Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μαθήματα προσανατολισμού

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Εμπειρίες' που ξεκίνησε από το μέλος dimfetishman, στις 21 Μαρτίου 2021.

  1. dimfetishman

    dimfetishman Ζεις μονάχα μια φορά. Ενίοτε και καμία. Contributor

    Φθινόπωρο .… άτιμο Φθινόπωρο... Βλέπετε πάντα του προκαλούσε μία μελαγχολία. Λίγο το τέλος των διακοπών, λίγο οι αυξημένες υποχρεώσεις του έφερναν μία «βαριά» κάπως διάθεση. Είχαν μεσολαβήσει και κάποια άλλα γεγονότα και έκαναν την όλη κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη γι’αυτόν. Κύρια διέξοδος ήταν να βγαίνει από την πόλη και να τρέχει σε ένα αλσύλλιο ή να «χάνεται» με το ποδήλατο στον ελεύθερο χρόνο του. Το τελευταίο διάστημα απέφευγε τις εξόδους και τις παρέες με φίλους σε σημείο που με κάποιους είχε σχεδόν παρεξηγηθεί…όμως η διάθεση του ήταν αυτή που ήταν και ήθελε το χρόνο του.

    Δεν του έφταναν όλα, είχε και κάποιες πιο ιδιαίτερες ανησυχίες. Τα συνηθισμένα ερωτικά παιχνίδια δεν τον κάλυπταν και πάντα αναζητούσε κάτι διαφορετικό, πιο εξτρίμ, πιο «πικάντικο». Παιχνίδια του μυαλού, από αυτά που κάνουν το κορμί να σκιρτά και να ακολουθεί πειθήνια.

    Στα πλαίσια αυτών των περιστασιακών αναζητήσεων βρέθηκε να μιλάει με τη Λία, μία υποτακτική αρκετά χρόνια μικρότερή του. Εκείνη έξυπνη, σπιρτόζα, ετοιμόλογη, ικανή να σε στείλει αδιάβαστο με τη γραφή και το λόγο της…και ποιός ξέρει και με τι άλλο. Αυτός ήταν και ο λόγος που την προσέγγισε, ξυπνούσε μέσα του τη διάθεση να την ανακαλύψει αλλά και να την αποκαλύψει. Ολίγον τι μπρατίδιο αλλά αυτό μάλλον της χάριζε παρά της αφαιρούσε γοητεία και ενδιαφέρον. Εκείνος πάλι σοβαρός, «μετρημένος», με διάθεση να ακούσει και να μάθει για κείνη. Συνεπείς στο διαδικτυακό ραντεβού τους έβρισκαν πάντα χρόνο να τα λένε και να μοιράζονται σκέψεις, προβληματισμούς, ανησυχίες.

    Μετά από αρκετή επικοινωνία έκριναν πώς ήρθε η ώρα της γνωριμίας, του 1ου καφέ. Η αρχική αμηχανία έφερε τα πρώτα χαμόγελα και η κουβέντα κυλούσε ευχάριστα, ίσως περισσότερο από όσο υπολόγιζαν και οι δύο. Δεν έλειπε το χιούμορ όμως σταδιακά η ατμόσφαιρα είχε αρχίσει να «ηλεκτρίζεται» όμορφα, καθώς το ένα έφερνε το άλλο. Μέχρι που ο Ντίνος ζήτησε από το σερβιτόρο λίγο πάγο για τον καφέ του. Έβγαλε ένα σακουλάκι από την τσέπη του και έριξε μέσα 3 παγάκια.

    «Έφυγες…πας στην τουαλέτα, διαλέγεις τα πιο όμορφα και τα βάζεις μέσα σου». Αυτό ήταν, «κόκαλο» η μικρή, σάστισε.

    «Τι δεν κατάλαβες να το ξαναπώ»… Της κόπηκε το χαμόγελο αλλά σηκώθηκε και χάθηκε στην τουαλέτα, για να γυρίσει μετά από λίγο φανερά «μουδιασμένη» και ντροπαλή.

    - Το έκανα, έβαλα τα 2 μικρότερα, είναι πολύ περίεργο όλο αυτό.

