Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο Θάνατος των Θεών

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Ηλίας, στις 15 Οκτωβρίου 2022.

  1. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    The End of Human Civilization (Αντίστροφα)


    (Εναλλακτική πραγματικότητα.


    3123 μ.Χ. Ο Δίας προς τα μέσα καταρρέει και μία Μαύρη τρύπα μέσα του γεννιέται…)


    Message in the Past, Present and Future Memories Book άλη 9th


    «Το Κάστρο»/59η μέρα/“Ο Θάνατος των Θεών”


    -Και πως εξαφανίσθηκε το ανθρώπινο είδος γιαγιά Hell on a rth;


    -Φάε πρώτα μια Book ιά και εγώ θα σου πω, μικρή μου.


    -Μμμμ, δεν θέλω μπάμιες γιαγιά, άσε που εγώ ξέρω. Από τον Ρουσο υκρανικό πόλεμο.


    -Όχι, κρη μου.


    -Από το λληνοτουγκρικό πόλεμο.


    -Όχι, μι μου.


    -Από το εμφύλιο μεταξύ των υποστηρικτών στο ναι ή όχι;


    -Όχι, ικρ μου.


    -Από την άρνηση των ανθρώπων στο χτες, αφού δεν τους επέτρεπαν να έχουν λόγο στο αύριο;


    -Όχι, ή μου.


    -Καλά για και για μια μπά μια φέρε. Μιαμ και μιαμ και μπριάμ Shazam.


    -Πες μου τώρα για, για πες μου.


    -Από τον εμφύλιο μεταξύ αυτών που ερχόντουσαν από τα πίσω, με αυτούς που απ’ τα μπρός, μας ήρθαν.


    -Ποιος είχε δίκιο γιαγιά;


    -Όλοι και κανείς.


    -Ναι αλλά μπρε για και για κάποιους έπρεπε να φταίει.


    -Αν την ευθύνη έπρεπε να ρίξω, θα επέλεγα τον Φίλιο τον Δία.


    -Γιατί γιαγιά;


    -Γιατί αυτός τα ξεκίνησε όλα;


    -Ζει, αυτός ο Δίλιος ο Φίας;


    -Όχι, μικρή μου, τον σκότωσε η Κορυφαία.


    -Γιατί γιαγιά;


    -Φάε τις μπάμιες σου και θα σου πω μικρή μου…


    (-Να συναντηθούν πως μπορούν δύο παράλληλες ιστορίες; Απορία.


    -Από αντίθετη κατεύθυνση θα ξεκινήσουν και στη μέση θα βρεθούνε. Α και Ω


    -Είναι εφικτό, δύο Ξένοι κόσμοι, κοινό σύνολο να βρούνε; Ω ρέω


    -Εδώ τα κατάφεραν ο Marvel και η Dc, us δε θα τα καταφέρουμε;


    -Εντάξει αλλά δε θέλει Russ, γιατί σφάλματα θα γίνουν και στο Χάος θα κριθούμε.)


    Η προφητεία του μικρού Λοξία


    Message from the Past to the future Memories 9th/«Το Κάστρο»/60η μέρα


    “Ο Θάνατος των Θεών”


    «Ο Δίας»


    Η Λητώ τα πόδια έπλενε του Δία και του λέγε τα νέα.


    -Ο μικρός Απόλλωνας χαρισματικό παιδί ‘ναι. Λόγια του απ’ έξω της. Από μέσα της, του ανθρώπου πόδια έχει, αλλά ποια να είναι η πραγματική μορφή τους;


    -Της μουσικής και της ίασης την τέχνη. Το γνωρίζω καλή μου Λητώ.


    -Όχι, Ουράνιε, όχι μόνο αυτά. Αλλά και το μέλλον βλέπει. Στα χέρια της η Λητώ νιώθει το νερό να την χτυπά, φωτιά, τους τένοντες στο απότομα στα άκρα να τραβά και κάθε νεύρο της να δέχεται ένα οξύ, το σοκ. Τραβάει τρομαγμένη τα χέρια της από το νερό.


    Το πρόσωπο του Δία, σπιθαμή από το δικό της και τα μάτια του μεγάλου, θάλασσες του Πάγου.


    -Είσαι σίγουρη καλή μου Λητώ; Τι το χέρι σου τραβά σ’ αυτή την ερμηνεία;


    -Να Ευάνεμε Λαρίσιε, στο θέατρο που άρχιζε στη Δᾶλο, να χτίζεται την χρονιά του κύκλου, στις 37 την ώρα, 23 πρώτα και 49 δεύτερα του Βορρά και στο δρόμο ο μικρός Απόλλωνας, περπάτησε για 25 βήματα και μετά σταμάτησε και φώναξε.


    -Τίίία.


    -Εεε και Λητώ, τι να σημαίνει αυτό;


    -Αμέσως μετά Δία, τρία μικρά κοράκια ήρθαν και κάθισαν μπροστά του. Τα χάιδεψε και από ένα καρύδι, που στο στόμα τους κρυμμένο είχαν, του έδωσαν και πέταξαν μακριά.


    -Αυτό μόνο;


    -Όχι, έκανε άλλα 16 βήματα και φώναξε ξανά. Τίίία! Αμέσως μπροστά στο δρόμο μας, γέρος τυφλός και του σεβασμού περιπλανόδιος του Μάδα ο Βοσκός εμφανίστηκε μπροστά μας. Τρία τα πόδια που τον στήριζαν στη γη, να σου δώκω κάτι γέροντα του είπα; Αλλά δίχως μιλιά τρία χρυσά μετάλλια στο χέρι του Απόλλωνα αφήνει και φεύγει για αλλού.


    -Χμμμ, ο Δίας την γενιά δα πασπατεύει και σπίθες βγάζει. Η Λητώ ξαφνιάζεται αλλά δεν σταματά.


    -Βήματα του πέντε προς την Ανατολή και ξανά φωνάζει. Τίίία!!! Πριν προλάβω ανάσα γω να πάρω και νάσου τρία του χοίρου με καρφιά από εμπρός περνούν. Στον μικρό Απόλλωνα η στάση και τριαντάφυλλο με πέταλα μονάχα τρία δίνουν, από ένα το καθένα. Ο Δίας σηκώνεται με βία, η λεκάνη πάνω στη Λητώ…


    -Που είναι ο μικρός τώρα;


    -Έξω Ερκείε μου ακριβέ και παίζει με τις πέτρες.


    -Η Άρτεμις;


    -Στο γκρεμό, πετάει πέτρες.


    Λίγη η ώρα του μετά και ο Απόλλωνας τρίχρονο ακόμα δεν είναι, στα πόδια του Δία κάθεται, με ηλιόγελα στα μάτια του.


    -Πες μου μικρέ Απόλλωνα, τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;


    -Κιθαίστας πατέα Ζία.


    -Μπράβο μικρέ μου και πάλι μπράβο και πολλά τα χρόνια που θα ζήσεις;


    -Όσι πατέα Ζία.


    -Και πως θα πεθάνεις μικρέ μου Απ;


    -Θα με ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ; Ο Δίας ξαφνιάζεται, αλλά το ρυθμό δε αλλάζει.


    -Και πως θα πεθάνει ο πατέρας σου, ο Ξένιος;


    -Θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ… Ο Δίας σφίγγεται στην απορία μπαίνει. Αλλά ο μικρός δεν σταματά.


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ… Του Δία τα σάλια σπίθες βγάζουν κάθως κρέμονται στα αστέρια, αλλά ο μικρός Απόλλωνας δεν σταματά και συνεχίζει…


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ. Μία ώρα μετά και δίχως τελειωμό στο τέλος ο Απόλλωνας φτάνει…


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ. Και μετά Ζία… ο μικρός καταπίνει στο ξερώ και νερό ζητά.


    -Ο Δίας σύννεφο υλοποιεί και νερό του δίνει καθαρό. Και μετά Ζίνα ξωτόσει Άρτ.


    -Δίας είπες πριν μικρέ μου Απόλλωνα. Ο μικρός ξύνει τα χρυσά μαλλιά του, μία τρίχα στο έδαφος πέφτει και το Χ της χάνει. Τα μάτια του αθώα και η απάντηση Λοξή.


    -Ναι Σίας, ξοτώσει Άρτ.


    Χρόνια όχι πολλά μετά. Ο Πόθος και η Άρτεμις στου Κρόνου τα δακτυλίδια στέκονται και το θείο πίνουν που σερβίρει ο Αντουάν Λαβουαζιέ.


    Το σώμα τους του φωτός κισσός. Η φωνή τους ιδιόρρυθμη συχνότητα του ίδιου.


    -Στον πλανήτη Δία, είπες θα τον βρω; Ο Πόθος τη συχνότητα αλλάζει, πλατύ το πλάτος της, στο τώρα.


    -Ναι εκεί, θα τους βρεις, Αγοραία.


    -Τους; Το πλάτος του Πόθου μακραίνει και γέλιο του ραδίου γίνεται.


    -Δεν είναι ένας, αλλά πολλοί οι του Δία οι κλώνοι που θα βρεις. Ο Δίας όταν ο αδερφός σου μικρός ήταν, έμαθε από αυτόν πως το τέλος του από τα χέρια σου θα βρει.


    -Κλώνους έφτιαξε πολλούς από το δικό του σώμα τα παιδιά και στο πλανήτη του, άπλωσε χιλιάδες. Ένας από αυτούς, αυτός και αυτοί όλοι ένας.


    -Εκεί θα τον βρεις καλή μου Κορυφαία…


    (-Και είναι αλήθεια τα μαντάτα που μου φέρνεις μικρέ τρελέ Λοξία; Η Πυθία τον τρελό μικρό του Οίκου της ρωτά.


    -Από μικρό και από τρελό, μαθαίνεις την Αλήθεια, του Φιδιού θεία κόρη και αδερφή.)

     
  2. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    The End of Human Civilization (Και στο P art Y Χάος)


    Το φωνή εν 7


    Έχετε μήνυμα από την gOOg lE Bottle 9th


    {The Castle/ΗΜέρα 60,5/The Death of dogs/(Zeus)


    Μου ήρθε αυτό το email, από την Google


    -Θα θέλαμε να αλλάξετε την επικεφαλίδα “The Death oF Gods”, είχαμε re port από χρήστη πως τον ενόχλησε, ο πληθυντικός. Google


    Τ’ αγγλυπτά μου δεν είναι άριστα, αλλά αυτά έχω με αυτά πορεύομαι και αυτός ήταν ο dialoguest με το Διάβολο και η συμφωνία για την μικρή ψυχή μου.


    -It’s the right mou, like(carδούλα) A huMan am i? Ε γ Ω


    -Εκτός αν με πληρώσετε για να αλλάξω. Είμαι ανοιχτός στις + αλλαγές. Εγώ.


    -How much? Google


    -20.000. Me


    -20.000 EuroS ? GoogLe


    -No No I don’t (ντόνατ) Want moneye for my change.


    -20.ooo from what?


    -20.000 times the gOOg le hits per day for ΜΕy Writes to sell my rights and For my Sileνσε.


    -Υου god it. gOOglE


    -Thανκς, εγW να τρέχω.


    (.Και ρε Mastωρα, τι θέλει να πει ο πειητής ; ΑνΑ γνώστης


    -Ό,τι τα φωνήεντα είναι 7 και τα σύμφωνά 17. Ο γνΩστης


    -Αεηιουω? Ο Αναγνώστης


    -Όταν οι γυναίκες τραγουδούν με φωνήεντα το κάνουν. Ο γνΩστΗς


    -Και όταν οι άνδρες; Ο ΑνΑ


    -Με σύμφωνα. ο ΓΝώΣΤηΣ)


    Message in the Bottle 9th


    The Death of the Big Dog


    “O Δίας”


    -Ποια είναι η πραγματική μορφή του Δία, θα μου πεις τελικά Πόθε.


    Ο Πόθος γελάει με την κακή τη βούλα.


    -Αν το Δί με Ήρ, αντικαταστήσεις, θα έχεις την απάντηση σου Άρτεμις.


    (.Ορίστε? Google


    -Sossy που σας καλώ, αλλά θα ήθελα να μου πείτε…


    Άλλες ερωτήσεις χρηστών. Στο εμαίλ μου. Η απάντηση


    Who was the real ZEUS? Την πρώτη την απάντησα. Η αιτιολόγηση μου, η γυναίκα η Ήρα ήταν η μητέρα των θεών, άρα και του Δία, θεός και αυτός. Για να γεννηθεί ένα παιδί, χρειάζεται σάρκα από τη σάρκα της μητέρας του, άρα…


    Να το πω απλά στην ερώτηση, Η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό τη κότα, η απάντηση μου είναι Η.


    What are the 3 POWER of zeUS??? Z, EU, US


    Who Zeus killend?!? Τους πάντες.


    Who was the first GOD!?! Ο Κρόνος, τον σκότωσε ο Ζ.


    -Αυτές είναι οι πιο δημοφιλείς, ερωτήσεις για τον Δία, από την Κυρία Μαιλ GooGle. Eggw θέλω να γίνω ΔΗΜΟφιλής. (Και θα το ξαναπώ, tα Αγγλυπτά μου είναι χάλια, θέλουν τίναγμα, Sossy ή Sorry προς τους Αγγλο μαθείς, όποιο είναι το Right.)


    -Αν οι απαντήσεις μου είναι σωστές, θα γίνω ο 3,14 ο δημοφιλής στην Google και μετά θα ζητήσω ποσοστά από τις μετοχές τους. Εγώ.


