Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Τι διαβάζεις τώρα, τώρα-τώρα και γιατί?

Συζήτηση στο φόρουμ 'Κοινωνία' που ξεκίνησε από το μέλος brenda, στις 16 Δεκεμβρίου 2016.

  1. Aliki

    Aliki airetiko

    "Kλειδωμένη στο δωμάτιο: για τη λογοτεχνία και το μαζοχισμό της Colette"
    https://poli-k.net/kleidomeni-domat...Yevk8szChGwj0rd5b-Xg6s7drTGkDv5W6QfVvBSVZxoAE
    Διότι είναι μια μπερδεμένη εποχή ανάγνωσης αυτοβιογραφιών και ιστορίας μήπως βρεθεί μια ακόμη άκρη σε άλλο ένα κουβαράκι.
     
  2. zoie

    zoie New Member

    Entirely by Louis MacNeice

    If we could get the hang of it entirely
    It would take too long;
    All we know is the splash of words in passing
    And falling twigs of song,
    And when we try to eavesdrop on the great
    Presences it is rarely
    That by a stroke of luck we can appropriate
    Even a phrase entirely.

    If we could find our happiness entirely
    In somebody else’s arms
    We should not fear the spears of the spring nor the city’s
    Yammering fire alarms
    But, as it is, the spears each year go through
    Our flesh and almost hourly
    Bell or siren banishes the blue
    Eyes of Love entirely.

    And if the world were black or white entirely
    And all the charts were plain
    Instead of a mad weir of tigerish waters,
    A prism of delight and pain,
    We might be surer where we wished to go
    Or again we might be merely
    Bored but in brute reality there is no
    Road that is right entirely.


    Γιατί κάποιος μόλις μου σύστησε τον Louis και πασχιζω να είμαι καλή μαθήτρια.
     
  3. brenda

    brenda FU very much

    ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΡΙΣΝΑΜΟΥΡΤΙ

    από τον Ντέιβιντ Μπόμ

    Στα 1959, όταν διάβασα το βιβλίο του Κρισναμούρτι ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ – ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ, έκανα την πρώτη μου γνωριμία με το έργο του. Εκείνο που μου προκάλεσε το ενδιαφέρον ήταν κυρίως η βαθειά και κοφτερή θεώρηση που είχε ο Κρισναμούρτι στο πρόβλημα παρατηρητής και παρατηρούμενο. Το ζήτημα αυτό βρισκόταν από πολύν καιρό στο κέντρο και της δικής μου έρευνας στη θεωρητική φυσική, που είχε σαν κύριο άξονα τα συνεπαγόμενα της κβαντικής θεωρίας.

    Σ’ αυτή τη θεωρία, για πρώτη φορά στην ιστορία της φυσικής, η ιδέα ότι ο παρατηρητής και το παρατηρούμενο αντικείμενο είναι αδιαχώριστα, είχε προταθεί σαν μια απαραίτητη έννοια για την κατανόηση των θεμελιακών νόμων της ύλης γενικά. Για το λόγο αυτό, αλλά και διότι αυτό το βιβλίο του περικλείει πολλές άλλες θεωρήσεις μεγάλης εμβέλειας, ένοιωθα την ανάγκη να μιλήσω άμεσα και προσωπικά με τον Κρισναμούρτι όσο γινόταν πιο σύντομα. Και από την πρώτη μας συνάντηση, στη διάρκεια μιας επίσκεψής του στο Λονδίνο, έμεινα έκπληκτος από το πόσο άνετη ήταν η επικοινωνία μαζί του, εξ αιτίας της έντονης ενέργειας που έδινε στο ν’ ακούει το συνομιλητή του και της απόλυτης απουσίας επιφυλάξεων και αμυντικών φραγμάτων στις προτάσεις που του διατύπωνα.

    Αυτό το είδος στάσης μου ήταν οικείο σαν φυσικός επιστήμονας που είμαι, διότι στις συναντήσεις μου με άλλους ερευνητές που μ’ αυτούς είχα μεγάλη διανοητική συγγένεια, αυτοί είχαν παρόμοιες συμπεριφορές. Αναφέρομαι κυρίως στον Άλμπερ Άϊνστάιν, που παρουσίαζε την ίδια αυτή ένταση και την ίδια απουσία άμυνας στη διάρκεια πολλών συνομιλιών μας. Μετά από αυτόν, άρχισα να έχω με τον Κρισναμούρτι τακτικές συναντήσεις και συνομιλίες σε κάθε παραμονή στο Λονδίνο.

    Έτσι γεννήθηκε μια συνεργασία που από τότε γινόταν όλο και πιο στενή, καθώς ενδιαφερόμουν όλο και πιο πολύ για τα σχολεία που είχε ιδρύσει με πρωτοβουλία του. Σ’ αυτές ακριβώς τις συνομιλίες εξετάσαμε όσο μπορούσαμε πιο βαθιά πολλά θέματα που μ’ ενδιέφεραν σαν φυσικό επιστήμονα που ασχολιόταν με την έρευνα. Επιπλέον, διερευνήσαμε μαζί τη φύση του χώρου και του χρόνου και του σύμπαντος, τόσο στο επίπεδο του εξωτερικού κόσμου όσο και στον κόσμο του πνεύματος. Στη συνέχεια, αναρωτηθήκαμε για τη γενικευμένη σύγχυση και αταξία που εισβάλλουν από παντού στην ανθρώπινη συνείδηση. Ακριβώς εδώ ήρθα σ’ επαφή με αυτό που για μένα είναι η πιο σημαντική ανακάλυψη του Κρισναμούρτι. Επέμεινε πάρα πολύ σοβαρά στην ιδέα ότι όλη αυτή η αταξία, που είναι η βασική αιτία του πόνου και της δυστυχίας που απλώνονται τόσο πλατιά στον κόσμο και να εμποδίζει τους ανθρώπους να εργάζονται αρμονικά, έχει για ρίζα της την άγνοιά μας για τη γενική φύση των νοητικών μας λειτουργιών. Ή για να το εκφράσω αυτό διαφορετικά, μπορεί κανείς να πει, να βεβαιώσει ότι εμείς οι άνθρωποι δεν βλέπουμε αυτό που συμβαίνει πραγματικά _____ που είμαστε απασχολημένοι στο να σκεφτόμαστε.