    - Τίποτα δεν είναι περίεργο, θα το συνηθίσεις, άλλωστε το συναίσθημά σου αυτό είναι και ζητούμενο, δε νομίζεις;

    Το τραπέζι τους ήταν σχετικά απομονωμένο, γωνιακό. «Απέναντι κάθισε, σε παρακαλώ πολύ, θέλω να σε βλέπω». Ξεροκατάπιε και κάθισε αντικριστά αποφεύγοντας να τον κοιτάξει στα μάτια.

    «Το πάτωμα σου μιλάει ή εγώ» ρώτησε με ύφος εμφανώς πιο αυστηρό. Σήκωσε τη ματιά της και τον κοίταξε. Του χαμογέλασε αμήχανα προσπαθώντας νε επανέλθει στην πραγματικότητα. Δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί. Το βλέμμα της ήταν «καρφωμένο» πάνω του και το μυαλό της «ταξίδευε». Απαντούσε με καθυστέρηση και έδειχνε ξεκάθαρα πόσο επηρεασμένη ήταν…επηρεασμένη μα και ερεθισμένη όσο η ώρα περνούσε.

    «Αν βάλω τώρα το χέρι μου εκεί χαμηλά, θα βρω κανένα παγάκι ή έχουν λιώσει και τα 2 μέσα σου»;

    Η Λία απέφυγε να απαντήσει και χαμήλωσε το κεφάλι προσπαθώντας κάτι να ψιθυρίσει. Αμέσως όμως το επανέφερε λέγοντας ότι σαν πρωτάρα ένιωθε αρκετά άβολα.

    Καλό είναι αυτό…άλλωστε είπαμε, ξεκινάμε από το μυαλό και τα υπόλοιπα θα έρθουν, μη φοβάσαι, δεν πρόκειται να σε βάλω εδώ μέσα να μου στηθείς και να μου δείξεις τι μπορείς να υποστείς και να κάνεις για μένα. Είσαι λίγο πιο ήρεμη, πώς αισθάνεσαι;

    - Καλύτερα, ναι, αρκετά καλύτερα.

    - Θέλω να είμαι σίγουρος ότι το θέλεις. Αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα και μπορείς πολύ εύκολα να βρεις κάποιον να σε πηδάει και να ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις καύλες σου, μικρή. Αν πάλι είσαι εδώ για κάτι βαθύτερο, σε διαβεβαιώνω ότι θα φτάσουμε και στα βαθύτερα… Σήκω σαν καλό κορίτσι λοιπόν και πήγαινε ξανά στην τουαλέτα, βγάλε το κιλοτάκι σου και φέρτο μου στα χέρια. Δεν με νοιάζει αν το δει κάποιος, με ενδιαφέρει να το βγάλεις και να μου το φέρεις. Να μπεις στη διαδικασία. Αν πάλι δε θέλεις κάτι, από μένα είσαι ελεύθερη».

    Την «έλουσε» κρύος ιδρώτας, τι σκωτσέζικο ντους ήταν τώρα αυτό; Εκεί που πήγε να ελέγξει λίγο τον εαυτό της και να νιώσει λίγο πιο άνετα, τη στέλνει ξανά στην τουαλέτα. Σηκώθηκε και κοντοστάθηκε, κοίταξε την έξοδο του μαγαζιού χωρίς να πείθει και κούνησε το κεφάλι. Με αργά αλλά σίγουρα βήματα κατευθύνθηκε προς τα ιδιαίτερα διαμερίσματα. Σε 2 λεπτά ήταν πίσω με το εσώρουχο στα χέρια της. Φανερά αναστατωμένη του το έδωσε με χέρια ιδρωμένα. Το πήρε και το επεξεργάστηκε, ήταν μούσκεμα. Της το έδωσε και ζήτησε να το μυρίσει.

    - Πόσο πουτάνα μπορείς να γίνεις άραγε, πόσα μπορείς να αντέξεις, πες μου. Κάτι μου λέει ότι δεν είναι παγάκια όλη αυτή η υγρασία αλλά το «άρωμά» σου, τσουλί.

    - Όχι, δεν είναι παγάκια αυτά, άλλο πράγμα είναι, είπε με φωνή «σπασμένη».

