Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    somewhere i have never traveled, gladly beyond
    any experience, your eyes have their silence:
    in your most frail gesture are things which enclose me,
    or which i cannot touch because they are too near

    your slightest look easily will unclose me
    though i have closed myself as fingers,
    you open always petal by petal myself as Spring opens
    (touching skilfully, mysteriously) her first rose

    or if your wish be to close me, i and
    my life will shut very beautifully, suddenly,
    as when the heart of this flower imagines
    the snow carefully everywhere descending;

    nothing which we are to perceive in this world equals
    the power of your intense fragility: whose texture
    compels me with the colour of its countries,
    rendering death and forever with each breathing

    (i do not know what it is about you that closes
    and opens;only something in me understands
    the voice of your eyes is deeper than all roses)
    nobody, not even the rain, has such small hands

    e.e.cummings
     
  2. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    23 κοκκινα φωτα

    23 κοκκινα φωτα οι στοχοι μου
    στοχοι του νου και στοχοι του οπλου
    Χαϊδευω το σκυλο,ριχνω μια πετρα,γεμιζω το οπλο.
    Σημαδευω το φεγγαρι,πεφτει το φεγγαρι

    και τοτε λεω το'ριξα 'γω,ο τρελος ο μανιακος.

    Γυρω γυρω ολοι, δεμενοι με σουστες
    φευγουν ταξιδια,πανε για μπανιο
    κι'εγω στη μεση στημενος
    ελεγχω τον δρομο,ελεγχω τις πιστες

    στη μεση αρχηγος,εγω ο τρελος ο μανιακος

    Με ματια που καινε ελεγχω το δρομο,ελεγχω τις πιστες.
    Ο ηλιος βαραει κι'η ωρα δεν περναει
    κι'εγω, στη μεση στημενος,
    ελεγχω τον δρομο,ελεγχω τις πιστες,

    εγω,ο τρελος ο μανιακος.

    Το κιτρινο αυτοκινητο με θλιβει αφανταστα
    γιατι δεν μπορω ποτε να το ελεγξω.
    Παντα το ξεχναω και παντα,παντα περναει
    να μου φερει τη θλιψη
    και τοτε κλαιω, και κλαιω παντα,

    εγω ο τρελος, μοναχος.



    Αργυρης Μπακιρτζης

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. dora_salonica

    dora_salonica Contributor

    Aπ’ το γραφείον όπου είχε προσληφθεί
    σε θέσι ασήμαντη και φθηνοπληρωμένη
    (ώς οκτώ λίρες το μηνιάτικό του: με τα τυχερά)
    βγήκε σαν τέλεψεν η έρημη δουλειά
    που όλο το απόγευμα ήταν σκυμένος:
    βγήκεν η ώρα επτά, και περπατούσε αργά
    και χάζευε στον δρόμο.— Έμορφος·
    κ’ ενδιαφέρων: έτσι που έδειχνε φθασμένος
    στην πλήρη του αισθησιακήν απόδοσι.
    Τα είκοσι εννιά, τον περασμένο μήνα τα είχε κλείσει.

    Εχάζευε στον δρόμο, και στες πτωχικές
    παρόδους που οδηγούσαν προς την κατοικία του.

    Περνώντας εμπρός σ’ ένα μαγαζί μικρό
    όπου πουλιούνταν κάτι πράγματα
    ψεύτικα και φθηνά για εργατικούς,
    είδ’ εκεί μέσα ένα πρόσωπο, είδε μια μορφή
    όπου τον έσπρωξαν και εισήλθε, και ζητούσε
    τάχα να δει χρωματιστά μαντήλια.

    Pωτούσε για την ποιότητα των μαντηλιών
    και τι κοστίζουν με φωνή πνιγμένη,
    σχεδόν σβυσμένη απ’ την επιθυμία.
    Κι ανάλογα ήλθαν η απαντήσεις,
    αφηρημένες, με φωνή χαμηλωμένη,
    με υπολανθάνουσα συναίνεσι.