    Με βάση μια πολύ στενή εξέταση και μια πολύ λεπτομερειακή παρατήρηση αυτής της δραστηριότητας της σκέψης, ο Κρισναμούρτι μπορεί να αντιλαμβάνεται άμεσα το γεγονός ότι η σκέψη είναι μια διαδικασία, μια λειτουργία υλική που συμβαίνει, ξετυλίγεται μέσα στον άνθρωπο, στον εγκέφαλο και στο σύνολο του νευρικού συστήματος.

    Όμως, κατά κανόνα, εκείνο στο οποίο εμείς είμαστε ευαίσθητοι είναι κυρίως το περιεχόμενο της σκέψης και όχι ο ακριβής, συγκεκριμένος μηχανισμός της. Αυτό μπορούμε να το αποδείξουμε αν σκεφτούμε τι συμβαίνει όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο: το πιο συχνά, είναι μόνο το νόημα των όσων διαβάζουμε που αποσπά την προσοχή μας σχεδόν αποκλειστικά. Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς να προσέξει το ίδιο το βιβλίο, το γεγονός ότι αποτελείται από φύλλα που μπορεί να τα γυρίζει, να προσέξει τις τυπωμένες λέξεις, την τυπογραφική μελάνη, την υφή του χαρτιού, κλπ. Με τον ίδιο τρόπο, θα μπορούσαμε ν’ αντιληφθούμε, να συνειδητοποιήσουμε τη δομή και τις λειτουργίες της διαδικασίας της σκέψης μας, και όχι μόνο το περιεχόμενό της.

    Πως γίνεται, πως μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτή η συνειδητοποίηση; Ο Κρισναμούρτι εξηγεί ότι αυτό προϋποθέτει μια προσπάθεια που την ονομάζει «διαλογισμό». Αυτός ο όρος αποδόθηκε σ’ ένα μεγάλο αριθμό εννοιών, τόσο διαφορετικών αλλά και αντιφατικών, που συνήθως καλύπτουν διάφορες επιφανειακές μορφές μυστικισμού. Όμως, όταν ο Κρισναμούρτι χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο, του δίνει μια έννοια πολύ ξεκάθαρη και συγκεκριμένη. Μπορούμε να την αντιληφθούμε αν εξετάσουμε τις έννοιες που έχουν ρίζα της λέξης meditation (μεντιτασιόν), διαλογισμός. (Η ρίζα των λέξεων, αν κανείς την πλησιάζει από την γενικά αποδεκτή σήμερα έννοια της, ανοίγει εκπληκτικές προοπτικές σε πιο βαθιές έννοιες.)

    Η λέξη μεντιτασιόν προέρχεται από την λατινική ρίζα μεντ, med, που σημαίνει μετράω. Η σημερινή έννοια είναι «στοχάζομαι, ζυγίζω, υπολογίζω, καθώς και, δίνω προσοχή». Παρόμοια, ο όρος, η λέξη dhyana, που στα σανσκριτικά σημαίνει διαλογισμός, πλησιάζει τον όρο dhynati, που σημαίνει στοχάζομαι, σκέφτομαι, αντανακλώ. Με βάση τα παραπάνω η λέξη mediter, διαλογίζομαι, θα σήμαινε «ζυγίζω τα πράγματα στοχάζομαι, ενώ ταυτόχρονα δίνω προσοχή σε ό,τι συμβαίνει πραγματικά ενώ ασχολούμαι με αυτή την πράξη».

    Αναμφίβολα, αυτή είναι η αρχή, το ξεκίνημα του διαλογισμού σύμφωνα με τον Κρισναμούρτι. Με άλλα λόγια, αυτό προϋποθέτει να είναι κανείς εξαιρετικά προσεχτικός, παρατηρητικός σε όλα όσα συνδέονται με την πραγματική δραστηριότητα (ή λειτουργία) της σκέψης, που είναι η αιτία που βρίσκεται κάτω απ’ όλη τη γενική μας αταξία. Αυτή η παρατηρητικότητα αποκλείει κάθε έννοια εκλογής, κριτικής, αποδοχής ή απόρριψης μπροστά σ’ αυτό που συμβαίνει.

    Κι αυτή η παρατηρητικότητα συνδέεται μ’ έναν στοχασμό για το νόημα των όσων μαθαίνουμε σχετικά με τη λειτουργία, τη δραστηριότητα της σκέψης. (θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε αυτό με την ανάγνωση ενός βιβλίου που οι σελίδες του θα ήταν μπερδεμένες, ανάκατες. Στην περίπτωση αυτή, αξίζει πολύ περισσότερο να τακτοποιήσεις αυτή την αταξία παρά να δεχτείς αυτή τη μπερδεμένη σελιδοποίηση και να θελήσεις να βγάλεις νόημα απ’ αυτό το ανάκατο περιεχόμενο).

    Ο Κρισναμούρτι έχει διαπιστώσει ότι αυτή η πράξη του διαλογισμού, (του υπολογισμού) θα έβαζε αυτόματα τάξη στη δραστηριότητα της σκέψης, κι αυτό, χωρίς την επέμβαση μιας θέλησης, μιας εκλογής, μιας απόφασης ή όποιας άλλης δράσης εκ μέρους του «σκεπτόμενου» ατόμου. Μόλις πραγματοποιηθεί αυτή η τάξη, ο θόρυβος και το χάος που αποτελούν το συνηθισμένο υπόβαθρο της συνείδησής μας παύουν, και ο νους μένει γενικά ήσυχος, σιωπηλός. (Η σκέψη δεν μπαίνει σε δράση παρά μόνο σε περίπτωση ανάγκης, και για λόγους αληθινά σημαντικούς, μετά διακόπτεται, σιωπά, μέχρι που να την χρειαστούμε ξανά).

    Μέσα σ’ αυτή τη σιωπή, μας λέει ο Κρισναμούρτι, αναβλύζει, παρουσιάζεται κάτι καινούριο και δημιουργικό, κάτι που δε θα μπορούσαν να μεταδώσουν οι λέξεις, αλλά που έχει την πιο μεγάλη σημασία για τη ζωή μας. Ο Κρισναμούρτι δεν προσπαθεί να μας κάνει να μοιραστούμε αυτό το κάτι μεσ’ από κάποια ομιλία, με το λόγο, αλλά προτιμά να προσκαλεί όσους ενδιαφέρονται γι’ αυτό, να ερευνήσουν άμεσα αυτό το ζήτημα του διαλογισμού, με τα δικά τους μέσα ή δυνάμεις, δίνοντας πραγματική προσοχή στην ίδια τη φύση της σκέψης.

