Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Το τραγούδι της Βιολέτας

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 2 Μαρτίου 2022.

  1. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Είχε πάει κοντά έντεκα η ώρα όταν συνειδητοποιήσαμε ότι δεν έχουμε φάει.

    - «Θέλεις να πεταχτούμε για σουβλάκια;» με ρώτησε ο Στέργιος
    - «Αν το θέλεις κι εσύ, πάμε. Αλλά αν με ρωτάς θα προτιμούσα να μη βγούμε έξω.»
    - «Θέλεις να πάμε να φτιάξουμε στα γρήγορα μια μακαρονάδα;»
    - «Αμέ! Πολύ» του απάντησα ενθουσιασμένη. Σηκωθήκαμε και οι δύο τσίτσιδοι και πήγαμε στην κουζίνα, η οποία χωριζόταν από την σαλοτραπεζαρία με ένα μεγάλο πάσο. Ο Στέργιος μου έδωσε μια κατσαρόλα και τη γέμισα μέχρι τη μέση νερό. Εκείνος άνοιξε το ψυγείο και έβγαλε τριμμένη παρμεζάνα, bacon, βούτυρο και κρέμα γάλακτος. Μετά από το ντουλάπι έβγαλε μια κονσέρβα μανιτάρια Και αλεύρι.
    - «Bacon, μανιτάρια και σως παρμεζάνα» μου είπε.
    - «You know how to make a woman happy» του είπα γελαστή.
    - «Ναι, εδώ και λίγη ώρα είσαι από αυτό» μου είπε πειρακτικά.
    - “Woman or happy?”
    - “Woman and happy” είπε και συνέχισε να φτιάχνει τη σάλτσα.

    Πόσο με ενοχλούσε εκείνη η φράση μέχρι σήμερα. «Με έκανε γυναίκα», λες και πριν ήμουν ψυγειοκαταψύκτης ξέρω ‘γω. Σήμερα… σήμερα ήταν διαφορετικά.

    - «Στέργιο;»
    - «Βιολέτα;» μου απάντησε στον ίδιο τόνο.
    - «Να σε ρωτήσω κάτι;»
    - «Να με ρωτήσεις» είπε συνεχίζοντας να ανακατεύει τη σάλτσα.
    - «Σου αρέσει εσένα η φράση έγινα γυναίκα;»
    - «Αν δεν ήσουν από πριν, θα είχαμε σοβαρό πρόβλημα καθότι straight»
    - «Τότε γιατί είπες εδώ και λίγη ώρα είμαι και woman και happy;»
    - «Γιατί για κάμποση ώρα δεν ήσουν ακριβώς happy.»

    Αντί να απαντήσω πήγα από πίσω του όπως έφτιαχνε τη σάλτσα και τον αγκάλιασα. Μου ήρθε παιχνιδιάρικη διάθεση ξαφνικά και κατέβασα το χέρι μου και τον χούφτωσα, νιώθοντας το όργανό του να θεριεύει μέσα στο χέρι μου.

    - «Θα με αφήσεις να μαγειρέψω ή θα έχουμε άλλα;» μου είπε πειρακτικά.
    - «Γιατί, τι σε εμποδίζω;» τον ρώτησα αθώα.
    - «Με αποσυντονίζεις» μου είπε.
    - «Καλά, θα σταματήσω να μιλάω» είπα ακόμα με πιο σκανταλιάρικη διάθεση τον έσπρωξα να γυρίσει προς το μέρος μου και γονατίζοντας τον πήρα στο στόμα μου.
    - «Δε θα φάμε σήμερα» τον άκουσα να λέει.
    - «Μμμμ» είπα καθώς υπήρχαν τεχνικές δυσκολίες στο να μιλήσω.
    - «Εσύ καλά τρως, εμένα δε με λυπάσαι που είμαι σα σκιάχτρο;» με ρώτησε αλλά από την άλλη με άρπαξε από το μαλλί δίνοντάς μου ρυθμό.

    Σταμάτησα και σήκωσα το βλέμμα μου και τον κοίταξα.

    - «Θέλεις να σταματήσω, Στέργιο;»
    - «Θα σε αφαλοκόψω, νιάναρο» μου είπε και σταματώντας με έσκυψε και με σήκωσε όρθια. Του έπαιξα ναζιάρικα τα μάτια. «Δε μου λες, θες όταν φάμε να πάμε πάλι στο καραόκε;»
    - «Αμέ!» του είπα ενθουσιασμένη.
    - «Θέλω να μου τραγουδήσεις κάποια τραγούδια, αν τα έχει.»
    - «Ό,τι θέλεις εσύ» του είπα χαμογελαστή.
    - «Δεν ξέρω αν τα ξέρεις όλα»
    - «Στέργιο, νομίζω ότι η σάλτσα καίγεται!»
    - «ΑΜΑΝ!!!» είπε αλλά ευτυχώς η σάλτσα που για λίγη ώρα είχε αφεθεί στην τύχη της δεν έπαθε ζημιά. «Τράβα ντύσου γιατί… γιατί!»
    - «Αυτό είναι αδικία!» του είπα.
    - «Και αφού ντυθείς πέντε λεπτά με την μύτη στον τοίχο»
    - «Και αυτό είναι αδικία» του είπα παραπονιάρικα.
    - «Καλά, δέκα λεπτά»
    - «Αυτό είναι καθαρή τοκογλυφία!»
    - «15 λεπτά»
    - «Λέω να πηγαίνω» του είπα. Δεν ήταν πραγματική τιμωρία, το καταλάβαινα, παιχνίδι ήταν οπότε όταν ντύθηκα και στήθηκα στον τοίχο χαζοχαμογελούσα. Ωραία, δεν είχα δει και την ώρα.

    Δε νομίζω πάντως να με άφησε να κάτσω και τα δεκαπέντε λεπτά, ήρθε από πίσω μου και μου έχωσε μια σιγανή σφαλιάρα στον κώλο και με γύρισε προς το μέρος του. Τον κοίταξα με λατρεία, ήταν και αυτός ντυμένος. Τον αγκάλιασα από τους ώμους και τον φίλησα, αυτή τη φορά ήμουν εγώ η επιθετική. Όχι, παίζουμε! Με αγκάλιασε και εκείνος αλλά το χάδι του ήταν τρυφερό. Τραβήχτηκε και τον άφησα απρόθυμα.

    - «Η σάλτσα είναι έτοιμη και σε λίγο θα είναι και τα μακαρόνια. Πάμε» μου είπε και με πήρε από το χέρι.
    - «Ποια τραγούδια θέλεις να σου πω;» τον ρώτησα.
    - «Α, ναι. Για αρχή το Sweet Dreams. Για σένα θα είναι παιχνιδάκι. Το επόμενο είναι πιο δύσκολο αλλά από την κορώνα που τράβηξες στο woman in love πιστεύω ότι το έχεις.»
    - «Ποιο είναι;»
    - «Το Gloria»
    - «Της Branigan?» τον ρώτησα.
    - «Υπάρχει και άλλο;»
    - «Θα μας πάρουν με τα ζαρζαβατικά» του είπα.
    - «Η θα έχει πάλι standing ovation. Άσε τις ντροπές.»
    - «Για να δούμε…» Προσπάθησα να θυμηθώ τους στοίχους, η αλήθεια είναι ότι πολλά από αυτά τα τραγούδια μου τα είχε γνωρίσει ο ίδιος ο Στέργιος. Η Gloria ήταν από τα αγαπημένα μου. Άρχισα να τραγουδάω a cappella το σημείο που θεωρούσα πιο δύσκολο.

    Gloria, I know they got your number
    I know they got the alias
    That you’ve been living under
    But you really don't remember
    Was it something that they said?
    Are the voices in your head calling, Gloria?


    - «Το ‘χεις» μου απάντησε ο Στέργιος ενθουσιασμένος κάνοντάς με να χαμογελάσω.
    - «Τι άλλο θα θέλατε να σας πω καλέ μου κύριε;» τον ρώτησα.
    - «Το dancing queen»
    - «Στέργιο, σοβαρά θα μας πάρουν με τα σάπια λάχανα!»
    - «Μη φοβάσαι μωρό μου! Εγώ θα είμαι στην άκρη, προστατευμένος» μου είπε και έβαλα τα γέλια.
    - «Θα μου τραγουδήσεις κι εσύ κάτι;» τον ρώτησα με παρακλητικό βλέμμα;
    - «Εγώ δεν έχω όμορφη φωνή όπως εσύ αλλά αν μπορώ να το πω θα το προσπαθήσω. Έχεις κάτι στο μυαλό σου;»
    - «Ναι… το πρώτο τραγούδι που χορέψαμε. Το put a spell on you»
    - «Σίγουρα θα φάμε σάπια λάχανα αλλά δε μασάνε τα ελληνικά στρατά!» μου είπε.

    Φάγαμε τα μακαρόνια μας γελώντας και πειράζοντας ο ένας τον άλλον, ήταν τόσο όμορφα! Αφού τελειώσαμε το φαγητό κατεβήκαμε στο αυτοκίνητο και ανηφορήσαμε προς τον Άγιο Στέφανο. Το καραόκε μπαρ είχε ακόμα περισσότερο κόσμο από χθες. Καθίσαμε και παραγγείλαμε τα ποτά μας και μετά ο Στέργιος με έστειλε στο DJ να ρωτήσω αν είχε τα τραγούδια. Ήλπιζα να μην έχει το Dancing queen. Ο DJ με θυμόταν από εχθές και μου χαμογέλασε.

    - «Καλώς την! Πάνω που είχα πάρει απόφαση να καρφώσω πιρούνια στ’ αφτιά μου, ήρθες να μου σώσεις την βραδιά!»
    - «Αν σου πω τι μου ζήτησε το αγόρι μου να τραγουδήσω μπορεί και να το πάρεις απόφαση πιο γρήγορα» του είπα γελώντας.

    Εκείνη τη στιγμή κάποιος προσπαθούσε να μας πάρει τα αφτιά τραγουδώντας με εξωφρενικό φάλτσο κάνοντας όλο το μαγαζί να γελάει.

    - «Πόσο χειρότερο μπορεί να είναι;» με ρώτησε ο DJ ακόμα γελώντας.
    - «Λοιπόν, για μένα το Sweet Dreams…»
    - «Ευκολάκι» είπε κόβοντάς με.
    - «Μετά το Gloria»
    - «Το χεις!» μου είπε δίνοντάς μου θάρρος.
    - «Και το dancing queen»
    - «Το ‘χεις, το ‘χεις!»
    - «Το θέμα είναι να τα έχεις κι εσύ γιατί αλλιώς το αν το έχω ή όχι είναι άνευ σημασίας»
    - «Τα έχω και τα τρία!»
    - «Και για το αγόρι μου θέλω το put a spell on you αλλά όχι την εκτέλεση της Simone αλλά αυτή των CCR»
    - «Ναι, καλό θα ήταν να μην είσαι μαζί του όταν θα το πει…»
    - «Το έχεις;»
    - «Εγώ το έχω… εκείνος δεν το έχει αν κρίνω από το χθεσινό σας ντουέτο»
    - «Πόσο χειρότερος μπορεί να είναι από αυτόν που δολοφονεί το αγριολούλουδο;»
    - «Θα μάθουμε» μου είπε φιλοσοφικά. «Θα πρέπει να περιμένετε βέβαια για να γυρίσουμε και πάλι το πρόγραμμα στα ξένα τραγούδια»
    - «Κανένα πρόβλημα!» του είπα και γύρισα στο τραπέζι με το Στέργιο.