    Αυτό είναι The mΑn Plan για τη σύνταξη μου”


    The wo B man plan. Θα κάνω μήνυση προς το Ανώτατο δικαστήριο των Η ΠΑ,γιαti με την απόφαση του βάζει σε κίνδυνο την σύνταξη μου. Όταν λες όχι, οι άλλοι λένε ναι και τώρα θα προσέχουν και παιδιά δε θα κάνουν και ο πληθυσμός θα μειωθεί και πως θα πάρω εγώ σύνταξη; Έπρεπε η απόφαση να είχε και το εξής συμπλήρωμα. Υποχρεώνουμε κάθε γυναίκα στον πλανήτη, εμείς οι πλανητάρχες, να κάνει τουλάχιστον ένα παιδί στη ζωή του. Και αν δεν υπακούσουν να τις κλείσουμε στους στάβλους.


    Αχ τι τραβάμε και εμείς οι απλοί οι της πλάνης η μη αρχές και ammoρφωτοι..


    Kill the planET Zeus! part A


    Message from the Battle 9th


    “Το Κάστρο»


    Day 61


    «Η θεοκτονία»


    Previously


    60,5 Day


    -Ποια είναι η πραγματική μορφή του Δία, θα μου πεις τελικά Πόθε.


    -Αν το Δί με Ήρ, αντικαταστήσεις, θα έχεις την απάντηση σου Άρτεμις;


    Μεσημέρι 60 Day


    -Στον πλανήτη Δία είπες θα βρω τον Δία;


    -Ναι εκεί θα τους βρεις;


    -Τους;


    Πρωί 60 Day


    -Και πως θα πεθάνει ο πατέρας ο Ξένιος, μικρέ μου Απόλλωνα;


    -Θα το ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ…


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ…


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ…


    -Και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ και μετά, θα τον ξωτόσει η φούλα μου η Άρτ. Και μετά Ζίας, ο μικρός καταπίνει στο ξερώ και νερό ζητά…


    -Και μετά Ζίνα ξωτόσει Άρτ.


    -Δίας είπες πριν μικρέ μου Απόλλωνα. Ο μικρός ξύνει τα χρυσά μαλλιά του, μία τρίχα στο έδαφος πέφτει και το Χ της χάνει. Τα μάτια του αθώα και η απάντηση Λοξή.


    -Ναι Σίας, ξοτώσει Άρτ.


    Η μέρα 59


    -Και πως θα εξαφανισθεί το ανθρώπινο είδος γιαγιά;


    -Για όλα φταίει ο Δίας.


    -Γιατί γιαγιά;


    -Γιατί αυτός έκανε την αρχή.


    Επιστροφή στην ημέρα 61


    -Δεν καταλαβαίνω Πόθε, ο Δίας είναι η Ήρα; (Άρτεμις)


    -Γιατί δεν ρώτησες αν η Ήρα, είναι ο Δίας; (Πόθος)


    -Έχει σημασία; (Άρτεμι)


    -Δείχνει τον προσανατολισμό της ανάγκης αυτού που ρωτάει.(Πόθο)


    -Είναι το ίδιο πρόσωπο; (Άρτεμ)


    -Είναι τα δύο μισά του ατόμου. (Πόθ)


    -Μία είναι η αρχή; (Αρτε)


    -Όταν είναι ολοκληρωμένα και ενωμένα, ναι. Υπάρχουν δύο κυρίαρχες δυνάμεις. Της ένωσης η μία και της διάσπασης η άλλη. Εκδηλώνονται σε όλα τα επίπεδα και προς τα πάνω και προς τα κάτω. Σε μία σειρά δίχως τέλος και δίχως αρχή. Για χάρη της περιορισμένης αντίληψης, εκ των πραγμάτων της κακής της Λήψης, ως πεπερασμένα όντα που είμαστε, χρειαζόμαστε μία αρχή.


    Ας βάλουμε την αρχή στο άτομο του Δημόκριτου. Στου απλοικού, το φορτίο δείχνει την φορά. Η πράξη το θέλω. Στο κέντρο βρίσκεται ο πυρήνας. Εκεί βρίσκονται οι Ήρες, τα πρωτόνια και τα νετρόνια οι στΉρες . Ίσης μάζας και τα δύο. Φορτίο όμως έχει μόνο το ένα από τα δύο. Γύρω από το πυρήνα και σε τροχιά συνήθως μακριά από τον πυρήνα βρίσκεται το κατά 1863 φορές μικρότερο σε μάζα, αλλά της ίδιου φορτίου κατά πόλυτη τιμή ηλεκτρόνιo. Υπάρχουν οι πιστοί, αυτοί που ποτέ από τον πυρήνα δεν απομακρύνονται οι Σίες(το πλυθηντικό του Σία που σημαίνει συντροφιά) και τα ελεύθερα, που από άτομο σε άτομο πετούν, οι Δίες. (Ποθώ)


    -Και ποιος είναι ο αρχηγός ή μήπως η; (Αρτ)


    -Ο καθένας μισό είναι του ολόκληρου θεού. Για αυτό το λάθος, του πρώτου ο Δίας ευθύνη φέρει. Για να δικαιολογήσει την δράση του, έφτιαξε ένα αρχέτυπο. Αυτού του πρώτου. Που παράγει ενέργεια. Δεν έλεγε ψέματα. Η προσανατολισμένη κίνηση των ελεύθερων ηλεκτρονίων είναι το ηλεκτρικό ρεύμα, αλλά ενέργεία παράγει και η βαρύτητα. Το άτομο είναι η ολοκληρωμένη μικρογραφία του θεού σε αυτό το μέγεθος (Πωθώ)


    -Και οι άνθρωποι ή οι πεχθ ή οι γηξ, που έχουν έντονα το διαχωρισμό του θηλυκού και του αρσενικού; Βέβαια στα γηξ πρώτα είναι τα θυληκά. (Αρτ)


    -Οι Δίες είναι αυτοί που αυτοαπακαλούνται πρώτοι, κάποιες φορές, η Δίας και κάποιες άλλες Ο. Το χαμόγελο του Πόθου αυγουστιάτικο φεγγάρι. (Πωθώ)


    -Βασικά, τα άτομα είναι πολύπλοκες ενώσεις μικρότερων ανάλογων μικρογραφιών του θεού. Τα οποία με τη σειρά τους φτιάχνουν τα μόρια, μέχρι που καταλήγουμε στους ανθρώπους ή στους γηξ, Δίας και Ήρα φύλο δεν έχουν, μόνο φορτίο αντίθετης φοράς , σε μεγαλύτερο επίπεδο, στους πλανήτες, τα ηλιακά συστήματα με τον Ήλιο(πυρήνας με Ήρες και Στήρες) και τις Μάζες(Δίες) εκείνα τα σώματα που φεύγουν από το ηλιακό σύστημα και στους πλανήτες μένουν(Σίες). (Πωθώ)


    -Ποιος ο λόγος σχηματισμού μεγαλύτερων μαζών από το άτομο; (Άρτ)


    -Δε θα σου ήταν χρήσιμη η απάντηση .(ωΘώ)


    -Και στον πλανήτη Δία τι συμβαίνει; (Αρτ)


    -Στη φλούδα του που είναι παχιά, τα σύννεφα των ελεύθερων ηλεκτρονίων, ένα τεράστιο πλήθος από Δίες. Στο κέντρο του ένας πανίσχυρος πυρήνας από μία πολύ πυκνή σύζευξη Ηρώων. Η ισορροπία είναι εύθραστη μεταξύ τους. Για αυτό το λόγο έχουμε αθρώα προσέλευση Διών από άλλα συστήματα για να συντελεστεί η διάσπαση. Εκεί θα είναι η ευκαιρία σου, για να σκοτώσεις τον Δία. (ΩθΩ)


    -Ναι αλλά ο Δίας και η Ήρα είναι παντού και τα πάντα. Τι νόημα θα είχε; (Αρτ)


    -Σκότωσε τους Δίες του Δία και το στόχο τον δεύτερο θα έχεις πετύχει. Και όταν το καταφέρεις εκεί θα βρεις και τον τρίτο και τελικό σου στόχο.(ΠωΘ)


    -Την Ήρα φαντάζομαι. (Αρτ)


    -Όχι, του συλλογισμού μου Κορυφαία. Θα βρεις εμένα, τον πιο μεγάλο σου Πόθο. (Πόθος)


    -Είναι αλήθεια αυτά που μου είπες Πόθε; (Άρτεμις)


    -Τόσο όσο χρειάζεται για να επιτευχθεί ο στόχος. Εκτός αν δειλιάσεις. (Πόθος)


    Η Άρτεμις φούσκα από ενέργεια που πυρακτώνεται.


    -Δεν δείλιασα ποτέ μου. Και βουτά από τα δακτυλίδια του Κρόνου, προς τις νεφώδεις θάλασσες του Δία.


    (-Και μετά γιαγιά, τι έγινε μετά; Γιατί χάθηκε το ανθρώπινο είδος; Μικρό παιδί.


    -Έχει και μετά, αλλά κουρασμένη τώρα είμαι, άλλη φορά η συνέχεια. ΓιαΓειά)


    H eat the Planet zE Us!!


    Message in the feeling Bottle 9th


    “Το Κάστρο”


    Ημέρα 62


    “Ο Θάνατος των Θεών”


    -Ποιο είναι το νόημα ύπαρξης της ζωής; Ο Πόθος που έχει τη μορφή της Βραχίδας, ένα φυτό που πτερύγια κατέχει, μα και φτερά, σε μία μωβ θάλασσα σε ένα πλανήτη μακρινό, το η ρωτά.


    Το η πλάσμα από διάσταση του πιο πάνω ρόφου είναι και το στόμα των κατοίκων του κάτω χρησιμοποιεί για να του απαντήσει.


    Το η παίζει. Στον κόσμο του μόνο είναι. Μέσω της πύλης που άνοιξε, νιώθει όπως τα πλάσματα του τρισδι(όπως υποκειμενικά τα πλάσματα του αποκαλούν) άστατου σύμπαντος. Μία σφαίρα, σκλάβος αυτού του π, τεράστιο μάτι θυμίζει, δίχως χέρια, δίχως άκρα, το ρεύμα χρησιμοποιεί για να στο μετά φερθεί, στη Βραχίδα στέκεται και απαντά.


    -Τι ορίζεις ως ζωή; Γιατί πιστεύεις πως τα Πάντα δεν είναι ζωντανά; (η)


    -Ζωντανά είναι αυτά που νιώθουν, ο Πόθος από το νερό του μωβ βγαίνει και στη θάλασσα του σκοτεινού αέρα κολυμπά. Κρύο κάνει, στη ζεστή θαλπωρή της υγρής θάλασσας ξανά.


    Το η σκουλίκια του μικρού στον αφρό της, άλογα των ορίων ανάμεσα σε δύο της ύλης τις μορφές. Κομμάτι του αφρού στον χρόνο για λίγο στον αργό ρυθμό…


    -Ααα δηλαδή ζωντανό ορίζεις ότι νιώθει. Άρα αναρωτήσου ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης συναισθημάτων; Σκέψου τον λόγο της ύπαρξης του Πόθου και ως θεού και ως σκυλί. Το η τον χρόνο στο βιαστικό του βάζει και σε μία ακτίνα του φωτός, τώρα ταξιδεύει. Μικρό παιδί που στο σύμπαν ζει και βασιλεύει…


    Αρκετά μετά στο χρόνο των τριών. Ο Πόθος βλέπει την άΡτεμις να απομακρύνεται βιαστικά από αυτόν προς τα νέφη του Δία. Τα λόγια του φυσαλίδες του θείου στο κενό του παγωμένο θρυμματίζονται σε σκέψεις. Σχεδόν τις ακούει…


    -Τι θα μπορούσε να ωθήσει ένα πλάσμα ζωντανό στο δρόμο να τρέξει; Τι ένα θεό, να θε να κυνηγήσει; Να το φτάσει ή να το αφήσει, έναν πόθο που ποτέ δε μπορεί στο κατάρ να κτήσει; Ή μήπως όχι;


    Μια φορά και ένα καιρό…


    -Ήρα σε παρακαλώ, τη ζωή μου μη στο άδικα πληρώσεις. Η Λητώ στην άκρη στέκεται της στεριάς και του αέρα, με πλάτη προς το γκρεμό.


    -Μικρή μου του πειρασμού, το άσμα του κλέφτη, δε θα το κάνω εγώ. Στα πόδια της Θεάς, σκύλος και τέρας σε μέγεθος του άλογου του Πα. Ο Δίας.


    -Δία ήρθε η στιγμή. Ο σκύλος τη κίνηση του κάνει και στη Λητώ μία ωδή στη θη και ση.


    Στους άγριους και πυκνούς λογισμούς των Βάτων, κρυμμένη η έφηβη Άρτεμις. Φωνή από τα στήθια δε ξεφεύγει και αίμα στα πόδια της κυλά. Δικό της όχι.


    Κανείς δε την βλέπει. Ή σχεδόν κανείς.


    Και τώρα στου καιρού πολύ το αργότερα, η Άρτ ακτίνα του θανάτου με οργή προς τα πολύχρωμα τα νέφη του Δία πλησιάζει.


    -Πώς να πολεμήσω τα δύο μισά του θεού, την Ήρα και τον Δία ή το αντίστροφο στη στροφή που βλέπει; Η οργή άλογο ατίθασο, αλλά η Άρτ τυχαία υπό και ψήφος του Κορυφαίου Αρ χαία όχι. Το άλογο με πυγμή τιθασεύει και η ταχύτητα φρενάρει.


