Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Αγαπημένα αποσπάσματα από βιβλία

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος prodigal sub, στις 12 Σεπτεμβρίου 2015.

  1. Iwn1989

    Iwn1989 Regular Member

    "Την εποχή εκείνη, για να ταξιδέψει ένας κληρικός στο εξωτερικό, έπρεπε να είχε άδεια της Ιεράς Συνόδου. Η «εκκλησιαστική» γραφειοκρατία έγινε η αιτία να χάσω το υπερωκεάνιο, γιατί δεν μπόρεσα να πάρω την άδεια πριν από την αναχώρησή του. Έτσι αναγκάστηκα να ταξιδέψω αεροπορικώς και μετά από μιας ημέρας παραμονή στη Ρώμη να επιβιβαστώ στο πλοίο στην Αγκόνα. Στο ταξίδι άρχισα να γεύομαι τα παπαδικά προνόμια. Τη ζωή της.... αυτοθυσίας και των κακουχιών. Εκτός του δωρεάν ταξιδιού, είχα καμπίνα πρώτης θέσεως και γευμάτιζα με άλλες διασημότητες του πλοίου στο τραπέζι του πλοιάρχου. Αργότερα έμαθα ότι εμείς οι σύγχρονοι κληρικοί είμαστε ασφαλώς μαθητές του Χριστού που οδοιπορούσε και διάδοχοι των αποστόλων που ταξίδευαν στα αμπάρια των πλοίων, αλλά για τη δόξα της Εκκλησίας και του Χριστού θα πρέπει να ταξιδεύουμε στην πρώτη θέση των αεροπλάνων και να έχουμε τα πολυτελέστερα αυτοκίνητα· όχι βέβαια όλοι, αλλά οι επίσκοποι, γιατί αυτοί είναι εις τόπον Χριστού. Αν τώρα παραξενεύομαι που, ενώ ο τόπος του Χριστού ήταν ένας στάβλος, ο τόπος του επισκόπου, που είναι εις τόπον Χριστού, είναι ένα παλάτι, αυτό συμβαίνει επειδή δεν έχω αντιληφθεί το βάθος της Ορθοδόξου θεολογίας. Για τον ίδιο λόγο δεν μπορώ να καταλάβω πώς τα επίχρυσα σιδερικά, τα στρας και οι χρυσοΰφαντες ταπετσαρίες αποτελούν πρόγευση των εσχάτων και της δόξας του Θεού..."

    π. Φιλόθεος Φάρος- "Συγκυρίες και επιλογές"
     
  2. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    "Ξέρεις, Ανθρωπάκο, πώς θα ένιωθε ένας αετός αν κλωσσούσε αυγά κότας; Στην αρχή ο αετός νομίζει οτι θα κλωσσήσει μικρά αετόπουλα που θα τα αναθρέψει για να γίνουν αετοί. Αυτά όμως που βγαίνουν απ'τ'αυγό είναι, φυσικά, μικρά κλωσσόπουλα. Απελπισμένος ο αετός συνεχίζει να πιστεύει οτι θα κλωσσόπουλα θα γίνουν κάποτε αετοί. Όμως οχι, στο τέλος δε γίνονται παρά κότες που κακαρίζουν. Όταν ο αετός το καταλαβαίνει, παλεύει σκληρά για να καταπνίξει την επιθυμία του να φάει όλα τα κοτόπουλα και τις φλύαρες κότες. Αυτό που τον συγκρατεί είναι μια μικρή ελπίδα. Η ελπίδα πως, κάποια μέρα, μεσ'απ'το πλήθος των ανόητων κοτόπουλων θα ξεπεταχτεί ένα αετόπουλο, που θα μεγαλώσει, σαν τον ίδιο, και που, πετώντας ψηλά, θ'αντέξει πέρα μακριά, ψάχνοντας για καινούργιους κόσμους, κανούργιες σκέψεις, καινούργιους τρόπους ζωής. Μόνο αυτή η ελπίδα συγκρατεί το θλιμμένο, μοναχικό αετό απ'το να φάει όλα τα κοτόπουλα και τις κότες που κακαρίζουν. Δε βλέπουν, τα κοτόπουλα και οι κότες, πως ζουν σ'ένα ψηλό, απόκρημνο βουνό, ψηλά πάνω απ'τις υγρές και σκοτεινές κοιλάδες. Δεν κοιτάζουν πέρα μακριά, σαν τον μοναχικό αετό. Το μόνο που κάνουν είναι να καταπίνουν αδιάκοπα οτι τους φέρνει ο αετός στη φωλιά. Μαζεύονται κάτω απ'τις δυνατές φτερούγες του, όταν έξω βρέχει και χιονίζει, αφήνοντας τον αετό να υπομένει τη θύελλ χωρίς καμία προστασία. Ή, όταν τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα, του πετάνε κρυφά μικρές κοφτερές πέτρες για να τον χτυπήσουν και να τον πληγώσουν. Όταν ο αετός καταλαβαίνει την κακοήθεια αυτή, η πρώτη του αντίδραση είναι να τα κατασπαράξει. Αλλά το σκέφτεται καλύτερα κι αρχίζει να τα λυπάται. Κάποτε, λέει μ'ελπίδα, μέσα απ'το πλήθος των ανόητων, λαίμαργων και μυωπικών κοτόπουλων θα ξεπεταχτεί, πρέπει να ξεπεταχτεί, ενα αετόπουλο που θα γίνει σαν κι αυτόν τον ίδιο.