    Όλο και κάτι έλεγαν για την πραγμάτεια — αλλά
    μόνος σκοπός: τα χέρια των ν’ αγγίζουν
    επάνω απ’ τα μαντήλια· να πλησιάζουν
    τα πρόσωπα, τα χείλη σαν τυχαίως·
    μια στιγμιαία στα μέλη επαφή.

    Γρήγορα και κρυφά, για να μη νοιώσει
    ο καταστηματάρχης που στο βάθος κάθονταν.

    (Κωνσταντίνος Καβάφης, Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
     
  4. Προς Έναν Εξουσιαστή

    Συ υβριστή
    που γεύεσαι ηδονικά την ανόσια βία
    Αυταπάτες για αιώνια δύναμη
    Μετέωρος στο σκοπό σου
    Στην εξουσία δε δικαιώνεσαι

    Ανυπόφορο ν' ανιχνεύεις υπεύθυνα
    την αλήθεια εντός σου

    Της έπαρσής σου έπαθλο η Λήθη​





    Στιγμές Που Ταξιδεύουν. Ασκληπιάδα Κυριάκου. Εκδόσεις Scriptorium
     
  5.  
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  6. puppetmaster

    puppetmaster Regular Member

    La Vita Nuova, Dante Alighieri

    A ciascun’alma presa e gentil core
    ======================================
    A ciascun’alma presa e gentil core
    Nel cui cospetto ven lo dir presente,
    In cio che mi rescrivan suo parvente,
    Salute in lor segnor, cioe Amore.

    Gia eran quasi che atterzate l’ore
    Del tempo che onne stella n’e lucente,
    Quando m’apparve Amor subitamente,
    Cui essenza membrar mi da orrore.

    Allegro mi sembrava Amor tenendo
    Meo core in mano, e ne le braccia avea
    Madonna involta in un drappo dormendo.

    Poi la svegliava, e d’esto core ardendo
    Lei paventosa umilmente pascea:
    Appresso gir lo ne vedea piangendo.




    (υπ. 1993, Ιούνιος)​
     
    Last edited: 13 Ιανουαρίου 2010
  7. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    ΚΟΛΑΣΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
    Δελφίνη και Ιππολύτη


    Σε μισοφώς από χαμηλωμένες λάμπες,
    γερτή σε μυρωμένα μαξιλάρια ωραία,
    η Ιππολύτη χάδια δυνατά ζητούσε
    που κλείναν της αθώας νιότης την αυλαία.

    Με τρομαγμένο βλέμμα από την καταιγίδα
    της πρώτης της αγνότητας τα ουράνια ψάχνει
    σαν τον ταξιδευτή που το κεφάλι στρέφει
    μακριά προς το γαλάζιο ορίζοντα που χάνει.

    Πέφτουν τα δάκρυα από τα μάτια τα σβησμένα,
    η ηδονή πικρή, νάρκωση και οδύνη,
    τα νικημένα χέρια της, ανώφελα όπλα,
    στολίζουν τη λεπτή ομορφιά που όλη αναδίνει.

    Στα πόδια της εμπρός γαλήνια η Δελφίνη
    την κοίταζε βαθιά με αναμμένα μάτια
    σαν το αγρίμι που τη λεία παραμονεύει
    αφού έχει αφήσει με τα δόντια του σημάδια.

    Η ρωμαλέα ομορφιά γονατισμένη
    μπρος στην αδύναμη με απόλαυση ρουφούσε
    του θριάμβου το κρασί έγερνε στο κορίτσι
    σα μια γλυκιά ευχαριστία ν’ αποζητούσε.

    Και το βουβό που ψάλλει η ηδονή τραγούδι
    στα μάτια του χλωμού της θύματος ζητάει,
    την άπειρη και ύψιστη ευγνωμοσύνη
    που από τα βλέφαρα σα στεναγμός κυλάει.

