Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Καύλωσέ με! (αν μπορείς…)

Συζήτηση στο φόρουμ 'Ερωτικές φωτογραφίες & videos' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 19 Ιανουαρίου 2015.

  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

     
    [Εύα] Του Αντώνη Αντωνάκου

    Η Εύα είναι η νικήτρια. Σέρνει πίσω της ένα κοπάδι
    αντρών που υπακούουν στη μυρουδιά της.
    Ως νικήτρια έχει τη θέση της στα θρησκευτικά της
    πλέμπας και στα μουσεία του αστού.
    Είναι η προστάτιδα αξιολύπητων ζευγαριών που τα
    σμίγει η βεντούζα του έρωτα.
    Είναι ιέρεια της κίνησης, γυρίζει κυκλικά ζωντανεύοντας
    τα πάντα αλλά χωρίς να καθηλώνεται κάπου.
    Η Εύα φωτογραφίζεται για το vogue, στήνει πολέμους.
    Λύνει και δένει.
    Ο άντρας θέλει να ξεφύγει απ’ τα χείλη της που χάσκουν.
    Ν’ αποσπάσει το πετσί του που κατασπαράσσεται.
    Να υψωθεί πάνω απ’ τα στήθη που κυματίζουν.
    Αυτή είναι η πάλη των κορμιών.
    Ο πόλεμος με άλλα μέσα.
    Ανίκανος όμως αφού τον κρατά εκεί η φύση του
    που έστησε ολόκληρη πλεκτάνη για να διαιωνίσει
    την ύπαρξη.


     

    Να κάνει εις το διηνεκές την τραγωδία του
    σαπουνόπερα και υψηλή ραπτική.
    Τον κρατά εκεί αυτό που λένε οι φλώροι ψυχούλα.
    Σαν την κατσαρόλα με τα κόλλυβα που παίρνει βράση.
    Όταν η περίπτυξη λύνεται αρχίζουν τα πάνελ κι οι συνεδρίες.
    Πηχτό αίμα στα στομαχάκια που ξεπέφτουν όπως οι
    βασανισμένοι του Πινοσέτ και του Σαλαζάρ.
    Το πνεύμα δεν αποσπάτε απ’ τη σάρκα και το χώμα επειδή
    στη σάρκα και το χώμα υπάρχει ολόκληρη η συμπαντική κάψα.
    Αδιαίρετο το πάν. Αθροίζεται στο μουνί της Εύας.
    Στον υπέρ πάντων αγώνα. Είτε ξεκινούν απ’ τις αισθήσεις
    είτε απ΄ το πνεύμα ο υλιστικός πεσιμισμός και ο χριστιανισμός
    συναντιούνται για να διδάξουν την απελπισία.
    Η Εύα είναι όμως πάντα εδώ με το απίστευτο πείσμα
    των πιο μεγαλειωδών φύσεων να μην αποδέχεται
    ούτε τις αισθήσεις ούτε την ψυχή της κατακτώντας
    μια ανώτερη ισορροπία ανάμεσα στις αισθήσεις
    και τις ψυχές. Μια παραίτηση στη μέθη του ζην.
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Το Γεύμα Ή Πρωινό] Του Γιώργου Κοκτσίδη

     


