Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. sapphire

    sapphire ☙❀❧

    Ήταν κι εκείνη η υπόστασή μου η ανθρώπινη.
    Πως έπρεπε να την αλλάξω δεν κατάλαβα.
    Ήταν κι εκείνη η φωνή μου η ανθρώπινη.
    Πως έπρεπε να τη σιωπήσω δεν το πίστεψα.
    Κι αυτά τα λόγια μου, λόγια αγάπης ήτανε.
    Δεν ήξερα πως θρόισμα τα ήθελες,
    και μόνο σαν εσύ γινόσουν άνεμος,
    μονάχα τότε.
    Μα τώρα έμαθα και ξέρω και φρονώ.
    Και θέλησα μονάχη μου ν' αλλάξω, κι άλλαξα.
    Έγινα δέντρο, έτσι αποφάσισα. Φύσα με,
    να θροΐσω.
    Ύστερα έλα κι άκου με, αυτά που θες
    ν' ακούσεις, μόνο αυτά.
    Έλα στις ρίζες μου και κάθισε, και στον κορμό,
    να ξαποστάσεις.
    Εγώ ένα δέντρο έγινα, για σένα.

    Χρύσα Γκιώνη
     
  2. dim1

    dim1 ®

    Αν τουλάχιστον, μέσα στούς ανθρώπους
    αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία...
    Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
    θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.

    Απόσπασμα από την Πρέβεζα του Καρυωτάκη
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    ΙΙΙ

    Το γυμνωμένο πράγμα περιφερότανε
    σε διάφορες πρεσβευτικές κατοικίες.

    Και τη μέρα πού ήρθε σπίτι να τη δει,
    αυτή στον κυκεώνα των σάντουιτς πού κάποιος
    τεχνίτης πρότεινε
    ήταν σαν τη μέλισσα το καλοκαίρι.

    Θυμήσου το εμβριθές ύφος,
    η ψυχή μπορεί να το αντέξει,
    ή ζήσε πίσω απ’ αυτό είπε
    επί ματαίω.
    Τα τελευταία στήθη μαγκωμένα.

    Και το πρωί σαν τη ζάχαρη
    πρόσφερε το κεφάλι της
    στους σταθμούς διοδίων
    πού το μυαλό προτείνει.

    ( John Ashbery )

    * Μετάφραση : Στάθης Λειβαδάς
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Άτιτλο ( Από την συλλογή, Ίχνη στο νερό )

    Σιωπηλές ρυτίδες πολιορκούν
    τις αναμνήσεις, η βελόνα
    σκορπίζει μακριά την απoυσία και
    η σελίδα είναι έτοιμη για το μελάνι που
    τριγυρνά ανάμεσα σε σιωπή
    και σιωπή, ένας πρόωρος φιλοξενούμενος
    για την ολονυχτία των νεκρών, ένα
    σώμα που στις άκρες
    έχει μίσχους από μπαγιάτικο ψωμί,
    κύστες ονείρων και
    βάλτους όπου επιμηκύνεται
    η σεληνιακή
    ρίζα κατά την πρώτη της
    εμφάνιση, μου λες
    ξεκίνα να μετράς από δω
    τις καινούριες ημέρες, τις γραμμές
    που τρέφονται απ' τους σπόρους,
    τους τόνους, μετά
    διηγήσου όλη τη διστακτικότητα, τα
    παρατημένα ρούχα, το
    κοβάλτιο που μαύρισε
    ανάμεσα στους πόρους, τ' αστέρια
    που αφέθηκαν να σαπίζουν μέσα
    σε σκρίνια ομίχλης, τη θάλασσα
    που συνελήφθηκε να δραπετεύει,
    τις λέξεις του κύματος, τώρα
    είναι καιρός, η εξορία του φωτός
    ήδη διασχίζει το σύνορο
    μεταξύ φλεβών και
    μνήμης.

    ( Francesco Marotta )

    * Απόδοση στα ελληνικά ... T_S
     
    Last edited: 8 Σεπτεμβρίου 2017
  5. Ravenia

    Ravenia "Post verba verbera"

  6. dim1

    dim1 ®

    ...
    Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
    Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

    Κ. Καβάφης
     
  7. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Ο Ύστατος Οβολός

    Δύσκολες ώρες, δύσκολες στον τόπο μας. Κι αυτός ο περήφανος,
    γυμνός, ανυπεράσπιστος, ανήμπορος, αφέθηκε να τον βοηθήσουν,
    εγγράψαν υποθήκες πάνω του, πήραν δικαιώματα, αξιώνουν,
    μιλάνε για λογαριασμό του, του ρυθμίζουν την ανάσα, το βήμα,
    τον ελεούν, τον ντύνουν μ' άλλα ρούχα ξέχειλα, χαλαρωμένα,
    του σφίγγουν μ' ένα καραβόσκοινο τη μέση. Εκείνος,
    μέσα στα ξένα ρούχα, ούτε μιλάει κι ούτε πια χαμογελάει
    μη και φανεί που ανάμεσα στα δόντια του κρατάει
    (ως και την ώρα του ύπνου)
    σφιχτά σφιχτά, σαν ύστατο οβολό του,
    (μόνο τώρα βιός του)
    γυμνό, απαστράπτοντα κι ανένδοτο, το θάνατό του.


    ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

     
  8. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Στον ουρανό τού τίποτα με ελάχιστα

    Από την κλειδαρότρυπα κρυφοκοιτάω τη ζωή
    την κατασκοπεύω μήπως καταλάβω
    πώς κερδίζει πάντα αυτή
    ενώ χάνουμε εμείς.
    Πώς οι αξίες γεννιούνται
    κι επιβάλλονται πάνω σ’ αυτό που πρώτο λιώνει:
    το σώμα.
    Πεθαίνω μες στο νου μου χωρίς ίχνος αρρώστιας
    ζω χωρίς να χρειάζομαι ενθάρρυνση καμιά
    ανασαίνω κι ας είμαι
    σε κοντινή μακρινή απόσταση
    απ’ ό,τι ζεστό αγγίζεται, φλογίζει…
    Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
    θα εφεύρει η ζωή
    ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
    και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας.
    Χρωστάω τη σοφία μου στο φόβο∙
    πέταλα, αναστεναγμούς, αποχρώσεις
    τα πετάω.
    Χώμα, αέρα, ρίζες κρατάω∙
    να φεύγουν τα περιττά λέω
    να μπω στον ουρανό τού τίποτα
    με ελάχιστα.

    Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
     
  9. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Χέρια

    Οι άνθρωποι το πιο συχνά
    δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους

    Τα δίνουν –τάχα χαιρετώντας– σ’ άλλους
    Τ’ αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες

    Ή –το χειρότερο– τα ρίχνουνε στις τσέπες τους
    και τα ξεχνούνε
    Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
    Ένα σωρό ποιήματα άγραφα.

    Χιόνης
     
  10. sapphire

    sapphire ☙❀❧

    Μια υπόθεση ευδαιμονίας

    Τώρα εδώ, στης τύχης τα γραμμένα,
    ποιος θα μας πει τι ήταν όλο αυτό·
    δεν έχει δρόμους για να ονειρευτώ,
    κατώφλι να κρυφτώ λίγο από μένα.

    Τώρα που μοιάζουν όλα τελειωμένα,
    send me blue valentines, να σε θυμάμαι,
    τη νύχτα που ξυπνώ κι όταν κοιμάμαι,
    κάτι που να θυμίζει μόνο εσένα –

    μην μπω σε λεπτομέρειες, περιττεύει,
    κάτι από κόσμο κι όνειρο, βαθύ·
    τα υπόλοιπα κανείς δεν τα πιστεύει:

    δυο χάδια, πες, που γίναν με το χρόνο
    μια υπόθεση ευδαιμονίας μόνο,
    που καθώς φαίνεται δεν ευσταθεί.

    Διονύσης Καψάλης
    Σονέτο 21 από την ενότητα ''Μέσα κι έξω''
     
  11. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Δεν έχουμε γλώσσα για τα τέλη

    Δεν έχουμε γλώσσα για τα τέλη,
    για την πτώση του έρωτα,
    για τους συμπαγείς της αγωνίας λαβύρινθους,
    για το φιμωμένο σκάνδαλο
    των αμετακλήτων καθιζήσεων.

    Πώς να το πεις σε όποιον μας εγκαταλείπει
    ή σε όποιον εμείς εγκαταλείπουμε
    που η πρόσθεση επί πλέον απουσίας στην απουσία
    είναι των ονομάτων όλων πνιγμός
    και ανέγερση τειχών
    γύρω από την κάθε εικόνα;

    Και πώς να κάνεις σινιάλο σ’ οποίον πεθαίνει,
    όταν όλες οι χειρονομίες έχουνε πια ξεραθεί,
    οι αποστάσεις συγχέονται σ’ ένα χάος απρόβλεπτο,
    όσα είναι δίπλα σου καταρρέουν σαν άρρωστα πουλιά
    και του πόνου το στέλεχος
    σπάει σαν του σακατεμένου αργαλειού
    τη σαΐτα;

    Ή πώς να μιλήσει ο καθείς στον εαυτό του
    όταν τίποτα, όταν κανένας πια δεν μιλάει,
    όταν τ’ αστέρια και τα πρόσωπα
    είναι εκκρίσεις ουδέτερες
    σ’ έναν κόσμο μέσα που έχει χάσει
    τη μνήμη του πως είναι κόσμος;

    Ίσως μια γλώσσα για τα τέλη
    ν’ απαιτεί την πλήρη κατάργηση των άλλων γλωσσών,
    την ατάραχη σύνθεση
    των καμένων γαιών.

