Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Καύλωσέ με! (αν μπορείς…)

Συζήτηση στο φόρουμ 'Ερωτικές φωτογραφίες & videos' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 19 Ιανουαρίου 2015.

  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    The object of sensual desire is by nature another desire. The desire of the senses is the desire, if not to destroy oneself, at least to be consumed and to lose oneself without reservation.

    - Georges Bataille, The Object of Desire and the Totality of the Real from The Accursed Share

       
     
    Madame Edwarda was written by Georges Bataille in September 1941, during the darkest days of the Occupation of Paris, and appeared at the end of that year, under the pseudonym of Pierre Angélique, in an underground edition published by Éditions Solitaire. As a precautionary measure it was back-dated to 1937. Following the Liberation a second edition was issued by the same publisher in 1945, again backdated to 1942, and illustrated with thirty-one engravings attributed to Jean Perdu, a pseudonym for Jean Fautrier. A third edition, published by Jean-Jacques Pauvert, appeared in 1956 under the same pseudonym, to which Bataille appended a preface in his own name. In 1966, four years after his death, a fourth edition, also published by Pauvert, and accompanied by twelve engravings by Hans Bellmer, finally appeared under Bataille’s own name. On its first publication the book was reviewed by Maurice Blanchot, who called it ‘the most beautiful narrative of our time’. Bataille himself called Madame Edwarda the ‘lubricious key’ to his war writings, and his return to it late in his life suggests the importance he accorded it in his oeuvre.

    It is possible to see in the character of Madame Edwarda a composite figure in which Bataille brought together several women dear to him: Violette, a young prostitute with whom he had fallen in love in 1931, and whose release from her brothel he had tried, in vain, to purchase; Laure, the dark sovereign who had reigned over his pre-war years, and who had died of tuberculosis in 1938; Angela of Foligno, the thirteenth-century Italian mystic whose ecstatic account of the theopathic state informed so much of Bataille’s vocabulary here; and Madeleine, an ecstatic at the Salpêtrière to whom the psychologist Pierre Janet, Bataille’s one-time collaborator before the war, had dedicated his most famous study, De l’angoisse à l’extase. When Bataille came to write a preface to his narrative, however, some fifteen years after its first publication, it was to a famous passage in the preface to Hegel’s Phänomenologie des Geistes that he turned for his epigraph. Beyond the particularity of its human elements, the shared language of its textual antecedents, it is the figure of consciousness Hegel describes in this passage that Bataille sought to embody in the character of Madame Edwarda: a figure which, in Hegel’s words, ‘attains its truth only when it finds itself in absolute laceration’, when the life of the spirit ‘contemplates the negativity of death face to face and dwells with it’.

    The six erotic drawings — among them a trench-coated man walking into a cartoonishly oversized vagina, and a flying penis with wings — were done in 1946 to accompany the short story Madame Edward byFrench philosopher and abject-art theorist Georges Bataille. The tale revolves around a man who becomes obsessed with a prostitute he thinks is God.
     
