλακιάσει ο ήλιος της Μοχάβε.

    Και εκεί το άτιμο το θηλυκό γύρισε προς το κοινό της και έκανε βαθιά υπόκλιση κερδίζοντας ένα ακόμα γύρο από επιδοκιμασίες.

    Είναι ΛΑΤΡΕΙΑ!

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΗΜΙΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΑ)
     
  7. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Κεφάλαιο 11: Que sera, sera

    Φύγαμε από τα λουτρά και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Είχε πάει σχεδόν απόγευμα αλλά δεν πεινούσα ακόμα.

    - «Μυρσίνη μου, θες να ετοιμαστούμε και να πάμε να φάμε ή αντέχεις ακόμα; Δεν πεινάω ιδιαίτερα.»
    - «Εγώ πεινάω λιγάκι να σας πω την αλήθεια, είμαι εδώ και καιρό στο συγκεκριμένο πρόγραμμα και από το πρωί είμαι με μια κοτόπιτα και κάμποσο Βρασίδα και φωτιά θα πέσει να με κάψει αν κάνω παράπονο για το τελευταίο αλλά το στομάχι γουργουρίζει»
    - «Ναι, αυτό δε μπορεί να συνεχιστεί έτσι, το μηχάνημα θα πρέπει να φορτίσει και λίγο!»
    - «Εγώ σας το είπα ότι θα γυρίσετε μισός στην Αθήνα!»
    - «Κάνε πίσω νυμφομανές γύναιο!» της είπα καθώς με πλησίασε κοιτώντας με σαν ξερολούκουμο.
    - «Μουαχαχαχαχαχαχα» έκανε με υποτιθέμενα σατανικό γέλιο

    Την αιφνιδίασα αρπάζοντας την και σηκώνοντάς την στα χέρια μου κάνοντάς την να βγάλει μια τσιρίδα. Κάθισα στην άκρη του κρεβατιού με τη Μυρσίνη μπρούμητα πάνω στα γόνατά μου. Της κατέβασα το κάτω μέρος του μαγιό ενώ η ίδια προσπαθούσε να αντισταθεί και ταυτόχρονα να συγκρατήσει τα γέλια της.

    Της έριξα μερικές για την τιμή των όπλων αλλά κάπου εκεί με έπιασαν και εμένα τα γέλια και σχόλασε ο γάμος.

    - «Μπα σε καλό σου» της είπα και την άφησα να σηκωθεί. Αμ δε, η Μυρσίνη γονάτισε μπροστά μου και ακούμπησε το κεφάλι της στα γόνατά μου χαμογελώντας μου.
    - «Βρασίδα μου;»
    - «Βρασίδω μου;»
    - «Είμαι πολύ happy» μου δήλωσε.
    - «Κι εγώ κοριτσάκι μου» της απάντησα χαϊδεύοντάς τη στα μαλλιά. Δεν απάντησε, έκλεισε τα μάτια της και ξάπλωσε το κεφάλι της πάνω στα πόδια μου και αφέθηκε στο χάδι των χεριών μου.
    - «Ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του πατέρα μου ήταν το κάθε λιμάνι και καημός του Γαβαλά. Είναι η ζωή μια θάλασσα κι εμείς καπεταναίοι και είναι στ’ αλήθεια τυχεροί όσοι πεθαίνουν νέοι. Δεν είναι ειρωνικό; Δεν είχε κλείσει καν τα 40 όταν τον χάσαμε. Τι σόι τύχη ήταν αυτή; Η μητέρα μου δεν είχε κλείσει καν τα τριάντα όταν βρέθηκε με μια δεκάχρονη κόρη και ένα πεντάχρονο γιο μόνη της.»
    - «Τι σ’ έπιασε τώρα βρε;» τη ρώτησα τρυφερά.
    - «Ένας από τους λόγους για τους οποίους είχα τόσο πολλούς ερωτικούς συντρόφους αλλά ελάχιστες ουσιαστικές σχέσεις ήταν ότι φοβόμουν. Φοβόμουν να νιώσω ευτυχισμένη, φοβόμουν ότι κάτι θα συμβεί και θα χαθεί σα σαπουνόφουσκα. Δεν άντεχα να νιώθω δέσιμο, δεν άντεχα να νιώθουν εξάρτηση σε μένα. Από την άλλη… αυτό που επιθυμούσα με όλη μου την καρδιά με τρόμαζε ακόμα περισσότερο. Πώς… πώς να αφήσεις τον εαυτό σου, πως να αφεθείς όταν ξέρεις ότι με ένα τσαφ μπορούν όλα να γκρεμιστούν σαν πύργος από τραπουλόχαρτα;»

    Τη χάιδεψα τρυφερά. Την έπιασα από το σαγόνι και την πίεσα απαλά προς τα πάνω ώστε να με κοιτάξει. Χαμήλωσε τα μάτια της.