    - Πόσο χρόνο έχεις στη διάθεση σου;

    - Πολύυυ…όσο μου ζητήσ…ετε. Δεν υπάρχει κανένα θέμα. Άλλωστε συζητάμε εδώ και καιρό κάποια πράγματα, νομίζω.

    Έβγαλε από την τσέπη Του τα κλειδιά του αυτοκινήτου και της τα έδωσε μαζί με το βρεγμένο κιλοτάκι της. «Έξω από το μαγαζί είναι ένα golf…στο χρώμα του κώλου σου, όπως θα γίνει δηλαδή. Μπαίνεις, κάθεσαι όμορφα - όμορφα και Με περιμένεις».

    Χωρίς να πει λέξη πήρε τα κλειδιά και βγήκε. Τα βήματα μέχρι το αυτοκίνητο της φάνηκαν αιώνες. «Αχ, τι κάνω, δεν το πιστεύω. Νιώθω τόσο ζαλισμένη, τόσο ερεθισμένη, τόσο, τόσο…και τώρα τι στο καλό ψάχνω μαύρο ή κόκκινο χρώμα»;


    Τ Ε Λ Ο Σ 1ου Μ Ε Ρ Ο Υ Σ - Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι
     
    Last edited: 22 Μαρτίου 2021
  2. dimfetishman

    dimfetishman Ζεις μονάχα μια φορά. Ενίοτε και καμία. Contributor

    Σκεπτόμενη σαν γνήσιο θηλυκό πάτησε το μπουτόν του συναγερμού. Ένα λευκό golf «της έκλεισε το μάτι’. Χαμογέλασε πονηρά και πλησίασε, μπήκε και κάθισε στη θέση του συνοδηγού προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο και να «μαζέψει» το μυαλό της. Όχι ότι πρόλαβε, καθώς σε λίγα λεπτά ήταν κι Εκείνος εκεί.

    - Πού θα πάμε, μπορώ να ξέρω;

    Απάντηση δεν πήρε. Ούτε καν γύρισε να την κοιτάξει. Της έπιασε μόνο το χέρι. Αυτό ήταν αρκετό. Την είδε να κάθεται αναπαυτικά στο κάθισμα και να προσπαθεί να Του πιάσει κι εκείνη το δικό Του χαϊδεύοντάς το.

    - Αυτό δεν θα το ξανακάνεις. Αν κάτι θελήσω, θα το καταλάβεις ή θα το πω, κατανοητό;

    Δεν είπε κουβέντα, γύρισε, ευθυγραμμίστηκε με το κάθισμά της και εστίασε μπροστά.. Στον πιο κάτω δρόμο έστριψαν στο 2ο στενάκι δεξιά και κοντοστάθηκαν. Είχε ήδη σουρουπώσει για τα καλά, η πόλη είχε αρχίσει να φοράει τα βραδινά της. Γύρισε προς το μέρος της και αμέσως εκείνη ανταποκρίθηκε κάνοντας το ίδιο. Ένα χάδι ή ένα φιλί θα ήταν το καλύτερο τονωτικό για την ίδια… 2 χαστούκια όμως την επανέφεραν.

    - Όταν σου μιλάνε εσένα δεν ξέρεις να απαντάς, Πριν προλάβει να πει κάτι έφαγε άλλα 2, πιο δυνατά. Ξαφνιάστηκε και πόνεσε αλλά κυρίως ένιωσε ντροπιασμένη, ωστόσο δεν τόλμησε να βγάλει άχνα. Μόνο φίλησε το χέρι Του ζητώντας συγγνώμη.

    Στα επόμενα λεπτά έφταναν στον προορισμό τους. Ήξερε καλά που πήγαιναν κι ας έκανε την ανίδεη μπαίνοντας στο αυτοκίνητο. Όλο αυτό το διάστημα είχαν κουβεντιάσει πολλά και είχαν συμφωνήσει σε κάποια πράγματα, άλλωστε ήταν κάτι που ήθελαν από κοινού. Κατέβηκαν και μπήκαν σε μία διώροφη οικοδομή, ο 1ος δεν κατοικείτο όλο το χρόνο και ήταν κλειστός. «Με τα πόδια θα πάμε», της είπε και μπήκε μπροστά Εκείνος. «Παντού και πάντα προηγείστε αλλά όχι στις σκάλες. Για ευνόητους λόγους».