    Είχα ακόμη μια στυφή γεύση από τσιγάρο να μου καίει τον ουρανίσκο όταν αποφάσισα να πάρω ένα δεύτερο καφέ. Έπιασα με τις άκρες των δαχτύλων τη γωνία του τραπεζιού και μ’ ένα νεύμα παρήγγειλα στη σερβιτόρα να μας φέρει ακόμα δυο καφέδες. Κοίταξα ύστερα το πρόσωπό του, σαφώς γερασμένο αλλά με μια ανεπαίσθητη οξύτητα και ζωηράδα, εύκολα αναγνωρίσιμες από έναν προσεκτικό παρατηρητή. Δυο μεγάλα γκριζωπά φρύδια σκέπαζαν τις βαθιές ρυτίδες του μετώπου του, αλλοιώνοντας ταυτόχρονα την τραχύτητά του, ενώ πάνω από τα προεξέχοντα ζυγωματικά του σπιθοβολούσαν δυο καστανά μάτια που μου υπενθύμιζαν την οξύνοια του ανθρώπου που είχα γνωρίσει κάποια χρόνια πριν.Θυμήθηκα την άοκνη προθυμία αυτού του άσημου για τα κοινωνικά δεδομένα καθηγητή να ενσταλάξει τη βαθιά του γνώση σε μένα και σε είκοσι ακόμα εφήβους, με ευγένεια και πνευματική νηφαλιότητα…πάντα με νηφαλιότητα. Ήμαστε η προνομιούχα γενιά -οι επιζήσαντες όπως έλεγε σκωπτικά μια καλή μου φίλη- που γνώρισε ένα μικρό κομμάτι της ανθρωπιάς μέσα στο ιδεολογικό σφαγείο της ελληνικής πραγματικότητας.Με μια ενστικτώδη χειρονομία έπιασε ένα τσιγάρο και κρατώντας το στην άκρη των χειλιών του πήρε να περιεργάζεται τον αναπτήρα. Το άναψε με μια απότομη, σχεδόν τρομαγμένη κίνηση. Ένιωθα την ανάσα του βαριά…έκαιγε το πρόσωπό μου. Μπορούσα σχεδόν να ακούσω το τσιγαρόχαρτο να μετατρέπεται σε στάχτη μέσα στο βρώμικο αέρα του μαγαζιού. Στράφηκε στο τζάμι που κοιτούσε το δρόμο και είδα στα μάτια του να παρελαύνουν οι φιγούρες των περαστικών.«Έτσι έχουν τα πράγματα.» μου είπε ξαφνικά με απογοήτευση. «Κοιτάζω τον εαυτό μου σαν κάποιον άλλο. Αισθάνομαι κατά κάποιον τρόπο εγκλωβισμένος, παγιδευμένος από κάποιες ξεθωριασμένες ιδέες μέσα στο μυαλό μου. Ξοφλημένες ιδέες βέβαια που έχουν από καιρό τεθεί εν αμφιβόλω. Δεν ξέρω τι κατάφερα με εσένα, με εσάς, δεν ξέρω καν τι κατάφερα με τον ίδιο μου τον εαυτό. Καπνίζοντας μέσα σε ένα τέτοιο γκρίζο πρωινό σκέφτομαι τον Ελύτη. “Θα μπορούσα να περάσω έτσι μια ζωή ολόκληρη αν δεν την έχω κιόλας περάσει”. Αλλά τι νόημα θα είχε και τότε η ίδια ζωή που ήδη διήνυσα;»


     

    «Η ζωή για μένα αποκτάει νόημα μόνο μέσα από την αιτιότητα μεταξύ των καταστάσεων και των προσώπων. Δεν μπορεί να μην διακρίνετε μια αιτιώδη συνάφεια μεταξύ μας. Ένα κομμάτι μου απέκτησε υπόσταση επειδή υπήρξατε καθηγητής μου. Για καλό ή για κακό δεν μπορώ να προδικάσω πριν κάνω μια ανάλογη συζήτηση μ’ έναν δικό μου μαθητή…» είπα γελώντας αμήχανα, προσπαθώντας να διακρίνω τις διαθέσεις του καθηγητή μου μέσα σ’ αυτή την περίεργη συζήτηση. «Μοιάζει κάπως μ’ ένα δέντρο αλυσιδωτών συσχετισμών κι αλληλεπιδράσεων. Εσείς περάσατε μέσα από μένα, κι εγώ θα περάσω από κάποιον τρίτο, αφήνοντας πάντα κάποιο στίγμα μέσα από τέτοιες διαθλάσεις. Κι αν ποτέ έχετε ακούσει Θανάση Παπακωνσταντίνου, μάλλον δεν είναι τίποτα ο άνθρωπος παρά ένας διάφανος καμβάς που ποτίζεται με εμπειρίες κι αναμνήσεις από κάποια αόρατη παλέτα ιδεών. Ένας διάφανος είμαι κι εγώ ακόμα κι αν στο τέλος μείνουν μόνο κόκαλα».

