Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ο ξαφνικός σκλάβος

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος john_slave96, στις 14 Αυγούστου 2006.

  1. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Στα τέσσερα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που πέρπαταγε έτσι, καθοδηγούμενος από μια γυναίκα. Ήταν όμως η πρώτη φορά που τον καθοδηγούσε μια σκλάβα και όχι κατευθείαν μια Αφέντρα. Στην αρχή του ήταν λίγο δύσκολα, μετά όμως συνήθισε λίγο και πήγαινε πιο γρήγορα. Δεν ήταν ακόμα το σκυλάκι τους, θα γινόταν μετά, μετά πόσο καιρό κανείς δεν ήξερε. Το μόνο σίγουρο μέχρι στιγμής ήταν ότι είχε μάθει κάποια πράγματα: δε μιλούν αν δεν τους ζητήσουν το λόγο, το κεφάλι θα είναι πάντα σκυμμένο και θα βλέπει κανένα κατάματα, το στόμα θα είναι μισάνοικτο και ποτέ ερμητικά κλειστό, τα πόδια δε θα είναι ποτέ ενωμένα και ο σκλάβος θα είναι πάντα σε εγρήγορση για να είναι διαθέσιμος, θα απευθύνετε στον πληθυντικό σε όλους και θα αποκαλεί Αφέντρα αυτή τη γυναίκα. Τα άλλα θα τα μάθαινε αργότερα.

    Η επιστάτρια του έδειξε να σταματήσει. Πίεσε με την παλάμη της το κεφάλι του. Υπάκουσε. Κατάλαβε ότι είχαν φτάσει μπροστά στην Αφέντρα. Κατάλαβε ότι γονάτισε γιατί η μυρουδιά του σώματός της ήταν πιο έντονη, ειδικά του αιδοίου της. "Να τον ντύσεις όπως πρέπει, άσε του τα χέρια μόνο με χειροπέδες. Μετά να τον φέρεις να τον επιθεωρήσω", είπε η Αφέντρα. "Μάλιστα Αφέντρα", απάντησε η επιστάτρια και έσειρε το σκλάβο από τα μαλιά. Δεν είχε πει τίποτε για λουρί ακόμα. Απ'ότι ήξερε το λουρί το βάζουν μόνο οι Αφέντρες, δεν το αφήνουν για κανένα άλλο.

    Αυτό που του έκανε εντύπωση ήταν η επικοινωνία μεταξύ των σκλάβων ήταν ανύπαρκτη. Όταν ανήκε σε μια Κυρία, κάποιες φορές είχε φέρει μια σκλάβα. Μια όμορφη, ψηλή γυναίκα από τη Ρωσία. Το περίεργο ήταν ότι ήταν σκλάβα, αν και ήταν από τη Ρωσία. Τους επέτρεπε να μιλάνε μεταξύ τους, αυτό που δεν τους επέτρεπε ήταν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις. Μια φορά που τους έπιασε να τη φιλάει και να τη χαϊδεύει, υποχρέωσε τη σκλάβα της να τον μαστιγώνει για δύο ώρες συνέχεια. Μετά τέλειωσε η Κυρία για 15 λεπτά ακόμα με μια βέργα. Μόνο η ανάμνηση πονούσε. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν τολμούσε ούτε να ακουμπήσει την επιστάτρια. Σκέφτηκε όμως να τη ρωτήσει, μετά αν μπορεί να το κάνει.

    Η επιστάτρια του είχε φορέσει τις χειροπέδες, μπορούσε να στηριχτεί πλέον και στα χέρια του. Στο στήθος του είχε δέσει αρκετά σφιχτά κάτι δερμάτινο. Αισθανόταν μετάλικά κομμάτια που προεξείχαν και ακούμπαγαν στο δέρμα του. Αντί για εσώρουχο θα έπρεπε να του είχε βάλει μάτι σα ζώνη αγνότητας γιατί το πέος του σφιγγόταν πολύ και αυτό το πράγμα ήταν δεμένο πίσω, στη μέση του, ακριβώς πάνω από τα οπίσθιά του, τα οποία ήταν εκτεθειμένα.

