Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Κυρίαρχος που δεν ξέρει ότι είναι Κυρίαρχος - ο Κτηνοτρόφος

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Εμπειρίες' που ξεκίνησε από το μέλος Femme31, στις 27 Ιουνίου 2023.

  1. Femme31

    Femme31 Το κορίτσι του Κτηνοτρόφου

    Πάντα είχα υποτακτικές τάσεις, μου το έβγαζε ένας συγκεκριμένος τύπος ανδρών. Μικρά και απλά πράγματα, χωρίς ποτέ μέχρι σήμερα να έχω εμπλακεί σε σχέση D/s, Κ/υ, ή ο,τιδήποτε σχετικό. Και ούτε είχα ποτέ φανταστεί τον εαυτό μου σε μία τέτοια σχέση ασυμμετρίας.

    Ώσπου γνώρισα τον Κ(τηνοτρόφο) και όλα πήραν μόνα τους το δρόμο τους, χωρίς καν ο Κ να το γνωρίζει.

    Γνωριστήκαμε πριν 10 μήνες σε έναν κρητικό γάμο, όπου ήμασταν και οι δύο καλεσμένοι. Εγώ είχα συνοδεύσει έναν φίλο, ο Κ είχε πάει μόνος του. Ήμασταν στο ίδιο τραπέζι, αλλά σε απέναντι πλευρές.
    Όταν τον είδα, ταρακουνήθηκα.
    Κλασικός κρητικός βοσκός. Ψηλός, με μαλλιά που έχουν αρχίσει να ασπρίζουν, με μουστάκι, με γένια λίγων ημερών, μαυροφορεμένος, σκοτεινός και σκυθρωπός.
    Τον παρακολουθούσα να τρώει και να πίνει αμίλητος, ενώ κάθε τόσο περνούσαν διάφοροι και τον χαιρετούσαν και αντάλλαζαν λιγοστές κουβέντες.
    Νόμιζα ότι δεν με είχε δει καν, ώσπου σε κάποιο κοίταγμά μου προς το μέρος του, σήκωσε το ποτήρι του και μου έγνεψε "στην υγειά σου", ανεπαίσθητα. Τόσο, που δεν ήμουν σίγουρη αν όντως το είχε κάνει.
    Ήξερα ότι δεν υπήρχε καμία περίπτωση να κάνει κάποια κίνηση, έπρεπε να κάνω κάτι εγώ.
    Είδα ότι έκανε καπνό, έριξα τα φιλτράκια μου κάτω από το τραπέζι, έκανα ότι ψάχνω στην τσάντα μου και πάνω στο τραπέζι, πήρα τον καπνό μου και τα χαρτάκια στα χέρια μου, πήρα και μια βαθιά ανάσα, σηκώθηκα και πήγα στην άλλη πλευρά του τραπεζιού και στάθηκα δίπλα του. Το τραπέζι μας είχε σχεδόν αδειάσει, όλοι είχαν σηκωθεί και χόρευαν.
    Γύρισε και με κοίταξε. Του έδειξα τα φιλτράκια του, και του είπα ότι δεν έβρισκα τα δικά μου. Με αγριοκοίταξε προς στιγμήν και με ρώτησε πού είναι ο άντρας μου. Του είπα ότι συνόδευσα απλά ένα φίλο που δεν ήθελε να έρθει μόνος.
    Έγνεψε ανεπαίσθητα και τράβηξε την καρέκλα δίπλα του, δείχνοντάς μου με τα μάτια του να καθίσω. Κάθισα πλάι του.
    Μου έδωσε μια σειρά φιλτράκια και με έγραψε κανονικά. Έστριψα το τσιγάρο μου και αφού ειδα ότι δεν υπήρχε διάθεση για κουβέντα, έκανα να σηκωθώ.
    Γύρισε απότομα προς το μέρος μου, μου άρπαξε το χέρι και με ακινητοποίησε στην καρέκλα.
    "Δε χορεύεις εσύ;" με ρώτησε.
    "Δεν ξέρω κρητικούς χορούς" του είπα.
    "Είσαι από την πρωτεύουσα" δήλωσε.
    "Πού το ξέρεις" μπόρεσα να πω.
    "Φαίνεται κοπελιά μου" μου είπε.
    Μετά με αγνόησε πάλι για αρκετή ώρα, και έκανα να ξανασηκωθώ. Με άρπαξε πάλι από το χέρι, με κάθισε απότομα στην καρέκλα και γέμισε ένα άδειο ποτήρι με κρασί. Μου το έδωσε, πήρε και το δικό του, το έφερε προς τό δικό μου και είπε "στην υγειά μας".
    Μετά πάλι σιωπή. Πέρασε λίγη ώρα, και μετά γύρισε προς το μέρος μου και μου είπε: "άκου κοπελιά μου, δεν ξέρω να λέω πολλά λόγια, αλλά ούτε και θέλω πολλά λόγια και πολλές κουβέντες, σύμφωνοι;".
    Δε μίλησα.
    "Ήσουν παντρεμένη;" με ρώτησε.
    "Ναι" του είπα.
    "Και ήντα συνέβη;".
    "Πέθανε πριν 1,5 χρόνο" του είπα.
    "Έχεις κοπέλια;" ρώτησε.
    "Όχι" αποκρίθηκα.
    "Είμαι ο Κ, είμαι βοσκός. Ζω στο Κ, έχει 35 κατοίκους, όλοι βοσκοί. Είμαι 49 χρονών, δεν έχω παντρευτεί ποτέ, ζω μόνος και είμαι μόνος. Δεν έχω μάθει με κόσμο και δε θέλω πολλά πολλά, ενταξει;;".
    Δεν έβγαλα άχνα, απλά τον κοιτούσα.
    Γέμισε το ποτήρι του με κρασί και το κατέβασε μονορούφι.
    "Εντάξει;;;" ξαναρώτησε απότομα και κάπως άγρια.
    "Εντάξει" είπα.
    "Στο Ρέθεμνος μένεις;" με ρώτησε.
    "Ναι" ψέλλισα.
    "Δώσε μου το τηλέφωνό σου και άμε στην παρέα σου" μου είπε.
    "Να σου κάνω μια κλήση" του είπα.
    "Δεν το έχω μαζί μου και δεν ξέρω τον αριθμό κοπελιά μου. Γράψε μου κάπου το νούμερο".
    Βρήκα ένα στυλό και του έγραψα το τηλέφωνό μου σε ένα κομμάτι από το χάρτινο τραπεζομάντηλο. Έγραψα και το όνομά μου, δεν του το είχα πει, ούτε με είχε ρωτήσει.
    Πήρε το κομμάτι χαρτί και χωρίς να το κοιτάξει το έβαλε στην τσέπη του πουκαμίσου του.
    Έκανα να σηκωθώ και με ακινητοποίησε για άλλη μια φορά.
    "Το πρωί πριν πάω στα πρόβατα θα σου κάνω μια κλήση. Δε θα το σηκώσεις. Δεν έχω χρόνο να μιλάω το πρωί, ούτε θέλω πολλά πολλά με το καλημέρα. Στις 12:30 το μεσημερι θα με πάρεις εσύ. Αν είμαι σπίτι θα μιλήσουμε. Αν είμαι στο καφενείο δε θα απαντήσω και θα με πάρεις ξανά σε μισή ώρα", μου είπε και γύρισε το κεφάλι από την άλλη.
    "Ρε άντε χέσου" είπα μέσα μου.
    Σηκώθηκα και πήγα στη θέση μου στο τραπέζι. Σε 3 λεπτά ήρθε και ο χορευταράς ο φίλος μου, και γελώντας με ρώτησε τι έλεγα τόση ώρα με τον γιδοβοσκό.
    "Άντε χέσου κι εσύ" του είπα.
    "Μας κοιτάει" μου είπε.
    "Χέστηκα" είπα. Ήμουν πολύ θυμωμένη και αρκετά κουρασμένη. Του είπα να φύγουμε, και έτσι έγινε.
    Δεν ξανακοίταξα προς το μερος του Κ φεύγοντας.