    «Δεν είναι θέμα προσώπων και αντωνυμιών. Εγώ, εσύ, ασήμαντο. Αν χρησιμοποιήσουμε ως αφετηρία τη γενιά σου και τη δυστοπία την οποία σας κληροδοτήσαμε ίσως θα είμαστε περισσότερο εύστοχοι, αλλά και πάλι θα απέχουμε παρασάγγας από τον καλό ορισμό του πραγματικού προβλήματος που αντιμετωπίζω με τον εαυτό μου. Ο άνθρωπος φίλε μου, ο άνθρωπος. Κι ακόμα περισσότερο η σχέση μεταξύ των ανθρώπων, η αγάπη. Εδώ έχουμε πλέον θέσει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων. Είμαστε όσο πιο εύστοχοι γίνεται. Αγάπη, αγάπη, αγάπη. Κάποτε ο Camus διέκρινε τη μεγάλη σημασία της σχέσης αυτής ανάγοντάς την σε απόλυτο και μοναδικό κανόνα ηθικής. Να αγαπάς. Στο διάολο να πάνε κι οι υπαρξιστές βέβαια. Βαρέθηκα μα περισσότερο κουράστηκα. Περπάτησα πολύ καιρό ανάμεσα σε ανάλογες αφηρημένες φιλοσοφικές θεωρήσεις των πραγμάτων για να καταλήξω πάλι στο μηδενισμό και στη ματαιότητα. Όσο για τη γενεσιουργό μήτρα των υπαρξιστών έχω κιόλας τη διάθεση να φτύσω. Γιατί μπορώ να δεχτώ αδιαμαρτύρητα πως η θεωρητική προσέγγιση του μαρξισμού αστόχησε. Αν όμως δεν αστόχησε και όλα έγιναν συνειδητά και βάσει σχεδίου, τότε στο διάολο να πάνε κι οι μαρξιστές. Δεν αγαπάω τέτοιους μαρξιστές, αλήθεια. Μυρίζει σαπισμένο κρέας η διαστρέβλωση των πραγμάτων. Με ανακατεύουν τα σοφιστικά τους επιχειρήματα.»

     


    Γύρισε και πάλι, με μια ξαφνική κίνηση, στο τζάμι. Το τραπέζι μύριζε καμμένη γόπα και πικρό καφέ.

    «Όσο για σένα» είπε, ρεμβάζοντας με το βλέμμα καρφωμένο στο οδόστρωμα «δεν έχω ιδέα σε τι μπορεί να σε ωφελήσουν όλα αυτά. Έχεις μπροστά σου μια νεοπαγή κατάσταση δεδομένων που θα σε τσαλακώσει κάτω από τα γρανάζια της.