    Ή ίσως και να δημιουργεί μια ομιλία με διάκενα,
    που επανενώνει τους ελάχιστους χώρους
    τους διάσπαρτους μεταξύ σιωπής και λόγου
    με τα άγνωστα και άνευ ορέξεων σωματίδια
    που μόνον εκεί διαλαλούν
    την έσχατη ισοδυναμία
    της εγκατάλειψης με το συναπάντημα.

    ( Roberto Juarroz )

    * Μετάφραση : Γιώργος Κεντρωτής.
     
  12. Ravenia

    Ravenia "Post verba verbera"

    Την μελαγχολική μου τέχνη ασκώντας,
    στην σιωπή της νύχτας,
    όταν μονάχο του φρενιάζει το φεγγάρι,
    κι οι εραστές ξαπλώνουν
    αγκαλιά με τη θλίψη τους,
    παιδεύομαι το φώς να τραγουδήσω,
    όχι από φιλοδοξία ή για τον επιούσιο,
    ούτε για επίδειξη στο παζάρι των ταλέντων
    σε φιλντισένια παλκοσένικα,
    μα για την αμοιβή την ελάχιστη
    απ’ τα μύχια της καρδιάς τους.

    Κι έξω απ’ το φεγγάρι που φρενιάζει
    δεν γράφω τούτες τις σελίδες που αφρίζουν
    μήτε για τον άνδρα τον περήφανο
    μήτε για τους νεκρούς που από ψηλά επιβλέπουν
    με τ’ αηδόνια και τις ψαλμωδίες τους
    μα για τους εραστές,
    που αγκαλιάζουνε αιώνων θλίψεις,
    που μ’ έχουνε γραμμένο,
    κι ούτε τους νοιάζει η μαστοριά κι η τέχνη μου.

     

    -Τζων Κητς, «Ωδή στη Μελαγχολία»



    Μη! Μην πας στη Λήθη και μην ζητάς το στάλαγμα
    Τ’ Ακόνιτου να πιεις. Στο γαλανό σου μέτωπο
    Φιλί του Στρίχνου μη δεχτείς ποτέ – κι ας είναι
    Εκείνος άλικο της Περσεφόνης δώρο ,
    Αλήθεια με καρπούς Ιτάμου θες να φτιάξεις Κομπολόι; Α , τη θλιμμένη σου ψυχή !
    Μα πως αντέχεις τριζόνι του θανάτου να τη δεις
    Ή πεταλούδα νεκρική και μες στις χώρες της Λύπης
    Το μοιρολόι του γκιώνη να ‘χεις συντροφιά;
    Φυλάξου τώρα ! Γιατί θα ‘ρθει αχνόθωρος ίσκιος πάνω στη σκιά
    Και την ασίγητη αγωνία της ψυχής θα πνίξει …

    Αλλ΄ όταν ο ζόφος γείρει της μελαγχολίας
    Κι έξαφνα από τους ουρανούς το δακρυσμένο σύννεφο κυλήσει
    Τα λιπόθυμα τινάζοντας των λουλουδιών κεφάλια , και τους πράσινους
    Λόφους σκεπάζοντας , με τ’ Απριλιού το νεκρικό σεντόνι
    Τότε τη θλίψη σου χόρτασε , με τη δροσιά του πρωινού τριαντάφυλλου ,
    Ή πάνω στο ουράνιο τόξο , που με το κύμα σπάζει στ΄ ακρογιάλι
    Ή ακόμη πέρα στο βασιλικό της παιωνιας πλούτο
    Κι αν την αγαπημένη σου μια μέρα , έξαλλη δεις από θυμό
    Το τρυφερό της χέρι αιχμαλώτισε – άσε τη να λυσσομανά
    Κι εσύ πιες – πιες ως το τελος – τη φλόγα που καίει βαθιά
    Στα σμαράγδινα μάτια της

    Ζει με την Ομορφιά η Μελαγχολία – την Ομορφιά
    Που πρέπει να πεθάνει .Και τη χαρά που πάντα
    Το χέρι στα χείλη της έχει κι είναι έτοιμη να πει : αντίο .
    Εκεί κοντά της Ηδονής ο πόθος – μα φαρμάκι γυρίζει
    Την ιδια στιγμη που αχορταγα πινει το μελίρρυτο στόμα .
    Α, ναι ! Μες στο ναό της Ηδονής , τ’ αληθινό της ιερό
    Η πεπλοφόρος Μελαγχολία έχει κεντήσει .
    Κι είναι απ’ όλους αθέατη – παρεκτός και αν κάποιου η αδάμαστη γλώσσα
    Της Χαράς το σταφύλι να σπάσει μπορεί
    Στον κρουστό του ουρανίσκο επάνω .
    Αλλά τότε , η πανίσχυρη θλίψη της μεμιάς θ’ αναρπάσει
    την ψυχή του
    Κι εκει ψηλά, καταμεσής στ’ αραχνιασμένα της τρόπαια , θα κρεμαστεί


    Ντίλαν Τόμας : «Τη μελαγχολική μου τέχνη ασκώντας»