Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Η Παρουσίαση

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος savra, στις 24 Απριλίου 2009.

  1. savra

    savra Guest

    Ο Σερ Πιλάρ Αγκντέν, συγγραφέας και θηριοδαμαστής από το Κέιπ Τάουν ήπιε λίγες γουλιές από το ποτήρι του με νερό και ύψωσε το έμπειρο βλοσυρό βλέμμα του στο κοινό της αμφιθεατρικής αίθουσας. Ήταν 75 ετών με υπηρεσία στο παρελθόν στις Αυτού Μεγαλειοτάτης των Βρετανικών Στρατευμάτων Ξηράς από το 1951 έως το 1974. Αρκετά ψηλός που ξεπερνούσε το 1,85 με λευκά περιποιημένα και λεπτοκομμένα γένια. Το νόημα της σημερινής διάλεξης ήταν η παρουσίαση ποιημάτων και αποσπασματικών διηγημάτων από τα πρωτότυπα copyrights μυθιστορημάτων που κρατούσε στα χέρια του, καλλιτεχνών που η κριτική των αναγνωσμάτων τους θα ήταν καθοριστική για την περαιτέρω τους ανάπτυξη κι εξέλιξη. Οι συμμετέχοντες στην εκδήλωση και θεατές αυτής ήταν όλοι διανοούμενοι άνθρωποι την ανώτερης κοινωνικής κουλτούρας, ακαδημαϊκοί και πνευματικοί καλλιτέχνες με μακροχρόνιες επιτυχίες και αξιοθαύμαστα έργα.


    - Καλησπέρα σας. Θέλω από τα βάθη της καρδιάς μου να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας , πιστέψτε με, θα είναι καταλυτική. Σήμερα θα αναγνώσουμε τα πιο περίφημα διηγήματα και μερικά ποιήματα ανθρώπων που έφτασαν ακόμη και στο χείλος του γκρεμού, όπως μου εκμυστηρεύθηκαν, χωρίς βεβαίως να θελήσω να διχάσω ή να επηρεάσω την γνώμη σας. Όσοι ξέρετε τον χαρακτήρα μου, θα γνωρίζετε πως δεν με απασχολεί η χρονοτριβή για ανούσιους μονόλογους, απλά θα ήθελα να σας αναφέρω πως η πραγμάτωση του ρατσισμού είναι απαράδεκτη κατάσταση και τάσσομαι εναντίον όσων υποθάλπουν ή παρακινούν οποιασδήποτε μορφής ρατσισμό. Δεν θεωρείται ώριμο, σωστό ή ακόμη και σοβαρό η γελοιοποίηση συμπεριφορών ή χαρακτήρων της κοινωνίας ως κάποιος υπεράνω μορφής. Ακόμη και το θέατρο που είναι θέαμα δίνει το δικαίωμα καλλιτεχνικής έκφρασης, όχι όμως η τέχνη που δημιουργείται για την κάλυψη ανεπαρκειών της προσωπικότητας καταδεικνύοντας κατά κύριο λόγο πως η τέχνη αποτελεί μόνο εκτόνωση ή ίσως και επιβεβαίωση – φόβητρο στους επίδοξους σκυταλοδρόμους της κυρίαρχης καλλιτεχνικής αναρριχόμενης διαδρομής. Δυστυχώς σήμερα για μερικούς ακόμη και το να είσαι γαλαζοαίματος είναι μερικές φορές κατάρα και τις δε άλλες φορές παράδεισος. Ας μην μακρηγορώ, έχουμε δρόμο μπροστά μας. Γι αυτό και λέω να ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από το διήγημα του 2006 γραμμένο από τον άγνωστο συγγραφέα Γκολντ Πόκετ, από το Ντητρόιτ, 47 ετών. Το μυθιστόρημα είναι κοινωνικό και αναφέρεται στην ζωή ενός εργένη 35άρη που βιώνει τον καθημερινό του αγώνα ανάμεσα στην απάνθρωπη κοινωνία που απαιτεί τον ανταγωνισμό και συναγωνισμό όλων των φορέων, μία συνθήκη που βιώνουν οι περισσότεροι σήμερα.


    Ο Σερ Πιλάρ φόρεσε τα λεπτά γυαλιά του για ανάγνωση και ξεκίνησε, καθαρίζοντας πρώτα την φωνή για να μην βραχνιάσει κατά την διάρκεια της ομιλίας του.

    «Η ημέρα στην επιχείρηση ήταν κουραστική, ραντεβού, meetings, όλα τα απαραίτητα για να γεμίσει κανείς την τσέπη του, έστω κι αν δεν έχει άλλους να ταΐσει, είναι το πλεονέκτημα της ζωής κάποιες φορές που η ελευθερία αντικαθιστά την μοναξιά. Είναι το τίμημα αυτό που για να μην ανήκει κανείς πουθενά απλά μέσα στην ψευδαίσθηση της ελεύθερης ύπαρξης νομίζει πως έχει το δικαίωμα να αυτοκαταστραφεί, πάντως το ζήτημα σε καμία περίπτωση δεν είναι ουσιώδες. Με ελάχιστο πια ύπνο τις καθημερινές μέρες, ξεκουρδισμένο απόκομμα του βρωμερού και τρισάθλιου συστήματος του κοινωνικού εκτρώματος για το οποίο ο καθένας ζει και εργάζεται.

