Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Μικρές ιστορίες

Συζήτηση στο φόρουμ 'Off Topic Discussion' που ξεκίνησε από το μέλος Nickname, στις 12 Δεκεμβρίου 2021.

  1. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Επιστολή του Λιαντίνη προς την κόρη του (πριν 25 χρόνια).
    _______________
    «Κηφισιά 12/12/96
    Σήμερα, που λες, Διοτίμα, έκαμα ένα μικρόν ανάλογο ενός μεγάλου αρχέτυπου, που ο Πλούταρχος το αναφέρει στον Ιούλιο Καίσαρα. Έκανα μάθημα στο Μαράσλειο, και μάλιστα τους μίλησα για το πρόβλημα θάνατος. Στο διάλειμμα βγήκα, πήγα στο γραφείο της Γραμματείας να καπνίσω ένα θανατερό, αλλά πηγαίνοντας είδα έξω αυτοκίνητα της Αστυνομίας και μέσα στο χτίριο αστυνομικούς.
    – Όλοι έξω! λένε. Μας τηλεφώνησε ο ΣΚΑΙ ότι έχουν τοποθετήσει μπόμπα στο χτίριο. Όλοι έξω στις αυλές.
    Εγώ τράβηξα ατάραγος, μπήκα στο γραφείο, κάθισα στην πολυθρόνα και άναψα. Ήταν τα δύο νοστιμότερα τσιγάρα που κάπνισα μονοφωτιά. Όταν αργότερα μπήκαν οι αστυνόμοι με το σκύλο και με βρήκανε να τονε κοιτάω ήσυχα αγρίεψαν.
    – Δεν ακούς εσύ, μωρέ κουζουλέ, μου λένε.
    – Ηρεμία, αστυνόμοι, τους λέω. Όσο ο Λιαντίνης δεν έχει τελειώσει την αποστολή, μπόμπα δε σκάζει! Γελάσανε, με πήρανε αλά μπρατσέτα και μ’ έβγαλαν έξω.
    Θυμήθηκα, λοιπόν, τον Καίσαρα, τον πριν την υπατεία του 59 π.Χ. και κοντοπερπάτησα για λίγο στα πλατιά του βήματα. Όταν κάποτε, λέει ο Πλούταρχος, ταξίδευε αυτός ο εγγονός της Αφροδίτης στην Αδριατική, έπιασε τρικούβερτη τρικυμία. Τώρα το καράβι βουλιάζει, τώρα σώζεται. Πανικός, φόβος, ουρλιαχτά, προσευχές, ξεράσματα, ωχού μανούλα! Και ο Καίσαρας καθότανε αμεριμνομέριμνος, σα να μην έτρεχε τίποτα.
    – Χριστιανέ μου, του φωνάζει μια γριά, από πέτρα είσαι. Δε βλέπεις που χανόμαστε; Κι ο γαλήνιος Καίσαρας μίλησε:
    – Θαρσείτε, συμπλωτήρες! Καίσαρα φέρετε, και την Καίσαρος τύχην.
    Που πήγαινε να ειπεί: όσο ο Καίσαρας δεν έχει τελειώσει το έργο του στη γη, το καράβι δε βουλιάζει.
    Τελικά η μπόμπα δεν έσκασε! Ήταν φάρσα και τούτη. Όμως εγώ είχα ξαναπαίξει ασήμαντα μια παλιά σημαντική ιστορία. Έκαστος εξ ετέρου σοφός, που λένε.
    Όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στις πράξεις.
    Ν’ αγαπάς τη μανούλα και το μπόι σου.
    (το τελευταίο σημαίνει να μην ξεπεράσεις τα 56 κιλά).»
    _________________
    σημ.: Ο ίδιος γνώριζε ότι δεν θα ξεπερνούσε τα 56 χρόνια.

    (Πηγή επιστολής: Δημήτρη Αλικάκου "Λιαντίνης – Έζησα έρημος και ισχυρός", εκδ. Ελευθερουδάκη, 2η εμπλουτισμένη έκδοση - https://www.politeianet.gr/books/9789602001790-alikakos-dimitris-eleutheroudakis-liantinis-264980)
     
  2. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Δημοσθένους Λέξις

    Οι στίχοι μας πάνε πολύ παλιά, στη διαμάχη ολιγαρχικών και δημοκρατικών στην αρχαία Αθήνα, μια διαμάχη που έχει ξεθωριάσει με την πάροδο των αιώνων και σήμερα έχει ξεφτίσει στον ισοπεδωτικό και άχρωμο όρο «ο χρυσούς αιών του Περικλέους», που χρησιμοποιούμε για να χαρακτηρίσουμε την εποχή εκείνη δημιουργώντας έτσι έναν αχταρμά από ονόματα και γεγονότα, που έρχεται να φουσκώσει την ανιστόρητη και απολίτικη υπερηφάνεια των νεοελλήνων για τους προγόνους τους. Η διαμάχη ξεκινάει ήδη από τα θριαμβευτικά χρόνια της δημοκρατίας, με δυο αντίπαλα στρατόπεδα να συγκρούονται στο στίβο της διανόησης. Από τη μια, οι ολιγαρχικοί με τον Σωκράτη και τους μαθητές του, Πλάτωνα, Ξενοφώντα, Αριστοτέλη, Ισοκράτη, και από την άλλη οι διανοούμενοι της δημοκρατίας Αισχύλος, Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Σοφοκλής, Αριστοφάνης, οι Σοφιστές, ο Δημοσθένης.
    Με το Δημοσθένη βρισκόμαστε στην τελευταία πράξη αυτής της διαμάχης που τελείωσε με την ολοκληρωτική ήττα των δημοκρατικών. Οι ολιγαρχικοί είχαν τώρα έναν ισχυρό, εξωτερικό σύμμαχο, τον Φίλιππο της Μακεδονίας, που υπέτασσε μια μια τις δημοκρατικές πόλεις που του αντιστέκονταν, με την Όλυνθο να έχει την πιο καταστροφική μοίρα. Έτσι, σε μια Αθήνα όπου οι ολιγαρχικοί κέρδιζαν ολοένα έδαφος και προέτρεπαν, μέσω του Ισοκράτη, τον Φίλιππο να έρθει να καταλάβει την πόλη τους, ο αγώνας του Δημοσθένη ήταν μάταιος. Ήταν και μοναχικός – μόνος αυτός να υπερασπίζεται τις αξίες και τα ιδανικά της πατρίου πολιτείας των Αθηναίων, της Δημοκρατίας. Έτσι, ο Δημοσθένης φαντάζει τραγικός ήρωας, του οποίου ο αγώνας είναι καταδικασμένος να αποτύχει, μεγαλειώδης όμως για τις ιδέες που υπερασπίζεται.
    Στους στίχους του Σαββόπουλου όλη αυτή η προϊστορία εμπλουτίζεται με την εμπειρία του πολιτικού κρατούμενου που στα χρόνια της Δικτατορίας φυλακίζεται, για να διαπιστώσει με την αποφυλάκισή του ό,τι όλα αυτά για τα οποία αγωνίστηκε δεν υπάρχουν πια. Ταυτίζεται και με τον Έλληνα της Μεταπολίτευσης του οποίου τα οράματα για τη δημοκρατία προδόθηκαν – αίσθηση που μοιραζόμαστε κι εμείς σήμερα, στην κατάντια του ελληνικού κράτους που τώρα ζούμε. Ο ιδεολόγος όμως στέκεται μοναχικός και μεγαλοπρεπής, σαν βασιλιάς σ’ αρχαίο δράμα, που δέχεται το τέλος του με αξιοπρέπεια –αξιοπρέπεια που πηγάζει από τη βεβαιότητα για την ορθότητα των ιδεών του και από το γεγονός του ό,τι τους έχει μείνει πιστός.

    https://cobalus.wordpress.com/2017/01/01/dhmosthenous-leksis/

     
  3. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα

    Το "Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα", είναι ένα από τα πιο αγαπημένα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη, το οποίο ερμήνευσε το 1954 η Μαρίκα Νίνου. Ένα τραγούδι με το οποίο έληξε ένας θυελλώδης έρωτας αλλά και συνεργασία...
    Οι δυο τους γνωρίστηκαν το 1949, όταν εκείνη τραγουδούσε στο κέντρο "Φλόριδα" της λεωφόρου Αλεξάνδρας, με τον Στελλάκη Περιπινιάδη και την Μιχάλη Γενίτσαρη.
    Ο Βασίλης Τσιτσάνης εκείνη την εποχή εμφανιζόταν στο μαγαζί του "Τζίμη του χοντρού" με τη Σωτηρία Μπέλλου.
    Κάποια στιγμή η Σωτηρία Μπέλλου τσακώθηκε με κάποιους βασιλικούς θαμώνες και γι`αυτό το λόγο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχήμα.
    Ο Τσιτσάνης ζήτησε από τον Περπινιάδη, τη Μαρίκα Νίνου για να την αντικαταστήσει.
    Μπορεί να μην είχε τη φωνή της Μπέλλου, ωστόσο ερμήνευε με απίστευτο πάθος...

    Δεν άργησε να έρθει η επιτυχία και ο έρωτας...κι ας ήταν και οι δύο παντρεμένοι με παιδιά...

