Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Αγαπημένα αποσπάσματα από βιβλία

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος prodigal sub, στις 12 Σεπτεμβρίου 2015.

  1. brenda

    brenda FU very much

    Όλοι είμαστε ένα, όλοι είμαστε μια κιντυνεύουσα ουσία. Μια ψυχή στην άκρα του κόσμου που ξεπέφτει, συντραβάει στον ξεπεσμό της και την ψυχή μας. Ένα μυαλό στην άκρα του κόσμου που βυθίζεται στην ηλιθιότητα, γιομώνει τα μελίγγια μας σκοτάδι.

    Γιατι ένας στα πέρατα τ΄ ουρανού και της γης αγωνίζεται.
    Ο Ένας.
    Κι αν χαθεί, εμείς έχουμε την ευθύνη.
    Αν χαθεί, εμείς χανόμαστε.

    Ασκητική, Νίκος Καζαντζάκης
     
  2. -Volt-

    -Volt- Contributor

    << Αμφισβήτησα την υποψηφιότητα μου για θεός, αυτό όμως δε θα πει και πως δεν είμαι φτιαγμένος από την ουσία του Θεού. Έτσι το κάθε δέντρο, η πέτρα. Η λοιπόν είμαι κι εγώ απ την ουσία του Θεού πλασμένος και τότε παιδί του, ή από κάτι άλλο και τότε αποπαίδι του. Το πρώτο σημαίνει πως μπορώ να σηκωθώ στα νύχια μου και να του ζητήσω λόγο. Το δεύτερο πως δεν έχω καμιά ηθική υποχρέωση να σωπάσω. Και συμπεραίνω: Δέχομαι να είμαι γιος του Θεού ή θύμα Του. Δούλος Του όμως όχι >>
    Μυστική ζωή, Άγγελος Τερζάκης


    << δεν ήταν παρά σα δυο καλοί φίλοι, σαν ομόφυλοι. Ξεχνούσαν ακόμα και ν’ αρέσουν ο ένας στον άλλο. Ούτε πόζες έπαιρναν, ούτε τις φράσεις τους ετόνιζαν με ματιές, ούτε ίχνος φιλαρέσκειας έδειχναν. Η αγνή, η πνευματική τους επικοινωνία παρουσίαζε μιαν αφέλεια καταπληκτική. Μα γι’ αυτό ίσα – ίσα ήταν τόσο ευτυχισμένοι >>
    Τρίμορφη γυναίκα, Γρηγόριος Ξενόπουλος

    << αν κάτι είναι αληθινό, είναι καθ’ εαυτό εντελώς αδιάφορο, ενώ το αν πιστεύεται ή όχι πως είναι αληθινό, έχει πολύ μεγάλη σημασία >>
    Αντίχριστος, Νίτσε


    << Θα βρεθούν ύστερ’ από χρόνια πολλοί και φίλοι κι αρνητάδες μου, και ντόπιοι και ξένοι, και συγκαιρινοί και μελλούμενοι που θα κάνουνε ντόρο μεγάλο γύρα στο θάνατο μου. Θα με πούνε ‘’των Ελλήνων τον άριστο’’, ‘’αηδόνα μουσών’’, ‘’τον δικαιότατον’’, ‘’τον φρονιμώτατον’’, ‘’κορώνα της Ελλάδος’’. Τα παιδιά σας θα μου χτίσουν εκκλησία, το ‘’Σωκράτειον’’ και θα μου κάνουνε θυσίες, κάθε χρόνο, την άνοιξη… Θα με προσκυνάνε για θεό ( σε ‘μενα δεν επιτρέψατε να ‘χω μήτε μιας πεντάρας δαιμόνιο… ) Και για ποιο λόγο; Οι πρώτοι για να κολλήσουνε τ’ όνομα τους δίπλα στο δικό μου και ν’ ακούγονται μαζί μου κι οι δέφτεροι για να δείξουνε, πως αν εζούσα στα χρόνια τους, θα με καταλαβαίνανε και θα με τιμούσαν! … Μπόσικα πράματα. Κι εκείνοι κι ετούτοι θα παραφουσκώνουνε την αξία μου και θ’ αδικούν εσάς, θα λένε ψέματα και θα πιστέβουνε ψέματα… >>

    << προσπαθούσα να βρίσκω πάντοτε μια μοναδική γνώμη, που να ΄ναι σε κάθε περίπτωση και για όλους υποχρεωτική, δηλαδή παντοτινή κι ανάλλαγη, πάνω από καιρούς και τόπους κι ανθρώπους – απόλυτη. Θα ‘πρεπε να ‘χει κάτι το θεϊκό μέσα της, να ‘ναι ‘’ιδέα’’. Και για να την εβρούμε δε θα ‘πρεπε καθόλου να ψάχνουμε στον όξω κόσμο, που ‘ναι διαβατικός και ψεύτικος, μα μέσα στην ψυχή μας που ‘ναι άϋλη κι αθάνατη. Στα βαθιά της ψυχής κρύβονται θαμμένες οι Ιδέες – αλήθειες, κάτου, από σκουριά πολλή, που τήνε σωριάζουνε μέσα της οι αιστήσες – αποθυμιές κι οι αποθυμιές – συφέρα >>

