Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Καύλωσέ με! (αν μπορείς…)

Συζήτηση στο φόρουμ 'Ερωτικές φωτογραφίες & videos' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 19 Ιανουαρίου 2015.

  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ηλέκτρα Λ. - ...δεν είναι σφύριγμα αυτό που ακούς...

    ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΠΙΤΙ

    Δεν είναι που φαντάζουν
    ως θεριά
    {κύρτωμα βουβό Καταγεγραμμένο
    σεραφείμ σε πράξη πίστεως}
    Είναι που εκεί πάνω
    αγέρωχα ξημερώνονται
    βελάζουν σοβαρά και ανήλιαγα
    είναι που τα γυμνά
    και καίγονται
    Ή γενικά θολώνουν
    Είναι που δεν κοστίζει
    και σινάφι μυστήριο εξωραΐζεται
    Είναι για το τίποτα
    {Εμένα}
    {-Μη σου διαφύγει}
    Ιδού ορμές σε 400 watt
    Ιδού η νύχτα και πότε η μέρα
    Ιδού το σπίτι τους και σκάλα
    που εισορμά στο χώμα
    Αυτό εδώ είναι το σπίτι
    Μοναχική συμβολή τούβλου
    και
    ονείρου
    Εδώ υπάρχουν ανακλάσεις
    προσπερνούν και γδέρνονται
    Ή ξαμολημένες φτέρνες
    Είναι που οι φωνές προσανατολίστηκαν
    στην ρήξη
    ως σχίσμα
    και βελόνα μαύρη
    Το βέλτιστον εδώ
    όπου μοχθούν και εξαπατούν
    φαιδρότητα στα αριστερά
    αμφίδρομα
    Για το τίποτα ιεροσύνη
    Στρατιές κορεσμένων σωμάτων
    που παίζουν
    και βογκούν
    ως
    Εξαπτέρυγα
    Όλα
    όρθια
    σαν σκελετοί
    με την παρωδία των οργάνων τους
    με τη δική τους ιστορία
    Σ’αυτό το σπίτι
    πάντως κρατεί
     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΦΟΝΙΑΣ

    Ι – Ο ΑΝΩΦΕΛΗΣ

    Υποτροπιάζω
    ένα σύστημα ζει μέσα μου
    στα λεμφαγγεία
    φράζεται
    το φως
    να το ονομάσω
    προνύμφη;
    Προφύλαξη
    το γεγονός ένα άτομο
    που δεν κατοικεί
    μέγαιρα που ρίχνει
    τα χαρτιά μου χάμω
    κάποιο σφάλμα ή παράλειψη;
    Οφείλομαι
    στην βλακεία που
    χρωματίζεται
    μαζί με το αίμα ρουφάει
    και το πλασμώδιο
    μέσω του σάλιου
    χάνομαι;
    Επίσης
    για τα διαδεδομένα γένη
    που ξαποσταίνουν
    εν μέσω αργίας και χοντρής μαλακίας
    αρκετά δύσκολα
    περηφανεύομαι την κατάληξή μου
    διακεκομμένη
    ύπαρξη
    για να αναγνωριστεί η στάση μου
    μέσα από πλημμύρα
    το μικρόβιο;
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΜΗ ΜΕ ΑΓΓΙΖΕΙΣ
    Μη μου άπτου...

    (Άγ. Ιωάννης, κ', 17)