    Το μεσημεριανό ήταν ανάλατο, έπαψε πια να με απασχολεί η γεύση, έτρωγα μόνο όσο χρειαζόταν, ίσα ίσα για να αυτοσυντηρούμαι. Οι μοναδικές μου σκέψεις ήταν αφιερωμένες στις πληρωμές, στα έξοδα και στις οφειλές. Κατάφερα να γίνω ένας καθαρόαιμος επιχειρηματίας, ψυχρός και είχα αποβάλει από μέσα μου κάθε συναίσθημα, εξάλλου τα συναισθήματα είναι για άθλιες ψυχές ταλαίπωρες που τα βράδια αντί να διασκεδάζουν, λιώνουν στη μιζέρια τους και γράφουν ερωτικά στιχάκια για γυναίκες που ποτέ τους δεν υπήρξαν, παρά μόνο στην φαντασία τους, οι άθλιοι.

    Το πορτοφόλι μου είχε πάρει ένα καμπυλωτό σχήμα που έχουν τα τσουβάλια με τα φρούτα, που ξεφορτώνουν στις λαϊκές αγορές οι μανάβηδες, παραγεμισμένα όσο δεν πάει άλλο, για να κάνουν οικονομία στις συσκευασίες. Κάθε μέρα φούσκωνε και περισσότερο, το πρόβλημά μου ήταν πως θα αυξήσω το ρυθμό, λιγότερος ελεύθερος χρόνος. Στην πραγματικότητα διαφωνώ κάθετα με αυτήν την φράση, την εντελώς ηλίθια, «ελεύθερος χρόνος», απαράδεκτη φράση. Θα έπρεπε να ονομάζεται «μη παραγωγικός χρόνος» ή ακόμα καλύτερα «βλακώδες άνευ ουσίας σπατάλη εναλλακτικής παραγωγικής χρονικής διάστασης» ή κάπως έτσι…

    Τα βράδια πάντα κοιμόμουν χωρίς να βλέπω όνειρα. Είχα πάψει να βλέπω όνειρα εδώ και χρόνια, ευτυχώς είχα την χαρά να ωριμάσω νωρίς. Δεν ερωτευόμουν και δεν χαριζόμουν, οι σχέσεις ήταν μια ξεκάθαρη αμοιβαία εκτόνωση, τίποτα παραπάνω, δεν υπήρχε κάτι που να θεωρείται απαραίτητο, απλά ένα φυσιολογικό σεξ, δίχως ίχνος ανωμαλίας.»


    Ύψωσε το βλέμμα του και κοίταξε το κοινό, με κρυφό ενθουσιασμό. Το κοινό ανταπέδωσε με τον εξής θαυμασμό, κάπως ευχάριστα μουδιασμένο.
    - Νομίζω πως το μυθιστόρημα αυτό είναι υπέροχα ουδέτερο. Θα υποστηρίξω να εγκριθεί ο συγκεκριμένος συγγραφέας, είπε.


    Τοποθέτησε το βιβλίο του στο μοναδικό ράφι με την επιγραφή ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ. Έπιασε στο χέρι του το δεύτερο βιβλίο για να προχωρήσει στην παρουσίασή του.


    - Το δεύτερο βιβλίο είναι από την συλλογή ποιημάτων του 38χρονου Τζέκι Καχραμάν, Αρμένου από το Ερεβάν.

    «Φεγγάρι ντυμένο με ομορφιά
    σε κρύο λόφο γεμάτος μοναξιά
    έτοιμος να μονομαχήσω να σε ξαναδώ
    καρδούλα μου εσένα εγώ αναζητώ,
    θα προσπαθώ συνεχώς όπως με άφησες
    να γευτώ όλους τους λωτούς που αγάπησες
    επειδή αισθάνομαι την λαμπρή σου φλόγα
    που περιβάλει τους ανθρώπους σε όλα,
    θα ταξιδέψω και στο διάστημα
    για να κάνω φίλους με όρθιο ανάστημα,
    η πραγματική αγάπη που μερικοί
    την κυνήγησαν σαν τρελοί,
    κι ανεβήκαν οι Θεοί στην αιωνιότητα
    της Δημιουργίας χωρίς ταυτότητα.»


    Ο Σερ Πιλάρ έμεινε ακίνητος μέσα στην σιγή με βλέμμα που ακόμη ήταν καρφωμένο στο ποίημα του Αρμένου Καχραμάν. Σήκωσε το κεφάλι του άξαφνα, σαν κάτι να τον άγγιξε, όταν το βλέμμα του αμέσως πάγωσε. Κοίταξε το κοινό και προτού αναφέρει λέξη αναφώνησε ήσυχα:

    - Καταπληκτικό.