    Για το Βασίλη Τσιτσάνη αυτή η σχέση είχε ημερομηνία λήξης εξ αρχής. Της είχε άλλωστε ξεκαθαρίσει τη θέση του, ότι δε σκόπευε να διαλύσει το γάμο του.
    Εκείνη όμως προσπάθησε να τον μεταπείσει με διάφορους τρόπους. Επιθυμία της ήταν να τον κάνει δικό της και να τον αποτραβήξει από τη γυναίκα του.
    Προσπαθούσε με πρόσχημα τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις να τον στερεί όλο και περισσότερο από την οικογένειά του.
    Επιπλέον, ερχόταν συνεχώς σε προστριβές με άλλους συναδέλφους, αλλά και με την ίδια την οικογένεια του αγαπημένου της.
    Του ζητούσε, ακόμη και την αποκλειστικότητα στη δισκογραφία...
    Ο Τσιτσάνης ανέχτηκε αυτή την κατάσταση για αρκετό καιρό, έως το 1952. Τότε, πήγαν μαζί στην Κωνσταντινούπολη για κάποιες εμφανίσεις.
    Εκεί η Νίνου γυρνούσε την Πόλη με παρέα της παλιούς γνωστούς από τη γενέτειρά της.
    Εκείνος, όμως, θύμωσε με την προκλητική στάση της κι αφέθηκε στον έρωτα μιας Τουρκοπούλας, η οποία του έταζε πλούτη για να μείνει κοντά της. Κι έγινε η έκρηξη από την πλευρά της Νίνου...
    Επιστρέφοντας στην Αθήνα, δούλεψαν και πάλι μαζί, δίχως να μιλούν.
    Άργησαν αρκετά να τα ξαναβρούν, μέχρι που η επάρατη νόσος χτύπησε το 1954, τη Μαρίκα Νίνου.
    Ο Τσιτσάνης της συμπαραστάθηκε και την πήγε στον γιατρό, ο οποίος της σύστησε θεραπεία στην Αμερική.

    Η Νίνου τότε ζήτησε από τον Τσιτσάνη να κάνουν περιοδεία στην Αμερική και παράλληλα να κάνει τη θεραπεία της και όποια χειρουργική επέμβαση χρειαζόταν.
    Εκείνος όμως αρνήθηκε, καθώς γνώριζε πολύ καλά ότι η σχέση τους δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Η γυναίκα του Ζωή, ήταν ήδη έγκυος στο δεύτερό τους παιδί.

    Της ετοιμάζει ένα τραγούδι αποχωρισμού, λίγο πριν φύγει η Νίνου στην Αμερική. "Τι σήμερα, τι αύριο, τη τώρα…"
    Όταν η Νίνου μόλις μπήκε στο στούντιο για την ηχογράφηση ξέσπασε σε κλάματα. Κατάφερε όμως να το τραγουδήσει με συγκλονιστικό τρόπο χωρίς πρόβα, αλλά μόνο μία φορά.

    Τρία χρόνια αργότερα, φεύγει από τη ζωή...



    Ας καθαρίσουμε μια ώρα αρχύτερα.
    Του χωρισμού μας έφτασε η ώρα,
    μπορεί και για τους δυο να ’ναι καλύτερα.
    Ας καθαρίσουμε μια ώρα αρχύτερα.
    Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα;
    Κι αν περιμένουμε τι θα κερδίσουμε;
    Αφού η γκρίνια ξέσπασε σαν μπόρα,
    στο δρόμο αυτόν κι οι δυο θα δυστυχήσουμε.
    Κι αν περιμένουμε τι θα κερδίσουμε;
    Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα;
    Αφού δε γίνεται μαζί να ζήσουμε
    κι αφού μας πήρε πια η κατηφόρα,
    καλύτερα από τώρα να χωρίσουμε.
    Αφού δε γίνεται μαζί να ζήσουμε.

    https://www.klik.gr/gr/el/music/ti-simera-ti-aurio-ti-tora-i-istoria-tou-thlimmenou-tragoudiou-2/
     
    Last edited: 14 Δεκεμβρίου 2021
  4. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    George Harrison – Νίκος Ξυλούρης: Μια μικρή ανάμνηση δύο υπέροχων ανθρώπων

     
    Πριν τρεις μέρες έκλεισαν δεκάξι χρόνια από τον θάνατο του George Harrison, του δεύτερου από τους Beatles που πέθανε, ύστερα από τη φρικτή δολοφονία του John Lennon. Παλιότερα θυμόμουν καμιά φορά την επέτειo, αν και εδώ και χρόνια όχι. Αλλά μου τη θύμισε χτες κάτι που κοίταζα γι᾽ αυτόν στο διαδίκτυο, που με έκανε να αναζητήσω τα τραγούδια του και να ξανακούσω.

    Την ανάμνηση που ακολουθεί την κουβαλώ από το 1979, ως κάτι ακριβό, δικό μου. Την έχω διηγηθεί μόνο σε στενούς φίλους. Δεν θα την έγραφα ως άρθρο σε εφημερίδα, και δε θα την έβαζα σε βιβλίο, γιατί το πρώτο θα έδινε στο γεγονός μια δημοσιότητα που δεν έβρισκα ταιριαστή, και το δεύτερο μια σοβαροφάνεια άλλου τύπου. Αλλά τώρα, με τους ήχους των τραγουδιών του George στο κεφάλι μου, αποφάσισα εδώ, σε αυτό το παράξενο μέσο, που ενώ είναι τόσο δημόσιο σε ξεγελά ώρες-ώρες πως είναι προσωπικό, να το κάνω.

    Το καλοκαίρι του 1979 περάσαμε δυο βδομάδες στο Πόρτο Ράφτη με τον George και τη γυναίκα του Olivia, και τρεις ακόμη Άγγλους φίλους, καλεσμένους όλους της αδελφής μου. Η Ευφροσύνη είχε φιλία με τους Beatles από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, αλλά με τον George ειδικά είχαν επανασυνδεθεί τον τελευταίο καιρό, καθώς η αδελφή μου ήταν και φίλη της γυναίκας του, Olivia Arias. Στη διάρκεια της παραμονής τους τούς έβλεπα σχεδόν κάθε βράδι που γύριζα στο Πόρτο Ράφτη, όπως και τα σαββατοκύριακα, και είχαμε περάσει αρκετές ώρες κουβεντιάζοντας με τον George, συχνά οι δυο μας.

    Φυσικά, ήταν για μένα ένας θρύλος. Αλλά επειδή έχω γνωρίσει αρκετούς διάσημους δημιουργούς, ξέρω ότι ο καλύτερος τρόπος να είσαι άνετος μαζί τους – εκτός αν πρόκειται περί άρρωστων ναρκίσσων – είναι να μην αναφέρεσαι ποτέ στο πόσο μεγάλος θαυμαστής τους είσαι, πόσο σπουδαίο είναι το έργο τους, κλπ. Το ίδιο έκανα κι εδώ λοιπόν, και με τον George. Tον αντιμετώπιζα σα να είναι κάποιος φίλος της αδελφής μου που γνώρισα εκείνες τις μέρες, και αυτό προφανώς το εκτιμούσε ιδιαίτερα. Μιλούσαμε σαν παλιά φιλαράκια, άνετα, ξένοιαστα, για απλά πράγματα, ή για άλλα καλλιτεχνικά που ενδιέφεραν εκείνον ή εμένα εκείνο τον καιρό. Eγώ ήμουν τότε 26 ετών (συγκλονιστική σκέψη: ένα χρόνο νεότερος από όταν ό,τι ήταν εκείνος όταν διαλύθηκαν οι Beatles!) κι εκείνος 36. Εκείνος ήταν ο George Harrison κι εγώ παντελώς άγνωστος, με αμέτρητες καλλιτεχνικές φιλοδοξίες και προσωπική ενασχόληση αλλά μηδενικό δημόσιο έργο. Παρ᾽ όλα αυτά, ο George μου φερόταν, όπως και σε όλους τους άλλους ανθρώπους, σα να ήμασταν ίδιοι, να μην είχαμε καμιά διαφορά σε έργο, φήμη ή ό,τι άλλο. Συζητούσαμε δε για την τέχνη σα να ήμασταν ένα και το αυτό, εκείνος κι εγώ.

    Λίγες μέρες μετά, στο ίδιο σπίτι, που είχε χτίσει ο πατέρας μου και τώρα δεν υπάρχει πια, ήρθε φιλοξενούμενός μας ο Νίκος Ξυλούρης με την οικογένειά του, που τον αγαπούσαν πολύ οι γονείς μου. Κι αν και ο πατέρας μου είχε φύγει από χρόνια, εγώ είχα συνδεθεί ανεξάρτητα με τον Νίκο, με τον οποίο είχαμε γίνει φίλοι από τα χρόνια της Χούντας. Καλέσαμε τον Νίκο σπίτι μας εκείνο το καλοκαίρι κυρίως για να κρυφτεί από τη δημοσιότητα. Είχει μόλις γυρίσει από την Αμερική, όπου είχε υποβληθεί σε εγχείρηση για καρκίνο στον πνεύμονα, με μεταστάσεις στον εγκέφαλο, έκανε βαριά χημειοθεραπεία, και ήταν όπως ήταν φυσικό σε μαύρη κατάθλιψη.

    Κανείς δεν ήξερε ότι μένει στο σπίτι μας, εκτός από τα αδέλφια του και ελάχιστους στενούς του φίλους, που είχε ειδοποιήσει και έρχονταν και του έκαναν παρέα τα βράδια.

    Ο Νίκος ήρθε στο σπίτι κοντά στις τελευταίες μέρες της διαμονής του George, και καθώς δεν ήξερε αγγλικά, και δεν είχε όρεξη για παρέες εκτός των πολύ δικών του ανθρώπων, περνούσε τις ώρες του μακριά από την εγγλέζική παρέα–το σπίτι ήταν χωρισμένο, και εκείνος έμενε σε άλλο μέρος του. Εγώ έβλεπα πότε τον έναν πότε τον άλλον.

    Ο Νίκος ήξερε βέβαια ότι ήταν εκεί ο George. Ένα απόγευμα, με φώναξε και μου είπε: “Αποστόλη, θέλω μια χάρη. Να πεις το βράδυ στον Τζορτζ να μας τραγουδήσει τα τραγούδια του”. Τις μέρες που ήταν εκεί ο George δεν είχε φέρει ποτέ στη βραδινή παρέα την κιθάρα που είχα δει όταν κατέφθανε, και δυο τρεις φορές που τον είχα δει να κάθεται σε μια άκρη του κήπου, κρατώντας τη, έμενα μακριά, θεωρώντας ότι ή συνθέτει ή παίζει για το κέφι του, και θα ήταν αδιάκριτο να πλησιάσω. Και φανταζόμουν επίσης ότι δε θα του άρεσε καθόλου να του ζητάνε, αυτού, του θρυλικού George Harrison, να τους διασκεδάσει με την κιθάρα του, οπότε μπήκα σε εξαιρετικά δύσκολη θέση με το αίτημα του Νίκου.

