Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Άλφα στερητικό

Συζήτηση στο φόρουμ 'Off Topic Discussion' που ξεκίνησε από το μέλος nýchta, στις 28 Ιανουαρίου 2011.

  1. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    ΑΚΑΚΟ....

     
     
  2. vautrin

    vautrin Contributor

    ΑΔΩΞΗ ΜΠΑΣΤΑΡΔΗ - INGLOURIOUS BASTERDS







    Μια «ανορθόγραφη» κι ανιστόρητη Χολλυγουντιανή παρωδία των ναζιστικών εγκλημάτων και της φρίκης του Β! Παγκοσμίου Πολέμου, σκηνοθετημένη από τον ταλαντούχο αλλά άνισο και συχνά ανεκδιήγητο Κουέντιν Ταραντίνο.

    Η πραγματικότητα βέβαια δεν προσφέρονταν για γέλια…

     



     
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  3. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    α-ν[επ]ώδυνο

    Οι γυναίκες που υπήρξα

    "Και κάποιες φορές το τέλος τελειώνει.
    Κι οι γυναίκες που μαζί σου υπήρξα
    χαιρετούν και φεύγουν βιαστικά.
    Θρόισμα από μεσοφόρια
    και αστραφτερά μποτίνια στον διάδρομο.

    Μόνο ένα κοριτσάκι λίγο κοντοστέκεται,
    φοράει δαντελωτό βρακάκι
    και κάνει πιπίλα με το δάχτυλο.

    Πες του πως το αγάπησες
    πιο πολύ απ' τη γυναίκα σώμα
    πως δεν θα το εγκαταλείψεις
    μπαμπάς του και μαμά ταυτόχρονα
    αφράτο μαξιλάρι προστασίας.

    Πες του.

    Μια ριπή αέρα ξάφνου από τ' ανοιχτό παράθυρο
    το κοριτσάκι μικραίνει, συρρικνώνεται
    και γίνεται χαλκομανία
    σε μια κούπα
    στην οικογενειακή κουζίνα σου."

    της Χλόης Κουτσουμπέλη
     
  4. thanasis

    thanasis Contributor

    Ανερούβαλος

     
     
  5. llazouli

    llazouli Contributor

    Απάντηση: Re: Άλφα στερητικό

    Ωχ, αμάν..ποιος συγκρατεί τώρα τον Ανακρέοντα που αφιονίζεται ακούγοντας άπταιστον κρητική διάλεκτο !  

    απρεπώς

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  6. Απάντηση: Re: Άλφα στερητικό

    Ασυγκράτητος!
     
  7. Ninevi

    Ninevi Regular Member

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    ΑΣΦΑΛΤΟΣ:
    Κανείς δεν είναι

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  8. vautrin

    vautrin Contributor

    ΑΣΧΗΜΙΑ


    Η φριχτή ομορφιά της ασχήμιας




     










    Μπορεί η ασχήμια να διαθέτει ομορφιά; Βεβαίως, απαντά ο Ουμπέρτο Εκο, διάσημος ειδήμων της ιστορίας του ευρωπαϊκού γούστου, στο βιβλίο του «Ιστορία της Ασχήμιας», που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, συμπληρώνοντας το αμέσως προηγούμενο «Ιστορία της Ομορφιάς». Αποτελώντας, λέει ο Εκο, μια μόνιμη εξαίρεση ή παρέκκλιση από τις παραδεκτές αρχές τόσο του φυσικού όσο και του ηθικού μας κόσμου, η ασχήμια μπήκε στο κέντρο μιας μεγάλης φιλοσοφικής και καλλιτεχνικής διαμάχης, από την οποία δεν έλειψαν οι υπερασπιστές της χριστιανικής πίστης. Η ασχήμια, προσθέτει ο σημειολόγος Ομάρ Καλαμπρέζε, δείχνει τη σχετικότητα όλων των «μεγάλων εννοιών» και ξεδιπλώνει ένα πελώριο φάσμα εφαρμογών. Το άσχημο, παρατηρεί με τη σειρά του ο φιλόσοφος Ρέμο Μποντέι, προσφέρει τα υλικά που μας βοηθούν να χτίσουμε το ωραίο. Στο παιχνίδι μπαίνει και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο οποίος σπεύδει από τα βάθη του ελληνικού 19ου αιώνα να υπενθυμίσει τα προνόμια της ασχήμιας, σχολιάζοντας τα εξωτερικά χαρακτηριστικά διαφόρων ιστορικών προσωπικοτήτων.

    ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ Ιστορία της Ασχήμιας


    1 Παράλληλες ιστορίες Μπορεί, άραγε, η ομορφιά να σώσει τον κόσμο; Η «Μαρία η Ασχημη» μάλλον δεν θα συμφωνούσε με τον Ντοστογιέφσκι, γιατί, απ' ότι φαίνεται, οι ίδιοι άνθρωποι που ξοδεύουν τα χρήματά τους για «μάσκες ομορφιάς», ξοδεύουν τον χρόνο τους για να παρακολουθήσουν τις συναισθηματικές της περιπέτειες. Το τηλεοπτικό κοινό, πάντως, που οδήγησε τη σειρά σε επιτυχία, αναγνώρισε γρήγορα πως πίσω από αυτόν τον αταίριαστο έρωτα κρύβεται η σχετικοποίηση των εννοιών του ωραίου και του άσχημου, και αναδεικνύεται ο περίπλοκος τρόπος με τον οποίο συγκροτείται κοινωνικά η ερωτική επιθυμία. Στην πρόσφατη Εκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης, ο Ουμπέρτο Εκο, παρουσιάζοντας την «Ιστορία της Ασχήμιας», δήλωσε πως μερικές φορές η ομορφιά είναι βαρετή, ενώ η ασχήμια είναι, τουλάχιστον, ενδιαφέρουσα, ακριβώς γιατί δεν γνωρίζει όρια. Ωστόσο, η παράξενη έλξη της ασχήμιας δεν είναι μόνον ένα σύμπτωμα σε μια εποχή που κυριαρχεί η «τυραννία της ομορφιάς»• είναι μια ολόκληρη πολιτισμική περιοχή, ένα ιστορικό μόρφωμα στο οποίο συνυπάρχουν και διασταυρώνονται πολλά και διαφορετικά πεδία της κουλτούρας, της γνώσης και της πολιτικής: η αισθητική, η τέχνη, η φιλοσοφία, η θρησκεία, η ηθική, η σεξουαλικότητα, το φύλο, η βιοπολιτική, τα στερεότυπα.