    << Όσο πιο ταπεινωμένος ο άνθρωπος, τόσο πιότερο κι αναποφάσιστος, όσο πιο κουρασμένος, τόσο λιγότερο ανασαίνει και σκέφτεται και θυμώνει. Χρειάζεται κουράγιο και μπίστη στον εαφτό σου, για ν’ αντισταθείς στην αδικία – και πιο πολύ ακόμα για ν’ αδικήσεις! Μαθημένος να φοβάσαι, δε θέλεις να φοβηθείς περισσότερο, Αφήνεσαι στη γλύκα της αβουλίας, στον εγωισμό του πόνου. Κι όχι μονάχα στέκεσαι να σου παίρνουν τα όσα δεν έχεις, μα δεν αγγίζεις και τα λίγα πό ‘χεις >>

    << Αν όλοι μας εφτυχούμε, δεν έχει κανένας ανάγκη να σωθεί. Όταν εκείνοι τρώνε, χορταίνουμ’ εμείς κι όταν αφτοί θησαβρίζουν, εμείς πλουταίνουμε, κι όταν εκείνοι δε γίνονται πλουσιότεροι, φτωχαίνουμ’ εμείς περισσότερο κι όταν εκείνων η περιουσία βρίσκεται σε κίντυνο, χάνουμ’ εμείς τον ύπνο μας >>

    Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, Κώστας Βάρναλης

    << Σημαίνει να καταστήσουμε τους ανθρώπους ικανούς να σκεφτούν ο καθένας στη μοναξιά του συνεισφέροντας στο σύνολο τον καρπό των σκέψεων τους για να αναπτυχθεί το άτομο, να σκεφτεί. Τώρα είμαστε υποταγμένοι στο λόγο του Κράτους το οποίο επιτρέπει τα πάντα: τις γενοκτονίες, τις σφαγές, την ποδηγέτηση των διανοούμενων, δηλαδή τον πνευματικό θάνατο… Μόνο η τέχνη και η φιλοσοφία τα ζωντανά ερωτήματα μπορούν να κρατούν σε εγρήγορση την ανθρωπότητα και να εμποδίζουν την ψυχή να αποκοιμηθεί. Μόνο η τέχνη και η φιλοσοφία μπορούν να αναπτύσσουν ό,τι αποτελεί την εσωτερική μας ελίτ >>

    Ελεγεία ενός παράλογου κόσμου, Ευγένιος Ιονέσκο

    << Κι αφού δεν κοιμάστε μαζί επέμενε ο νεαρός, πασχίζοντας να χωρέσει το πόδι του μέσα σ’ ένα γοβάκι της Κούλας, τότε τι κάνετε; Ζούμε, είπε η Κούλα >>


    << αφέθηκε μ’ εμπιστοσύνη στις κινήσεις των ανθρώπων στο σπίτι. Μέσα εκεί όλα έμοιαζαν κανονισμένα κι αποφασισμένα, θαρρείς ένα αόρατο χέρι να τα είχε επιμεληθεί. Εκεί αισθανόταν υπήρχε ένας Θεός – πληκτικός ίσως – ωστόσο υπήρχε >>

    Κυρά Κούλα, Μένης Κουμανταρέας

    << κοίταξε το ηλιοκαμένο δέρμα της λεπτής μας γερής γάμπας και σκέφτηκε πως μπορούσε να τη σκοτώσει, μα του ήταν αδύνατο να την αποχωριστεί >>

    Γέλιο στο σκοτάδι, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ

    << Απ' την Τρίτη στην Τετάρτη τουφέκισαν δεκαεπτά
    Απ' την Πέμπτη στην Παρασκευή τουφέκισαν οχτώ
    Απ' την Παρασκευή στο Σάββατο τουφέκισαν εννιά
    Απ' το Σάββατο στην Κυριακή, τουφέκισαν δεκατρείς
    Εξ ημέρας έργα και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε ημέρα τη έβδομη Σάββατα, Κύριω τω Θεώ σου, είπε ο Κύριος.
    Τη νύχτα της Κυριακής τουφέκισαν τρεις >>
    Ισπανική διαθήκη, Άρθουρ Καίστλερ

    << ο νους είναι το ένα και η γνώση το δύο ( γιατί προχωρεί προς ένα σημείο από μια μοναδική κατεύθυνση ), ενώ ο αριθμός του επιπέδου είναι η γνώμη και εκείνος του στερεού η αίσθηση… Τα πράγματα εξάλλου συλλαμβάνονται άλλα με το νου, άλλα με τη γνώση, άλλα με τη γνώμη και άλλα με την αίσθηση, και, οι αριθμοί αυτοί είναι ταυτόχρονα οι ιδέες των πραγμάτων >>