    Σε δευτερόλεπτα το έβαλε στο ράφι και ο ίδιος κουνώντας καταφατικά το κεφάλι συγκινημένος του είπε:


    - Εγκρίνεται! Ναι, η πραγματική αγάπη μου έδωσε κι εμένα πολλά στην ζωή... Η επόμενη ιστορία που θα σας διαβάσω είναι απόσπασμα μυθιστορήματος του Ιρλανδού Ρόμπερτ Νάιτ, 32 ετών από το Μπέλφαστ. Ονομάζεται Η Αλυσίδα. Η ζωή ενός ανθρώπου που βίωσε οικογενειακό χάος.


    «Ο Τέρυ έκατσε αναπαυτικά στην πολυθρόνα βυθίζοντας τον εαυτό του όσο πιο βαθιά γίνεται. Είχε βάλει δύο παγάκια στο ποτήρι του πρωτύτερα και καθώς τα περιέλουζε με το αγαπημένο του ουίσκι απολάμβανε τον ήχο που έκαναν τα παγάκια καθώς έσπαγαν. Άναψε ένα τσιγάρο και τράβηξε την πρώτη του τζούρα ενώ ένιωθε το φίλτρο του τσιγάρου που σκάλωνε στα χείλη του. Μόλις έκανε την βαθιά ρουφηξιά από το τσιγάρο του έφερε το ποτήρι με το ουίσκι στα χείλη του. Το πάνω χείλος ακούμπησε απαλά το ουίσκι ενώ το κάτω χείλος γαντζώθηκε στο ποτήρι, όταν η γλώσσα του άρχισε να χαϊδεύει ύπουλα το αγαπημένο του ουίσκι. Κατάπιε μια απολαυστική πρώτη και μικρή γουλιά και αμέσως ξεφύσησε την τζούρα του από το τσιγάρο, ξαπλώνοντας το κεφάλι του όσο πιο πίσω μπορούσε.

    Άρχισε να αναπολεί με σαρδόνιο χαμόγελο το παρελθόν του. Θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια μέχρι σήμερα. Πόσο αργά πέρασαν, πόσα πέρασε, οι δυσκολίες και οι χαρές. Έχασε την μάνα του στα 8. Έχασε τον μικρό αδερφό του στα 11. Τον πατέρα του ένα χρόνο μετά, μέχρι που πρόσφατα, συγκεκριμένα δύο χρόνια πριν έγινε ο μοναδικός επιζών της οικογενείας του. Ο ίδιος δεν ένιωθε την βαθιά θλίψη που απεικόνιζαν οι υπόλοιποι συγγενείς του. Σαν κατά βάθος να μην στεναχωριόταν. «Η αλήθεια ήταν πολύ διαφορετική και ίσως καλύτερα για τον καθένα να μην ανοίξει παρελθοντικές πληγές», σκέφτηκε. Πήρε ένα βιβλίο και διάβασε. Δεν ήταν δικό του, αλλά το πήρε από την γυναίκα με την οποία γνωρίστηκε μαζί της το χθεσινό βράδυ σε ένα μπαράκι μακριά από την πόλη. Του το χάρισε τα χαράματα όταν τελειώσανε σχεδόν ταυτόχρονα, μετά από ολονύκτιο σεξ.

    Χαμογέλασε όταν έφτασε σχεδόν στο τέλος και μετά ξεράθηκε στα γέλια. Διάβασε την συγγραφέα και τον τίτλο του βιβλίου, Ανίτα Μπρούκνερ, Χοτέλ Ντι Λακ και αναφώνησε αναρωτώντας, «γυναίκα που απολαμβάνει τα γλυκάδια είναι δυνατόν να μην την γαμήσεις και μετά να μην την τραβήξεις κι ένα γερό κέρατο» και πέταξε το βιβλίο όσο πιο μακριά μπορούσε.

    Μετά από λίγο γελώντας κοίταξε ψηλά μέχρι που είδε τον καρφωμένο κρίκο στο ταβάνι. Από κει κρεμόταν μια αλυσίδα που έφτανε χαμηλά περίπου λίγο πιο χαμηλά από το μισό του υπογείου στο οποίο βρισκόταν. Στο τέλος της αλυσίδας ήταν ένα ημίμετρο κοντάρι που ήταν ανάποδα καρφωμένο το κεφάλι της. Τα μαλλιά της ήταν μες στα αίματα που μόλις άρχισαν να παγώνουν και να μην στάζουν άλλο στο πάτωμα. Σήκωσε αργά αργά το πόδι του και χάιδεψε απαλά το κεφάλι της, πασπαλίζοντάς το και προσπαθώντας να κάνει τα χείλια της να χαμογελάσουν, όταν είπε ψυθιριστά:
    - Γελάει…

    Ξαφνικά κλότσησε με δύναμη το κεφάλι της περιμένοντας να ακούσει τον κρότο που κάνει όταν χτυπάει στον τοίχο, ευχόμενος να ακούσει επιτέλους τον πολυαναμενόμενο ήχο σπασίματος του κρανίου της.»

