Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο άνθρωπος δίχως όνομα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ηλίας, στις 8 Νοεμβρίου 2008.

  1. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    [nomedia="]YouTube - #11. "WHAT HAPPENS NEXT" by Nick Cave & Warren Ellis - [The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford (2007) OS"]400 Bad Request[/nomedia]

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα γεννήθηκε πριν ακόμα γεννηθεί. Τα βιβλία, η μουσική, οι ιστορίες, οι εικόνες που έχτισαν την προσωπικότητα του, γεννήθηκαν πολύ πιο πριν αυτόν. Την στιγμή της γέννησης απλά πιστοποιήθηκε η είσοδος του σε αυτόν τον κόσμο.

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα δεν μπορούσε ποτέ να αισθανθεί τους άλλους. Έμαθε να υποκρίνεται ότι τους αισθάνεται. Ήταν πολύ καλός στον ρόλο του. Τόσο καλός που έπειθε ακόμα και τον εαυτό του.

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα δεν είχε ποτέ του ταυτότητα. Έβρισκε τον περιορισμό δεσμευτικό. Πλησίαζε τους άλλους και γινότανε πηλός. Απορροφούσε τους κραδασμούς και γινόταν ίδιος με αυτούς. Τους σκότωνε και μετά έπαιρνε την θέση τους. Μέχρι τον επόμενο. Για αυτόν ήταν ένα ταξίδι, σε μία άλλη οντότητα, σε μία διαφορετική πνευματική διάσταση κάθε φορά.

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα δεν είχε ποτέ δική του ηθική, ιδεολογία, πιστεύω. Ανέσυρε από το μπαούλο αυτά που είχε κλέψει, έπλεκε την κατάλληλη ενδυμασία και την φόραγε στον επόμενο χορό.

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα δεν μεγάλωσε ποτέ. Έμενε πάντα παιδί. Για αυτό κάθε φορά που έβλεπε κάποιον άνθρωπο να λάμπει σαν ένα σπίρτο που φλέγεται, μέσα του χτυπούσε παλαμάκια και έκανε τούμπες ζητωκραυγάζοντας.

    Ο άνθρωπος δίχως όνομα έτρεχε πάντα και ήταν βιαστικός. Πεινασμένος συνεχώς τρεφόταν με όποιον τρόπο έβρισκε πιο λειτουργικό. Και ήταν πάντα ο πιο αποτελεσματικός, αλλά η πείνα του δεν καταλάγιαζε ποτέ και έτρεχε ξανά, μέχρι που σταμάτησε.

    Έμεινε παγωμένος μπροστά σε αυτό που είδε, αιώνες ολάκερους. Κατέγραψε κάθε της κίνηση, αφουγκράστηκε τα ερυθρά της κύτταρα, είδε τις τρίχες της και μελοποίησε το κάθε τους λίκνισμα, έγραψε σονέτα για τα μικρά σημάδια της νεαρής της διαδρομής στο χρόνο, έβγαλε χιλιάδες φωτογραφίες από ένα χαμόγελο της, έφτιαξε μία πόλη γεμάτη από επηρμένες τοιχογραφίες, εμπνευσμένα παιδιά των δάχτυλων της, ερωτεύθηκε το ζωντανό της βλέμμα και πόνεσε όταν έκλεισαν τα μάτια της, ερωτεύθηκε βαθύτερα όταν ξανάνοιξαν και πόνεσε περισσότερο όταν ξανάκλεισαν.

    Όλα αυτά στο ατέρμονο λεπτό που κύλησε από την στιγμή που την είδε. Αμέσως μετά του μίλησε.