    Συμβουλεύτηκα όμως την αδελφή μου, που μού είπε “γιατί δεν του το λες, ο George είναι πολύ καλός άνθρωπος, και μπορεί να το κάνει. Άλλωστε του έχουμε πει ποιος είναι ο Νίκος, και πόσο υποφέρει, και τον έχει συγκινήσει”.

    Πήρα το θάρρος και μετέφερα το αίτημα στον George, που μου είπε χαμογελώντας: “Πες του ότι θα του τραγουδήσω, αν μου τραγουδήσει κι αυτός τα δικά του”. Του εξήγησα ότι αυτό δε γινόταν. Η αρρώστια του Νίκου ήταν προχωρημένη, και λόγω αυτού και της βαριάς θεραπείας του ήταν αδύνατο να τραγουδήσει. “Να παίξει τουλάχιστον τη λύρα του;”, αντιπρότεινε ο George. Είχα δει ότι ο Νίκος είχε φέρει τη λύρα στο Πόρτο Ράφτη, αν και δεν τον είχα δει να την αγγίζει παρουσία μου, και σκέφτηκα ότι αυτό θα ήταν πιθανό.
    Είπα στο Νίκο το αίτημα του George, κι εκείνος χαμογέλασε πικρά και είπε “εντάξει, θα δούμε”.

    Εκείνο το βράδυ, μετά το φαγητό μαζευτήκαμε στη μεγάλη βεράντα, η οικογένεια του Νίκου, η αδελφή μου κι οι καλεσμένοι της, ο George με την Οlivia, κι εγώ με έναν καλό μου φίλο. Με το που κάτσαμε και τους σύστησα (ως τότε ο George δεν είχε καν συναντήσει τον Νίκο), ο George του είπε κάποια γλυκά λόγια για το έργο του, για το οποίο είχε ακούσει, που εγώ τα μετέφρασα. Ο Νίκος μου απάντησε: “Να του πεις ότι τον ευχαριστώ, και τώρα να μας παίξει”. Και γυρνώντας σε εκείνον, είπε στα ελληνικά, παρακλητικά σχεδόν: “Παίξε Τζορτζ. Παίξε”.

    O George πήρε την κιθάρα, αμήχανα σχεδόν, σαν έφηβος που του ζητούσαν να παίξει στην παρέα και δεν ένοιωθε σίγουρος για τις δυνάμεις του–προφανώς δεν ήταν αυτό, αλλά κάποιο αντίστοιχο συναίσθημα, μιας συστολής που είχε να κάνει ίσως με την κατάσταση του Νίκου, ίσως με το ότι ο ίδιος δε συνήθιζε να παίζει σε παρέες.

    Κάτσαμε όλοι γύρω γύρω σε καρέκλες, και ο George άρχισε να παίζει, και να τραγουδάει, με πρώτο ένα παλιό εγγλέζικο λαϊκό τραγούδι (folk-song), το Scarborough Fair αν θυμάμαι καλά. Χειροκροτήσαμε.

    Ο Νίκος, ο αμνός του Θεού, μου ζήτησε να μεταφράσω στον George ένα σχόλιο του τύπου “να του πεις ότι παίζει πολύ ωραία κιθάρα”, που εγώ το έκανα με ένα μικρό δειλό χαμόγελο. Ο George το άκουσε και τον ευχαρίστησε, με την ίδια γνησιότητα που θα αντιδρούσε σε έναν έπαινο από ειδικό ένα παιδί που παίζει κιθάρα στην παρέα. Είπε μερικά ακόμη τραγούδια, λαϊκά αγγλικά και Aμερικάνικα, νομίζω μερικά του Dylan ίσως και των Stones, αλλά όχι των Βeatles ή δικά του.

    Ο Νίκος κάθε φορά μου έκανε επαινετικά σχόλια για το ένα ή το άλλo–για όλα εκτός από τη φωνή του George–που τα μετέφραζα. Κάποια στιγμή μου είπε: “Και να του πεις ότι γράφει και πολύ όμορφα τραγούδια. Αυτό το τελευταίο εδικά μου άρεσε πολύ”. Tου εξήγησα, με τρόπο, ότι δεν ήταν δικά του αυτά που έπαιζε ο George και ο Νίκος σχεδόν παρεξηγήθηκε. “A, όχι, όχι, πες του να παίξει δικά του”, είπε. “Aυτά ήρθα να ακούσω”. Kαι πάλι στον ίδιο, ελληνικά: “Δικά σου παίξε Τζορτζ. Δικά σου. Παίξε”.

    Mετέφρασα, ο George γέλασε γλυκά, και είπε “μόνο άμα παίξεις λύρα”. Ο Νίκος κούνησε το κεφάλι, και είπε “Mετά. Παίξε τώρα εσύ. Δικά σου”.

    Ο George έπαιξε πρώτα το My Sweet Lord. Τώρα ο Νίκος μου ζήτησε και έκατσα δίπλα του, και του μετέφραζα τα λόγια ενώ o George τραγουδούσε. Μόλις τέλειωσε το τραγούδι, ο Νίκος μου είπε “Ωραίο. Πες του να πει κι άλλο τώρα”. To είπα, και ο George, αφού είπε δυο τρία ακόμη μετα-μπητλικά, μετά, λίγο και με την προτροπή των υπολοίπων, το γύρισε στα παλιά. Είπε μερικά των Lennon-McCartney αρχικά, και μετά και κάποια από τα πιο διάσημα δικά του, το While my guitar gently weeps κι ένα δυο ακόμη. “Ωραίο” έλεγε ο Νίκος, στο καθένα. “Kι άλλο. Παίξε Τζορτζ. Παίξε”. Κάποια στιγμή, ο George έπαιξε το Here Comes the Sun. Σε αυτό ειδικά, ο Νίκος άλλαξε. “Aυτό! Αυτό να του πεις ότι είναι σπουδαίο τραγούδι!”.

    To μετέφρασα, και ο George, που θα τραγουδούσε κοντά μια ώρα, άφησε την κιθάρα και του ζήτησε να παίξει λύρα. Σα να ήθελε να τον ευχαριστήσει ειδικά για το τελευταίο τραγούδι, ο Νίκος ζήτησε τη λύρα, που την είχαν φέρει εκεί που καθόμασταν. Του την έδωσαν. Την κούρδισε διστακτικά, κι άρχισε να παίζει αργά, και με προφανή, σε εμένα τουλάχιστον, δυσκολία. Έβλεπα τον George που τον κοίταζε με δέος. O Nίκος θα έπαιξε ένα, δυο λεπτά το πολύ, και κάπου που πήγε να κάνει μια κοντυλιά πιο γρήγορη, τα δάχτυλά του τον πρόδωσαν, και σταμάτησε βουρκωμένος.

    Ο George σηκώθηκε πήγε κοντά, του έπιασε τα δυο χέρια, τον φίλησε, και μου είπε να του μεταφράσω ότι ήταν πολύ μεγάλος καλλιτέχνης, και θα ήθελε κι εκείνος μια μέρα να γίνει τόσο σπουδαίος μουσικός. Ο Νίκος ήταν βέβαια μεγάλος καλλιτέχνης, αλλά από αυτό που είχε παίξει, στην κατάστασή του, δεν είχε φανεί. Τα λόγια του George ήταν από σκέτη μεγαλοψυχία και καλοσύνη.

    Ενώ σαφώς έμοιαζε να έχει κουραστεί να τραγουδάει, βλέποντας τον Νίκο δακρυσμένο ο George πήρε την κιθάρα και συνέχισε. Μάλιστα παρότρυνε κι εμένα και τον φίλο μου και τραγουδάγαμε μαζί του Beatles, σε όποια τραγούδια ξέραμε τα λόγια, δηλαδή σχεδόν όλα, κάπως σα για να κάνουμε κέφι. Εμείς αρχικά νοιώθοντας εντελώς άβολα, με τις γαϊδουροφωνάρες μας, ενώ ο George μάς συντονιζόταν μαζί μας με νεύματα, παροτρύνοντας και χαμογελώντας μας με την ίδια φυσικότητα σα να ήμασταν ο Paul και ο John. Οπότε πήραμε κι εμείς θάρρος.

    Ο Νίκος ήταν φανερά καταβεβλημένος, δακρυσμένος, ώσπου κάποια στιγμή μου ένευσε να πάω δίπλα του. Μου έκανε νόημα να μου μιλήσει στο αυτί. Έσκυψα. “Πες του να πει πάλι εκείνο με τον ήλιο”, μου είπε. Κι εγώ, σα να λέω μυστικό, πήγα στον George και του το ψιθύρισα. Εκείνος άρχισε πάλι να τραγουδάει το Here Comes the Sun, αυτή τη φορά μου φάνηκε με περισσότερη ψυχή από ό,τι πριν, σα να έβαζε μέσα ένα σωρό πράγματα που δεν εκφράζονται παρά με τη μουσική. Ο Νίκος δάκρυσε πάλι, τώρα από ανάμεικτη συγκίνηση, θλίψη για την ομορφιά της ζωής, που ένοιωθε ότι χάνει, και ίσως και την ελπίδα που δίνει η γλυκιά μουσική και τα λόγια του τραγουδιού. Όπως άκουγα τον George, καθισμένος πλάι στον Νίκο, μου ήρθε στο νου ότι το τραγούδι ίσως αντηχούσε στο νου του εκείνο το αρχαίο ριζίτικο, τον Αητό, που το είχε τραγουδήσε ο ίδιος στις καλές του με μοναδικό τρόπο.

    Σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χάρακι
    Κάθεται ένα αητός.
    Βρεγμένος χιονισμένος ο καημένος
    Και παρακαλεί τον ήλιο να ανατείλει:
    Ήλιε ανάτειλε, ήλιε ανάτειλε.

    Το κρητικό τραγούδι ζήταγε από τον ήλιο να ανατείλει, το τραγούδι του George διακήρυσσε ότι όντως, να, έρχεται το φως του. Η πονεμένη επίκληση της ελπίδας, στο ένα, και η παιδική χαρά του ερχόμου της, στο άλλο.