    Μόλις μπήκαν στο σπίτι έκανε κίνηση να Τον πλησιάσει θέλοντας ίσως να τον καλοπιάσει και να επανορθώσει για πριμ…ίσως και για να τονώσει την αυτοπεποίθησή της, όμως Εκείνος τραβήχτηκε και την κοίταξε «παγωμένα».

    - Εδώ δεν ήρθες για χάδια και το ξέρεις καλά… ήρθες για να σε χρησιμοποιήσω όπως Εγώ νομίζω και θέλω. Άλλωστε με ακολούθησες, δεν σε έφερα δεμένη.

    Τον κοίταξε αμήχανα και αμέσως κατέβασε τη ματιά της. Την έπιασε από το πηγούνι και την κοίταξε στα μάτια χωρίς να πει λέξη. Απλά τη χάζευε μέχρι που κατάφερε να ψελλίσει κάτι.

    - Θέλω, Σε θέλω, θέλω να Σας αφεθώ. Ένιωσε το χέρι Του να τη χαϊδεύει σε όλο το πρόσωπο. Και μαζί το 1ο «κάψιμο», την 1η ανατριχίλα σε όλο της το σώμα. Και το 1ο δάγκωμα στα χείλη…και ήταν τόσο γλυκό, τόσο αναπάντεχο, τόσο έντονο.

    - Δεν πρόκειται να σου κάνω κάτι που δεν θα σου αρέσει Είναι το μόνο που μπορώ να σου υποσχεθώ και ελπίζω να σου αρκεί. Όσο πιο πρόθυμη είσαι, τόσο πιο πρόστυχα και αξέχαστα θα σου φερθώ. Όσο μεγαλύτερη καριόλα γίνεις για Μένα, τόσο περισσότερο θα ασχοληθώ μαζί σου.

    Της έδωσε μία τσάντα και την έστειλε να αλλάξει. «Σε 5 λεπτά σε θέλω έτοιμη και στημένη στη γωνία… όρθια με το πρόσωπο στον τοίχο σαν καλό κορίτσι».

    Εκείνος απομακρύνθηκε και πήγε να βάλει μουσική. Θα μας χρειαστεί για αρκετούς λόγους, σκέφτηκε, καθώς επέλεγε ένα ποτ-πουρί από παλιές, ροκ μπαλάντες στον υπολογιστή.

    Η Λία έτρεμε, τα χέρια της έκαναν αργές και ασταθείς κινήσεις. Δεν περίμενε να της δώσει κάτι να φορέσει αλλά δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά τώρα. Μπήκε στο μπάνιο και ετοιμάστηκε. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη, πήρε 2 βαθιές ανάσες και βγήκε φορώντας μόνο τις γόβες της και ένα ζευγάρι κάλτσες σιλικόνης, που αγκάλιαζαν τα όμορφα πόδια της.

    «Στον τοίχο όπως σου ζήτησα. Και μην τολμήσεις να γυρίσεις το κεφάλι» Ο τοίχος ήταν «ντυμένος» με έναν αρκετά μεγάλο καθρέφτη, έτσι είχε τη δυνατότητα να βλέπει τις κινήσεις Του. Χαμήλωσε το φωτισμό και την πλησίασε. Έτρεμε σαν το ψάρι καθώς ένιωσε την ανάσα Του στο αυτί της. Έσυρε το χέρι Του από το σβέρκο της μέχρι την πλάτη. Και ξανά προς τα πάνω. Την έπιασε από τα μαλλιά και την τράβηξε προς τα πίσω. Το κορμί της έκανε ένα «τόξο». Με το άλλο χέρι έπιασε το στήθος της και το χούφτωσε δυνατά. Το πρώτο «αχ» έφυγε από τα χείλη της.

    - Καριολάκι, θα βγάλεις πολλά αχ σήμερα.

