Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Το βλέμμα

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος john_slave96, στις 19 Μαρτίου 2008.

  1. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Έπινε τον καφέ της σε ένα μικρό καφέ, στο κέντρο της Αθήνας. Είχε τελειώσει τις δουλειές της και είπε να χαλαρώσει, για λίγο. Ήταν ψηλή, σχετικά λεπτή. Αυτό που ήταν το δυνατό της σημείο, ήταν το βλέμμα της. Το ήξερε, της το είχαν πει πολλοί. Ήξερε να βλέπει και να δηλώνει με αυτό...

    Έβλεπε το δρόμο και τα μάτια της ήταν στραμμένα, συγκεντρωμένα, θα λέγαμε, στο απέναντι τραπέζι. Είχε προσηλωθεί, χωρίς να το θέλει σε αυτό το τραπέζι. Δεν το έβλεπε καν. Έβλεπε μέσα από αυτό. Παρατηρούσε τι γινόταν στο δρόμο και κάπνιζε το τσιγάρο της με αρχοντικό τρόπο. Αυτά που γίνονται έξω στο δρόμο, πολλές φορές, σου τραβούν την προσοχή και μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Έχει τύχει σε πολλούς.

    Έκανε να πιει τον καφέ της. Τότε παρατήρησε τον άντρα που καθόταν απέναντί της. Τώρα τον πρόσεχε. Από πότε είχε καθίσει εκεί; Δεν ήξερε. Την κοιτούσε με ένα ήπιο βλέμμα. Της άρεσε το ύφος του, σα να ζητούσε, να εκλιπαρούσε το ενδιαφέρον. Τράβαγε την προσοχή της. Θυμόταν, πριν ένα ή δύο χρόνια, είχε ένα σκλάβο. Την κοιτούσε έτσι. Φάνηκε να τον προσέχει όλο και περισσότερο, όμως δεν έβλεπε αυτόν, αλλά τον άλλο, τον σκλάβο που είχε να τον δει κάτι μήνες. Είχαν διακόψει.

    Τον ξαναπρόσεξε. Φάνηκε και αυτός να την προσέχει. Της άρεσε αυτό. Αποφάσισε να παίξει. Ήταν το παιχνίδι της αυτό, να παρατηρεί τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Τώρα αυτός θα γινόταν το παιχνίδι της. Εστίασε προοδευτικά στα μάτια του. Κάπνιζε νωχελικά και αισθσιακά το τσιγάρο της. Παρατηρούσε τις αντιδράσεις στο πρόσωπό του. Ήταν ο καθρέφτης του δικού της προσώπου. Έβλεπε τον εαυτό της μέσα από αυτόν. "Καιρός για να δράσουμε", σκέφτηκε. Έσβησε το τσιγάρο της, πήρε την τσάντα της και πήγε προς την έξοδο. Του έριξε μια γρήγορη ματιά και ακολούθησε τη διαδρομή με τα μάτια της προς την έξοδο του μαγαζιού. Εστίασε στην πόρτα και με αργά και αποφασιστικά βήματα πήγαινε προς την πόρτα. Με την άκρη του ματιού της τον είδε να σηκώνεται.

    Δεν ήταν από την Αθήνα. Έμενε και δούλευε στη Θεσσαλονίκη. Ερχόταν όμως συχνά στην Αθήνα. Στη Θεσσαλονίκη έμενε στο κέντρο. Ερασιτεχνικά ασχολιόταν με το γράψιμο. Μικρές ιστορίες που της δημοσίευε εδώ και εκεί. Η πόλη της είναι ζεστή και φιλόξενη, τη βοήθαγαν να γράφει. Της άρεσε και η γυμναστική. Από το γμναστήριο είχε αποκτήσει το στητό κορμί και το "αποφασιστικό" βήμα. Έδειχνε γυμνασμένη.

    Την ακολούθησε.

    Στη γωνία περίμενε το φανάρι για να περάσει απέναντι. Αποφάσισε να επιταχύνει το βήμα της για να δει αν όντως θέλει να πάει μαζί της. Ξαφνικά σταμάτησε. Κοίταζε μια βιτρίνα. Έτσι για να τον δει μέσα από το τζάμι. Ήταν αριστερά της, λίγο πιο πίσω της. Τον κοίταξε έντονα για λίγα δευτερόλεπτα, είδε τα μαγουλά του να κοκκινίζουν. Ξεκίνησε, ήξερε ένα καλό ξενοδοχείο εκεί κοντά. Την ακολουθούσε. Έστριψε στη γωνία. Κοντοστάθηκε και γύρισε προς αυτόν. Τον είδε έτοιμο να φύγει. Του έκανε νόημα να μείνει. Υπάκουσε. Σήκωσε το χέρι της προς τα μάτια του και αμέσως μετά έδειξε το έδαφος. Υπάκουσε. Χαμήλωσε τόσο το βλέμμα του ώστε να βλέπει που πηγαίνει. Πρέπει κάποια να τον είχε εκπαιδεύσει.