    Η βραδιά συνέχισε για λίγο ακόμη, με τον George να μη σταματά να τραγουδά, κι ο φίλος μου κι εγώ να συνοδεύουμε, όσο ο Νίκος ήταν εκεί. Προφανώς ο George έβλεπε ότι του έδινε χαρά, και δεν ήθελε να σταματήσει.

    Κάποια στιγμή όμως ο Νίκος κουράστηκε. Σηκώθηκε, έπιασε τα χέρι του George, τον ευχαρίστησε με τη σοβαρότητα κάποιου αρχαίου τυπικού, ενώ ο George του είπε ότι ήταν τιμή του που έπαιξε για χάρη του Έπειτα ο Νίκος αποσύρθηκε. Η μουσική σταμάτησε, και κάτσαμε λίγη ώρα ο George και οι υπόλοιποι, να τους λέω εγώ περισσότερα για το ποιος ήταν ο Νίκος, και τι αντιπροσώπευε για την Ελλάδα η μουσική και το τραγούδι του.

    Λίγους μήνες μετά πέθανε ο Νίκος, και εικοσιδύο χρόνια αργότερα ο George, από την ίδια αρρώστια. Κι εγώ, που ήμουν τυχερός που γνώρισα και τους δυο τους, και έζησα εκείνη τη συνάντησή τους, τους θυμάμαι πάντα με ατέλειωτο θαυμασμό και αγάπη, και για τη μουσική τους βέβαια, μα πάνω από όλα για την ανθρωπιά τους, που τόσο πολύ έλαμψε εκείνο το βράδι.

    Ήλιε, ανάτειλε.
    Here comes the sun.

    (H ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον παλιό αγαπημένο φίλο Δ.Σ. που τραγουδήσαμε μαζί εκείνη τη βραδιά, που τώρα κι εκείνος κάπως παρόμοια βασανίζεται. Μακάρι γρήγορα να ανατείλει γι᾽ αυτόν ο ήλιος της υγείας και της χαράς).

    του Απόστολου Δοξιάδη
    [από την σελίδα του στο Facebook]

     
    Last edited: 15 Δεκεμβρίου 2021
  5. kinvara

    kinvara Δική Του Contributor

    Το "Άναμπελ", πιο γνωστό ως "Ένα πρωινό", είναι το απόλυτο ελληνικό καλοκαιρινό love song. Δημιουργήθηκε από τον συνθέτη Σταύρο Ξαρχάκο σε συνεργασία με τον νεοκυματικό κυρίως - τότε - στιχουργό και δημοσιογράφο Γιώργο Παπαστεφάνου για τις ανάγκες μιας ιδιαίτερης κινηματογραφικής ταινίας. Ιδιαίτερες ήταν κατά τη γνώμη μου όλες οι ταινίες που γύρισε ο άξιος Βασίλης Γεωργιάδης, όμως τα ''Κορίτσια στον ήλιο'' του 1968 έβριθαν από τα μηνύματα της σεξουαλικής επανάστασης των 60s!
    Ας θυμηθούμε το σενάριο: . Οι δύο κόσμοι τους συγκρούονται, αυτή εκπροσωπεί το σύγχρονο, το μοντέρνο, τον αυστηρό αυτοματισμό. Αυτός πάλι εκπροσωπεί το αρχέγονο, κινείται με το ζωώδες ένστικτο του σχεδόν, πιστεύοντας πως μια χούφτα μύγδαλα φτάνουν για να την κάνουν δική του και βασικά για να την κρατήσουν κοντά του. Εν ολίγοις, όχι μια απλή ηθογραφία, αφού περιείχε κι άλλα επίπεδα ανάγνωσης με την υπογραφή του έμπειρου Ιάκωβου Καμπανέλλη στη θέση του σεναριογράφου.
    Για τη μουσική της ταινίας επιστρατεύθηκε ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο οποίος είχε συνεργαστεί ξανά με τον Γεωργιάδη στα άκρως επιτυχημένα από εμπορικής και καλλιτεχνικής άποψης ''Κόκκινα Φανάρια'' του 1963. Κι αν στα ''Κόκκινα φανάρια'' ο συνθέτης είχε κινηθεί μοιραία σε λαϊκούς δρόμους, στα ''Κορίτσια στον ήλιο'' έγινε αμιγώς ποπ, ταυτισμένος απόλυτα με τα διεθνή μουσικά ρεύματα της εποχής. Δε χρειάζεται να είναι κανείς ειδήμων για να το αντιληφθεί αυτό: farfisa, ντραμς, μπάσο, πνευστά, διάφορα κρουστά και ηλεκτρικές κιθάρες ακούγονται κατά κόρον στο soundtrack της ταινίας. Τά'χουμε πει σε παλιότερο post, σύμφωνα με τον ίδιο τον Ξαρχάκο, το 1968 πηγαινοερχόταν στο εξωτερικό και άκουγε πολύ ψυχεδελικά pop-rock συγκροτήματα.
    Η Μαρία Δημητριάδη στο ξεκίνημα της αναδείχθηκε σε ιδανική ερμηνεύτρια του βασικού τραγουδιού, λίγα χρόνια πριν φύγει με τον Μίκη Θεοδωράκη στην Ευρώπη και συμμετάσχει με τη φωνή της στα οριακά του έργα ''Τα τραγούδια του Αγώνα'', ''Ο Ήλιος και ο Χρόνος'', ''Τα Λαϊκά'' κλπ. Γνωρίζοντας τη μετέπειτα πορεία - θητεία της στο πολιτικό τραγούδι, προξενεί έκπληξη η τόσο αισθαντική ερμηνεία της στην ''Άναμπελ''. Μάλιστα, επειδή το 1968 ήταν μόνο 17 ετών, μπήκε στο στούντιο κρυφά από τους γονείς της, εξ ου και στην πρώτη έκδοση του δίσκου εμφανιζόταν μόνο το μικρό της όνομα - αιτία αυτού που λέω στην αρχή, πολλοί δηλαδή νόμισαν ότι το ''Μαρία'' ήτανε ψευδώνυμο της ηθοποιού Ann Lonnberg.
    Δίπλα στη Δημητριάδη, στο soundtrack τραγουδούσε ακόμη ο Fefe Aliberti, ένας από τους πολλούς Ιταλούς τραγουδιστές που ήρθαν στην Ελλάδα στα μέσα του ΄60 για εμφανίσεις σε clubs και ξέμειναν, συνοδευόμενοι από Έλληνες μουσικούς. Η αλήθεια είναι πως η ελληνική προφορά του Fefe δεν ήταν ενοχλητική και ακούγοντας κανείς τις ερμηνείες του στα κομμάτια ''Σε ζητώ'' και ''Τι να θυμηθώ'' (ντουέτο με τη Δημητριάδη), δύσκολα ''πιάνει'' την ξένη καταγωγή του. Ωστόσο, του Fefe τού έμελλε να τραγουδήσει και το άλλο greek love song των 70s, το ''Σαν με κοιτάς'' του Γιάννη Σπανού από την ταινία ''Εκείνο το καλοκαίρι'' (1971), ντουέτο μάλιστα με την Αφροδίτη Μάνου, αδερφή της Μαρίας Δημητριάδη.
    Όσο για την Ann Lonnberg, Αμερικανο-σουηδικής καταγωγής και μόλις 20 ετών τότε, μπορεί να μην έκανε μεγάλη καριέρα ως ηθοποιός στον κινηματογράφο, έπαιξε παρ' όλα αυτά στην τζεϊμσμποντική ταινία ''Moonraker'' (1979), στο πλευρό του Roger Moor, ενώ έβγαλε και έναν προσωπικό δίσκο στη Γαλλία ένα χρόνο μετά την εμφάνιση της στα ''Κορίτσια στον ήλιο''.
    Επρόκειτο για το LP με τίτλο το ονοματεπώνυμο της που περιείχε αγγλόφωνες και γαλλόφωνες ποπ μπαλάντες. Χαρακτηριστικό δείγμα από το σπάνιο αυτό άλμπουμ είναι το τραγούδι ''Ne ferme pas ta porte (Μην κλείνεις την πόρτα σου)'', με την ερμηνεία της Lonnberg να παραπέμπει στην πρώιμη Marianne Faithfull.

    Περίεργο, πάντως, που από το βιογραφικό της καλλιτέχνιδας στο διαδίκτυο, έχει αποσιωπηθεί η συμμετοχή της στο soundtrack του Μάνου Χατζιδάκι από το περίφημο ''Sweet Movie'' (1974) του Dusan Makaveyef: Συγκεκριμένα, η Ann Lonnberg ερμήνευε το αγγλόφωνο τραγούδι ''Is there life on the Earth'' σε στίχους δικούς της και του Γιουγκοσλάβου σκηνοθέτη που ενέπνευσαν τον Έλληνα συνθέτη να φτιάξει μία hippy ρυθμική bossa nova!
    Θα ήταν παράλειψη, τέλος, να μην κάνουμε ειδική μνεία στους στίχους του Παπαστεφάνου. Αν το καλοσκεφτείς, ο άνθρωπος αυτός δεν έγινε ποτέ γνωστός ως στιχουργός, παρ' όλο που οι στίχοι του από δύο ελληνικά τραγούδια μπήκαν στα χείλη όλων: Αναφέρομαι στο ''Μια φορά θυμάμαι'' του Σπανού με την Αρλέτα και φυσικά στο ''Ένα πρωινό'' του Ξαρχάκου με τη Δημητριάδη!
    https://www.lifo.gr/retronaut/i-ist...arhakoy-tin-pio-omorfi-mpalanta-toy-ellinikoy
     
  6. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Μίμης Δομάζος-Βίκυ Μοσχολιού: Ο «στρατηγός» και το «βιολοντσέλο»
    Συγγραφέας άρθρου
    Τάσος Κριτσιώλης
     
    Ο όρος showbiz, κυριαρχεί στον έντυπο και προφορικό λόγο του Έλληνα, εδώ και αρκετά χρόνια. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ουσιαστικά πρόκειται για μια λέξη που άρχισε να «φοριέται» από την εποχή που οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί αρχίσανε να κοιτούν από την «κλειδαρότρυπα», προσπαθώντας να ικανοποιήσουν την έμφυτη τάση που έχουμε ως λαός για κουτσομπολιό.