    - « Τι λες για όλα αυτά, καρδιά μου, Ιππολύτη;
    το νιώθεις άραγε πως είναι αμαρτία
    τα πρώτα ρόδα σου θυσία να προσφέρεις
    στον άνεμο που θα τα κάψει με μανία;

    » Το φίλημά μου απαλό σα χρυσαλλίδα
    που τις νυχτιές τα διάφανα νερά χαϊδεύει,
    μα του εραστή σου το φιλί σκάβει τη σάρκα,
    σαν τον τροχό, σαν το υνί τη σημαδεύει·

    » Βαρύ υποζύγιο θα διαβεί πάνω από σένα,
    ανήμερο άλογο με την οπλή οργισμένη…
    Ω Ιππολύτη μου, αδελφή! δωσ’ μου το βλέμμα,
    καρδιά μου και ψυχή, γυναίκα λατρεμένη,

    » δωσ’ μου τα μάτια σου, που’ ναι ουρανός κι αστέρια!
    Κι εγώ για ένα σου κοίταγμα, βάλσαμο θείο,
    του άγριου σκοταδιού ηδονή θα σου χαρίσω,
    σ’ ενός ονείρου θα σε κοιμηθώ τοπίο!»

    Το νεαρό κεφάλι υψώνει η Ιππολύτη :
    - « Αχάριστη δεν είμαι και δε μετανιώνω,
    όμως πονάω, νιώθω ανήσυχη, Δελφίνη,
    λες κι από δείπνο απαίσιο ξημερώνω.

    » Βλέπω να μου χιμάνε φρικαλέοι τρόμοι
    και τάγματα κατάμαυρα των φαντασμάτων
    που θέλουν να με παν σε δρόμους που γλιστράνε
    και σε κλειστούς ορίζοντες, φραγμούς αιμάτων.

    » Κάναμε κάτι αλλόκοτο; Εξήγησέ μου,
    γιατί έχω τόση ταραχή, τόση αγωνία;
    Ριγώ από τρόμο σαν μου λες : «Αχ άγγελέ μου!»
    Κι όμως τα χείλη μου σε θέλουν με λατρεία.

    » Μη με κοιτάς μ’ αυτό τον τρόπο, στοχασμέ μου!
    Αιώνια σ’ αγαπώ, σε διάλεξα, το ξέρεις.
    Τι κι αν ενέδρα είσαι συ στα βήματά μου;
    Κι αρχή του τέλους μου; Με άγεις και με φέρεις!»

    Την τραγική της κόμη σείοντας η Δελφίνη,
    με μια φωνή δεσποτική, μοιραίο μάτι,
    και ωσάν το πόδι τρίποδα βαρύ να εχτύπα :
    - « Τολμάς να λες για κόλαση μπρος στην αγάπη;

    » Κατάρα στον ανώφελο ονειροπόλο
    που δίχως φρόνηση θέλησε να ενδώσει
    σε πρόβλημα άλυτο και στείρο : τιμιότητα
    και έργα του έρωτα να θέλει να ενώσει!

    » Λιοπύρι και δροσιά, νύχτωμα και ημέρα
    όποιος ζητά σε αρμονία μυστική να βάλει,
    ποτέ στον ήλιο τον πυρρό που έρωτα λένε
    το παραλυτικό κορμί δεν θα ζεστάνει!

    » Πήγαινε, ψάξε, για να βρεις κουτό μνηστήρα,
    στ’ άγρια φιλιά καρδιά αγνή για να προσφέρεις·
    θα’ ρθεις ωχρή, μετανιωμένη, μες στον τρόμο,
    τα πληγωμένα στήθη να μου ξαναφέρεις…

    » Άκου, σ’ ένα μονάχα αφέντη θα δουλεύεις!»
    Τότε τον πόνο της ξεσπά η κόρη αιφνίδια,
    βγάζει κραυγή : « - Μια άβυσσος βαθαίνει εντός μου·
    κι η άβυσσος αυτή είναι η καρδιά μου η ίδια!