    Σε λίγο ήταν οι δυό τους σε ένα δωμάτιο. Αυτός γυμνός. Γονατιστός δίπλα της. Το κεφάλι του στραμμένο προς τα κάτω. Είχε μείνει με ένα κόκκινο φόρεμα, με τιράντες. Το στήθος της διαγραφόταν όμορφο μέσα από το άνοιγμα που έκανε το φόρεμά της. Δεν του επέτρεπε να το κοιτάζει. Είχε πρόχειρα δυο clips. Τα έβαλε στις ρώγες του. Στην τσάντα της χώραγε ένα μικρό μαστίγιο. Ήταν πλέον είδος πρώτης ανάγκης για αυτήν. Από τότε που γνώρισε και εκτίμησε την κυριαρχική της πλευρά.

    Στην πλάτη του έπεφτε αργά και απαλά το μαστίγο. Μετά πιο γρήγορα και πιο δυνατά. Τελικά τόσο δυνατά που έβλεπε το μορφασμό του. Του έδειξε τις γόβες της. Ξεκίνησε να τις γλύφει. Πλέον ο πρωκτός του ήταν σε κοινή θέμα. Το μαστίγιο σε λίγο χρόνο τον είχε κοκκινήσει. Του έδειξε το κρεβάτι. Του έδειξε πως να ξαπλώσει και του έδωσε να καταλάβει ότι θέλει το κεφάλι του να είναι προς το πάτωμα. Οι ρόγες του όλες δικές της. Και στο μαστίγιό της. Τα clips πονούσαν περισσότερο τώρα, όσο το μαστίγιο έπεφτε πάνω τους. Της άρεσε η αλλαγή στο πρόσωπό του κάθε φορά που τον μαστίγωνε.

    Είχαν περάσει περίπου τρεις ώρες. Το σώμα του είχε γίνει κόκκινο. Της άρεσε έτσι. Ήταν προκλητικά όμορφο το χρώμα. Είχε φτιάξει όμορφα σχήματα. Του έκανε νόημα να ντηθεί. "Αύριο στη Φένια, στις 5.00 το απόγευμα". Ήταν η πρώτη φορά που άκουσε τη φωνή της. Του φάνηκε σαν θεσπέσια μελωδία. Το σήμερα μίλαγε για το αύριο. Έξι λέξεις, σαν τα πρώτα έξι λεπτά της αναγέννησής του. Αυτές που άκουσε από τη γλυκιά άγνωστή του.
     
  2. thanasis

    thanasis Contributor

    Πολύ καλό!  
     
  3. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Τρεις ώρες τον μαστίγωνε; Είχα να κάνω λίστες σούπερ μάρκετ.... 
     
  4. Maley

    Maley Contributor

  5. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Εσύ, αυτή όμως δει είχε!!  
     
  6. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Την επόμενη μέρα αντηχούσε ακόμη η φωνή της στα αυτιά της. Ήξερε αυτό το μέρος. Φένια, Φένια και ο ήχος αντηχούσε ακόμα στα αυτιά του. Η ώρα δεν έλεγε να περάσει. Πέντε λεπτά πριν τις 5 ήταν εκεί. Περίμενε.

    Την είδε από μακριά. Οι άντρες την κοιτούσαν όπως περνούσε. Θα ήταν όμως δική του για σήμερα. Έτσι τουλάχιστον υπολόγιζε. Το μονοπώλιο. Το βάσανο που μεταδίδουν οι σκλάβοι σε αυτούς που θέλουν να τους κυριαρχήσουν. Ποιος ανήκει σε ποιον; Ποιος τελικά κυριαρχεί; Στο κάτω-κάτω της γραφής, πόσες φορές οι σκλάβοι έχουν το πάνω χέρι με τα "θέλω" και τις απαιτήσεις τους; Και αυτή τη φορά δε θα χάλαγε η συνταγή. Έτσι νόμιζε. Το είχε κάνει και με άλλες Αφέντρες και ήξερε να πετυχαίνει. Απλά του έπαιρνε χρόνο.