    Το βιβλίο του Ουμπέρτο Εκο η «Ιστορία της Ασχήμιας» συμπληρώνει την «Ιστορία της Ομορφιάς» (κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», το 2004), επιχειρώντας να ανασυγκροτήσει τις διανοητικές και καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις της ασχήμιας, από την αρχαιότητα ώς τις μέρες μας. Το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα, καμωμένο μάλιστα με τις δοκιμασμένες συνταγές της υψηλής εκλαΐκευσης, τις οποίες γνωρίζει καλά ο Ιταλός καθηγητής της Σημειολογίας, έρχεται να καλύψει ένα κενό, το οποίο σχετίζεται οργανικά με το ίδιο το πρόβλημα των διπολικών αισθητικών κατηγοριοποιήσεων. Αν, δηλαδή, τα τεκμήρια και οι μαρτυρίες για τις εννοιολογήσεις της ομορφιάς μπορούν εύκολα να αναζητηθούν στα κείμενα των φιλοσόφων και των καλλιτεχνών, η ιστορία της ασχήμιας ανιχνεύεται πάντοτε στα αντίστροφα, περιθωριακά και παρενθετικά σχόλια που αφιερώνονται στον ύμνο της ομορφιάς και του κάλλους. Η ασχήμια είναι πάντοτε μια αποκλίνουσα εξαίρεση σε σύγκριση με το κανονιστικό πρότυπο της ομορφιάς και γι' αυτό η ιστορικότητά της εμπεριέχει την παγίδα του αξιολογικού της φορτίου, το βάρος της καταδίκης της. Το βιβλίο, που έχει επιμεληθεί ο Εκο, επιχειρεί να φωτίσει αυτή τη «σκοτεινή» ιστορία, δίνοντας έμφαση στην αμφισημία της ασχήμιας, στην ποικιλία των αντιδράσεων που προκάλεσε, στην πολυμορφία των διανοητικών περιβαλλόντων μέσα στα οποία ανασημασιοδοτήθηκε, στις ιστορικές αλλαγές, εντέλει, του πολιτισμικού γούστου. Ηδη στην εισαγωγή του βιβλίου ο συγγραφέας μάς προτείνει το κεντρικό ερμηνευτικό του σχήμα, αντλημένο από τον Μάκβεθ του Σέξπιρ: «Το ωραίο είναι άσχημο και το άσχημο ωραίο...».

    2 Η οπτική φαντασία της ασχήμιας

    Για τον Εκο, η ασχήμια είναι ένας διασταλτικός όρος που καλύπτει ένα αρκετά μεγάλο πεδίο σημασιών, εξαιτίας της μακράς σημειωτικής αλυσίδας και των διαφορετικών συμφραζομένων στα οποία εντάσσεται. Ετσι, δίπλα στη «φυσική» ασχήμια ξεδιπλώνεται η πνευματική ασχήμια, η μορφική κακοτεχνία, η τερατομορφία, η ευτέλεια, η χυδαιότητα, η απωθητική αχρειότητα, το δαιμονικό Κακό, η φρίκη. Το βιβλίο διανύει αυτές τις διαδρομές με ενδιάμεσους σταθμούς στο ελληνικό ιδανικό του αρχαίου κάλλους και της τελειότητας, στο χριστιανικό φαντασιακό (Αποκάλυψη, Κόλαση, μαρτύρια και πάθη), στην παραφυσική τερατολογία, στην καρναβαλική παρενδυσία των φύλων και στην απελευθερωτική λειτουργία της Αναγέννησης, στη νεωτερική τεχνολογία των επιστημών (ιατρική, βιολογία, φυσιογνωμική), στη ρομαντική λύτρωση του άσχημου, στη βιομηχανική λατρεία και στον μεταβιομηχανικό θρίαμβο της ασχήμιας, με το κιτς και την cyber αισθητική να κερδίζουν διαρκώς έδαφος στη σύγχρονη μαζική κουλτούρα του ύστερου καπιταλισμού.