    - Για όνομα καλέ, αχ είναι αποκρουστικό καλέ, αηδιάζω! Αναφώνησε ένας κύριος γκριζομάλλης από το κοινό.

    Ο Σερ Πιλάρ τον κοίταξε εκνευρισμένος πολύ.

    - Είναι μεγάλη αγένεια αλλά και ελάττωμα το να διακόπτετε, κύριε. Λυπούμαι που δεν σας το έμαθαν. Αλλά θα ήθελα να σας κάνω μια ερώτηση, χωρίς να με παρεξηγήσετε ή να το θεωρήσετε ως προσβολή και αδιακρισία εκ μέρους μου, αγαπητέ.
    - Ναι, παρακαλώ! Ρωτήστε με καλέ ό,τι θέλετε.
    - Μήπως είστε ομοφυλόφιλος?
    - Ναι καλέ που το καταλάβατε όμως?

    Ο Σερ Πιλάρ τον κοίταξε με βλέμμα ψυχρό, σαν να βλέπει ένα ελαττωματικό είδος όχι ακριβώς ανθρώπου, που όμως είχε το θράσος να εισβάλει από την μήτρα της μάνας του χωρίς να ρωτήσει μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία. Έκανε νόημα σε έναν από τους φουσκωτούς που ήταν δίπλα στην πόρτα εξόδου λέγοντας με πράο και γαλήνιο αλλά και υπερβολικά οικείο τρόπο:
    - Φρανς, τον κύριο παρακαλώ.

    Ο Φρανς προχώρησε μέχρι που έφτασε στον κύριο που διέκοψε την παρουσίαση του βιβλίου. Έβγαλε ένα μάγκνουμ ρεβόλβερ και πυροβόλησε στοχεύοντας το κεφάλι του και εκσφενδονίζοντας τα μυαλά του στον διπλανό καθούμενο του αμφιθεατρικού κοινού.


    - Φρανς, φώναξε ο Σερ Πιλάρ, έλα δω τώρα. Ο Φρανς έτρεξε προς μέρος του και ο Σερ Πιλάρ απομακρύνθηκε για λίγο από το μικρόφωνο και ψιθύρισε στον Φρανς:
    - Χαζέ, σου είπα πενήντα φορές πρώτα με ευγενικό τρόπο θα τους οδηγείς έξω από την αίθουσα και μετά θα κάνεις ό,τι κάνεις. Πες να καθαρίσουν τον κύριο με τα αίματα. Ο καημένος. Τι έφταιγε να λερωθεί?
    - Καθόταν δίπλα στον πούστη κύριε.

    Ο Σερ Πιλάρ έμεινε για λίγο ακίνητος και έγνεψε καταφατικά στον Φρανς προστάζοντας:

    - Εντάξει αλλά να τον καθαρίσετε τον κύριο. Φρανς εννοώ να τον καθαρίσετε κυριολεκτικά, να τον σκουπίσετε και να τον πλύνετε. Τίποτα παραπάνω.
    - Μάλιστα κύριε, ανταποκρίθηκε ο Φρανς.

    Ο Σερ Πιλάρ έγειρε και πάλι προς το κοινό και συνέχισε:

    - Συγχωρέστε το συμβάν, ήταν ένα μικροεπεισόδιο που δεν το πρόσεξε και κανείς. Πάντως εγκρίνεται! Το επόμενο απόσπασμα είναι από το αισθηματικό μυθιστόρημα γεμάτο έρωτα του Έλληνα Τάσου Τρεζούλη. Λέγεται Η Ψαγμένη Γυναικάρα. Είναι κάπως ποιητικό, σαν την Οδύσσεια, ας πούμε, όχι όμως σαν την Ηλειάδα.

    «Την είδα πριν το σεξ. Δεν μπορώ να πω πως ήταν άσχημη. Ήμασταν αγκαλιά. Είχε ξεβγάλει το μακιγιάζ από πάνω της.
    - Μʼ αγαπάς? Με ρώτησε.
    - Γιατί όλες ρωτάτε το ίδιο?
    Με κοίταξε έντρομη. Σαν να ήμουν ψεύτης.
    - Θα σου πω κάτι, της είπα. Έχωσα το μεσαίο μου δάχτυλο και τον δείκτη στο αιδοίο της και πιάνοντάς την από το σβέρκο της είπα ψιθυριστά στο αυτί, αν με αγαπάς θέλω να με ακούσεις.
    Άρχισα να κουνάω τα δάχτυλά μου μέσα της μέχρι που έχωσα και το τρίτο.
    - Κίρκη μωρό μου καυλώνεις?
    - Μμμμ…. Ναι…. Μμμμ.
    - Κίρκη θες να γράψεις ιστοριούλες?
    - Αχ….Μμμμμ….Αχχχ
    - Μωράκι μου λυπάμαι, αλλά δεν θέλω να σε γαμήσω. Ειλικρινά, δεν το σκόπευα. Και δεν ξέρω και τι μπορεί να φαντάστηκες. Λυπάμαι. Αν θες μια συμβουλή, ψάξου λίγο, κοίτα να ψαχτείς ρε συ.»