    Μια κοπελίτσα, λεπτοκαμωμένη, κοντούλα, με ευγενικά χαρακτηριστικά ήταν ακριβώς πίσω της. Χαμηλοβλεπούσε. Δεν την ήξερε. Την σύστησε σαν την "αδελφή" του. Του εξήγησε ότι αυτή θα είχε το πάνω χέρι. Θα πήγαιναν σπίτι της. Εκεί έμενε όταν ερχόταν από τη Θεσσαλονίκη. Ήταν πιο έμπειρη και ήξερε τις προτιμήσεις της. Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε η "αδελφή" του. Θα περπατούσαν μέχρι εκεί. Ήταν λίγο μακριά, η Αφέντρα είχε πάρει ταξί και θα τους περίμενε εκεί. Στο δρόμο είχαν όλη την ευκαιρία να συζητήσουν για τις λεπτομέρειες. Της ζήτησε το όνομά της. Του εξήγησε ότι οι σκλάβοι της δεν είχαν όνομα. Τους καλούσε όταν ήθελε. Θα έπρεπε να υπακούσει τυφλά, αλλά θα δήλωνε πιο μπροστά τα όρια του και τους κώδικες ασφάλειάς του, σε αυτήν για να τα μεταφέρει στην Αφέντρα. Απαγορεύονται οι πολυλογίες.

    Πήραν ένα στενό και μικρό δρομάκι. Το σπίτι, του το έδειξε, ήταν στο βάθος. Σε μια συστάδα δέντρων τον σταμάτησε. Τον ανάγκασε να σκύψει το κεφάλι του. Του πέρασε ένα κολάρο και πάνω από αυτό ένα φουλάρι για να μη φαίνεται. Του άνοιξε τα δύο πρώτα κουμπιά του πουκαμίσου του και στερέωσε στις ρώγες του δύο clips, από αυτά που έκαναν ένα περίεργο και γελοίο θόρυβο. Με το που θα πήγαιναν μέσα θα έπρεπε να πάει στο πρώτο δωμάτιο για να ξεφορτωθεί τα ρούχα του και ότι άλλο είχε.

    Θυμήθηκε μια Αφέντρα που είχε παλιά. Και αυτή είχε μια σκλάβα που της άρεσε να τον μαστιγώνει ανελέητα. Το έκανε περισσότερο για την ευχαρίστησή της παρά λόγω των εντολών που έπαιρνε. Το έβλεπε στα μάτια της. Όταν άφηνε να την κοιτάξει. Μάλλον, τώρα που το σκέφτεται, τον άφηνε επίτηδες να την κοιτάζει. Θα ήταν και αυτή έτσι; Τα χαρακτηριστικά της έγιναν πιο σκληρά όσο πλησίαζαν προς το σπίτι. Έπιασε την κουβέντα με ένα γείτονα. Κάτι του έλεγε χαμηλόφωνα και αυτός χαμογελούσε. Τον κοίταζε σα να ήθελε να πει κάτι; Για αυτόν μιλούσαν; Τι ρόλο έπαιζε αυτός; Ντρεπόταν, αλλά πλέον ήταν αργά. Τον χαιρέτησε και έφυγαν. Τα clips χοροπήδαγαν στις ρώγες του και έκαναν έναν τρελό θόρυβο. Φοβόταν ότι θα τον άκουγαν και είχε κοκκινήσει. Μόλις είχε ξεκινήσει το ταξίδι του προς τη χώρα της απόλυτης ηδονής. Απλά δεν το ήξερε. Κάτι υποψιαζόταν, αλλά ήταν αδιευκρίνιστα όλα μέσα του.