    Όταν ξάπλωσα εκείνο το βράδυ, είχα μέσα μου θυμό, αλλά και μια ανεξήγητη διέγερση. Χαμήλωσα την ένταση στο κινητό, σε περίπτωση που με έπαιρνε αξημέρωτα, και αποκοιμήθηκα. Δεν ήξερα τι ώρα ξυπνούν οι βοσκοί, ούτε αν θα με έπαιρνε τηλέφωνο.

    Ξύπνησα στις 8:30 και κοίταξα αμέσως το κινητό μου.
    Αναπάντητη στις 06:13. Καρδιοχτύπι. Ταυτόχρονα, σκέφτηκα να σβήσω την κλήση και να πάει να γαμηθεί ο παπάρας ο βοσκός. Δεν το έκανα.
    Έκανα καφέ, γρήγορο ντους και πήγα να ανοίξω το μαγαζί.
    Έβαλα υπενθύμιση στις 12:29, αν τελικά αποφάσιζα να τον πάρω τηλέφωνο.
    Ήθελα να καταφέρω να μη τον πάρω. Ήξερα ότι θα τον πάρω.

    Στις 12:29 χτύπησε η υπενθύμιση, άφησα να περάσει κι ένα λεπτό, έτρεμαν τα χέρια, τα πόδια μου, όλο μου το σώμα..
    Και πάτησα πάνω στην κλήση του, για να τον καλέσω.
    Φυσικά δεν απάντησε. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.
    Σε μισή ώρα όμως τον ξανακάλεσα.
    Στο τέταρτο χτύπημα απάντησε με ένα άγριο και θυμωμένο "ΝΑΙ".
    Το μόνο που κατάφερα να πω, ήταν ένα ξέπνοο "έλα".
    "Τώρα δεν μπορώ να έρθω. Θα φανώ το βράδυ μόλις τελειώσω από τα πρόβατα. Μετά τις 9, είναι 45 χιλιόμετρα να ξέρεις. Να είσαι σπίτι και να μου έχεις ψήσει να φάω, θα είμαι κουρασμένος. Δεν τρώω κοτόπουλο, ούτε μελιτζάνες ούτε κολοκύθια. Θα βαστώ εγώ να πιούμε. Να έχεις ψωμί, δεν τρώγω ποτέ χωρίς ψωμί. Όταν φτάσω στο Ρέθεμνος θα σε πάρω τηλέφωνο να μου πεις πού είναι το σπίτι" είπε, και μου το έκλεισε στα μούτρα πριν προλάβω να πω το παραμικρό.
    Ε ρε πούστη μου... ούτε με ρώτησε αν μπορώ σήμερα, αν έχω κανονίσει κάτι, αν θα είμαι σπίτι, τίποτα...
    Σκέφτηκα να τον πάρω πίσω και να τον βρίσω.
    Μετά σκέφτηκα κάτι καλύτερο. Το βράδυ που θα με πάρει, απλά δεν θα το σηκώσω. Τέλος.

