Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Άλφα στερητικό

Συζήτηση στο φόρουμ 'Off Topic Discussion' που ξεκίνησε από το μέλος nýchta, στις 28 Ιανουαρίου 2011.

  1. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Μπιλακο το αγαμος δεν ειναι κακο.
    Φαντασου να εγραφες....αγαμητος!    
     
  2. isnogood

    isnogood afterall, true love is the ultimate fantasy Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    οταν ο αγαμος ειναι ταξης και ηθικη αυτο συνεπαγεται .....
    ε ας ειναι και ενας στο φορουμ που δεν ξεσκιζεται στο γαμησι στο κατω κατω .... ας μεινει και κανενα προφυλακτικο στα περιπτερα για τους βανιλα ...
     
  3. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Γεια σου Μπιλυ.... ΟΥΔΕΠΟΠΩΤΑ με το Κολοκοτρωνιτσι σου!
     
  4. isnogood

    isnogood afterall, true love is the ultimate fantasy Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    το τραγικο ειναι οτι οπως ο Περιανδρος εμεινε μονος του , το ιδιο βλεπω και σε μενα αφου ειμαστε ταλε κουαλε ...
    δυστυχως μας ελκυουν οι δυναμικες αλλα εκεινες δεν θεωρουν την αφοσιωση και την προστετυτικοτητα ως αρκετα για να μεινουν ... θελουν να εχουν και αποψη ... τρομαρα τους ....
     
  5. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    απάθειααδιαφορίααπάθειααδιαφορίααπάθειααδιαφορίααπάθειααδιαφορίααπάθειααδαφορίααπάθειααδιαφορίααπάθειααδιαφορία





    Απουσία είναι
    η σκισμένη σακούλα σκουπιδιών
    κι ο μικρός άσπρος σκύλος
    καθώς τρέχει,
    φοβισμένος μακριά απ' το κονσερβοκούτι.


    Απουσία είναι
    ο τόπος που άδικα μου πιάνεις
    κι χαραμίζω
    ακέραιες τις χωρητικότητες μου.


    Απουσία είναι
    η κυρτή ράχη του γάτου μου
    στην αλύγιστη βέργα
    των χθεσινών αναμνήσεων.


    Απουσία είναι
    η πρωινή μοναξιά
    μες τη μυρωδιά του ύπνου
    κι οι
    εύστοχες κλωτσιές που δέχομαι
    στον κώλο της αυταπάτης.


    Απουσία είναι
    της βροχής
    οι λασπωμένες πιτσιλιές
    στων αφελών ονειροπολήσεών
    μου το τζάμι.


    Απουσία είναι
    τέσσερις πατούσες
    και μια ουρά
    - πια χαμένο όχημα διαφυγής
    από' να μίζερο παρόν.


    Απουσία είναι
    η ανολοκλήρωτη νύχτα,
    που δεν δραπετεύω ποτέ
    από τον
    εαυτό μου.


    Απουσία είναι
    ένα όμικρον που
    το' ντυσα ὦ!Μέγα κι ο καθρέπτης
    είπε ψέμμα
    και μου' γνεψε κατάφαση.


    Απουσία είναι
    όταν τη σιωπή
    σταματάς να μου ξηγάς
    κι
    μ' αφήνεις να χαράζω πορεία
    εκκωφαντικού φωνήεντος.

    ..................................

    Άθικτος που μοιάζεις στου
    εφήμερου Βασιλείου Σου
    την κορνίζα
    - κάθε που ακάματα
    θίγω την απουσία Σου.
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  6. Durcet

    Durcet In Loving Memory

    Re: Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Άλφα στερητικό είπαμε πως είναι ο τίτλος του νήματος;

    Αναίσχυντος!
     
  7. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    Άυπνη


    Δε με φοβίζει
    που τούτο το μολύβι
    δεν αφήνει μελάνι
    αλλά ίχνη από λιωμένο ουρανό
    ούτε με φοβίζει
    πως αντί για χαρτί
    γράφω πάνω στο κορμί σου,
    ζεστή αμοιβάδα από μυρωμένο χαμομήλι,
    ολόγυρα, παντού.
    Με φοβίζει μόνο
    που κάποια μέρα
    θα γράφω πάλι σε χαρτί
    ποιήματα με μελάνι.