  2. Xarhs

    Xarhs Hard limits: Μπουζούκια, Δράκοι και Μονόκεροι

  3. Xarhs

    Xarhs Hard limits: Μπουζούκια, Δράκοι και Μονόκεροι

  4. Xarhs

    Xarhs Hard limits: Μπουζούκια, Δράκοι και Μονόκεροι

  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    "Με τον εραστή μου γιορτάζουμε τις μνήμες
    που δεν γεννήσαμε πότε.
    Τις βαφτίζουμε και τις φυτεύουμε σε γλάστρες στο μπαλκόνι.
    "Σε άγγιζα στον ύπνο μου και ξύπνησα χορτάτος"
    μου μιλάει αυτός.
    Όταν δεν με κοιτά, βάζω τρικλοποδιά με το δάκτυλο στους περαστικούς.
    Του, τους δείχνω να γελάει.
    "Μουρλό μου"
    προσεύχεται αυτός.
    Με διυλίζει τ' απογεύματα,
    μ' απλώνει στον καναπέ.
    Πασπατεύω πρόστυχα τ' απλωμένο αποτέλεσμα,
    συμφωνώ.
    Γι αντάλλαγμα , του μαθαίνω ν' αγαπάει τις καταιγίδες.
    Με την γλώσσα αρπάζω τις τελείες και τις τραγουδώ γραμμές
    ευθείες,
    καμπύλες,
    κόκκινες,
    αλμυρές,
    ζεστές,
    συρμάτινες
    τέμνουν, εξάπτουν, ενώνουν, γεμίζουν.
    "Ζηλεύω"
    χαμογελάει αυτός.
    Με τον εραστή μου γιορτάζουμε τα μάτια που δεν γιατρέψαμε πότε.
    Τα τρίβουμε και τα φιλάμε,
    τα φορτώνουμε
    σε έκτροπες τροχιές,
    το φως ανάποδα να καβαλάνε.
    "Ευχαριστώ"
    ονειρεύεται αυτός."


    Νόπη Φουντουκίδου

     
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΘΕΛΩ
    την ώρα του παράνομου σκιρτήματος
    όταν οι στρογγυλές καμπύλες σου ελευθερωθούν
    κι ο πόθος γίνει διεστραμμένη επιθυμία
    βουβός λυγμός κάποιας παράλυτης θεότητας

    να κρατήσω τα πελώρια μάτια σου
    πάνω στη γραμμή της ζωής μου που ξεθωριάζει
    και σβήνει ανήμπορη να σιγάσει
    τα χιλιάδες παραμορφωμένα ντεσιμπέλ
    στο κορμί σου

    και θέλω

    τις νύχτες εκείνες των σπασμών
    λικνίσματα αφρισμένων κυμάτων
    στα πόδια σου

    να κάψω την ξύλινη φύση μου
    κουρέλια φωτιάς
    με χέρια φορτισμένα
    απ’ τη γεννήτρια μήτρα σου
    που χάσκει αδιάφορη
    μπρος στα γυμνά μου μάτια
    γυρεύοντας δικαίωση

    και θέλω

    την ώρα της θολής ενατένισης
    λίγο μετά τη θύελλα της νύχτας
    στη σύγχυση σου αδαής
    παραδομένος σε ταξίδια ομιχλώδη

    να γδάρω με τις λέξεις μου τη σάρκα σου
    πανάκριβα λάφυρα
    βελούδινων μαχών
    τα φλογισμένα της τοπία

    και θέλω θέλω θέλω

    τώρα πια που γύρισαν οι σελίδες
    τώρα που η τρέλα καλπάζει
    στους ώμους μου συνεπιβάτης αχώριστος

    θέλω θέλω

    τώρα που όλα χάνονται
    στης λήθης τα ντουλάπια

    νεκρή φύση
    και γλυκιά μουσική

    τη μήτρα σου θέλω

    στο τοίχο κάδρο
    αριστερά στο χολ καρφωμένη
    σε στάση αναμονής
    να σε θυμάμαι αιώνια

    και αμαρτίες
    και απαγορευμένους καρπούς
    και σπίτια να καταρρέουν
    και ζώνες φωτιάς ανεξέλεγκτης
    και θορύβους διασκορπισμένους
    και φωτισμούς κατάχαμα

    όλα κουλουβάχατα

    και δίχως δύση απογεύματα
    και απελπισμένες ιαχές

    βεβήλωση θέλω
    βεβήλωση ιερού

    το φρούτινο άστρο σου
    τη μελαγχολία σου
    το σάρκινο αποκαΐδι σου

    φίλησέ με
    φίλησέ με για το Θεό

    πέφτω
    σκορπίζομαι
    το σχήμα μου
    ξεθωριάζει
    διαλύεται
    σκόνη κοσμική

    κάνε με λέξεις και μουσική
    να κυλήσω μέσα σου
    ορός νεκρικός
    να κάψω τα σπαρτά σου

    πλημμύρισέ με
    πνίξε με θάλασσα

    στις όχθες σου ξέβρασέ με
    ψάρι νεκρό

    το σύμπαν σου ταφόπλακα
    το μουνί σου ευλογημένο
    ηλιοβασίλεμα η ομορφιά σου
    τα στήθη σου γυάλινα κλουβιά

