Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ξέρουν οι νεκροί τι ώρα είναι;

    Ο γέρος άφησε την μπίρα του.
    Παιδί μου, είπε,
    ( κι ένα κορίτσι ήρθε στο τραπέζι μας
    και κάθισε και ζήτησε -μα το Θεό- να την κεράσουμε ένα ποτό.)
    Παιδί μου, θα σου πω
    κάτι που δεν είπα σε κανέναν
    ( και το κορίτσι είπε, δεν έχω πού να πάω απόψε.
    Θέλεις να πάμε σπίτι σου )
    Θα σου πω
    πώς συναντήθηκε με το Θεό
    η μάνα μου ( κι εγώ είπα στο κορίτσι, ψιθυριστά: δεν έχω
    δωμάτιο, αλλά μπορεί...)
    Πήγε εκεί πέρα, στην κορφή του κόσμου
    κι ήρθε εκείνος κατευθείαν κοντά της και της είπε:
    λοιπόν, γύρισες σπίτι επιτέλους.
    ( τι μπορεί;
    Να, μπορούμε να μείνουμε εδώ και να μιλάμε.)
    Η μάνα μου άρχισε να κλαίει κι ο Θεός
    την αγκάλιασε.
    ( για ποιο πράγμα;
    Α, έτσι, κουβέντα να γίνεται... κάτι θα βρούμε.)
    Είπε πως ήταν σαν ομίχλη που σκέπασε το πρόσωπό της
    και χύθηκε παντού ένα φως και μια γλυκιά φωνή της είπε:
    πάψε τώρα να κλαις.
    ( μα τι μπορεί να λέμε όλη νύχτα;
    και είπα πως δεν ήξερα.)
    Πάψε τώρα να κλαις.

    ( Kenneth Patchen )
     
    Last edited: 21 Μαρτίου 2015
  2. aethereal

    aethereal Guest

    21 Μαρτίου Ημέρα της Ποίησης
    πριν λίγες ώρες,στη Ν.Ιωνία είχα την ευτυχία να δω για πρώτη φορά τη Λινα Νικολακοπούλου απο "κοντά"
    με τους στίχους,τα ποιήματα της οποίας είχα ονειρεύτει,ταυτίστει,συγ-κινηθεί μεσω του διαυλου της μουσικής οπου μου κοινωνήθηκαν

    και βεβαίως Μουσικό Σχολείο 4 ever!!!!

    αφιερωμένα τα κάτωθι,στις απορίες και έρευνές μου..

    ΚΟΥΠΑΣΤΗ
    Τα μάτια κλείστε
    γλυκά ακουμπήστε
    στην κουπαστή.

    Το σώμα αφήστε
    φτερό στον άνεμο να ζαλιστεί
    Είναι μια νύχτα
    μια τρελή βραδιά
    που λάμπουν τ’ άστρα
    λάμπει κι η καρδιά
    και κάπου απέναντι
    είναι το νησί
    που `χει κοράλλια
    κι η αμμουδιά χρυσή
    κι αυτό τ’ αγέρι πως
    γλιστράει σαν χέλι πως
    και φέρνει σήμερα
    μια τέτοια χίμαιρα
    ξανά στο φως.

    Τα μάτια κλείστε
    γλυκά ακουμπήστε στην
    κουπαστή.

    Το χρόνο αφήστε
    καινούρια ψέματα
    να φανταστεί
    και τι μας νοιάζει πια
    αφού η νύχτα πήρε τα κουπιά
    τα μάτια κλείστε
    και δώστε στ’ όνειρο,
    τρελά φιλιά......

    ΒΡΑΧΟΣ
    Βρήκα ένα βράχο γεμάτο πεταλίδες
    βράχο χαμηλό
    και λέω θέλω να `χω κι εγώ λίγες ελπίδες
    τριγύρω απ’ το μυαλό.