    Μπήκαν στην αυλή. Του έδειξε ένα υπόγειο. Εκεί θα κοιμηθείς, του είπε. Ήταν το μπουντρούμι του. Θα έμενε εκεί μέχρι να γίνει σκλάβος της Αφέντρα. Μετά θα ανέβαινε στον πάνω όροφο. Τη ρώτησε ή μάλλον αποπειράθηκε να τη ρωτήσει, γιατί του τράβηξε με δύναμη τα clips. "Θα μιλάς όταν σου δίνουν την άδεια. Και εγώ δεν σου την έδωσα", του είπε. "Στην Κυρία πολύ σπάνια θα μιλάς και πιο σπάνια θα την ακους". Του άνοιξε την πόρτα και τον έσπρωξε σε ένα δωμάτιο. Γδύθηκε. Έριχνε ματιές και όταν ήταν εντελώς γυμνός μπήκε μέσα. Του έβαλε μια αλυσίδα και τον τράβηξε προς το υπόγειο. Την αλυσίδα τη στερέωσε σε ένα κρίκο και του έδεσε τα χέρια πίσω, όχι πολύ σφιχτά, τόσο όμως που δεν μπορούσε να τα λύσει. Πήρε ένα μπολ και έβαλε λίγο φαί. Το άφησε όμως τόσο μακριά που δεν μπορούσε να φτάσει. "Σήμερα δε θα φας εσύ, αυτό είναι για τους άλλους", είπε και έφυγε.
     
    Last edited: 20 Μαρτίου 2008
  7. Vicky

    Vicky Regular Member

    Nice ...  
     
  8. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Αυτή η νύχτα για αυτόν θα ήταν η πιο σημαντική για τη ζωή του, σαν σκλάβος. Αυτός, μόνος του με τα "θέλω" του, τις πεποιθήσεις του και τις διάφορες απαιτήσεις του. Αυτός και ο άλλος εαυτός του, το είδωλό του στον καθρέφτη -σε έναν νοητό καθρέφτη. Ποιοι ήταν, όμως οι "άλλοι"; Είχε, για κάποιο μυστήριο λόγο, εμπιστοσύνη στις δύο γυναίκες. Αυτό δεν μπορούσε να το εξηγήσει. Τις εμπιστευόταν. Κατά έναν άλλον, πιο παράξενο λόγο, εμπιστευόταν τη μικρή σκλάβα. Κάτι του έλεγε ότι ήταν ντόμπρα. Έτσι την είχε κόψει. Τις είχε εξηγήσει τις φοβίες του, οπότε τώρα δε φοβόταν.

    Σιγά-σιγά τα μάτια του συνήθιζαν στο σκοτάδι. Τι ήταν, ένας σκλάβος και με ποια έννοια; Αυτό το ερώτημα ερχόταν όλο και περισσότερο στο μυαλό του. Ένας σκλάβος μπορεί να είναι τόσο απαιτητικός; Σίγουρα όχι, απαντούσε, αλλά και η άλλη απάντηση "γιατί όχι", ήταν έτοιμη να βγει. Δεν έπρεπε να ακολουθήσει; Να υποταχθεί και όχι να θέλει να περνάει το δικο του; Μήπως οι Αφέντρες που είχε μέχρι σήμερα δεν ήταν τόσο κυρίαρχες; Μήπως έψαχναν απλά το παιχνίδι;

    Η ζωή του πέρναγε μπροστά του, ιστορίες, σκηνές, περιστατικά. Μπορούσε να τα αξολογήσει όλα. Ο χρόνος ήταν όλος δικός του. Έβαζε τα πρόσωπα που έπαιξαν αυτό το ρόλο του κυρίαρχου, τις Αφέντρες, στο ζύγι. Και συνέχεια αμφισβητούσε. Μόνο μια έμεινε στο βάθρο της. Η πρώτη, η πιο σκληρή και τρυφερή συγχρόνως. Δεν μπόρεσε ποτέ να την ξαναβρεί αφού απομακρύνθηκε ο ένας από τον άλλο. Η λέξη "χώρισαν" του πήγαινε καλύτερα. Είχε γίνει μεταξύ τους μια ερωτική σχέση, ιδιότυπη, αλλά μια βαθιά ερωτική σχέση. Τότε έμαθε τον αυταρχισμό και τον ερωτισμό που κρύβει. Όλα με τη μία τα ρούφηξε. Μετά απολάμβανε.

    Θυμόταν σκηνές με αυτή, τη Σίσυ, έτσι την έλεγαν. Ακόμη θαύμαζε τη φαντασία της. Δεν ήταν Ελληνίδα. Είχε έρθει από τη Ρουμανία. Παντρεύτηκε έναν Έλληνα. Ήταν χορεύτρια και τα παράτησε. Πήρε την ελληνική ιθαγένεια, μετά χώρισε και ψαχνόταν. Την είχε βρει ψάχνοντας. Μπορεί και αυτή να τον βρήκε. Κανείς δεν ξέρει. Γιατί αυτή η Κυρία τον βρήκε ή την βρήκε; Χαμογέλασε ευχαριστημένος με την ανάμνηση της Σίσυ. Και τι δε θα έδινε να την ξαναέβλεπε; Όνειρα. Όλες οι υπόλοιπες ήταν η Σίσυ, σε διαφορετικές εκδοχές. Μέσα από αυτές έβλεπε Εκείνη. Και πίσω από αυτές Εκείνη έβλεπε. Όταν τον μαστίγωναν ήταν σα να τον μαστίγωνε εκείνη. Όμως καμιά δε θα μπορούσε να συγκριθεί με αυτή.