    << Με το ευθύ πράγματι γνωρίζουμε και το ίδιο και το καμπύλο, γιατί κριτής και για τα δύο είναι ο κανόνας, ενώ το καμπύλο δεν είναι κριτής, ούτε για τον εαυτό του, ούτε για το ευθύ >>

    << όλα τα αισθανόμαστε με ενδιάμεσο…η αίσθηση είναι είδος μεσότητας ανάμεσα στις αντιθέσεις των αισθητών…η αίσθηση είναι εκείνο που δέχεται τις αισθητές μορφές χωρίς την ύλη, όπως το κερί δέχεται το αποτύπωμα του δαχτυλιδιού χωρίς το σίδερο και το χρυσό… Με τον ίδιο τρόπο και η αίσθηση κάθε αισθητού πάσχει από εκείνο που έχει χρώμα, ή γεύση, ή ήχο, όμως όχι από το συγκεκριμένο πράγμα, όπως κι αν λέγεται αυτό, αλλά από την ποιότητα και τη μορφή του >>

    << Και η αποστροφή λοιπόν και η επιθυμία, είναι ενέργειες της ίδιας ικανότητας και δεν είναι άλλο να επιθυμείς και άλλο να αποστρέφεσαι, ούτε μεταξύ τους διαφέρουν…αλλά μόνο η ουσία τους είναι διαφορετική…όταν η ψυχή βεβαιώσει ή αρνηθεί το καλό ή το κακό, αποφεύγει, ή επιδιώκει. Γι’ αυτό η ψυχή ποτέ δε σκέφτεται χωρίς εικόνα… Η νοητική ικανότητα λοιπόν σκέφτεται τις μορφές μέσα στις εικόνες >>

    Περί ψυχής, Αριστοτέλης

    <<Άλλοτε αν θυμάμαι καλά η ζωή μου ήταν ένα συμπόσιο, όπου άνοιγαν όλες οι καρδιές, όπου κυλούσαν όλα τα κρασιά. Ένα βράδυ κάθισα την Ομορφιά στα γόνατα μου – Και τη βρήκα πικρή. Και την καταράστηκα…
    Κατόρθωσα να εξαφανίσω απ’ το πνεύμα μου όλη την ανθρώπινη ελπίδα. Για να στραγγαλίσω κάθε χαρά, έκανα το ύπουλο πήδημα του άγριου ζώου. Φώναξα τους δημίους για να δαγκώσω, πεθαίνοντας, το κοντάκι των τουφεκιών τους Φώναξα τις μάστιγες, για να με πνίξουν με την άμμο, το αίμα. Η δυστυχία ήταν ο θεός μου. Ξάπλωσα μέσα στη λάσπη, στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος. Και έπαιξα ωραία παιχνίδια της τρέλας. Και η άνοιξη μου ‘φερε το φριχτό γέλιο του ηλιθίου. Λοιπόν, τώρα τελευταία όταν έφτασα στο σημείο να κάνω το τελευταίο κουάκ! Σκέφτηκα ν’ αναζητήσω το κλειδί του παλιού συμποσίου, όπου θα ξανάβρισκα ίσως την όρεξη μου >>

    20 πεζά ποιήματα, Αρθούρος Ρεμπώ

    << Δεν πρέπει να κατηγορεί κανείς το παράδοξο, που είναι το πάθος της σκέψης: ο στοχαστής χωρίς παράδοξο μοιάζει με εραστή χωρίς πάθος, μια ωραία μετριότητα. Αλλά σύμφυτη με κάθε πάθος που φτάνει στο αποκορύφωμα του, είναι πάντα η θέληση της αυτοκαταστροφής του: έτσι και το ύψιστο πάθος της λογικής είναι να θέλει ένα εμπόδιο, το οποίο, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να προκαλεί την απώλεια της. Το ύψιστο παράδοξο της σκέψης είναι, κατ’ αντιστοιχία, η θέληση ν’ ανακαλύψει κάτι που διαφεύγει απ’ την επιρροή της >>

    << Ένας άνθρωπος μπορεί να εξαπατηθεί με πολλούς τρόπους: Ίσως να εξαπατηθεί πιστεύοντας στο ψεύτικο, αλλά επίσης μπορεί να εξαπατηθεί όταν δεν πιστεύει στο αληθινό. Κάποιος άλλος ίσως να εξαπατηθεί απ’ τα φαινόμενα, αλλά επίσης ίσως να εξαπατηθεί απ’ την επιφάνεια της εξυπνάδας, απ’ την κολακευτική έπαρση που είναι απόλυτα βέβαια ότι δε μπορεί να εξαπατηθεί >>.