    Κι όχι μόνον άρχισαν, αλλά στήριξαν επάνω της ολόκληρες εκπομπές, οι οποίες για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα σημείωναν υψηλή τηλεθέαση, συνεπώς «πουλούσαν». Όχι ότι και σήμερα συμβαίνει κάτι διαφορετικό. Απλώς, οι περισσότεροι έχουν ως βασική μέριμνα τον άρτο τον επιούσιο, βεβαίως χωρίς να σταματάνε να ρίχνουνε «κλεφτές» ματιές στη ζωή των εγχώριων «διασημοτήτων».

    Κι αν σήμερα θεωρούμε celebrities αυτούς που μας πασάρουνε τα κανάλια, οι περισσότεροι εκ των οποίων αγγίζουνε το όριο της ασημαντότητας, άραγε πώς θα πρέπει να χαρακτηρίσουμε κάποια πρόσωπα που στο παρελθόν πρωταγωνίστησαν στις τέχνες, τα γράμματα και τον αθλητισμό; Όταν δε, συνέβαινε ορισμένα από αυτά να προχωρήσουνε μαζί στην προσωπική ζωή τους, τότε το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον.

    Στη δεκαετία του ’60, δεν ήτανε λίγα τα ζευγάρια που είχανε γίνει θέμα συζήτησης ενός λαού, ο οποίος μέσα από το δικό τους βίο, προσπαθούσε να ζήσει το παραμύθι της Σταχτοπούτας. Ένα από αυτά, ήταν κι εκείνο της Βίκυς Μοσχολιού με το Μίμη Δομάζο, που επί πολλά χρόνια απασχολούσε τον κόσμο, όμως κυρίως για το επαγγελματικό κομμάτι κι όχι τόσο για το προσωπικό. Έτσι κι αλλιώς, οι δυο τους πάντα ήταν αρκετά χαμηλών τόνων και δε δίνανε δικαιώματα, ασχέτως αν τα λαϊκά περιοδικά της εποχής γράφανε διάφορα κατά καιρούς…



    Η γνωριμία και ο γάμος

    Το φθινόπωρο του 1963, ξεκίνησε η χειμερινή σεζόν στην «Τριάνα του Χειλά», ένα από τα πιο γνωστά και φημισμένα κέντρα διασκέδασης στην Αθήνα, το οποίο βρισκότανε στη λεωφόρο Συγγρού. Επικεφαλής του σχήματος, ήταν ο Γιώργος Ζαμπέτας και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, αμφότεροι εξαιρετικά δημοφιλείς και αγαπητοί στο κοινό. Μαζί τους, ήτανε και μιαν εικοσάχρονη κοπέλα, το όνομα της οποίας γνώριζαν ελάχιστοι, αφού ακόμα ήταν άγνωστη και σχεδόν χωρίς δισκογραφία. Τη λέγανε Βίκυ Μοσχολιού…

    Κάποιο βράδυ, βρέθηκε εκεί ο Ανδρέας Παπαεμμανουήλ, διεθνής μεσοεπιθετικός του Παναθηναϊκού κι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που ανέδειξε το ελληνικό ποδόσφαιρο, ο οποίος έμεινε στην ιστορία με το παρατσούκλι «κούνελος» (ή «Παπα-κανόνης», εξαιτίας του πολύ δυνατού σουτ που διέθετε). Ενθουσιάστηκε ακούγοντας το νεαρό κορίτσι, το οποίο μάλιστα του αποκάλυψε ότι ήτανε και φίλαθλος των «πράσινων». Έτσι, πρότεινε σε κάποιους συμπαίκτες του να πάνε παρέα στο μαγαζί για να την απολαύσουν.

    Ένας από αυτούς, ήτανε και ο Μίμης Δομάζος. Μόλις 21 ετών τότε, αλλά ήδη ίνδαλμα των φιλάθλων του «τριφυλλιού» και όχι μόνο, καθώς είχε καταπλήξει τους πάντες με το εξαιρετικό ταλέντο και τον τρόπο παιχνιδιού του. Τα ηγετικά ποδοσφαιρικά προσόντα που εν αφθονία διέθετε, του δώσανε και το προσωνύμιο «στρατηγός», που τον ακολουθεί μέχρι σήμερα.

    Οι δύο νέοι δεν άργησαν να ξεκινήσουν ένα φλερτ, το οποίο πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε μια βαθιά σχέση αγάπης. Παράλληλα, η γνωριμία και ο μετέπειτα δεσμός τους, μάλλον έφερε γούρι και στους δύο, καθώς αφενός μεν λίγο καιρό αργότερα η Μοσχολιού έγινε πασίγνωστη μέσα σε μια νύχτα, τραγουδώντας το εμβληματικό «Χάθηκε το φεγγάρι» στην ταινία «Λόλα», αφετέρου ο Δομάζος συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρωταθλήματος από τον Παναθηναϊκό την περίοδο 1963-64. Μάλιστα, οι «πράσινοι» του Γιουγκοσλάβου τεχνικού Στέφαν Μπόμπεκ τερμάτισαν αήττητοι και αυτό το ρεκόρ παραμένει ακατάρριπτο ως τις μέρες μας.

     

     

    Ο γάμος

    Μπορεί ο τρόπος ζωής ενός ποδοσφαιριστή και μιας τραγουδίστριας να είναι εντελώς διαφορετικός, όμως αυτό δε στάθηκε εμπόδιο στην ευτυχία του «στρατηγού» και του «βιολοντσέλου» (όπως είχε αποκαλέσει την ερμηνεύτρια ο αείμνηστος μουσικολόγος Φοίβος Ανωγειανάκης, ακούγοντας τη βελούδινη φωνή της).

    Έτσι, την Πρωτομαγιά του 1967 οι δύο αστέρες του τραγουδιού και του αθλητισμού ενωθήκανε με τα δεσμά του γάμου στη Μητρόπολη Αθηνών. Επρόκειτο για ένα πολύ μεγάλο γεγονός εκείνη την εποχή και δε θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι η εκκλησία θύμιζε…γήπεδο. Κι αυτό, γιατί περισσότεροι από τριάντα χιλιάδες άνθρωποι κατακλύσανε το χώρο από την πλατεία Συντάγματος μέχρι το χώρο της τελετής, με αποτέλεσμα η νύφη να μη μπορεί να βγει ούτε από το αυτοκίνητο, φτάνοντας εκεί. Αν δεν υπήρχε ένας…παλαιστής ν’ ανοίγει δρόμο ώστε να πλησιάσει ο ένας τον άλλο, τότε μάλλον δεν υπήρχε περίπτωση να ξεκινήσει το μυστήριο.

    Ωστόσο, τα ευτράπελα δε σταμάτησαν εκεί. Από το πολύ σπρώξιμο και τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του πλήθους, η πέντε μηνών έγκυος Μοσχολιού έχασε τη βέρα της, η οποία όμως βρέθηκε από κάποιο θαμώνα και της επεστράφη την επόμενη ημέρα. Και μέσα σ’ όλα αυτά, το νεόνυμφο ζευγάρι υποχρεώθηκε να πληρώσει και δεκαπέντε χιλιάδες δραχμές, για τις ζημιές που γίνανε στην εκκλησία από τη λαοθάλασσα που την είχε κατακλύσει.

    Επιπλέον δε, οι μπομπονιέρες που ήτανε στολισμένες με το τριφύλλι και το κλειδί του σολ, δεν έφτασαν ούτε για…ζήτω. Είχανε παραγγελθεί επτά χιλιάδες, αλλά εξαφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού και το «κλου» της υπόθεσης είναι ότι δε μοιράστηκαν, αλλά…πετάχτηκαν στον αέρα κι όποιος πρόλαβε, κουφέτα έφαγε. Επίσης, τις επόμενες ημέρες, κάποιοι «τυχεροί» βγάλανε το…λάφυρο σε πλειστηριασμό και μάλιστα σε εξωφρενικές τιμές. Σκεφθείτε δηλαδή να υπήρχανε τότε οι σελίδες διαδικτυακών αγορών του σήμερα…

     

     

    Οι δύο κόρες

    Από εκεί και πέρα, το ζευγάρι ζούσε όμορφα κι αρμονικά, εξακολουθώντας βεβαίως να διατηρεί την «πρωτιά» στον τομέα εργασίας του. Η Βίκυ Μοσχολιού συνέχισε να ηχογραφεί σπουδαία τραγούδια σημαντικών δημιουργών και να πρωταγωνιστεί στις προτιμήσεις του κοινού για νυχτερινή διασκέδαση, ενώ ο Μίμης Δομάζος ήτανε πάντα ο «στρατηγός» του Παναθηναϊκού και τον οδηγούσε σε κατακτήσεις πρωταθλημάτων και Κυπέλλων Ελλάδος.

    Την ευτυχία τους, ήλθε να ολοκληρώσει η απόκτηση των δύο κοριτσιών τους. Στις 15 Οκτωβρίου 1967 γεννήθηκε η Ουρανία (Ράνια) και στις 11 Δεκεμβρίου 1968 η Ευαγγελία, οι οποίες συχνά-πυκνά ποζάρανε μαζί με τους διάσημους γονείς τους σε φωτογραφίες που δημοσιεύονταν στις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής. Θα είχανε κι έναν αδελφό, ο οποίος όμως δεν ήτανε γραφτό να ζήσει περισσότερο από τρία εικοσιτετράωρα. Γεννήθηκε πρόωρα, στις 14 Μαΐου 1973 και η έλλειψη θερμοκοιτίδας στην κλινική, στοίχισε τη ζωή του. «Αεροβαφτίστηκε» Αλέξανδρος…

    Η Μοσχολιού δεν παρέλειπε σε κάθε ευκαιρία να δηλώνει το θαυμασμό που ένιωθε για τον άνδρα της, τον οποίο καμάρωνε από τις εξέδρες του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας να μαγεύει το πλήθος με τις επινοήσεις του. Μάλιστα, ο «στρατηγός» ήταν ο ηγέτης του Παναθηναϊκού στη μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας του, όταν προκρίθηκε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών κι αντιμετώπισε τον Άγιαξ του Γιόχαν Κρόϊφ στο αχανές Γουέμπλεϊ του Λονδίνου, χάνοντας με 2-0. Η ερμηνεύτρια, ακολούθησε την ομάδα σχεδόν σε όλη την πορεία της μέχρι εκεί, αλλά έκτοτε σπανίως πήγαινε στο γήπεδο, καθώς τα παιδιά μεγαλώνανε κι έπρεπε να βρίσκεται κοντά τους.