    - Θαρρώ πως οι Έλληνες δεν ξέρουν καλά τι θα πει έρωτας. Έλληνες και Ελληνίδες, γενικώς, αναθάρρησε ο Σερ Πιλάρ με χαμόγελο κοιτώντας το πλήθος που έκπληκτο ήθελε να μάθει την συνέχεια. Κατά προσωπική εκτίμηση, συνέχισε, δεν εγκρίνεται. Το πέταξε στον τενεκέ κάτω από το ράφι.


    Αποφάσισε να προχωρήσει στο επόμενο βιβλίο. Το έπιασε στα χέρια του και το κοίταξε με σαρκαστικό χαμόγελο και γουρλωμένα μάτια. Έπιασε το μικρόφωνο με δύναμη και είπα κρατώντας στο χέρι του το βιβλίο.

    - Το Αστέρι. Ο τίτλος του μικρού 17χρονου Στερνοπούλοφ Αποπαίδοβιτς από το Καζακστάν που ήρθε για να γράψει ποιήματα και να γίνει μεγάλο αστέρι. Ο Σερ Πιλάρ άρχισε να γελάει μέχρι που φάνηκαν και τα δόντια του. Ας διαβάσουμε λίγο:



    «Λίγο μετά τα μεσάνυχτα,
    μαζί με τα αστέρια,
    μαζί με την αγάπη,
    ένα λουλούδι και όχι μόνο

    οι άνθρωποι είναι καλοί»

    Ο Σερ Πιλάρ ξίνισε τα μούτρα του σαν κινέζος ενώ κρατιόταν για να μην γελάσει.

    - Δεν είναι γλυκύτατο? Ρε ο μπασταρδάκος ντρέπεται να πει, «μωρό μου σʼαγαπάω». Είπε και έβαλε αμέσως το χέρι του στην τσέπη και έβγαλε τον αναπτήρα του και το άναψε με φωτιά, και ξαναπήρε το λόγο. Είμαι κατά της φωτιάς βιβλίου. Καίγεται γρήγορα. Ειδικά με τέτοια ποιήματα. Απορρίπτεται! Το πέταξε στον τενεκέ φλεγόμενο για να καεί και Η Ψαγμένη Γυναικάρα.


    Για μια στιγμή κοίταξε πάλι το κοινό.
    - Ειλικρινά αγαπώ τους καλλιτέχνες που αγαπάνε αυτό που κάνουνε. Είναι σπουδαίο, δεν μπορούμε να απορρίψουμε αυτούς που παλεύουνε για την αγνότητα της ελευθερίας τέχνης. Θεωρώ πως είναι σαχλό να μην αποδεχόμαστε την διαφορετικότητα του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Πρέπει να σεβόμαστε την πολύπλευρη αντίληψη όταν αυτή εκφράζεται από τον καθένα.

    Πήρε το έκτο βιβλίο στα χέρια του. Το διάβασε και το κοίταξε με απέχθεια. Το ακούμπησε μπροστά του και είπε απευθυνόμενος στο κοινό:

    - Όσοι είστε παντρεμένοι θα το λατρέψτε, είπε και καθάρισε τα χείλη του με την γλώσσα του. Είναι Η Ερωτευμένη Αγάπη του Ενρίκε Γκονζάλες, 52 χρονών,από το Περού.

    «Ο Χουάν Ραμόν Καπότα γύρισε κουρασμένος την Παρασκευή το βράδυ από την δουλειά. Ήταν εφοπλιστής και ένας από τους δέκα πλουσιότερους άντρες του Περού. Η σύζυγός του η Ορμέλα Μπούτι με την οποία και πέρασε πολλά μια και του στάθηκε από την αρχή της καριέρας του στο πλάι, τον ειδοποίησε το μεσημέρι πως τα παιδιά θα πηγαίνανε για το σαββατοκύριακο στην μητέρα της, για να της ανεβάσουν το κέφι μετά την περσινή απώλεια του παππού τους. Επίσης τον ενημέρωσε πως του μαγείρεψε το αγαπημένο τους φαγητό, γιουβαρλάκια με αυγολέμονο.

    Μόλις πάρκαρε την Τζάγκουαρ στο εσωτερικό παρκινγκ ανέβηκε με το ασανσέρ της έπαυλης που έμενε για ορμήσει στις σαλάτες και στα γιουβαρλάκια. Δεν έτρωγε κατά την διάρκεια της δουλειάς επειδή η σύζυγος του δεν τον άφηνε να τρώει απʼ έξω, απλά τσιμπούσε λίγα παξιμάδια που του έδινε αυτή, για να διατηρείται.