    Διέκρινε, στην άλλη άκρη της κάμαρας μια κίνηση, κάτι, κάποιος υπήρχε εκεί. Δεν μπορούσε να δει καθαρά.

    Η Σίσυ, πάντως τον προστάτευε πάντα και ας μην το ήξερε. Από τις βλακείες και τις χαζομάρες που έκανε. Ήταν ο φύλακας άγγελός του. Μια άλλη, η Τζίνα, πέρασε σαν αστραπή από τη ζωή του. Φώτισε για λίγο το σκοτάδι του και μετά εξαφανίστηκε. Άφησε πίσω της το άρωμά της. Αυτό όμως, σιγά-σιγά ξεθώριασε. Δεν πρόλαβε να το μυρίσει, δεν πρόλαβε να την χωνέψει, δεν την έμαθε.

    Τώρα έβλεπε καλύτερα. Κάτι τον πλησίαζε. Ένα μικρό ζωντανό πλάσμα που πήγαινε προς αυτόν, με μικρά και αποφασιστηκά βήματα. Του έκοψε το νήμα των σκέψεών του. Προσηλώθηκε σε αυτό. Ακόμα δεν μπορούσε να διακρίνει τι ήταν. Τον απειλούσε ή ήταν φιλικό με αυτόν; Για έναν περίεργο λόγο απέκλειε την απειλή. Για αυτό δεν έκανε καμία κίνηση να προφυλαχτεί ή να επιτεθεί. Έμεινε ακίνητος και περίμενε. Επιτέλους, έμπαινε στην ψυχολογία του σκλάβου. Άφηνε τον εαυτό του στον άλλον, τόσο όσο αισθανόταν ασφαλής.
     
  9. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Όταν πλησίασε το είδε. Ήταν ένα σκυλάκι. Έτσι ή αλλιώς αύριο θα ήταν ένα σκυλί για την Κυρία του. Προετοιμαζόταν για αυτό. Θυμόταν, παλιότερα, όταν η τότε Κυρία του τον τιμωρούσε το μαστίγιο έπεφτε βαρύ στις πλάτες του. Κάτι τέτοιο περίμενε και αύριο, έτσι σαν μια γνωριμία. Το κακό με το υπόγειο ήταν ότι δεν μπορούσε να καταλάβει πότε ξημέρωνε. Τα δεσμά του ήταν αρκετά χαλαρά για να μπορεί να ξαπλώσει και να κοιμηθεί λίγο. Το έκανε. θα είχε ανάγκη αύριο λίγη ξεκούραση.

    Κάποια βήματα τον ξύπνησαν. Έκανε να σηκωθεί, αλλά ένα πόδι τον κράτησε στο πάτωμα σκυμμένα, το κεφάλι του ακουμπούσε ακριβώς το πάτωμα του δωματίου. Δεν μπορούσε να δει ποιος ή ποια ήταν. Αυτό τον τρομοκράτησε για λίγο. Ένιωσε μετά από λίγα λεπτά ότι δεν ήταν μια μπότα που του πατούσε το κεφάλι προς τα κάτω, αλλά ένα μικρό παπούτσι, κατά συνέπεια, σκέφτηκε, δεν θα ήταν η Κυρία. Αυτό τον καθησύχασε. Ένα χέρι τράβηξε την αλυσίδα που ήταν στο κολάρο του. "Σήμερα θα ξαναγεννηθείς", ήταν τα λόγια που έβγαιναν σχεδόν σφυριχτά από το στόμα μια γυναίκας. Έκανε να δει, αλλά ένα σκαμπίλι τον επανέφερε στην τάξη. "Θα μιλάς μόνο αν σου απευθύνουν τον λόγο, αυτό μην το ξεχνάς.". του είπε.