    Όταν γύρισα τα ποτά είχαν έρθει.

    - «Τα είχε τα τραγούδια;»
    - «Τα έχει, τα έχει. Ενθουσιάστηκε που με είδε… για σένα δεν ξέρω, με συμβούλεψε να μην ανέβω μαζί σου όταν θα τραγουδήσεις!» του είπα γελώντας.
    - «Όοοοχι… μαζί μου θα έρθεις, μόνος μου θα φάω τις ντομάτες;»
    - «Δεν είναι δίκαιο! Εγώ μόνη μου θα τα πω!»
    - «Life is not fair, νιάνιαρο» μου είπε βγάζοντάς μου τη γλώσσα.

    Και εκεί μας ήρθαν σφηνάκια. Κοιτάξαμε τη σερβιτόρα με απορία.

    - «Κερασμένα από τον ιδιοκτήτη» μας είπε χαμογελαστή. Γυρίσαμε προς τον DJ -αυτός φαίνεται ήταν και ο ιδιοκτήτης- που μας σήκωσε το δικό του ποτήρι. Ανταποδώσαμε το χαιρετισμό και ήπιαμε τα σφηνάκια μας. Δεν είχα ξαναπιεί τεκίλα και μου ήρθε κάπως!
    - «Αυτά είναι!» είπε ο Στέργιος απτόητος. «Τελικά η ιδέα σου προχθές για το καραόκε ήταν από τις καλύτερες των τελευταίων χρόνων» συνέχισε χαμογελαστός.

    Αυτός που τραγουδούσε τώρα ήταν καλός, όχι αστεία!

    Στο άδειο μου πακέτο απόψε μπήκες
    Δεν ξέρω τι ζητάς και αν το βρήκες


    - «Ρε αυτός είναι καλός!» είπε ο Στέργιος με πραγματικό θαυμασμό. Το τραγούδι δεν το είχα ακούσει ξανά αλλά μου άρεσε… πολύ!

    Μα τι να πω που είμαι στεγνός από ψιλά και από παρέα
    Και σ’ αγαπώ γιατί είσαι άπιαστη σαν όλα τα ωραία


    - «Έχω μια ιδέα!» είπα στο Στέργιο. «Θα πάω να ζητήσω ένα τραγούδι που αρέσει πολύ στους γονείς μου»

    Σηκώθηκα και πήγα στον DJ

    - «Σ’ ευχαριστούμε για το κέρασμα!»
    - «Μωρέ δώσε εσύ παράσταση και μέχρι και ποσοστά σας κόβω!»
    - «Αυτός που τραγουδάει τώρα είναι πολύ καλός!»
    - «Ο Νίκος; Αυτός είναι πραγματικός τραγουδιστής. Έρχεται μερικές φορές εδώ και τραγουδάει.»
    - «Σοβαρά μιλάς;»
    - «Γιατί να σου πω ψέματα;»

    Του ζήτησα το τραγούδι.

    - «Από φωνή σίγουρα το έχεις» μου είπε. «Και αν κρίνω από το χθεσινό σου woman in love έχεις και συναίσθημα. Εντάξει, το ‘χεις. Περίμενε λίγο.»

    Έκανα να φύγω αλλά με φώναξε.

    - «Περίμενε, αυτό θέλει και δεύτερη φωνή. Να ρωτήσουμε το Νίκο αν θέλει να κάνει τη δεύτερη φωνή.»
    - «Ναι αλλά δεν το είπα στο Στέργιο. Δεν ξέρω αν θα με αφήσει!»
    - «Ποιος είναι ο Στέργιος;» με ρώτησε.
    - «Το αγόρι μου.»
    - «Γιατί να μη σ’ αφήσει» με ρώτησε στην αρχή με απορία. «Κατάλαβα, είναι ζηλιάρης ε;» Τι να του έλεγα τώρα;
    - «Όχι, αλλά δεν του αρέσουν οι εκπλήξεις.»
    - «Καλά, πήγαινε ρώτα τον και έλα να μου πεις, μην φωνάξω το Νίκο άδικα εδώ»

    Πήγα στο Στέργιο

    - «Στέργιο μου;»
    - «Βιολέτα μου;»
    - «Το τραγούδι που θέλω να πω κανονικά το λένε δύο. Ο DJ μου πρότεινε τη δεύτερη φωνή να την κάνει ο Νίκος, αυτός που τραγουδούσε πριν λίγο.»
    - «Θαυμάσια ιδέα!» είπε
    - «Δε σε πειράζει;»
    - «Γιατί να με πειράξει, κοριτσάκι μου;»
    - «Που… που δεν το είπα σε εσένα.»
    - «Μου το είπες πριν από λίγο. Μου αρκεί. Πήγαινε στο DJ» μου είπε και καθώς περνούσα από μπροστά του μου έριξε μια απαλή στα πισινά που με έκανε να χοροπηδήσω ξαφνιασμένη.

    …αλλά χαμογελαστή.

    - «Αν θέλει και ο ίδιος να τραγουδήσει μαζί μου δεν υπάρχει πρόβλημα!» του είπα.

    Ο DJ έκανε νόημα στο Νίκο που καθόταν με μια παρέα να έρθει εδώ. Του εξήγησε ότι το τραγούδι ήθελε και δεύτερη φωνή και τον ρώτησε αν ενδιαφέρεται. Τον διαβεβαίωσε ότι έχω πολύ καλή φωνή και ότι χθες είχα δώσει παράσταση οπότε δεν θα τον έκανα ρεζίλι.

    - «Νίκος» μου είπε χαμογελώντας δίνοντας μου το χέρι του.
    - «Βιολέτα» του απάντησα εξίσου χαμογελαστή.

    Δεν είχε απλά ωραία φωνή, ήταν και όμορφος άντρας. Θα πρέπει να ήταν κοντά στα 40. Ερωτευμένη ξε-ερωτευμένη δεν μπόρεσα να μη νιώσω γοητευμένη.

    - «Πόσων Μαΐων είστε δεσποινίς» με ρώτησε γελαστά.
    - «19 Μαΐων» του απάντησα. «Φρέσκια-φρέσκια, την Δευτέρα που μας πέρασε τα έκλεισα» του είπα.
    - «Μπράβο σου για τα μουσικά σου γούστα» μου είπε. «Αλήθεια, τι τραγούδησες χθες;»
    - «Το woman in love είπα αλλά μετά μια παρέα μου ζήτησε να τους τραγουδήσω το Ελισσώ, ξέρετε, αυτό της Τσαλιγοπούλου»
    - «Είπες το woman in love;» με ρώτησε.
    - «Όχι απλά το είπε» τον διέκοψε ο DJ, «σηκώθηκε όρθιο το μαγαζί και την χειροκρότησε.»
    - «Κοίτα να δεις το πιτσιρίκι» είπε με θαυμασμό ο Νίκος

    Θα ήμουν ψεύτρα αν δεν έλεγα ότι το τελευταίο δεν έκανε την καρδιά μου να σκιρτήσει.

    - «Πάμε Βιολέτα;» με ρώτησε και μου έκανε νόημα να περάσω μπροστά.
    - «Πάμε» απάντησα πρόθυμα και προχώρησα.

    Σταθήκαμε και οι δύο μπροστά από το autocue. Δεν το χρειαζόμουν, το τραγούδι το ήξερα απ’ έξω και ανακατωτά.

    Το τραγούδι ξεκίνησε και όταν ήρθε η ώρα άρχισα να τραγουδάω. Λίγο αργότερα με συνόδευσε και ο Νίκος

    Αχ, στης ζωής τη στράτα αργοσβήνεις μόνη
    δίχως νά ‘χεις καμιά συντροφιά μαυρομάτα
    Πώς κλαίω και θρηνώ για τα γλυκά σου νιάτα


    Αν σε απάτησε και σε τραυμάτισε
    ο έρωτας (ο έρωτας) που φωτίζει τα μάτια σου,
    τα πανάκριβα παλάτια σου,
    η αγάπη μου θα σε γιατρέψει
    και τ όνειρο σου το παλιό θα ζωντανέψει


    Για δεύτερη φορά έγινε πανζουρλισμός από χειροκροτήματα και σφυρίγματα επιδοκομασίας

    - «Κι άλλο κι άλλο» φώναξαν από κάτω

    Κοίταξα προς το Στέργιο που είχε σηκωθεί και χειροκροτούσε όρθιος.

    «Κι άλλο, κι άλλο!» συνέχισαν επιτακτικά οι θαμώνες. Ο Στέργιος μου έκανε νεύμα.

    Ο Νίκος γύρισε και μου χαμογέλασε.

    - «Πάμε το επόμενο;»
    - «Ελπίζω να το ξέρω»

    Το ήξερα. Έπεσαν οι πρώτες νότες και τα χειροκροτήματα και τα σφυρίγματα εντάθηκαν.

    Τι σού ‘κανα και πίνεις τσιγάρο στο τσιγάρο;
    Κι είν’ τα πικρά σου μάτια στο πάτωμα καρφιά.

    Πες μου για δε μ’ αφήνεις με δυο φιλιά να πάρω
    απ’ τα θολά σου μάτια τη μαύρη συννεφιά


    Οι πόνοι που σε σφάζουν, πόνοι διπλοί για μένα.
    Σταλάζουν στην καρδιά μου τα δάκρυα που κλαις.

    Νά ‘ξερες πως σπαράζουν τα μέσα μου για σένα
    που στέκεσαι μακριά μου και λόγο δε μου λες.


    Αν μη τι άλλο τα χειροκροτήματα και τα σφυρίγματα επιδοκιμασίας ήταν ακόμα πιο έντονα. Υποκλιθήκαμε και οι δύο και κινήσαμε καθένας για το τραπέζι του ενώ τα χειροκροτήματα δεν είχαν σταματήσει ακόμα.

    Εκείνο το βράδυ θα είχα γίνει ντέφι από τα κεράσματα αλλά με σταμάτησε ο Στέργιος που και εκείνος σταμάτησε να πίνει καθότι οδηγούσε. Ο DJ ήρθε να μας βρει στο τραπέζι μας.

    - «Δε θα ξαναπληρώσετε ποτό εδώ» μας δήλωσε ενθουσιασμένος. «Το μπαρ έχει τρελαθεί να παίρνει κεράσματα.»
    - «Η μικρή δεν έχει μάθει να πίνει κι εγώ έχω να οδηγήσω» του είπε ο Στέργιος.
    - «Σας παρακαλώ ένα ακόμα να το πιείτε.»
    - «Όχι πάλι τεκίλα» είπα παρακλητικά και έβαλε τα γέλια.
    - «Καλά, εσένα θα σου φέρω κάτι πιο ελαφρύ; Εσύ;» ρώτησε το Στέργιο.
    - «Άντε, θα πιώ μια τεκίλα ακόμα» του είπε.
    - «Αυτά είναι κερασμένα από το Νίκο, αν μη τι άλλο το δικό του κέρασμα έχει προτεραιότητα» είπε ο DJ και έφυγε. Σε λίγο μας έφερε τα ποτά μας η σερβιτόρα και μας πλησίασε και ο Νίκος.