    Πήρε ένα λουράκι που κατέληγε σε μία αλυσίδα και το «πέρασε» στο λαιμό της. Έπιασε ξανά τα στήθη της και άρχισε να τα πιέζει ενώ με το άλλο χέρι χαστούκισε τον κώλο της. 1, 2, 3. 4, 5… Δυνατά και στο ίδιο σημείο. Κι άλλα τόσα στο άλλο κωλομέρι. Μία γλυκιά ζάλη άρχισε σιγά-σιγά να την κυριεύει. Δεν είχε ποτέ ανάλογη εμπειρία αλλά το δούλευε καιρό στο μυαλό της και τώρα ήταν η ευκαιρία. Τη χάιδευε και τη χαστούκιζε ταυτόχρονα. Όσο οι θηλές της σκλήραιναν, τόσο το κωλαράκι της κοκκίνιζε. Από τη μία καύλωνε και από την άλλη πονούσε.

    Έπιασε ένα μαντήλι για να της δέσει τα μάτια. «Μη, μη τα μάτια, θέλω να βλέπω», πρόλαβε να ψιθυρίσει. Και που το είπε φυσικά δεν άλλαξε κάτι, δεν θα μπορούσε άλλωστε. «Μου αρκεί να επικεντρωθείς στις αισθήσεις», απάντησε καθώς της έκλεινε τα μάτια. Η ανάσα της «βάρυνε» αμέσως και η καρδιά της άρχισε να χτυπάει πιο δυνατά σε μία προσπάθεια να διαχειριστεί ψύχραιμα την κατάσταση.

    Απομακρύνθηκε προς στιγμή για να γυρίσει κρατώντας κάτι στα χέρια. Το κόλλησε πίσω της δροσίζοντας την. Μετά το αρχικό «ζέσταμα» λίγος πάγος ήταν ό,τι καλύτερο για τα κωλομέρια της…τονωτικός και αναζωογονητικός. Ακούμπησε ολόκληρος πίσω της σέρνοντας το στόμα Του στην πλάτη της. Πότε τη φιλούσε και πότε τη δάγκωνε. Πέρασε τα χέρια Του μπροστά της, χαμηλά αγγίζοντας το εσωτερικό των μηρών της. Ήταν τόσο υγρή… «Φυλάκισε» στα ακροδάχτυλά την κλειτορίδα της παίζοντας μαζί της.

    «Σταμάτα να σκέφτεσαι. Αυτό θα είναι το δώρο σου στον εαυτό σου, το δικό σου δώρο». Πριν καλά-καλά ολοκληρώσει τα λόγια Του, βρέθηκε με 2 δάχτυλα μέσα της. Τινάχτηκε απότομα, τα πόδια της λύγισαν. Όπως διείσδυσε τη βοήθησε να ανασηκωθεί. Ο κόλπος της έσταζε. «Στηρίξου και στήσου, μη με αναγκάσεις να σε δέσω», της είπε. Έκανε μία προσπάθεια να στηριχτεί καλύτερα ανοίγοντας ελαφρώς τα πόδια της.

    Άλλαξε χέρι βυθίζοντας και πάλι 2 δάχτυλα μέσα της, αυτή τη φορά του αριστερού χεριού, καθώς το δεξί κατευθυνόταν πίσω της αναζητώντας λίγο πιο στενά «μονοπάτια». Υγρό όπως ήταν έκανε κυκλικές κινήσεις… ακριβώς εκεί, στην είσοδο. Μόνο εκεί, εξωτερικά. Όσο το ένα χέρι βυθιζόταν μέσα της, τόσο το άλλο τη βασάνιζε παίζοντας με το σφικτήρα της. Δοκίμασε να βγάλει το χέρι έξω αδειάζοντας το καυτό μουνάκι της…ενώ την ίδια στιγμή άρχισε να βυθίζει το άλλο πίσω της παραβιάζοντας την.