    Ο μοναχικός αετός, μέχρι σήμερα, δεν έχει εγκαταλείψει την ελπίδα αυτή. Κι έτσι συνεχίζει να κλωσσάει κοτόπουλα."

    Reich,W. Rede an den kleinen Mann
    (μτφ. Δ.Παπαδημητρίου)
     
  3. brenda

    brenda FU very much

    Τι μου θύμισες!
    Σ´ευχαριστώ...
     
  4. Ερχότανε σπίτι μου κάθε μέρα, κι εγώ άρχιζα να την περιμένω απ' το πρωί. Εκδήλωνα την υπερέντασή μου μετατοπίζοντας αδιάκοπα διάφορα αντικείμενα πάνω στο τραπέζι. Δέκα λεπτά πριν φτάσει, καθόμουν στο παραθυράκι κι αφουγκραζόμουν, περιμένοντας τα τρίξει η παλιά καγκελόπορτα.
    Εκείνη διάβαινε την πόρτα μόνο μια φορά, μα η καρδιά μου ως εκείνη την ώρα θα χτυπούσε το λιγότερο σε δέκα απατηλά τριξίματα. Δε λέω ψέμματα. Και μετά, όταν πλησίαζε η ώρα να έρθει κι οι δείχτες έδειχναν μεσημέρι, η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει, ώσπου τα σκαρπίνια της, με τα μαύρα καστόρινα λουράκια και τις μεταλλικές αγκράφες, να φτάσουν χωρίς κανένα χτύπο, τελείως αθόρυβα, στο ίδιο επίπεδο με το παράθυρό μου.

    The Master and Margarita
    M. Bulgakov
     
  5. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    «…Η πρώτη εσωτερική επανάσταση της Σαμπίνας κατά του κομμουνισμού δεν ήταν ηθικής τάξεως αλλά αισθητικής. Αυτό που της γεννούσε αποστροφή δεν ήταν τόσο η ασχήμια του κομμουνιστικού κόσμου (οι πύργοι που είχαν μετατραπεί σε στάβλους) όσο η μάσκα της ομορφιάς με την οποία καλυπτόταν· μ’ άλλα λόγια, το κομμουνιστικό κιτς. Χαρακτηριστικό δείγμα του κομμουνιστικού κιτς είναι η λεγόμενη γιορτή της Πρωτομαγιάς…Όταν η παρέλαση πλησίαζε στην εξέδρα των επισήμων, ακόμα και τα πιο σκυθρωπά πρόσωπα φωτίζονταν από ένα χαμόγελο, σαν να ήθελαν να αποδείξουν πως χαίρονται όπως αρμόζει στην περίσταση ή, ακριβέστερα, πως συμφωνούν όπως αρμόζει στην περίσταση. Και δεν ήταν μια απλή πολιτική συμφωνία με τον κομμουνισμό, αλλά μια συμφωνία με την ύπαρξη αυτή καθαυτή…».

    Από το "Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι"
     
  6. Μάζευε από κάθε ακρογιαλιά τα πιο λεία βότσαλα.
    Πρόσεχε να μην έχουν πουθενά ακμή προεξοχή κάποιο ψεγάδι.
    Μετά τα έβαζε σε μια προθήκη.

    Κάθε φορά που ένιωθε να ξεχειλίζουν μέσα του τα αναπάντητα έπιανε ένα
    - το καλύτερο όπως του φάνταζε -
    και άγγιζε με τα δάχτυλα του τη σοφή στιλπνότητα της φύσης.

    Στίλβεται ο άνθρωπος, έλεγε, λειαίνεται.Αρκεί να αντέξει την υδάτινη ορμή και τη ρουτίνα της επανάληψης σε κάθε κύμα που αργά και σταθερά ξέρει πως θα τον νικήσει.


    Διώνη Δημητριάδου
    από τη συλλογή Λέξεις Απόκρημνες
     
  7. brenda

    brenda FU very much

    “… Όλες τις μέρες μιας άφεγγης ζωής ο χρόνος μας ανέχεται. Έρχεται όμως πάντα η στιγμή που πρέπει να τον ανεχτούμε και να τον υπομείνουμε εμείς. Ζούμε με το μέλλον: “αύριο”, “αργότερα”, “όταν σου δοθεί μια ευκαιρία”, “με τον καιρό θα καταλάβεις”. Αυτές οι ανακολουθίες είναι περίεργες αφού θα πεθάνουμε. Αλλά φτάνει η μέρα που ο άνθρωπος διαπιστώνει πως είναι τριάντα χρονών. Επιβεβαιώνει έτσι τη νιότη του. Την ίδια όμως στιγμή συγκρίνει τον εαυτό του με το χρόνο. Παίρνει θέση μέσα σ’ αυτόν. Αναγνωρίζει πως βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή και παραδέχεται πως έχει χρέος να την περάσει. Ανήκει στο χρόνο και τρομοκρατημένος βλέπει στο πρόσωπο του χρόνου το χειρότερο εχθρό του. Αύριο, επιθυμούσε το αύριο, τη στιγμή που έπρεπε να μην το ήθελε μ’ όλο του το είναι. Αυτή η επανάσταση της σάρκας αποτελεί το παράλογο [Όχι όμως κυριολεκτικά. Δε δίνω έναν ορισμό, απαριθμώ συναισθήματα, ανεκτά απ' το παράλογο. Αλλά το τέλος της απαρίθμησης δε σημαίνει κι εξάντληση του παράλογου].