    -Θέλετε κάτι; Η φωνή της μία λίμνη από καθάρια και υγρή καραμέλα. Ο άνθρωπος βούτηξε μέσα σε αυτή και έζησε δέκα ζωές. Γεννήθηκε δέκα φορές και πέθανε άλλες τόσες. Κάθε φορά και σε μία άλλη εποχή. Διέγραψε όλη την ιστορία του ανθρώπινου γένους στα χιλιοστά του χρόνου που κύλησαν μαζί με την μικρή σταγόνα σάλιου που ξεπρόβαλλε από τα χείλη της. Με υπεράνθρωπη προσπάθεια κατάφερε και βγήκε στην επιφάνεια της λίμνης και άνοιξε το στόμα του. Δεν ακούστηκε όμως από εκεί ήχος κανένας. Μόνο ο ήχος της γροθιάς του, που συνάντησε το πρόσωπο της.

    Το κορίτσι έπεσε λιπόθυμο. Ο άνθρωπος δίχως όνομα το σήκωσε στην αγκαλιά του και έφυγε μακριά…

    (συνεχίζεται)
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  2. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    La Valse d'Amelie



    Η Γαία γεννήθηκε πρώτη και μέχρι τα δεύτερα της γενέθλια μεγάλωσε σαν βασίλισσα. Μετά ήρθε το δεύτερο και μετά ακολούθησε το τρίτο παιδί. Τώρα ήταν πια η βασίλισσα των μυρμηγκιών, των λουλουδιών και υπεύθυνη για τις αταξίες του ξωτικού του κήπου.

    Στα δέκα της πήρε μία γενναία απόφαση. Θα αποσύροταν από τα φώτα και θα τους παρακολουθούσε όλους από τις σκιές.

    Έτσι αθόρυβα μεγάλωσε, αθόρυβα παρακολούθησε τους έρωτες και τις ίντριγκες των φιλενάδων της, αθόρυβα παρακολούθησε την κηδεία του πατέρα της, την έκτρωση της αδερφής της στα δεκαέξι, αθόρυβα πέρασε στο πανεπιστήμιο, αθόρυβα επέλεξε να χάσει την παρθενιά της από έναν Αθηναίο φοιτητή που ήταν τόσο μεθυσμένος που δεν θυμόταν τίποτα την επόμενη ημέρα.

    Το κρυφτό της, την βοήθησε να αναπτύξει άλλες αισθήσεις. Έβλεπε αυτό που δεν έβλεπαν άλλοι, άκουγε αυτά που δεν έφταναν στα αυτιά των άλλων και η όσφρηση της ήταν τόσο ανεπτυγμένη που στην κολλητή της Μαρία μύρισε πέρα από το άρωμα του δικού της αγοριού και το ανεπαίσθητη οσμή των υγρών της Νικολέτας. Το ίδιο βράδυ καθώς η Γαία έσμιγε με τον δικό της Νίκο πέρα από το άρωμα της Μαρίας δεν διέκρινε τίποτε άλλο. Έτσι συμπέρανε ότι ο Νίκος δεν γνώριζε για την ιδιαίτερη σχέση της Μαρίας και της Νικολέτας.

    Σε μία βόλτα της με το Νίκο, η Γαία είχε την χαριτωμένη ιδέα να ξαφνιάσουν την Μαρία εισβάλλοντας στο σπίτι της, από το παράθυρο του ακάλυπτου. Ο Νίκος ξαφνιάστηκε για την πρωτοφανής πρωτοβουλία της Γαίας, την κοίταξε διερευνητικά, αλλά η ιδέα ότι θα μπαλαμουτιαζόταν στα κρυφά με τη Μαρία σε κάθε ευκαιρία που η Γαία θα έβγαινε από το δωμάτιο, τον έκανε να παραμερίσει τις επιφυλάξεις του και να συναινέσει.

    Η Γαία και ο Νίκος μπήκαν από το παράθυρο και έπεσαν πάνω στην Μαρία που στα τέσσερα και με δεμένα μάτια φώναζε στην Νικολέτα, να την ξεσκίσει όπως κανείς άντρας δε τα κατάφερε ποτέ. Την συνέχεια η Γαία δεν την παρακολούθησε. Τους άφησε και έφυγε από την είσοδο, ενώ οι φωνές τους τη συνόδευαν μέχρι το δρόμο.

