Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Η μεγάλη Εικόνα

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Ηλίας, στις 13 Μαρτίου 2023.

  1. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Message in the Castle in the Bottle in the Castle 9th/Day 92th/«Ο Θάνατος των Θεών»

    Η Εικόνα

    Ο Φίνσεντ στα ματιά του χωρά ήλιους δεκάδες και μικρούς. Κίτρινοι δελφίνοι που τον ήλιο ψηλά στον ουρανό κοιτούν, φθονούν και στη θέση του θέλουν να ωσαννά χυθούν. Μία μάχη για ένα μόνο νικητή, μεταξύ των ηλίανθων. Οι υπόλοιποι ροκανίδια στην αλωνιστική. Ποιος το στέμμα στο τέλος θα φορέσει;

    Είναι τρεις το μεσημέρι, το φως εξουθενωτικό, κίτρινο σε κάθε δυνατή απόχρωση, οσμή και ήχο. Ο Φιν το πινέλο του κρατά, η ξυραφιά αυτί το λευκό καμβά του να πληγώσει. Το αίμα κίτρινο να στάξει και αυτό που τα μάτια βλέπουν, με θάρρος να προδώσουν.

    Το διάφανο της εικόνας, τρέμει, παίζει και την εικόνα κάμπτει καθώς τα μόρια του αέρα θυμωμένα, μεθυσμένα από τη φωτιά του ήλιου χτυπιούνται μεταξύ τους. Αντικατοπτρισμός, νερά που τρέχουν στον α γέλα.

    Τον ουρανό κοιτά ο Φιν. Μπλε βαθύ, τα σωθικά του ανοιχτά και εντός του, χύμα ο λευκόχρυσος. Το χώμα, βρεγμένο από την κίτρινη βροχή του κίτρου των 575 νανομέτρων, τα πέταλα των ηλιότροπων πλασμάτων που δεσπόζουν στο χώρο, στα εκτυφλωτικά τον Ιούδα Ισκαριώτη να δικάσουν. Τα μαύρα τους τα σπόρια, βυθισμένα στο λασπωμένο μουσταρδί. Στην βρωμιά να κρύβουν τα αργυρά της προδοσίας. Την πνοή του κόβει, μια μπουκιά ψωμί, για να κλέψει την εικόνα. Τους ήλιους ζυγίζει, στην εικόνα αρμονία…

    Σε χώρο άλλον και χρόνο ξένο…

    -Τι θέλεις από εμένα βάρβαρε;

    -Τα μαλλιά σου αλητάκι. Γέλιο αυθόρμητο, δύο σκυλιά πεθαίνουν από την θλίψη. Μία συστοιχία πυροβόλων το προσανατολισμό τους χάνουν και προς κάθε κατεύθυνση με το μολύβι γράφουν. Η Τύχη σκύβει, γονατίζει, φύσημα μικρός, καθόλου δεν αγγίζει, τον δέκτη της σηκώνει και ο Πόθος τη σημαία.

    -Και τι για αυτά μου δίνεις;

    -Την Εικόνα. Η Τύχη στρατιωτάκι ακίνητο τη μέρα μόνο. Η Αρμονία και η Πειθώ, να πολεμούν η μία την άλλη σταματούν και προς τον Πόθο στρέφονται. Η Τύχη βέβαιη. Στο χείλος της το κανό, με τα πάνω δόντια σημαδεύει. Το κρατάει, μη πέφτεις και ρωτάει…

    -Την Εικόνα; Ο Πόθος στο χρόνο το ρυθμό απότομα αλλάζει. Το φεγγάρι Κάιν βοσκός και η σελήνη Λάβε, στη Γεωργία σκάβει για κάρβουνα διαμάντια. Η Κίνα τον βοσκό ρωτάει.

    -Την Εικόνα; Και αυτός με τη γλίτσα δείχνει…

    -Εκείνη την Εικόνα που η Τύχη, άσημο φτωχό κορίτσι. Η Εικόνα των Πάντων, που όλα τα στη Τάξη τάζει και τίποτε στην Τύχη δεν αφήνει.

    Η Τύχη τινάζεται. Το μαχαίρι παίρνει, γονατίζει και τα μαλλιά της θυσιάζει.