    Ειδάλλως να πεθάνω
    αν πρέπει να γλυκάνω
    καημούς μηδαμινούς.
    Στα πνεύματα τα στείρα
    χωρίς αναπνευστήρα
    να πέφτω γι’ αχινούς.


    Το καΐκι στη στεριά δεν λογίζεται
    κι η καρδιά στη μαχαιριά συγκλονίζεται
    έλα αγάπη μου βοριά δος μου κύματα
    να `χω σιγουριά....

    ΔΙ ΕΥΧΩΝ
    Πετούν γεράκια απ’ τις φωλιές
    την τρομαγμένη μας ζωή να δουν εικόνα
    σαν τις παλιές αμαρτωλές
    που δεν τους στάθηκε αγκαλιά ούτε κρυψώνα

    Κάτω απ’ την άρρωστη βροχή
    στις εθνıκές των φορτηγών με τα ψυγεία
    το μαύρο λάδι απ’ την ψυχή
    δεν καίει για κάτι που να μοιάζει μ’ ευλογία

    Δι’ ευχών των αγίων ημών
    στους ναούς των μεγάλων λυγμών
    Δι’ ευχών των αγίων της γης
    ορατής και αοράτου πληγής

    Δι’ ευχών των αγίων που κλαις
    που μπορείς σ’ αγαπάω να λες
    Δι’ ευχών των αγίων κι αεί
    με Θεού πνοή

    Κοιτάω τον ήλιο απ’ το βουνό
    κι οι δυναμίτες της ψυχής μου σπαν την πέτρα
    που εγώ να τρέξω ξεκινώ
    μεσ’ στης παγκόσμιας λογικής τα πέντε μέτρα.....


    ΑΚΙΝΔΥΝΟΣ
    ...
    Χαράζει, φίλα με.
    Απ’ το μυαλό σου.
    Σαν δάκρυ κύλα με ναι
    στο μάγουλό σου.
    Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος
    μια χούφτα οδύνης.
    Δεν είσαι ακίνδυνος
    για ό,τι δίνεις.

    Κάτι υπάρχει αζήτητο
    βαθιά μας πάντα
    πάντα.

    Χάρηκα που τα `παμε
    έστω και τώρα
    Τώρα.


    ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΡΓΑ
    Λες και τρώμε το χειμώνα παγωτό.
    Λες και πέφτουμε σε τοίχους μ’ εκατό.
    Έτσι ανάποδα λυγάω το βράδυ αυτό
    του νου τη βέργα.

    Λες και η στάθμη της αγάπης πάει να βρει
    πόσοι κρύβονται στη λάσπη θησαυροί.
    Πώς κοπήκανε στα δάχτυλα οι σταυροί
    γι’ ανθρώπων έργα.

    Λες και στρώσαμε τον Αύγουστο χαλί
    λες και βγήκε τ’ ασανσέρ σ’ ένα κελί
    που ένας το βλέπε το φως γι’ ανατολή
    κι άλλος για δύση.

    Λες και μέσα μας τ’ αντίθετα τραβάν
    να ψηφίσουνε στο ίδιο παραβάν
    σαν αιώνιο Ιησούν ή Βαραβάν
    του ανθρώπου η φύση.


    ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΟ

    ...
    Φωτιές καρδιές παλιοσίδερα
    κι ένας Θεός πάνω απ’ τ’ άδικο
    Άσε με εμένα στα σύννεφα
    σ’ ένα παλιό βενζινάδικο.

    Να μπορούσα στα σύννεφα
    την ψυχή μου ν’ ανέβαζα
    Μ’ αστραπές τα γαλήνευα
    Τα παράπονα που έβαζα
    Στο μυαλό μου κι αρχίναγα
    Κι απ’ την λύπη διασκέδαζα...


    ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΠΑΡΑΘΥΡΟ
    Οπωσδήποτε παράθυρο
    Να βλέπω έξω
    Να χαμογελώ
    Οπωσδήποτε παράθυρο
    Και ποιον δεν πήρα εγώ
    Με το καλό
    Οπωσδήποτε παράθυρο

    Για να πιστέψω πάλι
    από την αρχή
    Οπωσδήποτε παράθυρο
    Μπροστά σε μένα αλλάζει
    μια εποχή

    Αχ πως μου `γινε
    τα αλφάβητο του είναι μου
    τραυλό
    και το μαύρο χαρακάκι
    για τα σχέδια μου
    στρεβλό
    Ίσως να `φτασε η ώρα,
    ίσως να `ρθε η στιγμή
    να φυλάξω από την Πανδώρα
    την ελπίδα στο κουτί
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Αϋπνία

    Τις νύχτες τρίζουν τα έπιπλα.
    Κάπου στάζει απ’ τη σωλήνα.
    Από το καθημερινό βάρος στους ώμους
    εκείνη τη στιγμή ελευθερώνονται,
    εκείνη τη στιγμή παραδίδονται στα πράγματα
    οι άφατες ανθρώπινες ψυχές,
    και τυφλές,
    βουβές,
    κουφές,
    σκορπίζονται στους ορόφους.
    Εκείνη τη στιγμή το ρολόι της πόλης
    στέλνει τα δευτερόλεπτα εδώ κι εκεί,
    και ανεβαίνουν με τον ανελκυστήρα ζωντανοί,
    τρυφεροί και μισοζώντανοι,
    περιμένουν στα σκοτάδια, εκεί που στάζει το νερό.
    Βγάζουν από τις τσάντες τα ποτήρια
    και χορεύουν σα τσιγγάνοι,
    στέκονται πίσω από τις πόρτες, σα συμφορά,
    τρυπώντας αργά μπαίνουν στις υδρορροές
    κι αμέσως κόβουν τα καλώδια.
    Σύντομα όμως – θα γίνουν πιστωτές,
    κι ήρθαν για πάντα, για πάντα,
    κι έφεραν τους λογαριασμούς.
    Αδύνατον
    να κάνεις μια τρύπα στο νερό, χωρίς να έχει κοιμηθεί,
    να κοπανίζεις αέρα,
    είναι αδύνατο να αποκοιμηθείς, - πόσο ταραγμένη
    είναι τούτη η νύχτα που δεν μας αφήνει σε ησυχία.

    ( Arseny Tarkovsky )
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Tο μικρό μου

    Το μικρό μου που είναι η γλώσσα του βουβή,
    που τα δάχτυλά του δεν μπορούν πράγματα να κρατάνε,
    που ηλικία έχει τόσο ανελέητα νεαρή,
    πηδάει πάνω στα πράγματα που μια στιγμή κρατάνε,
    δεν τον κρατώ. Πράγματι, πώς θα μπορούσε κάποιος;
    Τρέχει μέσα στο καιόμενο δάσος.
    Ακολούθα, ακολούθα αν μπορείς!
    Μεγαλωμένος σε άνδρα θα βγει από εκεί
    και δεν θα θυμάται ποιόν είχε φιλήσει,
    ποιος τον έπιασε απ' τον λεπτό καρπό
    και τον έδεσε με τρυφερό ζυγό
    που αυτός έσπασε, μην έχοντας κατανοήσει.

    ( Tennesee Williams )
     
  5. brenda

    brenda FU very much

    Αναδρομή
    Προστάτης της γης μου κι αφέντης του σώματος,
    κανείς δεν ξέρει πιο καλά τον κίνδυνο που διατρέχω κάτω απ’ το βλέμμα σου.
    Μιλάς κι απολύομαι απ’ την πλειάδα των άστρων και σε πυκνά καταφεύγω δασύλλια με το φόβο του ζώου δαγκώνοντας μου την έπαρση.
    Σωπαίνεις και χάνομαι ανάμεσα στο χτες και στο αύριο, στο μηδέν της οργής μου.
    Λαχτάρα μου είσαι κι οροθεσία στυγνή της αβύσσου μου.