    » Απύθμενη σα χάος, φλεγόμενη σαν Αίτνα!
    Δεν πρόκειται τούτο το τέρας να χορτάσει,
    δε γίνεται να ξεδιψάσει η Ευμενίδα,
    φωτιά βαστά που όλη την καίει ως τα βάθη.

    » Ας μας κρατούν καλά κρυμμένες οι μπερντέδες,
    κι ας γίνει ανάπαυλα απ’ την πολλή λαγνεία!
    Ποθώ να εκμηδενιστώ στην αγκαλιά σου,
    Στα στήθη σου ν βρω τάφου δροσιά, ευτυχία!»

    - Θύματα, βυθιστείτε στη μαύρη κόλαση,
    πιο κάτω και πιο κάτω, δύστυχα θύματα!
    Σε βάραθρο κυλήστε, στο πηχτό σκοτάδι,
    κει που ο αγέρας του Άδη δέρνει τα εγκλήματα,

    σε καταιγίδα που κοχλάζει. Ας αληθέψει,
    σκιές τρελές, η κάθε σας επιθυμία·
    δεν κατευνάζεται ποτέ η άγρια λύσσα,
    οι ηδονές σας φέρνουν μόνο τιμωρία.

    Αχτίδα δροσερή δε θά μπει στις σπηλιές σας·
    μόνο φριχτά μιάσματα απ’ τις χαραμάδες
    χιμούν σα λύχνοι φλόγινοι πυρακτωμένοι,
    τρυπούν τα σώματα άθλιες οσμές μυριάδες.

    Τούτη η τραχιά στειρότητα των ηδονών σας
    το δέρμα σας τεντώνει, τη δίψα την ανάβει,
    και μανιασμένο το αγέρι της λαγνείας
    τα σώματα σαν ξέφτια από σημαία τραντάζει.

    Μακριά απ’ τους ζωντανούς, άστεγες, κολασμένες,
    φύγετε μες στις ερημιές καθώς οι λύκοι·
    ζήστε τη μοίρα σας, ψυχές ξεστρατισμένες,
    γλιτώστε απ’ το άπειρο που κλείνετε στα στήθη!

    Μετάφραση : Ερρίκος Σοφράς


    Femmes Damnées (Delphine et Hippolyte)
    Charles Baudelaire




    Υγ: Δεν μου αρέσει και τόσο στα ελληνικά 
     
  8. Γιάννης Ρίτσος


    Αυτά που χάθηκαν
    αυτά που δεν ήρθαν
    μην τα κλαις.
    Αυτά που τάχες
    και δεν τάδωσες
    κλάφτα.
     
  9. vautrin

    vautrin Contributor


    Ίσως επειδή…

    «Ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση»

    Ρόμπερτ Φροστ.
     