    Από τις 5 καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα. Είπε μετά τις 9. Τι να μαγειρέψω; Δε με χώραγε ο τόπος. Έκλεισα πολύ νωρίτερα το μαγαζί και πήγα για ψώνια.
    Πήρα μοσχαράκι να το κάνω λεμονάτο στην κατσαρόλα με πουρέ σπιτικό χειροποίητο. Πάντα το πετυχαίνω αυτό το φαγητό. Πήρα και διάφορα για να κάνω μια ωραία σαλάτα.
    Πήρα ψωμί, κόκκινο κρασί αν και είπε θα φέρει εκείνος να πιούμε. Πήρα και ένα προφιτερόλ από τον Κρόνο, θεϊκό και άχαστο.
    Γύρισα σπίτι, έβαλα το φαγητό να γίνεται, έστρωσα το κρεβάτι με καθαρά σεντόνια και μοσχομυριστές μαξιλαροθήκες και μπήκα για μπάνιο.
    Είχε πολλή ζέστη, στέγνωσα τα μαλλιά μου, τσέκαρα το φαγητό και διάλεξα ένα αέρινο φόρεμα και ένα σετ μαύρα δαντελωτά εσώρουχα, τα οποία άφησα στον καναπέ.
    Έσβησα το κρέας, έβρασα τις πατάτες για τον πουρέ, θα τον τελείωνα την ώρα που θα έβαζα να φάμε, και ετοίμασα τη σαλάτα.
    Έβαλα ένα τζιν με λεμονάδα και έστριψα 2 τσιγάρα. Ήμουν ακόμη τυλιγμένη με την πετσέτα του μπάνιου.
    Είχε πάει 9 παρά τέταρτο.
    Έβαλα τα εσώρουχα και το φόρεμα, κι ένα ποτό ακόμη.
    Έτρεμα και καρδιοχτυπούσα σαν πρωτάρα. Σκεφτόμουν να μην απαντήσω όταν πάρει τηλέφωνο, ήμουν ακόμα θυμωμένη.
    9:10 χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν εκείνος.
    "Έλα" είπα δειλά.
    "Στο δρόμο είμαι, έρχομαι" μου είπε. "Πες μου πού θα έρθω".
    Του έδωσα αναλυτικές και σαφέστατες οδηγίες.
    Μου το έκλεισε πάλι στα μούτρα.
    Σε 10 λεπτά χτύπησε το κουδούνι. Δεν είχα προλάβει να βάλω παπούτσια. Ήμουν ξυπόλητη, άνοιξα διστακτικά την πόρτα.
    "Πόσο ψηλός είναι!" είπα μέσα μου μόλις τον αντίκρυσα. Κρατούσε ένα μπουκάλι κρασί και ένα μπουκάλι τσικουδιά.
    Έσπρωξε απαλά την πόρτα και μπήκε στο σπίτι. Την έκλεισε πίσω του, ακούμπησε τα ποτά, το κινητό του, τα κλειδιά και τον καπνό του στο τραπεζάκι και με άρπαξε στα χέρια του.
    Βρήκε το στόμα μου με το δικό του και με φίλησε.. βαθιά και ατελείωτα.. κατέβαινε στο λαιμό μου, και μετά πάλι στο στόμα. Για πολλή ώρα. Όρθιοι, πίσω από την εξώπορτα.
    Με κόλλησε στον τοίχο και χούφτωσε το στήθος μου. Κατάφερε να μου βγάλει το φόρεμα και να μου ξεκουμπώσει το σουτιέν. Χώθηκε ανάμεσα στα βυζιά μου και άρχισε να τα φιλάει, να τα ρουφάει, να τα πιπιλάει και να τα δαγκώνει χωρίς έλεος.
    Ούτε που κατάλαβα πώς με πήγε στον καναπέ, με ξάπλωσε, μου άνοιξε τα πόδια, μου έβγαλε το κιλοτάκι και μπήκε απότομα μέσα μου. Δεν είχα δει καν το καυλί του. Το ένιωσα όμως να με γεμίζει και να με σκίζει.
    Ήμουν ολόγυμνη και αυτός είχε απλά ξεκουμπώσει το παντελόνι του. Πέρασα τα χέρια μου γύρω από το λαιμό του και τον κοίταξα στα μάτια.
    "Θα σε χύσω" μου είπε ξέπνοα και πριν προλάβω να το συνειδητοποιήσω, τα πέταξε όλα μέσα μου.
    "Ε ρε πουστη μου, τόσο γρήγορα;" σκέφτηκα. Ούτε δύο λεπτά δεν με πηδούσε. Έμεινα ξαπλωμένη στον καναπέ, ενώ αυτός σηκώθηκε, σκούπισε το καυλί του με ένα κομμάτι χαρτί κουζίνας, το έβαλε μέσα στη θέση του, κούμπωσε το παντελόνι του και μου είπε "άντε σήκω να βάλεις να φάμε, πεινάω".
    "Άντε χέσου" είπα μέσα μου.
    Σηκώθηκα, φόρεσα τα εσώρουχά μου και πήγα στην κουζίνα. Με ακολούθησε.
    "Τι έψησες" με ρώτησε, σηκώνοντας το καπάκι της κατσαρόλας.
    "Μοσχαράκι λεμονάτο" του είπα.
    "Ωραία μυρίζει" είπε.
    Ξεκίνησα να ετοιμάζω το τραπέζι, έβαλα μαχαιροπήρουνα, ποτήρια, χαρτοπετσέτες, τη σαλάτα, το ψωμί, και γύρισα να αποτελειώσω τον πουρέ. Ήρθε πίσω μου και με χούφτωσε. Δεν αντέδρασα. Μου χάιδεψε το αυτί και μου ψιθύρισε: "μόλις φάμε, έχει δεύτερο γύρο. Απλά πριν δεν μπόρεσα να αντισταθώ ούτε να κρατηθώ", και πήρε να ανοίξει το κρασί που είχε φέρει.
    Σέρβιρα σε δύο μεγάλα πιάτα και τα έφερα στο τραπέζι να φάμε.
    Έτρωγε με όρεξη, συχνά μουγκρίζοντας, λέρωσε το τραπεζομάντηλο, γέμισε τον τόπο ψίχουλα, και όταν έσκασε από το φαγητό πήρε το ποτήρι του με το κρασί και πήγε στον καναπέ, αφήνοντάς με μόνη μου να τρώω..