    Στην πραγματικότητα, το βιβλίο που επιμελήθηκε ο Εκο είναι μια σπουδή στην οπτική φαντασία της ασχήμιας• ένας μακρύς κατάλογος των πραγμάτων των προσώπων και των έργων που κατοχύρωσαν τη «φριχτή ομορφιά» της ασχήμιας. Αν ήθελε κανείς να διακρίνει μερικούς κεντρικούς άξονες στις πληθωρικές αυτές διαδρομές, θα μπορούσε να ξεχωρίσει τρεις πολιτισμικές δεσπόζουσες στην ιστορία της ασχήμιας. Αξίζει να τις αναφέρουμε συνοπτικά. Η πρώτη αφορά τη μετάβαση από την εξαίρεση της ασχήμιας ως συστατικού στοιχείου του φυσικού και ηθικού κόσμου στη συμπληρωματικότητά της. Η συμβολή της χριστιανικής θρησκείας σε αυτή την «παγκαλιστική» σύλληψη του κόσμου ήταν καταλυτική, όχι μόνο γιατί αντέστρεψε το αρνητικό πρόσημο της ασχήμιας σε ηθικό επίπεδο, αλλά κυρίως γιατί τροφοδότησε το δυτικό φαντασιακό με τον δραματικό ρεαλισμό της ασχήμιας (π.χ., ο Χριστός παραμορφωμένος από το μαρτύριο της Σταύρωσης). Η δεύτερη δεσπόζουσα αφορά τη μετάβαση από το ναρκισσιστικό ανθρωπομορφισμό της ομορφιάς και της ασχήμιας στην «εξω-ανθρώπινη» ή «μετα-ανθρώπινη κατάσταση», στην ελπίδα, δηλαδή, ενός ουτοπικού κόσμου, όπου οι άνθρωποι θα έχουν αντικατασταθεί με ουδέτερους κυβερνο-οργανισμούς (cyborgs) χωρίς έμφυλη ιδιότητα και αισθητικές τέρψεις. Στην κατεύθυνση αυτή, ο αναγνώστης που θα θελήσει να αντιπαραβάλει το κείμενο της Ντόνα Χάραγουεϊ για τη «γυναίκα Cyborg» (σ. 433) με το κείμενο του Πλάτωνα από τον Ιππία (σ. 33), στο οποίο υποστηρίζεται πως «η πιο ωραία από τις χύτρες αν τη συγκρίνουμε με τις κοπέλες είναι άσχημη», θα διαπιστώσει πως η συζήτηση για την ομορφιά και την ασχήμια είναι μια συζήτηση γύρω από την έννοια του ανθρώπου και των ανθρώπινων ορίων. Τέλος, η τρίτη πολιτισμική δεσπόζουσα αφορά τη μετάβαση από το στατικό μοτίβο της ομορφιάς στο δυναμικό μοτίβο της ασχήμιας. Σίγουρα υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην Αφροδίτη της Μήλου και στη Μόνικα Μπελούτσι, αλλά, σε τελευταία ανάλυση, μπορεί κανείς να διακρίνει αναλογίες και συνέχειες στο πρότυπο της ομορφιάς που εκφράζουν. Ο δύσμορφος Κουασιμόδος, όμως, δύσκολα θα μπορούσε να μην τρομάξει με τους σύγχρονους άσχημους επιγόνους του που παρελαύνουν στις ιστορίες τρόμου, στην επιστημονική φαντασία, στα splatters και στα εικαστικά happenings με θέμα τον ακρωτηριασμό και την αναπηρία. Η ασχήμια κρύβει εκπλήξεις, διευρύνοντας και δοκιμάζοντας διαρκώς τα όρια της οπτικής μας φαντασίας.

    3 Η αυτονόμηση του αντικειμένου

    Η «Ιστορία της Ασχήμιας» του Ουμπέρτο Εκο είναι περισσότερο η ιστορία μιας ηθικής και καλλιτεχνικής διαμάχης στον χώρο της Αισθητικής και των ιδεών και λιγότερο μια κοινωνική ιστορία των νοοτροπιών και των συμπεριφορών, που υιοθέτησαν οι άνθρωποι για να κατανοήσουν και να ενσωματώσουν τις αναπαραστάσεις της ασχήμιας στις κοινωνικές τους πρακτικές. Το εντυπωσιακό υλικό που παρατίθεται στο βιβλίο (φιλοσοφικά κείμενα, λογοτεχνικά και εικαστικά έργα, κινηματογραφικά φωτογράμματα) υποστηρίζει επαρκώς τον καλλιτεχνικό και αρχειακό διάκοσμο της ασχήμιας, αλλά αναπαράγει, σε μεγάλο βαθμό, τις ταξινομήσεις μιας ευρύχωρης και χρηστικής «φιλοσοφικής εγκυκλοπαίδειας». Το «δυτικό βλέμμα», κυρίαρχο μέσα στο βιβλίο, σπάνια απλώνεται σε πολιτισμικούς κώδικες που υπερβαίνουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Συχνά, επίσης, έχει κανείς την αίσθηση μια υπόρρητης απόρριψης απέναντι σε μορφές εναλλακτικής κουλτούρας, που χρεώνονται αυτομάτως στην περιοχή της ασχήμιας, χωρίς πάντα να υπάρχει επαρκής αιτιολόγηση γι' αυτή την επιλογή. Αν κάτι, ωστόσο, κερδίζει τον αναγνώστη είναι η αναμφισβήτητη γοητεία ενός επιστημονικού και καλλιτεχνικού κολάζ, που αναδεικνύει τα συνώνυμα της ασχήμιας διεκδικώντας, παράλληλα, την αυτονομία της ως αισθητικού αντικειμένου. Η μετάφραση και η εικαστική επιμέλεια του βιβλίου, οι κατάλογοι και τα ευρετήρια, βοηθάνε τον αναγνώστη να εισέλθει στη γοητεία της ασχήμιας απολαμβάνοντας την ομορφιά της έκδοσης. Μία και μόνη ένσταση: Γιατί ένα βιβλίο προορισμένο για το πλατύ κοινό πρέπει να φοράει υποχρεωτικά το εκδοτικό ένδυμα του πολυτελούς λευκώματος; Μια πιο «λαϊκή» και φτηνή έκδοση ίσως να ταίριαζε περισσότερο στον συγγραφέα που κατάφερε να βάλει «τη σημειολογία στην καθημερινή μας ζωή».


    ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ



    ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/11/2007
    Η σχετικότητα των «μεγάλων αρχών»

    Τέρατα, μάγισσες και διαβόλοι

    ΤΟΥ ΟΜΑΡ ΚΑΛΑΜΠΡΕΖΕ*

    Μετά την «Ιστορία της Ομορφιάς», τη μεγάλη διεθνή επιτυχία του 2004, ο Ουμπέρτο Εκο αναμετριέται τώρα με εκείνη που φαίνεται να είναι η αντίθετη και συμπληρωματική της έννοια, την «Ιστορία της Ασχήμιας». Μέσα από δεκαπέντε πολύ πυκνά κεφάλαια μας προσφέρεται μια εξαιρετική επισκόπηση του πώς η δυτική κουλτούρα έχει φανταστεί το άσχημο και τα πολλά συνώνυμά του (ρυπαρό, κοινότοπο, φρικτό, γκροτέσκο, άσεμνο, τερατώδες, μισητό, τρομακτικό, χυδαίο, βρόμικο, ειδεχθές, αηδιαστικό, ποταπό, αποκρουστικό, απωθητικό κ.ο.κ.). Και αμέσως γίνεται πρόδηλη η πρώτη παρατήρηση: μολονότι και η ομορφιά είχε μεγάλη ποικιλία όρων, για να διακρίνεται στις ιδιαίτερες εκφάνσεις της, οι όροι που κατονομάζουν την ασχήμια είναι πολύ περισσότεροι.

    Πώς εξηγείται αυτό; Μια απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι η ομορφιά, όσο και αν είναι σχετική και ευμετάβλητη στον χρόνο, διατηρείται ώς έναν βαθμό σταθερή. Η ασχήμια, αντίθετα, εκδηλώνει ένα πελώριο πανόραμα εφαρμογών. Η ομορφιά υπόκειται στην αναζήτηση μιας τάξης που πρέπει να παραπέμπει σε αισθητικές αξίες. Η ασχήμια εκφράζει την απώθηση (ή την έλξη) για όλα όσα παρεκκλίνουν από την τάξη, για ό,τι είναι «διαφορετικό». Και καταλήγει να φωτίζει την ατέλειωτη σειρά φαινομένων απέναντι στα οποία η κοινωνία νιώθει αρνητικά πάθη, από τον φόβο ώς το μίσος, από την έλλειψη κατανόησης ώς την απόρριψη. Συμβαίνει έτσι μια ιστορία της ασχήμιας να είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα από όσο είναι μια ιστορία της ομορφιάς.

    Στο βιβλίο του Εκο όλα αυτά είναι πολύ καθαρά και έρχεται στο νου μας η σκέψη ότι αυτός πρώτος διασκέδασε περισσότερο. Αρκεί να διατρέξουμε τα διάφορα κεφάλαια, που προχωρούν από την αρχαιότητα ώς τη σύγχρονη εποχή, για να ανακαλύψουμε ένα ρεπερτόριο καταπληκτικών φαντασμαγοριών με ορισμένες αληθινά θαυμαστές πληροφορίες. Για παράδειγμα, στο κεφάλαιο που αφιερώνεται στον κλασικό κόσμο, αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε τις αναπαραστάσεις του τρόμου, που οι Ελληνες εικονογραφούσαν άριστα με τις αρνητικές τους θεότητες (σφίγγες, χίμαιρα, γοργόνες, άρπυιες), μεταξύ των οποίων όμως πρέπει να εντάσσονται και οι σειρήνες, τις οποίες αντίθετα μια μεταγενέστερη παράδοση μας τις παραδίδει ως μαγευτικές και σαγηνευτικές.

    Εξαίρετα είναι τα κεφάλαια για τον Μεσαίωνα, στα οποία αναδεικνύονται τα μεγάλα χριστιανικά θέματα της ασχήμιας, που συνδέονται με την ιδέα του θανάτου, του πάθους του Χριστού και των αγίων, του διαβόλου και της Κόλασης και τέλος των τεράτων (τα οποία είναι παρόντα ήδη στον αρχαίο κόσμο, αλλά τα επανεπεξεργάζεται και τα ηθικοποιεί η χριστιανική σκέψη). Αυτές οι τελευταίες παράγραφοι πραγματοποιούν εξάλλου ένα αρκετά ευφυές εγχείρημα: αρχίζουν ως ιστορική αφήγηση, αλλά έπειτα περιγράφουν την εξέλιξη των τεράτων μέχρι τους σύγχρονους καιρούς, όπως συμβαίνει με τις μεταμορφώσεις του διαβόλου, που φτάνουν από τον 12ο αιώνα μέχρι τον Νταλί. Αυτή η επιλογή είναι πολύ σαφής στο κεφάλαιο για την κωμική χρήση της ασχήμιας (άσεμνο, καρικατούρα, σαρκασμός), που ξεκινάει από τον μύθο του Πρίαπου, περνάει από τις ανατροπές του καρναβαλιού, από την απελευθέρωση του νοήματος της ασχήμιας στην Αναγέννηση μέσω του Ραμπελέ και φτάνει στην πολιτική σάτιρα του 18ου αιώνα ή και μέχρι τον Γκρος και τον Περίκολι.