  10. Ο ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ- Οδυσσέας Ελύτης

    Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός.
    Τα ύψη μου άρεσαν ακόμη
    και όταν έμενα στο προσκέφαλο μου μπρούμυτα
    τιμωρημένη ώρες και ώρες.
    Ένιωθα το δωμάτιο μου ανέβαινε
    -δεν ονειρευόμουν- ανέβαινε
    φοβόμουνα και μου άρεσε.
    Ήταν εκείνο που έβλεπα πως να το πω
    κάτι σαν την "ανάμνηση τον μέλλοντος"
    όλο δέντρα που έφευγαν βουνά πού άλλαζαν όψη
    χωράφια γεωμετρικά με δασάκια σγουρά
    σαν εφηβαία - φοβόμουνα και μου άρεσε-
    ν' αγγίζω μόλις τα καμπαναριά
    να τους χαϊδεύω τις καμπάνες
    σαν όρχεις και να χάνομαι. . .
    Άνθρωποι μ' ελαφρές ομπρέλες περνούσανε λοξά
    και μου χαμογελουσανε·
    κάποτε μου χτυπούσανε στο τζάμι:
    "δεσποινίς" φοβόμουνα και μου άρεσε.
    Ήταν οι "πάνω άνθρωποι" έτσι τους έλεγα
    δεν ήταν σαν τους "κάτω"·είχανε γενειάδες
    και πολλοί κρατούσανε στο χέρι μια γαρδένια
    "μερικοί μισάνοιγαν την μπαλκονόπορτα
    και μου 'βαζαν αλλόκοτους δίσκους στο πικ-άπ.
    Ήταν θυμάμαι " Ή Άννέτα με τα σάνταλα"
    " Ό Γκέυζερ της Σπιτσβέργης"
    το "Φρούτο δεν εδαγκώσαμε Μάης δεν θα μας έρθει"
    (ναι θυμάμαι και αλλά)
    το ξαναλέω — δεν ονειρευόμουν αίφνης εκείνο
    το "Μισάνοιξε το ρούχο σου κι έχω πουλί για σένα"
    Μου το 'χε φέρει ο Ίππότης-ποδηλάτης
    μια μέρα πού καθόμουνα κι έκανα πώς εδιάβαζα
    το ποδήλατο του με άκρα προσοχή
    το 'χε ακουμπήσει πλάι στο κρεβάτι μου·
    υστέρα τράβηξε τον σπάγκο
    κι εγώ κολπώνομουν μες στον αέρα
    φέγγανε τα χρωματιστά μου εσώρουχα
    κοίταζα πόσο διάφανοι γίνονται κείνοι πού αγαπούνε
    τροπικά φρούτα και μαντίλια μακρινής ηπείρου·
    φοβόμουνα και μου άρεσε το δωμάτιο μου
    ή εγώ — δεν το κατάλαβα ποτέ μου.
    Είμαι από πορσελάνη καί
    το χέρι μου κατάγεται από τους πανάρχαιους Ίνκας
    ξεγλιστράω ανάμεσα στις πόρτες
    όπως ένας απειροελάχιστος σεισμός
    που τον νιώθουν μονάχα οι σκύλοι καί τα νήπια·
    δεοντολογικά θα πρέπει να είμαι τέρας
    και όμως η εναντίωση αείποτε μ' έθρεψε
    και αυτό εναπόκειται σ' εκείνους με το μυτερό καπέλο
    που συνομιλούν κρυφά με τη μητέρα μου
    τις νύχτες να το κρίνουν.
    Κάποτε η φωνή της σάλπιγγας
    από τους μακρινούς στρατώνες
    με ξετύλιγε σαν σερπαντίνα
    και όλοι γύρω μου χειροκροτούσαν
    -απίστευτων χρόνων θραύσματα μετέωρα όλα.
    Στο λουτρό από δίπλα οι βρύσες ανοιχτές
    μπρούμυτα στο προσκέφαλο μου
    θωρούσα τις πηγές με το άσπιλο λευκό
    πού με πιτσίλιζαν·τι ωραία Θεέ μου τι ωραία
    χάμου στο χώμα ποδοπατημένη
    να κρατάω ακόμη μες στα μάτια μου
    ένα τέτοιο μακρινό του παρελθόντος πένθος.
     
  11. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Μεγαλωσα
    --------------------
    Μεγάλωσα
    Στο τέρας της πόλης
    Ήπια φόβο πολύ, ήπια μόλυνση, ήπια ψέματα
    Κατάπια λόγια λιπαρά
    Ξεγλίστρησα από τον πόθο μου να μάθω
    Κορόιδεψα την δίψα μου να δω ... γιατί είμαι εδώ


    Μεγάλωσα
    Με αισθήματα χημείας, με στυλ δοσοληψίας
    Με βλέμματα συμπάθειας και άσκοπης προσπάθειας
    Να είμαστε καλοί
    Εμείς;


    Άλλο εμείς, άλλοι εμείς...