    - «Στην υγειά μας παιδιά» είπε χαμογελαστός και μας τσούγκρισε τα ποτήρια. «Ελπίζω κάποια στιγμή να το επαλανάβουμε. Βιολέτα έχεις υπέροχη φωνή. Να σε χαίρονται» είπε και έκλεισε το μάτι του προς τον Στέργιο και μετά γύρισε και έκλεισε και σε μένα συνωμοτικά το μάτι κάνοντας την καρδιά μου να ρίξει πέντε τούμπες κάνοντάς με άθελά μου να τον κοιτάξω σαν ερωτοχτυπημένη κοπελίτσα.

    Και μετά συνειδητοποίησα το βλέμμα του Στέργιου πάνω μου και μου κόπηκαν τα πόδια.

    Δε χαμογελούσε.

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
     
  2. Lady in Corslet

    Lady in Corslet Mind the gap...

    Έφυγα από την καρέκλα...    
     
  3. ArtLover

    ArtLover Eleotris Margaritacea

    Speechless once more  
     
  4. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Δεν ήταν ακριβώς θυμωμένος αλλά έδειχνε πειραγμένος. Ζηλεύει; Δεν μου είχε περάσει καν από το μυαλό ότι ο Στέργιος θα μπορούσε να ζηλέψει εμένα. Του έπιασα το χέρι και του το χάιδεψα.

    - «Στέργιο μου;» Δεν απάντησε, απλά αναστέναξε. «Στέργιο μου;» του είπα με μια δόση ανησυχίας.
    - «Έλα ησύχασε. Δεν έγινε τίποτα… απλά… με πείραξε ο τρόπος που τον κοίταξες. Αλλά χαζομάρες, ωραίος άντρας είναι… αλίμονο.»
    - «Στέργιο…» πήγα να πω αλλά με έκοψε.
    - «Βιολέτα μου, δεν έκανες κάτι κακό. Κοίταξες ένα ωραίο άντρα με βλέμμα θαυμασμού. Δεν έγινε τίποτα, δεν είναι κακό» μου είπε και μου χαμογέλασε. «Με πείραξε, ξυδάκι και θα μου περάσει.»
    - «Δε θέλω να σε κάνω να αισθάνεσαι άσχημα» του είπα.
    - «Δε με κάνεις βρε χαζούλα. Δεν έκανες κάτι κακό, απλά κοίταξες ένα όμορφο άντρα με θαυμασμό. Εντάξει, με πείραξε λίγο γιατί… αλλά δεν έκανες κάτι κακό.»
    - «Σίγουρα;» τον ξαναρώτησα.
    - «Φτάνει. Μη το συζητάμε άλλο, δεν υπάρχει λόγος να χαλάμε τη βραδιά μας.»
    - «Δε θα ξανατραγουδήσω μαζί του!» του δήλωσα.
    - «Μωρέ θα το κάνεις και θα πεις κι ένα τραγούδι» είπε και μετά γέλασε με τη σκέψη. «Tell me about tautologies» και γέλασε ακόμα πιο δυνατά. «Βιολέτα, στα σοβαρά τώρα, καταλαβαίνω την καλή σου πρόθεση αλλά όσο είσαι μαζί μου αυτές οι αποφάσεις δεν σου ανήκουν.»
    - «Μα εγώ…»
    - «Βιολέτα» μου είπε αυστηρά και το βούλωσα.

    Δεν είπαμε κάτι περισσότερο, συνεχίσαμε να πίνουμε τα ποτά μας. Δεν μπορώ να πω, από τη μία με κολάκευε η σκέψη ότι ο Στέργιος ζήλεψε, γιατί ζήλεια ήταν αυτό, αλλά από την άλλη με πείραξε που άθελά μου έγινα η αιτία να υπάρξει έστω και αυτή η μικρή στεναχώρια. Ήταν πράγματι ωραίος άντρας ο Νίκος, πώς μπορεί κανείς να ελέγξει το θαυμασμό του για το ωραίο; Από την άλλη ο Στέργιος δεν απαίτησε τίποτα τέτοιο.

    Τι θα έκανα εγώ αν έβλεπα το Στέργιο να κοιτάει μια άλλη γυναίκα με θαυμασμό; Τι ρωτάω, τούρκος θα γινόμουν αν και το ένστικτό μου μου φώναζε ότι ακόμα και αν ένιωθα κάτι τέτοιο καλά θα ήταν να το κρατήσω μέσα μου ή να το εκφράσω πολύ προσεκτικά στον ίδιο.

    Ουφ, τον ήθελα και πάλι αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Ο Στέργιος φώναξε τη γκαρσόνα.

    - «Παρακαλώ;» του είπε όταν ήρθε.
    - «Σε παρακαλώ, κέρασε την παρέα απέναντι» είπε δείχνοντας το Νίκο και την παρέα του «ένα γύρο σφηνάκια τεκίλα. Και φέρε ένα για μένα και ένα πιο ελαφρύ για τη μικρή εδώ» είπε και του χαμογέλασα.
    - «Βεβαίως» είπε η κοπέλα και έφυγε. Ήρθε λίγο μετά με το δίσκο και μας έδωσε τα σφηνάκια μας και μετά πήγε στη διπλανή παρέα.
    - «Έλα πάμε να τσουγκρίσουμε» είπε ο Στέργιος και σηκώθηκε και τον ακολούθησα.
    - «Σας ευχαριστούμε πολύ» είπε ο Νίκος χαμογελώντας. «Χρήστος, Ανθή, Μάριος, Ελένη και Νάντια» είπε δείχνοντάς έναν-έναν την παρέα του
    - «Στέργιος, χάρηκα παιδιά» είπε ο Στέργιος
    - «Βιολέτα» είπα ντροπαλά και δώσαμε το χέρι μας σε όλους.
    - «Στην υγειά των τραγουδιστάδων μας» είπε η Νάντια χαϊδεύοντας τρυφερά τον Νίκο, μάλλον ήταν η γυναίκα του ή η κοπέλα του.
    - «Στην υγειά τους» είπε ο Στέργιος και ήπιαμε όλοι τα σφηνάκια μας. Το δικό μου ήταν σναπς και πάλι, αν είχα πιει τρεις τεκίλας θα είχα αρχίσει να κουδουνίζω.

    Εδώ και λίγη ώρα είχε γυρίσει στα ξένα αλλά τα κανονικά τραγούδια γιατί δεν είχε ζητήσει κάποιος να τραγουδήσει. Εκεί ο DJ σταμάτησε τη μουσική και έκανε κονσομασιόν.

    - «Ένα χειροκρότημα για τη Βιολέτα που θα μας τραγουδήσει ABBA» είπε και μου έκανε νόημα να πάω στο stand.
    - «That’s my cue και οι θεοί να σας λυπηθούν» τους είπα προσπαθώντας να αστειευτώ. Από κάτω άρχισαν πάλι τα χειροκροτήματα και οι επιδοκιμασίες τα οποία αυξήθηκαν κατακόρυφα όταν έπεσαν οι πρώτες νότες

    You can dance, you can jive, having the time of your life
    see that girl, watch that scene
    digging the Dancing Queen

    You are the dancing Queen
    Young and sweet only seventeen
    Dancing queen, feel the beat of the tambourine
    You can dance, you can jive, having the time of your life



    Όταν τέλειωσα ακολούθησε και πάλι πανζουρλισμός από τις επιδοκιμασίες. Ένιωθα υπέροχα. Δεν κατέβηκα καν από το stand, μετά έπαιξε και το Gloria.


    Gloria, I know they got your number
    I know they got the alias
    That you’ve been living under
    But you really don't remember
    Was it something that they said?
    Are the voices in your head calling, Gloria?



    Και συνέχισα

    Sweet dreams are made of this
    And who am I to disagree?
    I traveled the world and the seven seas
    Everybody’s looking for something



    Μετά σηκώθηκε ο Νίκος και έκανα να φύγω.

    - «Στάσου, μύγδαλα» μου είπε και έβαλα τα γέλια. Κοίταξα προς το Στέργιο που είχε κάτσει με την παρέα του Νίκου και μου έστειλε ένα φιλάκι κάνοντας την καρδιά μου να λιώσει.
    - «Ποιο θα πούμε;» τον ρώτησα
    - «Το I got you babe. Ξεκινάς εσύ. Το ξέρω πως το ξέρεις, μας το είπε ο Στέργιος!»

    Αν το ήξερα λέει;

    IRC, #gkarizontas_me_toys_lykous τρία χρόνια πριν

    Mariache: Loipon, exw mia idea. O kathenas tha afierwsei ena tragoydi ston allon
    Andalousianos_skylos: Oreksh pou thn exeis
    Mariache : Giati mwre, exeis na kaneis kati kalytero;
    * Pitsirika thelei na kanei afierwsh
    Andalousianos_skylos: XA!
    Pitsirika: Afierwmeno eksairetika ston Andalousiano skylo: I got you babe, Sonny & Cher
    Kopritor: Na deis ayth mia mera tha soy ksoyrisei kai to moystaki
    Andalousianos_skylos: Dwse tharros sto xwriath!
    Blue_Danube: Fae to ksylo sou san antras. Esy ti 8a ths afieroseis;
    Andalousianos_skylos: Rolling stones, she’s a rainbow
    Pitsirika: Awwwwwwwwwww <3 <3 <3

    Χαμογέλασα προς το Στέργιο. Ξεκίνησα εγώ να τραγουδάω

    They say we're young and we don't know
    Won't find out till we grow


    Συνέχισε ο Νίκος

    Well I don't know why that's true
    'Cause you got me baby, I got you


    Και μετά και οι δύο μαζί

    Babe, I got you babe, I got you, babe

    Όταν τελειώσαμε έκανα να γυρίσω αλλά ήρθε ο Στέργιος προς εμένα. Μπροστά σε όλο τον κόσμο με άρπαξε και με φίλησε παθιασμένα στο στόμα κερδίζοντας ένα νέο γύρο από επιδοκιμασίες και πειρακτικά σφυρίγματα.

    - «Κάτσε εδώ, με εσένα δίπλα δε θα μου πετάξουν σάπια λάχανα» μου είπε και κάθισε στο stand. Έπεσαν οι πρώτες νότες

    I put a spell on you
    Because you're mine

    You better stop the things you do
    I tell you, I ain't lying
    I ain't lying


    Δεν το είπε άσχημα πάντως και δεν το λέω επειδή είμαι το κορίτσι του. Όταν τέλειωσε πήγαμε στην άλλη παρέα και τους ευχαριστήσαμε και μετά επιστρέψαμε στο τραπέζι μας όπου μας περίμεναν ακόμα δύο σφηνάκια. Ο Στέργιος το σήκωσε και το μύρισε και χαμογέλασε.

    - «Δεν πρέπει να είναι με αλκοόλ… καρπούζι μου μυρίζει!»
    - «Άντε άσπρο πάτο» του είπα.