    Ένα βήμα πιο κάτω και να το παράλογο: βλέπουμε πως ο κόσμος είναι “αδιαπέραστος”, προαισθανόμαστε σε ποιο σημείο μας είναι ξένη μια πέτρα, διαπιστώνουμε πως είναι αδύνατο ν’ απλοποιήσουμε τα πράγματα, με πόσο πείσμα μπορεί να μας αντιστέκεται η φύση, ένα τοπίο. Στο βάθος κάθε ομορφιάς υπάρχει κάτι το απάνθρωπο και οι λόφοι, ο γλυκός ουρανός, τα δέντρα χάνουν την ίδια στιγμή το ψεύτικο νόημα που τους δίναμε, γίνονται πιο μακρινά κι από ένα χαμένο παράδεισο. Η πανάρχαιη σκληρότητα του κόσμου, περνώντας μέσα από χιλιάδες χρόνια, έρχεται να μας συναντήσει. Για μια στιγμή δεν τη νοιώθουμε, αφού για ένα σωρό αιώνες καταλαβαίναμε μονάχα τις μορφές και τα σχήματα που δίναμε στον κόσμο.

    Αλλ’ από δω και στο εξής δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το τέχνασμα. Ο κόσμος ξαναπαίρνει την πραγματική του μορφή και μας ξεφεύγει. Αυτά, τα από συνήθεια κρυμμένα σκηνικά ξαναπαίρνουν το αληθινό τους πρόσωπο. Απομακρύνονται. Με τον ίδιο τρόπο, υπάρχουν μέρες όπου στο πρόσωπο μιας γνωστής μας, ξαναβρίσκουμε σα μια ξένη, εκείνη που είχαμε αγαπήσει πριν μήνες ή χρόνια και ίσως επιθυμήσουμε αυτό που συχνά μας κάνει να νοιώθουμε τόσο μόνοι. Αλλά δεν ήρθε ακόμα η ώρα. Ένα μονάχα πράγμα πρέπει να έχουμε υπόψη μας: τη μυστικότητα κι ανομοιότητα του κόσμου που αποδεικνύουν το παράλογο…


    …Έρχομαι, τέλος, στο θάνατο και στο συναίσθημα που νοιώθουμε γι’ αυτόν. Πάνω σ’ αυτό έχουν λεχθεί τα πάντα και πρέπει ν’ αποφύγουμε το πάθος. Ποτέ, πάντως, δε θα εκπλαγούμε αρκετά επειδή όλος ο κόσμος ζει έτσι, δηλαδή σα “να μην ήξερε κανείς”. Αυτό συμβαίνει γιατί η εμπειρία του θανάτου δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Πραγματικά, μια εμπειρία τη δοκιμάζουμε μονάχα όταν τη ζούμε και τη συνειδητοποιούμε. Εδώ, πρέπει να δούμε αν είναι δυνατό να μιλάμε για την εμπειρία του θανάτου των άλλων. Αυτή είναι μια πνευματική άποψη που ποτέ δε δεχτήκαμε. Αυτή η μελαγχολική στάση δεν μπορεί να είναι πειστική. Στην πραγματικότητα, η φρίκη είναι συνυφασμένη μ’ αυτό τούτο το γεγονός.

    Αν μας τρομάζει ο χρόνος, μας τρομάζει γιατί αποδεικνύει το αποτέλεσμα που έρχεται. Σ’ αυτό το σημείο, για λίγο τουλάχιστον, όλες οι ωραίες συζητήσεις πάνω στην ψυχή παίρνουν ένα μάθημα απ’ τον αντίπαλό τους. Απ’ αυτό το ασάλευτο κορμί, η ψυχή λείπει. Αυτή η βασική κι οριστική πλευρά του γεγονότος αποτελεί το περιεχόμενο του παράλογου συναισθήματος. Κάτω απ’ το θνητό φως αυτού του πεπρωμένου, εμφανίζεται η ματαιότητα. Καμιά ηθική, καμιά προσπάθεια δε δικαιολογούνται a priori μπροστά στα ανάλγητα μαθηματικά που ρυθμίζουν την ύπαρξή μας.

    Το πρώτο βήμα που κάνει το πνεύμα είναι να διακρίνει το αληθινό απ’ το ψεύτικο. Εν τούτοις, η πρώτη ανακάλυψη της σκέψης είναι η αντίφαση. Σ’ αυτό το σημείο, είναι ανώφελο να προσπαθήσω να γίνω πειστικός. Γιατί, εδώ κι αιώνες, κανείς δεν το απέδειξε πιο σωστά απ’ τον Αριστοτέλη: “Μ’ όλους τους ισχυρισμούς συμβαίνει ό,τι πολλές φορές τονίσαμε σαν αναπόδραστη συνέπεια, δηλαδή ότι αυτοί οι ίδιοι αναιρούν τους εαυτούς τους. Γιατί εκείνος που λέει ότι τα πάντα είναι αλήθεια δέχεται και τον αντίθετο του δικού του ισχυρισμό, κι έτσι ο δικός του δε θα είναι αληθινός (γιατί αυτός που παραδέχεται σαν αληθινό τον αντίθετο ισχυρισμό καθιστά ψεύτικο το δικό του).