    Πάντα γι άλλα μιλάμε- Πάντα γι άλλους
    μιλάμε έτσι δεν πονάμε έτσι ξεχνάμε

    Μεγάλωσα
    Τέρας της οικογενείας
    Ανούσιας ευγένειας με ψευτο- υποταγή
    Ηθοποιός παιδί στο ρόλο του μεγάλου
    Δεν μιλάω για βία, μιλάω για βιασμό
    Να ζεις την εφηβεία σημαίνει πόλεμο
    Με μια εφηβεία λάσπη, στο σι χαμένο άστυ
    Ενήλικας μετα νευρωτικός

    Μεγάλωσα ... Σύνδεση otenet

    Γλυκά από το Pallete,
    Μετά στα Silhouette
    Σκεπάζουμε τους πόνους με φαΐ
    Τα όνειρα σε σύνθλιψη αργότερα η κατάθλιψη
    Φρικιό του Εγώ με τσαμπουκά ναυάγιο
    Πάμε γι άλλα μια ζωή πάμε γι' άλλα
    Βάλτο στα πόδια- πονάει πολύ
    Σε φτύνω σε φιλώ- δεν σε πάω μα σ' αγαπώ
    Παράνοια- διάνοια- επιφάνεια
    Επιφάνεια- επιφάνεια- επιφάνεια
    Στεριά- Πιάσαμε στεριά
    Δάκρυα καυτά μου δάκρυα
    Ο πόνος μαλακώνει
    Δάκρυα ... Καλά μου δάκρυα- Βιολογικός καθαρισμός

    Πάντα γι άλλα μιλάμε- Πάντα γι άλλους μιλάμε
    έτσι δεν πονάμε έτσι ξεχνάμε

    Μεγάλωσα
    Αγάπη πριν το άλφα
    Και κάτω απ' το μηδέν το υποσυνείδητο μου
    Το χώμα το λασπώνει
    Τους σάπιους μου καρπούς ανακυκλώνει
    Μεγάλωσα
    Μα το παιδάκι κλαίει,
    Δεν είναι γιατί φταίει δεν έχει που να πάει
    Τα νύχια του μασάει και βρέχει τα σεντόνια
    αποσυρμενο χρονια στης φατνης του τα βαθη
    Καλά να πάθει Καλά να πάθει- Καλά να πάθει
    Η μάνα του φωνάζει
    Του δίνει γάλα, το μαλώνει
    Έτσι πια το μεγαλώνει
    Πάντα γι άλλους μιλάμε έτσι δεν πονάμε έτσι ξεχνάμε

    Μεγάλωσα θα πει να κάνεις το παπί
    Να ζεις στην απουσία
    Να γίνεις εξουσία
    Να μάθεις να γελάς
    Και να παραφυλ'ας
    Να παίρνεις αποφάσεις
    Να απαγορεύεται να χάσεις
    Μεγάλωσα σημαίνει
    Να ζεις με αυτό που σ' αρρωσταίνει
    Να χτίζεις κι άλλα κεραμίδια
    Να βγάζεις τόνους τα σκουπίδια
    Να ρίχνεις σ' άλλους τα άδικα
    Να βλέπεις πρωινάδικα

    να ακούς πιστά τις αναλύσεις
    Να αιμοδιψάς για ειδήσεις
    Να λες yes να λες no
    Να συνηθίσεις τα πορνό
    Να πολεμάς στον καναπέ
    Να μη μπορείς χωρίς φραπέ

    Πάντα για άλλους μιλάμε ...

    Μεγαλώνω θα πει να 'ρχεται η ανατροπή
    Οι καιροί να στη φέρνουν
    Τα μυαλά σου να γδέρνουν

    Να ζητάς να κουρνιάσεις
    Να βρίσκεις οάσεις Στις ψυχώσεις των άλλων
    Που έχουν για περιβάλλον
    Ίδιες φάτσες με σένα
    Γόνατα λυγισμένα
    Όνειρα ξεχασμένα...

    Χαρις Αλεξιου

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  12. danai

    danai Regular Member

    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014