    - Αγάπη μου, γύρισα. Φώναξε στην σύζυγό του.
    - Έλα dear, είμαι δίπλα στο τζάκι, στο κεντρικό σαλόνι.
    - Αγάπη μου δεν θα φάμε?
    - Έλα βρε Χουάν λίγο πρώτα εδώ.

    Ο Χουάν κατευθύνθηκε προς το μέρος του κεντρικού σαλονιού όταν μονομιάς του έπεσε η επαγγελματική του τσάντα με το θέαμα που αντίκρισε. Είδε την σύζυγό του ντυμένη με ένα κατάμαυρο λατέξ δερμάτινο φόρεμα, δικτυωτό καλτσόν και μπότες δερμάτινες. Της χαμογέλασε με ένα χαμόγελο σαν αυτά τα ψεύτικα τα προσποιητά όταν στην δουλειά του προτείνουν μια συνεργασία κι αυτός κατά βάθος δεν θέλει να δείξει ότι δεν τον ενθουσιάζει και γι αυτό απαντάει «θα σας ενημερώσω το συντομότερο».

    - Αγάπη μου, τι σʼ έπιασε Παρασκευιάτικα?
    - Χουάν?
    - Ναι, βρε χρυσούλα μου? Ποιος σου είπε, βρε να ντυθείς έτσι?
    - Χουάν? Πόσα χρόνια είμαστε παντρεμένοι?
    - 24 χρόνια ακριβώς. Τέσσερα χρόνια μετά τον γάμο μας κάναμε το πρώτο μας παιδί. Την Ρουμπίνα που τώρα είναι με τον μικρότερο αδερφό της στην μητέρα σου.
    - Αν δηλαδή Χουάν σου ζητήσω να ξεντυθείς, θα σου ζητήσω πολλά?
    - Αγαπούλα θα ξεντυθώ. Πειράζει να το κάνω κοντά στο τζάκι, όμως? Κρυώνω λιγάκι.
    - Όχι Χουάν . Να πας πίσω από τον καναπέ για να αφήσεις και τα ρούχα σου απαλά χωρίς να τα τσαλακώσεις. Και να πάρεις τα μανταλάκια από το μπουφέ που άφησα δίπλα στην κάβα.

    Ο Χουάν αναρωτιόταν τι της συνέβη. Ξεντύθηκε. Πήρε και τα μανταλάκια. Δύο μπλε, ένα κίτρινο κι ένα κόκκινο. Ολόγυμνος προσπαθούσε να πλησιάσει όσο μπορούσε το τζάκι, ενώ το στομάχι του γουργούριζε πεινασμένο.

    - Δεν έχω κάνει ούτε μπάνιο! Τι να τα κάνω τα μανταλάκια σου?
    - Θα κάνεις και το μπανάκι σου Χουάν. Θέλω να βάλεις τα μανταλάκια στο πέος σου Χουάν. Δύο από τα δεξιά και δύο από τα αριστερά. Τα μπλε ένα κι ένα από πίσω.
    - Αχχχχ, τσούζει μωρό μου και πονάει. Τα έβαλα και τα μανταλάκια. Τι άλλο?
    - Τώρα γονάτισε.
    - Βρε μωρό μου τι κάνουμε τώρα? Τις είπε και προσπάθησε γονατιστός να την πλησιάσει και να την αγκαλιάσει για να της αλλάξει γνώμη.

    Η κυρία Μπούτι όμως ύψωσε την μπότα της και τον ακούμπησε στον δεξί ώμο εμποδίζοντας τον από να την πλησιάσει.

    - Χουάν, γρήγορα πίσω και κάνε ό,τι σου λέω.
    - Ορμέλα, θέλω να φάω γιουβαρλάκια. Πεινάω!
    - Σου δίνω την άδεια να πας κοντά στο τζάκι Χουάν.

    Ο Χουάν κατευθύνθηκε προς αυτό σαν να κέρδισε κάποιο μέρος συμφωνίας υπέρ του.

    - Τι θες αγάπη μου από μένα?
    - Θέλω να βάλεις τα χέρια σου πίσω γονατιστός όπως είσαι και να χορεύεις ώστε τα μανταλάκια να φτάνουν τον αφαλό σου και να τραγουδάς.
    - Τι να τραγουδάω, χρυσουλίνα μου?
    - Το «μια ωραία πεταλούδα».


    - Φανταστείτε, είπε ο Σερ Πιλάρ στο κοινό, να είναι κανείς παντρεμένος με μια γυναίκα που να την βρίσκει έτσι. Και να θες να την χωρίσεις αλλά να μαγειρεύει τόσο νόστιμα φαγητά οπότε να είσαι υποχρεωμένος να τα υποστείς όλα. Εγκρίνεται άνευ αντιρρήσεως. Ας προσέχει ο καθένας προτού περάσει το κατώφλι της εκκλησίας, για τις επιλογές που κάνει. Είναι ζήτημα πολύπλευρης σημασίας.


    Πήρε μια ανάσα και συνέχισε με το έβδομο βιβλίο του.