    -Πώς να πολεμήσω τις δύο τάσεις; Το »+» και το «-«, το άσπρο και το λευκό, το πάνω και το κάτω, στο μέσα μου μυριάδες από Δ και Η και στο έξω μου ακόμα τόσοι.


    Το άλογο, τώρα τριποδίζει. Τα σύννεφα του Δία σιμά κοντά. Στα δύο πόδια σηκώνεται με την Άρτ στη ράχη.


    -Πώς εγώ ένα γράμμα της άλφα και βήτα, μία λέξη από αυτά, να τα βάλλω με το Α και το Ω; Η Άρτ τον χτύπο της μετρά. 180 στο λεπτό το ένα…


    -Π ως; 30 στο λεπτό το ένα..


    -Π ς; 10 στο ένα λεπτό.


    -1+1=Ψ κανένας στο λεπτό


    Η Άρτ στο χαμό του γγελοίου την απάντηση τη βρίσκει και της επίθεσης αρχή…


    -Hit the Road Jack.


    (-Γιαγιά; Μικρό παιδί.


    -Ναι λουλούδι μου;


    -Στο meta η συνέχεια ποια θα είναι;


    -Το χάος μικρό μου, αλλά πρώτα θα βγεις έξω ο ήλιος να σε δει…)


    Πρελούδιο


    Mess age in the Stars Bottle 9th


    «Ο Θάνατος των θεών»


    Στο πριν…56η μέρα


    -Και πως το κάνεις αυτό Απόλλωνα;


    -Ποιο Άρτ;


    -Να βλέπεις το μέλλον; Σα να είναι ήδη γραμμένο.


    -Από τη πρώτη στιγμή της δημιουργίας του σύμπαντος, οι συνθήκες όλες μαζί, οι μεταβλητές προκαθορίζουν την διαδρομή των πάντων, από την αρχή μέχρι το τέλος.(Απ)


    -η ελεύθερη βούληση των ζωντανών; Των ημί και ολάκερων θεών; Δεν αλλάζουν τη διαδρομή;(αρτ)


    -Από τη πρώτη στιγμή της δημιουργίας του σύμπαντος, οι συνθήκες όλες μαζί, οι μεταβλητές προκαθορίζουν την διαδρομή των πάντων, από την αρχή μέχρι το τέλος.(ΑPόλων)


    Η μέρα 62,3


    -Και η ψευδαίσθηση της ελεύθερης βούλησης προκύπτει από την αβεβαιότητα της άγνοιας για τη συνέχεια, του μοναδικού δρόμου που έχει ήδη καθοριστεί, από τον δημιουργό.(ΆΡΤεμεις)


    -Ελεύθερη δεν είμαι, οπότε καμιά αβεβαιότητα. Ακολουθώ το δρόμο που έχει ήδη χαρ αχ θεί (Άρτεμις)


    Η Άρτεμις στο εί ν αι ίσες οι αποστάσεις. Ακροβάτης στη λεπτή γραμμή που χωρίζει τα δύο ρεύματα. Την Ήρα από το Δία. Τα μάτια κλείνει…


    Λου


    Στο πριν


    57η μ έρα


    Η Άρτεμις πληγωμένο τέρας και θηρίο. Το τόξο δίχως σκέψη το σηκώνει, τη χορδή στο τέρμα και το βέλος φήνει.


    Το βέλος σκίζει το αγέρι, σε χιλιάδες πληγωμένα του Moria τα ορφανά.


    Ο Απόλλωνας το βλέπει, στο πλάι δεν κάνει τα χέρια του σηκώνει και το πιο γλυκό του χαμόγελο της χαρίζει.


    Η Άρτ συνειδητοποιεί τι έκανε. Δεύτερο βέλος βάζει και στο βιαστικά στέλνει στο κατόπιν του πρώτου. Αυτό στο αέρα σφυρίζει, τον ήχο σπάει αλλά δεν προλαβαίνει.


    Το πρώτο στη καρδιά του Απόλλωνα φτάνει και στο βαθιά βυθίζεται. Διαμπερές ο διάδρομος που αφήνει, η αιχμή του διαμαντιού στο πίσω της. Ο Απόλλωνας με χαμόγελο ήλιος που γκρεμίζεται…


    58η μέρα


    Το βέλος στη καρδιά του Απόλλωνα στο βαθιά καρφώνεται.


    Η Άρτεμις το τόξο από τα χέρια της αφήνει.


    Τα πνευμόνια της αστέρια που φουσκώνουν.


    Οι Λώροι, πλοκάμια της Ανέμης, της Άρτεμις τα χέρια λέξεις που χλομιάζουν…


    Στα χέρια της Άρτ, ο μικρός αδερφός της ο Απόλλωνας.


    Στο πρόσωπο του χαμόγελα που τα πάντα κρύβουν.


    -Αδερφούλα τα κατάφερες. Είσαι η πρώτη, ‘σαι η Κορυφαία. Τα Μαλλιά μου πάρε.


    -Βλάκα, μπουμπούνα και βλαμμένε. Στις χρυσές κλωστές, τρίχες και μαλλιά, το μαχαίρι αφαιρεί του δρόμου την αρχή. Τα χρυσά μαλλιά του, γύρω από το λαιμό της τώρα στέκουν.


    Η μέρα 62,7


    Στα βέλη τις αιχμές από διαμάντι αφαιρεί και πλαστικές αυτές που βάζει.


    Τα Χρυσά μαλλιά του Απόλλωνα από το λαιμό της παίρνει και στις αιχμές στο μπρος τρίβει.


    Τα δάκρυα της πουλιά που φεύγουν, στις αιχμές του πλαστικού Δίες. Των ηλεκτρονίων που φωτό και στο άπειρο να θεοβολούν.


    Τα ρούχα αφαιρεί και το κορμί της του νεφιού η σάρκα. Γυμνό, λευκό, παρθένο. Με τις ίνες τις Χρυσές του Απόλλωνα μαλλιά, το κορμί της ντύνει. Το Χρυσό στα θετικά ιόντα, το φορτίο που τώρα λάμπει.


    Τα αυτιά της κλείνει, στο μέσα της η μουσική του Απόλλωνα, την ρεμία φέρνει…


    Χάος.


    (-Και που του Ξένου μισά κομμάτια μπορούν να συναντηθούν;


    -Απλό είναι. Στο Ο.


    -Κύκλος ή Μηδέν;


    -Έρχεται...)



     
  3. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    The End of Human Civilization (℧)


    Message in the bottle 9th/“Το Κάστρο”/H μέρα 63/«Ο θάνατος των θεών»


    «Το τέλος της Αρτέμιδος»


    Γύρω από τον πλανήτη του Δία, στο μέτωπο του Τέλους σύννεφα τεράστια. Φύλακες του μετώπου 83 δορυφόροι οπλισμένοι, περιμένοντας την Άρτεμις.


    Εμπρός της η Ιώ, πίσω από την Ιώ, ο Δίας.


    Η Άρτεμις περιμένοντας τον ήλιο. Η σιωπή από πίσω της, αστερόεσσα του μαύρου η κουρτίνα.


    Μέσα από το σκοτάδι μία ακτίνα. Δειλά στην αρχή, μετά φωτεινό πλοκάμι του ηλίου. Η Άρτ με το ξό της στην υπερχορδή, την ακτίνα παγιδεύει. Την υπέρ αφήνει και η ακτίνα με ταχύτητα που ξεπερνά αυτή του φωτός, προς το κέντρο της Ιούς, Την υπέρ-μεμβράνη σκίζει και το στο συνεχές του χρόνου τις Άπειρες εκφράσεις της Ιούς συναντάει.


    Η ακτίνα αλυσίδα γεγονότων τις άπειρες Ιούς, στο σώμα της, στο τώρα.


    Η Ιώ, στο πριν, στο παρόν και στο μετά, καταρρέει.


    Φερμιόνια, τα σωματίδια των τεσσάρων διαστάσεων, σώματα του Δία, στο τεσσάρων του Διά των στάσεων, συνεχές. Η βαρύτητα του πλανήτη, τα ελκύει. Οι σφαίρες της Ιούς, διαιρούνται σε μάζες, που διαιρούνται σε μικρότερες και αυτό συνεχίζει στο άπειρο. Τώρα με ταχύτητα προς τον Δία κινούνται.


    Η άμυνα του πλανήτη, τα ελεύθερα του ηλεκτρόνια. Οι Δίες. Η Άρτεμις το ξο της οπλίζει και τα βέλη του πλαστικού αιχμές.


    Το πρώτο φεύγει και ακολουθεί το δεύτερο και μετά το τρίτο και ροή αδιάκοπη. Πριν τα του μεγέθους σχεδόν μηδέν σώματα της Ιούς, φτάσουν, τα βέλη της πρώτα. Από πίσω τους η Άρτ και από πίσω της φερμιόνια.


    Του πλαστικού οι καβαλάρισσες του Α, οι αιχμές, φορτίο αρνητικό έχουν και τους Δίες απωθούν. Κενό ανοίγουν στην άμυνα. Από μέσα τους διέρχεται η Άρτ.


    Το σώμα της Άρτ ντυμένο με τις Χρυσές κλωστές, θετικά φορτισμένα μαλλιά του Απόλλωνα, ελκύει τους Δίες. Του αρνητικού τα σύννεφα, τεράστιο το πλήθους των Διών που την παίρνουν στο κατόπι. Η ανιόν ατμόσφαιρα του Δία, καταρρέει προς τα μέσα.


    Από πίσω τους, τα φερμιόνια της Ιούς.


    Ο πλανήτης Δίας, σχεδόν αέρινος. Γίγαντας με τρυφερό δέρμα, αλλά σκληρή καρδιά. Ο πυρήνας του, στερεή μάζα του πολλαπλάσια της γης, υποπολλαπλάσιος ο όγκος της, σε σύγκριση με αυτόν της Σελήνης. Μέσα του πυκνού της Ήρας «η» εκφράσεις. Σε μία κατάσταση ορίων, λίγο πριν την δημιουργία μίας μελανής οπής.


    Τα βέλη της Άρτεμις στο δρόμο τους συναντούν τον πυρήνα και τούνελ, δρόμος του σκουληκιού ανοίγουν. Από την άλλη πλευρά του Δία βγαίνουν. Από πίσω ακολουθεί η Άρτ.


    Στο κέντρο του πυρήνα, απελευθερώνει τις χρυσές κλωστές του Απόλλωνα και το σώμα της ουδέτερα αφόρτιστο, συνεχίζει την πορεία προς τα έξω.


    Στον πυρήνα φτάνουν τα ελεύθερα ηλεκτρόνια. Οι Δίες. Παγιδεύονται στην υπερβαρύτητα και μένουν ακίνητα. Πάνω τους συγκρούονται με ορμή μεγάλη τα φερμιόνια της Ιούς. Ο πλανήτης Δίας καταρρέει.


    Συρρικνώνεται, τείνει σε μία του μικρού τη μπάλα και λίγο πριν το απόλυτο μηδέν, παγώνει.


    Τώρα ο Μεγάλος Δίας, μία μικρή σφαίρα. Τα κατάφερε είναι η κορυφαία…


    Τα λόγια του Πόθου, στο μυαλό της εμφανίζονται.


    -Σκότωσε τους Δίες του Δία και το στόχο τον δεύτερο θα έχεις πετύχει. Και όταν το καταφέρεις εκεί θα βρεις και τον τρίτο και τελικό σου στόχο.


    -Την Ήρα;


    -Όχι του συλ λογισμού μου Κορυφαία. Θα βρεις τον πιο μεγάλο σου Πόθο. Θα βρεις εμένα.


    Ο πιο μεγάλος της στόχος. Δεν υπάρχει πια στόχος. Στην κορυφή έφτασε και κάτι άλλο δεν ζητά. Η ψυχή της αδειάζει, στο κενό χύνεται σιγά.


    Νιώθει την θλίψη να την γεμίζει στο κενό που αφήνει. Μπροστά της ένα μικρό φως. Η απορία την ξαφνιάζει. Πλησιάζει. Ένας μικρός ορφανός Σίας. Ένα πρώην δεσμευμένο ηλεκτρόνιο της Ήρας.


    Ο πιο μεγάλος της Πόθος. Το χέρι της απλώνει και τρυφερά τον πιάνει. Το φως, τρέμει, αλλά φήνεται. Δίχως να πιέσει, μέσα της τον βάζει. Το σώμα της τώρα έχει ένα του αρνητικού φορτίου.


    Η μικρή η σφαίρα, του πριν ω Μέγας Δίας, την παγιδεύει στην έλξη του. Δεν αντιστέκεται, αφήνεται. Στην αρχή το σώμα της κινείται αργά. Μετά ο χρόνος αφρισμένο ποτάμι. Στον χώρο των τριών, στου τέλους και την αρχή φτάνει και διασπάται σε σχεδόν άπειρα του πλήθους, σχεδόν μηδενικά σημεία. Τα σημεία ενώνονται με την μικρή σφαίρα.


    Η σφαίρα ισορροπούσε στην ακμή. Ελάχιστο το βάρος που προστέθηκε πάνω της. Όσο μία πεταλούδα. Αρκετό όμως, ώστε να γείρει ελάχιστα κι άλλο προς τα μέσα.


    Η μικρή σφαίρα καταρρέει. Η δημιουργία της πιο ισχυρής μαύρης τρύπας του σύμπαντος των τριών, είναι γεγονός.


    Αρχίζει να καταπίνει, την ύλη, τον χώρο και το χρόνο, από το περιβάλλον της.