    Είχε λύσει την αλυσίδα και τον έσυρε στον πάνω όροφο. Τον τράβαγε με όλη της τη δύναμη. Από τα όμορφα πόδια της αναγνώρισε την επιστάτρια. Σκέφτηκε ότι είναι μια σκύλα, μια ξεπεσμένη σκλάβα που θέλει να πάρει εκδίκηση, από ποιος ξέρει τι. Μετά όμως ντράπηκε για τις σκέψεις του. Κοκκίνησε. Τον κατάλαβε και άφησε το μαστίγιό της να πέσει βαρύ στα πόδια του. "Και οι σκέψεις τιμωρούνται εδώ. Αυτό να το ξέρεις. Τσακίσου τώρα.", τον έσυρε σε ένα δωμάτιο όπου σε ένα πλαίσιο υπήρχαν πολλά χαλίκια. Τον διέταξε να ανέβει εκεί και να είναι στα τέσσερα. Να περιμένει μέχρι να λάβει νεώτερη εντολή.

    Το έκανε. Δεν είχε άλλη επιλογή. Μετά από πέντε λεπτά ήρθε η επιστάτρια και του είπε ότι είχε εντολή από την Κυρία να τον προπονήσει. Και για να καταλάβει τι εννοούσε ανέβηκε πάνω του και τον ανάγκασε να κάνει δύο γύρους στο πλαίσιο. Τον πόναγαν τα γόνατά του και οι παλάμες του. Δεν τολμούσε όμως να πει τίποτε. "Η λέξη έλεος είναι αυτή που θα μας ειδοποιήσει ότι δεν αντέχεις. Όμως αν καταλάβουμε ότι δεν το εννοείς, τότε θα τιμωρηθείς διπλά.", του είπε. Κατέβηκε και του έκανε νόημα να σηκωθεί. Ανακουφίστηκε όχι για πολύ όμως. Στην άκρη του πλαισίου υπήρχε ένα ξύλο με αιχμηρά σημεία να προεξέχουν σε όλο το πλάτος του. Εκεί θα έπρεπε να σταθεί όρθιος. Σε λίγα λεπτά μόνο τα δάχτυλά του θα ακουμπούσαν σε αυτά. Τα χέρια του ήταν δεμένα σε μια αλυσίδα που κρεμόταν από το ταβάνι.

    "Η αγαπημένη στάση μου. Συνήθως μου αρέσει να πηδάω τους σκλάβους, αλλά δεν έχω σήμερα κάποια παρόμοια εντολή και δε θέλω να παρακούσω την Κυρία. Θα σε αφήσω για λίγο μόνο σου. Μόνο μην κουνηθείς.", ψυθίρισε στο αυτί του, του τσίμπησε τις ρώγες του και τις τράβηξε με πολύ δύναμη προς τα κάτω. Με μια κίνηση έβαλε από ένα κλιπ στην κάθε μία. Ήταν βαρύ, αλλά μπορούσε να το υποφέρει. Έτσι τουλάχιστον πίστευε. Αφέθηκε, σίγουρα ήταν η θέλησή του να υποταχθεί ολοκληρωτικά, όσο δεν είχε υποταχθεί ποτέ στη ζωή του.
     
  10. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Όταν επέστρεψε τον έπιασε από το κεφάλι και τον ανάγκασε να γυρίσει το κεφάλι του και να την κοιτάξει. Ξαναείδε το βλέμμα. Αυτό που είχε υπακούσει αυτή τη γυναίκα στο καφέ και την είχε ακολουθήσει μέχρι το ξενοδοχείο. Τότε όλα πέρασαν με τη μια από μπροστά του. Το ίδιο βλέμμα σε μια άλλη γυναίκα. Ο ίδιος ο ηλεκτρισμός, με την ίδια ένταση στο μυαλό του.

    Παρέλυσε ολόκληρος. Μια σκλάβα μετατράπηκε με τη μία σε αυταρχική γυναίκα. Το βλέμμα! Δεν ήταν η γυναίκα, το παρουσιάστικο της, οι τρόποι της, αυτή καθαυτή η γυναίκα, αλλά το βλέμμα της. Τώρα το κατάλαβε αυτό εισέπρατε στην αρχή και όλα τα υπόλοιπα ακολουθούσαν. Αυτό το βλέμμα κάνει τον άνθρωπο κυρίαρχο. Όμως θα πρέπει να βρει και το δέκτη, σκέφτηκε. Αυτός ήταν ένας καλός δέκτης. Δεχόταν να υποταχθεί και ακολούθησε το βλέμμα σαν το αστέρι που καθοδηγούσε τους μάγους. Σαν τα φώτα που μαγνητίζουν τα ψάρια τη νύχτα. Μέχρι να πέσουν στα δύχτια και να ανοίκουν μετά σε άλλον.