    Από ένα διπλανό τραπέζι μας σήκωσαν τα ποτήρια, μάλλον εκείνοι μας είχαν κεράσει. Ανταποδώσαμε και αδειάσαμε τα ποτήρια. Είχε πάει 01:30

    - «Λοιπόν, μικρή, την κάνουμε γιατί στο τέλος μας βλέπω να γινόμαστε τύφλα;»
    - «Από τώρα;» τον ρώτησα με μια μικρή δόση απογοήτευσης. «Τέσσερεις έχω πει ότι θα γυρίσω»
    - «Τέσσερεις θα γυρίσεις» μου είπε χαμογελώντας μου πονηρά.
    - «Ε πες το έτσι» του είπα, τα ποτά με είχαν λύσει τελείως. Πήγαμε από την παρέα του Νίκου και τους χαιρετήσαμε
    - «Από τώρα ρε παιδιά;» είπε ο Νίκος
    - «Έχουμε πρωινό ξύπνημα αύριο» είπε ο Στέργιος χωρίς να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Μετά πήγαμε στον DJ
    - «Ελπίζω να το κάνετε στέκι! Η Βιολέτα είναι ατραξιόν» είπε σοβαρός. «Εννοείται ότι έχετε κάβα για όλο το καλοκαίρι, δεν υπάρχει τραπέζι που να μη σας κέρασε!»
    - «Χαχα θα δούμε» απάντησε ο Στέργιος. «Καληνύχτα καλή συνέχεια» του είπε
    - «Καληνύχτα παιδιά» μας είπε χαμογελώντας.

    Κατεβήκαμε στο αυτοκίνητο.

    - «Πού πάμε;» τον ρώτησα
    - «Θα δεις» μου είπε και ξεκίνησε. Ξεκινήσαμε και όπως την προηγούμενη φορά κατεβαίνοντας προς Κηφισιά αλλά ενώ είμαστε ακόμα στο ύψος της Εκάλης δεξιά. Λίγη ώρα μετά βγήκαμε σε παράδρομο της Εθνικής και εκεί έστριψε προς Αθήνα. Ούτε ένα-δυο χιλιόμετρα παρακάτω σταμάτησε σε ένα ξενοδοχείο.
    - «Δε θα ήταν προτιμότερο να πάμε σπίτι σου;» τον ρώτησα.
    - «Βιολέτα, zip it» μου είπε και το έραψα με τη μία.

    Κατεβήκαμε και μπήκαμε μέσα. Είχε λίγο κόσμο στο σαλόνι, μάλλον περίμεναν να ελευθερωθεί κάποιο δωμάτιο. Πήγαμε στη ρεσεψιόν.

    - «Το τζακούζι είναι ελεύθερο;» ρώτησε ο Στέργιος.
    - «Ναι, αλλά θα πρέπει να περιμένετε δέκα λεπτά να το ετοιμάσουμε και σήμερα δεν μπορείτε να το κλείσετε για πάνω από δύο ώρες» του είπε.
    - «Δύο ώρες είναι μια χαρά.»
    - «Πηγαίνετε στο σαλονάκι να κάτσετε και θα σας φωνάξουμε» μας είπε.

    Η αλήθεια είναι ότι ένιωσα ελαφρώς άβολα αλλά δε βαριέσαι; Όλοι γι’ αυτή τη δουλειά είχαν έρθει εδώ. Ο Στέργιος με είχε αγκαλιά από τη μέση. Δεν καθίσαμε κάπου, περιμέναμε όρθιοι και το ράδιο δε βοηθούσε καθώς είχαν βάλει σταθμό με τσιφτετελοσκυλάδικα, δηλαδή έλεος. Μας φώναξαν και μας έδωσαν το κλειδί. Ανεβήκαμε στο δωμάτιο, ήταν στον τελευταίο όροφο.

    - «Βιολέτα, γέμισε σε παρακαλώ το τζακούζι» είπε ο Στέργιος.
    - «Αμέσως» του είπα και πήγα στο μεγάλο στρογγυλό τζακούζι και το άνοιξα το νερό να το γεμίσω. Θα έπαιρνε κάμποση ώρα.

    Ο Στέργιος ήρθε και με έπιασε από πίσω και με έσφιξε πάνω του. Μετά άρχισε να μου χουφτώνει τα στήθη και να μου φιλάει το σβέρκο και τα αφτιά κάνοντάς με να ριγήσω. Μου σήκωσε τη μπλούζα και μου έβγαλε το σουτιέν. Πέταξε μπλούζα και σουτιέν σε μια καρέκλα και άρχισε να με χουφτώνει εκ νέου αυτή τη φορά τσιμπώντας μου τις ρώγες.

    Σταμάτησε και πήγε στο τηλέφωνο.

    - «Θα μας φέρετε δυο μπύρες, σας παρακαλώ;» ρώτησε τη ρεσεψιόν. «Πάω να δω το νερό, όταν έρθουν σε παρακαλώ φέρε τις μπύρες»
    - «Μάλιστα» του είπα και έκανα να βάλω τη μπλούζα μου.
    - «Δε θα βάλεις τη μπλούζα σου. Γυμνή από πάνω θα του ανοίξεις»
    - «Μα…»
    - «Βιολέτα, δε θα το πω δεύτερη φορά.»
    - «Μάλιστα» είπα μαγκωμένη. Ωραία, θα γινόμουν και θέαμα. Μην είμαι ψεύτρα πάντως, ταυτόχρονα καύλωσα και ένιωσα το μουνάκι μου να υγραίνεται ακόμα περισσότερο και ήμουν ήδη μούσκεμα.

    Ο Στέργιος ήταν ακόμα ντυμένος, το τζακούζι ήταν μεγάλο και είχε γεμίσει μέχρι τη μέση.

    - «Έλα εδώ» μου είπε και κατέβασε το παντελόνι του βγάζοντας έξω το όργανό του. «Πάρε με στο στόμα σου» με διέταξε και χωρίς να καθυστερήσω ούτε δευτερόλεπτο γονάτισα μπροστά του και τον πήρα στο στόμα μου. Θα μου έπαιρνε καιρό να καταφέρω να τον ικανοποιώ όπως ήθελε ωστόσο ακολουθώντας την ίδια τακτική που είχα ακολουθήσει πριν μερικές ώρες στο διαμέρισμά του κατάφερα να ακολουθήσω το ρυθμό που μου έδινε το χέρι του κρατώντας με από τα μαλλιά. Είχα κλείσει τα μάτια μου και είχα επικεντρωθεί σε εκείνον τόσο που δεν άκουσα την πόρτα που χτύπησε. «Πήγαινε να πάρεις τη μπύρα»

    Σηκώθηκα ξεροκαταπίνοντας και άνοιξα την πόρτα. Φαίνεται ότι στο ξενοδοχείο είχαν ανάλογες εμπειρίες γιατί το παιδί που έφερε τις μπύρες δεν έδειξε έκπληξη ούτε δυσφορία. Αν μη τι άλλο με κοίταξε για λίγο καλά-καλά αλλά αν το βλέμμα του έδειχνε το οτιδήποτε αυτό ήταν επιδοκιμασία. Πήρα το δίσκο με τις μπύρες και τα ποτήρια και αφού τον ευχαρίστησα έκλεισα την πόρτα.

    Στο μεταξύ το τζακούζι είχε γεμίσει. Ο Στέργιος μπήκε μέσα και άφησε να του ξεφύγει ένας στεναγμός απόλαυσης. Ακούμπησα τα μπουκάλια στον ειδικό χώρο που είχε στην άκρη το τζακούζι και έβγαλα κιλοτάκι, παντελόνι και παπούτσια και μπήκα κι εγώ μέσα. Το νερό είναι αλήθεια ότι θα το προτιμούσα λίγο πιο ζεστό αλλά σε καμία περίπτωση η θερμοκρασία του δεν μου ήταν δυσάρεστη.

    Ο Στέργιος άνοιξε το μηχανισμό και αμέσως ένιωσα σε πολλά σημεία του σώματός μου το ρεύμα του νερού που άρχισε να κάνει μπουρμπουλήθρες. Πήγα να γεμίσω το ποτήρι του αλλά μου έκανε νόημα ότι θα έπινε από το μπουκάλι. Του έδωσα το μπουκάλι του και πήρα και το δικό μου.

    - «Στις χαρές μας» είπε
    - «Στις χαρές μας, Στέργιο μου» του είπα χαμογελαστή και τσουγκρίσαμε τα μπουκάλια. Εκείνος ήπιε μερικές γερές γουλιές ενώ εγώ αρκέστηκα σε δύο γουλιές.

    Καθίσαμε αρκετή ώρα στο νερό μιλώντας και πίνοντας τις μπύρες μας. Κάποια στιγμή ο Στέργιος σηκώθηκε και βγήκε έξω και τυλίχτηκε στο μπουρνούζι. Μου ζήτησε να βγω κι εγώ έξω. Με βοήθησε να βάλω το δικό μου μπουρνούζι και με έτριψε με αυτό κάνοντάς με και πάλι να ριγήσω.

    - «Σε θέλω» του ψιθύρισα.
    - «That’s the idea» μου είπε και με πήρε σηκωτή στα χέρια κάνοντάς με να μου ξεφύγει μια τσιρίδα χαράς. Με άφησε απαλά στο κρεββάτι και μου έβγαλε το μπουρνούζι. Έκανα λίγο στο πλάι και ξάπλωσε δίπλα μου.

    Άρχισε να με φιλάει στο λαιμό και μετά κατέβηκε στα στήθη μου αλλά αυτή τη φορά το έκανε τρυφερά σχεδόν, χωρίς να με πονέσει. Με τη γλώσσα του και τα χείλη του έπαιζε με τις ρώγες μου κάνοντάς με να ανατριχιάσω ολόκληρη. Μετά κατέβηκε σιγά-σιγά προς τα κάτω και όταν ένιωσα τη γλώσσα του στην κλειτορίδα μου το σώμα μου τεντώθηκε αντανακλαστικά σαν τόξο. Θεέ μου ήταν υπέροχα, υπέροχα!

    ΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜ

    - «ΣΕ ΘΕΛΩ» φώναξα. «ΣΕ ΘΕΛΩ! ΣΕ ΘΕΛΩ»

    Μπήκε μέσα μου και αν και πόνεσα και πάλι μου κόπηκε η ανάσα από την ηδονή.

    ΜΜΜΜΜΜΜΜ ΑΑΑΑΑΑΑ ΜΜΜΜΜΜΜ

    Ήταν… ήταν υπέροχο. Ο πόνος υποχώρησε σχετικά γρήγορα ή έστω σταμάτησα να του δίνω σημασία γιατί αυτή τη φορά ήταν ακόμα καλύτερα από την πρώτη. Με τα πόδια μου τον είχα αγκαλιάσει και τον κρατούσα μέσα μου, να με γεμίζει, να με κάνει δική του. Τα μάτια του ήταν κλειστά και ο ιδρώτας λαμπύριζε στο μέτωπό του. Που και που μου ξέφευγαν μικρά αγκομαχητά, άλλες φορές πάλι μου ήταν αδύνατο σχεδόν να εκπνεύσω χωρίς να φωνάξω.