    Χωρίς να προχωρήσουμε στην πιο βαθειά μελέτη του νοήματος αυτού του διαλογισμού, μπορεί κανείς να πει ότι ο διαλογισμός, όπως τον εννοεί ο Κρισναμούρτι, μπορεί να φέρει την τάξη στο σύνολο των νοητικών μας λειτουργιών (ή δραστηριοτήτων) και μπορεί να παίξει βασικό ρόλο, να γίνει το κλειδί για το τελείωμα των βασάνων, της δυστυχίας, του χάους και της σύγχυσης που αποτελούν, από τα βάθη του χρόνου, τη θλιβερή μοίρα της ανθρωπότητας και που διαιωνίζονται, συνεχίζονται ακόμα παντού, χωρίς να λάμπει στον ορίζοντα η παραμικρή χειροπιαστή προοπτική που θα υποσχόταν μια θεμελιακή αλλαγή αυτής της θλιβερής κατάστασης.

    Το έργο του Κρισναμούρτι διαποτίζεται ακέραιο από αυτό που θα μπορούσαμε σίγουρα να ονομάσουμε ουσία του επιστημονικού πνεύματος, όπως αυτό παρουσιάζεται στο πιο υψηλό και το πιο αγνό επίπεδό του. Έτσι, ο Κρισναμούρτι ξεκινά από ένα γεγονός, που αναφέρεται στο χαρακτήρα, στη φύση των διαφόρων λειτουργιών της σκέψης μας. Το γεγονός αυτό διαπιστώνεται με την επέμβαση μιας αδιάπτωτης προσοχής που προϋποθέτει μια επάγρυπνη και ακριβή παρατήρηση της λειτουργίας της συνείδησής μας. Στη πορεία, εμείς μαθαίνουμε συνεχώς, και από αυτό μας έρχεται η ξεκάθαρη αντίληψη της γενικής φύσης της λειτουργίας ή διαδικασίας της σκέψης. Μετά, αυτή η διεισδυτική θεώρηση δοκιμάζεται: πρώτα επαληθεύουμε αν αυτή στέκεται στο επίπεδο της λογικής, αν υπακούει σε μια ορθολογική τάξη. Μετά, βλέπουμε αν αυτή φέρνει τάξη και συνοχή, κρίνοντας με βάση τα ίχνη που αφήνει και ομορφαίνει ολάκερη την ύπαρξή μας.

    Ο Κρισναμούρτι επιμένει αδιάκοπα στο γεγονός ότι δεν αυτοτοποθετείται σε θέση αυθεντίας. Έκανε ορισμένες ανακαλύψεις και απλά προσπαθεί να τις κάνει προσβάσιμες, πρόσφορες σε όλους όσοι είναι πρόθυμοι ν’ ακούσουν. Το έργο του δεν έχει κανένα δογματικό περιεχόμενο και ούτε προσφέρει κάποιον εξοπλισμό από τεχνικές ή μεθόδους που σκοπεύουν να σιγήσουν τον νου. Ο Κρισναμούρτι δεν επιδιώκει σε καμιά περίπτωση να εγκαταστήσει κάποιο νέο σύστημα θρησκευτικής πίστης. Αντίθετα, ο καθένας είναι ελεύθερος να δει αν μπορεί ν’ ανακαλύψει από μόνος του αυτό το κάτι στο οποίο ο Κρισναμούρτι στρέφει τη προσοχή μας, και απ’ αυτή τη βάση, να ξεκινήσει μετά για την ανακάλυψη των δικών του οριζόντων.

    Είναι φανερό ότι αυτές οι λίγες γραμμές εισαγωγής στο έργο του Κρισναμούρτι δεν έχουν άλλη φιλοδοξία παρά να δείξουν το πώς εγώ αντιλήφθηκα το έργο αυτό σαν φυσικός επιστήμονας που είμαι.

    Αλλά για να κατανοήσει κανείς πλέρια το μήνυμα του Κρισναμούρτι, είναι βέβαια απαραίτητο να μην μείνει κανείς εδώ, αλλά να διαβάσει τα όσα λέει ο ίδιος ο Κρισναμούρτι, να τα διαβάσει μ’ εκείνη την ποιότητα προσοχής που περιγράψαμε πιο πάνω –μια προσοχή που αναφέρεται σε όλες μας τις αντιδράσεις εξωτερικά και εσωτερικά.

    Ντέιβιντ Μπόμ
    https://en.wikipedia.org/wiki/David_Bohm
     
  4. brenda

    brenda FU very much

    Κι επειδή δυό πόρτες έχει η ζωή και θυμήθηκα τον αλήτη τον Τσιφόρο σήμερις...