    << Μπορούμε να συγκρίνουμε την αγωνία με τον ίλιγγο. Μας πιάνει ίλιγγος όταν βυθίζουμε το βλέμμα σε μιαν άβυσσο. Αλλά η αιτία του φαινομένου δεν είναι λιγότερο το μάτι από την άβυσσο, γιατί φτάνει να μην κοιτάξουμε. Έτσι η αγωνία είναι ο ίλιγγος της ελευθερίας που παρουσιάζεται όταν το πνεύμα θέλει να θέσει τη σύνθεση, ενώ η ελευθερία, συνειδητοποιώντας το βάθος των δυνατοτήτων της αρπάζει το πεπερασμένο για να στηριχτεί >>

    Για το μυστήριο του ανθρώπου, Σάϊρεν Κιρκεγκώρ

    << Ο χρόνος έχει φθείρει σημαντικά την ύπαρξη του Δράκοντα. Πιστεύουμε στην ύπαρξη του λιονταριού τόσο γιατί είναι μια πραγματικότητα, όσο και γιατί είναι κάποιο σύμβολο >>


    << ο βασιλίσκος γινόταν όλο και πιο φοβερός και τρομερός ώσπου στο τέλος ξεχάστηκε >>

    Το βιβλίο των φανταστικών όντων, Χορχέ Λουί Μπόρχες

    << αν όμως κάτι υποχρεωτικό είναι ασόβαρο, σοβαρό από την άλλη είναι σίγουρα το προαιρετικό >>

    << μια χαρά που τη βαραίνει η υποχρέωση ν’ αντικαθιστά άλλες χαρές, σύντομα φθείρεται, γίνεται ανιαρή χαρά >>

    << διασχίζουμε το παρόν με μάτια δεμένα. Το πολύ πολύ να διαισθανθούμε και να μαντέψουμε αυτό που ζούμε τη συγκεκριμένη στιγμή. Αργότερα μόνο, όταν πια λύνουμε τα μάτια μας και εξετάσουμε το παρελθόν, αντιλαμβανόμαστε αυτό που ζήσαμε και κατανοούμε τη σημασία του >>

    << Μη δίνεις σημασία, η ασκήμια λειτουργεί θετικά. Κανένας δε θέλει να μείνει για ώρα πουθενά, οι πάντες βιάζονται κι αυτό δίνει στη ζωή τον επιθυμητό ρυθμό. Αλλά δε θα το βάλουμε κάτω εμείς. Μπορούμε να πούμε ένα σωρό πράγματα, εδώ στην ασφάλεια που μας παρέχει αυτό το άσκημο μαγαζί >>
    Κωμικοί έρωτες, Μίλαν Κούντερα
     
  3. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Holy Bible - Best God Damned Version - Genesis:

    "Dad! I've found the girl of my dreams! I just fucked her in the road or in a ditch or in the shadow of a camel. I can't remember where or how many times or who was watching or if there were camels, I can't remember anything but that I love her and I have to marry her!"

    ...

    "All right, all right!" Hamor cried, quieting them. "As I was saying, these are fine men. Let them settle among us. There is plenty of room for everybody and we'll all be one big, happy family. And all they ask is that we skin our dicks!"
    The men were stunned.
    Finally, one cried, "Skin our dicks?"
    "You mean, like a cucumber?"
    "Are you out of your fucking mind?"
    There was screaming and yelling and confusion.
    "Quiet down, all of you!" Hamor the headman cried, settling them.
    "It's not as stupid as it sounds. They move in and smile and wave at us and we get all of their livestock! How's that for a deal? We're rich! And all we gotta do is skin our dicks!"
    Well, when you put it that way...

    ...

    I doubt there was much dancing at the wedding, what with all the men limping around in agony, holding their bloody crotches, and I won't even consider what Shechem's sore dick wedding night performance might have been like, but none of that mattered.

    ...

    Such were Jacob's evaluations of his sons, let's summarize them:
    • Joseph–Great man!
    • Asher–Good farmer.
    • Benjamin–Good soldier.
    • Judah–Born leader.
    • Zebulun–Ordinary man.
    • Issachar–Ordinary man.
    • Naphtali–Meaningless man.
    • Dan–Snake.
    • Gad–Bandit.
    • Reuben–Stepmotherfucker.
    • Simeon–Violent and despicable man.
    • Levi–Violent and despicable man.

    I note all this in case you assumed the patriarchs of the famous Twelve Tribes of Israel were all great and noble men. Israel himself only had high regard for two of them: Joseph and Judah. He had little regard for five of his sons and he either had no use for or he outright despised his other five sons. His most interesting evaluation was of Levi, whom he despises as a malicious murderer and, yet, it is Levi's lineage who will become the Israelite priests. Isn't that interesting!
     