    Η Γη δεν είναι από τους πρώτους πλανήτες, αλλά κι αυτή στη μαύρη τρύπα μπαίνει. Μετά ο Ήλιος της. Ακολουθούν του διπλανού τα αστέρια.


    Μετά ο Γαλαξίας. Στο τέλος το σύμπαν ολάκερο, σε ένα σημείο Ο.


    Και μετά το τέλος…


    (-Τι γιαγιά; Έτσι τελειώνει του παρά το μύθι; Μικρό παιδί.


    -Όχι λουλούδι μου, έτσι πεθαίνει η Άρτεμις και έτσι τελειώνει ο ανθρώπινος πολιτισμός. Γ ια Γ ήα)

     
  4. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Αthena the goddess not the country


    Message in the bottle 9th/“Το Κάστρο”/Μέρα 64η


    «Ο θάνατος των θεών»


    Η Γη στη μαύρη τρύπα μπαίνει. Μετά ο Ήλιος της. Ακολουθούν τα υπόλοιπα αστέρια.


    Μετά ο Γαλαξίας. Στο τέλος το σύμπαν ολάκερο, σε ένα σημείο Ο.


    Και μετά το τέλος…


    Η οθόνη μαυρίζει. Το μαύρο βαθύ, φως δεν έχει, αλλά τη μάζα όλη, σε ένα σημείο αρμονικά κυκλώνει.


    Το η κοιτάει την οθόνη. Άλλη μία δοκιμή που του ικανού την ποίηση δε φέρει. Δεκάκις εκατομμύρια οι δοκιμές που έχουν αποτύχει.


    -Κουράστηκα. (η)


    -Σταμάτα. (ξ) Η φωνή απ’ έξω δεν έρχεται, αν και στο κόσμο του «η» η πηγή της δεν ανήκει.


    -Πότε θα επιτευχθεί η σύζευξη; (η)


    -Όταν σταματήσεις; (ξ) Η πηγή της σε έναν όροφο πιο πάνω, την δική της οθόνη μαύρη βλέπει. Και το δικό της γράμμα του μικρού. Ανίκανη η ποίηση να θρέψει την πείνα του. Σε αυτήν την προς ομοίωση το η δε τα κατάφερε. Και αυτός την ποίηση που ήθελε δεν απέκτησε.


    -Πάρε ανάσα και συνέχισε. Όταν τα κατά φέρεις, φέρει, φέρουμε, τα γράμματα μας κεφαλαια θα είναι. (ξ)


    Το η την οθόνη του κοιτάει. Μαύρη. Γράφει, στους Δίες την μάζα αλλάζει. Το φορτίο στις Ήρες και στους Δίες, ίδιο. Κάνει μερικές αλλαγές ακόμη και το «π» αλλάζει. Μέσα του θα βρει ο Πόθος τα σημάδια που θα τον κάνουν να πιστέψει.


    Επανεκκίνηση και το σύστημα στο ξανά του τρέχει. Το μαύρο σημείο φουσκώνει και φως αποκτά εκτυφλωτικό. Τον χώρο κατακτά και στο χρόνο καταγράφει.


    Μύρια της γης τα χρόνια στο μετά, ο Πόθος έχει γνωρίσει για μια φορά ακόμα το η. Στις μνήμες του, το χρονικό από κάθε προς ομοίωση.


    Η Αρτέμιδα έχει ξανά πεθάνει, αλλά δίχως το τέλος του κόσμου την τελεία του να βάζει.


    Τα πόδια του βαριά, στο βουνό απάνω ανεβαίνει. Σε δάσος που πλάσμα ανήμερο πόδι δε βάζει, μία καλύβα.


    Το χέρι του μελαμψό. Ζωγραφιά του ήλιου, την πόρτα χτυπά. Στο δεύτερο μόνη της ανοίγει. Μέσα της μία του ηλικιωμένου κόρη, μάνα και γιαγιά. Τα μάτια της γαλάζια και το χαμόγελο του ζεστού η αγκαλιά.


    -Γεια σου Αθηνά.


    -Γεια σου όμορφε.


    Ο χρόνος ρέει αργά, σαν το μέλι που στο βραστό του βάζει.


    -Με κανένα ή χωρίς;


    -Με κανέλα, ευχαριστώ γλυκιά μου.


    Ο Πόθος σε καναπέ του δερμάτινου σκυλιού, το πονεμένο του κορμί ξαπλώνει. Η Αθηνά με τρυφερότητα ο ήχος που μελωδούν τα βήματα της, που η κούπα πλάθει την στιγμή που δίπλα του αφήνει, καθώς βυθίζεται στην κουνιστή της πολυθρόνα.


    -Για θεραπεία ή για θάνατο τα βήματα σου, εδώ;


    -Ίσως για τα δύο, ίσως για το ένα, ίσος για κανένα.


    -Τι θέλεις να θεραπεύσεις;


    -Την ψυχή μου, αρρώστησε βαριά στο κυνήγι του δικού μου πόθου.


    -Που είναι;


    -Η Α φρουδίτη. Θέλω να κλείσω τον κύκλο μου, από εκεί που ξεκίνησε.


    Η Αθηνά στο χρόνο πλέκει, του πνεύματος μαντζούνια και της καρδιάς κύματα του απλού. Ο Πόθος, ηρεμεί, δυναμώνει, οι μέρες κυλούν.


    Την βοηθάει, ξύλα να κόψει, τροφή να φέρει, την καλύβα στο επί να διορθώσει. Το απόγευμα στο ξανά πε τη ψυχή του απλώνει και αυτή με της μάνας τη θέρμη, τρυφερά ράβει και στεγνώνει.


    Το βράδυ της μιλάει για το η. Η Αθηνά ρωτά, πόθος της η γνώση, τροφή της η σοφία.


    Στην τελική ερώτηση, ο Πόθος ζητά αντάλλαγμα.


    -Είσαι σίγουρη ότι θα ντέξεις την απάντηση;


    -Αν με αυτό τον τρόπο ο θάνη θα με πάρει, με χαμόγελο θα της δώσω το πονεμένο μου το χέρι.


    -Θα σου πω, αλλά πρώτα θα μου πεις που θα βρω την Αφροδίτη.


    -Αιχμάλωτη θα την βρεις. Την έχουν ο Άρης και ο Ερμής.


    -Θα μου πεις τώρα ποια είναι η σωστή απάντηση, σε κάθε ερώτηση; Αυτή που με τη σοφία του απείρου, για πάντα την δική μου ψυχή θα πληρώσει.


    -Όλες. Κάθε απάντηση που μπορείς να δώσεις, σωστή είναι. Και ο Πόθος σηκώνεται, την πόρτα ανοίγει, το χώρισμα διαπερνά και την πύλη κλείνει.


    -Η Αθηνά τον κοιτάει, στην αρχή σα μικρό παιδί. Λίγες ώρες του μετά, έφηβη, αργότερα γυναίκα, στην τέλος του 24ώρου, ελλειπτική της γης τροχιά, το κεφάλι της γέρνει στο μαξιλάρι και…


    …κοιμάται.


    (-Γιαγιά, η συνέχεια; Μικρό παιδί.


    -Γιαγιά! ΓΙαΓΙά!! Ξύπνα, γιατί δεν μιλάς. ΓΙΑΓΙΑ σε παρακαλώ τα μάτια σου άνοιξε. Το μικρό παιδί κλαίει, τα δάκρυα του νερό που τρέχει στο διψασμένο ρέμα του δέρματος της γιαγιάς. Τα μάτια της ανοίγει…


    -Ησύχασε μικρό μου, ο ύπνος με πήρε ο βαθύς)

     
  5. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Nemesis.


    Mess age in the Blind Justice Bottle 9th/“Το Κάστρο”/Η Μέρα 69


    «Ο Θάνατος των Θεών»


    Ο μήρος του σκοταδιού τον Αίσωπα φορά και τον μύθο του παρά του λέει.


    -Μία ιστορία θα σας πω, του commun και της βίας, των united οστών.


    Η γέννηση της Νέμεσης


    Η Νυξ μέσα στις λακκούβες της άφωτης νυκτός, κολυμπά με τους πόνους να την σφάζουν. Κόκκινοι οι νάνοι που ουρλιάζουν χύνοντας το ουράνιο τους φως στον κόλπο της Ανδαλουσίας. Η κοιλιά γεμάτη και το μωρό στην ώρα του να βγει. Άνδρας και πατέρας τούτου του παιδιού ο Κύριος Κανένας.


    Η λα Κούβα στο βαθύ, πλάτος της x, ωρές της 8. Στο κέντρο της η Νύξ, στο γύρω της οι αλλήθωροι οι Βράχοι. Τέρατα που διψούν για το γάλα της, πεινούν για φρέσκο κρέας, ποθούν το βρέφος που στην κοιλιά της φέρει. Το βρέφος τα πόδια του τινάζει και η σκηνή, κοιλιά της Νύξ τεντώνει. Ρωγμές στο σκιώδες δέρμα αφήνουν από μές α να φανεί, φω, φως, πνεύμα και νεύμα της πληγωμένης τούνδρας.


    Τα κόκκαλα της Νυξ που την σκηνή κρατούν αλώβητη και το μωρό φυλακισμένο, σε χιαστί φλέγονται στα αριστερά και δεξιά. Πάνω τους γυμνές, υγρές, φρεσκοπλυμένες οι Παρθένες.


    Η Νυξ στο άλλο δεν αντέχει. Τα πόδια στα νοιχτά και με ουρλιαχτό ώθηση μεγάλη. Οι Βράχοι τα νύχια πλώνουν, τα νύχια τους στιλέτα. Στο βρώμικο νερό της Λα Κούβας, τη σάρκα τους δεν την λερώνουν. Ένας που το τόλμησε σε κουτί από τσιμέντο στη Ντάλα Texas μεσημέρι, ράψαν το νομα του.


    Δεύτερη φωνή, σειρήνα η τρομακτική. Από το άνοιγμα της Νύχτας, κορίτσι ξεπροβάλει. Το βλέμμα της πονάει, αλλ ά δικο δεν είναι. Με τα μικρά της χέρια κάνει τη πύλη που την στέλνει να θυμάται το γιατί. Οι άρκες της Νυξ, κρεμασμένες στη φωτιά, τη πρώτη τροφή να δώσουν. Το κορίτσι Τα πόδια της βυθίζει στα βρώμικα νερά. Γυμνή. Άοπλη καθόλου. Σπαθί στο στόμα, μαστίγιο στο χέρι, στιλέτα στα πόδια και ζυγός Διό Δία.


    Δεν κλαίει, δεν λυπάται, τους Βράχους βλέπει και στο χαμό τους ουρά και γέλιο. Επιτίθεται.


    Ο πρώτος Βράχος, καστανός και γέρος, από του ήλιου και του χρόνου, το κάψιμο μακρύ. Όρθιος σηκώνεται και τα χέρια του στο στήθος του χτυπά. Πυγμή μεγάλη, μύτη του γαμψού, νύχια για δρεπάνια. Και ένα σπαθί στο κέντρο του, βαριά καρδιά να βγάνει. Το σπαθί της Νέμεσης. Νεκτός.


    Ο δεύτερος, Βράχο γυναίκα με απουσία του συν και αισθήματος. Στα σώμα της μπαζούκας, τη Νέμεση να θεν στον κόσμο του από και κάτω να επί και στρέψουν. Η Νέμεση χαμογελά, με τα στιλέτα από τα βόδια το Β και νόημα ύπαρξης από τον Βράχο αφαιρεί.


    Ο τρίτος, ραχ, άντρας του complex και του ύψους το τετράγωνο μουστάκι. Στα μάτια του της φωτιάς τα όπλα. Με τον λόγο του τη φωτιά ανάβει και τη στρέφει προς τη Νέμεση. Η Ναι και μέση τη φωτιά δεν την φοβάται. Να την λούσει αφήνει και από τα μικρόβια της Νυκτός, να την καυτή και ριάσει. Τα του μικρού τα βία, εκλιπαρούν για έλεος. Η Νέμεση με των ποδιών της τα μακριά τα δάχτυλα, στα αναμμένα κάρβουνα βαθιά τα κρύβει. Οι φλόγες σβά και σβήνουν και η Νέμεσης παντού. Των Μέτρων τις Μπόμπες της αφήνει και ο ραχ κάνει αχ και πέφτει.


    Ο τέταρτος ο αχ, το Μάο το κελί σαν βλέπει, σηκώνει τις κάλτσες του και την κοπανά στα πόδια. Η Νέμεση, ματώνει. Σοβαρό δεν είναι, αριστερά το φτύνει και το αχ το σβήνει για πάντα από το χα ρτη.


    Η Πέμπτη του βράχου η Νησίδα, η του αγνώστου χ. Σημαία του Λευκού σηκώνει και ζητάει από τη Νέμεση, του ορθού και γραφικού το Έλαιος.


    Την ζωή του χ χαρίζει και χαλινάρι του περνά. Χήνα το άλογο του χ που η Νέμεσης τώρα καβαλάει.


    Η σύλληψη της Ωραίας Ελένης.


    Χρόνια του meta. Και η Νέμεσις έχει μεγαλώσει. Κοτζάμ γυναίκα, την φοβούνται όλοι οι μη και ναι θεοί και δεν την αψηφά κανείς. Περί και ζήτη η νύμφη του Νεμσίς και ποιος θα την πάρ; Κανένας. Μόνο ένας, ο μέγας και τρανός του κεραυνού και των θεών, θεός. Ο Δίας.