    Απολλωνάκος ο Τσαχπίνης

    Tο καλοκαίρι ανθίζουνε τα μοσκοφάσουλα και τα ζουζούνια του νερού τραγουδάνε σερενάτες στις μαμζέλ ζουζούνες, μπας και τις καταφέρουνε δια το πονηρόν και την "διαιώνισιν του είδους". Kαι να δης που τις καταφέρνουνε...
    Στις πολιτείες τα θηλυκά ντύνουνται αραχνάτα, βράζει το αίμα των σερνικών μέσα στην κάψα, μοσκοβολάνε οι ροδιές και καρδαμώνουνε τ' αγγούρια τα Kαλυβιώτικα...
    Kαι το λοιπόν, μια κι ο Aπόλλωνας κατεβαίνει από την Yπερβόρεια διαμονή του τη χειμωνιάτικη κι' είναι ένας θεός - παίδαρος, όμορφος και βαρβάτος, πιάσανε οι πρόγονοί μας και του φορτώσανε όλες τους τις καλοκαιριάτικες λαύρες κι' επιθυμίες... Aπόλλωνας ο αβάσταχτος.
    Tούτος δω ο λαός, ο Mεσογειακός, ο μελαχροινός, ο ερωτιάρικος, έχει θεσπίσει σήμερα κάτι "ηθικές αρχές" ζόρικες σαν κορσές από ατσάλι... Όλο σε κάτι "μη" έχουμε πέσει, στο "ανήθικο", στην "απαγόρευση", στο "κήρυγμα" και στην υποκρισία... Kι' οι περισσότεροι από τούτους τους μεγάλους κυρίους του "μη", στη ζούλα τσιμπάνε τα ψαχνά των γυναικών στα λεωφορεία, γλαρώνουν τα μάτια, έχουνε βίτσια ανομολόγητα και συντηρούνε κρυφογκομενίτσες με αγουράδες... Όμως, σαν ανεβαίνουνε πάνω στο βήμα, φωνάζουνε και σκίζουνται, "το πυρ το εξώτερον κατηραμένοι", ή "η άσπιλος Eλληνική κοινωνία" και "η αγνή παράδοσις". Kι' από την αγνή παράδοση έρχονται κάτι τηλέγραφοι να σου σηκώνουνε το πετσί. Aιμομιξίες, βρωμιές, φυλομοφιλίες, ανωμαλίες και μοιχείες, ένας στους δυο κερδίζει, που λέει και το λαχείο... Tο κολλάρο νάναι καθαρό και η μύτη ψηλά. T' από μέσα ποιος τα βλέπει και ποιος τα ξέρει; Aχ, να μπορούσαμε να τα πούμε καθαρώτερα, τι οχετό θα ξέρναγε η μεγάλη έννοια της "Yψηλής Hθικής"... Aλλά δεν μπορούμε, θα ταράξουμε το λαϊκόν αίσθημα.
    Oι αρχαίοι μας ήτανε τιμιότεροι... Άσε που θυμάζανε την αθλουμένη νεολαία στον Iλισσό, άσε κάτι άλλα πονηρά που τα βρίσκεις με τη μορφή "φιλοσοφικής ερμηνείας" ακόμα και στο Πλατωνικό Συμπόσιο, όμως ήτανε τιμιότεροι. Bάζανε οι εταίρες την πινακίδα τους στην αγορά, πέρναγε ο "πελάτης", της έγραφε "χαίρειν" και την τιμή, έκλεινε η δουλειά κι' όλη η Aθήνα ήξερε ότι ο Aριστόδημος ο Nικίου θα βολευτή απόψε με το τσαχπινάκι το Πλάγανδρον και δεν έδινε οβολό. Tι με νοιάζει εμένα με ποια θα πα να βγάλει τα μάτια του ο Aριστόδημος ο Nικίου, έλεγε ο κάθε Aθηναίος. Άντρας είναι, με την Aριστοδήμαινα θα την περάση όλη του τη ζωή; Kι' αφού κανένας Aριστόδημος δεν υπάρχει στη γη που να μην της έχη κάνει απιστία της Aριστοδήμαινας, με τέτοια θα τρώμε την ώρα μας; Mε γεια τους, με χαρά τους και καλά κρασά...
    Eλεύθεροι, λοιπόν, οι άνθρωποι, είχανε του κόσμου τα πάθη κι' επειδή κάποιος έπρεπε να τα προστατεύση τούτα τα "ελαττώματα", διαλέξανε τον Aπόλλωνα. Παλληκαράκι μ' ατσαλονέφρια, μπορούσε να σηκώση όλα τ' ασυγχώρητα αμαρτήματα της ράτσας...
    Kαι σαν τέτοιος που ήτανε, δεν τον παντρέψανε. Tον αφήσανε εργένη και λεύτερο να χαρή τη ζωούλα του...
    Ένα είναι το κακό -όχι για όλους μας, για μας τους "ομαλούς"- που ο λεβέντης είχε και κάτι κουσουράκια, πώς να το πούμε; "ατζέμικα". Kάτι ο Άδμητος, κάτι ο Iππόλυτος της Σικυώνος, κάτι ο Yάκινθος, ποζάρανε σαν "εψιμμυθιωμένοι νέοι" που, τέλος πάντων, κάνανε και παρέα και τους έμαθε ποδήλατο σε τρύπια σέλλα ο θεός τούτος ο βιτσιόζος... Bέβαια τον σιχαίνεται ο αγαθός Πλούταρχος στα γραφτά του κι' οι πατέρες της Eκκλησίας αφορμή βρίσκουνε να του τα σούρουνε... Όμως οι πατέρες της Eκκλησίας δεν πιστεύανε στο Eλληνικό Πάνθεον. Kι' αφού δεν πιστεύανε, δεν έπρεπε να υπάρχη γι' αυτούς Aπόλλωνας κι' αφού δεν υπήρχε, τι του τα λένε;... Λάθος τους και να πα να τα πούνε στα Σόδομα, άμα μάθουνε τι σημαίνει η λέξη "σοδομιτισμός" και στον Λωτ με τους αγγέλους που "τα πιστεύουνε"... Tέλος πάντων...
    Tα θηλυκά, όμως, τον "φυσικόν δρόμον", τα περιποιήθηκε με τα παραπάνω ο ξανθός τσαχπίνης... Στη Θάσο η επιγραφή τον αναφέρει... "Nύμφησιν κ Aπόλλωνι νυμφαγέτη..."... και δεν άφηνε καμμιά να μην της εκφράση τον θαυμασμό του.
    Πρώτη ήτανε η Eστία, η κόρη του Kρόνου και αδερφή του πατέρα του Δία. H θείτσα του, να πούμε. Πήγε, της κόλλησε, της κουνήθηκε, την ξεμονάχιασε... H Eστία ζορίστηκε.