     

    Ο «Ζυγός»

    Καλοκαίρι 1973. Η Βίκυ Μοσχολιού, μόλις έχει ολοκληρώσει την πρώτη σεζόν της μακριά από τα νυχτερινά κέντρα της παραλίας, έχοντας κατέβει στην Πλάκα και συγκεκριμένα στο ΖΟΟΜ, όπου μαζί με το Δήμο Μούτση και τον Αντώνη Καλογιάννη είχε παρουσιάσει το θρυλικό «Συνοικισμό Α».

    Ωστόσο, επιθυμεί ένα δικό της χώρο, ώστε να κάνει πραγματικότητα το όνειρό της. Να παρουσιάζει προγράμματα γεμάτα καλό ελληνικό τραγούδι, έχοντας τον πρώτο λόγο για την επιλογή του ρεπερτορίου και γενικότερα, να φέρει έναν «άλλον αέρα» στη νυχτερινή διασκέδαση της πρωτεύουσας.

    Στην οδό Κυδαθηναίων 22, απέναντι από το ΖΟΟΜ, υπάρχει ο κινηματογράφος CINE PARIS. Η ίδια βλέποντάς τον, ενθουσιάζεται και μαζί με το Μίμη Δομάζο, αποφασίζουν να τον αγοράσουν και να τον διαμορφώσουν έτσι, ώστε να χωρά περίπου χίλια άτομα.

    Στην επιχείρηση, μπαίνει συνεταίρος και ο Νίκος Παπαμιχαήλ, αδελφός του γνωστού και δημοφιλούς ηθοποιού και ο χώρος μετονομάζεται σε ΖΥΓΟΣ, από το ζώδιο της μεγάλης κόρης του ζευγαριού, Ράνιας. Πρόκειται για μια καθαρά «οικογενειακή υπόθεση», καθώς η Μοσχολιού παίρνει μαζί και τον πατέρα της, ώστε να προσέχει το ταμείο…

    Έτσι, την Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 1973, περίπου ένα μήνα πριν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ο «Ζυγός» ανοίγει τις πύλες του στο αθηναϊκό κοινό. Η Βίκυ Μοσχολιού έχει στο πλάι της το Δημήτρη Ψαριανό, ο οποίος ένα χρόνο νωρίτερα είχε κάνει αίσθηση με την ερμηνεία του στο «Μεγάλο ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκι. Την καλλιτεχνική διεύθυνση του προγράμματος, έχει ο Δήμος Μούτσης.

    Για τα επόμενα πέντε χρόνια, εκεί θα δίνει το «ραντεβού» της με το κοινό που τη λάτρευε και πήγαινε για ν’ ακούσει αληθινό ελληνικό τραγούδι. Η ίδια πολλάκις είχε πει ότι εκείνη η πενταετία ήταν ίσως η καλύτερη της καριέρας της, καθώς με τη φωνή της έδινε ζωή στις μελωδίες σπουδαίων συνθετών και στα λόγια σημαντικών στιχουργών και ποιητών. Κοντά της, βρέθηκαν κατά καιρούς η Δήμητρα Γαλάνη, ο Λάκης Χαλκιάς, ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, ο Θέμης Ανδρεάδης και άλλοι αξιόλογοι κι αγαπημένοι ερμηνευτές.

     

    Το διαζύγιο

    Κι ενώ «επισήμως» δεν υπήρχανε σοβαρά προβλήματα ανάμεσα στο ζευγάρι, εντελώς ξαφνικά «σκάει» η είδηση-βόμβα: Μοσχολιού και Δομάζος αποφασίζουνε ν’ ακολουθήσουνε διαφορετικούς δρόμους στη ζωή, δίνοντας τροφή στα λαϊκά έντυπα να γράψουνε διάφορες φήμες και σχόλια. Όμως, οι δυο τους αντιμετώπισαν αξιοπρεπέστατα όλη αυτή την επώδυνη ιστορία και ουδέποτε αναφέρανε λεπτομέρειες αναφορικά με τη συγκεκριμένη επιλογή τους. Ίσως να έπαιξε καθοριστικό ρόλο ο διαφορετικός τρόπος ζωής, ή κάποια άλλα πράγματα, τα οποία κρατήθηκαν ως επτασφράγιστα μυστικά…

    Έτσι, ήτανε φυσικό κι επόμενο το κεφάλαιο «Ζυγός» να κλείσει για τη Μοσχολιού τον Απρίλιο του 1978, καθώς ιδιοκτήτης του ήταν ο πρώην πλέον σύζυγός της. Μάλιστα, την ίδια χρονιά εκείνος πήρε κι άλλο ένα «διαζύγιο», επαγγελματικό αυτή τη φορά. Ήδη από το φθινόπωρο του 1977, ο Πολωνός προπονητής των «πράσινων» Κάζιμιρ Γκόρσκι τον είχε απομακρύνει από την ομάδα, τη φανέλα της οποίας τίμησε όσο λίγοι επί δεκαεννιά συναπτά έτη. Έτσι, τον Ιούλιο του 1978 και σε ηλικία 36 ετών πια, αποφάσισε να συνεχίσει την καριέρα του στην ΑΕΚ, με την οποία κατέκτησε το δέκατο και τελευταίο πρωτάθλημα της ποδοσφαιρικής πορείας του το 1979, συμβάλλοντας αποφασιστικά σ’ αυτή την επιτυχία.

    Όσο για το «Ζυγό», η σκυτάλη δόθηκε στη Χάρις Αλεξίου, η οποία πρωταγωνίστησε στη σκηνή του μέχρι το 1983, έχοντας «συνοδοιπόρους» σπουδαίους συναδέλφους της. Μόνο που πλέον η διασκέδαση είχε αλλάξει και η μπουάτ είχε μετατραπεί σε χώρο γλεντιού και χορού μέχρι πρωίας…

    Η Μοσχολιού, ουδέποτε μίλησε άσχημα για το Δομάζο στις συνεντεύξεις της και πάντα έλεγε τα καλύτερα, με πρώτη κουβέντα ότι «είναι ο πατέρας των παιδιών μου». Όμως, εκείνος ουδέποτε ανέφερε ξανά το όνομά της (τουλάχιστον δημοσίως) και οι σχέσεις τους ήτανε σχεδόν ανύπαρκτες, μέχρι που η ερμηνεύτρια έφυγε από τη ζωή. Λίγες ημέρες πριν πεθάνει, την επισκέφθηκε στο νοσοκομείο και η εικόνα του στην κηδεία της, ήτανε πραγματικά συγκλονιστική. Κάποια στιγμή, φάνηκε να μη μπορεί να σταθεί όρθιος και τον κράτησε για να μη πέσει ο άλλοτε συμπαίκτης του, ο «ψηλός» Αντώνης Αντωνιάδης…

    https://www.ewoman.gr/495/mimes-domazos-biky-moscholioy-o-strategos-kai-biolontselo
     
     
  7. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Το νησί που αλλάζει χέρια κάθε έξι μήνες ανάμεσα στην Ισπανία και τη Γαλλία!

    Αν και είναι ένα πολύ μικρούλι νησάκι που φαινομενικά δεν έχει ενδιαφέρον, του συμβαίνει κάτι πολύ μοναδικό: είναι από τα ελάχιστα εδάφη του κόσμου όπου ισχύει η συγκυριαρχία ΔΥΟ ΚΡΑΤΩΝ. Λέγεται «Νήσος των Φασιανών» και δεν ζει κανείς εκεί (ούτε καν φασιανοί;;; . Έχει μήκος μόλις 200 μέτρα και πλάτος 40 μέτρα.

    Κάθε έξι μήνες λοιπόν, η Γαλλία με την Ισπανία ανταλλάζουν αυτό το νησάκι που είναι μόλις 3.000 τετραγωνικά μέτρα. Και αυτό γίνεται σχεδόν χωρίς να ασχοληθεί κανείς – παρόλο που είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, δεν θεωρείται κάποιο μεγάλο ιβέντ για τους ντόπιους.

    Πρόκειται για κάτι που συμβαίνει εδώ και πάνω από 350 χρόνια, εκεί στον ποταμό Μπιδασόα, που χωρίζει τις δύο χώρες. ΚΑΙΟΙΔΥΟ χώρες ασκούν *εναλλάξ* ίση κυριαρχία πάνω σε ΟΛΟ το νησί, αντί να το *χωρίζουν* σε εθνικές ζώνες. Κάπως κουλ που στον κόσμο, εκτός από «το δικό μου» και «το δικό σου», ενίοτε υπάρχει και το «δικό μας»!

     
    Εκτός από δέντρα και χόρτα, το μόνο που υπάρχει εκεί είναι ένα παλιό μνημείο, για να θυμίζει σε όσους το επισκέπτονται σπάνια, το ιστορικό γεγονός που έλαβε χώρα πάνω στο νησί το 1659. Ποιο ιστορικό γεγονός; Οι Γάλλοι με τους Ισπανούς, αν και ιστορικά στενοί φίλοι, πολεμούσαν συχνά μεταξύ τους με μικρά διαλείμματα ηρεμίας για να φτιάξουν καλύτερα όπλα – κάτι που γενικά έπαιζε σαν κόνσεπτ στην Ευρώπη για αιώνες.