    Αντίθετα, εκείνος που λέει πως όλα είναι ψέμα, διαψεύδει αυτός ο ίδιος τον ισχυρισμό του. Εάν δε ο πρώτος ισχυρίζεται ότι ο αντίθετος του δικού του ισχυρισμός δεν είναι αληθινός, ο δε δεύτερος ότι δεν είναι ψεύτικος μόνο ο δικός του, θα δημιουργηθεί και για τους δυο η προϋπόθεση μιας ατέλειωτης σειράς αληθινών και ψεύτικων ισχυρισμών, γιατί εκείνος που λέει ότι κάποιος αληθινός ισχυρισμός είναι πραγματικά αληθινός, είναι μέσα στην αλήθεια κι αυτό συμβαίνει επ’ άπειρο” [Αριστοτέλη, Μετά τα Φυσικά, Γ8 1012β 13-22]…


    ..Τα ουσιαστικά στοιχεία του ανθρώπινου δράματος είναι η νοσταλγία της ενότητας, ο πόθος του απόλυτου. Το ότι όμως η νοσταλγία αυτή είναι ένα γεγονός δε σημαίνει πως πρέπει να επαναπαυόμαστε. Εάν, διαβαίνοντας το χάσμα που χωρίζει τον πόθο απ’ την κατάκτηση, διαπιστώσουμε όπως ο Παρμενίδης την ύπαρξη του Ενός (όποιο κι αν είναι), πέφτουμε στη γελοία αντίφαση ενός πνεύματος που διαπιστώνει την απόλυτη ενότητα και με την ίδια του τη διαπίστωση αποδεικνύει τη διαφοροποίησή του και την πολλαπλότητα που ισχυριζόταν πως θ’ απλοποιούσε. Σ’ αυτόν το φαύλο κύκλο οι ελπίδες μας σβήνουν. Όλα αυτά είναι αλήθειες. Θα επαναλάβω, για μια ακόμη φορά, πως το ενδιαφέρον δε βρίσκεται σ’ αυτές αλλά στα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε απ’ αυτές. Γνωρίζω κι άλλη μια αλήθεια: ο άνθρωπος είναι θνητός.


    Ωστόσο, πρέπει να έχουμε υπόψη τα πνεύματα που ξεκινώντας απ’ αυτή την αλήθεια κατέληξαν σ’ απόλυτα συμπεράσματα. Σ’ αυτό το δοκίμιο πρέπει να έχουμε αδιάκοπα στο μυαλό μας τη σταθερή διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σ’ εκείνο που νομίζουμε πως ξέρουμε, στην πρακτική συγκατάθεση και την εικονική άγνοια η οποία μας κάνει να ζούμε με ιδέες που, αν αποδεικνυόντουσαν αληθινές, θα ‘πρεπε ν’ αναστατώσουν ολόκληρη τη ζωή μας…


    …Για ποιόν και για ποιό μπορώ να πω ανεπιφύλακτα: “Αυτό το ξέρω!” Την καρδιά μου μπορώ να την καταλάβω και ξέρω πως υπάρχει. Τον κόσμο, μπορώ να τον αγγίξω και ξέρω, πάλι, πως υπάρχει. Εδώ σταματάει κάθε μου γνώση, τα υπόλοιπα είναι επινοήσεις. Γιατί, αν προσπαθώ να καταλάβω τον εαυτό μου για τον οποίο είμαι σίγουρος, αν προσπαθώ να τον καθορίσω και να τον συνοψίσω, αφήνω το νερό να κυλάει μέσ’ από τα δάκτυλά μου. Μπορώ να περιγράψω μία – μία όλες τις όψεις που ξέρει να παίρνει, ακόμα κι εκείνες που του έχουν αποδώσει, τη μόρφωση, την καταγωγή, την οργή ή τις σιωπές, την αξιοπρέπεια ή μικροπρέπεια.

    Αλλά δεν προσθέτουμε πρόσωπα. Ακόμα κι αυτή, η δική μου καρδιά θα μου μείνει άγνωστη για πάντα. Ανάμεσα στη βεβαιότητα που έχω για την ύπαρξή μου και στο νόημα που προσπαθώ να δώσω σ’ αυτή τη βεβαιότητα, υπάρχει ένα κενό που δε θα γεμίσει ποτέ. Ο εαυτός μου θα μου μείνει για πάντα ξένος. Στην ψυχολογία και στη λογική υπάρχουν αλήθειες αλλά λείπει η αλήθεια. Το Σωκρατικό “γνώθι σ’ αυτόν” αξίζει τόσο όσο το “έσο ενάρετος” της εξομολόγησης. Σ” αυτά βλέπουμε πως υπάρχει νοσταλγία και άγνοια. Αποτελούν άσκοπα παιχνίδια επάνω σε σπουδαία θέματα.