    Last edited: 23 Φεβρουαρίου 2018
  4. prodigal sub

    prodigal sub ΠαΝούργα Premium Member

    ...Στο μέρος που τα δάκρυα της είχαν ποτίσει το έδαφος, μέρες μετά ρίζωσε και άνθισε μια άγρια ανεμώνη. Και άλλες μέρες μετά φύτρωσε και άνθισε και πρόβαλε χαρούμενη τα κίτρινα, πορτοκαλιά και κόκκινα πέταλά της, στο χρώμα των ηλιαχτίδων που την έτρεφαν στο μυστικό κύκλο της ζωής της, προς το άστρο της ημέρας που της χαμογελούσε σε κάθε ανατολή του.

    Σαν ήρθε ο χειμώνας στο έρημο πια δελφικό μαντείο και τον ήλιο σκέπασαν βαριά μολυβένια σύννεφα βροχής, η μικρή ανεμώνη μαράθηκε.
    Μα οι ρίζες της ήταν βαθιά ριζωμένες στο χώμα. Έτσι την άνοιξη πέταξε πάλι το μικρό της κορμάκι στον επάνω κόσμο των θνητών και των παθών που τους κυβερνούσαν.

    Και αυτό, η ίδια λειτουργία, γινόταν όλους τους χειμώνες και τις ανοίξεις που ακολουθούσαν. Κάθε φορά η μικρή ανεμώνη άνθιζε και κάθε φορά μαραινόταν σε μια μάταιη και καταδικασμένη προσπάθεια, που τη στήριζε, θαρρείς, μονάχα η πίστη της γι’ αυτό που περίμενε.
    Και τα χρόνια γίνηκαν αιώνες και οι αιώνες χιλιετίες, και το μικρό λουλούδι σ’ έναν αέναο άχρονο κύκλο χαμογελούσε στον ήλιο και πάγωνε στη χειμωνιά.

    Και περίμενε...

    Ο μόνος που ήξερε τι περίμενε ήταν ο φίλος της ο άνεμος, που της χάιδευε και της ψιθύριζε ανάμεσα στα πέταλά της τα μυστικά του. Ο ίδιος άνεμος που γλιστρούσε απορημένος πάνω στα λεηλατημένα και χορταριασμένα πια μάρμαρα του δελφικού μαντείου, του ομφαλού ολόκληρης της Γης, και που είχε κρατήσει μέσα στην ατέρμονη περιπλάνησή του τις θυμήσεις των άλλων καιρών που είχαν περάσει για πάντα.

    Και η μικρή ανεμώνη περίμενε. Γιατί τα δάκρυα, που την είχαν γεννήσει ένα χλομό πρωινό χιλιάδες χρόνια πριν, ήξεραν μονάχα τη μία και μοναδική γνώση: πως η φράση <<για πάντα>> δεν υπάρχει στην ιστορία.

    Και περίμενε...

    ...

    ...Η άγνωστη μορφή ζωής ήταν πια ευδιάκριτη και σε φυσικό μέγεθος κάλυπτε ολόκληρη σχεδόν την οθόνη, στη μέγιστη δυνατή μεγέθυνση που οι ηλεκτρονικοί αναλυτές, οι κάμερες και οι φασματογράφοι κάποιον πανικόβλητων χειριστών μπορούσαν να δώσουν.

    Ο Αιώνιος Έφηβος είχε επιστρέψει. Περπατούσε γυμνός μέσα στην έρημο της Νεβάδα, με τις τέλειες σωματικές αναλογίες που μόνο τ’ αρχαία ελληνικά αγάλματα κατάφερναν ν’ αποδώσουν στους λατρευτικούς χώρους προς τιμήν Του.

    Το βάδισμά Του ήταν σταθερό, σαν να έβλεπε κάπου πολύ κοντά το τέλος του δρόμου που είχε να διαβεί. Μια από τις κάμερες εστίασε στο πρόσωπό Του και όλοι οι κατοικημένοι πλανήτες είδαν το αινιγματικό χαμόγελό Του.

    Τον είχαν ονομάσει με πολλά ονόματα, όμως αυτό που είχε επικρατήσει αποτύπωνε την ουσία των πραγμάτων. Γιατί ήταν το μόνο που δήλωνε πως δεν υπήρχαν πολλοί θεοί.

    Και τώρα ο Κύριος του Φωτός, ο Ηνίοχος του Ήλιου, είχε επιστρέψει. Γυμνός και ξυπόλυτος, όπως τα βρέφη που έρχονται για πρώτη φορά στον κόσμο τούτο, ο Απόλλων βάδιζε μέσα από δισεκατομμύρια αναμεταδόσεις της εικόνας Του στην ξερή σκόνη της ερήμου.

    Επέστρεφε.