    Χλόη Κουτσουμπέλη, Γη της επαγγελίας (ΙΙΙ)
     
  8. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Aιώνια Αναπάντητες Απορίες

    «Το μαύρο κορίτσι που είχε διδαχτεί να μη φοβάται τίποτα, ένιωσε την καρδιά της να βαραίνει ενάντια στον άνθρωπο αυτό, ως ένα βαθμό επειδή νόμιζε πως οι δυνατοί άντρες έπρεπε να είναι μαύροι και μόνον οι κυρίες ιεραποστόλισσες ήταν άσπρες, κι ακόμη επειδή ο άντρας αυτός είχε σκοτώσει το φίλο της το φίδι, ή επειδή φορούσε ένα γελοίο άσπρο νυχτικό, κι έτσι τρίφτηκε λίγο σ’ ένα σημείο όπου η δασκάλα της δεν μπόρεσε ποτέ να την μάθει να μην το κάνει, πράγμα που θα’πρεπε να το ξέρει από μόνη της και να ντρέπεται για λογαριασμό της. Υπήρχε και μιά κάποια περιφρόνηση στη φωνή της, όταν στράφηκε στον λευκό άντρα και του είπε :
    - Ψάχνω για το Θεό. Μπορείς να μου πεις κατά πού να πάω;
    - Tον βρήκες, της είπε τότε εκείνος. Γονάτισε και λάτρεψέ με στη στιγμή , αγέρωχο πλάσμα, γιατί αλλιώτικα θα ξεσπάσει πάνω σου η οργή μου. Είμαι ο Κύριος των Ουρανών : εγώ έφτιαξα τα ουράνια και τη γη, κι όλ’ αυτά που βρίσκονται πάνω τους. Εγώ έφτιαξα το δηλητήριο στο φίδι, και το γάλα στα στήθια της μάνας σου. Στα χέρια μου βρίσκονται ο θάνατος κι όλες οι αρρώστιες, ο κεραυνός κι η αστραπή, η θύελλα κι η πανούκλα, κι όλες οι άλλες αποδείξεις για τη μεγαλοσύνη και τη μεγαλοπρέπειά μου. Γονάτισε, κορίτσι, κι όταν θα ξανάρθεις άλλη φορά μπροστά μου, φέρε μου τ’ αγαπημένο σου παιδί και σφάξε το εδώ, στα πόδια μου, σαν μια θυσία – γιατί τρελαίνομαι για τη μυρωδιά του φρέσκου αίματος.
    - Δεν έχω παιδί! είπε το μαύρο κορίτσι. Είμαι παρθένα.
    - Τότε φέρε τον πατέρα σου και βάλε τον να σφάξει εσένα, είπε ο Κύριος των Δυνάμεων. Και φρόντισε οι δικοί σου να μου φέρουν μπόλικα κριάρια και τραγιά και πρόβατα, να τα ψήσουν μπροστά μου, σαν προσφορά, για να μ’ εξευμενίσουν, γιατί αλλιώτικα, σίγουρα θα τους συντρίψω με τις πιο τρομερές πανούκλες, έτσι που να τους δώσω να καταλάβουν πως είμαι Θεός.
    - Δεν είμαι χαζή κι ούτε κανένα μεγάλο παιδί για να πιστεύω τέτοιες σαχλαμάρες, είπε το μαύρο κορίτσι. Και στ’ όνομα του αληθινού Θεού που τον αναζητώ, θα σε λιώσω, όπως έλιωσες κι εσύ αυτό το καημένο το «μάμπα».
    Κι άρχισε να σκαρφαλώνει στο σωρό τις πέτρες και να κουνά απειλητικά καταπάνω του το ραβδί της.
    Αλλά όταν έφτασε στην κορυφή, είδε ότι δεν υπήρχε τίποτα και κανένας εκεί πέρα.
    Αυτό την ξάφνιασε τόσο πολύ, ώστε κάθισε κάτω κι άνοιξε τη Βίβλο της ζητώντας καθοδήγηση. Αλλά είτε τα μυρμήγκια την είχαν καταφάει, ή ήταν ένα πολύ παλιό βιβλίο που είχε φαγωθεί απ’ το πέρασμα του χρόνου – γιατί όλες οι αρχικές του σελίδες, μόλις τ’ άνοιξε, σκόρπισαν κι έγιναν σκόνη.
    Τότε, το μαύρο κορίτσι αναστέναξε και σηκώθηκε ξαναρχίζοντας να ψάχνει. Σε λίγο ανατάραξε ένα φίδι, σαν κόμπρα, ή σαν κροταλία, που τίναξε τη γλώσσα του κι έφτυσε καταπάνω της, μα που γλίστρησε κι έκανε να φύγει όταν του είπε :
    - Μην τολμήσεις να με φτύσεις! Θα΄ θελα να ξέρω ποιος σ’ έφτιαξε και γιατί είσαι τόσο διαφορετικό από μένα. Ο Θεός του «μάμπα» ήταν άρχηστος : δεν ήταν αληθινός όταν τον δοκίμασα με το ραβδί μου. Για πήγαινέ με λοιπόν στο δικό σου.
