Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Γρικάς τη σιωπή;

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος camera_obscura, στις 23 Ιουνίου 2008.

  1. camera_obscura

    camera_obscura Regular Member

    Γρικάς τη σιωπή;

    Aνε βαρείς στη χέρα σου στο 'να δακτύλι μόνον,
    γρικάς εις όλο το κορμί το βάρος, και τον πόνον.
    Ερωτόκριτος

    Τον γνώριζα πολύ λίγο. Είχαμε συναντηθεί δυο τρεις φορές σε εξόδους με φίλους κι είχαμε ανταλλάξει ελάχιστα λόγια. Όταν μιλούσα με κοιτούσε με προσοχή, μερικές φορές έκανε διευκρινιστικές ερωτήσεις, αλλά μετά απευθυνόταν σε όλους σα να μην είχε νόημα να μου απαντήσει προσωπικά.
    Εκείνο το βράδυ είχαμε πάει σε ένα πολύ δήθεν μεζεδοπωλείο. Είχα εκνευριστεί με την ηλίθια ιδέα του ιδιοκτήτη να δίνει «έξυπνα» ονόματα στα φαγητά, με την πολύ «ψαγμένη»μουσική και με τις πολύ εξωφρενικές τιμές. Μπάσταρδα πράγματα.
    Εκείνο το βράδυ λοιπόν, μου μίλησε λιγότερο από ποτέ παρ’ ότι καθόμαστε δίπλα και η πολυάριθμη παρέα ευνοούσε τα πηγαδάκια. Ξαφνικά, γύρισε κάποια στιγμή προς το μέρος μου και μου είπε κοντά στο αυτί: «Θα συμφωνήσεις με ότι πω. Μόλις φύγουμε δε θα πεις άλλη κουβέντα, ώσπου να σου πω εγώ. Κατάλαβες;» «Κατάλαβα» είπα μισοζαλισμένη από το κρασί, την κακή διάθεση και τον αιφνιδιασμό.
    Σε λίγο είπε ότι έπρεπε να φύγει και άρχισε να καληνυχτίζει. «Α, θέλεις να σε πετάξω όπως είπαμε μέχρι το μετρό;» γύρισε και μου είπε αδιάφορα. «Εεε, ναι, πρέπει να φύγω κι εγώ» ψέλλισα και μάζεψα άρον-άρον τα πράγματά μου.
    Μόλις βγήκαμε από το μαγαζί με έπιασε απαλά από τον αγκώνα, σε ένα ιδιότυπο αγκαζέ, ώσπου φτάσαμε στο αυτοκίνητό του. Η μουσική ξεκίνησε μόλις έβαλε μπροστά. Οι γνώσεις μου για την κλασική μουσική είναι από υποτυπώδεις έως ανύπαρκτες αλλά αυτό που ακουγόταν πρέπει να ήταν Bach. Πολύ σύντομα προσπεράσαμε τον σταθμό του μετρό και συνεχίσαμε προς άγνωστη κατεύθυνση. «Μα πού...» ξεκίνησα να λέω, αλλά με διάκοψε με ένα «σσσσ».
    Φτάσαμε σε μια άγνωστη σε μένα γειτονιά. Πάρκαρε και κατευθυνθήκαμε σε μια πολυκατοικία. Ξεκλείδωσε και ανεβήκαμε στον 3ο όροφο. Μπήκαμε σε ένα μικρό διαμέρισμα, ουσιαστικά ένα ευρύχωρο στούντιο με ξεχωριστή κουζίνα. Ήταν σχετικά τακτοποιημένο και είχε σημάδια ότι κάποιος ζούσε μόνιμα εκεί, κάποιος φοιτητής ίσως ή εργένης που ζει περισσότερο εκτός σπιτιού. Ήξερα ότι δεν είναι το σπίτι του γιατί είχε αναφέρει την περιοχή που έμενε. Μα τι στην ευχή, σε γαμιστρώνα με έφερε; Ωστόσο, δεν πρόλαβα να