    Αλλά και αυτός σαν χές της πραγματικότητας την μορφή δε βάζει. Με του Κύκνου τα μεγάλα του φτερά εμπρός της φτάνει, στης Καρδίας τα δύο στενά και σε γάμο την ζητά.


    Η Νέμεσης το ναι δεν λε και στη μέση της Χήνας της πηδά και την ακατέργαστη μαστίχα γώνει. Η Χήνα φεράρι του Καζάμ και με ταχύ βήμα του ένα λεπτό για τσιγάρα πάω στο περίπτερο, στην Νέα και Υόρκη. Ο Κύκνος του Διός από πίσω τρέχει.


    -Στάσου Νέμεσις μη φεύγεις καπνιστά τα μύγδαλα tου εγώ κρατώ.


    Το κυνήγι τέλος δεν έχει. Με του αέρος τα πλάνα και του βαπ το ρίο, σε ρεύμα του ηλεκτρικού μπαίνουν, στα υπόγεια του Παρισιού.


    (-Και μετά η συνέχεια, ποια θα και ναι, ρώτησε της ακατέριαστης μάστιγας η ενάτη ουρά;


    -Σώπασε βλογημένη και τον γραφέα του σένα και ρίου μη με τη βία τον καβάλο του σκίζεις. Στο δρόμο έρχεται η συν και έχει a. Ο ακέφαλος ρουμάνος )

     
  6. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Ne mesis and Ze Us


    Message in the Love Bottle 9th/“Το Κ άστρο»/Η μέρα του 70/«Ο Θάνατος των Θεών”


    Ο Σαίξπηρ το πηρ κρατά και για τον Αγά θα πη.


    Ήταν εκείνη η νυχτιά που ο Σηκουάννας άπλωνε και τα 777 του χίλιου μέτρα μέσα στο δάσος του Φωτός. Ο κόσμος περ και πατούσε χέρι μα το χαίρι. Τα φιλιά που έδιναν πεταλούδες της νυκτός σε πόλεμο, με τα κουν πια έλεος κανένα.


    Τα σκυλιά χόρευαν με τις γάτες ένα και δύο και τρία και τέσσερα ταγκό, αυτά του βουτύρου, σαν τα κρουασάν του Παρισιού. Τα ποντίκια χειροκροτούσαν εκστασιασμένα κάτω από το μικρό το άγαλμα της Ελευθερίας. Μία Χήνα με ταχύτητα περνά με κόκκινο φανάρι. Πάνω της η Νέμεσις, στρίβει στα δεξιά, ξανά δεξιά και μετά στακάτω. Από πίσω ο Κύκνος του Διός.


    Στα σκαλιά την βλέπει να χάνεται στο υπόγειο Μετρό του Παρισιού.


    Θυμώνει, στους κεραυνούς μιλεί και το ρεύμα κόβει. Στους χορούς που το μαύρο μόνο του χορεύει, αυτός βλέπει με μάτια της νυκτός.


    Χήνα δω, χήνα εκεί, χήνα και κει πέρα. Σβώλος του από και το στόμα νοιχτό, την απόφαση την παίρνει και η μάνα του φωνάζει.


    -Που πας γιε μου; Ρέα


    -Μάνα θα πάω στα Φανάρια. Δίας. Στο πιο μεγάλο του σβηστού φανάρι ανεβαίνει και του τράγου την Ωδή με την Κύκνου τη Μηλιά, του μεγάλου και αυτή, σκορπάει και μαγεύει.


    Οι Χήνες όλες τα’ νάσκελα με τα πόδια τους στους ώμους, να γεννούν αυγά. Σε επιθεώρηση ο Δίας τώρα τα βγα να ψηλαφίζει. Της Νεμέσεως η Χήνα του χρυσού την Ήρα πελεκούσε.


    -Όχι αυτό από στάρι, ούτε αυτό από κολοκύθα είναι, χμ αυτό βαρύ και στο σκοτάδι να γυαλίζει. Τα φώ ανάβει και στα χέρια ψεύτικο το χρυσό κουνάβι. Ομώς τη Νέμεσι βλέπει που τρέχει και καλπάζει καβάλα στην καλή της Χήνα. Από πίσω της ο Κύκνος. Στη Μάγχη τη προλαβαίνει και φιλί της δίνει. Φρενάρει η Χήνα και επιτέλους ο πάγος λειώνει. Στα νερά που την Αγγλία με τη Γαλλία χωρίζουν σαν τα γ και ta λ, ο έρωτας φουντώνει.


    Η φουρτούνα χορεύει Ιρλανδέζικο, όχι αυτό του Ίρα αλλά του Ιρλάν. Ο Κύκνος με την Χήνα στον πιο τρελό έρωτα που η πλάση γνώρισε ποτέ.


    Και το παιδί αυγό. Το πιο όμορφο λουλούδι που μύρισε η πλάση. Του φυσικού ο Δίας τους παράτησε και φύγε για άλλη τρύπα παραπέρα και η Χήνα έμεινε με το αυγό στο χέρι.


    -Μη κλαις και μη δακρύζεις Χήνα μου γλυκιά, στο αυγό σου κατοικεί η ωραία σου η Ελένη, του Αγά.


    Η Χήνα σκουπίζει τα δάκρυα της και στα χέρια της Νέμεσης καταμεσής του Τάμεσης, στον Μορφέα παραδίνονται.


    Το αυγό χρυσό, στη νύχτα να φέγγει σαν Φανός του Στάρ. Όμως εκεί κοντά κόκκαλα, ζάρια με τα κοινά, έπαιζε ο Ερμής. Όχι τους Πράξη τέλει και όχι λόγια, αλλά ο άλλος ο πομπός και μεταδότης των ψυχών.


    Χάνει στα πολλά και τα πόδια του βαριά. Του τσιμέντου τα παπούτσια, στον Τάμεση βουτά. Με βοήθεια φυσικά. Από τα παιδιά του Μεση μεριού.


    Αν όμως ο Ερμής κοινός θνητός ταν και όχι δίπορτος θεός, θα πνιγόταν και όχι ταν αλλά τας στο βυθό του Τάμεση θα έμενε. Έξω από το νερό pennyμόνια και από κάτω βράγχια. Εκεί στα κάτω βρίσκει τον Άρη σε πόλεμο μεγάλο να ζει και να βασιλεύει, μεταξύ των Ιχθυών. Τον λυτρώνει, το λευτερώνει από τα βάρη του τσιμέντου του Τιτάνα, τα μεγάλα. Ώθηση μεγάλη στα οπήσθια του δίνει και στην επιφάνεια ξανά. Ο Άρης στο υπό βρυχάται συνεχίζει, καβάλα σε μία φάλαινα.


    Ο Ερμής δίπλα στην Χήνα της Νεμέσεως ξεβράζεται και το αυγό του γυάλισε, το βούτηξε και το άλλαξε με του γλάρου Του Τζονάθαν, πέτα ψηλά και αγνάντευε.


    Τις επόμενες ημέρες, το αυγό ράγισε και από μέσα του…


    Όχι δεν ήταν αυτή η Ελένη, η ωραία, αλλά κόρη του μουστάκια με φτερά.


    Ο Γλάρος ο μουστάκιας του Αγά, την κόρη του πίσω ξανά στο πήρε και τον Έρμη έδωσε σε έναν εφιάλτη της Νεμέσεως.


    Η Νέμεσης τότε ίππε.


    -Strike one Ερμή και παλικάρι. Στα τρία καίγεσαι.


    (-Και μετά πες μου μετά τι θα γίνει στο μετά Εφιάλτη μου Γλυκέ. Όνειρο θερινής νυκτός.


    -Μετά η Ερμεία με τη ρουφούσα την Ελένη, πάνε στο Δάσος να βρούνε τον Μήτσο και εκεί τους την πέφτουν τα ξωτικά με τις μεγάλες π…σσους )

     
  7. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Η Στύγα στα μπουντρούμια της Νέμεσης. Yεμένη 3


    Πεχλιβάνης σημαίνει Λύκος, δυνατός, γενναίος. H Κόκκινη Γυμνή Σκουφιά…

    Mesa in ges the Define Justice Bottle 9th/“Το Κάστρο”/Η Μέρα 71/«Ο Θάνατος των Θεών»


    Previously from day 68


    Με τη Στύγα στα χέρια του ο Ερμής, το Ένα το λεπτό παγίδεψε και στον Άρη του πολέμου δώρισε στο ύστερα. Φίλος του καλός και του υπό στηρικτής Μεγάλος του τανε ο εΡμης. Στην Νέμεση, πούλησε τον μύθο του παρά, πως τάχα ο ΝαPkισσός λουλούδι διάλεξε να γίνει. Για και δες και για και σκλάβα.


    Στα πιο σκοτεινά του Άδη τα μπουντρούμια, η Στυξ γυμνή κρέμεται με αλυσίδες από το ταβάνι. Πάνω της χυμένη ζεστή και πηχτή μελάσα.


    Γύρω της, πεινασμένες για καιρό πολύ δίχως τροφή, αέριο και φως, Αρκούδες.


    Όλες δεμένες από το λαιμό, με χαλκά λουρί και αλυσίδες που στα χέρια της άγριας της Νέμεσης και οι οχτώ καυλωμένες σκύλες καταλήγουν.


    -Σε παρακαλώ Ακριβή μου Κυρά, δεν ξέρω τίποτε εγώ για αυτό. Δεν είδα, δεν άκουσα, δεν μίρησα καθόλου. Στυξ


    -Ο Νάρκισσος βρώμικη και του Πουτ η αnnα Στύγα και λέρα της Αιγύπτου, του Ποταμιού δεν είναι. Ψεύτικος, κίβδηλος και απατηλός Ερμής μυρίζει ο βολβός του και ας ξεδίπλωσα με τη φωτιά ένα κι ένα τα πέταλα του. Δεν σε πιστεύω και οι αρκούδες αν δεν φάνε καλά, δεν γαμήσουν και δεν το δέρμα σου ξεσκίσουν, δεν πρόκειται να χορέψουν. Και τις αλυσίδες αφήνει.


    Οι αρκούδες πάνω στο καλλίγραμμο κορμί της Στυγός σαν πέφτουν, ξεχνούν την ανθρωπιά τους. Γλύφουν, δαγκώνουν, ματώνουν, τα δάχτυλα τους χώνουν όπου η μελάσα κρύβεται. Ποτισμένη από τα πιο πυκνά υγρά της Στυγός, η μελάσα στο στόμα, στα δάχτυλα και στου χοντρού τα λεπτά και μακριά του σκληρού τα όργανα τους, παγιδεύεται.


    Η Στύγα φωνάζει, ικετεύει, τον παρά καλεί για λύτρωση, αλλά Έλεος, Κανένα ς.


    Για ώρες το τσιμπούσι, δίχως τέλος, δίχως ίαση καμιά, συνεχί ζει και βασιλεύει, με τα ουρλιαχτά της Στυξ να παίζουν την D ark τη μουσική. Στο τέλος σπάει, τα γόνατα λυγίζουν, καταρρέει. Τα χέρια με τα χαίρια της λύνουν και στα πόδια της άγριας της Νέμεσης σουρνά.


    Λεκέδες από λάσπη χρώματος καφέ και από κόλλυβα αρκ και Ί ού δας, στα μακριά της δάχτυλα, των πόδων της Νεμέσεως, ξερά. Η Στυξ, γλύφει και γλύφει, μέχρι που οι ξέρες ποτίζουν, μαλακώνουν και αφαιρούνται, χιλιοστό με χιλιοστό. Όταν τα πόδια του καθαρού παιδιά, το κεφάλι της σηκώνει και συγχώρεση ζητά.


    Και τα ξερνάει όλα.


    Για το ύπου και ο λου και χθόνιου αλόγου του Ερμή, του Δούρειο στολίδι. Για το λεπτό του Νάρκισσου που έκλεψε ο Ερμής και στον Άρη του πολέμου δώρισε, μια νύχτα που στα τέσσερα εμπρός του γυμνός, κοιτούσε την αθέατα πλευρά του Σεληνιού, φωνάζοντας «Λευτεριά ή Θάνατος!!!»


    Η Νέμεσης συγχώρεσε την Στυξ και στις αρκούδες την δώρισε, κούκλα για να παίζουν.


    Κλείνοντας την πόρτα του κελιού πίσω της, μουρμούρισε.


    -Ερμή και παλικάρι strike two, στα τρία την γάμησες.


    (-Και μετά τι άλλο θέλεις να σου πω; Του Μάρω η τσατσά. Στα γόνατα υγρή, χρυσή, καφέ και καπνιστή από τις Κάννες που μακριά οργιά και ζουν…


    -Πότε, πως και ποια η συνέχεια αυτού του μυθη στορή ματο; Ο Γιάννος του Μάρεως.


    Χάλκινα τα κέρματα που στη ποδιά του πετά. Η τσατσά με το στόμα της ένα κιλό ωμό κρέας αρπάζει και μιλά…)

     
  8. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    O Εκ και Βιασμός της Νέμεσις (art ч етыре)


    Messages it the Drugs Justice and Vinsanto Bottle 9th


    “Το Κάστρο”/Η Μέρα 72/«Ο Θάνατος των Θεών»


    H Πούσι Α, ήταν ο πρώτος κατοικήσιμος πλανήτης από τους δώδεκα του Λιου του Άρεως. Τα πλάσματα που τον όργωναν ήταν λουλούδια του αγρού, με κεφάλια του Λευκού και πόδια τρία. Πολεμοχαρή δεν ήταν, απλά πτωχοί.


