Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Stilvi

    Stilvi Nobody expects the Spanish inquisition! Contributor

    This...

    self-congratulatory nonsense as the
    famous gather to applaud their seeming
    greatness

    you
    wonder where
    the real ones are

    what
    giant cave
    hides them

    as
    the deathly talentless
    bow to
    accolades

    as
    the fools are
    fooled
    again

    you
    wonder where
    the real ones are

    if there are
    real ones.

    this
    self-congratulatory nonsense
    has lasted
    decades
    and
    with some exceptions

    centuries.

    this< br>is so dreary
    is so absolutely pitiless

    it
    churns the gut to
    powder
    shackles hope

    it
    makes little things
    like
    pulling up a shade
    or
    putting on your shoes
    or
    walking out on the street

    more difficult
    near
    damnable

    as
    the famous gather to
    applaud their
    seeming
    greatness

    as
    the fools are
    fooled
    again

    humanity
    you sick
    mother*****.

    Charles Bukowski
     
  2. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΞΟΡΙΑ

    …Και δεν είναι η θάλασσα σκοτεινός ορίζοντας, αλλά εξορία.
    Μέσα της πραγματοποιούνται όλες μου οι επιθυμίες.
    Πέρα μακριά, κάποιος με φαντάζεται
    ξένο σε ξένη χώρα.
    Δεν γνωρίζει αυτή τη μουσική:
    της θάλασσας, το κελάρυσμά της
    το δυναμωμένο απ’ τη βροχή ή εκείνους τους γλάρους
    που αφήνουν μιαν αχτίδα φωτός
    πάνω στον πυκνό αέρα της χειμωνιάτικης χαραυγής.
    Η μοναξιά της θάλασσας δεν είναι απειλή
    αλλά νησί όπου κατοικώ ανέμελος.
    Μέσα της πραγματοποιούνται όλες μου οι επιθυμίες
    και ο χρόνος δε συνωμοτεί ενάντια στον άνθρωπο.
    Στην χειμωνιάτικο πρωινό κάποιος
    με φαντάζεται ξένο,
    και τι γλυκό που είναι να το ξέρω.

    Jose Gutierrez
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η επίσκεψη

    Όταν σήκωσα τα μάτια πάνω απ’ τη λευκή μου σελίδα
    είδα έναν άγγελο στο δωμάτιο.

    Έναν, μάλλον, κοινό άγγελο,
    πιθανότατα, χαμηλής βαθμίδας.

    Δεν φαντάζεστε, μου είπε,
    πόσο αναλώσιμος είστε.

    Από τις δεκαπέντε χιλιάδες αποχρώσεις του μπλε, είπε,
    η κάθε μία τους έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο

    απ’ οτιδήποτε κάνετε
    ή αποφεύγετε να κάνετε σ’ αυτή τη ζωή,

    για να μην αναφερθώ στα ορυκτά
    και στο Μεγάλο Σύννεφο του Μαγγελάνου.

    Ακόμα κι ο πιο κοινός θάμνος, έτσι μετριόφρων καθώς είναι,
    θα άφηνε ένα κάποιο κενό πίσω του. Εσείς όχι.

    Όπως διέκρινα από τα φωτεινά μάτια του
    πρέπει να ήλπιζε σε μια διαφωνία, σ’ έναν βαρύ καυγά.

    Ωστόσο εγώ δεν έκανα ούτε βήμα. Περίμενα σιωπηλά
    ώσπου αυτός να φύγει.

    ( Hans Magnus Enzensberger )

    * Μετάφραση: Γιώργος Πρεβεδουράκης
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Μετά τη δύση

    Ο θάνατος σιγοσφυρίζει μες στη λύπη μου
    Στα μέλη μου απλώνεται σαν μελανιά
    Σκουλήκι που σκαρφαλώνει στην
    Καρδιά μου.
    Το μακρινό τοπίο βούλιαξε στην ομίχλη
    Κρύφτηκαν τα παγώνια
    Παγωνιά.

    Τον άντεξα χρόνια πολλά
    Σε θάλασσες με χρώματα ασταθή
    Σαν την ηχώ της ερημιάς
    Σαν την ελπίδα που αργοκαίει.
    Πατούσε στις μύτες των ποδιών
    Λέγοντας προσευχές και μαγικά
    Η μάνα μου που πήγαινε ξοπίσω του.