περιεργαστώ επαρκώς τον χώρο για να βγάλω συμπεράσματα. Με τράβηξε απαλά προς το κέντρο του δωματίου και μου έβγαλε το πανωφόρι. Μετά, με κινήσεις αργές και προσεκτικές, σχεδόν χειρουργικές, άρχισε να με γδύνει. Δεν έφερα αντίρρηση γιατί είχα κοκαλώσει από τις εκπλήξεις που διαδεχόταν η μία την άλλη. Έβγαζε ένα-ένα τα ρούχα μου και τα ακουμπούσε στη διπλανή πολυθρόνα. Όταν με έγδυσε τελείως ήθελα ταυτόχρονα δύο πράγματα: να ανοίξει η γη και να με καταπιεί και να ακινητοποιηθεί ο χρόνος σ’ εκείνη τη στιγμή. Ήρθε από πίσω μου και οδηγώντας με με το χέρι του στον αυχένα μου, με πήγε ως το κρεβάτι. Με έβαλε να ξαπλώσω ανάσκελα. Μου ανασήκωσε το κεφάλι και άπλωσε τα μαλλιά μου σαν βεντάλια πάνω στο στρώμα. Μετά μου άνοιξε ελαφρά τα πόδια. Ξάπλωσε με το πλάι δίπλα μου και ακούμπησε τον έναν αγκώνα στο στρώμα ώστε να μπορεί να στηρίζει το κεφάλι του. Με το άλλο χέρι διέτρεχε το σώμα μου σε ένα απαλό χάδι, όχι τόσο αισθησιακό όσο αναγνωριστικό. Όταν συναντούσε κάποια μικρή ανωμαλία στο δέρμα, μια ελιά, ένα σπυράκι, στεκόταν και το εξέταζε για λίγο με το δάχτυλο πριν προχωρήσει. Έκλεισα τα μάτια. Ένιωσα το χέρι του να πλησιάζει προς το μουνί μου. Πέρασε από πάνω διατρέχοντας τη σχισμή των χειλιών χωρίς να την ανοίξει και συνέχισε. Όταν ολοκλήρωσε το ταξίδι του απομάκρυνε το χέρι. Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα ώσπου το ξανάνιωσα στα βλέφαρά μου αυτή τη φορά, να μου τα ανασηκώνει απαλά, κάνοντας ακριβώς την αντίστροφη κίνηση από εκείνη που κάνει κάποιος για να κλείσει τα μάτια ενός νεκρού. Ήθελε να έχω τα μάτια ανοιχτά. Μετά, αποφασιστικά αλλά ήρεμα, πήγε το χέρι πάνω στο μουνί μου και ακούμπησε πάνω του όλη του την παλάμη. Με δυο δάχτυλα άνοιξε τη σχισμή και με τον μέσο άρχισε να διερευνά το εσωτερικό. Ξεροκατάπια κι αναρίγησα κι ενστικτωδώς έσφιξα τα πόδια σα να ήθελα να τα κλείσω. Ήταν η δεύτερη φορά που είπε «σσσσ» κι αυτό λειτούργησε αυτόματα σαν μια διαβεβαίωση ασφάλειας και με καθησύχασε. Ήταν σα να μου έλεγε «ηρέμησε, αφήσου, τίποτα κακό δεν πρόκειται να συμβεί». Άρχισε να χαϊδεύει συστηματικά την κλειτορίδα με τον μέσο δίχως να κινεί το υπόλοιπο χέρι. Δεν επιχείρησε να βάλει δάχτυλα μέσα μου αλλά συνέχιζε με σταθερό ρυθμό. Ήξερα ότι δεν έπρεπε να κλείσω τα μάτια αν και το επιθυμούσα όσο τίποτ’ άλλο. Κοιτούσα προς το ταβάνι με τα μάτια μισόκλειστα, αλλά το βλέμμα του ήταν τόσο έντονο πάνω μου που αναγκάστηκα να στραφώ να τον κοιτάξω. Ήταν σοβαρός, σχεδόν ανέκφραστος. Με κοιτούσε ευθεία στα μάτια με σταθερό βλέμμα. Ένιωσα ότι το χέρι του έχει παγιδεύσει το μουνί μου και το βλέμμα του το βλέμμα μου. Ήμουν εκεί, ακινητοποιημένη, ανίκανη να κάνω οτιδήποτε. Το μόνο που άλλαζε ήταν η αναπνοή μου που διαρκώς επιταχυνόταν ώσπου ένα ξαφνικό κύμα σπασμών με έκανε να φωνάξω.
