Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο Τρίτος Άνθρωπος

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Afrodoxia, στις 2 Ιουλίου 2022.

  1. Afrodoxia

    Afrodoxia Regular Member

    Εκείνο το απόγευμα στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή με περίμενε μία έκπληξη. Στη θέση του επαγγελματία ήταν η ψιλόλιγνη φιγούρα μίας ώριμης κυρίας που κοιτούσε χαμογελαστά πίσω από ένα ζευγάρι μαύρα γυαλιά ηλίου και ένα ανατολίτικο τουρμπάνι στο κεφάλι.

    «Να με λες Μαρίκα», μου είπε απαλά και ξεκίνησε να βγάζει τις πολλές στρώσεις από πολύχρωμα μετάξια που σκέπαζαν το κορμί και τα μαλλιά της, μέχρι που έμεινε ολόγυμνη. Τελευταία έβγαλε τα γυαλιά ηλίου.

    Δεν έβγαλα λέξη. Το πρόσωπό της είχε γωνίες και ήταν αυλακωμένο όπως το χώμα μετά από την πρώτη μπόρα του φθινοπώρου. Ένιωσα τη στύση μου δυνατή και μαζί ένα απέραντο αίσθημα γλυκύτητας να κατακλύζει τη ψυχή μου, λες και όλα αυτά τα χρώματα που είχαν κυλίσει στο πάτωμα να έρεαν τώρα μέσα μου!

    Κάναμε έρωτα όσο κρατούσε το τελευταίο φως της μέρας και μετά γαληνέψαμε μέσα στο βαθύ σκοτάδι. Καπνίσαμε πολύ και μετά μου πήρε το χέρι σαν να ήμουν παιδί και βαδίσαμε γυμνοί τους ορόφους, αφήνοντας τα ρούχα τής προηγούμενης ζωής πίσω μας.

    Μπήκαμε σε μία λιμουζίνα και εξαφανιστήκαμε μέσα στη νύχτα. Με είχε εξαγοράσει ως δούλο και εραστή η πλουσιότερη γυναίκα στη χώρα!

    Και αυτό γιατί η Μαρίκα ήταν η πιο γλυκιά ερωτική ύπαρξη και παράλληλα μία σκληρή σαδίστρια. Ως πανέξυπνη γυναίκα δεν ήθελε να διχάζεται μεταξύ αυτών των δύο, να κρύβει το ένα από το άλλο, να ζει ψεύτικα.

    Ταιριάζαμε σε όλα, φλογεροί εραστές και οι δύο, που ούτε εγώ ούτε εκείνη βγάζαμε ποτέ τον μαζοχισμό και τον σαδισμό μας αντίστοιχα στην εκάστοτε σχέση μας. Οπότε, έμενε να βρεθεί ο τρίτος άνθρωπος, εκείνος που θα ικανοποιούσε ταυτόχρονα τα «ανταγωνιστικά» μας βίτσια.

    Ο σαδιστικός εαυτός της ερωμένης μου καιγόταν να με δει να τυραννιέμαι στα πόδια της, και το δικό μου μαζοχιστικό ορμέμφυτο με έκανε να λιώνω μπροστά στην εικόνα αυτή. Φυσικά, ούτε καν περνούσε η σκέψη να κάνει προσωπικά κάτι ο ένας στον άλλον, στο κρεβάτι τα κορμιά μας ακολουθούσαν αυστηρά τις δικές τους διαδρομές.

    Όταν η στιγμή ωρίμασε και νιώσαμε ότι ο έρωτάς μας είχε απλώσει καλά τις ρίζες του, η Μαρίκα φώναξε έναν φίλο της αστυνομικό στο σαλόνι της. Με παρουσίασε ολόγυμνο, πισθάγκωνα δεμένο και με μία κουκούλα στο κεφάλι.

    Ο μπάτσος έβγαλε ένα γκλοπ από καουτσούκ και με χτύπησε δυνατά, και με υπερβολικό ζήλο. «Πολύ τεχνικά χτυπήματα και καθόλου αίσθημα», θα αποφανθεί στο τέλος η Μαρίκα. Έπειτα θα ξεπροβόδιζε τον καλεσμένο της αφήνοντάς πίσω εμένα στο πάτωμα να σφαδάζω. Εκείνο το βράδυ, μιας και τα τραύματα ήταν ακόμα ζεστά, προσπάθησα να της κάνω έρωτα αλλά δεν μπόρεσα. Ο τύπος με είχε χτυπήσει πολύ χαμηλά. Μου είπε ότι θα ήταν καλύτερα να κοιμηθούμε χώρια.

    Δεν πέρασε πολύς καιρός όταν ένα μεσημέρι η Μαρίκα μπήκε αεράτη στο σπίτι μαζί με έναν ώριμο κύριο, ηλιοκαμένο και καλοφαγωμένο.

    «Τι κουραστική μέρα», αναφώνησε η ερωμένη μου και σωριάστηκε στον δερμάτινο καναπέ. «Ο κύριος Σταμάτης είχε την καλή διάθεση να πάρει τον ρόλο του προσωπικού σου βασανιστή, μωρό μου – δεν θα τον ευχαριστήσεις, λοιπόν;», μου είπε παιχνιδιάρικα.