    "Άντε χέσου" είπα μέσα μου.
    Δεν είχα τελειώσει το φαγητό μου αλλά το παράτησα και σηκώθηκα να πάρω τον καπνό μου να στρίψω ένα τσιγάρο.
    Πήρα και εγώ το κρασί μου και πήγα και κάθισα στην πολυθρόνα απέναντί του.
    "Εδώ δίπλα μου έλα" μου είπε.
    Πήγα διστακτικά δίπλα του. Μου πήρε το κρασί, μου έσβησε το τσιγάρο και με γύρισε προς το μέρος του.
    Με άρπαξε δυνατά στα χέρια του και ξεκίνησε πάλι να με φιλάει σαν να μην υπάρχει αύριο.
    Χώθηκε πάλι ανάμεσα στα βυζιά μου και ασχολήθηκε με αυτά για πολλή ώρα.
    Μετά το χέρι του κατέβηκε χαμηλά, παραμέρισε το κιλοτάκι μου και άρχισε να χαϊδεύει την κλειτορίδα μου ενώ κατά διαστήματα έβαζε και έβγαζε δύο τρία δάχτυλα μέσα μου.
    Άρχισα να βογγάω.
    "Τι έπαθες" με ρώτησε.
    Δεν απάντησα. Έβαλα το χέρι μου πάνω στο δικό του και τον καθοδήγησα εκεί που έπρεπε, με τον τρόπο που έπρεπε, για να χύσω.
    Σε λίγα λεπτά τον είχα χύσει, πολύ έντονα και παρατεταμένα. Τράβηξε το χέρι του που ήταν μουσκεμένο από τα υγρά μου και μου το έβαλε στο στόμα. Το ρούφηξα, το πιπίλισα και το καθάρισα με το στόμα μου.
    Σηκώθηκε όρθιος μπροστά μου. Ξεκούμπωσε το παντελόνι του και το κατέβασε. Έβγαλε έξω το καυλί του και μου έπιασε το κεφάλι οδηγώντας το προς τα εκεί.
    Κοίταξα το καυλί του για λίγα δευτερόλεπτα και το θαύμασα. Ήταν ήδη όρθιο, σκληρό σαν πέτρα, με χοντρές φλέβες να πετάνε και το κεφαλάκι να έχει ξεπροβάλλει φουσκωμένο.
    "Βρε τον βοσκό" είπα μέσα μου και έσκυψα στο καυλί του.
    Έβαλα όλη μου την τέχνη και του πήρα ένα τσιμπούκι που ακόμη και σήμερα μου λέει ότι παραλίγο να τον στείλει στον άλλο κόσμο.
    Τέλειωσε στο στόμα μου και δεν άφησα σταγόνα να πάει χαμένη.
    Κάθισε στον καναπέ προσπαθώντας να αναπνεύσει και μόλις τα κατάφερε πήρε και έστριψε δύο τσιγάρα και μου έδωσε το ένα. Με τράβηξε στην αγκαλιά του και άρχισε να με χαϊδεύει τρυφερά.
    Δεν είπαμε κουβέντα για ώρα.
    Μου ζήτησε να του γεμίσω το ποτήρι του με κρασί και τον ρώτησα αν θέλει προφιτερόλ.
    "Βάλε λίγο να το φάμε μαζί και να πάμε να θέσουμε" μου είπε, λες και ήταν αυτονόητο ότι θα κοιμηθεί στο σπίτι μου.
    Με τάισε λίγο προφιτερόλ, έφαγε κι αυτός, ήπιε το κρασί του και σηκώθηκε από τον καναπέ.
    "Πού είναι η κρεβατοκάμαρα;" με ρώτησε.
    Τον οδήγησα προς τα εκεί, μπήκαμε μέσα και περιεργάστηκε το χώρο. Έβγαλε τα παπούτσια του και τις κάλτσες του. Τότε συνειδητοποίησα ότι όλη αυτή την ώρα τα φορούσε μέσα στο σπίτι. Έβγαλε και τα ρούχα του και τα κρέμασε στα εξωτερικά πόμολα της ντουλάπας.
    "Σαν στο σπίτι σας μεσιέ" είπα μέσα μου.
    Διάλεξε τη μεριά που κοιμάμαι εγώ και ξάπλωσε στο κρεβάτι, χωρίς να με ρωτήσει πού κοιμάμαι και χωρίς να με κοιτάξει καν.
    Τον κοιτούσα άφωνη.
    "Εκειά θα στέκεις;" με ρώτησε.
    "Πάω λίγο στο μπάνιο και έρχομαι" του είπα.
    Έκανα ένα γρήγορο ντους, ξεβάφτηκα, έπλυνα τα δόντια μου, ενώ αναρωτιόμουν αν θα πλυθεί, αν θα πλύνει τα δόντια του (έβγαλα από το ντουλαπάκι μία καινούργια οδοντόβουρτσα στη συσκευασία της) ή έστω αν θα κατουρήσει πριν κοιμηθεί.
    Φόρεσα ένα σούπερ σέξυ babydoll που είχα κρεμασμένο στο μπάνιο και πήγα στην κρεβατοκάμαρα.
    Του είπα ότι έχω αφήσει καθαρή πετσέτα πάνω στο πλυντήριο και καινούργια οδοντόβουρτσα στον καθρέφτη του μπάνιου. Με κοίταξε σαν να μιλάω ακαταλαβίστικη γλώσσα και μου είπε "έλα να θέσεις".
    "Είσαι στη μεριά μου, στο μαξιλάρι μου!" τσίριξα μέσα μου, αλλά πήγα αδιαμαρτύρητα στην άλλη πλευρά του κρεβατιού και ξάπλωσα.
    "5:30 βάλε ξυπνητήρι και θα με ξυπνήσεις ό,τι και να γίνει. Θα επιμείνεις μέχρι να σηκωθώ, πρέπει να πάω στα πρόβατα. Ελληνικό διπλό σκέτο πίνω το πρωί", είπε.
    "Ρε άντε χέσου" είπα μέσα μου, αλλά έβαλα αδιαμαρτύρητα το κινητό να χτυπήσει στις 5:30 και ξαναξάπλωσα.