    Οι έρωτες των εύκρατων μηνών
    Χώμα στο άδειο στρώμα του
    Ρίζες πολύσαρκες ανάμεσα
    Στις πέτρες της ψυχής.
    Άριες αλληλούια αγγέλων
    Κάτω από θόλους διάφανους
    Ένας φαλλός σαν από λίμνη αίματος.

    Τα σύννεφα μπαινόβγαιναν στην κάμαρα
    Οι μνήμες ξαπλωμένες
    Κι ανάσκελα μετρούσα τις πληγές:
    94 82 82 77 76 75 73 68
    Τίποτα στη στεριά.
    Να τραβηχτούν τα κύματα περίμενα
    Να σκύψω να κοιτάξω
    Τον κάμπο με τα όνειρα
    Άσπρα κελύφη, όστρακα
    Κούρους, χελώνες, απολιθώματα φιλιών
    Μέδουσες και μουσικά κουτιά.

    Θαρρώ πως μόνο έτσι:
    Το φως με λάσπη πλάθοντας
    Τη δύση ανάστροφα θωρώντας
    Βάζοντας το κορμί μου
    Ενέχυρο στον ουρανό
    Θ’ αποστηθίσω το λίγο που απόμεινε.

    Κι όταν τα πόδια μας γυμνά
    Στη μαύρη θάλασσα θα μπουν
    Θα μας ρωτήσουν: Πέστε μας, αγαπήσατε;
    Κι εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
    Με το κεφάλι μας σκυφτό
    Με μάγουλα να καίνε
    Θα ψιθυρίσουμε
    Ω ναι, πολύ, πολύ!

    Όλο θυμάμαι
    Πέρσυ θυμάμαι
    Πριν δέκα χρόνια δώδεκα
    Ψηλή βροχή
    Το λόφο θυμάμαι και το τρένο
    Την πλάτη που γυάλιζε στο φως
    Τα καστανά μαλλιά στο πάρκο
    Την νύχτα της γιορτής
    Την ευωδιά της σκοτεινής μασχάλης
    Τις λέξεις θρύψαλα στ’ αυτί
    Τα κρίνα μες στην παγωνιά
    Το πρώτο χιόνι
    Το εκατοστό φιλί
    Όλο θυμάμαι
    Τίποτα δεν θυμάμαι.
    Σαν από ύπνο αναδύεσαι
    Με πλατύφυλλη αγκαλιά
    Και η μορφή σου δυσανάγνωστη.
    Ρόδινα σάλια με μολύβια αναμνήσεων
    Σπέρματα σπασμοί σε φόντο χάλκινο
    Σφαδάζεις από φως. Βραδιάζει.

    Ρυάκι, ρυάκι, ρυάκι
    Θα τρέξει το νερό
    Θα έρθει ο Χρόνος
    Θα φτάσουμε στο πέλαγος
    Και με τ’ αδέρφια μας
    Τις πεταλούδες, τις γαζέλες και τους Κένταυρους
    Τις σαύρες, τους αϊτούς, τις βιολέτες
    Θα γίνουμε σταγόνες δίχως μνήμη.

    Μα λίγο πριν
    Γυμνοί πίσω από τον τοίχο θα σταθούμε
    Κι όταν θα μας ρωτήσουν
    Αγαπήσατε;
    Εμείς θλιμμένοι όσο ποτέ
    Γέρνοντας το κεφάλι
    Θα πούμε ναι
    Πολύ
    Πολύ!