    Θαυμάσιο είναι το κεφάλαιο για τη γυναικεία ασχήμια, της οποίας την εξέλιξη σκιαγραφεί ο Εκο με αφετηρία τη μισογυνική παράδοση του Οράτιου, του Κάτουλου και του Μαρτιάλη, για να σταθεί περισσότερο στις αναπαραστάσεις μπαρόκ και τις σύγχρονες. Από δω και στο εξής οι θεματικές τείνουν να επαναλαμβάνονται με τις αντίστοιχες παραλλαγές, που οφείλονται στην περιοδική ανανέωση των πολιτισμών. Επανέρχεται, για παράδειγμα, η ιδέα του διαβόλου, αλλά με νέες προεκτάσεις, όπως η ιδέα της εξέγερσής του ενάντια στην τάξη του κόσμου ή μαζί με εκείνη της φαουστικής επαγγελίας για μια καλύτερη επίγεια ζωή ή όπως η εντελώς μοντέρνα έννοια της δαιμονοποίησης του εχθρού. Ο αντιφεμινισμός μεταφράζεται σε μαγεία. Η σεξουαλικότητα σε σαδισμό και σατανισμό. Ο πόνος σε ωμότητα, μέχρι τα πιο πρόσφατα φαινόμενα του «μετα-ανθρώπινου» (επίδειξη της ασχήμιας του κόσμου ως εξέγερση ενάντια στην καθολική αναισθησία που παράγεται από τον πολιτισμό των μέσων μαζικής επικοινωνίας).

    Ακόμη και τα τέρατα προσλαμβάνουν μια νέα διάσταση, εκείνη την «επιστημονική», που αναλύεται υπό τη μορφή της φιλέρευνης ανατομίας, από τον Ρέμπραντ στο «Μάθημα ανατομίας» μέχρι τη φυσιογνωμική και τις ρατσιστικές χρήσεις της στον 20ό αιώνα.

    Υπάρχουν ωστόσο και ορισμένες πιο ριζικές αλλαγές. Ο ρομαντισμός, για παράδειγμα, παράγει αυτό που ο Εκο αποκαλεί «λύτρωση της ασχήμιας», επειδή ανατρέπει το μοιραίο ζεύγος ωραίο-καλό και το κάνει να γίνει άσχημο-καλό (δηλαδή γεμάτο συναισθήματα) κυρίως στις απεικονίσεις που προσανατολίζονται στην υπεράσπιση των αδύναμων και των φτωχών. Και οι ιστορικές πρωτοπορίες εγκωμιάζουν ορισμένες μορφές του «άσχημου» ενάντια στις αισθητικές που υπαγορεύουν ο ακαδημαϊσμός και η κυρίαρχη κουλτούρα. Διαφωτιστικά είναι, τέλος, τα κεφάλαια για τη σύγχρονη εποχή, στα οποία αναδεικνύεται το πώς με την έλευση των μέσων μαζικής επικοινωνίας όλα συγχέονται: το κακό γούστο περνάει για ωραίο, αλλά μπορεί και να γίνει ωραίο, αν το χειριστούμε με ειρωνεία. Η υπερβολή μπαίνει στην καθημερινή επικοινωνία. Τέλος, το άσχημο γίνεται, παράδοξα, ένδειξη της διαμαρτυρίας ενάντια στις αξίες (ακόμη και τις αισθητικές) που έχουν μετατραπεί σε ρητορική της εξουσίας.

    Το βιβλίο του Εκο είναι και η έκφραση μιας βαθύτερης έννοιας: εκείνης της σχετικότητας των «μεγάλων αρχών», οι οποίες εξαρτώνται πάντοτε από το πώς οργανώνονται οι κουλτούρες. Η απόδειξη είναι ο ίδιος ο τόμος. Κάθε αναγνώστης θα μπορέσει να αντικαταστήσει τη θαυμαστή πινακοθήκη των εικόνων που διάλεξε ο Εκο με τα δικά του παραδείγματα, ξαναγράφοντας έτσι το βιβλίο με σκοπό τη μέγιστη αναγνωστική του απόλαυση.

    * Ο Ομάρ Καλαμπρέζε είναι καθηγητής Σημειολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σιένα. Το κείμενό του αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «L' Espresso», στις 4-10-07.


    ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ



    ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/11/2007
    Η τέχνη χρειάζεται το άσχημο

    ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ

    - Καθηγητή Μποντέι, ο ορισμός του άσχημου συναντάει τις ίδιες δυσκολίες με τον ορισμό του ωραίου. Υπάρχει κάποια στρατηγική για να ορίσουμε το άσχημο, για να οριοθετήσουμε καλά το πεδίο;

    «Το άσχημο θεωρήθηκε πάντοτε η σκιά του ωραίου, ο κακός δίδυμος αδελφός του. Ουσιαστικά, στις απαρχές του πολιτισμού μας το άσχημο, όπως και το ψευδές και το κακό με την ηθική έννοια του όρου, είναι μια έλλειψη, είναι μια απουσία του ωραίου, μια απουσία του αληθινού, μια απουσία του καλού. Επομένως η μοναδική στρατηγική για να κατανοήσουμε τι είναι το άσχημο είναι να το αποσπάσουμε στην ιστορία του από αυτή την απουσία και να δούμε πώς αποκτάει προοδευτικά τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του και έπειτα πώς αποκτάει και υπηκοότητα στην πατρίδα της τέχνης. Στην ελληνική φιλοσοφία, κυρίως στον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο, το άσχημο παρουσιάζεται με τη μορφή του «μη είναι». Ενα άγαλμα δεν έχει τη σωστή αναλογία -σύμφωνα με τον κανόνα του Πολύκλειτου- όταν, για παράδειγμα, ένα ανδρικό κεφάλι δεν είναι, από το πιγούνι μέχρι τη βάση των μαλλιών στο μέτωπο, το ένα δέκατο του ύψους του σώματος. Αν κανονικές αναλογίες σαν αυτή δεν γίνονται σεβαστές, τότε το άγαλμα θεωρείται άσχημο, πλήττεται από την κατάρα τού μη είναι, με την έννοια ότι υπάρχει κάτι το οποίο δεν θα έπρεπε να είναι έτσι».