    Το 1659 στο Νησί των Φασιανών, οι Γάλλοι με τους Ισπανούς υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης και κατέληξαν να το έχουν από κοινού. Έτσι, κάθε χρόνο για έξι μήνες, από την 1η Φεβρουαρίου έως τις 31 Ιουλίου, ανήκει στην Ισπανία και τους επόμενους έξι στη Γαλλία. Μα καλά κι αυτοί, δεν μπορούσαν να το κάνουν από 1η Ιανουαρίου;

    https://blog.dioptra.gr/2021/12/13/...SFMO_gJdU-bpi-_GJvmVhrY1KnQikdvb5eWI_Swg8pXKc
     
  8. kinvara

    kinvara Δική Του Contributor

    H πρώτη μοτοσυκλέτα στην ιστορία: πότε, πού και ποιος την πατένταρε;

    Ας είμαστε ξεκάθαροι από την αρχή, για να μην αδικήσουμε κανέναν. Το ερώτημα "ποιος ήταν ο εφευρέτης της μοτοσυκλέτας" δεν έχει μία μόνο απάντηση. Άλλωστε, αν το πιάσουμε ιστορικά, η εφεύρεσή της ξεκινά από τις εποχές όπου κυκλοφορούσαν ξύλινα ποδήλατα, χωρίς λάστιχα και χωρίς πεντάλ. True story!
    Σιγά σιγά προστέθηκαν πεντάλ, ελαστικά, και βοηθητικές ρόδες. Και πολλοί πονηροί μηχανικοί σε όλον τον κόσμο άρχισαν να οραματίζονται ένα ποδήλατο με μηχανή, πιο άνετο, πιο ξεκούραστο, πιο χρήσιμο. Ένας, όμως, κατοχύρωσε την πατέντα για τη μοτοσυκλέτα όπως την ξέρουμε σήμερα, στις 29 Αυγούστου του 1885, ημέρα γιορτής για όλους τους μηχανόβιους γύρω μας: ο Gottlieb Wilhelm Daimler.

    29 Αυγούστου 1885, κατοχυρώνεται η πατέντα για την πρώτη μοτοσυκλέτα
    Ο Gottlieb Wilhelm Daimler, Γερμανός στην καταγωγή, μηχανικός στο επάγγελμα – το όνομά του συνδέθηκε αργότερα, μετά τον θάνατό του, με την επιχείρηση Daimler & Benz – είχε για πολλά χρόνια έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: να δημιουργήσει μικρούς κινητήρες υψηλής ταχύτητας που να μπορούν να τοποθετηθούν σε οποιοδήποτε μέσο μετακίνησης.

    Η πρώτη μοτοσυκλέτα με μηχανή εσωτερικής καύσης
    Το 1885, μαζί με τον συνάδελφό του, Wilhelm Maybach, παρουσίασαν την πρώτη μοτοσυκλέτα που μετακινούνταν με μηχανή εσωτερικής καύσης: «Daimler Reitwagen». Ουσιαστικά ήταν ένα ξύλινο ποδήλατο της εποχής, με δύο μικρές βοηθητικές ρόδες και σέλα που παραπέμπει περισσότερο σε άμαξα παρά σε ποδήλατο (μην ξεχνάμε τα πρότυπα design της εποχής), εξοπλισμένο με έναν τετράχρονο μονοκύλινδρο κινητήρα, που ζύγιζε 45 κιλά, είχε κυβισμό 264 κ.εκ. και ισχύ μισού ίππου.
    Για να σχεδιάσουν τον κινητήρα, βασίστηκαν στον τετράτροχο κινητήρα εσωτερικής καύσης που είχε επινοήσει λίγα χρόνια πριν, το 1876, ο εφευρέτης (και πρώην συνάδελφος του Daimler), Nicolaus Ottο. Τρεις μήνες αφού εκδόθηκε το δίπλωμα ευρεσυτεχνίας, ο Maybach ανέλαβε να παρουσιάσει τη μοτοσυκλέτα σε δημόσια επίδειξη φτάνοντας την, εντυπωσιακή για τα δεδομένα της εποχής, ταχύτητα των 12 χλμ./ώρα.

    Δυστυχώς, τα αυθεντικά μοντέλα της «Daimler Reitwagen» χάθηκαν σε πυρκαγιά σε εργοστάσιο της Γερμανίας το 1903. Αλλά υπάρχουν ακόμη ρέπλικες, και εδώ μπορείτε να χαζέψετε μία, σε δράση!

    Η πρώτη μοτοσυκλέτα με ατμομηχανή
    Υπάρχει ωστόσο μία σχολή που υποστηρίζει ότι ο πραγματικός εφευρέτης της μοτοσυκλέτας δεν ήταν ο Daimler, αλλά ο Sylvester Howard Roper, και μάλιστα περίπου 15 χρόνια πριν την εμφάνιση της μηχανής «Daimler Reitwagen». Η διαφορά είναι ότι η μηχανή του Roper κινούνταν με ατμό.
    Ο Roper αξιοποίησε ό,τι εμπειρία και γνώσεις είχε αποκτήσει ενώ εργαζόταν σε εργοστάσιο παραγωγής πολεμικού εξοπλισμού (μιλάμε για τα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου στις ΗΠΑ) και δημιούργησε μία μοτοσυκλέτα με ατμομηχανή, την οποία παρουσίασε το 1867.

    Στο σχήμα της, θύμιζε πολύ τα κλασικά ποδήλατα της εποχής, με πεντάλ. Αλλά κάτω από τη σέλα, ανάμεσα στους ξύλινους τροχούς, βρισκόταν ένας καυστήρας και ένας λέβητας. Με κάρβουνο που βρισκόταν σε ειδική σχάρα κάτω από τον λέβητα, έβραζε το νερό και παρήγαγε ατμό για να τροφοδοτήσει τον κινητήρα.
    Μία πολύ τακτοποιημένη και compact κατασκευή η οποία, παρότι δεν ήταν και η πιο ασφαλής, ήταν αρκετά μπροστά για την εποχή της. Και το καλύτερο; Ο Roper μπορούσε να ελέγξει την ατμομηχανή, με μία απλή, γνωστή σε όλους τους οδηγούς μέχρι σήμερα, κίνηση: στρίβοντας με τη λαβή του χεριού του το τιμόνι της μηχανής.
    Η μηχανή ονομάστηκε Roper Steam Velocipede και από το 2002 έχει την τιμητική της στο AMA Motorcycle Hall of Fame, καθώς θεωρείται ότι είναι από τις πρώτες μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν. Και πάλι όμως, ούτε αυτό είναι απόλυτο.

    Η άλλη πρώτη μοτοσυκλέτα με ατμομηχανή!
    Την ίδια περίοδο, την ίδια χρονιά για την ακρίβεια, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο Γάλλος μηχανικός Ernest Michaux, δουλεύοντας πάνω σε ποδήλατα που κατασκεύαζε η εταιρία του πατέρα του, Pierre Michaux, παρουσίασε το δικό του ποδήλατο που κινούνταν χάρη σε μία ατμομηχανή.
    Και εδώ το όνομα Michaux έχει τη σημασία του. Γιατί ο πατέρας, Pierre Michaux, ήταν ο άνθρωπος που μόλις λίγα χρόνια πριν, είχε δημιουργήσει το πρώτο ποδήλατο με πεντάλ - μέχρι τότε ο μόνος τρόπος να οδηγήσεις ποδήλατο ήταν να σπρώξεις με τα πόδια σου το έδαφος και να ευχηθείς να έχει μία κάποια κλίση για να αποκτήσεις ώθηση.

    Ο Pierre Michaux, συμβάλλοντας με τον δικό του τρόπο στην ιστορία της πρώιμης μοτοσυκλέτας, δημιούργησε ένα ποδήλατο που ζύγιζε πάνω από 50 κιλά, είχε ξύλινο σκελετό και ξύλινες ρόδες, και ένα ζευγάρι πεντάλ στην μπροστινή ρόδα. Λόγω της κατασκευής, αλλά και των δρόμων, το ποδήλατο γρήγορα απέκτησε το ψευδώνυμο "boneshaker" γιατί δεν ήταν ό,τι πιο ευχάριστο και ό,τι πιο ασφαλές στην οδήγηση.
    Όλοι οι παραπάνω (τουλάχιστον!) έπαιξαν τον ρόλο τους στην ιστορία των δίτροχων και ένα πράγμα είναι σίγουρο: αργά ή γρήγορα, η μηχανή θα έκανε την εμφάνισή της. Και μάλιστα, όχι μόνο για να προσφέρει έναν πιο ξεκούραστο και χρήσιμο τρόπο μεταφοράς, αλλά για να δημιουργήσει μία ολόκληρη κουλτούρα, ένα στυλ ή ακόμη και μία στάση ζωής, που επιβιώνει 135 χρόνια μετά.

    Γιατί όλοι το ξέρουμε, η μοτοσυκλέτα δεν είναι μόνο ένα μέσο μετακίνησης, αλλά ένας τρόπος ζωής. Κάθε λάτρης της θυμάται πολύ καλά την πρώτη μηχανή που οδήγησε - κατά 99% έχει φυλάξει τη φωτογραφία, το ξέρουμε! Και μπορεί να αριθμήσει με χρονική σειρά ποια ήταν τα μοντέλα που έγραψαν ιστορία στην εξέλιξη της τεχνολογίας της μοτοσυκλέτας και έχει σίγουρα τη δική του λίστα με τις πιο κλασικές, όμορφες μηχανές που κυκλοφόρησαν ποτέ.
    https://www.hellasdirect.gr/blog/i-...e-pou-kai-poios-tin-patentare-bikes-blogpost/
     
    Last edited: 26 Δεκεμβρίου 2021
  9. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Ελπίζω ο νηματοθέτης να μου επιτρέπει μια μικρή παρέμβαση στο νήμα του γιατί θέλω να πω μια μικρή ιστορία για έναν από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς που δε γνωρίζει ο κόσμος γιατί ήταν γυναίκα γεννημένη στα τέλη του 19ου αιώνα.

    Μπορεί να την γνωρίζουν ελάχιστοι σε σχέση με άλλους γίγαντες των μαθηματικών όμως η Emmy Noether είναι μία από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς που έχει να επιδείξει το είδος μας, ένας τιτάτανας της κλάσης των Gauss και Euler κλπ. Πνευματικό της παιδί, το ίσως πιο σημαντικό θεώρημα του Λογισμού Μεταβολών και της Μαθηματικής Φυσικής.