    Πάνω σ’ αυτό, ο κροταλίας γύρισε πίσω και της έκανε νόημα να τον ακολουθήσει, κι εκείνη τον ακολούθησε.
    Την οδήγησε σ’ ένα χαρούμενο ξέφωτο του δάσους, όπου ένας γηραλέος κύριος μ’ απαλή γενειάδα και μαλλιά, σαν από ασήμι, φορώντας κι αυτός ένα άσπρο νυχτικό, καθόταν μπροστά σ’ ένα τραπέζι σκεπασμένο μ’ ένα άσπρο ύφασμα και γεμάτο από χειρόγραφα ποιημάτων και πένες από φτερά αγγέλων. Έδειχνε αρκετά καλοσυνάτος. Με τα στριφτά καταπάνω μουστάκια και φρύδια του, έδειχναν μιά έκφραση ικανοποιημένη με τον εαυτό του, όλο πονηριά, που το μαύρο κορίτσι σκέφτηκε πως ήταν γελοία.
    - Α, καλό μου φτυστο-φυδάκι, είπε ο κύριος στον κροταλία. Μου’ φερες επιτέλους κάποιον να τα πούμε, ε;
    Κι έδωσε στο φίδι ένα αυγό, που εκείνο τ’ άρπαξε χαρούμενα κι έφυγε στο δάσος.
    - Μη με φοβάσαι, είπε τότε ο γερο-κύριος στο μαύρο κορίτσι. Δεν είμαι κανένας σκληρός Θεός : είμαι πολύ λογικός, ξέρεις. Δεν κάνω τίποτα χειρότερο απ’ το να κουβεντιάζω, έστω κι αν καμιά φορά αντιδικώ. Αλλά δεν είμαι κι αμετάπειστος στις διαφωνίες μου. Μη με λατρεύεις, απλούστατα έλα κοντά μου και κατηγόρησέ με. Βρες μου τα λάθη μου, και μη μου χαλάς το κέφι. Πες μου κάτι που δεν σ’ αρέσει για να διαφωνήσουμε.
    - Εσύ λοιπόν έφτιαξες τον κόσμο; ρώτησε το μαύρο κορίτσι.
    - Φυσικά εγώ, απάντησε εκείνος.
    - Και γιατί τον έκανες να’ χει τόσο κακό μέσα του; είπε πάλι το μαύρο κορίτσι.
    - Θαυμάσια! είπε ο Θεός. Αυτό ακριβώς ήθελα να με ρωτήσεις. Είσαι ένα έξυπνο, μυαλωμένο κορίτσι. Είχα κάποτε έναν υπηρέτη που τον έλεγαν Ιώβ και μαζί του διαφωνούσα συνέχεια, αλλά ήταν τόσο σεμνός κι ανόητος, ώστε χρειάστηκε να τον λούσω με τα πιο τρομαχτικά βάσανα, μέχρι που να καταφέρω να τον κάνει να παραπονεθεί. Η γυναίκα του τού’ λεγε να με καταραστεί κι ας πεθάνει. Κι μη νομίζεις ότι τα’ χω με την καημένη τη γυναίκα, γιατί τον βασάνισα τρομερά, παρ’ όλο που τα διόρθωσα όλα κατόπι. Όταν τελικά τον κατάφερα να διαφωνήσει, αυτός σκεφτόταν περισσότερο τον εαυτό του. Αλλά τελικά τον βαρέθηκα , αφού τον έκανα να παραδεχτεί πως είχα κάνει το καλύτερο γι’ αυτόν. Τον σύντριψα για τα καλά μάλιστα, μπορώ να σου πω.
    - Δεν ήρθα εγώ εδώ πέρα για να μαλώσω, είπε το μαύρο κορίτσι. Απλούστατα θα’ θελα να μάθω γιατί, αν εσύ έφτιαξες πραγματικά τον κόσμο, τον έφτιαξες τόσο άσχημα.
    - Άσχημα! φώναξε ο γερο-κύριος. Ω! Μα εσύ πήρες τόσο θάρρος ώστε να μου ζητάς να δώσω λογαριασμό! Και ποια είσαι συ, παρακαλώ, που μπορείς να με κρίνεις; Μπορείς εσύ να φτιάξεις έναν καλύτερο κόσμο; Λόγου χάρη να φτιάξεις μια φάλαινα; Bαλ’ της ένα χαλκά στη μύτη και φερ’ τη μου, όταν θα την τελειώσεις. Μπας και μπορείς να καταλάβεις, γελοίο σκουληκάκι, ότι εγώ, όχι μονάχα έφτιαξα τη φάλαινα, αλλά και την ίδια τη θάλασσα που μέσα της κολυμπά; Ολόκληρο τον πανίσχυρο ωκεανό, απ’ το βυθό του μέχρι ψηλά στον ουρανό. Θα σκέφτεσαι, θαρρώ, πως όλο αυτό ήταν κάτι πολύ εύκολο. Θα πιστεύεις ότι εσύ μπορούσες να το φτιάξεις καλύτερο. Άκου, λοιπόν, να σου πω κάτι, μικρή γυναίκα : γιατί πρέπει να σου βγάλω την έπαρση που’ χεις μέσα σου.