    Μακάρι να μπορούσε να τελειώσει μέσα μου. Το ήθελα τόσο πολύ… ήθελα να νιώσω πως είναι να τελειώνει βαθιά μέσα στον κόλπο μου… ήθελα… ήθελα να είμαι δική του με όλους τους δυνατούς τρόπους, να γίνω η μάνα τον παιδιών του…

    Τρόμαξα στη σκέψη. Τρόμαξα στην ένταση του πόθου μου. Ο Στέργιος κινούνταν όλο και πιο γρήγορα κάνοντας και τη δική μου ηδονή να κορυφωθεί. Ήταν… Θεέ μου… ΥΠΕΡΟΧΟ.

    Η έκρηξη δεν ερχόταν… μα δε με ένοιαζε καθόλου. Ας μην ερχόταν, εκείνη τη στιγμή θα αντάλλαζα ευχαρίστως όλους τους οργασμούς του κόσμου για την αίσθηση πληρότητας που ένιωθα εκείνη τη στιγμή. Με το Στέργιο πάνω μου, μέσα μου…

    Μα όταν ήρθε από το πουθενά ο οργασμός ξέχασα σχεδόν το όνομά μου. Ήταν τόσο απρόσμενο, τόσο ξαφνικό, τόσο υπέροχο που δεν μπόρεσα να συγκρατήσω την κραυγή μου.

    ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ

    Ο Στέργιος τραβήχτηκε και τέλειωσε πάνω στο στομάχι μου, δεν πρόλαβε καν να έρθει να τελειώσει στο στόμα μου. Έπεσε ξέπνοος στο πλάι μου. Εγώ έμεινα ανάσκελα με το στομάχι μου γεμάτο χύσια. Γύρισε και μου χαμογέλασε και πήγε και έφερε μια χαρτοπετσέτα και με σκούπισε τρυφερά. Όταν τέλειωσα έγειρα στην αγκαλιά του και έκλεισα τα μάτια.

    Και εκεί είχε το δεύτερο γύρο. Με έβαλε να τον πάρω στο στόμα μου και όταν τον έκανα να σηκωθεί με έβαλε να κάτσω στα τέσσερα. Προς στιγμή φοβήθηκα μήπως ήθελε πάλι παρά φύσιν αλλά αυτή τη φορά μπήκε μπροστά μου.

    ΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜ

    Η αίσθηση ήταν τελείως διαφορετική, τελείως όμως. Όταν τράβηξε τα μαλλιά μου προς τα πίσω το έχασα τελείως. Αποφάσισα ότι στα τέσσερα μου άρεσε περισσότερο. Μπαινόβγαινε μέσα μου με δύναμη και που και που μου τραβούσε σφαλιάρες στα κωλομέρια. Ω ναι, στα τέσσερα ήταν σίγουρα καλύτερα. Με τράβηξε πάλι από τα μαλλιά και καρφώθηκε μέσα μου κάνοντάς με αυτή τη φορά να φωνάξω, η αλήθεια είναι ότι πόνεσα και λίγο.

    Μπορεί αυτή τη φορά να μην είχα οργασμό αλλά η αίσθηση στα τέσσερα μου άρεσε πολύ περισσότερο. Βέβαια δεν μπορούσα να τον βλέπω και αυτό ήταν ένα πρόβλημα αλλά από την άλλη… δεν ξέρω… ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ

    Αυτή τη φορά κατόρθωσε να κρατηθεί αρκετά ώστε να προλάβω να γυρίσω και να τον πάρω στο στόμα μου. Η ποσότητα ήταν σαφώς μειωμένη και αυτή τη φορά πίκριζε λίγο αλλά όπως ήμουν στα τέσσερα με το χέρι του να με κρατάει σφιχτά από τα μαλλιά και να αδειάζει με σπασμούς στο στόμα μου αυτά ήταν ασήμαντες λεπτομέρειες.

    Με είχε πάρει με όλους τους δυνατούς τρόπους. Από το στόμα, από το μουνί και από πίσω. Οκ, το τελευταίο ήλπιζα να αργήσει να το επαναλάβει ωστόσο… θα γινόταν και αυτό.

    - «Στέργιο, να σε ρωτήσω κάτι;» του είπα όταν ξάπλωσε δίπλα μου.
    - «Πες μου κοριτσάρα μου.»
    - «Δεν… δεν έχω πει μέχρι στιγμής στην Μαρία και την Ειρήνη… αυτό για το αφέντης και σκλάβα»
    - «Δεν τις αφορά. Δεν χρειάζεται να το πεις αν δε θέλεις, Βιολέτα μου.»
    - «Θα το πω όμως. Δε ντρέπομαι γι’ αυτό. Εννοώ… νιώθω λίγο άβολα… εννοώ… αλλά όχι, δεν ντρέπομαι να είμαι η σκλάβα σου.»
    - «Δεν είσαι η σκλάβα μου, Βιολέτα μου, όχι ακόμα.»
    - «Έστω… δεν ντρέπομαι… Εννοώ… είμαι αυτή που είμαι.»
    - «Ακριβώς, χαζούλα. Μπορεί να σοκαριστούν λίγο αλλά δε νομίζω ότι θα σε κόψουν από φίλη γι’ αυτό το λόγο. Και να σου πω; Αν σε κόψουν από φίλη δεν είχαν καμία θέση να είναι φίλες σου εξαρχής.»
    - «Μου επιτρέπεις να πάω για καφέ αύριο το πρωί μαζί τους, αν υποθέσουμε ότι καταφέρω να ξυπνήσω στις 10:00»
    - «Και διάβασμα πότε θα κάνεις; Μετά έχουμε να φάμε με τους γονείς σου»
    - «Έχω τελειώσει με τα διαβάσματά μου για τη σχολή, Στέργιο μου.»
    - «Μπράβο σου κοριτσάκι μου. Και για να σου απαντήσω στην ερώτηση, ναι σου επιτρέπω»
    - «Σε ευχαριστώ πολύ Στέργιο μου.»
    - «Λοιπόν, μιας και το πρωί θέλεις να πας για καφεδάκι και για να μην είμαστε και σαν άυπνα κοτόπουλα, θα γυρίσουμε λίγο νωρίτερα. Καλά δε θα είναι και πολύ, έχει πάει ήδη 02:50. Λοιπόν, ντύσου να πηγαίνουμε»
    - «Εντάξει» του είπα χαμογελαστή και πήγα και ντύθηκα. Ντύθηκε και εκείνος και αφού κατεβήκαμε στη ρεσεψιόν πήγε και πλήρωσε. Μετά έχοντας με αγκαλιά από τη μέση πήγαμε στο αυτοκίνητο. Οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι και ούτε 25 λεπτά αργότερα ήμασταν στην Πεύκη. Όπως και χθες με πήγε μέχρι την πόρτα. Με πήρε στην αγκαλιά του και φιληθήκαμε, το φιλί μας κράτησε αρκετή ώρα καθώς κανείς μας δεν έδειχνε τη διάθεση να το σταματήσει.
    - «Άντε, μαμούνι, ανέβα να πας για ύπνο γιατί μας βλέπω να ξενυχτάμε εδώ.»
    - «Σ’ αγαπάω» του είπα.
    - «Κι εγώ σ’ αγαπάω κοριτσάρα μου!»
    - «Καλή σου νύχτα… Αφέντη μου» του είπα γελαστή.
    - «Καληνύχτα κοριτσάκι μου» μου είπε και έφυγε μόνο αφού έκλεισα πίσω μου την εξώπορτα. Ανέβηκα στο σπίτι. Αυτή τη φορά ήταν η μητέρα μου που κοιμόταν στο σαλόνι.
    - «Μαμά γύρισα» της είπα χαϊδεύοντάς την τρυφερά ώστε να μην την ξυπνήσω απότομα.
    - «Τι… τι ώρα είναι;»
    - «Τρεις και τέταρτο» της είπα.
    - «Γυρίσατε νωρίτερα;»
    - «Έχουμε να φτιάξουμε και παπουτσάκια αύριο» της είπα χαμογελαστή αλλά χωρίς να μπορέσω να κρύψω το χασμουρητό μου. «Ο Ιάσωνας έχει γυρίσει;» τη ρώτησα.
    - «Γύρισε το βράδυ νταλακιασμένος από τον ήλιο. Δεν βγήκε έξω, έπεσε ξερός στις 22:00»
    - «Μαμά, πάω να κοιμηθώ γιατί το πρωί θέλω να πάω για καφέ με την Ειρήνη και τη Μαρία, έχω να τις δω καιρό και τις δύο»
    - «Εμ σου έχει πάρα τα μυαλά ο Στέργιος» μου είπε η μητέρα μου.
    - «Λίγο μόνο» της είπα και τη φίλησα και πήγα και άλλαξα στα γρήγορα.

    Έβαλα το ραδιοφωνάκι να παίζει και ρύθμισα το ξυπνητήρι να χτυπήσει στις 10:00. Αν κατάφερνα να ανοίξω τα μάτια μου είχε καλώς… αν όχι… άλλη μέρα!

    Έφερνα στο μυαλό μου τις σκηνές που έζησα με το Στέργιο. Πόσο λαχταρούσα να έρθει η μέρα που ο ύπνος και το ξύπνημα θα με έβρισκε στην αγκαλιά του…

    Ο ύπνος με βρήκε χωρίς να το καταλάβω.

    (ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
     
  5. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Δύο είχε σήμερα, δεν πιστεύω να έχεις παράπονο!
     
  6. D Q Juls

    D Q Juls Αρχή...Διαδρομή...Ηδονή...

    Απαγορεύονται τα παράπονα στον συγγραφέα. Χρειάζεται χαλάρωση και ηρεμία η συγγραφή!    
     
  7. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Πεύκη, 2004

    Εκ των υστέρων συνειδητοποίησα ότι η αρχή του τέλους ήταν εκείνη η Κυριακή και το φαγητό με τους δικούς μου.

    Ο Στέργιος ήρθε στο σπίτι και κέρδισε με σχετική ευκολία τους γονείς μου. Τους πείραζε λίγο η διαφορά ηλικίας ωστόσο είχε πάνω του πράγματα που έκαναν κλικ σε γονείς σαν τους δικούς μου. Το πρώτο γεύμα το ακολούθησε και δεύτερο και μετά τρίτο και μετά σχεδόν καθιερώθηκε, κάθε Κυριακή να τρώμε όλοι μαζί. Ο Στέργιος είχε συμπαθήσει πολύ τους γονείς μου και το πατρικό ενδιαφέρον που άρχισαν να του δείχνουν είχε χτυπήσει το ευαίσθητο σημείο του.

    Όμως εγώ είχα αρχίσει να μην αισθάνομαι καλά, να πνίγομαι. Από τη μία η πίεση της σχέσης που ήθελε ο Στέργιος και από την άλλη… οι γονείς μου που είχαν αρχίσει να τον βλέπουν σα γαμπρό, με έκανε να θέλω να ουρλιάξω. Πότε είχα αποφασίσει ότι είχε κλείσει η ζωή μου στα 19; Τον αγαπούσα το Στέργιο αλλά…

    Ψεύτρα.