    Με κοιτούσε και με χάζευε για πολλή ώρα από πάνω μέχρι κάτω. Τελικά με τράβηξε κοντά του και με έβαλε να ξαπλώσω με το κεφάλι μου στο στέρνο του.
    Άρχισε να μου χαϊδεύει τη μέση και να κατεβαίνει και πιο χαμηλά, στο κωλομέρι μου. Καύλωσα με το άγγιγμά του και άρχισα να αναστενάζω και να βογγάω απαλά.
    "Τι έπαθες" με ρώτησε πάλι.
    Δεν μίλησα. Πήρε το χέρι μου και το οδήγησε πάνω στο καυλί του, που ήταν ήδη σκληρό και τεράστιο.
    Ανέβηκε πάνω μου, μπήκε βαθιά μέσα μου και άρχισε να με πηδάει ρυθμικά. Σε λίγη ώρα τον πλημμύρισα με τα υγρά μου.
    Πριν καταφέρω να ανασάνω κανονικά, με τράβηξε απαλά και με γύρισε στα τέσσερα.
    "Θέλω και κώλο" μου είπε.
    "Όχι σήμερα" είπα σχεδόν παρακαλετά.
    "Λίγο λίγο" είπε και άρχισε να παίζει την πίσω τρυπούλα μου. Σε λίγο σάλιωσε το δάχτυλό του και το έσπρωξε βαθιά.
    Φώναξα και βόγγηξα δυνατά αλλά δε σταμάτησε. Οδήγησε το καυλί του με το χέρι του στην κωλοτρυπίδα μου και το έσπρωξε όλο μέσα, απότομα και βαθιά, μένοντας για λίγη ώρα ακίνητος.
    Μούγκριζα από πόνο αλλά και από καύλα.
    Άρχισε να κουνιέται ρυθμικά και πολύ σύντομα μου γέμισε και μου πλημμύρισε το κωλαράκι με τα χύσια του.
    Τραβήχτηκε, φόρεσε το εσώρουχό του και ξάπλωσε. Τον ρώτησα αν θέλει τσιγάρο ή κάτι να πιει και μου είπε "όχι στην κρεβατοκάμαρα".
    "Βρε τον βοσκό" είπα μέσα μου και πήγα στο μπάνιο να πλυθώ. Ρούφηξα στα γρήγορα κι ένα τσιγάρο που είχα ήδη στριμμένο, ξαναέπλυνα τα δόντια μου και πήγα στην κρεβατοκάμαρα.
    Ήταν ξαπλωμένος στο πλάι, μα μόλις ξάπλωσα δίπλα του γύρισε ανάσκελα, άπλωσε το χέρι, με έβαλε στο στέρνο του, μου χάιδεψε τα μαλλιά, με φίλησε στο μέτωπο και μου είπε "καληνύχτα κοπελιά μου, όνειρα γλυκά".
    Σε λίγα λεπτά ροχάλιζε..