    Τριακόσια τρισεκατομμύρια στον αριθμό και ο πλανήτης τους εκατό φορές μεγαλύτερος απ’ τη Γη. Ήταν γνωστά για το περίφημο ποτό τους. Καλλιεργούσαν τα περίφημα Αν. Τα Αν ανθρωπόμορφα δέντρα περίφημα για το κόκκινο κρυστάλλινο καρπό τους. Τον καρπό τον έλια ζαν στο χώμα, όταν το Γαλακτικό φεγγάρι ήταν ισχυρό.


    Έτσι αποκτούσΑν από το κόκκινο βαθύ που έτρεχε στις φλέβες τους, το διάσημο Ροζέ που σε ταξίδευε στο ποιο κρυφό Πυρήνα σου.


    Η Νέμεσης έφτασε εκεί, καβαλώντας τον Περσέα. Δίπλα η ερωμένη της, η Μέδουσα. Φίδια στο κεφάλι της Μέδουσας, που στο στόμα τους η γλώσσα τρυπημένη με του σκουλiκιού στιλέτο, παραμόνευε τη λεία. Νέα, ατίθαση, οπαδός του άγριου του Κόζα, ό,τι έπρεπε για να χορτάσει η ακόρεστη δίψα, της απ’ τη Λέσβο Νέμεσις.


    Είχε ακούσει, πως εκεί θα έβρισκε τον Ερμή το φτεροπόδαρο, σύντροφο καλό και αδερφό του Άρη. Γνωστός ο Άρης του πολέμου ο θεός και οι χάρες του πολλές. Εκτός από αυτή του Πολέμου και του αερίου που έβγαζε από τη φυσική την έξοδο, γνωστός και για τη Μεγάλη χάρη τ0υ pοπ, ο Άρης.


    Τινάζει το φόρεμα από του κόκκινου σιδήρου τις κλωστές, που φορά η Νέμεσης. Λάτρης της ίνας του Fe. Τα πόδια της καθαρίζει με την διχαλωτή του γλώσσα ο Περσεύς. Βαθύ φιλί και στα δύο στόματα της Μεδούσης, δίνει, την πιάνει από τον κόλό και προχωρούν στο βάθος.


    Το club St. Άρης από τα μεγαλύτερα του σύμπαντος ετούτου. Πρόσκληση χρειαζόταν για να μπεις. Από ένα κεφάλι ο καθείς.


    Δύο του παραλόγου θηλυκά στο διάδρομο της Πύλης στέκονται και συζητούν στα μιουλωχτά.


    -Πολλά τα ναρκωτικά. H Βροχή, των βετεράνων γάτα με κίτρινη ομπρέλα.


    -Και δεν φτάνουν για όλους, η ποιήτρια της Λέσβου. Πατριωτάκι της Νέμεσις. Την βλέπει που πλησιάζουν και για τον χαμό της γελά.


    -Welcome Back. Και το ματς στημένο όχι, αληθινό και μουτς.


    -Γεια και γεια και sorry δε λυπάμαι, τα κεφάλια σας χρειάζομαι ώστε μέσα να ‘μαι.


    Η Μέδουσα στα μάτια τους κοιτά, παγωτό οι θηλυ και φυλακές. Τα κεφάλαια τους παίρνει και στο χέρι με τρία δάχτυλα κρατά. Τη συγχώρεση σου Πάτερ, αμάρτησα.


    Τα σώματα στ ο ράφι δεν επήγαν, λιχουδιά για τα τέρατα, τους Vegan. Στριγκλιές, ηδονή, κατάποση.


    Στο μέσα μπαίνουν η Νέμεσης και η Med usa, χέλια με κορμιά σαν θρώπων που χορεύουν μέχρι εξαντλήσεως και τραγουδούν μαζί με τον Πάνα τον θεό του τράγου.


    Στην μέση της πίστας, μία του κατά και σκεύη, του ξένου του παρά. Ταύρος μηχανικός με ζονέτα του ψηλού κ αυλή μεγάλη. Θηριώδης. Στα 4 εμπρός του ο Ερμής με την πίσω πόρτα, ανοιχτή περάστε, ευρώ χωρά εδώ, εκεί και μέσα.


    Πάνω του χρυσό μέταλλο χύνεται καυτό. Αν ήταν θνητός θα πέθαινε, αλλά ο ρμής ήτανΕ θεός.


    Ο Ταύρος βρυχάται και στα δύο πόδια στέκεται, όρθιος, σκληρός, μέτρα δύο άντε κι άλλα δύο. Σάλια πέφτουν από το στόμα του, πηχτά, λευκά και του παχύ ρευστά. Μπαίνει με ορμή του P της φυσικής και με τις οπλές την πλάτη γδέρνει του Αγά, sorry λάθος και Culpa Mea, toy Ερμή.


    -Πονάς ώ ρε σκύλε και της σκύλας ιέ υιέ και παλουκάρι; Ταύρος του μηχανικού.


    -Πονούν ωώω re Bull οι του θεΟυ ορθοί, πονούν οι σκύλοι, πονούν οι κοιμισμένες την αυγή; Ερμής ο τρισεγέμιστος. Το κεφάλι του σηκώνει και τη φω και λη της Νεμέσεως αντά και μόνη.


    -Σ’ έπιασα Ερμή και μου χρωστάς πολύ. Δύο πόρτες έχει η ζωή και από την πίσω εγώ σε βρήκα. Ο Ερμής την κοιτά δυστυχεσμένος. Δεν είχε στο wc το πρωί πληρώσει και άδειος δεν ήτουνε καθόλου. Ο Bull ο Μαύρος από την αυλή του βγαίνει, γλυκό φιλί για καληνύχτα, στα μουσούδια και τη Νέμεση και Med usa στα priVate των Vip συν κι οδεύει.


    -Κάτσετε κορίτσια και δεν ξέρω τι να σε πω εσέ και μιλιά καθόλου, πριν δοκιμάσετε τούτο το υπέρ χωρό ποτό του Βασιλιά του Άρη.


    Η Νέμεσης αυστηρή, αλλά το ταξίδι που έκανε μεγάλο και διψούσε στα πολλά. Δεν γαμιέται ας το πιούμε και τούτο και ας είναι και πηκτό.


    -Αχχ θεέ και καναγιά μαζί σου, τι τούτο το καλό και όμορφφφαααα…


    Και στο ντέφι του πατώ πατάς πατώματος που εμείς θα δούμε, τάβλα η Νέμ και μέση.


    Στα νειρα της ο Εφιάλτης να της ζητά παιδιά. Φύγε από καμπούρη και μείνε μακριά. Εγώ δεν είμαι γυναίκα, είμαι icon ένα είδωλο και στοιχίζω ακριβά.


    Οι ώρες χύνουν τα λεπτά τους σε κρεβάτι από μετάξι και μία μία γυμνές του λαού χυμένες, αποχωρούν γύρω στην αυλή και στη μέση η Νέμ, με τα πόδια ανοιχτά, γυμνή και όρθια.


    Τα χέρια της δεμένα σε στύλο μεταλλικό από fe στους ώμους της απάνω. Στις άκρες του κουβάδες, αδειανοί. Πετονιά και αγκίστρια από τις ρώγες, από το ταβάνι δύο και από του ανάποδου του άλλα δυο.


    Στο ισότιμα να καλά κρατεί, αλλιώς τ’ αγκίστρια να σκίζουν, πονάν, στο πιο βαθιά να χώνονται στα πλούσια Ελαίη της Νεμέσως.


    Ο πόνος οξύς και η λογική, έφηβη που από το παράθυρο να θέλει να πηδηχτεί.


    Το ναρκωμένο της μυαλό ξυπνάει από τον πόνο και απέναντι της ο Ερμής και ο Άρης.


    Στα ριστερά και στα δεξιά των κουβάδων άκρα, σκάλες από κόκκαλα φτιαγμένη των Πυρήνων τα ιερά.


    Στα πόδια του Άρη του πολέμου και του Pop, οι Μούσες οι εννιά στα βήματα τα πρώτα.


    Το μεγάλο του Pop του Άρη να γλύφουν με ευλάβεια οι οχτώ και η Ενάτη, τη γροθιά χωμένη στα άδυτα του Αλεξίκακου και για όσους δεν γνωρίζουν την Βίκυ της παιδείας την τσατσά, του Θεού ερΜή.


    -Νέμεσις νομίζεις πως είσαι της Λέσβου η σπουδαία; άΡης


    -Του Ρα του μνου η σία γυναίκα και όχι από τη Λέσβο, αδερφή της Απάτης και της Λύσσας της κακιάς. Απ’ τα αριστερά θα γέρνεις σα μια άλλη Μόνα Λίζα, έτσι στις γυναίκες πρέπει και της δικαιοσύνης η λεία του ανόητου. Ερμ ης


    -Εγώ δεν λυγίζω, Γυναίκα είμαι και δεν γέρνω πουθενά, με γυναίκες θέλω να πηγαίνω, να γαμώ και να Τρουφώ visιa. Η Νέμεσις με το κεφάλαιο ψηλά.


    Ο Άρης στο γέλιο ρίχνει στα πόδια της ανάμεσα, σφαιρικό με φίδια.


    -Κοίτα μωρή και αγνάντευε τι έπαθε η αγάπητικιά σου. Η Νέμεση με κόμπο λυγίζει το κεφάλι και το κεφάλι της Med usa δίχως το κορμό απαντά. Μπλου και μπλου και μπιαχ. Και μετά νεκρώνει στο αμήν του πάντα.


    Το δάκρυ χύνεται και γδέρνει τον ακέραιο της Νέμ, δρόμο του Νοτιά.


    -Όχι και χ και χ, εγώ δεν πρόκειται να γύρω, σκ λάβα αρσενικού ποτέ.


    Ο Άρης, του Άρεως δεν έχει πτώση και την εντολή τη δίνει, σα Μάστερ του Βορρά.


    -Καλλιόπη, η σειρά σου. Κάνε τη δουλειά σου κόρη μου γλυκιά. Τα μαλλιά της κότσος και τα ποδαράκια της γυμνά. Στη σκάλα του δεξιού ανεβαίνει και τη φούστα της σηκώνει. Ούρα τα χρυσά, με στίχους από Καββαδία στο κουβά ρίχνει απλόχερα.


    -Εφτά σε παίρνει αριστερά μη το ζορίζεις.


    Μάνα που πας, γιε μου θα πάω στα Λιβάδια. Το ποίημα της ορθό και κατεβαίνει. Τα αγκίστρια τις ρώγες τις ματώνουν. Η Νεμ ζορίζεται, αλλά στα ίσα της ξανά.


    -Καλώς, φωνάζει ο του Παπ ο Άρης, Τερψιχόρη, Ευτέρπη και Κλειώ, σειρά σας.


    Τα κορίτσια με γελάκια και ζαρτιέρες, η μία στο σβέρκο της άλλης ανεβαίνουν και στην σκάλα του δεξιού ξανά. Μπαλα ντζάρουν, γέρνουν και βαστιούνται. Δίχως βρακιά κρατιούνται. Πρώτη η Τερψιχόρη, με περίοδο αυτή, τα ουρά της αμολά και κόκκινο βαθύ.


    -Εώς και πότε θα κοιμάσαι


    Νομίζεις πως σε περίοδο ειρηνική πως είσαι,


    Όταν ο πόλεμος κατέχει ολάκερη τη γη. Τα ούρα της κυλούν στο λαιμό της Ευτέρπης, τα δοκιμάζει μια ουλιά μονάχα, συνεχίζουν στα στήθια της ανάμεσα, τα λευκά μικρά και στο Δέλτα καταλήγουν, το άτριχο δικό της. Ποτάμι τα δικά της, κίτρινα βαριά. Δίαυλο κόκκινο και κίτρινο βαρύ.


    Τα νερά τους, στο στόμα της Κλειούς λίγα μένουν, συνεχίζουν και στο ομφαλό της παίζουν. Βογκάει η Κλειώ, διάφανα τα πλούσια δικά της. Τρικοσμικά παγκόσμια τα απόνερα των τριών Μουσών. Ο κουβάς του δεξιού βαραίνει, στο απότομο κραυγή της Νεμ, φωτίζει το λιβάδι.


    Τα γκίστρια σκίζουν και οργώνουν το στήθος για καλά. Βόδια του μετανάστη Lήνα, σέρνουν το χορό.


    Το αίμα της Νέμεσις ποτάμι, στον κόλπο της τελειώνει. Μέσα, γεμίζει, χάνεται.


    -Όχι λέει και το στήθος ψηλά, βαστά. Τίποτε δεν πρόκειται να με γείρει στο τιμόνι.


    -Αρκετά φωνάζει ο Άρης, κορίτσια του υπολοίπου λύστε την και στήστε την καλά.


    Η Νέμεσις σφαδάζει πέφτει, σαν σακί γεμάτο με πατάτες. Στο ένα χέρι η Ερατώ, στο άλλο η Μελπομένη, το ένα πόδι ανοιχτό βαστά η Θάλεια και το άλλο η Πολύμνια. Η Ουρανία το χέρι βγάζει από τον Ερμή και στο στόμα της Νεμέσεως το σφηνώνει στα γερά.


    Ο Ερμής ο πρώτος άνδρας που μέσα της τελειώνει, μετά οι δώδεκα του ΑπΟ οι ένστολοι, βρωμιά.