    "Αν περάσεις από την επιθεώρηση και δε χρειάζονται αλλαγές, τότε θα σε πλύνω και θα σε ξυρίσω. Θα έχεις εντελώς διαφορετική μορφή. Τότε και αφού σου βάλει η Αφέντρα το λουρί στο κολάρι, μόνο τότε θα μου επιτρέψει να σου λύσω τα μάτια. Αυτή θα είναι η πιο άσχημη στιγμή για εσένα σκλάβε. Αμέσως μετά θα μαστιγωθείς έτσι ώστε να κάνεις τα πρώτα σημάδια στα πόδια, μέσα και έξω, στην πλάτη και στο στήθος. Δεν ξέρω αν φοβάσαι;", το ρώτησε. Έγνεψε αρνητικά. "Μπράβο, που δε μίλησες, αλλιώς ήμουν υποχρεωμένη να σε τιμωρήσω τώρα και βαριέμε.", του είπε με ένα ύφος αδιάφορο.

    Πάλι κρατώντας από το κεφάλι του τον οδήγησε στη Αφέντρα. Όταν φτάσανε μπροστά της, αυτή έσκυψε, γονάτισε στην Αφέντρα, χωρίς όμως να τον προειδοποιήσει με αποτέλεσμα να χτυπήσει με τη μύτη του στα οπίσθια της. Φαίνεται αυτό δεν άρεσε στην επιστάτρια γιατί έκανε μια απότομη κίνηση προς τα πίσω, χτυπώντας τον λίγο, για να του δώσει να καταλάβει ότι πρέπει να απομακρυνθεί. "Εντάξει είναι. Ετοίμασέ τον για να γίνει σκλάβος μου", είπε η Αφέντρα. Η σκλάβα της και επστάτριά του τον οδήγησε στο μπάνιο. Κάτω είχε πλακάκια και σε ένα σημεία μεταλικές σχάρες. Του έδειξε ότι πρέπει να μείνει εκεί. Πρώτα με την ψηλή και μετά με ένα ξυράφι κουρέα, αισθανόταν τη μεγάλη λάμα, τον κούρεψε απαντού. Στους όρχεις ήταν το πιο επώδυνο. Πρέπει να ήταν πολύ εξασκημένη διότι δε μάτωσε ποτέ. Αν μάτωνε θα το είχε καταλάβει από το νερό που θα του έριχνε πάνω του. Προς στιγμή δεν έκανε τίποτε άλλο από το να βρέχει το ξυράφι. Στους όρχεις όμως ήταν δύσκολο.

    Τον έπλυνε με μια μεγάλη βούρτσα, πολύ σκληρή, μάλλον σαν αυτές που είχαν για τα σκυλιά, τα μαλιαρά. τον ξέβγαλε και τον άφησε έτσι να στεγνώσει. Η ζέστη και ο αέρας απορρόφησαν τις σταγόνες του νερού. "Αυτές τις στιγμές, από εδώ και πέρα θα τις θυμάσαι για πολύ. Το άκουσες αυτό σκλαβάκι. Και αυτό στο εγγυόμαι εγώ. Όχι τίποτε άλλο, αλλά να μη μου κάνεις το μάγκα.", φαίνεται ότι τα "όχι" του στις ερωτήσεις της, αν πονάει, αν φοβάτα κ.λπ. την είχαν εκνευρίσει. Άκουσε το ντους να τρέχει. Φαίνεται ότι η επιστάτρια έκανε και αυτή το μπάνιο της. Μετά από λίγα λεπτά τον έπιασε πάλι από τα μαλιά για να τον οδηγήσει στην Αφέντρα.

    "Πως σας λένε;", τόλμησε να ρωτήσει. Ήταν αυθόρμητο. Μετά θυμήθηκε ότι δεν έπρεπε να μιλά. Αισθάνθηκε μια βίτσα στη μέση του. "Αυτό για αρχή. Η τιμωρία έρχεται μετά. Τότε θα μου πεις πολλά ονόματα. Θα βρεις πολλά.", τάχυνε το βήμα της αναγκάζοντάς τον να τρεχει σχεδόν. Πρέπει να είχαν φτάσει μπροστά στην Αφέντρα γιατί του κράτησε σταθερό το κεφάλι και λίγο χαμηλωμένο. Η αφέντρα του έβαλε ένα λουράκι που, προσωρινά, κρεμόταν στο στήθος του. Του έβγαλαν το μαύρο πανί. Μπορούσε να βλέπει κάτι τώρα. Τα μάτια του πόναγαν, ήξερε ότι αυτό θα ήταν για κάποια λεπτά. "Μετά θα πονάω όλος", σκέφτηκε και χαμογέλασε αδιόρατα. Μια βίτσα χτύπησε τέσσερις φορές τις πατούσες του. Πόνεσε τόσο πολύ που επιτάχυνε το βήμα του, η Αφέντρα βάραγε πιο δυνατά από τη σκλάβα της και τα έβλεπε όλα!!