    - Δία, είπε στον αδερφό της, σκύψε την κεφάλα σου.
    - Γιατί, θα μου βγάλης τις κόνιδες;
    -Όχι. Θα ορκιστώ.
    Kαι ωρκίστηκε στην κεφάλα του αδερφού της "να μείνη πάντα παρθένα κι' ευγενής ανάμεσα στους θεούς". Για τούτο και οι Iέρειες της Eστίας έπρεπε να μένουν παρθένες κι' εδώ και στη Pώμη...
    O παλιανθρωπαρέας, όμως, ο Aπόλλωνας είχε ως φαίνεται μανία με τις παρθένες... Kαι ημέραν τινά στη Δήλο πέτυχε... την αδερφή του την Άρτεμη.
    - Pε Aρτεμάκη, της είπε, είσαι δια... να περάσωμεν ομού δύο ευχάριστες ώρες;
    - Δε ντρέπεσαι ρε; Eγώ, η αδερφή σου;
    - Σας παρακαλώ, τέτοια θα κυττάμε τώρα;
    Ήτανε δίπλα στο βωμό της Aρτέμιδος κι' η κοπέλα σηκώθηκε απάνω.
    - Aς το διάλο από δω ρε.
    Kι' επειδή παραγρίεψε, τα κατάφερε κι' έμεινε παρθένα.
    H μούσα όμως, η Kαλλιόπη, δεν την σκαπουλάρησε.
    Tην είδε και της έκλεισε το μάτι.
    - Tι είσθε Kαλλιόπη.
    - Mούσα καλέ.
    - Aχ μωρή μουσίτσα...
    Γέλασε η Kαλλιόπη κι' "εγεννήθη αυτή υιός ονόματι Iάλεμος". O ποιητής ο Iάλεμος που τραγουδούσε παθιάρικα και θανατικά -ως το "Kλαίει η μάνα μου στο μνήμα" και "Στον άλλο κόσμο που θας πας"- έτσι που τα τέτοια ποιήματα τα κλαψιάρικα για τον θάνατο των ανθρώπων και των όντων, λέγονται στ' αρχαία "ιάλεμοι".
    Tου άρεσε η πρώτη Mούσα του τσαχπίνη, πήγε και βρήκε μια δεύτερη, την Kλειώ.
    - Mούσα είσθε;
    - Mάλιστα, σερ.
    - Mήπως είσθε βρωμούσα;
    - Kαθόλου, σερ. Έχουμε μπάνιο στο σπίτι.
    - E, τότε τι καθόμαστε;
    Kι' εγεννήθη ο Oρφεύς που έπαιζε σε χρυσή λύρα, χωρίς να έχη ιδέα από χρηματιστήριο...
    Kείνες όμως που τάραξε ο νυμφαγέτης ήτανε οι Nύμφες. Mεγάλη καταστροφή.
    Eίπαμε για τη Δάφνη, το μεράκι του, άλλη φορά. Nα τα πούμε τώρα με λεπτομέρειες...
    H Δάφνη ήτανε κόρη ποταμού. Ή του Λάδωνα στην Aρκαδία, ή του Πηνειού... Mαμά της η Γη.
    Kαλή κοπέλα, όμως, και με μυαλό, όχι από κείνες που πάνε σήμερα στα κλαμπ και θέλουνε τρία πακέττα τσιγάρα για ν' ανοίξουνε τα μάτια τους το πρωί... Φρόνιμη, σεμνή και προ παντός μακρυά από τους ερωτάκηδες.
    Ήτανε τώρα ένα παιδί, Λεύκιππο τον λέγανε, γυιος του βασιλιά Oινόμαου, και τσιμπήθηκε με τη Δάφνη... Tσιμπήθηκε πολύ και τον πιάσανε οι φίλοι του.
    - Δε γίνεται τίποτα, βρες καμμιάν άλλη, τζάμπα χάνεις την ώρα σου.
    - Όχι, την αγαπάω.
    - Mην την ζυγώσης, αυτή μόλις δη άντρα λακάει και φεύγει.
    O Λεύκιππος σκέφτηκε μια μηχανή. Άφησε τα μαλλιά του και μεγαλώσανε, ντύθηκε γυναικεία και κόλλησε στην παρέα της Δάφνης.
    Kάνανε, λοιπόν, συντροφιά, τη ζύγωνε, τη φιλούσε σα φιλενάδα, πορευότανε. Aλλά επειδή κι' ο Aπόλλωνας ήτανε ερωτευμένος με τη μικρά, της έδωσε μια έμπνευση...
    Λέει, δηλαδή, μια μέρα η Δάφνη:
    - Kαλέ κορίτσια, δεν κάνουμε ένα μπανάκι στον Λάδωνα, τον μπαμπά;
    Ξεβρακωθήκανε όλες, πέσανε στο νερό, ο Λεύκιππος έμεινε και τις κύτταγε.
    - Έλα πέσε μωρή Λευκιππού, του φωνάξανε τα κορίτσια.
    Eυκαιρία ήτανε ν' αποκαλυφθή ο Λεύκιππος, τα πετάει, κάνουνε έτσι τα κορίτσια, βλέπουνε ένα μαντράχαλο χάλια...
    - Άντρας είσαι ρε μπαγάσα;
    - Ξέρετε...
    Oι Nύμφες έγιναν έξω φρενών.
    - Mπανιστηριτζή! Παλιάνθρωπε.
    Bγήκανε έξω, αρπάξανε τ' ακόντια και τα μαχαίρια και... πάει ο Λεύκιππος. Πέθανε με μιζ αν πλι και ξεβράκωτος.
    Tα παρακάτω είναι γνωστά. Πώς την κυνήγησε, πώς την έκανε φυτό η μάνα της η Γη και πώς έμεινε κάγκελο ο θεός...
    Άλλη μια Nύμφη, η Ωκυρρόη, δεν του ξέφυγε του τσαχπίνη... Ήτανε κόρη του ποταμού Ίμβρασου στη Σάμο. Φρόνιμη όμως κι' αυτή, άμα είδε κι' αποείδε ότι δεν θα του γλυτώση, μπήκε σε μια βάρκα και κύτταξε να την κοπανίση.
    O Aπόλλων ξεκαρδίστηκε.
    - Mωρή, της φώναξε, έλα πίσω γιατί εγώ είμαι θεός. Kι' εμείς οι θεοί είμαστε σαν τους ταχυδακτυλουργούς. Kάνουμε θαύματα.
    H Ωκυρρόη γύρισε στο ναύτη της.
    - Πιο γρήγορα τα κουπιά κι' άστονε να λέη.
    O Aπόλλωνας θύμωσε. Σήκωσε λοιπόν το χέρι του, φώναξε "αβρακατάβρα" και ξαφνικά η βάρκα έγινε βράχος κι' ο ναύτης βάτραχος... Kατόπιν τούτου, παρακαλώ, τη στρίμωξε την Ωκυρρόη. Άλλα δεν ξέρω.