    - «Τι σ’ έπιασε τώρα βρε χαζούλα;» τη ρώτησα.
    - «Μη με διώξετε» μου είπε βουρκωμένη.
    - «Τι είναι αυτά που λες, Μυρσίνη μου; Γιατί να σε διώξω; Τι σ’ έχει πιάσει;»
    - «Δεν… δεν ξέρω» μου είπε και έβαλε τα κλάματα αγκαλιάζοντας σφιχτά τα πόδια μου. Να πω ότι δεν τα χρειάστηκα λίγο θα ήταν ψέμα. Τι την είχε πιάσει στα καλά καθούμενα; Μην ξέροντας τι να κάνω την σήκωσα και την πήρα στην αγκαλιά μου. Σφίχτηκε πάνω μου σα βόας κόβοντάς μου σχεδόν την ανάσα. Την έσφιξα κι εγώ πάνω μου και τη χάιδευα στα μαλλιά αφήνοντάς την να ξεσπάσει από εγώ δεν ξέρω τι. Της πήρε λίγη ώρα είναι η αλήθεια και σταμάτησε πάνω που ένιωθα ότι θα έπρεπε να καταφύγω στη δερματική αναπνοή αν ήθελα να βγω ζωντανός από το δωμάτιο.
    - «Τι είναι κοριτσάκι μου;» τη ρώτησα.
    - «Ανασφάλειες» μου απάντησε μονολεκτικά και ειλικρινά.
    - «Είσαι μπούφος» της είπα τρυφερά.
    - «Είμαι» μου είπε ρουφώντας τη μύτη της.
    - «Σήκω» της είπα και την πήρα από το χέρι και την πήγα δίπλα από το τζάκι. “You know the drill”. Πήγε και ακούμπησε τη μύτη της στον τοίχο αλλά αυτή τη φορά πήγα δίπλα της και ακούμπησα κι εγώ τη μύτη μου στον τοίχο.
    - «Τι κάνετε;» με ρώτησε.
    - «Σου κάνω παρέα» της είπα.
    - «Δεν είμαι τιμωρία;»
    - «Τιμωρία είσαι!»
    - «Ναι αλλά εσείς δεν είστε!»
    - «Κι εγώ τιμωρία είμαι!»
    - «Γιατί;;;;»
    - «Γιατί όταν ήρθαμε στο ξενοδοχείο ορκίστηκα στον εαυτό μου πως αν δεν σου μαυρίσω τον κώλο δε θα με λένε Βρασίδα!»
    - «Μα μου τον μαυρίσατε!»
    - «ΔΕ ΜΕ ΛΕΝΕ ΒΡΑΣΙΔΑ!!!!» απάντησα και το κλικ την έκανε να βάλει τα γέλια.
    - «Ο τοίχος του σπιτιού σας είναι καλύτερος» μου δήλωσε.
    - «Συνήθεια είναι όλα!» της είπα.
    - «+10» μου είπε.
    - «Ρε θα με δείρεις και από πάνω;»
    - «Έχετε υπεργολάβο, θα τις φάει αυτός για λογαριασμό σας» μου είπε.
    - «Αναρωτιέμαι τι θα σκεφτόταν αν έμπαινε μέσα η καμαριέρα και μας έβλεπε και τους δύο με την μύτη στον τοίχο»
    - «Μιλτιάδη;» μου είπε κάνοντάς με να γουρλώσω τα μάτια.
    - «Με φώναξες με το όνομά μου; Θα λιποθυμήσω!» της είπα.
    - «Σας ευχαριστώ» μου είπε.
    - «Είσαι μπούφος!» της απάντησα.
    - «This is very well established.»
    - «Λήξις» είπα και τραβήχτηκα. Η Μυρσίνη γύρισε και με κοίταξε, ήταν δακρυσμένη.
    - «Έλα εδώ βρε κλαψιάρα» της είπα και άνοιξα την αγκαλιά μου και όρμισε πάνω μου. «Μυρσίνη μου;» τη ρώτησα.
    - «Πείτε μου!»
    - «Σε πειράζει να ανασαίνω, έτσι για την αλητεία;»
    - «Ουφ» μου είπε χαλαρώνοντας ελάχιστα το σφίξιμο.
    - «ΑΕΡΑ» της έκανα
    - «Αφού!» μου είπε αλλά χαλάρωσε το σφίξιμο και το αίμα άρχισε να κυκλοφορεί και πάλι.
    - «Άντε, πάμε να αλλάξουμε να πάμε να φάμε!»