    Πήγαιναν ξανά στο δωμάτιο που ήταν την πρώτη φορά. Όταν έφτασαν στον τοίχο, η επιστάτρια έκανε νόημα να σηκωθεί. Με μια κίνηση σηκώθηκε. Του ελευθέρωσε τα χέρια και τα έδεσε σφιχτά σε δύο χαλκάδες. Το ίδιο και τα πόδια του. Ακουμπούσε στον τοίχο ο οποίος είχε κάποια εξογκώματα. Μικρά, αλλά τα αισθανόταν. Τον άφησε έτσι να περιμένει λίγο. Μετά πλησίασε ενώ η Αφέντρα απομακρινόταν, μόνο αυτή είχε παπούτσια, όλοι οι άλλοι ήταν ξυπόλητοι. Άρχισε μα το μαστιγώνει στην πλάτη. Όλο και πιο δυνατά. Μετά στα οπίσθια και στα πόδια. Πρέπει να έριξε γύρω στις είκοσι, δεν του είπε να μετρά και δεν ξεκίνησε το μέτρημα. "Πως με λένε λοιπόν σκλάβε;", τον ρώτησε, "Για πες μου ένα όνομα.". Κατάλαβε ότι όνομα και να έλεγε θα το αρνιόταν και το μαστίγιο θα δούλευε στο κορμί του για να πει άλλο. "Μαρία", είπε. Δύο βουρφουλιές τον ανάγκασαν να πει ένα άλλο όνομα. Καίτη, Έλλη, Νίκη, Ζωή, πέντε ονόματα συνολικά μέχρι να σταματήσει το μαστίγωμα.

    "Τα άλλα θα προσπαθήσεις να τα θυμηθείς όταν σε γυρίσω.", του είπε και αφού τον έλυσε έδεσε ξανά έτσι ώστε να έχει την πλάτη του στον τοίχο. "Λοιπόν;", το ρώτησε και τον κοίταξε. "Φρόσω", της είπε. Τώρα μπορούσε να δει το βλέμμα της. Ήταν σκληρό, δεν είχε τίποτε να κάνει με αυτό της γκαρσόνας. Σφιγγόταν όταν το μαστίγωνε, έσφιγγε τα χείλη της και γινόταν πιο όμορφη. Δεν έφτανε μέχρι το κεφάλι του, αλλά το μαστίγωνε πολύ καλά, με απόλυτη ακρίβεια εκεί που ήθελε. Είπε άλλα τέσσερα ονόματα, κανένα δεν ήταν το σωστό. Πόναγε πολύ. "Συγνώμη", της είπε, "συγνώμη που ρώτησα.".

    "Λάθος σας ζητάω συγνώμη, έτσι έπρεπε να εκφραστείς. Εντάξει;", του είπε. "Μάλιστα", ψέλισε. "Πιο δυνατά να το ακούσω.", είπε και πήγε λίγο πίσω. "Μάλιστα", είπε τώρα με πιο δυνατή φωνή. Με μια βίτσα τον έδειρε τρεις φορές στο στήθος και άλλες τόσες στα πόδια, ήξερε ότι αυτό ήταν απαραίτητο για νε επιβραβεύσει ότι επιτέλους συνενοήθηκαν και για να κλείσει την πρώτη φορά.