    Μονάχα μέσα στα πλαίσια που μπορεί κανείς να τα πλησιάσει παίρνουν κάποιο νόημα. Βλέπω ακόμα τα δέντρα που ξέρω τη σύστασή τους, το νερό που δοκιμάζω τη γεύση του. Πώς ν’ αρνηθώ αυτό τον κόσμο αφού υφίσταμαι την επίδρασή του, πώς ν’ αρνηθώ το άρωμα της χλόης και των άστρων, πώς ν’ αρνηθώ τη νύχτα και τις λίγες βραδιές που χαρίζουν στην καρδιά γαλήνη; Κι όμως ολόκληρη η επιστήμη αυτής της γης δε θα με πείσει ποτέ για το ότι αυτός ο κόσμος μου ανήκει…


    …Οι απαλές γραμμές των λόφων και το χέρι της νύχτας πάνω σ’ αυτήν τη βασανισμένη καρδιά μου μαθαίνουν πιο πολλά. Ξαναγυρίζω εκεί που βρισκόμουν στην αρχή. Καταλαβαίνω πως η επιστήμη με βοηθάει στο να συλλάβω και ν’ απαριθμήσω τα φαινόμενα. Δε μπορεί όμως να με βοηθήσει στο να εννοήσω τον κόσμο. Ακόμα κι αν είχα αγγίζει ολόκληρο το πρόπλασμά του με το δάκτυλο, πάλι δε θα ‘ξερα τίποτε. Κι εσείς μ’ αναγκάζετε να διαλέξω ανάμεσα σε μια βέβαιη για τον εαυτό της περιγραφή που δε μου μαθαίνει τίποτα, και σ’ αβέβαιες υποθέσεις που ισχυρίζονται πως με διδάσκουν. Γι’ αυτό τον κόσμο και για τον εαυτό μου είμαι ένας ξένος, οπλισμένος σε κάθε περίπτωση με μια σκέψη που απ’ τη στιγμή που διαπιστώνει αρνιέται τον εαυτό της. Γιατί να βρίσκω τη γαλήνη μονάχα στην άγνοια και στο θάνατο, γιατί ο πόθος της κατάκτησης να προσκρούει πάνω σε τείχη που δε δίνουν καμία σημασία στις επιθέσεις του; Θέλω, σημαίνει προκαλώ το παράδοξο. Όλα τα πάντα κάνουν να γεννηθεί αυτή η δηλητηριασμένη γαλήνη, υποθάλπουν την αδιαφορία, τον ύπνο της καρδιάς και την παραίτηση.


    Αλμπέρ Καμύ, Ο μύθος του Σισύφου.
     
  8. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    Απ' την πρώτη στιγμή αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν, κι αργότερα όλη τους η προσπάθεια συγκεντρώνεται στο να διασχίσουν, να μεγαλώσουν και να πλουτίσουν το χωρίς μέλλον νησί που πάνε ν' αράξουν. Όμως, από την πρώτη στιγμή πρέπει να γνωρίζουν. Γιατί η παράλογη ανακάλυψη συμπίπτει με την κρίσιμη ώρα όπου διαμορφώνονται και νομιμοποιούνται τα μελλοντικά πάθη. Το όρος των Ελαίων υπάρχει και για τους ανθρώπους που δεν έχουν Ευαγγέλιο. Και σ' αυτό, το δικό τους, δεν πρέπει να τους πάρει ο ύπνος. Ο παράλογος άνθρωπος δεν πρόκειται πια να εξηγήσει και αναλύσει, αλλά να εξετάσει και περιγράψει. Όλα αρχίζουν με την νοητική αδιαφορία.
    Η τελευταία φιλοδοξία μιας παράλογης σκέψης είναι να περιγράψει.
    Ακόμα και η επιστήμη, φτάνοντας στα σύνορα των παραδόξων της σταματάει να προτείνει και περιορίζεται στο να θαυμάζει και να περιγράφει το πάντα παρθένο τοπίο των φαινομένων. Έτσι, η καρδιά μαθαίνει πως η συγκίνηση που νοιώθουμε μπροστά στην όψη του κόσμου δεν προέρχεται απ' το ότι ο κόσμος είναι ανεξιχνίαστος αλλά επειδή είναι πολύμορφος. Η εξήγηση είναι μάταιη, η αίσθηση όμως μένει και μαζί της οι ακατάπαυστες προσκλήσεις ενός ανεξάντλητου σε ποσότητα σύμπαντος.

    (με έκανες να τρέξω στην βιβλιοθήκη)
     