    Κατεβήκαμε στο αυτοκίνητο και ανηφορήσαμε προς την Όρμα, στην ταβέρνα που μας είχε συστήσει η ρεσεψιόν. Ο κατάλογος την δικαίωσε, αυτό έχω να πω! Παραγγείλαμε το φαγητό μας και μισό κιλό κρασί. Όταν μας τα έφεραν η Μυρσίνη μου γέμισε το ποτήρι και μετά γέμισε και το δικό της.

    - «Στην υγειά μας, σπόρε» της είπα
    - «Στην υγειά μας, Βρασίδα μου» μου είπε και τσουγκρίσαμε τα ποτήρια πίνοντας ο καθένας μας μια γουλιά από το υπέροχο, γλυκό κρασί.
    - «Ωραίο κρασί! Λες να το πουλάνε και χύμα;»
    - «Θέλετε να πάω να ρωτήσω;»
    - «Δε χρειάζεται, όταν μας φέρει τα φαγητά τον ρωτάμε»
    - «Όπως θέλετε» μου είπε.
    - «Λοιπόν, Μυρσίνη, πώς σου φαίνεται μέχρι στιγμής;»
    - «Μέχρι στιγμής οι καλύτερες διακοπές που έχω κάνει στη ζωή μου!»
    - «Και ας μην είναι σκηνή;» τη ρώτησα πειρακτικά.
    - «Τα accommodations είναι κλάσεις ανώτερα αλλά περισσότερο μετράει η παρέα. Στη σκηνή δεν είχα εσάς.»

    Δεν της απάντησα απλά τη χάιδεψα τρυφερά στο χέρι. Μου πήρε το χέρι, το έφερε στο στόμα της και το φίλησε.

    - «Δεν έχω λόγια…»
    - «Μυρσίνη μου…» ξεκίνησα να της λέω αλλά σταμάτησα. Απλά τη χάιδεψα απαλά στο πρόσωπο απομακρύνοντας μια τούφα που είχε πέσει μπροστά της. Εκείνη απλά χαμογελούσε αλλά τα μάτια της έλαμπαν. «Το απόγευμα λέω να κλειστούμε μέσα στο υδρομασάζ» της είπα «και το βράδυ να κάτσουμε μπροστά από το τζάκι»
    - «Αμέ!» μου απάντησε ενθουσιώδης.
    - «Αύριο το πρωί, λέω μετά το πρωινό να πάμε μια μεγάλη βόλτα με το αυτοκίνητο στο βουνό και μετά, όταν γυρίσουμε, να πάμε να κάνουμε πάλι το λουτρό μας και μετά για μασάζ!»
    - «Γιατί να περιμένετε μέχρι αύριο για μασάζ; Θα σας κάνω εγώ όταν γυρίσουμε!»
    - «Και κάνεις και υπέροχο μασάζ αλλά εγώ δεν το έχω με δαύτο. Θέλω να χαλαρώσεις κι εσύ»
    - «Αν χαλαρώσω περισσότερο απ’ ότι είμαι τώρα θα χυθώ» μου απάντησε.

    Εκείνη τη στιγμή ήρθε ο σερβιτόρος με τα φαγητά μας. Τον ρώτησα αν πουλάνε το κρασί χύμα και μετά την καταφατική του απάντηση του ζήτησα να μας βάλει σε ένα μπουκάλι. Αν και όταν πήγαμε στην Όρμα δεν πεινούσα, με τα φαγητά μπροστά μας αποδείχτηκε ότι συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο.

    Τελειώσαμε το φαγητό και όταν πληρώσαμε και φύγαμε, πήγαμε σε ένα κοντινό μαγαζί και αγοράσαμε μπόμπες για το υδρομασάζ και λάδι για να μου κάνει μασάζ η Μυρσίνη. Βολτάραμε λίγο στο χωριό, ήταν υπέροχα στην πλατεία με το πλατάνι και το ποτάμι. Πήραμε και καφεδάκια από μια καφετέρια και επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο.

    Όταν ανεβήκαμε στο δωμάτιο η Μυρσίνη πήγε και άνοιξε το διακόπτη του νερού για να αρχίσει να γεμίζει το υδρομασάζ. Πήγαμε στο δωμάτιο και γδυθήκαμε. Επειδή η μπανιέρα θα έπαιρνε λίγο ακόμα και επειδή το aircondition μόλις είχε αρχίσει να ζεσταίνει ξαπλώσαμε και οι δύο κάτω από το πάπλωμα. Χώθηκε στην αγκαλιά μου και με έσφιξε πάνω της.