    κι εγώ γυμνός καβαλάρης
    στη θύελλα των αστρικών εβδομάδων σου
    λουλούδι εποχιακό
    στη βαρβαρότητα των χεριών σου
    εγκαταλειμένο

    κόψε με
    σκύψε και κόψε με

    στόλισε στα μαλλιά σου το σώμα μου
    και κάρφωσέ με
    στη κατάμαυρη μετάξινη πλημμυρίδα σου
    να αιωρούμαι εκεί
    αστέρι ετερόφωτο
    από βωμό σε βωμό

    έλα μην αργείς

    έχω στα σπλάχνα μου τον ομφάλιο λώρο σου
    σε κατάσταση έκρηξης

    εξαπάτησέ με αδιαφορώ
    έχω πια ξεπεράσει την ύλη

    χρειάζομαι μόνο
    το ξόδεμα του χεριού σου
    στις πλάτες μου
    το σκοτεινό σου χαμόγελο
    τις αλλόκοτες λέξεις σου
    το κάλεσμά σου
    να γεμίσω τις χαραμάδες σου
    με χρώμα αιωνιότητας
    να τρυγήσω τη γύρη
    απ΄τη σάρκα σου

    μην αργείς
    τη ζωή σου θέλω

    να κλέψω από τη σιωπή σου
    δύο γραμμάρια αίμα
    να αποδράσω
    σε κρύπτες μυστικές
    με δανεικά όνειρα
    να λύσω το γόρδιο δεσμό
    των ματιών σου
    έκσταση

    τα ψέματά σου
    τις παλλόμενες συνουσίες σου
    ευχές την ώρα της επιστροφής

    τον οργασμό σου δικό μου
    λεηλατημένες τις νύχτες σου

    φίλησέ με
    φίλησέ με ασφυκτιώ

    μαδάω τις πεταλούδες σου
    τα υγρά σου μάτια
    αυγής ροδοπέταλα
    θα σε αποσυνθέσω
    διαμελισμός οστών

    φίλησέ με ασφυκτιώ

    αναστέλω διαρκώς
    τις φυσικές μου λειτουργίες
    και το δωμάτιο εχθρικό
    με συντρίβουν οι τοίχοι

    ανατρέπομαι προσοχή
    ανατρέπομαι

    από ενδόμυχη σύγκρουση
    σύνοδος πλανητών
    και πετάω ανθρώπινος κομήτης
    στο αχανές διάστημα της ζωής σου

    στιγμές στερνές
    βιολογικής ύπαρξης
    οι αισθήσεις μου
    καπνισμένα εδάφη

    τέλος τέλος

    τρυπημένος με ορούς και ενέσεις
    παραφροσύνης

    το σώμα μου πληγή
    οι λέξεις μου κραυγές
    άναρθρης απελπισίας
    οργής
    ηλεκτρικής φόρτισης

    ~ ΣΑΠΙΖΩ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ ..Σταυρος Σταυροπουλος~

     
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    My pussy? Tastes like skinny dipping in a glass of bourbon. Tastes like brass knuckles and blush. It tastes like pop stars eating Pop-Tarts. Tastes like your mother’s does. Like a small knife. It tastes like your favorite cocktail spiked with antifreeze. It tastes like you can try it, you can love it, but it will kill you.
    It will kill you.
    —Megan Falley, from “Lana Del Rey Helps Me Decide What My Pussy Tastes Like”


     
     
  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ...όπου μπαίνουν απόστροφοι, χάνονται φωνήεντα και βαριέμαι να εξηγώ κι ένα σωρό άλλα νοήματα που χάνονται. Στον δρόμο για εξήγηση.

     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  12. Siren_Peisinoe

    Siren_Peisinoe Ανενεργή επί του παρόντος.

    Αυτη η στιγμη που σε φανταζομαι, ετοιμη να αφεθω σε ακομη μια οργασμικη λαιλαπα ηδονης...