    Ι

    Τα δάκρυα που απ'τα μάτια σου τα ογρά κατρακυλούνε
    των φιασιδιών σου το παλιό το σφράγισμα κρατούνε.
    Άνθος του παραδείσου μου να γίνεις δεν αξίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Έχεις ακόμα στεναγμούς που ηχώ' ναι μιας αβύσσου,
    Έρως και Χάρος, χίμαιρες στη μάταιη την ψυχή σου.
    Ύμνος εσύ της δόξας μου να γίνεις δεν αξίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Τα δάχτυλα σου η ευωδιά της σμύρνας πνίγει ακόμα
    παίρνες, ως πας, του ζαρκαδιού τα σείσματα στο σώμα,
    και τ'αεριμό φουστάνι σου σαν κύμα το ανεμίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Δες, η δροσούλα της νυχτός μουσκεύει τα μαλλιά σου,
    κι' οι μανδραγόρες σαν και πριν μεθούν την αναπνιά σου,
    μέσα στων δεντρολίβανων τη βλάστηση ως ανθίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Τα δυο σου μάτια ακόμα θες στ'αμπέλια ν'ανοιχτούνε,
    με τα τσαμπιά τα στήθη σου για ν'αναμετρηθούνε.
    Ακόμα το κρασί αγαπάς, το γάλα λαχταρίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Η σκιά σου βόσκει ιδανική στα ωραία μέσα τα κρίνα,
    κάτω από του ήλιου τη λαμπρή και ξεφτισμένη αχτίνα.
    Κι όμως με μια κηλίδα σου στο μέτωπο ασκημίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Οι σάπφειροι που στο λαιμό τον άσπρο σου φαντάζουν,
    ακόμα, ω Σουλαμίτιδα, το στήθος σου ταράζουν
    και στο κορμί σου ακοίμητη την αμαρτία κομίζεις.
    Μη με αγγίζεις.
    Άμα η ψυχή σου διαλυθεί και σα μολύβι λιώσει,
    και το κορμί το σάπιο σου σκουριά το κουκουλώσει,
    τότε, και νιότη κι' έρωτα, θ' αφήσεις, όπου ελπίζεις,
    και δε με αγγίζεις.
    ΙΙ
    Τα δάκρυα σου με της αυγής συνταύτισε τη δρόσο
    σκύψε κι' αγκάλιασε τη γης που μ' αίμα έβαψα τόσο,
    και γίνε ένα τριαντάφυλλο, τα γύρω να ωραΐσεις,
    για να με αγγίσεις.
    Και με της αύρας σμίγοντας της πνοής σου το μετάξι,
    έμπα στον τόπο τον πικρό που τόσο έχω στενάξει.
    Γίνε του πόνου μια κραυγή, μια δέηση στις δεήσεις,
    για να με αγγίσεις.
    Σε φωταχτίδων βάφτισε τα δυο σου χέρια βάζο
    για να σιμώσεις το που εγώ ζωγράφισα γαλάζο
    και γίνε λευκοφτέρουγο ένα πέταμα της φύσης,
    για να με αγγίσεις.
    Τα μαύρα σου, σγουρά μαλλιά, τα σκόρπια απολυμένα,
    με τ'άγιο μύρο, ευώδιασε που εγώ τα'χω αλειμμένα.
    Του Θεού τον οίκο, πες, με αγνές, τον πόνο σου, διαχύσεις,
    για να με αγγίσεις.
    Σαν άγιο κλείσε λείψανο στου στήθους σου το βάθος
    τη φλόγα που η αγάπη μου σου θέριεψε σαν πάθος
    και σε τρανές τον κόρφο σου φωτιές να παρατήσεις,
    για να με αγγίσεις.
    Στην νύχτια την αγρύπνια της άνοιξε την καρδιά σου
    στην άγρια θύελλα που εγώ ξεσήκωσα μπροστά σου.
    Και μαργατίτη ολόγλαυκο βαθειά σου ν'αποχτήσεις,
    για να με αγγίσεις.
    Κι' αν η ψυχή σου ως μάλαμα, χρυσάφι ονειρεμένο,
    λάμψει μες απ'το σώμα σου το ασημοστολισμένο,
    και του βωμού μου υπέρτατο λουλούδι πια θ'ανθίσεις,
    και θα με αγγίσεις.
    Μετάφραση: ΚΟΥΛΗΣ ΑΛΕΠΗΣ
     
  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Σίλβια Πλαθ (1932-1963)