    - «Βρασίδα μου;»
    - «Βόα μου;»
    - «Υπαινίσσεστε ότι σας σφίγγω;»
    - «Δεν το λες και υπαινιγμό» της είπα και τις έσκασα ένα φιλάκι στη μυτούλα.
    - «Σκέφτομαι… σκέφτομαι ότι πόσα θα μπορούσαν να έχουν γίνει και να μην είμαι εδώ σήμερα. Να μην είχα δει την ταινία. Να μην είχα γραφτεί στο φόρουμ. Να …μην είχα πλακωθεί με το μισό φόρουμ. Να μου είχαν γράψει και άλλοι μηνύματα εκείνη την μέρα που μου γράψατε για πρώτη φορά και να μην είχα μήνυμα να σας απαντήσω. Να μη σας είχα στείλει το Viber…»
    - «Ναι αλλά έγιναν όλα όπως έγιναν και τώρα είσαι εδώ.»
    - «Έχετε δίκιο… αλλά με τρομάζει το πόσα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν γίνει που… που… δε θα οδηγούσαν σε αυτό το εδώ και τώρα.»
    - «Ναι αλλά δεν έγιναν. Μυρσίνη μου, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να ανησυχείς για υποθετικές καταστάσεις, ούτε καν σαν διανοητική άσκηση. Εννοώ πως το παρελθόν που οδήγησε στο παρόν δεν αλλάζει, οι παρελθοντικές μας επιλογές δεν αλλάζουν. Η ζωή είναι στο τώρα, ένα αιώνιο τώρα, αυτό είναι που διαμορφώνει το μέλλον. Όμως το μέλλον δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο το τότε και το τώρα και το μόνο που είναι δυνητικά στο χέρι μας είναι το τώρα.»
    - «Και όμως έχει τη δική του αξία αυτό.»
    - «Η οποία είναι;»
    - «Εκτιμάς αυτό που έχεις.»

    She got a point! Την φίλησα τρυφερά και ανταπέδωσε. Αρχίσαμε να μπαλαμουτιαζόμαστε κάτω από το πάπλωμα αλλά άμα συνεχίζαμε θα κάναμε το σαλόνι πισίνα. Σηκωθήκαμε και πήγαμε μέσα στο υδρομασάζ που είχε γεμίσει σε μεγάλο βαθμό με καυτό νερό. Όσο και αν το ζεστό νερό ήταν του γούστου μας το νερό είχε θερμοκρασία που θα μας έκανε βραστά κοτόπουλα οπότε η Μυρσίνη έκλεισε τελείως το καυτό και άνοιξε το κρύο. Στο μεταξύ ρίξαμε μέσα και τις βόμβες και η επιφάνεια του νερού γέμισε αφρούς.

    Σε λίγη ώρα το νερό ήταν ό,τι έπρεπε. Μπήκε μέσα πρώτη αλλά πριν την ακολουθήσω πήγα και γέμισα δύο ποτήρια με το υπέροχο γλυκό κρασί. Της έδωσα τα ποτήρια να τα κρατήσει για λίγο και μπήκα κι εγώ στο υδρομασάζ και κάθισα απέναντί της. Μου έδωσε το ποτήρι μου και αφού τσουγκρίσαμε, ήπιαμε μια γουλιά κρασί και ανοίξαμε το υδρομασάζ.

    Η αίσθηση του νερού στο σώμα μου ήταν υπέροχη. Είχα ξαπλώσει προς τα πίσω και είχα κλείσει τα μάτια όταν ένιωσα το πόδι της Μυρσίνης να ψαχουλεύει το όργανό μου. Άνοιξα τα μάτια, με κοιτούσε με παιχνιδιάρικο γεμάτο αταξία βλέμμα. Έκλεισα τα μάτια μου δείχνοντας πόσο το απολάμβανα και τότε ένιωσα και το δεύτερο πόδι της πάνω μου. Άρχισε να με παίζει αργά και αισθησιακά και με πολλή τέχνη -να τα λέμε αυτά- με τις πατούσες της.

    Η ρουφιάνα έχει πραγματικό ταλέντο. Μου ξέφυγε ένας στεναγμός ικανοποίησης, η αίσθηση του νερού να μου κάνει μασάζ σε πλάτη, πλευρά, χέρια και πόδια και του πούτσου μου στα πόδια της Μυρσίνης ήταν the staff that dreams are made of.