    Έπεσα στα γόνατα και ξεκίνησα να του ανοίγω το φερμουάρ. Εκείνος παρατηρούσε προσεχτικά τις κινήσεις μου. Μέσα από το λευκό του παντελόνι ξεπρόβαλλε ένας τεράστιος φαλλός. Μου πήρε ώρα να τον κάνω καλά, και ο Σταμάτης στο τέλος, ακομπλεξάριστα, με επιβράβευσε με ένα σπερματικό χείμαρρο. Μου είχε και εμένα σηκωθεί, αλλά οι δύο στήσεις δεν συγκρίνονταν. Η Μαρίκα μου είπε να πάω μέσα να ετοιμαστώ και τους άφησα μόνους να τα πούνε. Εμένα, πάντως, ως τύπος μού άρεσε.

    Γυμνώθηκα και τους περίμενα στο κρεβάτι μας. Μπήκαν μετά από λίγο. Πρώτος ο Σταμάτης και στη σκιά του η Μαρίκα. Εκείνος με πλησίασε και ξεκίνησε να μου θωπεύει το σώμα και μετά να το μαλάζει σαν να κάνει ένα είδος μασάζ που κάποιες στιγμές πονούσε λίγο παραπάνω. Είχα χαθεί μέσα στις μαλακές και μαζί δυνατές του παλάμες. Δεν άργησα να έρθω σε οργασμό και να εκσπερματώσω πάνω του σε μία κατάσταση πρωτόγνωρης έκστασης. Ευθύς ξεκίνησα να κλαίω στην αγκαλιά του, έκλαιγα με σπασμούς, είχα βγει κυριολεκτικά από το δέρμα μου!

    Με άφησε μαλακά και βγήκε από το δωμάτιο, η Μαρίκα θα πρέπει να είχε βγει εδώ και ώρα.

    Τον Σταμάτη δεν τον ξαναείδα. Καθημερινά όμως έβλεπα τις καλλίγραμμες γάμπες της Μαρίκας και αυτό ήταν από μόνο του αρκούντως ερεθιστικό. Της έδινα αλλά και έπαιρνα πολύ αγάπη. Είχα μάθει να κρύβομαι στο μυρωδάτο εφηβαίο της όπως το φίδι στον κήπο της Εδέμ.

    Κάποια στιγμή η Μαρίκα ξεκίνησε τα επαγγελματικά ταξίδια, και ως συνήθως έπαιρνε μαζί της όλη τη φρουρά αφήνοντας πίσω τον Πέτρο, έναν από τους ιδιωτικούς φρουρούς της. Προφανώς εγώ δεν ταίριαζα στη δημόσια εικόνα της. Έτσι πέρναγα τις μέρες μου στο κρεβάτι με τον Πέτρο, δέκα χρόνια νεότερό μου, μυώδες τεκνό και ενεργητικός σαν αραβικό άλογο. Με μία μακριά και λυγερή σαν μαστίγιο ψωλή, ο Πέτρος μπορούσε να καλπάζει με λύσσα για ώρες πάνω μου, τραβώντας επιδέξια τ’ αρχίδια μου σαν να ήταν χαλινάρια, αρμέγοντας μέχρι και την τελευταία τους στάλα.

    «Με εκείνη ή με εμένα πηδιέσαι καλύτερα», συνήθιζε να με ρωτά σβουρίζοντάς μου και κανένα χαστούκι. «Με σένα», απαντούσα κοφτά. Με τα πολλά κανονίσαμε να το σκάσουμε σαν νέοι και ωραίοι που είμασταν. Η Μαρίκα πάλι την επόμενη ετοιμαζόταν για ένα ακόμα ταξίδι. Εκείνη τη νύχτα προσπάθησα αλλά δεν μπόρεσα να της κάνω έρωτα. Σε λίγο την άκουσα να ροχαλίζει ελαφρά. Νωρίς το πρωί αισθάνθηκα να με γλύφει χαμηλά. Καθώς το απολάμβανα, ένιωσα δυνατά την επιθυμία να ασκήσω εξουσία πάνω της και να τη χύσω βρώμικα στο πρόσωπο. Σε λίγα δευτερόλεπτα είδα τις ρυτίδες τού προσώπου της να μαλακώνουν όπως το χώμα από την ποτιστική βροχή. Σηκώθηκε να πλυθεί, με φίλησε και έφυγε.

    Ξανακοιμήθηκα και όταν ξύπνησα ήταν μεσημέρι. Πήρα τηλέφωνο τον Πέτρο και του είπα να με περιμένει κάτω στο αυτοκίνητο.

    Περνώντας το λόμπι ο θυρωρός μου είπε ότι η κυρία είχε αφήσει για μένα έναν φάκελο. Τον άνοιξα έξω στο πεζοδρόμιο και είδα μία επιταγή, αστραπιαία μου πέρασε η σκέψη ότι ο τρίτος άνθρωπος ήταν ο καθένας από εμάς που κάθε φορά διεκδικούσε εναλλάξ την ίδια θέση.

    Μέχρι να φτάσω στο απέναντι πεζοδρόμιο έσκισα τον φάκελο και πέταξα στον αέρα τα κομμάτια του. «Τι ήταν αυτό;» ρώτησε ο Πέτρος. «Η Μαρίκα μου άφησε ένα ιδιόχειρο σημείωμα» του είπα.

    «Και τι λέει;»

    «Καλό Σεπτέμβρη!»