    Η Γαία τον επόμενο χρόνο ένιωσε ελεύθερη. Δίχως αγόρι και δίχως φίλες, τριγυρνούσε σε όλη την πόλη και έκλεβε εικόνες, ήχους και μυρωδιές, από κάθε στενό και κάθε ανοιχτό παράθυρο, σκιαγραφώντας την μυστική ζωή των κατοίκων της.

    Σε μία τέτοια νυχτερινή της εξόρμηση και καθώς βάδιζε προσεκτικά αλλά γρήγορα για να ξεφύγει, από τον καυγά που ξεσπούσε στο σπίτι των Κόκκινων, έπεσε πάνω του.

    Ο Κύριος Παράξενος. Έμειναν και οι δύο παγωμένοι να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο. Η Γαία προσπάθησε να γίνει αόρατη, αλλά αυτός συνέχιζε να την κοιτάει. Τα μάτια του έλαμπαν και η ίδια άρχισε να νιώθει γυμνή. Στο τέλος δεν άντεξε και τον ρώτησε, με φωνή που προσπάθησε να την κάνει να μοιάζει σίγουρη.

    -Θέλετε κάτι; Έβαλε μεγάλη προσπάθεια και μαζί με τη φωνή της ξέφυγαν και σάλια από το στόμα της. Σκέφτηκε να σηκώσει το χέρι της διακριτικά και να σκουπίσει τα χείλια της, αλλά την πρόλαβε και σήκωσε το δικό του. Και μετά σκοτάδι…

    (συνεχίζεται)
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. female

    female Contributor






     




    (Θα παραθέτω εικόνες φτιαγμένες ειδικά για αυτή την ιστορία του Ηλία.)

     
  4. elfcat

    elfcat . Contributor

    Απάντηση: Ο άνθρωπος δίχως όνομα

    πολύ ομορφος συνδυασμός 
     
  5. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    Η Γαία συνήλθε και συνειδητοποίησε ότι ήταν δεμένη και φιμωμένη στο πίσω μέρος κλειστού ημιφορτηγού. Το προσπέρασε όμως με την μία. Αφοσιώθηκε στις μυρωδιές που της έκλεψαν την προσοχή, από την πρώτη κιόλας στιγμή.

    Της μύριζε λεμόνι. Φρέσκο λεμόνι, όχι απόσταγμα ή κάποιο άλλο χημικό τερατούργημα. Αλλά λεμόνι, όπως μυρίζουν τα φύλα όταν τα κόβεις από την Λεμονιά. Τούρτα από λεμόνι.

    Τρεις μυρωδιές και στην κορυφή λεμόνι. Μία πιο διακριτική, αλλά πιο βαθιά. Πιο γεμάτη, πιο σίγουρη.

    Η Γαία γύρισε και μύρισε την κουβέρτα πάνω στην οποία βρισκόταν. Άφησε την πνοή της να αδειάσει και περίμενε μέχρι να νιώσει ασφυξία. Και μετά…

    Μετά ρούφηξε με όλη της τη δύναμη, το οξυγόνο που της έλειπε. Μαλλί…

    Μαλλί παρθένο. Ζεστό και ζωντανό, σαν γεννήθηκε μόλις πριν λίγα λεπτά. Ασφάλεια…

    Ήθελα να κοιμηθεί πάνω του, να ταξιδέψει με αυτό, να γεννήσει πάνω σε αυτό…

    Η τρίτη όμως μυρουδιά ήταν η καταστροφή της. Το ένιωσε από την πρώτη στιγμή. Ένιωσε σαν κάποιος να της ξερίζωνε την καρδιά και ένιωσε μία θλίψη για αυτό. Μετά από λίγο το ξέχασε. Ήταν καλύτερα έτσι.