    Της έκανα νόημα να έρθει προς εμένα. Ήρθε προς εμένα.

    - «Κάτσε πάνω μου» της είπα.
    - «Εννοείτε…;» με ρώτησε.
    - «Εννοώ» της απάντησα.

    Έπιασε τον πούτσο μου στο χέρι της και το οδήγησε μέσα στο μουνάκι της. Μετά με ένα στεναγμό κάθισε πάνω μου. Είχα το στήθος της στο πρόσωπό μου, μας πήρε λίγο να βρούμε το ρυθμό μας. Άρχισε να κουνιέται αργά και αισθησιακά μπρος πίσω έχοντας με αγκαλιάσει από το σβέρκο. Είχε κλειστά τα μάτια και δάγκωνε τα χείλη της μη σταματώντας ούτε στιγμή τον ερωτικό της χορό.

    - «Μην επιταχύνεις» της είπα. «Δε θέλω να με κάνεις να τελειώσω, θέλω απλά να τον νιώθω μέσα σου, θέλω να νιώθω την απόλαυση χωρίς την κορύφωση. Εσύ αν θες να τελειώσεις μπορείς να το κάνεις»

    Σταμάτησε για λίγο να κινείται. Κρατώντας με μέσα της άρχισε να μου μιλάει.

    - «Είναι υπέροχος ο οργασμός αλλά… αυτό που δεν καταλαβαίνουν πολλές φορές οι άντρες είναι ότι δεν είναι απαραίτητα το ζητούμενο. Τουλάχιστον για μένα. Αισθάνομαι υπέροχα που σας έχω μέσα μου, ο οργασμός θα ήταν απλά ένα κερασάκι… ή έστω καρπούζι, ωστόσο δεν είναι η τούρτα. Η τούρτα είναι πως με κάνει να αισθάνομαι αλλά με εσάς… με εσάς και μόνο κάτι ακόμα περισσότερο. Το πως σας κάνω εγώ να αισθάνεστε. Εννοώ… όταν χθες με πήρατε για πρώτη φορά από πίσω με πόνεσε αλλά ταυτόχρονα… η συναίσθηση του πόσο αυτό σας άρεσε, του ότι με παίρνετε με αυτό τον τρόπο που δεν το είχε κάνει κανείς. Ξέρω ότι εσείς προτιμάτε το «με πήρατε» αλλά αυτά είναι semantics άνευ σημασίας, όχι πραγματικής.»
    - «Εσύ το βλέπεις ως “μου δόθηκες”;»
    - «Ναι και όχι. Μου αρέσει το “σας δόθηκα” ως έκφραση αλλά στο τέλος της ημέρας -που λέτε κι εσείς- είναι άνευ σημασίας. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι έκανα κάτι που δεν είχα κάνει με κανέναν και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που μου το είχαν ζητήσει. Μου το δηλώσατε και το κάνατε. Και όσο και αν πονούσε στην αρχή ήταν… ήταν υπέροχο. Ήταν παράδοση… δεν ξέρω πως να σας το πω.»
    - «Προσφορά ή χρήση;» τη ρώτησα.
    - «Semantics. Δεν έχει πραγματικά σημασία. Εννοώ αν σας έλεγα «σας πρόσφερα τον εαυτό μου» θα άλλαζε κάτι στην απόλαυσή σας; Αν μου πείτε «σε χρησιμοποίησα» θα άλλαζε κάτι στο πόσο με γέμιζε η πράξη, πόσο όμορφα με έκανε να αισθάνομαι η απόλαυση που αντλούσατε;»
    - «Και όμως Μυρσίνη, οι λέξεις που χρησιμοποιούμε λένε πολλά πράγματα για το πως αντιλαμβανόμαστε μια κατάσταση. Η προσφορά είναι προσφορά, τον έλεγχο τον έχει αυτός που προσφέρει και όχι αυτός που ζητά. Η πεμπτουσία του D/s είναι η συνειδητοποίηση ότι η υποτακτική δεν προσφέρει τον εαυτό της, αφήνεται, παραδίνεται, στον Κύριό της να τη χρησιμοποιήσει με τον τρόπο που εκείνος επιθυμεί. Η υποτακτική είναι εκεί γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, όχι γιατί δεν έχει εναλλακτικές αλλά οι εναλλακτικές για την ίδια είναι χειρότερες από την παραδοχή της υποταγής της. Αυτό ακριβώς είναι η κατίσχυση, είναι το σημείο που η υποτακτική αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί αλλιώς, ότι ο μόνος τρόπος να είναι στα πόδια του Κυρίου της είναι να αποδεχτεί ότι δεν υπάρχει άλλη θέση. Στα πόδια του ή μακριά του. Αυτό που έλεγες, “μερικές φορές νιώθω το χέρι σας να μου σφίγγει το λαιμό και ακόμα και όταν νιώθω ότι με πνίγετε, το να πάρετε το χέρι σας από πάνω μου είναι ακόμα πιο τρομακτικό.»