    Από τις εκβιαστικές συναλλαγές του πελατειακού κράτους κάτω από το πέπλο της ανομίας και της αδιαφάνειας μέχρι τη στείρα σύνθλιψη κάθε ελεύθερης ιδέας, τη μισαλλοδοξία και τον πόλεμο αισθάνομαι υποχρεωμένος να κλάψω ζητώντας σου συγγνώμη….» Ξεφύσηξε και αισθάνθηκα τον κόσμο του να κλυδωνίζεται. Ήταν φανερά μπερδεμένος και καταβεβλημένος. «Δεν ξέρω αν είσαι εξοικειωμένος με τις προσεγγίσεις των Mendelssohn και Kant στο θέμα της καλλιέργειας και της μόρφωσης. Το σκέπτεσθαι, περίεργο και χαοτικό πράγμα. Εγώ ευθύνομαι, θέλω να το θυμάσαι. Για όλα υπαίτιος είμαι εγώ, ο άνθρωπος. Αυτό είδε ο Kant και μου άνοιξε, μας άνοιξε τα μάτια. Όταν η αδυναμία μου να μεταχειρίζομαι τη σκέψη μου, η πνευματική μου ανωριμότητα δεν έγκειται σε κάποια εγγενή ανεπάρκεια του νου μου αλλά στη δειλία μου, τότε είμαι απλά ένας μαλάκας. Ένα ταπεινό και τιποτένιο σκουλήκι. Εγώ δεν σκέφτηκα, αλήθεια δεν σκέφτηκα ποτέ μου. Ήταν αρκετό για να δω άνθρωπο να σκοτώνει άνθρωπο. Εγώ ευθύνομαι για το χαμένο ανθρώπινο αίμα. Για την πείνα. Εγώ και μόνο εγώ. Είναι μάλλον η σειρά σου, η σειρά σας…τι λέω ο ηλίθιος. Συμφωνήσαμε χωρίς αφηρημένες και άστοχες αντωνυμίες. Ήρθε η σειρά της αγάπης να υπερνικήσει την ξοφλημένη μας ηθική. Έφτασε ίσως το πλήρωμα του χρόνου για την εκπλήρωση του νιτσεϊκού μηδενισμού…Ίσως ξημερώσει, κάπου, κάποτε, δεν ξέρω…αν “γίνεις εσύ ο ήλιος που θα φωτίσει σβησμένους ήλιους άλλων” ίσως να ξημερώσει…συγγνώμη…»

    Σηκώθηκε από το τραπέζι αφήνοντας μερικά κέρματα και βγήκε τρεκλίζοντας από το μαγαζί. Ανέβασε το γιακά του πανωφοριού του καλύπτοντας το εκτεθειμένο στον παγωμένο αέρα του πρωινού πηγούνι του. Η μέρα είχε μπει πλέον στους κανονικούς της ρυθμούς. Είχε ξημερώσει κι ήταν εκεί. Ήμουν βέβαιος. Με περίμενε. Ο άνθρωπος που μ’ έκανε άνθρωπο ήταν ακόμα πίσω από εκείνα τα μάτια για να με ξανακάνει άνθρωπο.

    artworks : David Blázquez

     
  6. {Τρωάς} Δ. Δημητριάδης

    Έτσι/και στον πόλεμο/τον πρώτο άντρα/Του έδωσα το σώμα μου/κι ο πόλεμος/το πήρε/Το σώμα μου ήθελε/περισσότερο από όλα/κι επειδή το ήθελε/περισσότερο από όλα/του το έδωσα/Του έδωσα/το καλύτερο/και ομορφότερο/Κι έγινε δικό του/Και γίναμε/ένα με τον πόλεμο/Εγώ κι αυτός/αγκαλιαστήκαμε/Κι αγαπηθήκαμε/Δεν του δόθηκα/όπως στους άλλους/Σ' αυτόν δόθηκα/για να με πάρει/και να μη μ' αφήσει/σε κανέναν άλλον/και για κανέναν άλλον/Και με πήρε/Και δεν με άφησε/σε κανέναν άλλον/και για κανέναν άλλον/Δύο άντρες/γίναμε ένα/Το τέλος του/ήταν/και δικό μου/Ο πόλεμος/τελείωσε/μόλις τελείωσα/κι εγώ/Τελείωσα/στην αγκαλιά του/Με γέμισε/και με άδειασε/Με πήρε/και δεν με/έδωσε πίσω/Μαζί/Τελειώσαμε
     
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  8. gazza

    gazza Regular Member

  9. gazza

    gazza Regular Member

  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Σωτήρ, ή ο από μηχανής φαλλός] του Αντώνη Αντωνάκου