    Ακόμα και έξι χρόνια μετά δεν τον έχω ξεχάσει. Αλήθεια είναι αυτό που λένε, μόνο αν χάσεις αυτό που είχες αρχίζεις μετά να συνειδητοποιείς την αξία του. Μα είναι αργά.

    Επαναστάτησα, ήθελα να ζήσω τη ζωή μου, δεν ήθελα σαν τη μητέρα μου να κάνω οικογένεια από τα 20 μου. Ο Στέργιος ποτέ δεν μου είχε δείξει ότι είχε τέτοιες προθέσεις αλλά ο πανικός μου μέσα φούντωνε και δεν μπορούσα να τον ελέγξω. Και το χειρότερο ήταν αντί να του μιλήσω το κράτησα μέσα μου… και συνέχισα να το κρατάω και να φουντώνει και να θεριεύει μέχρι που έγινε η έκρηξη.

    Ήταν Σάββατο, πηγαίναμε συχνά πλέον στο Καραόκε μπαρ και σήμερα θα ήταν και ο Νίκος. Ο Στέργιος είχε ορέξεις χωρίς να έχει καταλάβει τι γίνεται μέσα μου. Τον υπάκουα, έδινα πάντα ότι μου ζητούσε αλλά πλέον η ικανοποίησή του αντί να με γεμίζει με άδειαζε ακόμα περισσότερο, έκανε το ρήγμα να μεγαλώνει.

    Έσφιξα τα δόντια όταν μπήκε πίσω μου. Το μισούσα να με παίρνει από πίσω, του το είχα πει in no uncertain terms. Του άρεσε εκείνου όμως ο οποίος επίσης in no uncertain terms μου είχε ξεκαθαρίσει “my way or the highway”. Τις πρώτες φορές απλά φοβόμουν ότι δεν ήμουν καλή, ότι δεν θα τον ικανοποιήσω αλλά ο Στέργιος πάντα αντλούσε ευχαρίστηση από αυτή την πράξη.

    Παρά το φυσικό πόνο και την ταπείνωση που μου δημιουργούσε το υπέμεινα, όπως κάθε φορά, παθητικά.

    Εκείνο το βράδυ ο Νίκος μου ζήτησε το τηλέφωνό μου. Του το έδωσα στα κρυφά. Ένιωθα τόσο να πνίγομαι που δε με ένοιαξε καθόλου ότι ήταν παντρεμένος και ότι πολύ πιθανά να με έβλεπε σαν ένα παιχνίδι. Ο Στέργιος δε με έβλεπε σαν παιχνίδι, θα ήμουν άδικη αν είχα πει ποτέ τέτοιο πράγμα. Μακάρι να μπορούσα να πάρω τον χρόνο πίσω.

    Ο Νίκος ήταν ωραίος άντρας και έμπειρος. Τρυφερός και περιποιητικός, οι τρόποι του και ο αέρας του ήταν τελείως διαφορετικός από αυτόν του Στέργιου. Στην αρχή βγήκα κρυφά για ένα καφέ μαζί του, μετά βγήκα κρυφά για ένα ποτό μαζί του και στο τέλος κατέληξα στο κρεββάτι του.

    Έλιωσα στα χέρια του.

    Στο Στέργιο ήρθε κεραμίδα στο κεφάλι όταν του ανακοίνωσα ότι πλέον δεν μπορώ να είμαι μαζί του.

    - «Τι είναι αυτά που λες Βιολέτα;»
    - «Στέργιο δε μπορώ άλλο. Απλά δε μπορώ.»
    - «Έτσι στα καλά καθούμενα;»
    - «Δεν είναι στα καλά καθούμενα. Είναι καιρός τώρα που νιώθω ότι πνίγομαι.»
    - «Δεν μου είχες δείξει τέτοιο πράγμα.»
    - «Ή στο έδειχνα αλλά έκανες ό,τι δεν το έβλεπες» του είπα με κακία.
    - «Ή ίσως πραγματικά δεν το έβλεπα» μου απάντησε ψύχραιμα. «Στο τέλος της ημέρας δεν έχει σημασία. Αν έχεις φτάσει στο σημείο της μη επιστροφής δεν μπορώ να κάνω και πολλά πράγματα. Αν όμως…» πήγε να συνεχίσει αλλά τον έκοψα.
    - «Το έχω ξεπεράσει, Στέργιο. Το κατάλαβα πριν καν το ξεπεράσω, το κατάλαβα την ίδια στιγμή που το ξεπερνούσα. Και το έκανα με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αδύνατο να το πάρω πίσω.»
    - «Βιολέτα τι λες;»
    - «Το σημείο της μη επιστροφής είναι παρελθόν, κράτα αυτό.»
    - «Καλώς. Από τη στιγμή που θεωρείς ότι δεν υπάρχει επιστροφή, δεν υπάρχει επιστροφή. So be it» μου είπε.

    Ένιωσα πολύ άσχημα. Οι τύψεις με κατέκλυσαν και όσο και αν πνιγόμουν μέσα μου τα αισθήματά μου για το Στέργιο δεν είχαν χάσει στην έντασή τους. Απλά είχα συνειδητοποιήσει ότι σε αντίθεση με τα ρομαντικά παραμύθια ο έρωτας από μόνος του δεν είναι αρκετός, όχι αν αυτός σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα για τον ίδιο σου τον εαυτό.

    - «Ωστόσο, αν μη τι άλλο, για να μην κάνω με κάποια άλλη στο μέλλον το ίδιο λάθος, ποιο ήταν το σημείο της μη επιστροφής;»

    Τον κοίταξα αβέβαιη. Εκείνος νόμιζε ότι το σημείο της μη επιστροφής ήταν κάτι που είχε συμβεί μεταξύ μας. Το θάρρος που είχα πριν εξαφανίστηκε και η καρδιά μου βούλιαξε. Με κοιτούσε στα μάτια και ήξερα ότι αυτό που θα του έλεγα θα τον πονούσε. Δεν ήθελα να τον πονέσω αλλά… αλλά του όφειλα την αλήθεια. Τα είχα μαζέψει όλα μέσα μου προσπαθώντας να μη του δείξω πόσο πνιγόμουν από φόβο μην τον χάσω και τελικά το μόνο που κατάφερα ήταν ο ίδιος ο φόβος να με πνίξει.

    - «Κοιμήθηκα με άλλον» του είπα. Το βλέμμα του… το βλέμμα του που από δυσπιστία έγινε πόνος και από πόνος έγινε απελπισία και μετά… και μετά παραίτηση ακόμα με στοιχειώνει. Δε μου ζήτησε να μάθει με ποιον. Απλά κατέβασε το βλέμμα του κάτω, έκλεισε τα μάτια του και κούνησε ελαφρά το κεφάλι του μπρος πίσω δαγκώνοντας τα χείλη του. «Στέργιο… δε… δε σου ζητώ να με συγχωρέσεις… αλλά …»

    Δε μου απάντησε. Δεν κουνήθηκε καν από τη θέση του. Ένιωθα απαίσια, θα προτιμούσα να με είχε χαστουκίσει, να μου είχε βάλει τις φωνές… να κάνει κάτι… κάτι! Αυτή… αυτή η παραίτηση… Θεέ μου… έξι χρόνια μετά… με στοιχειώνει… με στοιχειώνει.

    Είμασταν στην ίδια καφετέρια που είχε πάρει το πρώτο μου φιλί. Σηκώθηκε ήσυχα από την καρέκλα του και χωρίς να πει τίποτε άλλο απομακρύνθηκε. Το βλέμμα μου τον ακολούθησε μέχρι που έστριψε στη γωνία και τον έχασα. Ένιωσα μούδιασμα, ένιωσα ένα απέραντο κενό να αρχίζει να απλώνεται μέσα μου. Χτύπησε το τηλέφωνό μου, ήταν ο Νίκος. Του είχα πει ότι θα το τέλειωνα με το Στέργιο και με είχε πάρει να δει τι έγινε.

    Έμεινα ένα χρόνο με το Νίκο. Στη ζούλα, ήταν παντρεμένος και είχε δύο παιδιά. Δεν είχα κανένα μέλλον μαζί του, το ήξερα. Προσκολλήθηκα σε αυτή τη σχέση με την απελπισία αυτού που πνίγεται και προσπαθεί να κρατηθεί από τα μαλλιά του.

    Μα στα χέρια του έλιωνα και ήταν το μόνο πράγμα που μετρίαζε το απέραντο κενό που ένιωθα μέσα μου. Ήταν πάντα περιποιητικός, πάντα τρυφερός. Δεν ήταν ιδιαίτερα ρομαντικός αλλά είχε χιούμορ. Ίσως αυτή η έλλειψη μέλλοντος μαζί του ήταν αυτό που με απελευθέρωνε, τουλάχιστον στο χρόνο που περνούσαμε μαζί. Αλλά… αλλά όταν με άφηνε γύριζα πάλι στο κενό μου.

    Στην αρχή με το Νίκο ήταν σεξ, απλά σεξ. Άρχισε να με ερωτεύεται και όταν το κατάλαβα το διέκοψα on the spot. Αν είχε αποφασίσει ότι δε θέλει να είναι πλέον με τη Νάντια δε θα γινόμουν εγώ η αφορμή ακόμα και αν εγώ ήμουν η αιτία.

    Υποκρισία, το ξέρω.

    Δεν είχαμε άλλα δράματα. Μου έλειπε ο Στέργιος αλλά δεν τολμούσα καν να διανοηθώ να επικοινωνήσω μαζί του. Ήμουν πλέον μεταπτυχιακή φοιτήτρια, δεν ήθελα να ακολουθήσω ακαδημαϊκή καριέρα ωστόσο λάτρευα τον τομέα μου, ήθελα να κάνω διδακτορικό.

    Έκανα κάμποσες σχέσεις αλλά καμιά δε γέμιζε το κενό μέσα μου. Προσπάθησα να γνωρίσω τον κόσμο μέσα στον οποίο είχε προσπαθήσει να με βάλει ο Στέργιος και το μόνο που έκανα ήταν να τρώω τα μούτρα μου. Δεν είμαι άμοιρη ευθυνών, η δική μου απελπισία και λαχτάρα ήταν αυτή… ήταν αυτή που με έκανε να πέφτω με τα μούτρα για να τα φάω πάνω σε τοίχο, κάθε φορά με τον ίδιο τρόπο.

    Γνώρισα κάμποσους έμπειρους Doms και Masters. Όμως κάθε φορά ανακάλυπτα ξανά και ξανά ότι η ανάγκη μου… δε γέμιζε. Ξεκινούσα πάντα με ενθουσιασμό αλλά ο ενθουσιασμός ήταν προσποιητός και γρήγορα ξεύτιζε. Δυο-τρεις με πέταξαν έξω με τις κλωτσιές, σε κάποιους άλλους έφτασα εγώ να ζητήσω αποδέσμευση και ένας από αυτούς δεν ήθελε να μου τη δώσει, αναγκάζοντάς με να τον διαολοστείλω.