    ( Αλέξανδρος Ίσαρης )
     
  5. Afsana

    Afsana Batida de coco

    Οι ψυχές και οι αγάπες

    Τίποτα στο κόσμο δεν τον νοιάζει
    παρά μόνο το μυαλό του ανοικτό να μένει
    μέσα στην αδράνεια τρομάζει
    ξαναβλέπει στη φορμόλη την ψυχή σβησμένη
    κόβει το κορμί του και το θάβει
    σε νερό και σε φωτιά να χωριστεί

    Στους δεκάξι παγωμένους εφιάλτες
    κάτι απρόσωπα λαμπάκια της νυκτός δανείζει
    σ’ άνυδρους ανέραστους αντάρτες
    στοιχειωμένος σε μια εθνική οδό που πήζει
    βρίσκει την αχτίδα π’ απομένει
    και μαζί της τη φυγή θα μοιραστεί

    Οι ψυχές και οι αγάπες
    σιαμαίες αυταπάτες
    όμοιες σαν άσπρα πλήκτρα
    σαν φωτάκια μες τη νύκτα
    βρίσκουν σώματα παρθένα
    στη συνήθεια πουλημένα
    με φιλιά τα εξαγνίζουν
    τους χαρίζονται

    Τούτος ο αρχέγονος ρυθμός των Αφρικάνων
    κάτι από μπάλο Συριανό θυμίζει
    ανθρωποθυσία στους θεούς των ηφαιστείων
    σαν αναπαραγωγής βωμό γυαλίζει
    κράτησε αγάπη μου για λίγο την πνοή σου
    κλείσε όλη τούτη τη στιγμή σ’ ένα φιλί

    Κοίταξε τριγύρω τα Μετέωρα πως πέφτουν
    μπάλες από χιόνι μείνε ζωντανή ακόμη
    κρίνε με σαν άνθρωπο που ψάχνει την ψυχή του
    κι άμα τον γουστάρεις θα σου πω συγγνώμη
    είναι κάτι μήνες που φιλοξενώ τον τρόμο
    κι έχω ανάγκη να με βλέπεις σαν μωρό παιδί

    Αχ μωράκι σαστισμένο
    μέσα στο μυαλό σου ξένο
    τι να πρωτοτραγουδήσεις
    και ποια πόρτα να κτυπήσεις
    να σου πω για να σε πείσουν
    στα μετάξια να σε ντύσουν
    να φανούν λευκά δοντάκια
    μες το γέλιο σου

    Χίλιες και μια νύχτες ανοιχτά της οικουμένης
    αλυσοδεμένος πολικός αστέρας
    άφηνα τους άλλους να μιλούν για μένα
    και φοβόμουν μη με δει το φως της μέρας
    τα χαμένα χρόνια θα τα πάρω πίσω
    φτάνει που και που να λες ακόμα σ’ αγαπώ

    Κόκκινος ορίζοντας τα χρόνια π’ απομένουν
    κάνε το σινιάλο να σε βρει ψυχή μου
    πρόσωπα λιμάνια κράτησε τα "φεύγουν"
    πάρε με αγκαλιά και κράτα με μαζί σου
    βιντεοταινίες η ζωή που είδα
    του άστεγου του νου μου η πατρίδα είσαι εσύ

    Αχ αγάπη μου αγάπη
    διαμαντάκι μες στη στάχτη
    και νησάκι που `χει φάρο
    ένα μεθυσμένο γλάρο
    γύρω σου που φτερουγίζει
    τ’ όνομά σου συλλαβίζει
    σημαδεύει τη ματιά σου και αφήνεται

    Απόστολος Μπουλασίκης

    Αγαπημένος Παπακώτσος
     
  6. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Κραυγή

    Να μην έχεις ένα Θεό,
    να μην έχεις ένα μνήμα,
    να μην έχεις τίποτα τ' ακίνητο,
    αλλά μόνο ζωντανά πράγματα που αποδρούν -
    να είσαι δίχως χθες,
    να είσαι δίχως αύριο
    και να τυφλώνεσαι μες στο τίποτα -
    -βοήθεια-
    για τη μιζέρια
    που δεν έχει τέλος - .

    ( Antonia Pozzi )

    * Απόδοση στα ελληνικά ... T_S
     
    Last edited: 5 Σεπτεμβρίου 2017
  7. Ravenia

    Ravenia "Post verba verbera"

    Υπεροχο!
     