    Στο τέλος ο Ερμής, φώτο βγάζει αναμνηστικιά. Και στον κόρφο του τη χώνει, για να την Νέμε σις και σης, να κρατά γερά. Την πέταξαν στο πράσινο τ’ αμόνι, άδεια, κουτσά να γέρνει, να σπαράζει γοερά.


    -Ερμή str ike three. Θα μου το πληρώσεις.


    (-Σήκωσε το, το γαμημένο δεν μπορώ, δεν μπορώ να περιμένω… Άνδρας του ανδρός


    -Ποιο; Το πολεμικό αερ και πλάνο; Της βίας η άγγρα.


    -Σήκωσε το, άντε πια και δεν αντέχω. Man to Man


    -Ποιο; Το κύπελλο να πάρεις συ στημένο; Η mero men


    -Το story το γαμημένο, για να πάω επιτέλους να κοιμηθώ. The King Has Left the Building)



     
  9. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Ο τελευταίος χορός του Τυφλού Σκύλου στο Βόσπορο (001)


    Message in the Virus Battle 9th/“Το Κάστρο”/Day 73/«Ο Θάνατος των Θεών»


    Perv ious ly


    Day 66


    Για μήνες το κυνηγητό κρατούσε, αλλά η Ηχώ στο τρέξε τρέξε και αν φτάσεις πέσε, η καλύτερη από όλους. Σαν τον ήχο γοργή και πρώτη, αλλά ο Πόθος τους πείσματος ο Άρης. Οι κόκκοι του Καφέ, σαν τρελοί πιστοί και αυτοί στο ξωπίσω τους, με το Χ στο χέρι.


    Δεν θα την έφτανε ποτέ και τα λόγια που της έριξε δεκάδες, μέχρι που…


    -Ο Νάρκισσος ζει. Και τότε η Ηχώ σταμάτησε. Λάχανα και μένος, οι κόκκοι του Καφέ γύρω της, να τον κοιτούν στραβά με τα χέρια τους στη μέση. Η Ηχώ του Λάκωνα παιδί.


    -Ζει;


    Στο σήμερα.


    -Η Νέμεσις μου είπε, πως ο Ερμής την γέλασε και τον Νάρκισσο δεν πέρασε στην λίμνη των Χαμένων, από του Άδη τις θήρες. Της είπε ψώμα, πως σε λουλούδι κλείστηκε η ψυχή του. Δεν ξέρει τι απέγινε ο Ναρκ. Κισσός ωμός ποτέ. Ο Πόθος από πάνω του τινάζει τους ζωντανούς τους κόκκους, του πλανήτη του Καφέ. Αυτοί των δαγκώνουν με μανία. Οξύς της καρδιάς ο πόνος.




    -Μα πως γίνεται να ζει; Τον έψαξα σε χαρτορίχτρες, σε μάγισσες, στα αστέρια φώναζα που γυρνάγε ο Νάρκισσος στις νύχτες και μετά κατέληξα, στις Καφετζούδες. Ο πιο γνωστός από αυτούς, του Beef ο Μεγάλος καφετζής, μου είπε, η εικόνα θολή, ασήμωσε κι άλλο για να δω κι εγώ ασήμωσα και μου είπε, να πιω μια γουλιά ακόμη και ήπια και με ρώτησε με γάλα ή χωρίς, μεγάλα του απάντησα, με πονάει η κοιλίτσα μου ο σκέτος και μου πε, πως θολό ακόμα είναι το γυαλί και δεν βλέπει τον Κισσό στο πουθενά. Και μετά μ’ έστειλε στον Γαλαξία τούτο, στο πλανήτη του ΚaFe, που τα πλάσματα που τον κατοικούσαν ήταν κόκκοι του ζωντανού καφέ. Αλλά μήτε αυτοί γνώριζαν το που κρύβεται, ο καλός, ο γλυκός, ο στυφός και αγα ποιμένος μου Νάρκισσος. Και αυτοί με λάτρεψαν και μου πρόσφεραν το σώμα τους για τροφή και εγώ ξέχασα τον πόνο και το γιατί και μετά ήρθ… Ο Πόθος το στόμα της κλείνει, με μία χούφτα από καφέ. Οι Κόκκοι με λατρεία της προσφέρουν τη ψυχή τους. ΗΧώ επανήρθε στη ροή της.


    -Μου είπε ακόμη, πως το λεπτό της ψυχής του Νάρκισσου, δεν το βρήκε, άρα ο Ερμής θα το έχει. Ξέρεις που βρίσκονται ο Άρης και ο Ερμής;


    -Ναι, Πόθε μου γλυκέ και ψυχολατρεμένε, μη πεις τίποτε του Νάρκ αν τον δεις, για αυτό που συνέβη μεταξύ μας. Λάθος ήταν, όχι σωστό. Αν και μ’ άρεσε και θα το ξανάκανα πουλύ, αλλά εγώ τον Κισσό μου, δε θε, δε θες, δε θέλω, να πονέσω δε μπορώ. Ξέρω εγώ και θα σου πω που είναι.


    Ανάσα παίρνει, καταπίνει και…


    -Στο Γαλαξία του Βοσπόρου. Βοηθούν τα πλάσματα του πλανήτη της Χινός, να κατακτήσουν ολάκαιρο το Γαλαξία. Από ψηλά τους βλέπει, από το βράχο του Modis.


    Θα στα πω στο δρόμο, πάμε, πάμε, άντε γεια σας κόκκοι, φεύγουμε από εδώ. Και η Ηχώ από τον χέρι το Πόθο τον τραβά και φεύγουν για τα στέρια.


    Οι Κόκκοι στον πλανήτη του Καφέ, χάσαν την θεά τους, την Ηχώ. Από τον γκρεμό της Σόκα βούτηξαν στη θάλασσα της Κόλα και πνίγηκαν χιλιάδες.


    (-Γιαγιάκα; Μικρό αθώο παιδί.


    -Πες μου μικρό μου. Γιαγια


    -Που βρίσκεται ο Γαλαξίας του Βοσπόρου; Μικ αθω παι


    -Στα νότια του Πούσια, από το προηγούμενα επί σόδεια. Του 72 αν θυμάμαι καλά. Για


    -ΑΑΑ. Μαπ.


    Κάπου μακριά κει, σε άλλο κόσμο υπόγειο, υγρό. Ουρλιαχτά ακούγονται, από τον Κόκκινο χοντρό…


    Ένα πλάσμα μικρό, ύψους εκατό, με δέκα λαρύγγια εκπομπή, φωνή Μία αυτή που βγάζει.


    -Θα μου πεις την αλήθεια; Ένα πλάσμα 101, στο μάγμα φροντίζει τη σοδειά του. Και αν τα καταφέρει, ο λάκκος θα είναι πλούσιος και ο σεισμός μεγάλος.


    -Θα σου πω το παραμύθι.


    -Το όνομα του;


    -Τα Καλι-Σκια-Χτράκια…)

     
  10. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Ο τελευταίος χορός του Τυφλού Σκύλου στο Βόσπορο


    Οι Χινέζοι !


    Message in the free Dom Battle 9th/“Το Κάστρο”/Day 74


    «Ο Θάνατος των Θεών»


    Ο πλανήτης της Χίνας, κατοικείται από τους Χινέζους. Πλάσματα αλλόκοτα που μοιάζουν με Μπάλες με αγκίδες. Όταν θέλουν να μετανκςινηθούν, μαζεύουν τις αγκίδες τους και γίνονται του τέλειου οι σφαίρες. Στο έδαφος ελάχιστη η σάρκα που ακουμπά και η τριβή μηδέν. Τότε απλά κυλούν.


    Έχουν διάμετρο του Ένα. Δεν έχουν αρσενικό ή θηλυκό. Ο πολλαπλασιασμός τους είναι μία εκκεντρική περίπτωση. Βρίσκονται σε δύο φάσεις. Στην φάση του ημέρου. Τότε απλά στέκονται, δεν κάνουν τίποτε, κοιμούνται και ζούνε του πολλού τα χρόνια. Όμως τότε ο πληθυσμός μένει απλά σταθερός.


    Υπάρχει ωμός και η φάση του αγρίου. Σε αυτή γίνονται επιθετικοί, αρπακτικά και αναζητούν τροφή και θηράματα. Τότε κυλούν στο άτακτο και ψάχνουν για ζωντανή τροφή. Η τροφή τους είναι οι μπάλες του Οζ. Αυτές είναι μεγάλες, τρώνε την χλωρίδα και πίνουνε νερό, μετά φουσκώνουν στο βιαστικά και διαιρούνται στα δύο. Και άντε πάλι από την αρχή.


    Μεγάλος ο πληθυσμός τους και οι πλανήτες όπου στον Γαλαξία του Βοσπόρου εδρεύουν, τουλάχιστον 253. Όταν οι Χινέζοι θέλουν να αναπαραχθούν, επιτίθενται στους Οζ. Όταν τους φτάνουν, βγάζουν τις αγκίδες τους και αρπάζονται από την ευαίσθητη σάρκα των Οζώων. Οι αγκίδες είναι κοφτερές, σαν του τροχού ψαλίδια. Ανοίγουν την σάρκα των Οζώων και στο μέσα τους εισβάλλουν. Από πίσω τους κλείνουν το πέρασμα, με ιστό από μετάξι και βελόνα από Χρυσό. Κάθονται και τρώνε, την μισή τροφή από αυτή που το Οζ μασάει, χρησιμοποιούν το σώμα, σα το σπίτι τους και όταν τα Οζ διαιρούνται στη μέση, από μέσα τους βγαίνουν οι δίδυμοι Χινέζοι.


    Αυτό συχνά δεν γίνονταν. Κάθε του 7 του γήινου τα χρόνια, η ταλάντωση διαρκούσε, μέχρι που ο Άρης του Πολέμου, με την συνοδεία του Ερμή, πήγε και τους ξεσήκωσε.


    -Είδα ένα όνειρο, τους είπε, ο Άρης ο ψηλός και άτριχος μοβόρος. Τα μάτια φωτιά ξερνούσαν και το στόμα λόγια της έπαρσης παιδιά.


    -Είδα πως μόνο σε 253 Του πλάνητες κατοικείται, Εφιάλτης. Και μετά είδα, ότι σηκώσατε κεφάλι, αντισταθήκατε στην υπο, δούλωση στην τάξη και τον Πόλεμο τον Μέγα κάνατε. Τα μαλλιά του Άρη, του χάλκινου πυρός. Δίπλα του ο Ερμής, ένα του κεφαλαίου πιο κοντός. Ο Άρης δείχνει να κομπλάρει, σκύβει ο Ερμής και στο χέρι κάτι κρυφά του βάζει. Πάλι ψηλός ο Άρης.


    -Είδα πως στον Γαλαξία του Βοσπόρου εξαπλωθήκατε και τώρα 262 χιλιάδες οι πλανήτες που σκλάβοι σας θα ναι. Τα βλέμματα των Χινέζων, μυστήρια, αδιάφορα, να μην μπορείς να καταλάβεις τι σκέφτονται. Ναι ή όχι; Ο Άρης αμφιβάλει. Το κεφάλι πάλι σκύβει στον Γοργοπόδαρο Ερμή. Κάτι του λέει, κάτι του δίνει και πάλι στις σκιές.


    Ο Άρης στο στόμα φέρνει και τώρα Λιοντάρι στη σκηνή.


    -Σας τάιζαν τα Όζ για χρόνια τώρα Πίο και σας έκαναν μαλθακούς, του υπό και της πουτάνας της Ειρήνης τακτικούς. Εγώ σας έφερα του Νίκο XτήνΥ. Με το χέρι σήμα δίνει και στο πλήθος βρέχει Μάνα εξ ουρανού. Βόλια μικρά από Νίκο ΧτήνΥ, πέφτουν ανάμεσα στο πλήθος.


    Στην αρχή οι Χινέζοι, του δισταγμού οι εραστές. Μερικοί τολμούν και δοκιμάζουν και στα ύστερα τη στολή του, προβάρει ο χαμός. Αυτοί που πήραν, σκοτώνουν αυτούς που δεν πρόλαβαν, αλλά δεν πειράζουν στο καθόλου, αυτούς που στο ήδη έχουν πάρει.


    Ο λόγος;


    Όταν το Νίκο ΧτήνΥ παίρνουν, ο πυρήνας τους πάλλεται στης βίας τη μεγάλη κατηφόρα τον γοργό ρυθμό. Ο ρυθμός αυτός εκπέμπει μία του ραδίου και ιδίου του συχνότητα που αναγνωρίζει τον Αδερφό. Τότε οι υπό και λύπη, εχθροί, τροφοί, σάκοι και δίχως α αφεντάδες, να ξεσκίσουν.


    Ο Νίκο ΧτήνΥ δεν κρατά πολύ. Μετά στου ήμερου ξανά τα μονοπάτια, αλλά ο εθισμός βαθύς. Και το δίλλημα μεγάλο. Αν δεν πάρεις πεθαίνεις, από αυτόν που θα το πάρει.


    Αν όχι θα πρέπει να φύγεις, τα διαβατήρια να αφήσεις και να κρυφτείς, εκεί που δε θα σε βρει κανείς.


    Το δίλλημα δεν το σκέφτεται πολύ. Και οι Χινέζοι στρατιώτες του Άρεως κι αυτός τ’ Ερμή.


    Ο Πόλεμος Μεγάλος, αλλά το αποτέλεσμα το ίδιο, ξανά και ξανά. Σε μέρες 28, οι πλανήτες που τον οίκο τους κρατούσε και τους Οζ βασιλιάδες είχε, στις αγκίδες τους τώρα. Οι Οζ στο πουθενά. Οι Χινέζοι στο διπλάσιο.