    Και η φωτιά περπατούσε μαζί Του._

    Μεσσιανική αυτοκρατορία 2 "Η φωτιά περπατά μαζί μου"
    Κωνσταντίνος Ρωμοσιός
     
  5. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Όχι είμαι η φωνή σου, ταξιδεύω πάντα μαζί σου, δε σ’ αφήνω, αλίμονο να σε άφηνα μονάχο! Μια φορά, όταν πάλι πετάχτηκα θυμωμένη από το σπλάχνο σου, μου ‘δωκες ένα όνομα και το κρατώ, μου αρέσει, είμαι η Τίγρη η Συνταξιδιώτισσα.

    Σώπασε, την γνώρισα, κι η καρδιά μου στερεώθηκε. Γιατί να τη φοβηθώ; Ταξιδεύουμε πάντα οι δύο μας, όλα τα είδαμε και τα χαρήκαμε μαζί. Φάγαμε κι ήπιαμε οι δύο μας στα τραπέζια της ξενιτιάς, πονέσαμε μαζί, χαρήκαμε μαζί πολιτείες, γυναίκες, ιδέες. Και όταν φορτωμένοι λάφυρα, γεμάτοι πληγές, γυρίζαμε στο ήσυχο κελί μας, η τίγρη ετούτη γαντζώνουνταν αμίλητη στην κορφή του κεφαλιού μου, εκεί ‘ ναι η σπηλιά της. Απλώνεται σοφιλιαστά γύρα στο κρανίο μου ,χώνει τα νύχια της στο μυαλό μου κι αναθιβάνουμε κι οι δυο, άλαλοι, τα όσα είδαμε, και λαχταρίζουμε τα όσα έχουμε ακόμα να δούμε.

    Χαιρόμαστε που όλος ο κόσμος, ορατός και αόρατος, είναι βαθύ, αξεδιάλυτο μυστικό βαθύ, ακατανόητο, πέρα από το νου, την πεθυμιά, από τη βεβαιότητα. Κουβεντιάζουμε, η Τίγρη η Συνταξιδιώτισσα και εγώ, και γελούμε που είμαστε τόσο σκληροί, τρυφεροί και αχόρταγοι, γελούμε με την αχορταγιά μας, και ας ξέρουμε πως ένα βράδυ, σίγουρα, θα δειπνήσουμε με μια φούχτα χώμα και θα χορτάσουμε.


    Ν.Καζατζάκης , Αναφορά στο Γκρέκο

     
  6. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    Δύο προφήτες όδευαν μέσα στην έρημο και λογομαχούσαν, ο ένας έλεγε πως ο Θεός είναι φωτιά, ο άλλος πως είναι μία κερήθρα μέλι, φώναζαν, ξελαρυγγίζουνταν, μα κανένας δε μπορούσε να φέρει στα νερά του τον άλλον.

    Τέλος αγαναχτισμένος ο πρώτος άπλωσε το χέρι του στο αντικρινό βουνό:

    - Αν λέω αλήθεια το βουνό να αρχίσει να τρέμει.

    Και ως το ‘πε, το βουνό άρχισε κιόλας να τρέμει.

    - Αυτό δεν είναι απόδειξη! Αποκρίθηκε ο δεύτερος προφήτης με περιφρόνηση.

    - Αν λέω αλήθεια, ένας άγγελος να κατέβει από τον ουρανό και να πλύνει τα πόδια μου.


    Και ως το ‘πε, ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό, έσκυψε κι άρχισε να του πλένει τα πόδια.

    Μα ο άλλος σήκωσε τους ώμους,

    -Αυτό δεν είναι απόδειξη, είπε.

    Αν λέω αλήθεια ο Θεός να φωνάξει: Είναι αλήθεια!

    Κι ως το ‘πε, φωνή ακούστηκε από τον ουρανό : «Είναι αλήθεια!»

    Μα ο δεύτερος προφήτης σήκωσε πάλι τους ώμους.

    - Αυτό δεν είναι απόδειξη,είπε.

    Κι ίσια ίσια τη στιγμή εκείνη περνούσε ο Ηλίας από τον ουρανό κι είδε το Θεό να γελάει, ζύγωσε:

    - Γιατί γελάς ,Κύριε; Ρώτησε.

    - Είμαι ευχαριστημένος, Ηλία, αποκρίθηκε ο Θεός, βλέπω κάτω στη γης να μιλούν δυο αληθινοί γιοι μου.



    Ν.Καζατζάκης , Αναφορά στο Γκρέκο

     
  7. brenda

    brenda FU very much

    Επειδή τον κακολόγησα (φτού μου), πρόσφατα, πρέπει να βάλω κι εγώ άλλο ένα απόσπασμα από το δικό μου αγαπημένο που πάντα κυκλοφορεί κάπου κοντά μου...