    - Ο Χριστιανισμός ήταν εκείνος ο οποίος, για θρησκευτικούς λόγους, διεκδίκησε κατά κάποιον τρόπο τη θετικότητα του άσχημου. Με ποιους όρους έγινε αυτό το είδος αποκατάστασης;

    «Υπάρχει ένας θεμελιακός λόγος για τον οποίο η χριστιανική θρησκεία με έναν ορισμένο τρόπο λυτρώνει το άσχημο, έτσι όπως λυτρώνει και την αμαρτία, ώς το σημείο μερικές φορές να απεικονίζει άσχημο ακόμη και τον ίδιο τον Χριστό. Ενώ στην ελληνική παράδοση και στη νεοπλατωνική είναι ο άνθρωπος αυτός που πρέπει να εξυψωθεί ώς τη θεότητα, στη χριστιανική παράδοση -αν μελετήσουμε ένα από τα μεγάλα κείμενα του Αποστόλου Παύλου, που περιέχει τον Υμνο στον Χριστό- βλέπουμε ότι εδώ είναι ο Θεός αυτός που κατεβαίνει, υποβαθμίζεται, ταπεινώνεται με το να γίνει άνθρωπος, αυτός που αφήνει τη δόξα του και τη θεϊκότητά του και γίνεται όχι μόνον ένας σαν και μας αλλά ο χειρότερος από μας, από εξωτερική άποψη. Ετσι ο Χριστιανισμός θέτει για πρώτη φορά έναν διαχωρισμό ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Χρειάζεται να αναγνωρίζουμε πίσω από την εξωτερική ασχήμια ενός ατόμου τη δόξα του Χριστού που ενυπάρχει σε κάθε συνάνθρωπό μας».

    - Στη νεότερη εποχή συνεχίζεται η βαθμιαία αποκατάσταση αυτής της έννοιας, που αποκτάει νομιμότητα ακόμη και στην τέχνη. Μπορείτε να συνοψίσετε τις αρχικές στιγμές αυτής της διαδικασίας;

    «Στη νεότερη εποχή οι άνθρωποι ανακαλύπτουν ότι η ομορφιά δεν έχει πλέον σχέση με αυτό που είναι μετρήσιμο, αλλά σε ένα άπειρο σύμπαν έχουμε την εμπειρία του υπέρμετρου, του αμέτρητου. Ο Κέπλερ, για παράδειγμα, ντρεπόταν για τα μαθηματικά του και την αστρονομία του, επειδή δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι η κίνηση των πλανητών ήταν μια κίνηση ελλειπτική και όχι κυκλική και ήταν κατεξοχήν τέλεια. Αυτός αντιστέκεται για είκοσι χρόνια πριν αποδεχθεί αυτό το άσχημο πράγμα, δηλαδή ότι το σύμπαν δεν έχει επαληθευμένα γεωμετρικά σχήματα. Να λοιπόν που σε αυτή την περίοδο το άσχημο αρχίζει να γίνεται δεκτό ως κάτι που υπάρχει στη φύση. Υπάρχουν έπειτα οι γεωγραφικές εξερευνήσεις, που καταδεικνύουν την ύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού παράξενων ζώων ή και πολύ όμορφων, αλλά επικίνδυνων. Γεννιέται επομένως η ιδέα ότι η δημιουργία είναι κάτι το μυστηριώδες, ότι αναμειγνύει το καλό και το κακό. Επειτα, ο Σέξπιρ στον «Μάκβεθ» βάζει τις μάγισσες να λένε «το ωραίο είναι άσχημο, το άσχημο είναι ωραίο». Ο κόσμος, αν τον κοιτάξουμε προσεκτικά, δεν υπακούει πλέον σε εκείνους τους αυστηρούς, τους κλασικούς κανόνες που του αποδίδονταν πριν. Υπάρχει μια ευαισθητοποίηση για το άσχημο, δηλαδή για το "μη κλασικό", που σιγοβράζει θα λέγαμε για δύο περίπου αιώνες».

    - Ο Ρομαντισμός, με τον Σλέγκελ, φαίνεται να αναγορεύει το άσχημο σε στοιχείο που διακρίνει τη νεότερη τέχνη από την αρχαία τέχνη. Τι ακριβώς εννοεί ο Σλέγκελ με αυτή τη διάκριση;

    «Το "Δοκίμιο για την ελληνική ποίηση", του 1796, που είναι το πρώτο μεγάλο έργο του Φρίντριχ Σλέγκελ, του θεμελιωτή του Ρομαντισμού, παρουσιάζει αυτή τη διάκριση: η αρχαία τέχνη αναπτύσσεται σαν τα λουλούδια του κάμπου, τείχνει αυθόρμητα προς το ωραίο. Η νεότερη τέχνη, αντίθετα, χρειάζεται το "ενδιαφέρον", δηλαδή κάτι που θα μας βάζει συνεχώς σε μια κατάσταση διέγερσης. Αυτό εξαρτάται από το γεγονός ότι έχουμε γίνει άτομα διψασμένα για το καινούριο, επειδή ήδη η κουλτούρα έχει εξαντλήσει όλες τις πιθανές απλοϊκές μορφές της και μας είναι αδύνατο να πιστέψουμε αυθόρμητα σε εκείνο που αισθανόμαστε, σε εκείνο που βλέπουμε. Γι' αυτό, το άσχημο είναι σαν ένα ποτό για τους αλκοολικούς που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο, είναι θα λέγαμε το πιπέρι, το στοιχείο ενδιαφέροντος που έχει ως αποτέλεσμα να γοητευόμαστε με τρόπο τεχνητό από τα καλλιτεχνικά μας έργα. Η ρομαντική τέχνη παρουσιάζεται επομένως ως ένας μεγάλο πειραματισμός, όπου όλα αναμειγνύονται, όπου το παραδοσιακό άσχημο χρησιμεύει σαν μαγιά για να ανακαλύψουμε νέες μορφές του ωραίου, σαν λίπασμα θα λέγαμε».