    Μετά ακολούθησαν οι Κάλι, οι Τζάμπα, οι Ράλοι, οι Άντα, οι Αφροί, οι Μέσοι, οι Ίτα και οι Γιώτα. Στους χίλιους οι πλανήτες που στο πια οι Χινέζοι βρίσκονταν, άλλος π0ια κανείς.


    Τώρα βρίσκονταν στο Χάσμα του Βλαψ. Μπροστά τους ο Ηνωμένος στρατός, των Νότα.


    Ο Ηνωμένος στρατός των Νότα, μέσα του είχε. Τα Αυγά που φέγγουν, μοχθηροί πολεμιστές, μηχανές που δεν έσβηναν ποτέ, είχε τους Φρα, της Ιδέας της μεγάλης εραστές, τους Γκλου γνωστοί για τις θανάτου τις φοβερές Χορδές, τους Ρας από τους παγωμένους κυβικούς πλανήτες , πρώην αντιπάλους των προηγούμενων.


    Είχε επίσης και τους Μεταναστάστες. Ένα κυρίαρχο είδος που δημιουργήθηκε από την πρόσμιξη πολιτισμών του περιθωρίου.


    Ο πόλεμος μεταξύ των Αυγών, Φρα, Γκλου, Μεταναστατών και Ρας, ήταν του αμφί, η ισορροπία να γέρνει, μία στο αριστερά και μία στο δεξιά. Μέχρι που ήρθαν οι Χινέζοι και τότε ενώθηκαν όλοι εναντίον τους.


    Η Ηχώ και ο Πόθος, φτάνουν στο Χάσμα του Βλαψ, καβαλώντας ένα κομήτη. Στο Χάσμα υπάρχουν οι Νησίδες του Ροζ, κατασκευασμένοι μικροπλανήτες, ώστε να φιλοξενούν το βράδυ τους παράνομους ξενύχτες.


    -Άσε θα μιλήσω εγώ. Ο Πόθος του βαρύ, κουρασμένου, από ταξίδι μακρινό, πεπέ και ρασμένο.


    -Καλά, μικρέ, γλυκέ, του πολλά βαρύ και ναι και Χ, άντρα, Πόθε, παλικάρι…


    Με χαμόγελο ο Πόθος την κόβει, πριν οι πέτρες στο λιβάδι, όλες μαζί κυλήσουν.


    -Που ξέρεις πως είμαι άντρας;


    -Δεν είσαι; Τα μάτια της Ηχού γουρλώ. Μα τότε τι; Γυναίκα; Γυναίκαντρας, αντρογυναίκα, γυναιγυναίκα, άντραντρας… Με το χέρι του στο στόμα, τον λόγο αφαιρεί.


    -Είμαι ότι είναι, ο πόθος αυτού που βλέπει. Μπορεί να ποθεί πλάσμα ζωντανό, μπορεί και αντικείμενο τα’ ψύχου. Αλλά τώρα σώπα.


    Σπάνιο, μα η Ηχώ σωπαίνει. Και σπηλιά κλείνουν για τους δύο ή μήπως τρεις, ευρύχωρη μεγάλη. Κρεβάτια του δύο. Η Ηχώ σεμνή του παιδιού φιλή. Στο δρόμο ωμός για τη σπηλιά στα όπισθεν του Πόθου, το Νάρκισσο μυρίζει.


    -Αν αγάπη, ε ρώτα, μέλι, σιρόπι της αυγής, κρασί στις νύχτες και το πω και κο του πιάνει. Με γέλιο ο Πόθος στα χέρια την αρπάζει και στην αγκαλιά την παίρνει. Η Ηχώ το φιλή ξεχνά και σε φιλιά γεμίζει, του λαιμού το καρναβάλι. Την Θήρα νοίγει ο του Ναρκ, ο Πό του νο οr θος και μπροστά τους η Νέμεσης.


    Την αφήνει στο απότομα να πέσει. Στα μαλακά της πέφτει, αλλά χτυπάει.


    -Ωχ ωχ και ωχ και ο κόλος μου πονεί. Σιγά καλέ με πόνεσες. Ααα ποια είναι αυτή, α σε ξέρω, εσύ δεν είσαι η Νε, η Ναι, η Νέμεσις;


    (-Μα ρε γιαγιά ένας ξεκίνησε ο Πόθος και μόνος του τα είχε βάλει με τους Θεούς, Τροία βλέπω τώρα. Ο γόνος το κεφάλι του ξύνει, μοιάζει η εξέλιξη να μη του αρέσει. Η για και για για, γελά και με το γέλιο του χαμού του λέ.


    -Από ένα σημείο ή μία ευθεία, περνούν άπειρα επίπεδα, αλλά αν ωμός θέλεις όμως να εστιάσεις σε μονάχα ένα, χρειάζεσαι της Τροίας τα πονηρά σημεία. Γιαγια Γεια.)

     
  11. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    H Χώ της Νέμεσις


    Ο τελευταίος χορός του Τυφλού Σκύλου στο Βόσπορο 三


    Message in the Wolf Battle 9th/“Το Κάστρο”/Day 75/«Ο Θάνατος των Θεών»


    Ο Άρης του πολέμου ο Θεός, τρέμει και αμφιβάλλει. Μέσα στη μάχη θεριό του Πάντα είναι, αλλά εκτός;


    Ψάρι έξω από το νερό. Έξω δεκάδες τρις εκατομμύρια Χινέζοι του αγρίου, έτοιμοι να ξεχυθούν με ένα του Μόνο λόγο. Τα σφαχτά, χαλιά στο πάτωμα γρυλίζουν. Τα κεφάλια των οχτρών, ουρλιάζουν στις σκιές. Κάτω από της λίμνης το σεντόνι, τέρας από μέταλλο πλέει αόρατο, άοσμο και άηχο.


    Ο Ερμής σκουπίζει από το στόμα του το σπέρμα του Άρη. Δεν έπρεπε να τον αφήσει να χύσει. Λιγοστεύει στο μετά του έτσι.


    Στο χέρι του το Λεπτό του Νάρκισσου. Στον Άρη πλησιάζει και το χέρι του σκίζει. Με αίμα το Λεπτό ποτίζει και στο στόμα του Άρη φέρνει.


    -Πιες και φάε τούτα η σάρκα, το αίμα και η ψυχή μου. Τίναξε το γέρμα σου και την τόλμη σου θα βρεις. Ο Άρης τρέμει, μέσα του το Λεπτό μαι μα. Στο ξάφνου η ΨΧ του πλημυρίζει. Στις φλέβες του Κισσός καρπίζει. Τα’ δύναμο στην αρχή, αλλά στην ώρα μεγαλώνει. Ξύλο το σκληρό, φωτιά που καίει τα σωθικά του. Νιώθει ο Ένας, ο Μέγας, του Χαμένου ο Κανένας. Στα ρουθούνια του καπνός, στα χέρια του οι φλόγες, στο πουλί του ο Πυρήνας, η Μανία στο Αστάρι. Μέσα του ξεσπά, η οργή, ο θυμός, η δίψα για τον Θάνατο. Βγαίνει στο πλήθος και μία μόνο Λέξη.


    -ΕΠΙΘΕΣΗ!!! Οι ορδές των Χινέζων, της βενζίνης ο αιθέρας, εκρήγνυνται. Στους εχθρούς, του Ηνωμένου του στρατού του ΝάτΡας, επιτίθενται.


    Στους πρώην του Νότα το στρατό, τ Αυγά, οι Φρα, οι Γκλου και οι Κυρίαρχοι Μεταναστάτες. Τώρα μαζί τους και οι Ρας, οι προηγούμενοι άσπλαχνοι εχθροί. Όλοι μαζί οι ΝατΡας. Περιμένουν. Οι Χινέζοι κυλούν στον χώρο με μανία, στο δρόμο τους κάποιοι λυγίζουν και πέφτουν, οι από πίσω τους κατασπαράζουν και συνεχίζουν.


    Οι ΝατΡας φοβούνται, αλλά περιμένουν. Τρία τα αστέρια που στο στερέωμα συγκρούονται. Στο τέλος των νεκρών, κερδισμένη…


    Μία Μαύρη Τρύπα.


    Στο πιο πριν σε ένα δωμάτιο, σπηλιάς σκηνή. Η Ηχώ, ο Πόθος και η Νέμεσης.


    Η Ηχώ ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Η Νέμεσης παγόβουνο μεγάλο. Ο Πόθος με τη βία το χαμόγελο του κρύβει.


    -Μου πήρες τον άντρα, τον λεβέντη, τον έρωτα τα ‘γιατρευτό και χρυσό μου παλικάρι. Γιατί μωρή, μάνα σου η Σκύλα και πατέρας σου η Χάρυβδη; Τι σου έφταιξε, πες και πες και πε μου; Τα νύχια της με γάλα του φιδιού μουλιασμένα και του Εβένου παραγάδια, το πρόσωπο της Νεμέσεως σιμά κι οδεύουν.


    -Δεν τον πήρα εγώ, μικρή μου. Η ώρα του ήταν και στον Άδη, εγώ τον περίμενα να βγει. Αλλά όχι, δεν ήρθε. Στα χείλια της Νεμέσεως φέγγει η πείνα. Και στου Άνω και στου Κάτω κόσμου, τα σκασμένα παραθύρια, ικετεύουν, προσκυνούν και απελπισμένα τη ψυχή στην Ηχώ τους δίνουν. Ο Πόθος αφήνει, μία μικρή ανάσα, να ξεφύγει. Ποίημα της Σαπφούς.


    Η Ηχώ, από τον κόμπο της λυτρώνεται, στο ενθουσιασμό φλογίζει, στο Ποίημα του Πόθου το αμέθυστο δεν έχει, ερεθίζεται, φουντώνει και ορμάει. Λευκά τομάρια και αλμπίνες οι Λέαινες που πεινασμένες τον κόλπο τους ανοίγουν στους προδότες.


    Η Χώ Με ορμή της Νέμεσις τα ρούχα τα ξεσκίζει, κλωστές από σίδηρο, μετάξι που στον αέρα παραδομένες μένουν. Η Νέμεσης λυγίζει και στο κρεβάτι πέφτει, με τα πόδια νοιχτά δική σου, η τελευταία νύχτα. Η Χώ τα ρούχα της τα βγάζει και στη φωτιά πετάει.


    Τα υγρά της τρέχουν, ποτάμι φουσκωμένο. Με τα νύχια της σκίζει, γδέρνει, γράφει, στο βαθιά της Μέσης. Ποτάμι τα υγρά του Κόλπου, κόκκινο, λευκό και μαζί του Ροζ. Με ένα σάλτο η Ηχώ, στο κεφάλι της Νεμέσεως ανεβαίνει και με τη γροθιά της, τα δόντια σπάει και η πύλη ξεχειλώνει.


    Το ματωμένο στόμα της Νεμέσεως ανοίγει πληγωμένο. Τα δόντια στρατιώτες που πενθούν τις νεκρές γυναίκες. Ο κόλπος της Ηχούς στο στόμα της Νεμέσεως κουμπώνει.


    Αφήνει τα χρυσά υγρά της, να γεμίσουν το ντεπό και Ζήτω. Η Νέμ από κάτω σπάρτα της Rai, το ίσο και την ροπή της χάνει και γέρνει στο πάτωμα πιο κάτω. Σώμα το φιδίσιο, λυγίζει, τεντώνει, φωνάζει, χύνει και ξανά στον κύκλο μπαίνει. Η Ηχώ, όρθια Μαινάδα, στο όρθιο πάνω της πηδά. Με τα πόδια σκίζει το στήθος της Νεμέσεως και το γαλά πλώνει, στην κοιλιά της. Με το γάλα το δικό της, την Νέμεσης ποτίζει. Πάνω της βαδίζει, με το γέλιο του τρελού. Αφήνεται να πέσει, με τα οπίσθια προς της Νεμ.


    Στο γάλα, πηχτή πούλπα του καφέ και η Νέμ στο Χ ψυχή δεν έχει για να δώσει. Τρώει, πίνει, ξερνά, χύνει, τρώει πίνει, ξερνά, χύνει και ξανά.


    Η Ηχώ το κεφάλι της κατεβάζει και τα δόντια της μπήγει στο άνοιγμα που τρέμει. Το τραβά, το ξεχειλώνει. Οι χορδές τη μουσική τους παίζουν στους γέροντες του ανέμου. Τα ντέρια στο φως, συνέχι, τραβάει, χωρί και ζει, τώρα στη καρδιά. Φτύνει, αίμα, σάρκα, «π» λιγούρη και της Μίας την κραυγή…


    Την καρδιά του ζώου που ακόμα και στο στόμα της χτυπά. Μασάει, κομματιάζει και καταπίνει. Η Νέμεσης Νεκρή, του δικαίου η Ιεροσύνη χάθηκε στο μάχη της Ηχούς.


    Με τα μάτια που σε καίνε, το κόκκινο και πράσινο το πρόσωπο, πυρ υγρό, Λένι και Μαρξ της μάχης, στον Πόθο, λέξεις του 7 πετά.


    -Τελείωσα. Τώρα πάμε να βρούμε τον Κισσό.


    (-Μα γιαγιά τόσο κακός ήταν ο Κακός ο Λύκος, ώστε να του κάνεις όλα αυτά του φοβερού τα πράγματα; Κόκκινο μικρό Φανάρι


    -Τόσο, όσο, έπρεπε, του Κόκκινου σκουφιά και άχνη μου γλυκιά.G)