    Τώρα ζει το όνειρο. Αυτό που έψαχνε τόσο καιρό. Αυτό το βλέμμα που δεν το είχε συναντήσει σε καμιά γυναίκα, σε καμιά Κυρία από όσες είχε συναντήσει μέχρι τώρα. Ήταν έτοιμος να αφεθεί, να ηρεμήσει, να χαλαρώσει. Το σώμα του άρχισε να πέφτει και να ξεφεύγει από τη στητή στάση που ένας σκλάβος πρέπει να έχει. Είχε κουρνιάσει.

    Η δεύτερη ηλεκτρική εκκένωση είρθε ξαφνικά. Το κεφάλι ήταν γυρμένο προς τα κάτω. Το μαστίγιο έπεσε με δύναμη στην πλάτη του. Τινάχτηκε. Τσιτώθηκε και έφερε το κεφάλι προς τα πίσω. Δάγκωσε τα χείλη, δεν ήθελε να ζητήσει έλεος. Ακόμα δεν είχε ζήσει τίποτε. Ο πόνος άρχισε να περνά. Θα έπρεπε να ήταν ένα μαστίγιο λεπτό. Τη δεύτερη φορά έπεσε πιο δυνατά. Του ξέφυγε ένα βογγητό. Ακόμη τρεις φορές. Η γυναίκα που το μαστίγωνε ήξερε σίγουρα τι έκανε. Είχε αποφασιστηκότητα. Πλησίασε. Το άρωμά της ήταν διαφορετικό από αυτό της επιστάτριας. Έπρεπε να ήταν η Κυρία.

    Ανέβηκε στο πλατό. Τον έπιασε από τα μαλλιά και τον ανάγκασε να τη δει. Κράτησε έτσι το κεφάλι του για λίγα δευτερόλεπτα. Το βλέμμα της τον τρύπσε μέχρι την καρδιά. Χωρίς να το θέλει συνέκρινε τα δύο βλέμματα. Αυτό εδώ δεν έδειχνε μόνο κυριαρχία, αλλά και αποφασιστικότητα και βεβαιότητα. Κατάλαβε τη διαφορά μεταξύ της σκλάβας και της Κυρίας. Μόνο από τα βλέμματά τους. Του έφτανε αυτό.

    Πέταξε το μαστίγιο και έκανε νόημα στη σκλάβα της να συνεχίσει. Αυτή της φίλησε το χέρι, από σεβασμό. Η Κυρία την έπιασε από τα μαλιά. Την κοίταξε. Κατευθείαν στα μάτια. Αυτή λύγισε. Της έπιασε το λαιμό και τη φίλησε στο στόμα. Βρήκε τη γλώσσα της και τη χάιδεψε με τη δική της. Μετά, με τη γλώσσα της, έκανε γρήγορα πέρασμα στα χείλη της. Ξαφνικά άφησε τη σκλάβα της. Αυτή σα μεθυσμένη παραπάτησε. Είχε χάσει το στήριγμά της. Βρήκε το μαστίγιο κάπου στα αριστερά της. Το έπιασε μηχανικά και ξεκίνησε να εκετελέσει αυτή την άφατη εντολή της.
     
  11. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Οι νεβρώνες του χτύπαγαν ο ένας τον άλλο. Αυτό το ΒΛΕΜΜΑ τον είχε μεθύσει. Τόσο αυτό της Κυρίας όσο και αυτό της επιστάτριας. Αυτό όμως της Κυρίας τον είχε βάλει στη θέση του. Πόλλα γίνονταν γύρω του λίγα καταλάβαινε.

    Η επιστάτρια ήταν ακόμη σχετικά ζαλισμένη. Το νέκταρ από την Κυρία της την είχε μεθύσει. Έκανε να σηκώσει το μαστίγιο, έπεσε όμως μόνο του προς τα κάτω. Ωστόσο έφτασε στο σκλάβο του οποίου η πλάτη ήταν εκτεθημένη προς αυτήν. Όλα ξεκαθάρισαν μέσα της. Η βαθμίδα μεταξύ αυτού, αυτής και της Κυρίας. Το σκαλί που τους χώριζε και η ανωτερότητά της. Τον έβλεπε τώρα σαν ένα μέσο να ξεδώσει. Όμως η σκέψη ότι θα πρέπει να του μάθει νίκησε αμέσως την πρώτη. Τώρα ήταν πιο προσεχτική.