    -Αυτή η αντίληψη του "άσχημου" στον 19ο αιώνα ωριμάζει ακόμη περισσότερο, ώς το σημείο να συμπεριλάβει στο πεδίο της τέχνης ακόμη και το τερατώδες;

    «Κυρίως ο Βικτόρ Ουγκό και η γαλλική λογοτεχνία του 19ου αιώνα, το έργο του Ευγένιου Σι "Τα μυστήρια του Παρισιού" ή ο Μποντλέρ με εκείνο το τρομερό ποίημα "Σε ένα πτώμα", βλέπουν την τέχνη και την ομορφιά να κατεβαίνουν από το βάθρο τους και να συγχρωτίζονται με τα πράγματα του κόσμου. Σε μια περίοδο κατά την οποία η κοινωνία θα ανακαλύψει τα θεμέλιά της, τους υπονόμους της, τις πιο τρομερές και σκοτεινές όψεις της, η τέχνη παρουσιάζεται ως εγκατάλειψη της διάστασης του αιώνιου και ως μια πτώση στο καθημερινό. 'Η, όπως θα πει ο Μποντλέρ, μια "πτώση του φωτοστέφανου". Ωραίο και άσχημο ήδη δεν διακρίνονται πλέον. Εχουμε ξεπεράσει τα όρια που καθόρισε ο Σλέγκελ. Γεννιούνται έτσι εκείνα τα ανησυχητικά αλλά στο βάθος θετικά πρόσωπα, όπως ο Κουασιμόδος της "Παναγίας των Παρισιών" ή ο Τριμπουλέ, που είναι πιο γνωστός σε μας από την όπερα του Βέρντι με το όνομα Ριγκολέτο. Η τέχνη κοινωνικοποιείται, κατακτά όλο και ευρύτερες μάζες και αυτό τη συνδέει με την πολιτική και με την κοινωνική κριτική. Είναι ακριβώς αυτή η σχέση με την κριτική στην κοινωνία που φέρνει στο φως όλες αυτές τις όψεις της παθογένειας με τις οποίες ασχολείται η τέχνη, κυρίως σε εκείνες τις τάσεις του γαλλικού σοσιαλισμού στις οποίες ανήκει ο Ουγκό».

    - Τι ήθελε να υποστηρίξει ο Καρλ Ρόζενκραντς, μαθητής του Χέγκελ, με το βιβλίο του, του 1853, που έχει τίτλο "Η Αισθητική του άσχημου";

    «Για τον Ρόζενκραντς υπάρχει και μια άσχημη τέχνη, στην οποία το άσχημο, όχι μόνον είναι κάτι που η τέχνη δεν πρέπει να αποκλείει, αλλά είναι κάτι το οποίο η τέχνη και η ομορφιά χρειάζονται, δηλαδή ένα έργο τέχνης είναι τόσο περισσότερο ωραίο όσο πιο μεγάλη είναι η ποσότητα αρνητικού, άσχημου, που όφειλε να υπερνικήσει. Η τέχνη επομένως γίνεται στην ουσία αντιληπτή από τον Ρόζενκραντς σαν μια μάχη ανάμεσα στον αρχάγγελο Γαβριήλ και τον διάβολο. Αν η τέχνη μένει ειρηνευμένη, αν η τέχνη δεν αναμετριέται με τα μεγάλα προβλήματα, που είναι ασύλληπτα, αλλά που αντιπροσωπεύουν το κακό του κόσμου, αν δεν αναμετριέται με τις παθολογίες της πραγματικότητας, αυτή η τέχνη δεν θα έχει καμία δυνατότητα μεγαλείου».

    - Καθηγητή Μποντέι, όλη η σύγχρονη τέχνη, ανατρέποντας τους παραδοσιακούς κανόνες του ωραίου, παράγει έργα στα οποία κυριαρχεί η αντίθεση των χρωμάτων, η παραμόρφωση των μορφών, οι παραφωνίες, οι παράλογες φράσεις. Αυτό σημαίνει ότι το άσχημο έχει γίνει η αληθινή ομορφιά;

    «Σημαίνει ακριβώς αυτό, επειδή το μη προβληματικό ωραίο, το επιδεικτικά ωραίο έχει μετατραπεί σε κιτς, δηλαδή σε κάτι που δεν παράγει πλέον καμιά αισθητική συγκίνηση. Και αυτό επειδή ένα τέτοιο είδος ωραίου ακολουθεί και κολακεύει όλες τις προκαταλήψεις και όλες τις ήδη εξαντλημένες μορφές πρόσληψης. Σε αυτή την κατάσταση η τέχνη αντιδρά, πειραματιζόμενη με καθετί που υπερβαίνει τις φθαρμένες μορφές, τις εξαντλημένες μορφές, και επομένως εισάγει, για παράδειγμα στη μουσική, εκείνες τις παραφωνίες που ήδη ο Μότσαρτ ή ο τελευταίος Μπετόβεν είχαν δοκιμάσει. Και τις εισάγει για να γίνει αισθητή η οδύνη του κόσμου, ένα είδος κλάματος, το οποίο αντίθετα η επίσημη τέχνη υπό την προστασία του κράτους προσπαθεί να εξαλείψει με μορφή θριαμβευτική. Αν, αντί να αναπαριστά λουλουδάκια ή χελιδόνια, η τέχνη αναπαριστά τον τρόμο, αυτός ο τρόμος έχει μια αξία κάθαρσης ή παιδαγωγικού χαρακτήρα. Μας βοηθάει δηλαδή να κατανοήσουμε το πώς είναι φτιαγμένος ο κόσμος και ταυτόχρονα μας παραπέμπει στην ουτοπική διάσταση του πώς θα έπρεπε να είναι ο κόσμος».