    Λουκάς Θεοδωρακόπουλος
     
  6. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ας έχουμε τρέλα

    Ας έχουμε τρέλα ανοιχτά.
    Ω άνδρες Tης γενιάς μου.
    Ας ακολουθήσουμε,
    τα βήματα αυτής της σφαγιασμένης εποχής:
    Να τη δούμε να σέρνεται σε όλη την θαμπή έκταση του Χρόνου
    μέσα στο κλειστό σπίτι της αιωνιότητας.

    Με τον θόρυβο που έχει το να πεθαίνεις,
    με το πρόσωπο που τα νεκρά πράγματα φορούν -
    ούτε ποτέ να πούμε,
    εμείς θέλαμε περισσότερα· κοιτάξαμε να βρούμε
    μια πόρτα ανοιχτή, μία απόλυτη πράξη αγάπης,
    μετασχηματίζοντας το κακό σκοτάδι της ημέρας·
    Αλλά Βρήκαμε εκτεταμένη κόλαση και ομίχλη πάνω στη γη,
    και μέσα στο κεφάλι
    ενα αναθεματισμένο τέλμα συγυρισμένων τεράστιων τάφων.

    ( Kenneth Patchen )
     
  7. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    3o μέρος από τις Βόρειες Ελεγείες

    Στο σπίτι εκείνο φοβόμουνα να ζήσω.
    Και ούτε η ζεστή φωτιά στο τζάκι,
    ούτε η κούνια του μικρού παιδιού μας
    ούτε ότι ήμασταν ακόμα νέοι,
    γεμάτοι σχέδια, δεν με βοηθούσε
    ν’ απαλλαγώ από την αίσθηση του τρόμου.
    Και έμαθα να τον κοροϊδεύω,
    και άφηνα κανάτα με κρασί
    και κόρα για εκείνον, που τη νύχτα
    σαν το σκυλί γρατζούνιζε την πόρτα,
    ή έριχνε ματιές από τον φεγγίτη.
    Και κάναμε προσπάθεια ν’ αγνοούμε,
    τι γίνεται πίσω από τον καθρέφτη,
    κάτω από ποιες βαριές και μαύρες μπότες
    στενάζουνε συχνά τα σκαλοπάτια
    εκλιπαρώντας να τα λυπηθούμε.
    Παράξενα χαμογελούσες τότε.
    «Ποιον κουβαλάνε πάλι μες στη νύχτα;»
    Τώρα από κει, που ξέρουν όλα, πες μου:
    Τι ήταν αυτό, που ζούσε πλάι μου;

    ( Anna Akhmatova )
     
  8. libra

    libra Regular Member

    Μιλας με γριφους γεροντα..
     
  9. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Να γίνει λόγος για τα πάντα

    Το παν είναι να γίνει λόγος για τα πάντα, και μου λείπουν λέξεις
    Και μου λείπει χρόνος, και μου λείπει θάρρος
    Ονειρεύομαι και ξετυλίγω στην τύχη τις εικόνες μου
    Κακόζησα, και κακόμαθα πώς να μιλώ καθάρια.

    Τα πάντα λέω τους βράχους, τη λεωφόρο και τα πεζοδρόμια
    Τους δρόμους και τους διαβάτες τους τα ανοιχτά πεδία και τους βοσκούς
    Της άνοιξης το χνούδι τη σκουριά του χειμώνα
    Το κρύο και τη ζεστασιά που φτιάχνουνε ένα κοινό αποτόκι

    Θέλω να δείξω το πλήθος και κάθε έναν άνθρωπο στη λεπτομέρειά του
    Με ό,τι τον κινεί κι ό,τι τον αποκαρδιώνει
    Και μέσα στις εποχές του ανθρώπου το καθετί που τον φωτίζει
    Την ελπίδα του και το αίμα του την ιστορία του και τον πόνο

    Θέλω να δείξω το πλήθος το υπέρτατο κατατμημένο
    Το πλήθος διασπασμένο σα νεκροταφείο
    Και το πλήθος πιο ισχυρό από τη βρώμικη σκιά του
    Έχοντας ρίξει τα τείχη του έχοντας καταλάβει τους αφέντες του