    Αμέσως μετά τον οργασμό, απελευθερώθηκα από το χέρι και από το βλέμμα του και κουλουριάστηκα απότομα σε εμβρυακή στάση με την πλάτη προς αυτόν. Υπάρχουν πολλοί οργασμοί: φρενήρεις, λυτρωτικοί, φυσικοί, εσωτερικοί, ανεξέλεγκτοι, αξέχαστοι. Αυτός ήταν ο οργασμός του άλεφ: η απόκοσμη εκείνη αίσθηση ότι ξαφνικά έχει εισχωρήσει όλος ο κόσμος μέσα στο κεφάλι σου. Μπορείς να τα δεις όλα, τα γνωρίζεις όλα, όμως σου αποκαλύπτονται με τέτοια ταυτόχρονη βία που δεν μπορείς να επεξεργαστείς τίποτα και μένεις με μια τεράστια απορία. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ζεις το σοκ και τη συνειδητοποίηση του και θες να κλάψεις. Να κλάψεις τον Τίγρη, τον Ευφράτη, τον Δούναβη, το Νείλο. Cry me a river.
    Τότε, εκείνη τη λεπτή στιγμή έκανε κάτι απροσδόκητο. Με γύρισε απότομα ανάσκελα, ήρθε από πάνω μου και ακούμπησε τον ορθωμένο πούτσο του στην είσοδο του κόλπου. Με έπιασε απ’ το σαγόνι με το χέρι και έφερε το κεφάλι μου κατά πρόσωπο, έτσι ώστε να τον κοιτάζω. Έκανε στο πλάι μια τούφα που έπεφτε πάνω στα μάτια μου και στερέωσε τα χέρια του δυνατά στο κρεβάτι. Και μπήκε μονομιάς. Το άλεφ έκανε μια πλήρη περιστροφή κι άρχισε να δείχνει συναισθήματα και συγκινήσεις. Ήθελα να κλάψω αλλά ήμουν απίστευτα καυλωμένη. Απόγνωση, παραφορά, λαγνεία, πόθος, ολοκλήρωση, έλλειψη, απληστία, αισθησιασμός – όλα επείγοντα, όλα μαζί.
    Ήταν γρήγορο, ήταν συστηματικό, ήταν βίαιο. Δεν άλλαξε θέση, δεν άλλαξε ρυθμό. Έχυσε σε λίγα λεπτά και έπεσε πάνω μου ξέπνοος με όλο του το βάρος, με το κεφάλι του χωμένο ανάμεσα στα μαλλιά μου. Συνέχιζε να είναι μέσα μου κι ένιωθα κάθε παλμό. Παγωμένος χρόνος.
    Όταν ηρέμησε τραβήχτηκε και γλίστρησε πάλι στο πλάι, πάλι με το ένα χέρι ακουμπισμένο με τον αγκώνα στο κρεβάτι να στηρίζει το κεφάλι. Εγώ παρέμεινα ακίνητη να νιώθω τα ποτάμια να τρέχουν ανάμεσα στα πόδια μου. Απομάκρυνε μερικές τρίχες κολλημένες στο μέτωπό μου και είπε με το πιο φυσικό ύφος του κόσμου: «Τώρα, μπορείς να μιλήσεις». Στην αρχή δεν αντέδρασα. Μετά, καθώς εκείνος δεν είπε οτιδήποτε άλλο, πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα με εμένα να έχω καρφωμένα τα μάτια στο ταβάνι και να προσπαθώ να αρθρώσω