    Χτύπησε το ρημάδι στις 5:30 κι ένιωθα ότι είχα κοιμηθεί δέκα λεπτά στο σύνολο.
    Το οποίο ήταν πολύ πιθανό.
    Τον σκούντησα προσπαθώντας να τον ξυπνήσω. Άνοιξε τα μάτια και με κοίταξε. Με ρώτησε τι ώρα είναι και μετά έπιασε το κεφάλι μου και το έσπρωξε προς το σηκωμένο καυλί του.
    Του πήρα μία περιποιημένη πρωινή πίπα και ανέβηκε πάνω μου και μπήκε βαθιά μέσα μου. Σε λιγότερο από δύο λεπτά μου γέμισε το μουνί χύσια. Τραβήχτηκε και σηκώθηκε και πήγε στο μπάνιο.
    Για να χύσω εγώ, ούτε λόγος.
    Περιέργως δεν θύμωσα. Σηκώθηκα και πήγα να του κάνω τον καφέ του. Ελληνικό διπλό σκέτο.
    Όταν βγήκε από το μπάνιο, του τον είχα έτοιμο στο τραπέζι και του είχα στρίψει και τρία τσιγάρα.
    Κάθισε, ήπιε μία ρουφηξιά καφέ και με ρώτησε αν ροχάλιζε τη νύχτα.
    "Όχι πολύ" του απάντησα.
    "Δεν έχω κοιμηθεί ποτέ δίπλα σε γυναίκα και δεν ξέρω αν ροχαλίζω, αλλά το φαντάζομαι γιατί πολλές φορές ξυπνάω από το ροχαλητό μου", μου είπε.
    "Δεν έχει κοιμηθεί ποτέ δίπλα σε γυναίκα;;;" είπα μέσα μου.
    "Δεν πειράζει όμως, θα συνηθίσεις" μου είπε.
    Ρούφηξε τον καφέ του άτσαλα και με πολύ θόρυβο, γέμισε τον τόπο με στάχτες, φόρεσε τις κάλτσες και τα παπούτσια του, μάζεψε τα συμπράγκαλά του και πήγε στην πόρτα.
    Μου έκανε νόημα να πάω κοντά του, μου φίλησε τα χείλη δαγκώνοντάς τα δυνατά, μου έκανε μία απερίγραπτη πιπιλιά στα δεξιά του λαιμού μου, μου δάγκωσε τη δεξιά ρώγα μέχρι που ούλιαξα από τον πόνο, και μου ψιθύρισε: "για να με θυμάσαι μέχρι το βράδυ και να με σκέφτεσαι".
    Τον κοιτούσα και δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη.
    "Στις 12:30 θα με πάρεις τηλέφωνο. Αν είμαι στο καφενείο δεν θα απαντήσω και θα με ξαναπάρεις σε μισή ώρα. Το βράδυ να ψήσεις κατσικάκι γιαχνί. Θα προσπαθήσω να έρθω πιο νωρίς σήμερα", είπε, κι έφυγε, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα πίσω του.
    "Γίδι" είπα μέσα μου και πήγα να ξαπλώσω πάλι. Εννοείται δεν με πήρε ο ύπνος και σηκώθηκα τελικά να κάνω καφέ και να ετοιμαστώ να πάω να ανοίξω το μαγαζί.
    Έβαλα ειδοποίηση να χτυπήσει το κινητό 12:29.
    Σε λίγο βρέθηκα από το πουθενά να ψάχνω στο ίντερνετ συνταγές για κατσικάκι γιαχνί. Καμία σχέση με το γιαχνί που ήξερα ως τότε. Στα Σφακιά το κάνουν αλλιώς και προφανώς εννοούσε το σφακιανό γιαχνί.
    Στις 12:30 τον πήρα και περιέργως απάντησε. Με ρώτησε αν είμαι καλά κι αν ξανακοιμήθηκα.
    Μου είπε ότι είναι κουρασμένος κι ότι θα πάει για ύπνο.
    Μου παρήγγειλε να τον ξυπνήσω στις 16:00 και μου είπε να το αφήσω να χτυπάει και να επιμείνω μέχρι να το σηκώσει και να μου πει ότι σηκώθηκε από το κρεβάτι.
    Τον ξύπνησα και καύλωσα με τη φωνή του και με τη σκέψη του.
    Μου είπε θα με πάρει αυτός όταν θα ξεκινάει από το χωριό, κι ότι θέλει περίπου 45-50 λεπτά να φτάσει σε εμένα.
    Μου παρήγγειλε να φοράω μόνο τα εσώρουχά μου και να είναι το μουνάκι μου εντελώς στεγνό.
    Και μου το έκλεισε στα μούτρα.
    Κι έκλεισα νωρίς πάλι το μαγαζί, και μαγείρεψα το νοστιμότερο κατσικάκι γιαχνί που είχε φάει ποτέ του.