    - Το έβδομο βιβλίο είναι η πολεμική περιπέτεια του 70χρονου Γερμανού Χανς Μπόμπερ.

    «Ο εχθρός παραμόνευε έξω από την οχύρωση που είχαμε φτιάξει. Το μέλλον δεν είχε καθοριστεί, για αυτό παλεύαμε για την επέκταση της μεγάλης Γερμανίας που θα έφτανε από την Ισλανδία μέχρι την Ιαπωνία και από την Αρκτική μέχρι την Νότιο Αφρική. Γεια! Θα μάθουμε στον κόσμο να τρώει σνίτσελ με πατατοσαλάτα και καπνιστές μπριζόλες. Γεια! Οι γυναίκες κατακτημένες θα μάθουν τον οπίσθιο έρωτα, Γεια! Θα τρώμε βραστό λάχανο και θα αμολάμε στο Βερολίνο ερωτικά τραγούδια, κουλτουριάρικα. Θα πηγαίνουμε στην Αυστρία για σκι και θα τρώμε τυρί από την Ελβετία, γιατί θα είμαστε οι Οστρογότθοι κατακτητές.

    Τα τανκς όρμησαν στην Αφρική και κυνήγησαν του χαζούς ελέφαντες. Γεια, ισοπεδώσαμε τον πλανήτη, εν έτη 2156 μ. Χ. και σκοπεύουμε να παλέψουμε για να επιβληθεί το 7ο Ράιχ και στους γήινους αποίκους του Άρη, Γεια. Ντατζ μπούτζελερ θα γίνει και θα ….»


    - Φαντασμένοι ράτσα αυτοί οι γότθοι. Απορρίπτω αυτήν την κοτσάνα. Τι λαός!
    - Χα χα χα χα, κάποιος γέλασε από το κοινό. Πως δεν σε δολοφονήσανε ακόμα εσένα ρε απίστευτε! Φώναξε με θράσος στον Σερ Πιλάρ Αγκντέν.

    Αυτός τον κοίταξε με σπινθηροβόλο βλέμμα.

    - Θέλετε κύριε να αναπτύξουμε διάλογο ή απλώς προσπαθείτε να με μειώσετε με παλιμπαιδίστικο και σαχλό αστείο κρυανάλατο, χωρίς ειλικρινή αίσθηση χιούμορ? Θεωρείτε πως όλοι είναι βλάκες εκτός από εσάς, κύριε? Έτσι θεωρείτε πως αφήνετε το θετικό σας στίγμα αναφορικά με την αποδοχή διαφορετικών απόψεων? Δηλαδή αρνείστε την διαφορετική αντίληψη που ο καθένας δικαιούται να εκπροσωπεί? Νομίζετε πως σας στερώ ή σπαταλώ τον ελεύθερο χρόνο σας? Πιστεύετε πως κάτι δεν είναι σωστό?

    Γύρισε προς τον άλλον φουσκωτό από την άλλη μεριά της πόρτας εξόδου.

    - Τζεσουά. Οδήγησε τον κύριο έξω από την αίθουσα να τσιμπήσει λίγο από το μπουφέ της δεξίωσης που ακολουθεί μετά.
    - Μάλιστα, κύριε.

    Ο Τζεσουά έφτασε τον κύριο και αυτός είπε:

    - Δεν πεινάω ακόμα, ευχαριστώ.

    Ο Τζεσουά έβγαλε μια μικρή ατομική κοντόκανη και του τίναξε τα μυαλά στον αέρα. Αμέσως έκανε ξανά την χράπα χρούπα να οπλίσει και τίναξε και του διπλανού, ενώ συνέχισε και στον τρίτο, στον τέταρτο και στον πέμπτο σαν καθαρόαιμος εξαγνιστής μέχρι που άκουσε τον Σερ Πιλάρ να φωνάζει:

    - Τζεσουά! Τζεσουά! Ηρέμησε! Σου είπα πολλές φορές να μάθεις να ελέγχεις τις ορμές σου. Ο άνθρωπος με αυτοέλεγχο και αυτοπειθαρχία είναι πολύ πιο ισχυρός απʼ αυτόν που βιάζεται και γίνεται θύμα της παρόρμησής του.
    - Συγχωρέστε με κύριε. Δεν ξέρω τι με έπιασε. Είχα την εντύπωση πως με προκάλεσε. Σαν να μου έκλεισε το μάτι.
    - Ποιος Τζεσουά?
    - Ο κύριος στο βάθος της σειράς που είμαι. Ήθελα απλά να αδειάσω τον χώρο για να φτάσω μέχρι αυτόν.
    - Μαζέψτε τα πτώματα σας παρακαλώ Τζεσουά και Φρανς. Και πυροβολείστε στο μάτι τον κύριο με το ελαττωματικό μάτι.


    Πήρε στα χέρια του το τελευταίο βιβλίο.