κάτι που ανακαλούταν στη σκοτεινιά μόλις έφτανε στα χείλη. «Έχεις δίκιο», είπε, «όχι τώρα». Σηκώθηκε σβέλτα απ’ το κρεβάτι και χάθηκε στο άλλο δωμάτιο. Επέστρεψε αμέσως κρατώντας δυο ποτήρια νερό. Τα ακούμπησε στο κομοδίνο και έψαξε το πανωφόρι του. Άναψε δυο τσιγάρα και μου έδωσε το ένα. Και μετά άρχισε να μιλάει πρόσχαρα. «Δικό μου είναι το σπίτι. Το είχα απ’ τα φοιτητικά μου χρόνια. Το κρατάω για να κοιμάμαι καμιά φορά όταν έχω δουλειές στο κέντρο, για να μην τρέχω στου διαόλου τη μάνα. Όμως τον τελευταίο καιρό μένω ολοένα και περισσότερο εδώ κι έχω φτάσει να σκέφτομαι να ξαναγυρίσω για τα καλά. Πενήντα τετραγωνικά και πολλά μου είναι, δε χρειάζομαι τίποτα παραπάνω». Συνεχίσαμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων και δεν αργήσαμε να κοιμηθούμε.
    Τα χαράματα με ξύπνησε το χέρι του που με οδηγούσε προς τα κάτω. Μισοκοιμισμένη βρήκα τον σηκωμένο του πούτσο κι άρχισα να τον γλείφω. Έσπρωξε λίγο το κεφάλι μου ώστε να τον πάρω στο στόμα. Πόσο κράτησε αυτό; Μπορεί μερικά λεπτά, μπορεί μια ώρα, δεν είχα καμιά αίσθηση του χρόνου. Ξαφνικά κάποια στιγμή με τράβηξε απότομα πάνω και με γύρισε μπρούμυτα. Μπήκε στον κώλο. Πόνεσα στην αρχή αλλά όχι όσο θα έπρεπε για μια τόσο απότομη κίνηση. Ήμουν πολύ χαλαρή, σχεδόν μαστουρωμένη. Ο τρόπος του έδειχνε ότι με γαμούσε «στεγνά», ότι θα γαμούσε έτσι οτιδήποτε τύχαινε να βρίσκεται στο κρεβάτι του εκείνη τη στιγμή. Ήμουν ένα αντικείμενο με κατάλληλη ανατομία. Κι αυτό με καύλωσε απερίγραπτα. Έχυσε σφίγγοντας μου τα μπράτσα και πιέζοντάς τα με όλη του τη δύναμη προς το κρεβάτι. Μετά με παρέσυρε προς τα πλάγια κι η αναπνοή του βάθυνε πολύ γρήγορα ενώ συνέχιζε να έχει τα δυο χέρια περασμένα στη μέση μου. Απ’ τις γρίλιες μπορούσα να διακρίνω ότι μόλις είχε αρχίσει να χαράζει, καθώς τον ένιωθα να μικραίνει και να βγαίνει από μέσα μου. Αποκοιμήθηκα κι εγώ σχεδόν αμέσως.
    Θα πρέπει να ήταν περασμένες 10 όταν ξύπνησα κι ανακάθισα στο κρεβάτι. Εκείνος έλειπε, έλειπαν και τα ρούχα του. Πετάχτηκα και πήγα στην κουζίνα και στο μπάνιο. Άφαντος. Πήρα το ποτήρι και πήγα να βάλω νερό. Στον πάγκο της κουζίνας είχε αφήσει ένα προχειρογραμμένο σημείωμα. «Έπρεπε να φύγω πολύ νωρίς, αλλά δεν ήθελα να σε ξυπνήσω. Έχει καφέ αν θες. Καλημέρα».
    Ντύθηκα, και μηχανικά έπλυνα τα ποτήρια και καθάρισα το τασάκι. Το κρεβάτι το άφησα όπως ήταν. Καθώς άκουσα το κλικ της πόρτας που έκλεινε πίσω μου, αναρωτήθηκα πόσο άγνωστος είναι ο κόσμος στον οποίο ετοιμαζόμουν να βγω.