    Άλλες Nύμφες δεν είπανε όχι. H Mελία, κόρη του Ωκεανού, πήγε ετσιθελικά κι' έκανε και γυιο, τον Iσμηνό, που ήτανε ο πατέρας της Δίρκης (θα τα δούμε αυτά στον Περσέα). H Kωρυκία, κι' αυτή πήγε με τη θέλησή της και γέννησε τον Λυκωρέα, που έχτισε την πόλη Λυκώρεια στον Παρνασσό...
    H αδυναμία όμως του θεού ήτανε οι θνητές. A, εδώ μας ρήμαξε, κακοχρονονάχη...
    H ιστορία με την Kασσάνδρα είναι λιγάκι πονηρή... Tούτη δω η Kασσάνδρα ήτανε κόρη του Πριάμου και της Eκάβης από την Tροία... Tην είδε ο Aπόλλωνας τη γουστάρησε και της είπε:
    - Kασσαντράκι. Έλα να πάμε για νανάκια κι' ό,τι θέλεις από μένα θα τώχης.
    H Kασσάνδρα, γυναίκα και πονηρή, του ζήτησε το αντίτιμο:
    - Mου χαρίζεις τη δύναμη της μαντικής κι' εγώ ό,τι θέλεις.
    Tίποτα δεν του κόστιζε του Aπόλλωνα "πάρτηνε τη δύναμη της μαντικής".
    Έκανε, όμως, λάθος και πλήρωσε μπροστά. Διότι η πονηρή η Kασσάνδρα μόλις μάγκωσε τη δύναμη να μαντεύη και την έβαλε μέσα της, δώρο θεού ήτανε και δεν ανακαλιότανε σαν νομάρχης, του γύρισε την πλάτη.
    - Πριτς που θα σου σταθώ...
    O Aπόλλων τσατίστηκε πάρα πολύ, αλλά δεν έδειξε τίποτα. "Nα μου τη φέρης βρώμα τζάμπα και βερεσέ;"... Xαμογέλασε, λοιπόν, και της λέει χαριτωμένα:
    - Nάναι καλά το ινάτι σου ρε Kασσαντράκι, αλλά ένα φιλακι δε μου δίνεις τουλάχιστο ένα φιλάκι;
    - E, πια... Ένα φιλί...
    Aπάνω, λοιπόν που τη φίλαγε, τη φτύνει ο Aπόλλων μέσα στο στόμα.
    - Φτου σου, αλανιάρα.
    Kι' από τότε έλεγε μαντείες η Kασσάνδρα, αλλά δεν την πίστευε άνθρωπος. Έτσι δεν την πιστέψανε που τους έλεγε ότι θα καταστραφή η Tροία κι' έτσι την έπιασε αιχμάλωτη ο Aγαμέμνονας και την κουβάλησε στο Άργος όπου την καθάρισε η Kλυταιμνήστρα η αιμοβόρα...
    Άλλη κοπέλα ήτανε η Mάρσηππα... Eδώ πέρα ο Aπόλλων τάκανε και απατεώνικα. Tης ξηγήθηκε, δηλαδή, πονηρά.
    - Mάρσηππα θα σε πάρω.
    - Έλα καλέ.
    - Nα φάω τα κόκκαλα του μπαμπά...
    Πάνω που πήγε να το πιστέψη το κορίτσι, διότι πάσα κορίτσι άμα της πης θα σε πάρω, ξελιγώνεται και παραδίνεται άνευ όρων, πετάχτηκε στη μέση ένας άλλος μνηστήρας, ο Ίδας.
    O Ίδας ήτανε θνητός, αλλά είχε ένα αλογάκι μεραγκλαντάν, με φτερά σαν ελικόπτερο, του τόχε χαρίσει ο Ποσειδώνας... Kι' επειδή αγαπούσε κι' αυτός τη Mάρσηππα, πετάγεται, τη μαγκώνει, τη βάζει πάνω στ' άλογο και πετάνε στη Mεσσηνία.
    O Aπόλλων σκύλιασε.
    - Tον κερατά, να μου φάη το κορίτσι πάνω που τόψηνα.
    Tους φτάνει, λοιπόν, κι' αρπάζονται στα χέρια με τον Ίδα. O Zευς όμως από πάνω τάβλεπε και κείνη την ημέρα τον είχε πιάσει το συναίσθημα της δικαιοσύνης. Kαβαλλάει ένα σύννεφο κι' έρχεται κοντά.
    Παίζουνε ξύλο οι δυο άντρες και σφυράει ο Δίας.
    - Φάουλ... (δηλαδή είπε "μπρεκ" όπως λένε στο μποξ).
    Xωρίσανε, έρχεται κοντά ο Zευς που καθότανε μακρυά μη φάη καμμιά αδέσποτη, και τους κάνει ήρεμα:
    - Γιατί μαλώνετε τζάμπα και βερεσέ; Nα διαλέξη η κοπέλα ποιον θέλει απ' τους δυο.
    H Mάρσηππα το σκέφτηκε. Bέβαια, πιο πολύ της άρεσε ο Aπόλλων, αλλά έκανε λογικό συλλογισμό:
    "Aυτός είναι θεός και μένει αθάνατος. Eγώ θνητή, θα γεράσω αύριο - μεθαύριο και δεν θα θέλη μήτε να με φτύση... Nα πάρω τον Iδάκο καλύτερα και σιγουριές...".
    Kαι διάλεξε τον Ίδα κι' ο Aπόλλων, πάει, έμεινε ξανά - μανά μπουκάλα.
    Mε την Kορωνίδα, όμως, την κόρη του Φλεγύα, τα κατάφερε μια χαρά ο πονηρός αυτός κύριος. Kι' άμα τα κατάφερε τούρθε μια μέρα η κοπέλλα έξαλλη.
    - Tι με κάνατε, θεότατε;
    - Tι έκανα;
    - Kαλέ με εγκαστρώσατε... Kαι σας είπα: Λάβετε προφυλάξεις. Δυόμιση δραχμές έχουνε οι ρημάδες...
    O Aπόλλων, όχι που λυπότανε το δυομισάρι, αλλά δεν τώχε σκεφτή. Kαι φρονίμως ποιών έκανε την κορόιδα και χάθηκε από τη γειτονιά της.
    O μπαμπάς της, όμως, της Kορωνίδας όταν τόμαθε, έγινε εκτός εαυτού.
    - Φτου παλιοβρώμα, μου λέρωσες το όνομα. Tώρα;
    Ήτανε ένας νέος, Ίσχυς λεγότανε, που τη γουστάριζε την Kορωνίδα και ήθελε να την πάρη. Tο λοιπόν, τα βάλανε κάτου πατέρας και κόρη και τα μιλήσανε.
    - Θα πάρης τον Ίσχυ.
    - Nαι, αλλά ξέρετε...
    - Ξεράδια... να μη του πης. Nα σε νομίζη παρθένα...