    «Τσουλί μου, διψάει ο κώλος σου, βλέπω», ψιθύρισε καθώς χανόταν μέσα της. Ήταν στενή αλλά και δεκτική ταυτόχρονα, ρουφούσε το μεσαίο Του δάχτυλο μουγκρίζοντας σαν αγρίμι. Εκείνος σκάλιζε τα τοιχώματά της και την άνοιγε όλο και περισσότερο, όλο και πιο βαθιά, αργά αλλά σταθερά. Ήταν ζεστή και υγρή, είχε πολύ καιρό να πηδηχτεί αλλά ήταν φιλόξενη και πρόθυμη στις ορέξεις Του. Τραβήχτηκε προς στιγμή και έσκυψε πίσω της. Έφτυσε και τη χαστούκισε δυνατά. Δοκίμασε να βάλει και δεύτερο δάχτυλο. Έβγαλε μία φωνή και άνοιξε τα πόδια όσο μπορούσε. Την πηδούσε και ένιωθε τις συσπάσεις, έπαιζε με τον κώλο της κάνοντάς την να τρέμει ολόκληρη. Έφτανε μέχρι την κοιλιά της νιώθοντας την ηδονή που της προκαλούσε. Τα πόδια της λύγισαν ξανά, ούρλιαξε και άρχισε να αδειάζει ανεξέλεγκτα. Συνέχισε να τη γεμίζει ενώ εκείνη έχυνε από παντού. Χωρίς να βγει από μέσα της έμεινε ακίνητος δίνοντάς της λίγο χρόνο να πάρει μερικές ανάσες.

    Γύρισε και τράβηξε το μαντήλι από τα μάτια της. Τον κοίταξε λιγωμένη, Τον αγκάλιασε και σχεδόν κρεμάστηκε από πάνω Του. «Δεν με κρατάνε τα πόδια, πήγαινέ με στο κρεβάτι, Σε παρακαλώ πολύ», είπε με όσο κουράγιο της είχε απομείνει.

    Την έπιασε από την αλυσίδα και την οδήγησε σε μία πολυθρόνα. Κάθισε και την τράβηξε ανάμεσα στα πόδια Του. «Τόσο αντέχεις; Έχυσες χωρίς να με ρωτήσεις…πριν καλά-καλά μπω μέσα σου. Ούτε να σε προετοιμάσω δεν πρόλαβα, πορνίδιο. Αν είναι δυνατόν. Ξέρεις τώρα τι πρέπει να κάνεις ή θες υποδείξεις» τη ρώτησε.

    Τον κοίταξε με απολογητική διάθεση και άπλωσε τα χέρια της στο εσώρουχό Του. Χωρίς να πει κουβέντα το κατέβασε και ξεκίνησε να επεξεργάζεται τη στύση Του. Τον έπιασε με τα ακροδάχτυλα και τον χάιδεψε. Τον φίλησε στο κεφαλάκι χουφτώνοντάς τον χαμηλά. Το έφτυσε Τα χέρια της γέμισαν, το ίδιο και το στόμα της καθώς την έπιασε από το κεφάλι πιέζοντάς το. Μπουκωμένη άρχισε να το καταπίνει προσπαθώντας να το διαχειριστεί. Οι φλέβες και το μέγεθός του μαρτυρούσαν πόσο τον ερέθιζε και πόσο τσουλί γινόταν για χάρη Του.

    Σηκώθηκε και άρχισε να γίνεται όλο και πιο απαιτητικός. Σε κάθε της προσπάθεια να το βγάλει για να πάρει ανάσα το βύθιζε όλο και πιο μέσα. Την κοιτούσε στα μάτια και δεν τη χόρταινε καθώς πνιγόταν και ρουφούσε το δώρο της. Το έβγαλε όλο έξω και της ζήτησε να πάρει βαθιά ανάσα. Έσπρωξε ξανά στο υγρό της στόμα φτάνοντας σχεδόν μέχρι τα αρχίδια.

    - Η καλή πίπα θέλει σάλιο, πολύ σάλιο… Αν βγω από το στόμα σου, θα καταλήξω σε κάτι πιο στενό, διάλεξε λοιπόν πότε ακριβώς θα σταματήσεις αυτό που κάνεις.

    Όσο τη δυσκόλευε, τόσο το στόμα της γέμιζε με το σάλιο της. Ρουφούσε εναλλάξ πότε τον κορμό και πότε πιο χαμηλά. Της έπιασε τη μύτη και συνέχισε να την πηδάει. Το ρουφούσε δίχως επιλογή. Με μάτια υγρά ένιωθε τα μάγουλά της να φουσκώνουν, το λαιμό της να καίει. Να πιέζεται, να γεμίζει… ξανά και ξανά. Και ήταν τόσο καλή μαθήτρια. Πίδακες πετάχτηκαν γεμίζοντας το στόμα της. «Όλα μέσα, σταγόνα μη βγει έξω». Χωμένος μέσα της απολάμβανε τη γλώσσα και το στόμα της καθώς άδειαζε δυνατά. Έπιασε το καυλί Του στα χέρια της και το χάιδεψε, το επεξεργάστηκε και άρχισε να το φιλάει απαλά.