    Απ’ όσους είχα γνωρίσει μόνο ένας κράτησε επαφή μαζί μου. Είχα φτάσει στο σημείο να τον παρακαλέσω να γίνω υποτακτική του αλλά εκείνος μου είχε αρνηθεί ευγενικά μεν αλλά σταθερά. Δε σταμάτησε όμως να μου μιλάει και σιγά-σιγά η σχέση μας κατέληξε φιλική. Ήταν από τους ελάχιστους με τους οποίους εννοούσα πραγματικά τον πληθυντικό. Ανοίχτηκα μαζί του σιγά-σιγά και κάποια στιγμή του διηγήθηκα την ιστορία με το Στέργιο. Ιστορία που δεν είχα πει σε κανέναν, μόνο Μαρία, Ειρήνη και Νίκος ήξεραν όλες τις λεπτομέρειες.

    Ο κύριος Πέτρος με άκουσε προσεκτικά. Μου υπέδειξε το δικό μου cardinal sin, ότι κράτησα αυτά που με έτρωγαν μέσα μου αφήνοντάς τα να με δηλητηριάσουν. Κατά την άποψή του ήταν η απειρία και ο ενθουσιασμός του Στέργιου τα οποία τον είχαν εμποδίσει να διαγνώσει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Για το M/s είχαν πάνω-κάτω τις ίδιες απόψεις αλλά κατά τη γνώμη του ο Στέργιος είχε βιαστεί πιστεύοντας ότι ο έρωτας από μόνος του αρκετός.

    - «Δεν είναι, όχι από μόνος του, Βιολέτα μου»
    - «Το κατάλαβα Κύριε. Απλά το έβλεπα και εγώ λάθος. Χερσότοπος με αγκάθια που πρέπει να αφήσεις πάνω τους τις σάρκες σου για να αποδείξεις τη δύναμή του. Αλλά δεν είναι έτσι, τελικά δεν είναι έτσι. Δεν είναι λιβάδι αλλά δεν είναι και χερσότοπος.»
    - «Ακριβώς»
    - «Μου επιτρέπετε μια ερώτηση ακόμα;» του είπα κάνοντάς τον να μου χαμογελάσει.
    - «Σε μένα μπορείς να λες τα πάντα, Βιολέτα μου»

    Αναστέναξα, το ίδιο μου είχε πει κάποτε και ο Στέργιος αλλά… My cardinal sin… όλοι έχουμε από ένα.

    - «Γιατί… γιατί δε θέλετε να με αναλάβετε;»
    - «Γιατί δεν κάνεις για μένα και δεν κάνω για σένα. Δε μπορώ να γεμίσω εγώ το κενό σου, Βιολέτα.»
    - «Γιατί το λέτε αυτό;»
    - «Γιατί αν ήταν να γεμίσω το κενό σου θα το είχα κάνει ήδη, μικρή. Δεν το έχω κάνει και ούτε μπορώ να το κάνω. Αλλά μην σε πιάνει απελπισία, είσαι μικρή ακόμα, 25 χρονών. Θα καταλάβεις ότι σε βρήκε ο κατάλληλος όταν η παρουσία του κάνει το κενό σου να εξαφανιστεί. Βιολέτα, ο Κύριος που ψάχνεις… δεν θα τον βρεις εσύ. Εκείνος θα σε βρει. Όπως κάποτε σε βρήκε ο Στέργιος.»
    - «Φοβάμαι… φοβάμαι μην κάνω τα ίδια»
    - «Δεν μπορώ να ξέρω το μέλλον αλλά άλλο ήσουν στα 19 σου και άλλο στα 25 σου. Τότε δεν ήξερες τι είσαι, τώρα ξέρεις. Ωστόσο η ουσία των πραγμάτων δεν αλλάζει, αυτού του είδους οι συσχετίσεις μπορεί να λειτουργήσουν με ένα τρόπο. Όχι να τον βρεις εσύ αλλά να σε βρει Εκείνος. Και Βιολέτα μου, όταν σε βρει θα το καταλάβεις.»

    Πήγαινα συχνά στο Καραόκε, ήλπιζα… ευχόμουν… κάποια μέρα… κάποια μέρα να δω εκεί τον Στέργιο. Απλά να τον δω. Μου έλειπε… μου λείπει…

    Καθόμουν στο μπαρ και κοίταζα το ποτήρι μου. Ήμουν πάλι στα κάτω μου. Μάταια προσπαθούσε ο Κώστας, ο μπάρμαν, να μου φτιάξει τη διάθεση. Τον συμπαθούσα πολύ και κατά καιρούς υπήρξαμε fuck buddies αλλά πέρα από το -πολύ καλό ομολογουμένως- sex δεν ήθελα κάτι παραπάνω μαζί του αλλά για να μην είμαι ψεύτρα, ούτε και εκείνος ήθελε. Βγαίναμε καμιά φορά για καφέ ή ποτό, ενίοτε βγάζαμε και τα μάτια μας αλλά ως εκεί. Ένιωσα ξαφνικά άβολα, σαν κάποιος να με παρακολουθούσε. Γύρισα και κοίταξα αριστερά χωρίς να δω τίποτα. Κοίταξα δεξιά… στο βάθος…

    Πάγωσα. Η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπάει. Ο Στέργιος. Ήταν ο Στέργιος, σε ένα τραπέζι μόνος του. Με κοίταζε. Ο χρόνος που είχε σταματήσει άρχισε πάλι να κυλάει. Τακ… τακ… τακ-τακ-τακ-τακ… τακ-τακ-τακ-τακ-τακ-τακ-τακ… γρήγορα… όλο και πιο γρήγορα… σαν την καρδιά μου που από εκεί που είχε σταματήσει άρχισε πάλι να χτυπάει… όλο και πιο γρήγορα… όλο και πιο γρήγορα… θα σπάσει… νόμιζα ότι θα σπάσει… Τα μάτια μου πλημμύρισαν με δάκρυα και η καρδιά μου χτυπούσε όλο και πιο γρήγορα… Τα μάτια μου έτσουζαν αλλά δεν… δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από πάνω του.

    Σηκώθηκε από τη θέση του, πλησίασε προς τα μένα. Δεν τολμούσα να κουνήσω ούτε τα βλέφαρά μου, δεν τολμούσα να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου, φοβόμουν… φοβόμουν ότι έτσι και τα έκλεινα έστω και για μια στιγμή όταν άνοιγαν πάλι ο Στέργιος θα είχε χαθεί. Αυτά… αυτά τα χρόνια… δεν ήταν πια αδύνατος. Είχε… είχε πάλι αφρόντιστο μουστάκι και μούσι λίγων ημερών, όπως… όπως την ημέρα που τον γνώρισα.

    - «Βιολέτα;» μου είπε
    - «Στέργιο;» του απάντησα με φωνή που έτρεμε.
    - «Μπορώ να κάτσω;» με ρώτησε
    - «Ννν… ναι ναι! Βέβαια» του απάντησα τρώγοντας τα λόγια μου.
    - «Long time not seen. Τι κάνεις Βιολέτα, πώς είσαι;»
    - «Καλά… καλά…» του είπα με φωνή που ακόμα έτρεμε.
    - «Το πτυχίο σου το πήρες;» με ρώτησε.
    - «Ναι… ναι το πήρα.»
    - «Με τι βαθμό;» με ρώτησε απότομα.
    - «Με… με 9.25» του είπα και μου χαμογέλασε… πόσο μου είχε λείψει αυτό το γαμόγελο.
    - «Μπράβο σου πιτσιρίκα» μου απάντησε και η καρδιά μου έχασε πάλι κάμποσους χτύπους για μερικές στιγμές αναπληρώνοντας μετά με έντονη ταχυκαρδία.
    - «Έχω… έχω ξεκινήσει και… και μεταπτυχιακό του είπα»
    - «Πολύ χαίρομαι που το ακούω» μου είπε.
    - «Εσύ; Εσύ τι… τι κάνεις Στέργιο;»
    - «Καλά είμαι κι εγώ. Θα γελάσεις, δουλεύω στην πρώην εταιρία των γονιών μου.»
    - «Κακό είναι;» τον ρώτησα.
    - «Όχι… όχι, δεν είναι κακό. Είναι ειρωνικό όμως αν το σκεφτείς. Γύρισα στην εταιρία που κάποτε μισούσα που απασχολούσε τον χρόνο των γονιών μου. Τι κάνει ο Βαγγέλης; Τι κάνει η Αλίκη;» με ρώτησε.
    - «Μια χαρά είναι. Ξέρεις… είχαν… είχαν στεναχωρηθεί τότε…» ξεκίνησα να λέω τρώγοντας τα λόγια μου.
    - «Μη μιλάμε για το παρελθόν» μου είπε. «Χαίρομαι που είσαι καλά, Βιολέτα.»
    - «Στέργιο…»
    - «Χάρηκα που τα είπαμε» είπε και γύρισε στο τραπέζι του.

    Ήπια το ποτό μου μονοκοπανιά και πήγα στον Αλέξη, τον DJ και ιδιοκτήτη του μαγαζιού και του ζήτησα ένα τραγούδι.

    - «Επιτέλους!» μου είπε χαμογελώντας. Τις τελευταίες δύο φορές που είχα πάει δεν είχα τραγουδήσει προς μεγάλη απογοήτευσή του. Ήταν παραμονή του τελικού με την Πορτογαλία και δεν είχε πολύ κόσμο. Είχα δει το παιχνίδι με την Τσεχία με τους γονείς μου, τον αδερφό μου και τη Μαργαρίτα. Είχαν αρραβωνιαστεί και όταν τέλειωνε και εκείνη το αγροτικό της θα παντρευόντουσαν. Ο αδερφός μου το είχε κάνει και τώρα έκανε ειδικότητα. Ήταν όμορφο ζευγάρι, ακόμα ερωτευμένο μετά από τόσα χρόνια.
    - «Χθες νέκρα ε;» είπα. Δεν είχα καμία όρεξη για κουβέντα αλλά ήθελα να είμαι ευγενική
    - «Δεν έκανα τον κόπο να ανοίξω το μαγαζί, ούτε αύριο θα το κάνω. Ποιος ο λόγος;»

    Χαμογέλασα ευγενικά και γύρισα στο μπαρ.

    - «Βάλε μου άλλο ένα ρε Κώστα» του είπα και μου γέμισε ακόμα ένα ποτήρι ουίσκι. Ήπια μια γερή γουλιά και το κράτησα στα χέρια μου κοιτώντας το. Ο Αλέξης μου έκανε νόημα και πήγα στο stand.

    Σε βλέπω στο ποτήρι μου
    και πίνοντας σε πίνω.
    Κι όταν τελειώσει το πιοτό
    δεν ξέρω τι θα γίνω.

    Σαν ακούρδιστο ρολόι
    Που δεν παίρνει πια στροφή
    Το μυαλό μου έχει μείνει
    Στη δική σου τη μορφή.

    Σε βλέπω στο ποτήρι μου
    και πίνοντας σε πίνω.
    Κι όταν τελειώσει το πιοτό
    δεν ξέρω τι θα γίνω.

    Πίνω απ’ τις εννιά το βράδυ
    Κι έφτασε τρεισήμισι
    Και το νου μου βασανίζει
    Η δική σου θύμηση.