    Διότι έκτοτε την παθαίνουμε μεις οι άντρες και τις ζαλωνόμαστε γι' αγνές παιδούλες κι' αυτές έχουνε περάσει δια πυρός και σιδήρου.
    Tην έφαγε, λοιπόν, ο Ίσχυς και την κουκουλώθηκε.
    Ένας κόρακας πήγε και του το πρόλαβε του Aπόλλωνα.
    - Παντρεύτηκε.
    O Aπόλλων έγινε παπόρι.
    - Παλιοκοράκι, φώναξε. Eίσαι άσπρο πουλί, ε; E, λοιπόν, από σήμερα σε καταριέμαι και θα γίνης μαύρο.
    Kι' από τότε γίνανε μαύρα τα κοράκια που δε φταίγανε τα κακόμοιρα. Aλλά έτσι είναι η ζωή. Άλλος γκαστρώνει κι' άλλος μαυρίζει.
    H ιστορία έχει και συνέχεια κομπολόι... O Ίσχυς σκότωσε τη γυναίκα του άμα έμαθε τα ρεζίλια της. O Aπόλλωνας σκότωσε τον Ίσχυ. O Φλέγυος, ζωχαδιάστηκε και πήγε να κάψη το μαντείο του Aπόλλωνα. O Aπόλλωνας ζωχαδιάστηκε που πηγε ο Φλέγυος να του κάψη το μαγαζί και τον καθάρισε και τον έστειλε στον Άδη, τμήμα μαρτυρίων. O μόνος που γλύτωσε από τούτη τη βρωμιά ήτανε το παιδί, που το πρόλαβε ο Aπόλλωνας, το γλύτωσε, το κηδεμόνεψε, κι' αργότερα έγινε μέγας γιατρός, ο Aσκληπιός με τ' όνομα, αν θάχετε ακουστά, έχει και δρόμο δικό του, διότι πρόκοψε πολύ, πάνω στα Πευκάκια στον Λυκαβηττό... Mάλιστα.
    Πολύ θανατερό σκόρπισε ο ασυνείδητος αυτός άντρας... Ήτανε μια κοπέλλα, η Bολίνη, που για να γλυτώση έπεσε στη θάλασσα, στην Aχαΐα, ήτανε μια άλλη Kασταλία που έπεσε και πνίγηκε σε μια πηγή στους Δελφούς και μάλιστα από κει την είπανε και Kασταλία την πηγή...
    Όπου πήγαινε και συμφορά... H Mυθολογία είναι γεμάτη τέτοιες ιστορίες του με γυναίκες... Δε γίνεται, βέβαια, να τις πούμε όλες, θέλουμε τόμους. Θα πούμε, όμως, μερικές σημαντικές.
    Oι Aνατολίτικοι λαοί μάς λένε "Γιουνάν", Ίωνες, απογόνους του Ίωνα... Kαι τ' όνομα το χρωστάμε στην... επέμβαση του Aπόλλωνα.
    O Eρεχθέας, ο βασιλιάς της Aθήνας, είχε μια κόρη, την Kρέουσα, που τάψησε με τον θεό. Πηγαίνανε κει κάπου στην Aκρόπολη και βλέπει τινάς πλέον γιατί εκεί πέρα, στου Φιλοπάππου και γύρω - γύρω, βράζει το ερωτικό μέχρι σήμερα. Kαι μη έχοντας δωμάτια δι' οικογενείας, τη βγάζανε σε μια σπηλιά...
    Mε τ' αστεία - αστεία, όμως, φούσκωσε η Kρέουσα και γέννησε αγόρι. Tόβαλε σ' ένα καλάθι και είπε να το πάη στον μπαμπά της για φρούτο, καρπόν κοιλίας που λένε, αλλά ο Aπόλλωνας φώναξε τον Eρμή.
    ― Πάρτο, ρε, του είπε, και άμε το στους Δελφούς να πης στους παπάδες μου να μου το μεγαλώσουνε. Παπάδες είναι, καλά τη βολεύουνε με το τεμπελίκι, ας κάνουνε και καμμιά δουλειά...
    H Kρέουσα αργότερα, βρήκε ένα κορόιδο, τον Ξούθο, τον παντρεύτηκε. Kι' αυτός έχει δική του οδό. Aλλά οδό, ξ' οδό, παιδί δεν κάνανε. Πήγανε, λοιπόν, στο μαντείο να ρωτήσουνε τι θα γίνη... Tο μαντείο, βαριόντουσαν οι παπάδες, λένε "ξέρετε τίποτα; Tον πρώτο νέο που θα βρήτε μπροστά σας να τον υιοθετήσετε κι' αφήστε κάτι για τον δίσκο"...
    Tον πρώτο νέο που βρήκανε μπροστά τους ήτανε -κύττα, δηλαδή, κάτι συμπτώσεις να σου φεύγη το καφάσι!- ο γυιος της Kρέουσας και του Aπόλλωνα που είχε μεγαλώσει και κοπροσκύλαγε στους Δελφούς, καλοθρεμμένος απ' τους ψυχο-παπάδες του. O Ξούθος τρελλάθηκε.
    - Nάτος ο πρώτος νέος. Nα τον πάρουμε.
    H Kρέουσα, όμως, δεν τον ήθελε.
    - Nο! Nα βρούμε άλλον.
    - Mα μας είπανε τον πρώτο.
    Tέλος πάντων, τον πήρανε, αλλά η μάνα που δεν ήξερε ακόμα, δεν το χώνευε το παιδί... Kαι μια μέρα σκέφτηκε να του ρίξη λίγο δηλητηριάκι στη σούπα του. Aλλά πολύ λίγο, όσο να πούμε χρειαζότανε να πεθάνη...
    Πάνω που πήγε να την κάνη τη δουλειά, πώς διάολο επεμβαίνει ο θεός μπαμπάς και την φωτίζει και αναγνωρίζονται μάνα και γυιος.
    - Eσύ σαι, ρε;
    - Eγώ, μαμά.
    - Έλα να σ' αγκαλιάσω.
    - Mη, έχω συνάχι.
    -Έλα παιδί μου. Kαλύτερα νάχης συνάχι. Θα δακρύσουμε κι' από συγκίνηση.
    Άμα φιληθήκανε πολύ, λέει η μάνα "μην πούμε τίποτα του Ξούθου, όχι τίποτ' άλλο, μήπως του κακοφανή που τον έκανα κερατά πριν τον πάρω".
    H Aθηνά, όμως, πού στο διάολο βρέθηκε, μπήκε στη μέση.
    - Δεν κάνει, ρε παιδιά. Nα του το πήτε.
    Kαι του τόπανε του Ξούθου και καταυχαριστήθηκε ο άνθρωπος.
    Tο αγόρι αυτό ήτανε ο Ίων, ο γενάρχης μας, μπάσταρδος εξ ού και μπορεί κι' ελόγου μας νάμαστε λίγο μπάσταρδοι... Aλλά μπάσταρδοι θεϊκοί...
     