  9. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    "Τι πάει να πει «εξημερώνω»; - Είναι κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Σημαίνει «δημιουργώ δεσμούς ...».- Δημιουργώ δεσμούς; - Βέβαια, είπε η αλεπού. Για μένα ακόμα δεν είσαι παρά ένα αγοράκι ολόιδιο μ' άλλα εκατό χιλιάδες αγοράκια. Και δε σε χρειάζομαι. Κι ούτε εσύ με χρειάζεσαι. Για σένα δεν είμαι παρά μια αλεπού ίδια μ' εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Αν όμως μ' εξημερώσεις, θα χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο. Θα είσαι για μένα μοναδικός στον κόσμο. Θα είμαι για σένα μοναδική στον κόσμο
    - Η ζωή μου είναι μονότονη. Κυνηγάω κότες, οι άνθρωποι με κυνηγάν. Όλες οι κότες μοιάζουν κι όλοι οι άνθρωποι μοιάζουν. Γι' αυτό λοιπόν, βαριέμαι λίγο. Αν όμως μ' εξημερώσεις, η ζωή μου θα γίνει ηλιόλουστη. Θ' αναγνωρίζω το θόρυβο ενός βήματος διαφορετικού απ' όλα τα' άλλα. Τα άλλα βήματα θα με κάνουν να κρύβομαι κάτω απ' τη γη. Το δικό σου, σαν μουσική, θα με τραβάει έξω απ' τη φωλιά μου. Κι έπειτα κοίτα. Βλέπεις εκεί πέρα, τα χωράφια με το στάρι; Δεν τρώω ψωμί. Το στάρι για μένα είναι άχρηστο. Τα χωράφια με το στάρι δε μου θυμίζουν τίποτα. Κι αυτό είναι λυπηρό. Όμως εσύ έχεις μαλλιά χρυσαφένια. Θα είναι υπέροχο λοιπόν όταν θα με έχεις εξημερώσει. Το στάρι, που είναι χρυσαφένιο, θα μου θυμίζει εσένα. Και θα μ' αρέσει ν' ακούω τον άνεμο μέσα στα στάχυα ... Γνωρίζουμε μονάχα τα πράματα που εξημερώνουμε, είπε η αλεπού. Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίζουν τίποτα. Τ' αγοράζουν όλα έτοιμα απ' τους εμπόρους. Επειδή όμως δεν υπάρχουν έμποροι που να πουλάν φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους. Αν θέλεις ένα φίλο, εξημέρωσέ με. - Τι πρέπει να κάνω; είπε ο μικρός πρίγκιπας. - Χρειάζεται μεγάλη υπομονή, απάντησε η αλεπού. Στην αρχή θα καθίσεις κάπως μακριά μου, έτσι, στο χορτάρι. Θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού κι εσύ δε θα λες τίποτα. Ο λόγος είναι πηγή παρεξηγήσεων. Κάθε μέρα, όμως, θα μπορείς να κάθεσαι όλο και πιο κοντά …"
    Από το Ο Μικρός Πρίγκηπας
     
  10. ..Πέρα από τα περιβόλια και τους Μπαξέδες.
    Πέρα από τ’ Αϊγιοργίτικα σπίτια.
    Προς τα χωράφια που απλώνονταν ως την Άλλη Μεριά.
    Μαζεύοντας –παιδιά– κάτω απ’ τον ήλιο, βατόμουρα.
    Κι αντίκρυ, ο αδερφός μου, άσπρος όπως το χιόνι.
    Μ’ έναν αιφνίδιο τρόμο κοιτάζοντας.
    Βαθιά στο μάκρος του δρόμου•
    όπου μέσα από σύννεφο σκόνης
    προχωρούσε το κάρο με τα τέσσερα κατάμαυρα άλογα.
    Με τον καροτσέρη πάνω αδύνατο, σχεδόν οστεώδη.
    Σχεδόν δίχως πρόσωπο.
    Με το πρόσωπο λιωμένο
    κάτω από την καυτή αντηλιά.
    Και ψηλά, πολύ ψηλά τα γεράκια.
    Σκίζοντας αργά, σάμπως ακίνητα, τον αέρα.
    Κι όλα βουβά πέρα ως πέρα και σάμπως ρευστά και τρεμώδη.
    Και σάμπως φανταστικά μέσα στο θάμπος της μέρας κι ασάλευτα.
    Μα ούτε λύπη μέσα μου, ούτε φόβος.
    Πάρεξ μια ομορφιά μόνο, αβάσταχτη, που μου κεντούσε τα μάτια.
    Και μια ευτυχία που σμίγαμε πάλι, παιδιά.
    Μακριά, στα χωράφια που απλώνονταν
    πριν από την Άλλη Μεριά.
    Μαζεύοντας, κάτω από έναν κάτασπρο ήλιο, βατόμουρα.

    Θανάσης Κωσταβάρας
     
  11. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    […]
    Όλοι μας κάποτε έχουμε μαρτυρήσει με μια από εκείνες τις ατέρμονες συζητήσεις όπου μια κυρία, επιστρατεύοντας όλα τα διαθέσιμα ανακόλουθα επιφωνήματα, ορκίζεται πως η λέξη "luna" είναι περισσότερο ή λιγότερο εκφραστική από τη λέξη "moon". Πέρα από την πασιφανή παρατήρηση πως η μονοσύλλαβη λέξη "moon" είναι ίσως πιο κατάλληλη να αποδόσει ένα τόσο απλό αντικείμενο από τη δισύλλαβη "luna", τέτοιου είδους συζητήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν πουθενά· αν αποκλείσουμε τις σύνθετες λέξεις και τα παράγωγα, όλες οι γλώσσες του κόσμου (περιλαμβανομένης της volapic του Γιόχαν Μάρτιν Σλειερ και της ρομαντικής interlingua του Πεάνο) είναι εξίσου μη εκφραστικές. Δεν υπάρχει έκδοση της Γραμματικής της Βασιλικής Ακαδημίας που να μην επαίρεται για "τον ζηλευτό θησαυρό των γραφικών, ευτυχών και εκφραστικών φωνημάτων της πάμπλουτης ισπανικής γλώσας"· εδώ όμως, δεν πρόκειται παρά για κομπορρημοσύνη που δεν επιβεβαιώνεται. Στο μεταξύ, η ίδια αυτή Βασιλική Ακαδημία εκπονεί κάθε τόσο και ένα λεξικό που ορίζει τις ισπανικές λέξεις. Στην οικουμενική γλώσσα που συνέλαβε ο Ουίλκινς στα μέσα του 17ου αιώνα, κάθε λέξη αυτοορίζεται. Ήδη από τον Νοέμβριο του 1629, σε μια επιστολή του, ο Καρτέσιος είχε σημειώσει ότι, μέσω του δεκαδικού αριθμητικού συστήματος, μπορουμε να μάθουμε μέσα σε μία μέρα να ονομάζουμε όλες τις ποσότητες ως το άπειρο και να τις γράφουμε με την κανούργια γλώσσα των ψηφίων· είχε προτείνει επίσης την διαμόρφωση μιας ανάλογης γενικής γλώσσας, ικανής να ερμηνεύσει και να καλύψει όλες τις ανθρώπινες σκέψεις. Γύρω στο 1664, ο Τζον Ουίλκινς ρίχτηκε σ αυτό ακριβώς το εγχείρημα.