    Η ΣΙΓΗ

    Μια Φλόγα είναι η ψυχή του ανθρώπου· ένα πύρινο πουλί, πηδάει από κλαρί σε κλαρί, από κεφάλι σε κεφάλι, και φωνάζει: «Δεν μπορώ να σταθώ, δεν μπορώ να καώ, κανένας δεν μπορεί να με σβήσει!»

    Δέντρο φωτιά γίνεται ολομεμιάς το Σύμπαντο. Ανάμεσα από τους καπνούς κι από τις φλόγες, αναπαμένος στην κορυφή της πυρκαγιάς, κρατώ αμόλευτο, δροσερό, γαλήνιο, τον καρπό της φωτιάς, το Φως.

    Από την αψηλή τούτη κορυφή κοιτάζω την κόκκινη γραμμή που ανηφορίζει· τρεμάμενο αίματερό φωσφόρισμα, που σούρνεται σαν έντομο ερωτεμένο μέσα από τους αποβροχάρικους γύρους του μυαλού μου.

    Εγώ, ράτσα, άνθρωποι, γης, θεωρία και πράξη, Θεός, φαντάσματα από χώμα και μυαλό, καλά για τις απλοϊκές καρδιές που φοβούνται, καλά για τις ανεμογγάστρωτες ψυχές που θαρρούν πως γεννούνε.

    Από πού ερχόμαστε; Πού πηγαίνουμε; Τί νόημα έχει τούτη η ζωή; φωνάζουν οι καρδιές, ρωτούν οι κεφαλές, χτυπώντας το χάος.

    Και μια φωτιά μέσα μου κίνησε ν’ απαντήσει. Θα ’ρθει μια μέρα, σίγουρα, η φωτιά να καθαρίσει τη γης. Θα ’ρθει μια μέρα, σίγουρα, η φωτιά να εξαφανίσει τη γης. Αυτή είναι η Δευτέρα Παρουσία.

    Μια γλώσσα πύρινη είναι η ψυχή κι αγλείφει και μάχεται να πυρπολήσει τον κατασκότεινο όγκο του κόσμου. Μια μέρα όλο το Σύμπαντο θα γίνει πυρκαγιά.

    Η φωτιά είναι η πρώτη κι η στερνή προσωπίδα του Θεού μου. Ανάμεσα σε δυο μεγάλες πυρές χορεύουμε και κλαίμε.

    Λαμποκοπούν, αντηλαρίζουν οι στοχασμοι και τα κορμιά μας. Γαλήνιος στέκουμαι ανάμεσα στις δυο πυρές κι είναι τα φρένα μου ακίνητα μέσα στον ίλιγγο και λέω:

    Πολύ μικρός είναι ο καιρός, πολύ στενός είναι ο τόπος ανάμεσα στις δυο πυρές, πολύ οκνός είναι ο ρυθμός ετούτος της ζωής· δεν έχω καιρό, δεν έχω τόπο να χορέψω! Βιάζουμαι!

    Κι ολομεμιάς ο ρυθμός της γης γίνεται ίλιγγος, ο χρόνος εξαφανίζεται, η στιγμή στροβιλίζεται, γίνεται αιωνιότητα, το κάθε σημείο — θες έντομο, θες άστρο, θες Ιδέα· γίνεται χορός.

    Ήταν φυλακή, κι η φυλακή συντρίβεται κι οι φοβερές δυνάμες μέσα λευτερώνουνται και το σημείο δεν υπάρχει πια!

    Ο ανώτατος αυτός βαθμός της άσκησης λέγεται: Σιγή. Όχι γιατί το περιεχόμενο είναι η ακρότατη άφραστη απελπισία για η ακρότατη άφραστη χαρά κι ελπίδα. Μήτε γιατί είναι η ακρότατη γνώση, που δεν καταδέχεται να μιλήσει, για η ακρότατη άγνοια, που δεν μπορεί.

    Σιγή θα πει: Καθένας, αφού τελέψει τη θητεία του σε όλους τους άθλους, φτάνει πια στην ανώτατη κορφή της προσπάθειας· πέρα από κάθε άθλο, δεν αγωνίζεται, δε φωνάζει· ωριμάζει αλάκερος σιωπηλά, ακατάλυτα, αιώνια με το Σύμπαντο.

    Αρμοδέθηκε πια, σοφίλιασε με την άβυσσο, όπως ο σπόρος του αντρός με το σπλάχνο της γυναίκας.

    Είναι πια η άβυσσο η γυναίκα του και τη δουλεύει, ανοίγει, τρώει τα σωθικά της, μετουσιώνει το αίμα της, γελάει, κλαίει, ανεβαίνει, κατεβαίνει μαζί της, δεν την αφήνει!

    Πώς μπορείς να φτάσεις στο σπλάχνο της άβυσσος και να την καρπίσεις; Αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί, δεν μπορεί να στριμωχτεί σε λόγια, να υποταχτεί σε νόμους· καθένας έχει και τη λύτρωση τη δική του, απόλυτα ελεύτερος.