  8. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Φέτος είναι καλύτερα.
    Και τα ρούχα που φορούν
    στον γκρίζο χέρσο ουρανό μας
    πιθανότητα αλλαγής δεν υπάρχει
    γιατί τα αληθινά κομμάτια είναι εδώ.
    Ήμουν λοιπόν ευτυχής
    που η ομίχλη μ’ έφερε σε σένα
    απροσδιόριστο καλοκαιρινό πράγμα
    φαγωμένο από τη θλίψη
    και πέρασμα – εκεί που είσαι.
    Έτοιμος ο τροχός να γυρίσει ξανά.
    Όταν θα ΄χεις φύγει θα φωτίσει
    η σκιά των αχτίνων να πνίξει την αναχώρησή σου
    εκεί που πένθιμες καμπάνες του καλοκαιριού
    κουβεντιάζουν με τη γινομένη αυγή.
    Υπάρχει εντέλει κάτι σαν υπόσχεση
    στην υπόθεση του καιρού που περιμένει.
    Μάθαμε να μην κουραζόμαστε
    ανάμεσα στα φετινά φανάρια του ύπνου
    όμως κάποιος πληρώνει – καμία διαφάνεια
    δεν μας σκλήρυνε πριν σε μακριές αποβάθρες σιωπής
    και φράχτες κατανοήσεως, δύσκολα περνώντας
    απ’ το ΄να μάθημα στο άλλο
    κι η ψυχρότητα της συνέπειας της ζωής μας,
    ευλάβεια στον κίνδυνο τον άσπιλο.
    Ένα φύλλο θα ‘χε φτιάξει
    την ταραχή της ατμόσφαιρας
    όμως εκεί ψηλά πάνω απ’ την κοιλάδα
    σκόρπια σύννεφα που μόλις έπληξαν τα βράχια
    κι αυτός που ενέχεται
    στα ηλιόλουστα χωράφια να παρελαύνει αργά
    όχι μόνο σα να μην υπήρχε κίνδυνος κανένας
    αλλά και σαν να ήταν τα πουλιά μέσα στον κόλπο.

    ~Τζων Άσμπερυ~
    " Αν τα πουλιά ήξεραν "
     
  9. desire

    desire No one like you https://youtu.be/aZcXD6bCK8U

    Έφτασα σε αύτη την ηλικία για να καταλάβω στο πετσί μου ότι δεν υπάρχουν ιδανικά ,σε τίποτα ,ούτε ιδανικές σχέσεις ούτε ιδανική ζωή ούτε ιδανική άνθρωποι ούτε τίποτα .Η πλασματική εικόνα που είχα στο μυαλό μου από παιδί ,η εικόνα μας ιδανικής ευτυχίας κατέρρευσε ,έσπασε σε χίλια μικρά κομμάτια και όσο και να προσπάθησα να την κολλήσω μάτωσα από τα μικρά κοφτερά γυαλιά .
    Άνθρωποι γεμάτοι πληγές και απωθημένα ,γεμάτοι μίσος και ανταγωνισμό , πόνο και θλίψη κρυμμένη πίσω από χαμογελαστά ματιά και τις καλά μπαλωμένες καρδιές τους
    Άνθρωποι που κλειστήκαν σε ψιλά τοίχοι και ξέχασαν πως είναι να νιώθεις ζεστός μέσα σου
    Ένας κόσμος γεμάτος ανταγωνισμό και μισαλλοδοξία, ένας κόσμος που χαίρετε με το κακό σου και φθονεί με το καλό σου .Σχέσεις ανάγκης και επιβίωσης που έγιναν συνηθείες και τελικά ένα καθημερινό μαρτύριο .Σχέσεις που ξεκινανε με ελπίδες και τελειώνουν στο αιματοβαμμένο βωμό μιας ηλεκτρονικής σελίδας .Ψυχές που φωνάζουν βοήθεια ενώ αργοσβήνουν στον χέρια βρόμικων ανθρώπων..
    Που είναι τα ιδανικά λοιπόν ; που να πιστέψω ; που να πιαστώ ; Λάσπη και δυσωδία γέμισαν τα μέσα μου ,ανάγκη για να ανάσα έχω ΜΟΝΟ . (αγνωστος)  
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο γιος μου

    O γιος μου,
    ο μονάκριβος γιος μου,
    αυτός που ποτέ δεν είχα,
    θα ήταν άντρας σήμερα.
    Κινείται
    στον άνεμο
    άϋλος, χωρίς όνομα.
    Μερικές φορές
    έρχεται
    -πιο ελαφρύς απ’ τον αέρα-
    και ακουμπά το κεφάλι του
    πάνω στον ώμο μου
    κι εγώ τον ρωτώ,
    γιέ μου,
    πού μένεις,
    πού κρύβεσαι:
    Kαι μου απαντά
    με κρύα ανάσα.
    Ποτέ δεν το παρατήρησες
    παρόλο που τηλεφωνούσα
    και τηλεφωνούσα
    και συνεχίζω να τηλεφωνώ
    από ένα μέρος
    πέρα,
    πέρα από την αγάπη,
    όπου τίποτα,
    όπου τα πάντα
    θέλουν να γεννηθούν.