    Διαίρεσε το σύμπαν σε σαράντα κατηγορίες ή γένη, υποδιαιρούμενα σε υποκατηγορίες, υποδαιρούμενες με τη σειρά τους σε είδη. Καθόρισε για κάθε γένος, ένα μονοσύλλαβο των δύο γραμμάτων· για κάθε υποκατηγορία, ένα σύμφωνο· για κάθε είδος, ένα φωνήεν. Παραδείγματος χάριν: de σημαίνει "στοιχείο"· deb "το πρώτο των στοιχείων, τη φωτιά"· deba "ένα μέρος του στοιχείου φωτιά, μια φλόγα". Στην ανάλογη γλώσσα του Λετελιέ (1850), α σημαίνει "ζώο"· αb, "θηλαστικό"· αbο, "σαρκοφάγο"· αboj, "αιλουροειδές"· αboje, "γάτος"· αbi, "χορτοφάγο"· αbiv, "ιπποειδές", κ.λπ. Στη γλώσσα του Μπονιφάτιο Σότος Οτσάντο (1845), imaba σημαίνει "οίκημα"· imaca, "σεράΪ"· imafe, "νοσοκομείο" · imafo, "λοιμοκαθαρτήριο"· imarri, "οικία"· imaru, "έπαυλη"· imedo, "δοκάρι"· imede, "κολόνα"· imego, "πάτωμα"· imela, "οροφή"· imogo, "παράθυρο"· bire,"βιβλιοδέτης"· birer, "βιβλιοδετώ". […]

    Οι λέξεις της αναλυτικής γλώσσας του Τζον Ουίλκινς δεν είναι ευτελή και αυθαίρετα σύμβολα· καθένα από τα γράμματα που τις συνθέτουν είναι σημαντικό, όπως τα γράμματα της Αγίας Γραφής για τους καββαλιστές. Ο Μάουτνερ παρατηρεί πως τα παιδά θα μπορούσαν να μάθουν αυτή τη γλώσσα χωρίς να ξέρουν αν είναι τεχνητή· αργότερα, στο κολέγιο, θα ανακάλυπταν πως εκτός από γλώσσα είναι και μια οικουμενική κλείδα και μια μυστική εγκυκλοπαίδεια.

    Τώρα που ορίσαμε τη μέθοδο του Ουίλκινς μένει να εξετάσουμε ένα πρόβλημα που είναι αδύνατο ή δύσκολο να το παραβλέψουμε: την αξία του τεσσαρακονταπλού πίνακα που αποτελεί το θεμέλιο της γλώσσας. Ας δούμε την όγδοη κατηγορία, αυτή των λίθων. Ο Ουίλκινς τους διαιρεί σε κοινούς (πυρίτης, χαλίκι, σχιστόλιθος), μεσαίους (μάρμαρο, κεχριμπάρι, κοράλλι), πολύτιμους Ιμαργαριτάρι, οπάλι), διαφανείς (αμέθυστος, ζαφείρι) και αδιάλυτους (λιθάνθραξ, άργιλος και αρσενικό). Η ένατη κατηγορία είναι εξίσου ανησυχητική με την όγδοη. Μας αποκαλύπτει ότι τα μέταλλα μπορεί να είναι ατελή (υδράργυρος, θειούχος υδράργυρος), τεχνητά (ορείχαλκος), επανατήξιμα (ρινίσματα, σκουριά), και φυσικά (χρυσός, κασσίτερος, χαλκός). Η φάλαινα εμφανίζεται στην δέκατη έκτη κατηγορία· είναι ένα ψάρι, επιμήκες, ζωοτόκο. Αυτές οι διφορούμενες, πλεονάζουσες ή ελλειπείς κατατάξεις θυμίζουν εκείνες που ο δόκτωρ Φράντς Κουν αποδίδει σε κάποια κινέζικη εγκυκλοπαίδεια με τον τίτλο Ουράνιο εμπόριο φιλάγαθων γνώσεων. Στις μακρινές της σελίδες είναι γραμμένο πως τα ζώα διαιρούνται σε: α) αυτά που ανήκουν στον Αυτοκράτορα, β) βαλσαμωμένα, γ) εξημερωμένα, δ) βυζανιάρικα, ε) γοργόνες, στ) μυθικά, ζ) αδέσποτα σκυλιά, η) αυτά που ανήκουν στην παρούσα ταξινόμηση, θ) αυτά που κάνουν σαν τρελά, ι) αναρίθμητα, ια) αυτά που είναι ζωγραφισμένα με έναν πολύ λεπτό χρωστήρα από καμηλότριχες, ιβ) και τα λοιπά, ιγ) αυτά που μόλις έσπασαν τη στάμνα, ιδ) αυτά που από μακριά φαίνονται σαν μύγες. Παρομοίως και το Βιβλιογραφικό Ινστιτούτο των Βρυξελλών ασκεί το χάος· έχει χωρίσει το σύμπαν σε χίλιες υποδιαιρέσεις, από αυτές η υπ αριθμόν 262 αντιστοιχεί στον Πάπα· η υπ' αριθ. 282, στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία· η 263, στην Ημέρα του Κυρίου· η 268, στα Κατηχητικά Σχολεία· η 296, στον μορμονισμό· η 294, στον βραχμανισμό, τον βουδισμό, τον σιντοϊσμό και τον ταοϊσμό. Δεν αποκλείει την περίπτωση ετερογενών υποδιαιρέσεων όπως, λ.χ., η 179: "Σκληρότητα προς τα ζώα. Προστασία των ζώων. Η μονομαχία και η αυτοκτονία από ηθικής απόψεως. Διάφορες διαστροφές και ελαττώματα. Διάφορες αρετές και προτερήματα".