    Η τρίτη μυρωδιά ήταν η μυρωδιά του καλοκαιριού. Της ανεμελιάς. Του αγοριού. Ενός παιδιού. Το χαμόγελο της αθωότητας. Το αιώνιο μωρό.

    Ο άντρας που την είχε απαγάγει, μύριζε σαν μωρό. Ήταν δική του η μυρωδιά και δεν το γνώριζε κιόλας.

    Η Γαία έκλεισε τα μάτια της και αποκοιμήθηκε...


    Γιαγιά γιατί έχεις τόσο μεγάλα χέρια;

    (συνεχίζεται)
     
  6. female

    female Contributor





     








     ​



     
    Last edited: 5 Δεκεμβρίου 2008
  7. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    Αποφεύγοντας τις σκιές οδηγάει μέσα στη νύχτα με τα μάτια κλειστά. Στα αυτιά η μουσική της γης που τρίζει καθώς κρυώνει γύρω του, στα ρουθούνια του η μυρωδιά της. Μύρισε το ξύπνημα της, αλλά δε θέλησε να της το δείξει για να μην την ταράξει, μύρισε τις σκέψεις της, τις κινήσεις της, την ανάσα της που έγινε πιο χαλαρή, μύρισε την στιγμή που πέρασε την πύλη του Μορφέα.

    Συνέχισε να έχει τα μάτια του σφαλισμένα. Δεν ήθελε να αποσπάσει τίποτε την προσοχή του. Για να κινείται μέσα στο δρόμο αρκούσε η ακοή του. Είχε ακριβώς 3564 δευτερόλεπτά πριν φτάσει στο Σπίτι, είχε χρόνο ακόμα. Επέτρεψε στην οσμή της να εισβάλλει ανεμπόδιστη μέσα του. Μύριζε το σώμα της, τα όργανα της που λειτουργούσαν, κάθε μικρή τους ανωμαλία, κάθε μικρή τους ιδιαιτερότητα, τα υπολείμματα του φαγητού της μέσα στο στομάχι της, την πλούσια και βαριά των απεκκρίσεων της, τις γραμμές που είχαν χαράξει οι τροφές κατά την διάρκεια της ζωής της, που είχαν ποτίσει από το σάλιο, που είχε την ίδια υφή με της μητέρας της.

    Έγειρε το σώμα του ανεπαίσθητα στην τελευταία στροφή του δρόμου, από εδώ και πέρα όλα ήταν μία ευθεία και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά σε αυτήν.

    Χιλιάδες έντονες στιγμές που χαράχθηκαν στο σώμα της και γεννούσαν μία ιδιαίτερη και μοναδική οσμή, ο κώδικας της ζωής της ολάκερης. Το παρελθόν της, το παρόν και τις δυνατότητες που τις χάριζε το μέλλον της.

    Μύρισε ότι της συνέβη, τα αποτυπώματα αυτών που πέρασαν από δίπλα της, τα άφησε στην άκρη, είχε χρόνο να τα μελετήσει, να αποκρυπτογραφήσει, να διαβάσει προσεκτικά την ιστορία που την περιέβαλλε, να τα στοιβάξει στα εκατομμύρια εγκεφαλικά του κέντρα, που περίμεναν ανυπόμονα να γεμίσουν, πριν κάνει την Κίνηση.

    Άνοιξε τα μάτια του. Η νύχτα ήταν βαθιά, τα φώτα του αυτοκινήτου σβηστά, αλλά οι εικόνες όρμησαν αδηφάγα από τα μάτια του. Στιγμές εκατομμυρίων χρόνων που σημάδευαν το δρόμο που κινιόταν και είχαν αφήσει τα αόρατα για τους άλλους, ίχνη τους παντού. Χαμογέλασε στη θέα τους. Για πρώτη φορά εδώ και χίλια χρόνια…


    Για να σε αγγίξω μωρό μου.

    (συνεχίζεται)
     
    Last edited by a moderator: 20 Δεκεμβρίου 2008
  8. female

    female Contributor