    Δεν υπήρχε περίπτωση να μην αναφερόμουν στο πρόσωπό της... Η ίδια η λέξη αυτοχειρία βρίσκει μια πολύ ένθερμη υποστηρίκτρια στη Σ. Πλαθ, το ίδιο και η ποίηση του 20ου αιώνα. Παθιασμένη με τη συγγραφή και την ποίηση, κυνηγά τα όνειρά της, ο τίτλος της καλύτερης συγγραφέα είναι η χίμαιρά της. Μέχρι τα 20 έχει δημοσιεύσει σε διάφορα περιοδικά πλήθος διηγημάτων. Και γιατί όχι, άλλωστε; Έχει όλες τις προδιαγραφές... Μία από τις καλύτερες μαθήτριες, κερδίζει υποτροφία για το Κολέγιο Σμιθ στη Μασαχουσέτη, συντάκτρια στα εφηβικά της χρόνια, βραβευμένη διηγηματογράφος. Παρόλα αυτά η αυτοκαταστροφή που έχει φωλιάσει μέσα της, αυτή η εμμονή- θα λέγαμε- με την αυτοκτονία, σα να ήθελε να αποδείξει κάτι, θα της χτυπήσει την πόρτα στα 20 της χρόνια. Έκανε απόπειρα αυτοκτονίας με χάπια. Νοσηλεύθηκε και μετά κλείστηκε σε ψυχιατρική πτέρυγα. Θα γράψει τον "Γυάλινο Κώδωνα", ένα μυθιστόρημα που ξετυλίγει το περίπλοκο νήμα των σκέψεων και των εμπειριών της: την απόπειρα, το Ψυχιατρείο, τα ηλεκτροσόκ. Η γνωριμία της με τον ποιητή Τεντ Χιουζ θα της δημιουργήσει πολλά σκαπανεβάσματα στην ψυχολογία της. Εξ αρχής πιο "πετυχημένος" και αναγνωρισμένος ο Τ. Χιουζ, πιο ισορροπημένος, πιο λογικός, την εγκαταλείπει με δυο παιδιά. Εκείνη γράφει ασταμάτητα ποίηση. Εκδίδει συλλογές. Παρόλα αυτά η φτώχεια δεν την εγκαταλείπει. Αυτή και τα παιδιά της είναι η μοναδική ασχολία της. Και η ποίηση φυσικά. Η φυγή του Χιουζ και η φανερή του σχέση με Εκείνην, την Άσια, την καταρρακώνει. Γενναία και οξυδερκής έγραφε:
    "Αγαπητέ γιατρέ: Νιώθω πολύ άρρωστη. Εχω μια καρδιά στο στομάχι μου που πάλλεται και κοροιδεύει. Ξαφνικά οι απλές τελετουργίες της ημέρας αρνούνται να προχωρήσουν, σαν πεισματάρικο άλογο. Γίνεται αδύνατο να κοιτάξω ανθρώπους στα μάτια: μπορεί να ξεχειλίσει και πάλι η σαπίλα; Ποιος ξέρει. Οι συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων γίνονται ανυπόφορες.
    Η εχθρότητα αυξάνεται, επίσης. Αυτό το επικίνδυνο, θανάσιμο δηλητήριο που προέρχεται από μια άρρωστη καρδιά. Αρρωστο μυαλό επίσης. Η εικόνα της ταυτότητας, την οποία παλεύουμε κάθε μέρα να αποτυπώσουμε στον ουδέτερο ή εχθρικό κόσμο, καταρρέει εκ των έσω".
    Τον Φεβρουάριο του 1962 μόνη και άρρωστη αυτοκτονεί, αφού έχει φροντίσει να εκδόσει τον "Γυάλινο Κώδωνα". Η αυτοκτονία της είναι μια μυσταγωγική τελετουργία: Καθαρίζει όλο το σπίτι πρώτα, βάζει τα παιδιά τους για ύπνο, τους ετοιμάζει το πρωινό, κλείνει και απομονώνει το παιδικό δωμάτιο με την κουζίνα, τοποθετώντας μονωτικές ταινίες και πανιά στην πόρτα, για να τα προστατέψει, κι έπειτα ήρεμα, με αργές κινήσεις θα κάτσει μπροστά από την κουζίνα, βάζοντας το κεφάλι της πάνω της, ανοίγοντας όλους τους διακόπτες του γκαζιού. Όλα ήταν τέλεια προσεγμένα, σχολαστικά σχεδιασμένα και η ίδια έτοιμη παντελώς να αυτοκτονήσει δίχως καμία πιθανότητα αποτυχίας.
    Έξι χρόνια αργότερα, η Άσια αυτοκτονεί.
    Το ειρωνικό της υπόθεσης βρίσκεται σ'αυτούς τους αυτοδημιούργητους λογοτεχνο-φανφαρόνους που μοιράζουν δίχως νόημα από δω κι από κει βραβεία καθυστερημένα... 19 χρόνια αργότερα θα της χαρίσουν το βραβείο Πούλιτζερ. Μα πλέον δεν έχει καμία σημασία. Η Σ. Πλαθ ούτε που θα μπορούσε να το φανταστεί ποτέ.
    ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΣ
    Συμβαίνει. Θα συνεχίσει;
    To μυαλό μου πέτρα,
    Ούτε δάχτυλα να πιαστώ, ούτε γλώσσα,
    Θεός μου το σιδερένιο πνευμόνι

    Που μ αγαπάει, τρομπάρει
    μέσα έξω
    Τις δυο μου σακούλες σκόνη,
    Δεν θα

    Μ αφήσει να πάθω υποτροπή
    Καθώς η μέρα έξω κυλά σαν την κορδέλα του τηλέγραφου.
    Η νύχτα φέρνει βιολέτες,
    ταπετσαρίες ματιών,

    Φώτα,
    Τους απαλούς ανώνυμους
    Ομιλητές: «Είσαι καλά;»
    To κολλαρισμένο, απρόσιτο στήθος.