    -Σε γνωρίζω από την όψη, ύπουλη η κίνηση, πλούσια η Κόμισα των Χρυσών μαλλιών της, προσφορά για το ολοκαύτωμα. Λαμαρίνες που στην Υψηλή θερμότητα τον παρά τους δίνουν, μανάδες στους θάφτες τα παιδιά τους , χωριά που καίγονται για την ίνα τη χρυσή. Μαρμάρινα τα συν, στο ας Vesti La Giubba δίνονται.

    Η Τύχη τα μαλλιά της, στα χέρια πιάνει και στα χέρια του Πόθου δίνει.

    Ο Πόθος…

    Α μπε μπα μπλουμ του κείθε Μπουμ!

    Ήλιε ήλιε είσαι εδώ;

    Κρύψου ήλιε χαμηλά μη σε δούνε οι ψηλά.
    Πεθαμένο το κορίτσι με στεφάνι στα μαλλιά.
    Νίψου ήλιε, πλούσια η θάλασσα από χιόνι.

    Αγκαλιά θα είστε εσύ και η του Πέρση Φόνοι.

    Ο Πόθος, η Τύχη, η Αρμονία και η Πειθώ, σε ένα δάσος από ηλίανθους εμφανίζονται σχεδόν διάφανοι και Πόθος στην Τύχη δείχνει.

    -Διάλεξε όποιο ήλιο θέλεις και από σπόρο πικρό ο καθένας μας ένα του θα πιει…

    Στην απέναντι όχθη από τη θάλασσα των ήλιων, ο Φιν…

    5 αριστερά και 7 στα δεξιά. Δεν του αρέσει. Το κέντρο μετακινεί, 6 και έξι και 4 πλάσματα πανέμορφα. Ο Φιν, την καρδιά του νιώθει να σφαδάζει. Τέσσερις λαμπερών και ρευστών γραμμών, διάφανες φιγούρες, άγγελοι, που υλοποιούνται, στο ξαφνικά ανάμεσα στα λιόφυτα.

    Στο αριστερό το χέρι το Ξ να γράφει και στο δεξί το πινέλο με φωτιά και χρώμα στο χαρτί φωτίζει.

    Η Τύχη, το τέταρτο ανθό των ηλίων, διαλέγει. Τέσσερις οι σπόροι, χέρι με χέρι και στη Σόφια…

    Ο Φιν με τους αγγέλους να χάνονται το σκίτσο σκίζει…

    Το ποντίκι τη κατάλληλη στιγμή το άλμα κάνει. Από πίσω του το φίδι. Λίγο πιο πριν ίσως, πιο μετά με τίποτε, στο τώρα όχι. Το ποντίκι ξεφεύγει και στο δρόμο μπαίνει.

    Ο Γιορντάν το ρολόι του κοιτά. 12 παρά 12. Άργησε. Το πόδι νευρικό, το γκάζι πιέζει ασυναίσθητα. Ένα ποντίκι στο δρόμο απότομα, πετάγεται. Ο Γιορ το πόδι του πιέζει.

    Φρένο; Γκάζι. Τον έλεγχο του χάνει. Μία τούμπα, στις πίσω ρόδες, όρθιο για λίγο, με δύναμη στο δέντρο, σύγκρουση, φωτιά, έκρηξη…

    Ο Γιορ νεκρός. Στις φλόγες ανάμεσα, η Τύχη, ο Πόθος, η Αρμονία και η Πειθώ. Η Τύχη το κεφάλι της κουνά…

    -Άτυχος.

    -Πιστεύεις;

    -Ναι, πάμε. Η φωτιά μονάχη τώρα ψέλνει. Στα ηλιοτρόπια ανάμεσα ξανά οι τέσσερις.

    -Διάλεξε.

    Η Τύχη 4 δεξιά, ένα πίσω και τρία αριστερά.

    Ο Φιν σε χαρτί λευκό, να προλάβει θέλει. Τους τέσσερις θεούς, πιστά να αποδώσει. Η Τύχη επιλέγει. Χάνονται. Ο Φιν σαν από όνειρο να ξύπνησε, τη μορφή ξεχνά. Μνήμη διάφανη που σαν αγάπη ξεθωριάζει.