    - Εσύ δεν θα μπορούσες να φτιάξεις ούτε ένα μυρμήγκι. Κι ωστόσο, ορθώνεις τ’ ανάστημά σου μπροστά σε μένα, που έχω φτιάξει μεγαθήρια. Εσύ δε θα μπορούσες να φτιάξεις ούτε μια λιμνούλα, και τολμάς να μιλάς σε μένα, το δημιουργό των εφτά θαλασσών. Θα είσαι άσχημη και γριά και θα πεθάνεις μέσα σε πενήντα χρόνια, ενώ η δική μου μεγαλοπρέπεια θα διαρκεί για πάντα – κι ωστόσο έρχεσαι δω πέρα και μου βάζεις όρους σαν να ήσουνα η θεία μου. Φαντάζεσαι, έτσι δεν είναι, πώς είσαι καλύτερη από το Θεό; Τι έχεις όμως ν’ απαντήσεις σ ’όλ’ αυτά τα επιχειρήματα;
    - Δεν είναι διόλου επιχειρήματα : είναι μόνο χλευασμοί από μέρους σου, είπε το μαύρο κορίτσι. Μου φαίνεται μάλιστα ότι δεν ξέρεις τι σημαίνει ένα επιχείρημα.
    - Πώς! Εγώ που σύντριψα τον Ιώβ; Ε, μα αυτό πια το παραδέχεται όλος ο κόσμος! Σ’ εμένα θα πεις ότι δεν ξέρω από επιχειρήματα; Aπλούστατα γελάω με του λόγου σου, κορίτσι, είπε ο γέρο-κύριος, σημαντικά εξοργισμένος, αλλά και πολύ κατάπληκτος για να μπορέσει να αντιμετωπίσει σωστά την κατάσταση.
    - Δε δίνω σημασία στα κοροϊδευτικά σου γέλια, είπε το μαύρο κορίτσι. Αλλά ως τώρα δε μου είπες γιατί δεν έκανες τον κόσμο όλο καλό, αντί να φτιάξεις αυτό το ανακάτωμα καλού και κακού. Δεν είναι απάντηση το να με ρωτάς αν εγώ θα μπορούσα να τον φτιάξω καλύτερο. Αν εγώ ήμουνα Θεός δεν θα υπήρχαν μύγες τσε-τσε. Ο λαός μου δεν θα υπόφερε από αρρώστιες, ούτε θα πρηζόταν από πληγές , κι ούτε θα’ κανε τρομερές αμαρτίες. Γιατί έβαλες αυτό το σακουλάκι με το δηλητήριο στο στόμα του «μάμπα», όταν υπάρχουν ένα σωρό άλλα φίδια που μπορούν να ζήσουν πολύ καλά και χωρίς αυτό; Γιατί έκανες τους πίθηκους τόσο άσχημους και τα πουλιά τόσο όμορφα;
    - Και γιατί να μην το κάνω; είπε ο γέρο-κύριος. Aπάντησέ μου σ’ αυτό, αν μπορείς.
    - Γιατί να το κάνεις; Εκτός κι αν είχες μέσα σου κάποια κακία, είπε το μαύρο κορίτσι.
    - Το να ρωτάς μ’ αινιγματικό τρόπο, δεν είναι οπωσδήποτε συζήτηση, έκανε εκείνος. Δε θα παίξουμε την κολοκυθιά εδώ πέρα…
    - Ένας Θεός που δεν μπορεί να απαντήσει στις ερωτήσεις μου, είναι άχρηστος για μένα, είπε το μαύρο κορίτσι. Άλλωστε, αν είχες πραγματικά φτιάξει το καθετί, θα ήξερες γιατί έκανες τη φάλαινα τόσο άσχημη όπως τη βλέπουμε στις φωτογραφίες.
    - Κι αν εγώ προτίμησα να διασκεδάσω λίγο, κάνοντάς τη να μοιάζει έτσι αστεία, τι σε νοιάζει εσένα; είπε πάλι ο Θεός. Ποια είσαι συ, που θα μου υπαγορεύσεις πώς θα φτιάξω τα πράγματα;
    - Ω, κουράστηκα και βαρέθηκα πια μαζί σου! είπε το μαύρο κορίτσι. Πάντα καταφεύγεις στους ίδιους κακούς τρόπους και στις προσβολές. Δεν πιστεύω ότι έφτιαξες ποτέ σου τίποτα. Ο Ιώβ θα πρέπει να ήταν πολύ ανόητος για να μη σ’ ανακαλύψει. Μέσα σ’ αυτό το δάσος υπάρχουν πολλοί γέροι που ισχυρίζονται ότι είναι θεοί.
    Σήκωσε το ραβδί της κατά μεριά του, μα σαν το κατέβασε, ήταν σαν να βούλιαξε κάτω απ’ το τραπέζι , έτσι που νόμισε ότι άνοιξε η γης και το κατάπιε. Γιατί όταν έγειρε πιο κοντά είδε ότι δεν υπήρχε τίποτα εκεί πέρα. Κι όταν ξανάνοιξε τη Βίβλο της για να λύσει τις απορίες της, ο αγέρας σάρωσε άλλες τριάντα σελίδες και τις σκόρπισε σε στάχτη κάτω απ’ τα δέντρα.»