    - «Δεν είναι εύκολο μερικές φορές.»
    - «Το ξέρω. Για πες μου, ποιες φορές νιώθεις ότι σε πνίγω;»
    - «Τότε που είχατε βγει με την Fahrenheit_451. Σας το είχα πει, είχα ρίξει πολύ κλάμα. Στο μυαλό μου έπαιζε μόνο το “take it or leave it”. Προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι ο δρόμος που έχω αποδεχτεί είναι εγώ να σας ανήκω και όχι το αντίθετο. Δεν μπορούσα… και… και ακόμα δεν μπορώ να αποστασιοποιηθώ. Όμως…»
    - «Όμως;»
    - «Όμως είμαι εδώ. Δεν έχει σημασία που παίξατε μαζί της, δεν έχει σημασία που ήταν το δικό της στόμα που σας ικανοποίησε εκείνο το βράδυ. Εννοώ… δεν είναι ότι δεν με πείραξε… αλλά… αλλά είδα στην πράξη… ότι δεν άλλαξε τίποτα. Ήθελα να σας κρατήσω μούτρα εκείνο το βράδυ αλλά… όταν σας είδα… όταν μου χαμογελάσατε… τα ξέχασα όλα σε μια στιγμή. Τα ξέχασα… εννοώ τα έβαλα στην άκρη… εκείνη τη στιγμή μόνο το χαμόγελό σας είχε σημασία. Και μετά… Ακόμα με πειράζει αλλά πάλι… όταν σας τα είπα όλα αυτά περίμενα ότι θα με βάλετε τιμωρία. Όμως εσείς απλά με πήρατε στην αγκαλιά σας και μου μιλήσατε. Ακόμα και τις στιγμές που ήθελα να σας ανοίξω το κεφάλι… ένα βλέμμα σας και… δεν ξέρω. Όχι λούφαζα… Δεν ξέρω πως να το πω. Αυτό που ξέρω είναι ότι με πετάξατε στα βαθιά αλλά δεν… δεν μ’ αφήσατε να πνιγώ. Μου δώσατε το χέρι σας να κρατηθώ.»
    - «Μυρσίνη μου αυτά δε γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη, στο έχω πει πολλές φορές. Μακάρι να είμαστε πάντα στο happy path αλλά ο πραγματικός κόσμος δεν έχει μόνο αυτό. Και θα ζηλέψεις και θα αμφιβάλλεις και θα φοβηθείς… γι’ αυτό έχει τεράστια σημασία να είσαι ειλικρινής μαζί μου. Εκτίμησα αφάνταστα το γεγονός ότι παρά το φόβο σου για την αντίδρασή μου δεν προσπάθησες να τα κρύψεις κάτω από το χαλί, το οποίο σε διαβεβαιώ ότι θα ήταν το χειρότερο δυνατό από κάθε άποψη.»
    - «Ήταν τόσο χαζό, αυτό με πείραξε. Εννοώ… εννοώ ότι αν ήταν απλά το σεξ δε θα με είχε πειράξει. Ήταν… ήταν το S/m παιχνίδι. Ένιωσα… ένιωσα ανεπαρκής.»
    - «Γιατί είσαι μπούφος.»
    - «Είμαι… αλλά… είμαι ο δικός σας μπούφος, Αφέντη»
    - «Χμμμ»
    - «Το ξέρω, Μιλτιάδη» μου απάντησε σοβαρή, λέγοντας για δεύτερη φορά στην ημέρα το όνομά μου και βάζοντας σε ρίσκο όποιο φούρνο είχε μείνει όρθιος από την πρώτη. «Μου είπατε να είμαι ειλικρινής μαζί σας και αυτό κάνω. Σε αυτό το χώρο σε αυτό το τώρα.»
    - «Όταν γυρίσουμε Αθήνα θα ξαναβγώ με την Μαρία.»
    - «Θα κάνετε αυτό που επιθυμείτε»
    - «Κι εσύ;»
    - «Θα κάνω αυτό που επιθυμείτε»
    - «Και δε θα σε χαλάσει;»
    - «Θα με χαλάσει… Δε θα πετάξω τη σκούφια μου αλλά είναι δική σας απόφαση, όχι δική μου. Αν μπεις στο χορό, χορεύεις αλλιώς δεν έχεις καμία θέση στην πίστα.»
    - «Και μετά θα παίξουμε και οι τρεις μας»
    - «Ό,τι θέλετε εσείς Βρασίδα μου» μου είπε χαμογελαστή.
    - «Για σήκω» της είπα και σηκώθηκε και την ακολούθησα κι εγώ. Βγήκαμε έξω και σκουπιστήκαμε στα γρήγορα.