    - Με στράγγισες, τσουλί μου.. Το στόμα σου παίρνει καλό βαθμό …για να δούμε και τα υπόλοιπα όμως.

    Της χάιδεψε το πρόσωπο ως μία επιβράβευση της προσπάθειας και της ζήτησε να κλείσει τα μάτια παίρνοντας ξανά ανάσα. «Λίγο θα πονέσεις τώρα, όμως θέλω να αντέξεις» την προειδοποίησε. Έγειρε πάνω της και της έδωσε ένα βαθύ φιλί στο στόμα…το πρώτο φιλί. Βούτηξε τη γλώσσα μέσα της κάνοντάς την να τρέμει ολόκληρη. Έπιασε τις θηλές της και άρχισε να τις τρίβει απαλά. Έκλεισε τα μάτια της προσπαθώντας κάτι να ψιθυρίσει. Η γλώσσα Του γευόταν τη δική της και τα χέρια του «ταξίδευαν» στο κορμί της.

    - Αφού άρχισε να ζεσταίνεται το κορμάκι σου, για να δούμε τώρα τι άλλο μπορεί να κάνει.

    Την οδήγησε ξανά στον καθρέφτη και την έβαλε να ακουμπήσει με την πλάτη. Έπιασε από το διπλανό πάγκο ένα μπολάκι με λιωμένα παγάκια και 2 μανταλάκια. Μόλις τα είδε η Λία μαζεύτηκε.

    - Ωχ…αυτά θα πονέσουν πολύ.

    - Θέλω να αναπνέεις λίγο πιο αργά τώρα, αργά και σταθερά.

    Έβρεξε τα χέρια Του και άρχισε να παίζει ξανά με το στήθος και τις ρώγες της. Τα δρόσισε και ακούμπησε το 1ο μανταλάκι στη δεξιά θηλή. Ένιωσε να μουδιάζει ολόκληρη. Ο πόνος ήταν οξύς.

    - Ακίνητη μείνε, θα το συνηθίσεις γρήγορα. Μείνε χαλαρή και ακίνητη.

    Ακούμπησε ξανά τα χείλη Του στα δικά της φράζοντάς της το στόμα. Η παράδοσή της ήταν ολοκληρωτική. Όσο τη φιλούσε, τόσο ο πόνος μαλάκωνε και αφηνόταν στις ορέξεις Του απολαμβάνοντας τα βασανιστήριά της. Έπιασε και το 2ο μανταλάκι… «θα το αντέξεις»; Τη ρώτησε. Κούνησε το κεφάλι της με νόημα. Έπιασε και την άλλη θηλή. Τη δάγκωσε μερικές φορές και αμέσως το κρέμασε πάνω της. Το δέχτηκε στωικά αλλά μάλλον πιο εύκολα από το 1ο. Χαμένη στα χάδια και τον πόνο έψαχνε τις ισορροπίες της. Της είχε φύγει κάθε φοβία, κάθε αναστολή και αρνητική σκέψη.

    Με τα «στολίδια» στις ρώγες της την πήρε από το χέρι και την οδήγησε στην κρεβατοκάμαρα, την οποία χώριζε από το σαλόνι ένα κομψό διαχωριστικό. Την έριξε στο κρεβάτι και της ζήτησε να ξαπλώσει ανάσκελα με το κεφάλι να προεξέχει από αυτό. Έβγαλε ένα προφυλακτικό και της το έβαλε στο στόμα. Με γρήγορες κινήσεις εκείνη το προσάρμοσε πάνω Του.

    - Θέλω να έχεις τη γεύση Μου παντού, μικρή.

    Τη γύρισε για να έχει πρόσβαση ανάμεσα στα πόδια της. Χωρίς να χάσει χρόνο χάθηκε μέσα της. Ήταν μούσκεμα. Καρφώθηκε μέχρι τη ρίζα, όσο πήγαινε. Σε κάθε κίνηση ακούγονταν τα υγρά της. Έμεινε ακίνητος και την κοίταξε στα μάτια. «Δεν το πιστεύω πόσο υγρή και πρόθυμη είσαι». Την έπιασε και τη γύρισε μπρούμυτα. Έπιασε ένα φυτικό λαδάκι και άρχισε να το απλώνει πίσω της. Πίεσε με 2 δάχτυλα το σφικτήρα της….ήταν σφιχτός αλλά έτοιμος να Τον δεχτεί μέσα της. Δε χόρταινε να παίζει μαζί της και να την ανοίγει.