    Απόσπασμα από «Το μαύρο κορίτσι που αναζητούσε το Θεό» του Τζ. Μπέρναρντ Σω
     
  9. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    ΑΝΙΚΗΤΟΣ!!!
       
     
  10. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Άλφα στερητικό



    Άχαρη μέρα, μη σταματάς, να μας δαγκώνεις, να μας πονάς...​
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  11. Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Απρόσιτος



    Μείνε ακατανόητος σκοτεινός και κακόγευστος
    Αφήνοντας ξωπίσω σου δύσοσμους όγκους σιωπής

    Γ. Αγγελάκας​
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  12. mona

    mona mea_maxima_culpa

    Απάντηση: Άλφα στερητικό

    Άτιτλο

    «Βρέχει με απόλυτη ειλικρίνεια.
    Άρα δεν είναι φήμη ο ουρανός
    υπάρχει
    και δεν είναι το χώμα λοιπόν
    η μόνη λύση
    όπως ισχυρίζεται ο κάθε τεμπέλης νεκρός.»

    Ασεβές το κανονικό

    «Τρελάθηκες δύση;

    Βγάλε αμέσως τα κόκκινα
    ντροπή
    στην κηδεία σου πας.»

    (από την ποιητική συλλογή «Μεταφερθήκαμε Παραπλεύρως», Κικής Δημουλά)