    Το ποντίκι το άλμα του ξανά. Στον αέρα, το φίδι το πιάνει. Μέλισσα ταράζεται και στα άναρχα πετάει. Κοράκι πτώση κάθετη, αποφεύγει το γεράκι, αυτό στόχο αλλάζει και στο μάτι βάζει τον μελισσοφάγο από το Κονγκό. Η μέλισσα στα χαμό ξεφεύγει, στο αυτοκίνητο του Γιορ εισβάλλει. Ο Γιορ τον έλεγχο του χάνει, merci και ντε, το αυτό και κινητό, πιρουέτα, μία, δύο, τρεις και στο τσιμέντο ο κακός ο κλέφτης. Νεκρός.

    -Άτυχος. Η Τύχη.

    -Πιστεύεις; Η Αρμονία.

    -Ναι, πάμε. Οι σταγόνες έστησαν χορό μαζί με τα αγγελούδια…

    Στη ζούγκλα των ηλί ηλί και λάμα στο κορμί. Η Τύχη, το 9 αγγίζει, προσπερνά, στον ενδέκατο. Η Γνώμη αλλάζει και στο ένατο βαγόνι, επιστρέφει τέσσερα τα σπόρια που επιλέγει.

    Ποντίκι. Φίδι. Μέλισσα. Γεράκι το κοράκι βρίσκει, αυτό τον φάγο όχι, ο στερνός τη μέλισσα, ο Γιορ γλυτώνει…

    -Τυχερός. Τύχη.

    -Πιστεύεις; Πειθώ.

    Η εικόνα δρόμο έχει, χρόνο παίρνει, χρόνο δίνει. Στο βιβλίο του μετά, ο αρχιτέκτονας Γιορντάν τα σχέδια της πολυκατοικίας παραδίδει με ένα μικρό, πολύ μικρό, υπό και λογιστικό το λάθος. Στα χρόνια του πιο μετά, σκύλος που ουρλιάζει και κλαίει του δικούς του, κάτω από τα συντρίμμια της πολύ και κατοικίας…

    -Άτυχοι, πάμε ξανά. Τύχη.

    Ο Φίνσεντ Φαν και ΧοΧ, σε ένα δάσος από αποτυπωμένα στο καμβά μισοτελειωμένα ηλιοτρόπια. Σε καθένα από και αυτά, μερικές γραμμές το αφύσικο προδίδουν. Μαλλιά χρυσά της Τύχης, χρώματα χαλκού της Αρμονίας, μάτια από κάρβουνο που φλέγεται της Πειθούς και ένα πρόσωπο ακόμα που να φυλακίσει στο μυαλό του δεν προλαβαίνει. Νιώθει την επιθυμία, να τον σέρνει από το λαιμό σε ένα δρόμο, δίχως τροφή, αέρα, νερό, μόνο χρώμα, χρώμα και Πόθο ισχυρό, ανίκητο…

    Ο Φιν, να ζωγραφίζει δε σταματά, καθώς οι τέσσερις θεοί, εμφανίζονται, ξανά και ξανά και ξανά. Τα χέρια στις κλειδώσεις του πονούν…

    Φεύγουν και έρχονται.

    Ο Γιορ σώζεται και οι άνθρωποι που στην πολυκατοικία μένουν και αυτοί. Χρόνια στα πολλά, βαριά κι αργότερα…

    Βρέφος, τότε, άντρας τρανός και του πλανήτη ο πιο ισχυρός ηγέτης.

    -Στο χέρι μου κρατώ κόκκινο αυγό, να το τσουγκρίσω ή να το θάψω; Το χέρι του με δύναμη στο αυγό, η γη κομμάτια, κανένας ζωντανός…

    -Άτυχοι. Τύχη

    -Πιστεύεις;

    Τα χέρια του Φιν ματώνουν, το αίμα του στη παλέτα ρίχνει, την απόχρωση του ήλιου που κατεβαίνει, τα ηλιοτρόπια του να αγγίξει…

    Η γη στα τρία τμήματα μοιράζεται. Το πιο μεγάλο το φεγγάρι συναντά. Δυνάμεις ισχυρές, τροχιές που αλλάζουν, κομήτη στο διάβα τους συναντούν.

    Η Τύχη με απορία την Εικόνα στα σχοινιά.

    -Πάμε. Πόθος.