    Και τον άφησα να κοιμηθεί στη δική μου πλευρά του κρεβατιού, και δεν με ενοχλούσε το ροχαλητό του. Και κοιμήθηκα και εγώ σαν το πουλάκι δίπλα του. Και έβαλα ξυπνητήρι στις 5:30 για να του κάνω τον καφέ του.

    Κι έτσι πέρασαν 4 μήνες, κι ήμουν τρελά ερωτευμένη και ευτυχισμένη ξανά μετά από καιρό.
    Και λίγο πριν τα Χριστούγεννα μου είπε ότι θα πάμε μια βόλτα.
    Και πήραμε ένα δρόμο που δεν είχα ξαναπάρει. Κακό δρόμο, στενό, κακοτράχηλο, με στροφές και λακκούβες. Και κατάλαβα στην πορεία ότι πηγαίναμε στο χωριό του.
    Στο χωριό του βοσκού με τους 35 κατοίκους, ξεκομμένο, αποκομμένο, μακριά από όλους και όλα, που δεν πατάει ξένος, που οι άνθρωποι είναι αγρίμια, που δεν ξέρουν να γράφουν και να διαβάζουν, που φέρνουν νερό με τα βυτία, που περνάει ένας πλανόδιος φούρναρης και ένας πλανόδιος μανάβης μία φορά την εβδομάδα, που η τηλεόραση συνήθως δεν πιάνει, τα κινητά δεν έχουν σήμα, και που αν σου συμβεί κάτι, το μόνο που θα προλάβεις να κάνεις είναι η προσευχή σου.

    Το χωριό του Κτηνοτρόφου, που ξυπνάω κάθε πρωί στις 5:30 για να του κάνω τον καφέ του, που του ετοιμάζω κολατσιό για να πάρει μαζί του στα πρόβατα και στα χωράφια, που του κάνω κάθε μέρα μόνο τα φαγητά που του αρέσουν με πολλή πολλή αγάπη και γίνονται πάντα πεντανόστιμα, που του βγάζω τα παπούτσια και τις κάλτσες το μεσημέρι που γυρνάει, που του τρίβω τα πόδια και τα χέρια και του κάνω μασάζ κάθε μέρα για να τον ξεκουράζω, που δεν μιλάω πολύ ή δεν μιλάω καθόλου όταν νιώθω ότι δεν θέλει, που με ένα άγριο βλέμμα του ή μια παρατήρησή του βουρκώνω και παγώνει το αίμα μου, που σπάνια ακούω έναν καλό λόγο αλλά τον βλέπω στο βλέμμα και στις πράξεις του, που θυμώνει αν μιλήσω με άνθρωπο, που πρέπει να πάρω την άδειά του για το ο,τιδήποτε, που πρέπει να του δίνω αναφορά για τα πάντα, που δεν με αφήνει να φοράω ό,τι θέλω, που δεν κάνει πάντα μπάνιο όταν γυρνάει από τα πρόβατα, που δεν τελειώνω κάθε φορά που με πηδάει αλλά δεν με νοιάζει πια, που το σπίτι του δεν έχει ανέσεις αλλά η αγκαλιά του είναι ο κόσμος ολόκληρος, και που κάθε βράδυ όταν νομίζει ότι έχω αποκοιμηθεί, μου χαϊδεύει απαλά την πλάτη και μου ψιθυρίζει "σ' αγαπάω" νομίζοντας ότι δεν ακούω...
     