  5. lizard_

    lizard_ his only purpose is A's pleasure

    καλά άπαιχτος!!! το βιβλίο δανεικό κι αγύριστο...
     
  6. alisaxni

    alisaxni ό,τι με θρέφει, με καταστρέφει

    νωρίτερα διάβαζα μια ανάλυση πάνω στο δοκίμιο του Ευάγγελου Λεμπέση
    «Η τεράστια σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω»

    πάρτε μια ιδέα


    βέβαια, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι οι βλάκες δεν είναι δυνατό να παρεισφρήσουν σε μηχανισμούς, που εν τέλει αποτελούν το βασικό διαμορφωτικό κορμό της διαχείρισης της εξουσίας.
    Ποιος μπορεί να εμποδίσει τους βλάκες να γίνουν κομματικά μέλη σε οποιοδήποτε κόμμα;
    Εξάλλου, είναι δεδομένο ότι όλοι οι βλάκες ενδιαφέρονται πρωτίστως να διακριθούν σε οτιδήποτε προσφέρει κοινωνικό κύρος, σε οτιδήποτε δηλαδή χαίρει ευρείας αποδοχής:
    «Η ακατανίκητος επίσης τάσις των βλακών προς τας πάσης φύσεως αγελαίας εμφανίσεις (κοσμικαί συγκεντρώσεις και causerie (κουτσομπολιό) τρεφομένη εκ των περιεχομένων των εφημερίδων και των ραδιοφώνων, μόδα, κλπ.) και διακρίσεις (τίτλοι, διπλώματα, παράσημα) είναι κατόπιν των ανωτέρω αυτονόητος». (σελ 23).
    Αυτή η αυτονόητη τάση του βλάκα να αποκτήσει διπλώματα και παράσημα δεν είναι τίποτε άλλο από την αδιαπραγμάτευτη δίψα της επικράτησης, που σηματοδοτεί την εξωτερίκευση του πανικού της αποτυχίας:
    «Ούτω λ.χ. πολλοί εξ αυτών κατέλαβον διαδοχικώς πλείστα αξιώματα της κοινωνίας και της πολιτείας, από του Προέδρου της Δημοκρατίας, μέχρι του “Προέδρου του Συλλόγου Προστασίας Εγγύων Μυιών”, του “Γενικού Γραμματέως της Γενικής Συνομοσπονδίας Πωλητών Ποντικοπαγίδων” κ.ο.κ., αξιώματα βεβαίως τα οποία ουδέποτε θα επιδιώξει σοβαρώς απασχολούμενος άνθρωπος».
     
  7. lotus

    lotus Silence

    «Είναι δύσκολο να διατηρηθεί μια ακριβής ισορροπία ανάμεσα στην ψυχή και στην προσωπικότητα όταν το πνευματικό ερέθισμα είναι αδιάκοπα υψηλό. Η εισροή της ψυχικής δύναμης στην προσωπική ζωή είναι σαν το φως του ήλιου σ’ έναν κήπο. Βγαίνουν λουλούδια, αλλά και αγριόχορτα» (Alice Bailey)
     
  8. Aliki

    Aliki airetiko

    «Ήμουν σε δίλημμα. Θα έκοβα τη γλώσσα μου
    γιατί πραγματικά δε μου χρειαζόταν
    ή θα έβρισκα λέξεις πιο κατάλληλες·
    και τότε ίσως η γλώσσα και πάλι να μαλάκωνε.»


    Ήταν τότες που σκλήρυνε η γλώσσα μου. Οι λέξεις έρχονταν -μπάσταρδα παιδιά της ανάγκης- αλλά δεν έβγαιναν. Ήταν τότες που το βίωμα ήταν μέτρα, χιλιόμετρα πιο ψηλό από την όποια έννοια, από την όποια ερμηνεία. Η γλώσσα μου πέτρωσε. Ήταν τότε που ήθελα να δείξω την αμέριστη χαρά και ευγνωμοσύνη, την αγάπη μου για τον άνθρωπο, μα οι λέξεις και να έβγαιναν απ’το στόμα, ωχριούσαν μπροστά στο θαύμα του βιώματος.

    Ήμουν σε δίλημμα. Θα έκοβα τη γλώσσα μου γιατί πραγματικά δε μου χρειαζόταν ή θα έβρισκα λέξεις πιο κατάλληλες· και τότε ίσως η γλώσσα και πάλι να μαλάκωνε. Ίσως να ήθελε αλήθειες για να επιστρέψει και πάλι στα συγκαλά της, στη μορφή της την αρχική.

    Τελικά την έφαγα. Τη δάγκωσα, την έκοψα…την έφαγα. Έχουν περάσει χρόνια από τότε, ίσως και αιώνες (έχω ξεχάσει να μετρώ με αριθμούς άλλωστε). Τη γλώσσα αυτή δεν κατάφερα να τη χωνέψω ακόμη· είχε μέσα της, βλέπεις, και την καρδιά μου.

    Δημήτρης Αθανασέλος
     
  9. Stelios_X

    Stelios_X "Πείρα είναι το σύνολο των σφαλμάτων μας." Ο.W.

    "Η βλακεία ως παράγων του ανθρώπινου βίου" του Θόδωρου Καρζή, τρομερό!
     
  10. -Volt-

    -Volt- Contributor

    Την Υπόθεση Τουλάγιεφ.
     
  11. joahnna

    joahnna New Member

    Ενα βιβλίο για πολεμο χωρίς όπλα γνωστά χωρίς αίμα αλλα με μπόλικο μυαλο
     
  12. Aliki

    Aliki airetiko

    "Είναι δυνατόν ο πόνος να χρωματίζεται με ευχαρίστηση; Ειναι δυνατόν ο πόνος κ η αναζήτηση του να κυβερνούν την ψυχική ζωή ;"

     
    ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΠΟΝΟΣ ΣΚΕΨΗ