    Κατέχω μόνο το σώμα των άλλων.
    Το δικό μου με κατέχει.
    Ο έρως δεν ταΐζει τα σώματα παρά οξύνει την πείνα τους.
    Οι διαφημιστές εβάλαν τον ερωτισμό σε ναφθαλίνη.
    Το σώμα κάποτε ξενυχτούσε το φεγγάρι και πρόσμενε την αυγή.
    Άνθιζε στους αγρούς με τα μαύρα κοτσύφια και το στιλπνό αεράκι.
    Κι οι μοιχαλίδες ξυπνούσαν με τη γεύση του θυμού.
    Όμορφες αρχαίες θεές πριν τον έμπορα.
    Εδώ σταματούν οι εικόνες του παλιού καιρού.
    Εδώ σκοντάφτει η γλώσσα στο βυζί.
    Εδώ οι τρομερές νύχτες.
    Εδώ τα σάπια κρέατα του καιρού.
    Αλεπούδες σκοτωμένες από γιωταχή.
    Κι η τσεκουριά του λύκου.
    Στην Ελλάδα γράφτηκε φοβερή ποίηση.
    Και τσιμπούσια εγίνανε φοβερά.
    Αρχαία ένδοξη σπορά καλοζωίας.
    Εδώ σφάχτηκαν οι καπνεργάτες απ’ τους χωροφύλακες.
    Εδώ στα ωραία λευκά νησιά με τους γαλανούς αιθέρες η πατρίδα
    δηλητηρίασε το τελευταίο τους γεύμα.
    Εδώ τους έριξαν το βιτριόλι.
    Εδώ κρύφτηκε το καράβι τους.
    Στ’ ανεπαίσθητα ριπιδίσματα των σκελιών μιας κυράς.
    Ο έρως ένα τετελεσμένο γεγονός.
    Αν δεν είσαι σεξουαλικά πεινασμένος είσαι κουτάβι.
    Να κατασκοπεύεις την αγαπημένη σου.
    Και να στέκεσαι κάτω απ’ το ομορφότερο δέντρο όταν κατουρά.
    Και να της χαμογελάς καταμεσής του δρόμου.
    Τα ελληνικά μου στους δυο μηρούς της κυλούν.
    Ο έρως αντιστέκεται στην πανούκλα του εθνικισμού.
    Οι ψυχαναλυτές μαγάρισαν τον έρωτα.
    Μα το γαμήσι ξεκινά όταν ο κατηχητής το τερματίζει.
    Ας μας κάνουν επιτέλους σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τα πλάσματα της φύσης.
    Οι καυλωμένοι αμαρτάνουν. Οι εγκρατείς εκδικούνται.
    Και το ιδεώδες της παρθενίας είναι
    το ιδεώδες εκείνων που θέλουν να ξεπαρθενεύουν.
    Η ανθρωπότητα παραμένει ζωντανή με κτηνώδεις πράξεις.
    Ο Αδάμ και η Εύα ήσαν άοπλοι.
    Χορτοφάγοι, λάγνοι και αμαρτωλοί.
    Πάρε τη μορφή του εραστή σου.
    Το σπέρμα σου σκούπισε με τη γαλανόλευκη.
    Η ώρα του αποχαιρετισμού είναι ιερή.
    Γονάτισε στο πάτωμα και φίλησέ της τα πόδια.
    Σε όλες τις υποθέσεις της ζωής η γυναίκα συμμετέχει με το σώμα της.
    Η ψυχή δεν είναι μετρίσιμο μέγεθος.
    Η ψυχή δεν έχει κλειτορίδα.


     
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    “Touch is in fact food. With regards to bodywork and massage, skin to skin contact, when slowly and sensitively applied, is as vital to our development as mothers milk. The limitless potential for stimulating natural healing process through bodywork can be better understood in that context.
    The skin is both protective and interactive. It is an organ of immunity (barrier to bacteria), temperature regulation (perspiration), and most importantly contains many of the body's most important sensory receptors, providing the brain with vital information about the state of our outside world. The sense of touch, mediated through the skin, is the mother of the five senses, being the earliest in evidence in embryonic development. The eyes, ears, nose and tongue are all covered by a type of skin with specialized nerve receptors which interpret the "touch" of our environment as the other four of our familiar five senses.”
    _Bernhard Guenther