    Την οικογένεια των χεριών, την οικογένεια των δελτίων,
    Και το αγρίμι που περιπλανιέται χωρίς προσωπικότητα
    Το ποτάμι και το δρόσισμα γόνιμα κι εύφορα
    Τη δικαιοσύνη ν' αποβάλλει την εξουσία που 'χει καλά ριζώσει

    ( Paul Eluard )
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Μια ιστορία είναι μόνο

    Σηκώνω το κεφάλι μου-
    μήπως και συναντήσω τη φωνή σου,
    μ’ όλο το πιεστικό της μέλλον
    που ξέσπασε πάνω μου.
    Ύστερα κοιτάζω πίσω
    στο βιβλίο με τις τυπωμένες λέξεις.
    Είσαι δέκα χρόνια νεκρή.
    Μια ιστορία είναι μόνο.
    Η ιστορία σου. Η ιστορία μου.

    ( Ted Hughes )
     
    Last edited: 26 Μαρτίου 2015
  11. aethereal

    aethereal Guest

    Όνειρο Μέσα σ’ ένα όνειρο
    Έντγκαρ Άλλαν Πόε

    Δέξου το φιλί αυτό στο μέτωπο!

    Και, φεύγοντας μακριά σου τώρα,

    Έτσι άφησέ με να ομολογήσω-

    Ότι δεν έχεις άδικο, εσύ που θεωρείς

    Ότι οι μέρες μου υπήρξαν ένα όνειρο:

    Κι όμως κι αν η ελπίδα έχει πετάξει μακριά

    Σε μια νύκτα, ή σε μια μέρα,

    Μέσα σε μια οπτασία, ή σε καμιά

    Είναι ως εκ τούτου λιγότερο χαμένη;

    Όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε

    Δεν είναι παρά ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο.


    Στέκομαι μεσ' το βρυχηθμό

    Μιας κυματοδαρμένης ακτής,

    Και μεσ' το χέρι μου κρατώ

    Κόκκους απ’ τη χρυσαφένια άμμο-

    Πόσο λίγοι! Κι όμως πώς γλιστρούν

    Μεσ’απ’τα δάκτυλα μου προς την άβυσσο,

    Ενώ θρηνώ- ενώ θρηνώ!

    Ω Θεέ! Δεν μπορώ να τους συγκρατήσω

    Με μια πιο σφιχτή λαβή;

    Ω Θεέ! Δεν μπορώ να γλιτώσω

    Μονάχα έναν απ’ το ανηλεές κύμα;

    Είναι όλα όσα βλέπουμε ή ό,τι φαινόμαστε

    μόνο ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο;

    nevermore
     
  12. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η μητέρα

    Κι όταν η καρδιά μ' ένα τελευταίο σφυγμό
    θα έχει κάνει να πέσει ο τοίχος της σκιάς.
    Για να με οδηγήσει, Μητέρα, έως τον Κύριο,
    σαν κάποτε θα μου δώσεις το χέρι.

    Γονατιστή, αποφασισμένη,
    θα 'σαι ένα άγαλμα μπροστά στ' Αιώνιο,
    όπως ήδη σ' έβλεπε,
    όταν ακόμη ήσουν εν ζωή.

    Θα σηκώσεις τρεμάμενη τα γέρικα σου μπράτσα.
    Όπως όταν είχες ξεψυχήσει,
    λέγοντας: Θεέ μου, να' μαι.

    Και μονάχα όταν θα μ' έχει συγχωρήσει,
    θα σου έρθει η επιθυμία να με κοιτάξεις.

    Θα θυμηθείς ότι πολύ με περίμενες
    και θα 'χεις στα μάτια έναν ταχύ αναστεναγμό.

    ( Giuseppe Ungaretti )

    ---------------------------

    * Μετάφραση στα ελληνικά, Tenebra_Silente
     
    Last edited: 31 Μαρτίου 2015