    Αν μπορούσε να δει τα μάτια του σκλάβου θα έβλεπε την εσωτερική του πάλη. Το αίμα του έτρεχε όπως τα αυτοκίνητα σε ένα μεγάλο αυτοκινητόδρομο. Τον ζάλιζε αυτή η ταχύτητα. Προσωρινά ήταν στο χώρο μόνο αυτός και ένα μέρος του είναι του έκανε έκκληση στην Κυρία του να έρθει. Μια έκκληση σιωπηλή. Η επιστάτρια τον ακούμησε απαλά και ψηλάφισε τις ραβδώσεις που είχαν δημιουργηθεί στην πλάτη του. Της άρεσαν. Έβαλε το δάχτυλό της στο στόμα της και με λίγο σάλιο τις σκιαγράφησε. "Θα πρέπει να μάθεις κάποια πράγματα". Απάντηση δεν πήρε. Αυτό που δεν καταλάβαινε ήταν αν την αγνοούσε ή ήταν στον κόσμο του. Του έπιασε τα μαλλιά και τα τράβηξε απότομα κάτω. Τον ανάγκασε να τη δει.

    Αυτό που αντίκρυσε ήταν το βλέμμα του μεθυσμένου. Αυτού που μεθά από ηδονή, από νοσταλγία για υποταγή, από τρελή επιθυμία να επικοινωνήσει όλο το είναι του με κάποιον άλλον. Της θύμισε την πρώτη της φορά. Τότε μια άλλη σκλάβα την είχε μυήσει. Η μύησή της κράτησε μια εβδομάδα. Μαστίγια, clips, ραβδιά, αλυσίδες, κεριά και μια νύχτα να κοιμηθεί στο σπιτάκι ενός σκύλου, όπου ίσα-ίσα χώραγε. Δεν ήξερε πόσο κράταγε έτσι το κεφάλι του. Είδε τα μάτια του να γουρλώνουν και άφησε το κεφάλι του να πέσει προς τα κάτω.

    Ένα βλέμμα έντονο την είχε αιχμαλωτήσει, και αυτή. Την είχε σκλάβώσει. Σε μια σκλαβιά από την οποία δεν θέλει να βγει, ακόμα και τώρα. Τα άλλα ήρθαν μετά. Τα σώματα επικοινωνούσαν υπακούοντας στην ψυχή και αυτή στην μαγική, οπτική επαφή. Του γύρισε το κεφάλι και του ψυθίρισε: "Με ακούς τώρα;" Η σιωπή ήταν μια ευκαιρία να τον μαστιγώσει δύο φορές και, πλησιάζοντας, ακουμπώντας τα στήθη της στην πλάτη του, να του τραβήξει τα clips. "Τώρα πρέπει να με ακούσεις. Σήμερα θα γίνεις σκλάβος. Δε θα είσαι εσύ, θα είσαι κάποιος άλλος. Μετά από δύο μέρες θα είσαι το ζωάκι της Κυρίας. Θα τα μάθεις όλα γρήγορα. Αν συμφωνείς σήκωσε το κεφάλι σου. Μια φορά.". Η κίνηση του κεφαλιού του της έδωσε το δικαίωμα να ξεκινήσει την εκπαίδευση.

    Πόναγε. Αισθανόταν ότι του ξεσκίζουν το κορμί του. Όμως αυτή η οπτική επαφή του έδινε δύναμη για να αντέξει, να μην ουρλιάξει, να μη ζητήσει έλεος. Ήθελε να γίνει επιτέλους σκλάβος. Σκλάβος της Μέδουσας.

    .....................................................................................................................................................................

    Ξύπνησε πολύ αργότερα δεμένος και πεταμένος σε μια άκρη. Το σώμα του ήαν ανάλαφρο και επιτέλους ήταν το δικό του. Τώρα ήταν ο εαυτός του. Μπορούσε να δώσει, αλλά και να εισπράξει.

    .....................................................................................................................................................................



    Τελειώνω εδώ αυτή τη μικρή ιστορία-δοκίμιο για το βλέμμα. Θα περίμενα τα δικά σας σχόλια. Σας ευχαριστώ.

    Πιστεύω να έχει γίνει κατανοητός ο λόγος που έγραψα αυτή την ιστορία. Αν θα θέλατε θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε μια κουβέντα (σε πολλά επίπεδα) γύρω από αυτό το θέμα.
     
    Last edited: 17 Απριλίου 2008