    Παρέθεσα τις αυθαιρεσίες του Ουίλκινς, της άγνωστης (ή απόκρυφης) κινέζικης εγκυκλοπαίδειας και του Βιβλιογραφικού Ινστιτούτου των Βρυξελλών· προφανώς δεν μπορεί να υπάρξει ταξινόμηση του σύμπαντος που να μην είναι υποθετική και ευθαίρετη. Ο λόγος είναι πολύ απλός: δεν ξέρουμε τι είναι το σύμπαν. "Ο Κόσμος - γράφει ο Ντέιβιντ Χιούμ - μπορεί να είναι η άτσαλη ζωγραφιά ενός θεού - παιδιού, που την παράτησε μισοτελειωμένη, ντροπιασμένος για το χάλι της· είναι έργο ενός κατώτερου θεού που λοιδωρείται από τους ανώτερους· είναι το συγκεχυμένο δημιούργημα εσχατόγηρης και απόμαχης θεότητας, που σήμερα είναι πια νεκρή". […] Ας πάμε ακόμα πιο μακριά· ας υποθέσουμε πως δεν υπάρχει σύμπαν, με τη συγκροτημένη, ενωτική έννοια που έχει αυτή η μεγαλεπίβολη λέξη. Αν υπάρχει, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να υποθέσουμε τους σκοπούς του· το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να υποθέσουμε τις λέξεις, τους αριθμούς, τις ετυμολογίες, τα συνώνυμα του μυστικού λεξικού του Θεού.

    Πάντως η αδυναμία μας να υπεισέλθουμε στο θεϊκό σχέδιο του σύμπαντος δεν μπορεί να μας αποτρέψει από το να χαράξουμε ανθρώπινα, ακόμα κι αν έχουμε την επίγνωση πως είναι πρόσκαιρα. Ένα από αυτά, όχι το λιγότερο αξιοθαύμαστο, είναι και η αναλυτική γλώσσα του Ουίλκινς. Τα γένη και τα είδη που την απαρτίζουν, είναι αντιφατικά και ασαφή· όμως το τέχνασμά του (τα γράμματα των λέξεων να δηλώνουν υποδιαιρέσεις και κατηγορίες) είναι το δίχως άλλο ιδιοφυές. Η λέξη "σολομός" δεν μας λέει τίποτα· η αντίστοιχή της, zana, προσδιορίζει (για τον γνώστη των σαράντα κατηγοριών και των γενών τους) ένα ψάρι λεπιδωτό, ποταμίσιο, χρώματος υπέρυθρου. (Θεωρητικά δεν είναι αδιανόητη μια γλώσσα στη οποία το όνομα κάθε όντος θα υποδηλώνει όλες τις λεπτομέρειες της μοίρας του - της περασμένης και της μέλλουσας).

    Αν βάλουμε κατά μέρος ελπίδες και ουτοπίες, ό,τι πιο φωτεινό έχει γραφτεί για τη γλώσσα, είναι αυτά τα λόγια του Τσέστερτον: "Ο άνθρωπος γνωρίζει πως υπάρχουν στην ψυχή αποχρώσεις πιο συνταρακτικές, πιο αναρίθμητες και πιο ακατανόμαστες από τα χρώματα του φθινοπωριάτικου δάσους… κι ωστόσο, να που πιστεύει πως αυτές οι αποχρώσεις, με όλες τις επιμειξίες και τις μεταλαγγές τους, μπορούν να αποδοθούν με ακρίβεια από έναν αυθάιρετο μηχανισμό κραυγασμών και βρυχηθμών. Πιστεύει πως απ τα βάθη ενός χρηματιστή βγαίνουν πραγματικοί ήχοι που εκφράζουν όλα τα μυστήρια της μνήμης και όλες τις αγωνίες του πόθου."

    Η αναλυτική γλώσσα του Τζον Ουίλκινς
    Χόρχε Λούις Μπόρχες (1952)

     
  12. Seras Victoria

    Seras Victoria "Play stupid games, win stupid prizes" Contributor