    Ο Φιν, νυστάζει, μέρες έχει τα μάτια του να κλείσει. Στις παρυφές του υπό και συνειδητού στέκεται. Οι θεοί ξανά μπροστά, η Τύχη το δέκατο έβδομο ηλίανθο διαλέγει. Τέσσερα τα σπόρια και σαν ποτέ να μην υπήρξαν σβήνουν. Ο Φιν τα κλάματα βάζει, το χαρτί πετά και ξανά από την αρχή…

    Ο Γιορντάν σώζεται, η πολυκατοικία όχι, ο κόσμος ναι, ο κομήτης ξυστά περνά και χιλιάδες χρόνια αργότερα σε μικρό του Κρόνου παγωμένο δορυφόρο πέφτει.

    Η επιφάνεια φλοιός από πάγο καμωμένος. Κάτω από την επιφάνεια, κατέβα πιο κάτω, ακόμα πιο κάτω, στο βυθό…

    Λεπτός φλοιός του βυθού, θερμός σε 51 βαθμούς του…

    Ένα απέραντο λιβάδι, από τεράστιες ανεμώνες. Τα πλοκάμια τους στα ψηλά να ρέουν. Τροφή να πιάνουν, μηνύματα να στέλνουν. Όντα της υψηλής νοημοσύνης, τον άνθρωπο σα πίθηκο θα έκαναν να μοιάζει. Ο πληθυσμός τους δισεκατομμύρια. Κάτω από το έδαφος, εκεί που ριζώνουν, ένα τεράστιο δίκτυο από ρίζες, που επικοινωνούν και σε συνείδηση μία ενώνονται.

    Τα πλάσματα αυτά κτήρια δεν κτίζουν, ούτε υλικά χρειάζονται για την εξέλιξη τους. Με το πνεύμα τους, μακριά που; Μακριά πολύ έχουν ταξιδέψει και από τη μία άκρη μέχρι την άλλη του σύμπαντος έχουν ήδη φτάσει.

    Οι τέσσερις θεοί ανά και μέσα τους. Ο κομήτης σε μέγεθος το ένα από τα έντεκα του δορυφόρου τον πάγο ανοίγει. Λουλούδι που στην άνοιξη ανθίζει. Κύμα τεράστιο, τον βυθό βρίσκει…

    -Περάστε ανοιχτά ήμαστε, στο κέντρο φτάνει και τον πυρήνα σε σχάση βάζει.

    -Πόσο καλά ψημένο;

    Η Τύχη, αγκαλιά με τις νεκρές ανεμώνες κλαίει…

    -Μικρά, μικρά, μικρά μου λατρεμένα, τι κακό και ποιοι οι ένοχοι;

    -Άτυχα…

    -Νομίζεις; Ο Πόθος την Τύχη στα μάτια βαθιά κοιτάει. Η Τύχη οργισμένη…

    -Ποιος ο λόγος, ο ρυθμός και ποιος θεός, αυτά τα πλάσματα να ήθελε να βλάψει;

    Η εικόνα αλλάζει.

    Οι τέσσερις θεοί στον ήλιο μέσα. Σε μία θάλασσα από των μετάλλων λάβα, ο Πόθος κούπες γεμίζει με φωτιά.

    -Πιείτε…

    Τέσσερις θεοί, από τον κόσμο των τριών φεύγουν και στων τεσσάρων υλοποιούνται.

    Με ορίζοντα τον χώρο των τριών, παράξενα ζώα μαύρα ή φυτά, την ύλη του φωτός καταναλώνουν μεθοδικά, εγωιστικά, αργά με βία.

    Όταν το φως τελειώνει στο σκοτάδι, το καθένα ρίχνεται στα τυφλά προς τα’ λλα. Πλάτος χρόνου να τείνει στο μηδέν οι λάμψεις που προβάλλουν, τη σφαγή βλέπουν και στα πόδια νάτο βάζουν. Αν είχαν πόδια και όχι ερπύστριες…

    Τρία στο τέλος μένουν. Τα πιο ισχυρά, πυκνά, βαριά και μέσα τους την ύλη του σύμπαντος των τριών όλη να κατέχουν. Με την ισχυρή τω ν ηχών τους τη βαρύτητα, αρπάζονται από το χρόνο και ακίνητα, το ένα το άλλο να τραβήξουν προσπαθούν. Η μάχη αμφίρροπη, τρύπα καμία από τις τρεις δε δείχνει να κερδίζει, αλλά ούτε να υποχωρεί. Η Α τη Β, η Β τη Γ, η Γ την Α, προσανατολισμό αλλάζουν και η μάχη εκατομμύρια οι χαρακιές βαθιά στον ορίζοντα ακόμα να βαστάει. Για τους τέσσερις θεούς που από τις θέσεις του τετραδιάστατου παρατηρούν, όλα αυτά ένα ολό γράμμα είναι, που από την αρχή μέχρι και το τέλος σε μία εικόνα βλέπουν.