    - Το τελευταίο βιβλίο, είπε με θαυμασμό. Το ακούμπησε σαν να ήθελε να νιώσει την ενέργειά του και έκλεισε τα μάτια του με παιδικό χαμόγελο, βυθισμένος στην συγκίνηση των σκέψεών του. Ονομάζεται To Μεσημέρι, της νοικοκυράς Αλσού Φατμέ από την Τουρκία, 42 ετών.

    «Σήμερα μαγείρεψα μοσχάρι με πατάτες. Έβρασα το μοσχάρι και έβαλα τις πατάτες στο φούρνο.»

    Ο Σερ Πιλάρ κοίταξε το κοινό και είπε:

    - Δεν είναι πολύ ευρηματική και χαριτωμένη κυρία, αναφορικά με τον τρόπο που περιγράφει τις καταστάσεις? Ας συνεχίσουμε όμως, σας ζητάω συγνώμη που διέκοψα αυτό το αριστούργημα τέχνης.

    «Έπρεπε να είναι όλα στην εντέλεια πριν γυρίσει ο αντρούλης μου και μʼ αρχίσει στις σφαλιάρες κάτι που γίνεται συχνά, έτσι κι αλλιώς. Η αλήθεια είναι, όπως λέει κι αυτός πως με τις σφαλιάρες στρώνω χαρακτήρα και άρχισα να ενστερνίζομαι την άποψή του. Βέβαια σε όσους δεν με ξέρουν παριστάνω την δυναμική γυναίκα. Κρυφά πάντα από τον αντρούλη μου και μόνο στο Ιντερνέτ. Ίσως και σε κανένα χοτ-λάιν, για να μαζέψω λεφτά να πάω στα μπόντυ-λάιν, άμα με αφήσει ο αντρούλης μου.»

    - Τέτοιες γυναίκες είναι πολύ όμορφες μόνο για όσους δεν τις παντρεύτηκαν! Είπε με θαυμασμό ο Σερ Πιλάρ. Άντε, εγκρίνεται κι η νοικοκυρούλα Φατμέ.

    Το χειροκρότημα δεν σταμάτησε να αντηχεί σε όλη την αίθουσα. Ήταν δυνατό και παλμικό. Ο Σερ Πιλάρ Αγκντέν με θαυμασμό από το πλήθος έστεκε περήφανος με κατεβασμένο το κεφάλι και αισθανόταν την ροή ενέργειας που του ανταπέδιδε το κοινό, είχε ξεπεράσει τον εαυτό του για άλλη μια φορά. Μερικές φορές απλά έγνεφε καταφατικά συγκινημένος κι έλεγε απλά:

    - Σας ευχαριστώ. Ειλικρινά όλους σας.

    Στην συνέχεια συνέχισε δεξίωση στην διπλανή αίθουσα, ο Σερ Πιλάρ αντάλλαξε χειραψίες με όσους παρευρέθηκαν.

    Όταν τελείωσε η δεξίωση ο Σερ Πιλάρ πήγε κατευθύνθηκε προς την λιμουζίνα του. Εκεί τον περίμεναν μία ξανθιά γυναίκα, μία κοκκινομάλλα και μία καστανή. Η πρώτη κρατούσε κρασί, η δεύτερη σταφύλια και η τρίτη ένα πούπουλο και μια βεντάλια. Μπήκαν στην λιμουζίνα και απομακρύνθηκαν από το συνέδριο. Λίγο πριν αρχίσουν να παίζουν είδαν μια κουλτουριάρα γυναίκα με έναν καυλωμένο νάνο να την κυνηγάει και να της λέει «μωρό μου σʼ αγαπώ» κι αυτή φώναζε «Νάιν, Νάιν» και τους χαιρέτησαν. Μετά κλείσανε τα φινέ τζάμια και άρχισαν να φιλιούνται, να γλύφονται και να χαϊδεύονται. Μετά έκαναν και άλλα πράγματα που σχετίζονται με την κουλτούρα, τις ορμές, την τέχνη, τα ένστικτα, τις ορέξεις και την κολοκυθόπιτα.
     
  2. kiss_me

    kiss_me Regular Member

    αυτό το κειμενάκι είναι δικό σου????

    ανεξάρτητα από αυτό, είναι ... ενδιαφέρον!!!
     
  3. savra

    savra Guest

    Εννοείται!

    (Όπως όλα!)  
     
  4. kiss_me

    kiss_me Regular Member

    αχα....αρα εισαι εκεινος απο το άλλο φορουμ που την εχω ξανα-ματα-δει 

    σσσσςςςς....δεν λεω τιποτα άλλο, ακομα κ αν με βασανισουν:crazy:

    ΥΓ έχω ενα κολλημα με τα θέματα πενυματικής ιδιοκτησίας....έχω τσακωθεί πολλάκις....οχι εδώ...την εχω γλιτωσει προς το παρον, οεο ! ! !
     
  5. savra

    savra Guest

    πνευματικής  

    (δεν πειράζει, φτάνει να μην είσαι έρμαιο της εικονικής πραγματικότητας)