    Last edited: 27 Ιουνίου 2023
  2. dimfetishman

    dimfetishman Ζεις μονάχα μια φορά. Ενίοτε και καμία. Contributor

    Κάπου στη 2η παράγραφο κοντοστάθηκα. Πήγα στο πιο σκοτεινό δωμάτιο, μπήκα κάτω από την κουβέρτα και συνέχισα εκεί την ανάγνωση. Ακίνητος, αμίλητος, χωρίς ανάσα ...μην έρθει και με βρει!!

    Εύχομαι τα καλύτερα όπως τα ποθείς  
     
  3. Femme31

    Femme31 Το κορίτσι του Κτηνοτρόφου

    Αχ σ'ευχαριστώ  
     
  4. ωραιος ο Κ. Κρητίκαρος με τα όλα του.
    αυτα τα "Άντε χέσου" ομως επρεπε απ εξω να του τα πεις ομως. εκει θα βλέπαμε τι αλλο θα μας εγραφες τωρα.
     
  5. Femme31

    Femme31 Το κορίτσι του Κτηνοτρόφου

    Μία φορά μόνο, εκεί κοντά στο τρίμηνο, είχα θυμώσει πολύ και το ξεστόμισα αγανακτισμένη. Το βλέμμα του μου πάγωσε το αίμα, και δεν τόλμησα να το ξαναπώ φωναχτά.
    Μέσα μου όμως συνεχίζω να το λέω, το παραδέχομαι  
     
  6. Γερακι

    Γερακι Regular Member

    Αν και δεν διαβασα καπου να σου ζηταει συναινεση, ουτε να σε ρωταει για ορια και τετοια, που καποιοι τα εχουν σαν απαραβατους ορους για μια σχεση Bdsm, με συγκινησε ο τροπος που το ζεις και που το περιγραφεις.
    Καλα να περνατε!
     
  7. μπα ο Κ δεν νομιζω να ξερει απο bdsm απο ορολογίες και τέτοια . ειναι παλαιας κοπης. και αυτο ακριβως θα είναι και η ομορφια αυτης της σχεσης. ωμη δυναμη και Κυριαρχία. οσο την αντεξει η νηματοθέτρια.
     
  8. Femme31

    Femme31 Το κορίτσι του Κτηνοτρόφου

    Σ' ευχαριστώ πολύ!
    Δεν ξέρει ο Κτηνοτρόφος από συναίνεση. Ούτε από όρους, ούτε από όρια, και φυσικά ούτε από Bdsm. Δεν ξέρει από Κυριαρχία. Θεωρεί ότι έτσι φέρονται όλοι οι άντρες και ότι έτσι είναι οι σχέσεις.
    Λειτουργεί απλά με τα έμφυτα και πρωτόγονα ένστικτά του, κι εγώ ακολουθώ, υπνωτισμένη κι ευτυχισμένη.
     
  9. dimfetishman

    dimfetishman Ζεις μονάχα μια φορά. Ενίοτε και καμία. Contributor

    Από καρδιάς να το ζήσετε όμορφα και οι δύο. Με μία μικρή υποσημείωση, αν έχω φυσικά το δικαίωμα. Να σε ευχαριστεί πραγματικά και σε βάθος χρόνου. Να μη φτάσεις στο σημείο να νιώσεις "εγκλωβισμένη" και "πνιγμένη" σε όλο αυτό (πλήρης απομόνωση χωρίς φίλες και φίλους, με αναφορά για το κάθε τι, κλπ κλπ).

    Να είστε καλά και να απολαμβάνετε κάθε σας στιγμή. Και συγγνώμη, αν η σκέψη μου πήγε σε "χωράφια" που δεν πρέπει. Με όλο το σεβασμό  
     
  10. Γερακι

    Γερακι Regular Member

    Τελικα, με το παραδειγμα σου μηπως αποδεικνυεται το οτι τζαμπα συζηταει ενα φορουμ για ολα τα παραπανω;
    Λεω εγω τωρα.
    Δηλαδη αν τοχεις, τοχεις βρε παιδι μου και το περνας στο αντικειμενο του ποθου σου.
    Αν δε τοχεις, τι να λεμε τωρα...
     
  11. να εγγραφει ο Κ στο φορουμ , και να τον περιλάβουν οι ειδικοι.     
    θα ταν το ΝΗΜΑ.
     
  12. Femme31

    Femme31 Το κορίτσι του Κτηνοτρόφου

    Στ' αλήθεια δεν ξέρω..
    Έφτασα στα 40φεύγα μου για να το βιώσω. Ήρθε αβίαστα. Μου το ξύπνησε ο Κτηνοτρόφος. Σίγουρα υπήρχαν οι τάσεις αλλά δεν το είχα διανοηθεί ποτέ
    Έζησα 20 πολύ ευτυχισμένα χρόνια σε έναν vanilla γάμο, και εκεί θα ήμουν ακόμη αν δεν είχε πεθάνει ο σύντροφός μου..
    Πραγματικά δεν ξέρω.