    ----------------------------------------------------------------------------------------------------------------

    Το ρήμα ακούω λέγεται στην Κρήτη γρικώ. Το γρικώ όμως εκτός από τη σημασία του ακούω λαμβάνει και τη σημασία του αισθάνομαι με όσφρηση, γεύση, όχι όμως με αφή, και ακόμα του νιώθω (τον πόνο, τη χαρά) και μάλιστα υπάρχει και στην παθητική φωνή.

    Το παραπάνω κείμενο δεν είναι απαραίτητα βιωματικό. Μπορεί να είναι κάτι που έλαβε χώρα και μεταγράφτηκε ως είχε, μπορεί να είναι ένα κολάζ εμπειριών, μπορεί να είναι μια φαντασίωση δική μου ή άλλου. Δεν παίζει ρόλο ποια είναι η βιωματική του καταγωγή. Με ενδιαφέρει το πώς το προσλαμβάνετε. Δεν με ενδιαφέρουν τα γούστα σας («μ’ άρεσε το τάδε, δεν μ’ άρεσε το δείνα») στο βαθμό που δε με ενδιαφέρουν και τα δικά μου γούστα. Τα γούστα είναι περιπτωσιολογία. Με ενδιαφέρει όμως το γιατί του γούστου σας.
     
  2. Mirella_trans_Domme

    Mirella_trans_Domme Contributor

    Πολυ ωραιο!!!!!
    Γρικας τι ακριβως σημαινει?
     
  3. blindfold

    blindfold Contributor



    Mirella_trans_Domme δεν το διάβασες ολόκληρο το κέιμενο  
     
  4. Mirella_trans_Domme

    Mirella_trans_Domme Contributor

    Tο διαβασα , ειδα την επεξηγηση κατω-κατω αλλα μου φανηκε παραξενο. 
     
  5. blindfold

    blindfold Contributor

    αν είχε και μετάφραση της σιωπής στα κρητικά ίσως να μην ήταν τόσο παράξενο ..!
     
  6. Guest05

    Guest05 Guest

    Κεδιά.
     
  7. blindfold

    blindfold Contributor

    ευχαριστούμε

    οπότε ο τίτλος

    γρικάς τη κεδιά .
     
  8. Guest05

    Guest05 Guest

    Δεν είναι δόκιμο στην συγκεκριμένη περίπτωση.

    Η κεδιά είναι κάτι ανάμεσα στη σιωπή και στο σκασμός. Μια χαρά είναι ο τίτλος.
     
  9. Vermilion

    Vermilion Regular Member

    Απάντηση: Γρικάς τη σιωπή;

    Υπάρχουν φορές που μια σιωπή έχει πολύ περισσότερα να σου πει απ'ότι ένα εκατομμύριο λέξεις. Υπάρχουν φορές που ένα εκατομμύριο λέξεις φαίνονται σα μια απέραντη σιωπή.
    Πανέμορφο το κείμενό σου, διαβάζοντάς το ήταν σα να το ζούσα.
    Μπράβο σου  
     
  10. Mirella_trans_Domme

    Mirella_trans_Domme Contributor

    Παιδια, καθισα και το εψαξα.
    Ας με διορθωσει καποιος αν κανω λαθος.
    Γροικω και οχι γρικω σημαινει μαλλον κοιταζω.
    Θυμηθηκα ενα ελληνικο ποιημα που αναφερεται στην Αγια Νυχτα των Χριστουγεννων, οπου η τελευταια στροφη ειναι η εξης:
    "Της νυχτας των απλων βοσκων
    Γεννιοσουν και γροικουσαν
    τους ουρανους ολανοιχτους
    που Σε δοξολογουσαν".
     
  11. zinnia

    zinnia Contributor

    Ένας άνδρας και μια γυναίκα. Έλξη. Πόθος. Όχι φωναχτός, υπόγειος. Μόνο που «φωνάζει» κι ας μην βγαίνει με λόγο. Τ ασυνείδητα τους δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Επικοινωνούν μια χαρά και με τη σιωπή. Εκείνος «ξέρει» τα βήματα . Ξέρει, πως μπορεί να τον ακολουθήσει. Εκείνη άραγε ξέρει από την αρχή; Η γνώμη μου είναι πως ναι, ξέρει. Όχι με τη λογική, αλλά ποιος γαμεί τη λογική τέτοιες ώρες. Όσο και να μην ξέρει τη συνέχεια, νομίζω πως είναι σαν «έτοιμη από καιρό» γι αυτό που θα συμβεί μεταξύ τους. Και αφήνεται γοητευμένη. Αυτό που ζει τώρα, ξεπερνά τη μεγαλύτερη της και πιο έντονη φαντασίωση. Είναι καλύτερη ακόμα. Γίνεται κάτι τέτοιο; Να που γίνεται και θέλει χρόνο για να το χωνέψει. Το κλάμα είναι η βαλβίδα ασφαλείας της. Κλαίει και χύνει. Με ανοιχτά μάτια. Χύνει και κλαίει. Με ανοιχτά μάτια. Και ξεπλένει μέσα του, όλες της τις εντάσεις. Αναβαπτίζεται.
     
  12. isnogood

    isnogood afterall, true love is the ultimate fantasy Contributor

    πολυ σωστα Μιρελλα , "Γροικω" σημαινει κοιτω / εποπτευω ....
    πχ : "οι εχθροι γροικουσαν τα περασματα" , "γροικα ο λυκος το λιβαδι" , "γροικα ο isnogood στην super paradise" ... βαρβαριστι : "isnogood Baywatching in super paradise beach" ....