    Διδασκαλία δεν υπάρχει, δεν υπάρχει Λυτρωτής που ν’ ανοίξει δρόμο. Δρόμος ν’ ανοιχτεί δεν υπάρχει.

    Καθένας, ανεβαίνοντας απάνω από τη δική του κεφαλή, ξεφεύγει από το μικρό, όλο απορίες μυαλό του.

    Μέσα στη βαθιά Σιγή, όρθιος, άφοβος, πονώντας και παίζοντας, ανεβαίνοντας ακατάπαυτα από κορυφή σε κορυφή, ξέροντας πως το ύψος δεν έχει τελειωμό, τραγουδά, κρεμάμενος στην άβυσσο, το μαγικό τούτο περήφανο ξόρκι:

    ΠΙΣΤΕΥΩ Σ’ ΕΝΑ ΘΕΟ, ΑΚΡΙΤΑ, ΔΙΓΕΝΗ, ΣΤΡΑΤΕΥΟΜΕΝΟ, ΠΑΣΧΟΝΤΑ, ΜΕΓΑΛΟΔΥΝΑΜΟ, ΟΧΙ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟ, ΠΟΛΕΜΙΣΤΗ ΣΤ’ ΑΚΡΟΤΑΤΑ ΣΥΝΟΡΑ, ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΦΩΤΕΙΝΕΣ ΔΥΝΑΜΕΣ, ΤΙΣ ΟΡΑΤΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΟΡΑΤΕΣ.

    ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤ’ ΑΝΑΡΙΘΜΗΤΑ, ΕΦΗΜΕΡΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΠΟΥ ΠΗΡΕ Ο ΘΕΟΣ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΚΑΙ ΞΕΚΡΙΝΩ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΑΥΤΗ ΡΟΗ ΤΟΥ ΤΗΝ ΑΚΑΤΑΛΥΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ.

    ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΑΓΡΥΠΝΟ ΒΑΡΥΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ, ΠΟΥ ΔΑΜΑΖΕΙ ΚΑΙ ΚΑΡΠΙΖΕΙ ΤΗΝ ΥΛΗ· ΤΗ ΖΩΟΔΟΧΑ ΠΗΓΗ ΦΥΤΩΝ, ΖΩΩΝ ΚΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ.

    ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΟ ΧΩΜΑΤΕΝΙΟ ΑΛΩΝΙ, ΟΠΟΥ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΝΥΧΤΑ ΠΑΛΕΥΕΙ Ο ΑΚΡΙΤΑΣ ΜΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ.

    «ΒΟΗΘΕΙΑ!» ΚΡΑΖΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ. «ΒΟΗΘΕΙΑ!» ΚΡΑΖΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ, ΚΙ ΑΚΟΥΩ.

    ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΚΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΚΙ ΟΙ ΡΑΤΣΕΣ ΟΛΕΣ, ΚΙ ΟΛΗ Η ΓΗΣ, ΑΚΟΥΜΕ ΜΕ ΤΡΟΜΟ, ΜΕ ΧΑΡΑ, ΤΗΝ ΚΡΑΥΓΗ ΣΟΥ.

    ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΣΟΙ ΑΚΟΥΝ ΚΑΙ ΧΥΝΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΣΕ ΛΥΤΡΩΣΟΥΝ, ΚΥΡΙΕ, ΚΑΙ ΛΕΝ: «ΕΓΩ ΚΑΙ ΣΥ ΜΟΝΑΧΑ ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ.»

    ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΣΟΙ ΣΕ ΛΥΤΡΩΣΑΝ, ΣΜΙΓΟΥΝ ΜΑΖΙ ΣΟΥ, ΚΥΡΙΕ, ΚΑΙ ΛΕΝ: «ΕΓΩ ΚΑΙ ΣΥ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝΑ.»

    ΚΑΙ ΤΡΙΣΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΣΟΙ ΚΡΑΤΟΥΝ, ΚΑΙ ΔΕ ΛΥΓΟΥΝ, ΑΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ ΤΟΥΣ, ΤΟ ΜΕΓΑ, ΕΞΑΙΣΙΟ, ΑΠΟΤΡΟΠΑΙΟ ΜΥΣΤΙΚΟ:

    ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΑ ΤΟΥΤΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!
    ΤΕΛΟΣ

    Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική. Salvatores Dei, Αθήνα 1962.
     
  8. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

     
     
  9. brenda

    brenda FU very much

     
     
     
       

    Και η σελίδα 53...

     

    Συγνώμη για τις φωτό, αλλά είναι κάπως σαν αρχειακού τύπου το υλικό. Ελπίζω να το απολαύσετε...
     
  10. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

  11. lexy

    lexy .ti.va.

    Τι ωραίο το πολυτονικό ☆
     
  12. Don T

    Don T New Member

     
    Κι έτσι αρχίζει...