    Η Β την Α , αυτή τη Β και η Γ και τις δύο. Νικητής κανένας. Οι συνδυασμοί αλλάζουν. Όλοι δοκιμάζονται, σαν κάποιος απλώς στη σειρά τους αριθμούς του να μετρά. Ώσπου…

    Η Α την Β, αυτή τη Γ και η τελευταία τη Β. Η Β παραδίνει και μοιράζεται στην Α και στη Γ. Μεγαλύτερο το τμήμα που στην Α καταλήγει και του νάνου το δεύτερο λεπτό, σχεδόν μηδέν ο χρόνος που η Α την Γ δική της κάνει.

    Η Α μικραίνει, μικραίνει, συμπιέζεται και…

    …φτερνίζεται. Γοργά φουσκώνει, αποσυμπιέζεται, ύλη, τον χρόνο και τον χώρο διαστέλλει και ένα ζώο παράξενο ή φυτό, να δημιουργεί και να γεννά αρχίζει…

    Φτάνει στο μέγιστο, απλώνεται, τεντώνεται και την κρίσιμη στιγμή, κόκκινα μικρά τα άνθη, σημάδια ή σημεία; Που στην εικόνα εμφανίζονται. Πλάσματα αόρατα, στον κόσμο των τριών ή των τεσσάρων;

    -Τα κόκκινα τι είναι; Η Τύχη στην πόρτα του Πόθου να χτυπά. Παιδιά που στη νύχτα φέγγουν, τα κάλαντα να πουν, τα τάματα να ανάψουν. Η πόρτα ανοίγει και χιλιάδες άλλες από πίσω και με υπομονή, τη σειρά τους περιμένουν. Ο Πόθος σε κλώνους διάφορους, σε παράλληλα σημεία τις απαντήσεις δίνει. Διαφορετικές οι λέξεις, οι ήχοι σε χρόνο άλλον πέφτουν και μιλούν, το νόημα το ίδιο, πάντα. Η Τύχη συγκεντρώνεται και με τα χέρια μία από τις αντανακλάσεις των Αρμονία και Πειθώ, πιάνει και τα άπειρα σημεία, ξανά σε ένα.

    Ο Πόθος τινάζεται, πέφτει, σηκώνεται και συμπυκνώνεται ξανά και αυτός σε ένα. Οι τέσσερις την συνδεσιμότητα σε δέκτη ένα.

    -Αν το κλειστό σύστημα του συμβάντος δίχως παρεμβάσεις παράμενε, τότε την ίδια ταλάντωση σχεδόν ξανά θα έκανε. Κόσμους ίδιους ξανά θα δημιουργούσε και η ιστορία τις ίδιες λέξεις και αποχρώσεις λάθους ίδιες πάντα θα είχε.

    Ο Γιορ, το ποντίκι και το φίδι την ίδια διαδρομή και το αποτέλεσμα το ίδιο πάντα. Η ιστορία μυρίων πολιτισμών πάνω στο σεντόνι του συμβάντος την ίδια διαδρομή και αυτή θα ακολουθούσε αλλά…

    -Τα κόκκινα σημεία, είναι διακριτικά που δείχνουν την διαφοροποίηση από το προηγούμενο συμβάν. Διαφοροποιήσεις εξαρτημένες από τις επιδράσεις από τον χώρο που ανήκουν τα συμβάντα.

    -Τον χώρο; Η Αρμονία με πεταλούδες του υγρού που πλέουν παίζει, συμμετρία στα φτερά τους δεν μοιάζουνε να έχουν, καθώς από τον κόσμο των τεσσάρων, στων τριών μπαίνουν και βγαίνουν. Σε κάθε είσοδο τα φτερά τους συμμετρικά, σε σημεία των τριών, το στίγμα τους αφήνουν και στην έξοδο, ερωτικά ασύμμετρα ξανά.

    Ήχος; Όχι. Φως; Ούτε. Κύμα όμως ναι, μη αντιληπτό από τα πλάσματα που στον κόσμο των τριών κατοικοεδρεύουν.