    Τι μας λέει το θεώρημα της Noether?

    Σε κάθε συνεχή συμμετρία υπάρχει μέγεθος που διατηρείται.

    Αν υπάρχει συνεχής συμμετρία τότε υπάρχει διατηρήσιμο μέγεθος και αν υπάρχει διατηρήσιμο μέγεθος τότε από πίσω κρύβεται μια συνεχής συμμετρία.

    Είναι υπέροχο μέσα στην απλότητά του.

    Η αρχή διατήρησης της Ενέργειας, η αρχή διατήρησης της ορμής, η αρχή διατήρησης της στροφορμής κλπ είναι απότοκα αυτού του θεωρήματος.

    Συμμετρία στο χρόνο <=> Διατήριση της ενέργειας
    Συμμετρία στη θέση <=> Διατήρηση της ορμής¹
    Συμμετρία στην περιστροφή <=> Διατήρηση της στροφορμής.

    Παρακάτω μπορείτε να βρείτε ένα θαυμάσιο βίντεο που μιλάει για τη Noether και το θεώρημά της, ένα ίσως από τα πιο όμορφα και αναμφίβολα πιο σημαντικά θεωρήματα των μαθηματικών.



    ¹ Όσο υπάρχει συμμετρία στη θέση σε ένα BDSM συσχετισμό η ορμή της θα παραμένει αναλοίωτη  
     
    Last edited: 26 Δεκεμβρίου 2021
  10. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Είσαστε ευπρόσδεκτοι όλοι να ανεβάσετε όποια Μικρή Ιστορία πιστεύετε πως είναι ενδιαφέρουσα. Είναι χαρά μου.

    @kinvara , @Arioch
    Σας ευχαριστώ για τη συμμετοχή
     
  11. Nickname

    Nickname Όμορφος, έξυπνος και μετριόφρων Contributor

    Βλέποντας τη μορφονιά Emmy Noether στο παραπάνω ποστ το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν αυτό:
    «Αν είχα γεννηθεί άσχημος, κανείς δεν θα ήξερε τον Πελέ».
    Απολαύστε τις ατάκες ενός τύπου που έζησε τη ζωή του ακριβώς όπως την ήθελε...

    ---------------------
    Τζορτζ Μπεστ: 15 αξέχαστες ατάκες του πέμπτου Beatle


    «Maradona Good, Pele Better, George Best» είχε ειπωθεί κάποτε για τον αστέρα από το Μπέλφαστ που έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 2005

    Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους που αντίκρισε η στρογγυλή θεά. Πέρα από αυτά που έκανε στο γήπεδο, όμως, ο Τζορτζ Μπεστ μνημονεύεται ακόμα για τις ατάκες του.
    «You're simply the best, better than all the rest» τραγούδησε το 1989 η Τίνα Τέρνερ και δεν θα φάνταζε διόλου απίθανο αν το τραγούδι αυτό είχε γραφτεί για τον σπουδαίο, Τζορτζ Μπεστ. Σαν σήμερα, δεκαπέντε χρόνια πριν άφησε την τελευταία του πνοή ο «πέμπτος Beatle» όπως τον είχε αποκαλέσει ο Τύπος της εποχής.

    Από τις 14 Σεπτεμβρίου 1963, όταν ακόμα ήταν 17 χρονών και έκανε το ντεμπούτο του στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, ο Μπεστ κατάφερε γρήγορα να ξεδιπλώσει το ταλέντο του στο χορτάρι. Αεικίνητος, εξαιρετικός με τη μπάλα στα πόδια, ο Μπεστ ήταν χάρμα οφθαλμών. Ήδη από τα πρώτα του βήματα στα γήπεδα είχε γίνει ίνδαλμα. Η φήμη του εκτοξεύεται στα ύψη όταν στις 9 Μαρτίου του 1966 και σε ηλικία 19 χρονών σκόραρε δύο γκολ στον προημιτελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου απέναντι στη Μπενφίκα. Κόντρα στους «αετούς», δύο χρονιά μετά θα βρεθεί αντιμέτωπος στον τελικό της διοργάνωσης όπου και θα πετύχει το δεύτερο γκολ της ομάδας του, περνώντας όλη την άμυνα και τον τερματοφύλακα. Μετά το τέλος του αγώνα, μάλιστα, εξομολογήθηκε πως σκέφτηκε να σταματήσει στην γραμμή και να βάλει την μπάλα με το κεφάλι στα δίχτυα. Την ίδια χρονιά κατακτά και της Χρυσή Μπάλα και για τα επόμενα τέσσερα επόμενα χρόνια αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

    Όλα όμως αλλάζουν άρδην. Γιατί όπως το ποδόσφαιρο αγάπησε ανιδιοτελώς τον Μπεστ, έτσι κι αυτός αγάπησε την ζωή. Τη ζωή δίπλα σε γυναίκες και φυσικά το αλκοόλ. Ο απόλυτος ροκ σταρ των γηπέδων δεν μπόρεσε ποτέ να επανέλθει στο ποδοσφαιρικό «γίγνεσθαι». Η καριέρα του που διαγραφόταν λαμπρή είχε ολοκληρωθεί άδοξα και πολύ νωρίς. Η παρακαταθήκη του τεράστια. Και σε στιγμιότυπα, παρά τη σύντομη καριέρα του, αλλά και φυσικά σε ατάκες.

    Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που επέλεγε να διακωμωδεί την άστατη ζωή του με τις πανέξυπνες και στοχευμένες ατάκες του.

    «Το 1969 εγκατέλειψα τις γυναίκες και το αλκοόλ. Ήταν τα χειρότερα 20 λεπτά τις ζωής μου».

    «Ίσως πάω στους Ανώνυμους Αλκοολικούς, αλλά νομίζω ότι θα ήταν δύσκολο να παραμείνω ανώνυμος».

    «Ξόδεψα το 90% των χρημάτων μου σε ποτά, κορίτσια και γρήγορα αυτοκίνητα. Τα υπόλοιπα απλώς τα σπατάλησα».

    «Έχω σταματήσει να πίνω, αλλά μόνο όταν κοιμάμαι».

    «Aν μου έδινες την επιλογή του να βγω στον αγώνα, να περάσω τέσσερις και να χώσω ένα γκολ από τα 25 μέτρα στη Λίβερπουλ ή να πάω στο κρεβάτι με τη Μις Κόσμος, θα ήταν μια πολύ δύσκολη επιλογή. Ευτυχώς τα είχα και τα δύο».

    (Όταν τον είχαν συλλάβει το 1984 γιατί οδηγούσε μεθυσμένος) «Είναι μεγάλη μου χαρά που στέκομαι εδώ. Είναι μεγάλη μου χαρά που στέκομαι γενικά».

    «Λένε ότι κοιμήθηκα με εφτά Μις Κόσμος, αλλά δεν το έκανα. Πήγα μόνο με τέσσερις. Δεν επιβεβαιώνω τίποτα για τις άλλες τρεις».

    Σε ερώτηση δημοσιογράφου, για το πόσο συχνά κάνει σεξ, απάντησε: «Σε κάθε ημίχρονο».

    «I used to go missing a lot... Miss Canada, Miss United Kingdom, Miss World». (Αμετάφραστο για προφανείς λόγους)

    Όσοι τον γνώριζαν συμφωνούσαν απόλυτα στο ότι ο Μπεστ είχε αναμφίβολα φοβερό χιούμορ, το οποίο δεν δίσταζε πολλές φορές να εκφράζει και σε άλλους ποδοσφαιριστές.

    «Αν είχα γεννηθεί άσχημος, κανείς δεν θα ήξερε τον Πελέ».

    (Για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ): «Δεν έχει καλό αριστερό πόδι, δεν έχει καλή κεφαλιά, δεν μαρκάρει και δεν σκοράρει συχνά. Κατά τα άλλα είναι καλός παίκτης».

    (Για τον Πολ Γκασκόιν): «Είχα πει κάποτε ότι ο δείκτης νοημοσύνης του Γκασκόιν ήταν μικρότερος από τον αριθμό της φανέλας του και αυτός με ρώτησε: “Τι είναι δείκτης νοημοσύνης;”».

    (Σημείωση δική μου: Ο Γκασκόιν φορούσε τη φανέλα με το 8 )



     
    Ο Τζορτζ Μπεστ © Getty Images

    «Ο Πελέ είπε κάποτε πως είμαι ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο. Είναι το μεγαλύτερο κομπλιμέντο στη ζωή μου».

    Ο ίδιος μετά από χρόνια είχε ερωτηθεί σχετικά με την κληρονομιά που θα αφήσει πίσω του, μετά από όλη αυτή την πολυτάραχη ζωή. Τότε, εκείνος αποκρίθηκε πως «όταν φύγω όλοι θα ξεχάσουν όλα τα σκ@τ@ και θα θυμούνται το ποδόσφαιρο. Αν έστω και ένας άνθρωπος πιστεύει ότι είμαι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής στον κόσμο, αυτό μου αρκεί».

    Όλες σχεδόν οι ατάκες του Τζορτζ Μπεστ γράφτηκαν με χρυσά γράμματα κυρίως λόγω του χιουμοριστικού τόνου που πάντα τις «έντυνε». Αυτή όμως που φέρεται να είπε τις τελευταίες ημέρες του στη ζωή, συγκεντρώνει την τραγικότητα που τον συνόδευσε πίσω από τα φλας, τα χρήματα και τη δόξα.

    «Μην πεθάνετε σαν εμένα».


    https://www.athensvoice.gr/sport/691953_tzortz-mpest-15-axehastes-atakes-toy-pemptoy-beatle
     
    Last edited: 26 Δεκεμβρίου 2021
  12. Master Electro-pain

    Master Electro-pain Staff Member

    @Arioch
    Like! Θαυμάσιο, όντως!

    Ξεφεύγοντας, λίγο:
    Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε στους μετασχηματισμούς της βδσμικής θέσης, ποιά μεγέθη είναι αναλλοίωτα, αλλά κυρίως τα συναλλοίωτα!