    Νεκρό αυγό, πλαγιάζω
    Ολόκληρη
    Πάνω σ έναν ολόκληρο κόσμο που δεν μπορώ ν αγγίξω,
    Στο άσπρο, τεντωμένο

    Τύμπανο του ντιβανιού μου
    Φωτογραφίες μ επισκέπτονται
    Η σύζυγός μου, νεκρή και άχρωμη με γούνες του 1920
    Στόμα μπουκωμένο μαργαριτάρια

    Δυο κορίτσια
    Το ίδιο άχρωμα μ εκείνη, που ψιθυρίζουν «είμαστε οι κόρες σου»
    Τ ακύμαντα νερά
    σκεπάζουν τα χείλη μου

    Μάτια, μύτη και αυτιά,
    Ένα διάφανο
    Σελοφάν που δεν μπορώ να ραγίσω.
    Καβάλα στο ασέλωτο άλογό μου

    Χαμογελώ, Βούδας, όλες
    Οι επιθυμίες, ο πόθος
    Πέφτουν από πάνω μου σαν δαχτυλίδια
    σφιχταγκαλιάζοντας τις λάμψεις τους.

    Το Νύχι
    Της μανόλιας
    Μεθυσμένο από την ίδια του την ευωδιά,
    Έχει παραιτηθεί απ τη ζωή.
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ηλέκτρα Λαζάρ - Τα Χαϊκού της Εβδομάδας


    ΤΡΙΤΗ

    Άγουρο σπυράκι
    ανεβοκατεβαίνει
    στο στήθος σου
    Προκυμαία λιμνάζουσα
    δυο και δυο
    είναι ο πόνος
    Όνειρο στο
    χυμένο γάλα
    κι όμως άφρισε
    Δράση οξύτητας
    μια σειρά
    γερασμένος νόστος
    Μέσα σε
    κλίμα αεροστεγές
    φωλιάζουν νεκροθάφτες
    Ημέρα [τ]ρίτη
    χωράει κι άλλη
    μία
    Καλπάζουν λεωφορεία
    στον ώμο
    εγκαύματα σταματημένα
    Βυζιά χυμένα
    στην άμμο
    πλημμύρισα
    Ψίχουλα έρωτος
    τρώγονται
    προσεκτικά
    40 περιστέρια
    ψάχνουν
    την ειρήνη
    Ριζωμένα πόδια:
    η πεμπτουσία
    του τίποτα
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Πένθος


    Το πολύχρονο πένθος
    η κηδεία που φτάνει στο πρώτο τεταρτημόριο
    στο βυθό απιθώνεται
    το κουφάρι
    της άγνοιας
    που πνίγεται
    άλλο δεν ξέρω να σας πω.
    Μονάχα την τελευταία μέρα
    θα ουρλιάξει
    το άγουρο στόμα
    και θα φύγει ... θα διαμελιστεί
    σε ίσα κομμάτια
    - ένα για κάθε πιστό
    μεταλάβετε - το αίμα δεν κάνει κακό
    που και που μόνο
    ρίχτε καμιά μετάνοια στα όνειρα.
    Τόσες αυταπάτες χωράει το μυαλό
    τόσες
    για να κλειστούμε μέσα
    να στραγγίξουμε απ'το βυζί
    το γάλα
    από κάθε όρνεο που θα επιλεγεί
    για τη θυσία
    ας βάλουμε και λίγο δάκρυ
    να μην χαλάσει με τον καιρό,
    άλλο δεν ξέρω να σας πω.

    Ηλέκτρα Λ. - Πένθος
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΕΡΩΤΙΚΑ & ΑΠ' ΤΑ ΆΛΛΑ


    Εξομολογήσεις και κουραφέξαλα
    όλα εδώ υπάρχουν,
    όλα εδώ γεννιούνται
    την στιγμή
    που αφήνεις το χάρτινο το ταληράκι
    το αχ το αμαρτωλό που δεν
    σκεπάστηκε καλά
    μέσα
    στη δίνη
    στο κόκκινο θαμπό δωμάτιο
    με τη ζέστη να σε γδέρνει.
    Τίποτα δεν συναγωνίζεται με τον
    καφέ
    που πίνεις
    που αφήνεις στην πορσελάνη
    τα μαραμένα σου σημάδια -
    όλα αυτά είναι αηδίες
    ότι τάχα θύμησες
    είναι
    μοναδικές και αποκομμένες
    έστω
    κατιτίς πικρό
    κάποιο απόσπασμα που γονατίζει
    που σε τραβά απ'το χέρι.
    που λιώνεις πάνω στα γόνατα
    όλα
    εξαιτίας αυτού του μεσημεριού -
    αδύνατον τα φύλλα αυτά να κρύψουν
    τον ήλιο όλο
    θα μας τρελάνει,
    θα μας τρελάνει, να το δεις
    και συ θα κάθεσαι
    συναχωμένο
    ανθρωπάκι
    και θα πουδράρεις τα καμώματά σου.

    Ηλέκτρα Λ.
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  11.  
    δεν θα ήξερα τί να πρωτοκάνω.
    να την ζωγραφίσω, να την περπατήσω με τα δάχτυλα, να την ρουφήξω με τα ρουθούνια, να την φωτογραφίσω, να την κάνω να κινηθεί, να την χαζεύω, να την ονειρευτώ...