    -Κάθε συμβάν, ανήκει σε άπειρα άλλα υπερσύνολα που το ένα το άλλο περιέχει.

    Τα κόκκινα σημάδια δείχνουν την αρχή των μεταλλάξεων σε σχέση με τις προηγούμενες φορές, από παρατηρητές που σκοπό έχουν την κατανόηση τους και από εκεί την αποκρυπτογράφηση των παραγόντων που συντελούν σε αυτό.

    -Γιατί;

    -Για να δούνε την εικόνα μέσω της Ηχούς που γεννιέται από τον κόσμο που περιέχει το δικό τους, που περιέχεται και αυτό σε άλλο και εκείνο σε άλλο, όπως και τα συμβάντα.

    -Εδώ είναι; Η Πειθώ πίσω από τον ώμο της κοιτά, μαζί της άπειρες οι Πειθούδες που κοιτούν. Ο Πόθος με το χέρι την τρίχα που ξεφεύγει απομακρύνει, πριν στη ροή χαθεί.

    -Όχι. Βρίσκονται στη πέμπτη στροφή προς τα δεξιά αν το βορρά κοιτάς και προς τα αριστερά αν ανάποδα τον κόσμο βλέπεις. Στο τρίτο ζωή υπάρχει, μετά στο πέμπτο, στη συνέχεια στον όγδοο και αυτό κοχύλι συνεχίζει…

    -Και τελειώνει που; Η Τύχη με τα χέρια τις πεταλούδες προσπαθεί να αγγίξει, αυτές καθόλου. Ατέρμονο το πλήθος των Τυχών που συνεχώς ρωτούν και αποτυγχάνουν.

    -Δεν τελειώνει.

    -Δεν γίνεται, αρχή δεν έχει;

    -Έχει ή νομίζουμε εμείς πως έχει;

    -Το 3;

    -Γιατί όχι δέκα τρία;

    -Μα κάπου το 0;

    -Την στιγμή που γεννήθηκες; Η Τύχη χαμόγελο στον Πόθο, οι πεταλούδες ακίνητες μιλάνε. Κατανοεί, στην εικόνα το βλέμμα στρέφει.

    -Σχετικό. Η Αρμονία τα χέρια της μετρά δώδεκα, όχι οκτώ, ίσως και χίλια. Να ρωτήσει ή να μη; Κάποιες ρωτούν άλλες όχι. Σε κάποιες η Πειθώ απαντά σε άλλες όχι.

    -Αν άπειρα τα συμβάντα, γιατί μονάχα ένα βλέπουμε;

    -Εσύ ποιο βλέπεις;

    Η Τύχη, το Γιορ κοιτά. Ζωντανός, στις 12.

    Η Τύχη, το Γιορ κοιτά, μα Γιορ δεν βλέπει. Δεν γεννήθηκε ποτέ και ούτε πέθανε.

    Η Τύχη αριστερά κοιτά, την Τύχη βλέπει, το Γορντάν να βλέπει, δεξιά να μη τον βλέπει. Από κάτω ο Πόθος στον ωκεανό δίχως βυθό ή πάνω, να της δείχνει, να της λέει…

    -Καθένας από εμάς, ένα συμβάν κάθε φορά θα μπορούσε να κοιτάξει και για καθένα από αυτά ένας από εμάς να το κοιτά.

    -Γιατί; Ένα γιατί που σαν πουλιά παντού απλώνεται από δεκάδες στόματα. Κάποια το ολοκληρώνουν και άλλα όχι…

    -Κάθε άτομο μία συνείδηση επιλέγει για Αρχή. Έχει ανάγκη μία απάντηση κάθε φορά σαν σωστή να βλέπει. Τις άλλες τις φιμώνει, ώστε αβέβαιος να μη νιώθει…

    Ο Πόθος, η Τύχη, η Αρμονία και η Πειθώ σε έναν στρόβιλο πλασμάτων περιδίνονται.

    Μία απάντηση που την μία απορρίπτει, την άλλη δέχεται, τις ευθύνες επιρρίπτει, την καταδέχεται, αλλά δεν την αποδέχεται…

    (Όταν το νερό μαζί με τους θεούς χάνεται από την τρύπα,το η το φως ανοίγει..

    Και η εικόνα αποκαλύπτεται.

    10946, 17711, 28657)