    «Είναι κρίμα τέτοιο κωλαράκι να μένει στενό και παραπονεμένο», είπε και ακούμπησε πίσω της. Την έπιασε από τη λεκάνη, δοκίμασε να πιέσει αλλά αντιστάθηκε. Μετά από μερικές χαλαρές προσπάθειες αποφάσισε να τη ζορίσει, να της δώσει αυτό που πραγματικά άξιζε. Πίεσε μέχρι τη μέση και ένα μακρόσυρτο αχ γέμισε το χώρο.

    «Τα χάδια τελείωσαν», της ψιθύρισε καθώς χανόταν πίσω της. Είχε ανοίξει για τα καλά, δεν ένιωθε ίχνος πόνου, οι ρώγες της είχαν γίνει ένα με τα μανταλάκια και το σώμα της είχε αφεθεί τελείως. Μυαλό και σώμα «ταξίδευαν» μαζί Του καθώς έμπαινε όλο και πιο βαθιά μέσα της. Ο σφικτήρας της είχε υποχωρήσει και ένιωθε να γεμίζει υπέροχα. Η αίσθηση ήταν απίστευτη. Ζεστή υγρή, σφιχτή, φιλόξενη. Χωρίς καμία διάθεση να τη λυπηθεί άρχισε να τη σοδομίζει. Τραβήχτηκε προς στιγμή έξω και βυθίστηκε ξανά μέσα της. Αυτή τη φορά πιο άγρια. «Πόσο καριόλα μπορείς να γίνεις», μουρμούρισε, και άρχισε να την παραβιάζει όλο και πιο έντονα.

    Είχε καιρό να ζήσει κάτι τέτοιο αλλά ήταν τόσο πρόθυμη, τόσο δεκτική. Πέρασε τα χέρια του από κάτω πιάνοντας την κλειτορίδα και τα μουνόχειλά της. Χαμογέλασε πονηρά και ανασηκώθηκε πίσω της. Για ξέσκισμα είσαι, μικρή μου. Ο οργασμός τους αυτή τη φορά ήρθε ταυτόχρονα, ο συντονισμός τους έκανε να τελειώσουν μαζί, δυνατά.

    Την τράβηξε κοντά του και την πήρε αγκαλιά. Έβγαλε με προσοχή τα μανταλάκια και άρχισε να τη χαϊδεύει και να τη φιλάει απαλά. «Αντέχεις τελικά, νομίζω. Κι αυτό σε κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρουσα». Κούρνιασε στη «φωλιά» της γουργουρίζοντας από ευχαρίστηση.

    - Μπορώ να σου εξομολογηθώ κάτι, μία μικρή ζαβολιά;

    - Πες μου, πρόσεξε μόνο!

    - Τα μανταλάκια ήταν πειραγμένα...λίγο όμως. Τα είχα ανοίξει, όταν το συζητήσαμε προ ημερών σκέφτηκα να πάρω κάποια και να τα ετοιμάσου ανοιγοντάς τα λιγάκι...γι'αυτό σου είπα ότι θα φέρω εγώ δικά μου.

    - Ε αυτό θα το πληρώσεις, δεν θα μείνει έτσι, να ξέρεις!!!

    Είχε αρχίσει να παίρνει το δρόμο της. Όσο ήταν μαζί πέρασαν πολύ όμορφα και οι δύο. Λίγο καιρό μετά χώρισαν, όμως η ανάμνηση όσων έζησαν θα έμενε για πάντα. Και μαζί η αφορμή να ανακαλύψει νέα, πιο «σκοτεινά» και «πικάντικα μονοπάτια». Άλλωστε ήταν αξιαγάπητο πλάσμα, αξιαγάπητο και αξιόπο(ι)νο μαζί.


    Τ Ε Λ Ο Σ
     
    Last edited: 1 Απριλίου 2021