    Την πήρα από το χέρι και πήγαμε στο δωμάτιο. Την έβαλα να γονατίσει και να με πάρει στο στόμα της. Όταν καύλωσα επαρκώς την σήκωσα και την έβαλα να ξαπλώσει στο κρεββάτι. Χωρίς άλλα προκαταρκτικά ανέβηκα πάνω της και μπήκα μέσα της.

    - «Κοίτα με» της είπα καθώς είχε την τάση να κλείνει τα μάτια της όταν κάναμε σεξ. Άρχισα να κουνιέμαι αργά στην αρχή μέσα της. Τα μάτια της με κοίταζαν με Λατρεία. Καρφώθηκα μέσα της κάνοντάς την να στενάξει. Δεν κρατούσα σταθερό ρυθμό, άλλοτε κινούμουν αργά άλλοτε γρήγορα, άλλοτε έμπαινα σχεδόν όλος μέσα της, άλλοτε τραβιόμουν σχεδόν απ’ έξω. Κρατούσα σταθερά το βλέμμα μου πάνω της και τα μάτια της έλαμπαν σαν το πιο πολύτιμο πετράδι.

    Επιτάχυνα τις κινήσεις μου. Ήταν τόσο απίστευτα όμορφη η αίσθηση μέσα της χωρίς προφυλακτικό, πόσο θα ήθελα να μπορούσα να τελειώσω μέσα της, βαθιά της. «Θέλω να μπορούσα να τελειώσω μέσα σου» της είπα με μεγάλη δυσκολία.
    - «Μπορείτε» μου είπε. «Κι εγώ θέλω…»

    Το ξέρω πως εκ των υστέρων αυτό που έκανα δεν έδειχνε καθόλου υπευθυνότητα ωστόσο η απάντησή της με έκανε και το έχασα τελείως. Επιτάχυνα κι άλλο κοιτώντας τη Μυρσίνη στα μάτια, νιώθοντας το τέλος να έρχεται… και όμως… αυτό σα να ήθελε να παίξει μαζί μας, δεν ερχόταν. Η Μυρσίνη κάποια στιγμή έκλεισε ασυναίσθητα τα μάτια και της ξέφυγε ένα αναφιλητό.

    - «Κοίτα με» της είπα σχεδόν χωρίς ανάσα και άνοιξε τα μάτια της για μερικές στιγμές και τα ξανάκλεισε ενώ της ξέφυγε ακόμα ένα αναφιλητό. Τα άνοιξε και πάλι και έφερε τα χέρια της στο πρόσωπό μου και μου το αγκάλιασε. Μου είχε κοπεί σχεδόν η ανάσα αλλά αυτή τη φορά ο οργασμός ήρθε και ήταν ο εντονότερος που είχα ζήσει μαζί της. Κοκάλωσα ενώ ο πούτσος μου άδειαζε βαθιά μέσα της. Ήταν… ήταν… δεν ξέρω κι εγώ τι ήταν! Ασυνήθιστα μεγάλης διάρκειας και έντασης… Έπεσα πάνω της και τη φίλησα βαθιά και κάθισα μέσα της φιλώντας την μέχρι που ο πούτσος μου ζάρωσε και σχεδόν βγήκε μόνος του από μέσα της.

    Από το μουνάκι της έτρεξε λίγο χύσι.

    - «Ήταν… Θεέ μου… ήταν…» είχα χάσει τη μιλιά μου.

    Η Μυρσίνη δεν απάντησε, απλά μου χαμογέλασε.