    Σε βλέπω στο ποτήρι μου
    και πίνοντας σε πίνω.
    Κι όταν τελειώσει το πιοτό
    δεν ξέρω τι θα γίνω.


    Ο λιγοστός κόσμος που υπήρχε στο μαγαζί χειροκρότησε με ενθουσιασμό. Κοίταξα προς το μέρος του Στέργιου. Με κοιτούσε χωρίς να χειροκροτεί. Τα μάτια μου πλημμύρισαν πάλι με δάκρυα που τα έκαναν να τσούξουν.

    Κατέβηκα και πήγα στο μπαρ και ήπια ακόμα μια γουλιά από το ποτό μου. Είχα ευχηθεί να δω το Στέργιο και οι σαδιστές Θεοί είχαν εκπληρώσει την ευχή μου. Έστριψα ένα τσιγάρο και το άναψα. Κάπνιζα πολύ σπάνια αλλά εκείνη την ώρα το χρειαζόμουν. Όταν σήκωσα πάλι το βλέμμα μου και γύρεψα να δω το Στέργιο το τραπέζι του ήταν άδειο. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί, το κενό είχε εξαφανιστεί, το μόνο που ένιωθα ήταν πόνος… σα να μου θέρισαν τα σπλάχνα.

    Δεν άντεχα να κάτσω άλλο εκεί. Χαιρέτησα τον Κώστα και τον Αλέξη και κίνησα να φύγω, ήθελα να πάρω αέρα.

    - «Βιολέτα;» με φώναξε ανήσυχος ο Κώστας αλλά έφυγα σα να με κυνηγούν όλοι οι δαίμονες της κόλασης.

    Πνιγόμουν… πνιγόμουν. Με το που βγήκα έξω από το μαγαζί έσπασα. Κάθισα σε ένα πεζούλι και έβαλα τα κλάματα. Οι λυγμοί μου μου ρήμαζαν την ψυχή και δεν μπορούσα… δεν μπορούσα να σταματήσω. Είχα αγκαλιάσει τα πόδια μου και έκλαιγα, εκεί στα σκαλιά. Δε με ένοιαζε, αν γινόμουν θέαμα, δε με ένοιαζε τίποτα.

    Ένιωσα μια παρουσία δίπλα μου. Ένα χέρι με χάιδεψε τρυφερά στα μαλλιά.

    - «Κώστα, άσε με… άσε με…» είπα μέσα στους λυγμούς μου.
    - «Στέργιο με λένε» άκουσα τη λατρεμένη φωνή.
    - «Συγνώμη… συγνώμη…» δεν ήξερα τι άλλο να του πω, δεν είχα τι άλλο να του πω. Συνέχισα να κλαίω με λυγμούς. Κάθισε δίπλα μου και με τράβηξε προς το μέρος του. Ένιωσα ντροπή, έκανα να τραβηχτώ αλλά με κράτησε σταθερά πάνω του. Έγειρα στην αγκαλιά του και δεν ξέρω κι εγώ πόση ώρα έκλαιγα μέσα της. Ακόμα και όταν σταμάτησα να κλαίω μου πήρε πολλή ώρα να βρω τις ανάσες μου. «Στέργιο» πήγα να του πω αλλά ακούμπησε το χέρι του στα χείλη μου κάνοντας μου νόημα να σωπάσω.
    - «Μπορείς να οδηγήσεις;» με ρώτησε. «Πόσο έχεις πιει;»
    - «Τρία… τρία ουίσκι»
    - «Θα σε πάω εγώ σπίτι σου» μου δήλωσε.
    - «Το αυτοκίνητο; Έχω έρθει με το αυτοκίνητο.»
    - «Το αυτοκίνητο δε θα πάθει τίποτα αν μείνει μια μέρα εδώ. Εσύ όμως δεν είσαι σε θέση να οδηγήσεις τώρα, Βιολέτα.»
    - «Τι… τι θα πω στους γονείς μου αύριο;»
    - «Θα πεις ότι ήπιες παραπάνω και δεν μπορούσες να οδηγήσεις και γι’ αυτό πήρες ταξί και γύρισες σπίτι. Και για τους ίδιους είναι πολύ προτιμότερο να μείνει το αυτοκίνητο εδώ παρά να οδηγήσεις στην κατάσταση που είσαι, έχοντας μάλιστα πιεί.»
    - «Στέργιο…» πήγα να του πω αλλά με έκοψε.
    - «Δεν ακούω κουβέντα, Βιολέτα»

    Αναστέναξα και τον ακολούθησα στο αυτοκίνητό του. Ήταν διαφορετικό από αυτό που είχε πριν 6 χρόνια. Οι αναμνήσεις με πλημμύρισαν και πάλι και με το ζόρι συγκρατήθηκα και δεν έβαλα πάλι τα κλάματα.

    Δεν μιλήσαμε σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Εκείνος δεν είπε κουβέντα και εγώ δεν έβρισκα το θάρρος να του πω το οτιδήποτε. Άρχισα να νιώθω απαίσια, ένιωσα ότι με λυπάται. Μα δεν είχα κάποιον να θυμώσω, μόνο τον εαυτό μου.

    Φτάσαμε έξω από το σπίτι. Άνοιξα την πόρτα και κατέβηκα από το αυτοκίνητο. Κατέβηκε και εκείνος και με συνόδεψε μέχρι την εξώπορτα.

    - «Ευχαριστώ» ξεκίνησα να του λέω αλλά με έκοψε.
    - «Βιολέτα, γιατί τραγούδησες εκείνο το τραγούδι;»
    - «Στέργιο…»
    - «…»
    - «Ελπίζω… ελπίζω κάποτε να με συγχωρέσεις» του είπα.
    - «Δεν έχει σημασία τι θα κάνω εγώ αν δεν συγχωρέσεις πρώτα εσύ τον ίδιο σου τον εαυτό»

    Χαμογέλασα πικρά

    - «Catch-22» του είπα και ένιωσα πάλι μαχαιριά στην ψυχή μου. Ο ίδιος μου είχε γνωρίσει αυτή τη φράση τον πρώτο καιρό που είχαμε αρχίσει να μιλάμε στο irc. «Για να συγχωρήσω τον εαυτό μου θα πρέπει να με συγχωρήσεις εσύ αλλά για να με συγχωρήσεις εσύ θα πρέπει να συγχωρήσω εγώ τον εαυτό μου»
    - «Δεν είπα αυτό. Είπα ότι δεν έχει σημασία το τι θα κάνω εγώ αν δεν μπορέσεις να κάνεις κι εσύ το ίδιο πράγμα»
    - «Ξέρεις… εδώ και… πηγαίνω… πηγαίνω συχνά στο Καραόκε… και κάθε φορά… κάθε φορά… με την… με την κρυφή ελπίδα να σε δω.»
    - «Αν ήθελες πραγματικά να με βρεις είχες και το τηλέφωνό μου και το e-mail μου»
    - «Και θα σου έλεγα τι, Στέργιο; Το ξέρω… το ξέρω πως… Δεν τολμούσα. Γιατί… γιατί αν το έκανα…»
    - «Αν το έκανες θα ήταν κάτι τελειωτικό» μου είπε.

    Κατέβασα τα μάτια μου. Ένιωσα το βλέμμα του πάνω μου αλλά δεν τολμούσα να τον κοιτάξω.

    - «Και έτσι συνέχισες να τιμωρείς τον εαυτό σου… ξέροντας… ξέροντας πόσο λίγες πιθανότητες είχε αυτό να συμβεί. Αλλά τι σημασία είχε Βιολέτα; Δεν ήταν closure, το τέλος το έδωσες η ίδια πριν έξι χρόνια. Απλά το έκανες για να βασανίζεις τον εαυτό σου. Δεν αλλάζει το παρελθόν, είμαστε το ολοκλήρωμα των στιγμών μας. Θυμάσαι;»
    - «Στέργιο…» προσπάθησα να πω αλλά σταμάτησα. Δεν είχα τι να πω. Με θέριζε η ματιά του. «Δε θέλω να με λυπάσαι…» είπα μην ξέροντας κι εγώ που βρήκα το θάρρος.
    - «Αυτό νομίζεις ότι κάνω, Βιολέτα; Γι’ αυτό νομίζεις ότι είμαι εδώ; Γιατί σε λυπάμαι;» με ρώτησε με έντονο εκνευρισμό στη φωνή του.
    - «Συγνώμη… συγνώμη…» του είπα μην τολμώντας να τον κοιτάξω. Πήρε κάμποσες βαθιές ανάσες προσπαθώντας να ηρεμίσει και εκεί έσπασα εκ νέου.

    Καθίσαμε στα σκαλάκια της εισόδου και όπως και πριν με έσφιξε πάλι πάνω στην αγκαλιά του όσο έκλαιγα.

    - «Με πλήγωσες Βιολέτα. Με θέρισες. Μα όσο και αν είχα θυμώσει μαζί σου… δεν σε μίσησα, δεν μπόρεσα να σε μισήσω. Ήσουν… ήσουν η Βιολέτα μου, η πιτσιρίκα μου. Δε… Τι νόημα έχει να μισείς κάποιον που δεν μπορεί να ανταποδώσει…»
    - «Στέργιο, δεν ήταν ότι δεν είχα συναισθήματα για σένα. Είχα… Έχω… ακόμα… Ένιωσα… ένιωσα ότι πνίγομαι. Δε… δε σου μίλησα όταν έπρεπε… φοβόμουν… Θεέ μου, φοβόμουν μη σε χάσω. Και τελικά… τελικά αυτό ήταν που με έκανε… αυτό ήταν που… Σ’ έχασα γιατί… γιατί φοβόμουν μη σε χάσω. Δεν… δεν άντεχα μέσα μου. Προσπάθησα… προσπάθησα να αποδείξω στον εαυτό μου…»
    - «Είναι αργά» μου είπε.

    Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά αποδεχόμενη τη μοίρα μου.

    - «Θα… θα με συγχωρέσεις ποτέ;»
    - «Το έχω κάνει εδώ και πολύ καιρό, Βιολέτα μου.»

    (ΤΕΛΟΣ)
     
    Last edited: 23 Απριλίου 2022
  8. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

  9. D Q Juls

    D Q Juls Αρχή...Διαδρομή...Ηδονή...

    Ιδανικό για κλείσιμο!
    Αν και έπαιρνε κι άλλη εξέλιξη η ιστορία μια χαρά το βρίσκω για να κλείσει σε αυτό το σημείο.
     
     
  10. ArtLover

    ArtLover Eleotris Margaritacea

  11. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Άφησα επίτηδες διφορούμενο το τέλος ώστε ο καθένας να κάνει τη δική του ερμηνεία. Αν ωστόσο ενδιαφέρεται κανείς για το τέλος της ιστορίας όπως την είδα ο ίδιος, ζητήστε μου και θα σας το στείλω.
     
    Last edited: 23 Απριλίου 2022
  12. Anel

    Anel Regular Member

    Καλησπέρα. Έχω ένα τέλος στο μυαλό μου αλλά θα ήθελα πολύ να μαθω πως το είδατε κ εσείς. Θα μπορούσατς να μου στείλετε το δικό σας τέλος παρακαλώ;