    - Εσείς θεωρείτε ότι η ευαισθησία των ημερών μας συνδέεται ακόμα με αυτό το αληθινό «πάθος» που προσανατολίζεται στο άσχημο;

    «Νομίζω πως όχι, αλλά οφείλουμε να σκεφτόμαστε τι σήμαινε αυτό το πάθος για το άσχημο. Υπήρξε μια περίοδος στην οποία η τέχνη θεώρησε καθήκον της να αποκαλύψει την παρουσία της οδύνης και των σπαρακτικών διαιρέσεων στο εσωτερικό της κοινωνίας. Και να ξαναβρεί σε αυτό το απωθημένο στοιχείο το πιο αυθεντικό νόημα του ωραίου. Λέει ο Αντόρνο: "Η τέχνη πενθεί". Είναι ένα είδος απαγόρευσης της απόλαυσης. Εγώ δεν πρέπει να νιώθω απόλαυση στη διάρκεια της αναπαράστασης των έργων τέχνης, δηλαδή οφείλω να υποφέρω, οφείλω ουσιαστικά να έχω μιαν ασκητική αντίληψη για την τέχνη. Ο Αντόρνο έχει γράψει πολύ ωραίες σελίδες ακριβώς για τον χαρακτήρα της μουσικής. Η μουσική έχει μια βασανιστική πλευρά, αλλά έχει και μιαν απελευθερωτική πλευρά, που εκδηλώνεται μόνο με το κλάμα. Διαβάζω μία μόνο φράση: "Ο άνθρωπος που αφήνεται να ξεσπάσει σε κλάμα και σε μια μουσική που δεν του μοιάζει πλέον σε τίποτα, αφήνει ταυτόχρονα να ξανακυλήσει μέσα του το ρεύμα αυτού που αυτός δεν είναι και που είχε λιμνάσει πίσω από το φράγμα των συγκεκριμένων αντικειμένων. Με το κλάμα του και το τραγούδι του αυτός διεισδύει στην αλλοτριωμένη πραγματικότητα". Λόγια δύσκολα, που όμως θέλουν να πουν ότι αν εμείς μέσα από την τέχνη, και σε αυτή την περίπτωση τη μουσική, κατορθώσουμε να αφαιρέσουμε αυτό το φράγμα που μας χωρίζει από τον κόσμο, απο τον οποίο έχουμε αποσπαστεί, επομένως από την αλλοτριωμένη πραγματικότητα, αν εμείς κάνουμε να ξανατρέξει ο κόσμος μέσα μας και ταυτόχρονα, μέσα από αυτή τη χαλάρωση της έντασης που εκδηλώνεται με το κλάμα, ενεργήσουμε έτσι ώστε η υποκειμενικότητά μας να έρθει εκ νέου σε επαφή με τον κόσμο, να που η τέχνη σε αυτό το σημείο δεν μας δίνει μόνο λύπη αλλά και απόλαυση.

    Για να απαντήσω στο ερώτημά σας, εγώ πιστεύω ότι τώρα εμείς έχουμε ίσως κουραστεί από αυτή την υπερβολική δόση τέχνης που μας κάνει να υποφέρουμε και σε γενικές γραμμές -κοινωνιολογικά μιλώντας και όχι καλλιτεχνικά- αναζητούμε ένα ωραίο χωρίς οδύνη. Πιθανόν αυτό να εξαρτάται από το γεγονός ότι ο πειραματισμός έγινε αυτοσκοπός και ότι πολλές φορές δεν υπάρχει πλέον δημιουργικότητα. Εκείνο που είναι ενδιαφέρον είναι ότι το άσχημο δεν θεωρείται πλέον υποχρεωτικά μαγιά ή λίπασμα για το ωραίο. Μπορούν να φτιάχνουν ωραία πράγματα χωρίς να πληρώνουν τον φόρο του άσχημου. Δεν ξέρω αν αυτό είναι προσωρινό ή μόνιμο γεγονός. Σίγουρα όμως, χάνοντας την επαφή με το απωθημένο ή με το άσχημο, πιθανόν θυσιάζεται κάτι και θα 'ρθει ο καιρός στον οποίο, ύστερα από όλη αυτή την πένθιμη φάση της τέχνης του 20ού αιώνα, το νόημα των πρωτοποριών θα μπορέσει να ανακάμψει. Και χωρίς να έχουμε την αξίωση να βυθιστούμε ξανά στο άσχημο και στο απωθημένο, θα πρέπει ωστόσο να αναμετρηθούμε με αυτό που μας προτείνει μια τέχνη υπερβολικά συμφιλιωμένη με το παρόν».

    * Η συνέντευξη αυτή του Ιταλού φιλοσόφου Ρέμο Μποντέι δόθηκε στη Σίλβια Καλαντρέλι, στο πλαίσιο του μορφωτικού προγράμματος της ιταλικής κρατικής τηλεόρασης «Enciclopedia multimediale delle scienze filosofiche».



    ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/11/2007
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  9. tyfeas

    tyfeas In Loving Memory

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Aναυδος
    (...αναυδος και εγκαυλος γωνια )
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  10. Ninevi

    Ninevi Regular Member

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Άστατος
    Status: Astatus
     
  11. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Αορατο....πλεον!

     
     
  12. isnogood

    isnogood afterall, true love is the ultimate fantasy Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Aγαμος