    - «Συγνώμη» της είπα.
    - «Για ποιο πράγμα;»
    - «Αυτό… αυτό που έκανα ήταν τελείως ανεύθυνο»
    - «Δεν κάνατε κάτι που δεν ήθελα»
    - «Μυρσίνη…»
    - «Βρασίδα μου άδικα ανησυχείτε. Δεν είναι οι γόνιμες μέρες μου…»
    - «Μυρσίνη, δεν γίνεται έτσι η αντισύλληψη»
    - «Σε δύο μέρες περιμένω περίοδο και έχω πολύ τακτικό κύκλο. Είμαι πάνω από 14 μέρες από την τελευταία γόνιμη μέρα μου»
    - «Να δω τι θα πεις αν μεθαύριο δε σου έρθει περίοδος»
    - «Πώς θα το ονομάσουμε;» μου είπε βγάζοντας τη γλώσσα της.
    - «Μυρσίνη, δεν είναι αστείο!»
    - «Το ξέρω, σας πειράζω.»
    - «Πώς τον έλεγαν τον πατέρα σου;»
    - «Είχε όμορφο όνομα, τον έλεγαν Ορέστη»
    - «Ορέστη αν βγει αγόρι… Να μην την πούμε Ορεστιάδα αν βγει κορίτσι πάντως. Ειρήνη, από τη γιαγιά μου;»
    - «Υπέροχο όνομα» μου είπε γελώντας.
    - «Still not funny» αναστέναξα.
    - «Να σας στείλω στον τοίχο καμιά ώρα να έρθετε στα ίσια σας;»
    - «Με κοροϊδεύεις σπόρε;»
    - «Ανησυχείτε άδικα, αυτό προσπαθώ να σας πω.»
    - «Από την άλλη θα ήθελα και ένα αγοράκι» της είπα.
    - «Εμείς να είμαστε καλά και ίσως μια μέρα γίνει και αυτό» μου είπε χαμογελαστή.

    Σηκώθηκε και πήγε και πήρε το λάδι.

    - «Ξαπλώστε μπρούμητα» μου είπε. Άπλωσε το λάδι και άρχισε να με τρίβει και αφέθηκα στην φροντίδα της προσπαθώντας να χαλαρώσω.

    Δεν ξέρω γιατί μου είχε έρθει αυτή η παρόρμηση, αυτό που ήξερα ήταν ότι δεν μπόρεσα να την ελέγξω. Το γεγονός ότι η ίδια δε μου έβαλε φρένο δεν ήταν σε καμία περίπτωση δικαιολογία. Δεν είχε μόνο εκείνη δρόμο, είχα κι εγώ. Θα ήμουν ψεύτης ωστόσο αν δεν παραδεχόμουν ότι ο ρομαντικός μέσα μου δεν είχε σκιρτήσει στο «Εμείς να είμαστε καλά και ίσως μια μέρα γίνει και αυτό». Δεν ήταν μόνο η Μυρσίνη που είχε δαγκώσει γερά τη λαμαρίνα, του λόγου μου δεν ήμουν καλύτερος. Τόσο γερά που το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν το μέλλον μου μαζί της… όχι… μην είμαι ψεύτης. Τόσο γερά που δεν μπορούσα, δεν ήθελα, να σκεφτώ το μέλλον μου χωρίς τη Μυρσίνη.

    Whatever will be, will be…

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ)
     
  8. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    δεν ξέρω πώς ερμηνεύεται το "στοχαστικά", αλλά και εδώ να τελείωνε, θα ήταν ιδανικό φινάλε  
     
  9. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Ελπίζω να βρω στο μέλλον χρόνο και διάθεση να τη συνεχίσω... αλλά ναι, την έφερα σε ένα σημείο που δίνει ένα αισιόδοξο closure το οποίο ο καθένας είναι ελεύθερος να το ερμηνεύσει όπως θέλει  
     
  10. D Q Juls

    D Q Juls Αρχή...Διαδρομή...Ηδονή...

    Εγώ προσωπικά θα περιμένω.
    Όπως περιμένω συνέχεια σε όλες τις ιστορίες σου.
    Μου φτιάχνουν τη μέρα.
    Οπότε όταν και αν υπάρχει χρόνος αλλά κυρίως όταν γράφοντας τες φτιάχνει και η δική σου μέρα θα είμαι εδώ να τις διαβάσω.  
     
  11. Brt

    Brt #ολαπολυ

    Κι εγώ όταν έχω κάνει πολύ σεξ και πεινάω, βάζω τα κλάματα, γενικά με πιάνει ένα νταουνιασμα. Ούτε ανασφάλειες ούτε τίποτε πολύπλοκα συναισθήματα. Απλά πείνασε 

    επιπλέον εκεί που τον έχει από κάτω και πηδιούνται, ελεος τι λογοδιάρροια. «Όλα τώρα θα τα πούμε; Να συγκεντρωθούμε λιγάκι»    
     
  12. White_Dream

    White_Dream Flying to the moon

    Κι εγώ θα περιμένω τη συνέχεια, ή αλλιώς μια καινούργια ιστορία γιατί διαβάζω πολύ ευχάριστα τον συγκεκριμένο συγγραφέα