    ------------------------------------------------------

    Τα απομεινάρια

    Αδειάζω τον εαυτό μου από τα ονόματα των άλλων.
    Αδειάζω τις τσέπες μου.
    Αδειάζω τα παπούτσια μου και τα αφήνω δίπλα στο δρόμο.
    Τη νύχτα γυρίζω πίσω τα ρολόγια·
    ανοίγω το οικογενειακό άλμπουμ
    και με κοιτάζω όταν ήμουν αγόρι.
    Τί έχει να κερδίσει; Οι ώρες έχουν κάνει τη δουλειά τους.
    Λέω τ’ όνομά μου. Λέω αντίο.
    Οι λέξεις ακολουθούν η μια την άλλη προς την κατεύθυνση που φυσάει ο άνεμος.
    Αγαπώ τη γυναίκα μου, αλλά τη διώχνω.
    Οι γονείς μου σηκώνονται απ’ τους θρόνους τους
    μες στα λευκά δωμάτια από σύννεφα. Πώς να τραγουδώ;
    Ο χρόνος μού λέει τι είμαι. Αλλάζω και πάλι ίδιος μένω.
    Αδειάζω τον εαυτό μου απ’ τη ζωή μου
    και η ζωή μου εξακολουθεί να υπάρχει.

    ( Mark Strand )

    * Μετάφραση : Ασημίνα Ξηρογιάννη
     
    Last edited: 5 Σεπτεμβρίου 2017
  11. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Τώρα η μοναξιά

    Τώρα η μοναξιά
    δεν είναι η κοπέλα του αλλοτινού καιρού
    με το ελάχιστο κοκκινάδι στο μάγουλο,
    που την έπαιρνες στο κατόπι
    εκλιπαρώντας το βλέμμα της
    κι όταν την κέρδιζες στο κίτρινο του φεγγαριού,
    αφηνόσουν σαν αμμουδιά στα κύματα των χεριών της.
    Τώρα η μοναξιά
    σε στριμώχνει καταμεσής του δρόμου,
    στον αγοραίο συνωστισμό,
    σου δίνεται απεγνωσμένα
    και δεν πα να ουρλιάζεις σα ζώο εσύ,
    εκείνη επιτελεί το έργο της εν ψυχρώ
    κι ύστερα αποσύρεται στη γωνιά
    γλείφοντας τα ματωμένα της δάχτυλα.

    --------------------------------------------------------------------------------΄

    Νόστοι μεσήλικος

    Κάθε που γυρίζω στη μικρή πατρίδα,
    πληθαίνουν τα άγνωστα πρόσωπα,
    οι σκιές στους δρόμους,
    τα σπίτια που μπάζουν νερά της βροχής,
    τα μνημόσυνα του Σαββάτου.

    Κάθε που επιστρέφω στη μικρή πατρίδα,
    όλο και πιο λίγο φθείρεται η παλάμη μου
    από θερμές χειραψίες.

    ( Θανάσης Μαρκόπουλος )
     
  12. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Ἡ νύχτα μὲ συμφέρει

    Πράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει.
    Πρῶτα-πρῶτα ἐλαττώνει τὶς φιλοδοξίες· ὕστερα
    διορθώνει τὶς σκέψεις· ἔπειτα
    συμμαζώνει τὴ θλίψη καὶ τὴν κάνει ὑποφερτότερη
    τὴ σιωπὴ μὲ σέβας ἀνατέμνει·
    ἐξαίρει τὴν ὄσφρηση μὰ προπάντων ἡ νύχτα περιζώνει.

    Νίκος Καροῦζος (1926-1990)