    "Τώρα θα σε λύσω και θα σε βάλω να κοιμηθείς. Σήμερα, για πρώτη μέρα, θα κημηθείς κάτω στο πάτωμα, πάνω σε μια κουβέρτα. Άπό αύριο θα δεις. Μάλλον θα σου αρέσει.", τον οδήγησε σε μια άκρη, κοντά σε ένα παράθυρο. Τον άφησε να κοιμιθεί. Ήταν τόσο κουρασμένος που τον πήρε αμέσως ο ύπνος.
    (συνεχίζεται)
     
  2. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Την άλλη μέρα, το πρωί, πολύ νωρίς, αισθάνθηκε ένα πόδι να τον σκουντά. Δεν έδωσε σημασία. Είχε ανάγκη ακόμα από ύπνο. Τα χέρια του ήταν δεμένα πίσω, λίγο χαλαρά όμως. Στα πόδια του, ψηλά, αλλά και ανάμεσα στους μηρούς, πάνω στην πλάτη του και στο στήθος του φαίνονταν οι κόκκινες ραβδώσεις. Τα απομεινάρια λίγων ωρών στο άντρο αυτής της Αφέντρας. Αν μπορούσε να τα κοιτάξει, τώρα που κοιμόταν, θα τα έβλεπε και μάλλον θα χαιρόταν. Λέω μάλλον διότι δεν είναι σίγουρο αν του άρεσε να του αφήνουν σημάδια.

    Καμιά γυναίκα μέχρι τώρα δεν του είχε αφήσει και το παραμικρό σημάδι. Πολλές φορές είχε συμβεί το αντίθετο. Αυτός είχε αφήσει σημάδια, κυρίως ψυχολογικά. Είχε παρατήσει πολλές γυναίκες που ήταν καψουρευμένες με αυτόν, τις είχε παρατήσει στα κρύα του λουτρού. Μία, μάλιστα, στην κυριολεξία, μετά από ένα καυγά. Δεν είχε σηκώσει όμως ποτέ χέρι σε γυναίκα. Δεν ήταν του χαρακτήρα του.

    Αυτή εδώ όμως δεν ήταν γυναίκα, αλλά η Γυναίκα. Ήταν Αφέντρα και το εννοούσε να επιβληθεί πάνω σε οτιδήποτε. Βλέποντας από μακριά ότι ο σκλάβος της δεν σηκωνόταν, εκνευρίστηκε πολύ. "Πάρε τη βίτσα και κανόνισε τον, εκτός και αν θέλεις να σε κανονίσω εγώ, σκλάβα.", είπε στην επιστάτρια, με φωνή που δε σήκωνε αντίρρηση, "Και σε δέκα λεπτά να μου φέρεις τον καφέ εδώ. Το τραπεζάκι μου θα είναι αυτός ο σκλάβος.". Η αλήθεια είναι ότι δε γύρισε ούτε να δει τη σκλάβα της που είχε κιτρινήσει από το φόβο της. Ήξερε πολύ καλά πόσο τρομαχτική γινόταν όταν ήθελε. Δε χρειαζόταν να το βλέπει.

    Το πρώτο "σηκω" της επιστάτριας συνοδεύτηκε από μια δυνατή με τη βίτσα. Αμέσως ήρθε μια δεύτερη και μια τρίτη, χωρίς προειδοποίηση αυτές. Πετάχτηκε πάνω. Αμέσως κατάλαβε που είναι, άλλες δύο που έφαγε τον έκαναν να το καταλάβει για καλά. "Θα πρέπει να κοιμάσαι ελαφριά. Με το παραμικρό σκούντημα να σηκώνεσαι. Ειδεμή τά πόδια σου και η πλάτη σου θα γίνουν σαν κοτλέ. Όχι ότι δε μου αρέσει να σε βλέπω έτσι, αλλά μερικέςφορές βαριέμαι να σε τιμωρώ, όπως τώρα, για παράδειγμα.", έσκυψε και του είπε χαμηλόφωνα. Του έλυσε τα χέρια για να του βάλει τις χειροπέδες και από το λουρί να τον οδηγήσει μπροστά στην Αφέντρα. Κάθησε στα τέσσερα και του έβαλε πάνω στην πλάτη του ένα κομμάτι γυαλί. Πάνω σε αυτό ακούμπησε το πολύ ζεστό καφέ που έπινε η Αφέντρα της, τη ζάχαρη, λίγο γάλα σε ένα μικρό γυάλινο δοχείο και την καφετιέρα. Κατάλαβε ότι δε θα πρέπει να κουνηθεί καθόλου.

    Οι κραυγές χαράς και ευχαρίστησης της Αφέντρας του μαλάκωσαν την καρδιά. Μάθαινε ακόμα και η αμοιβή για τα μαθήματά του ήταν αυτές οι τιμωρίες. Με ένα νόημα η επιστάτρια πήρε γρήγορα το σερβίτσιο και τράβηξε το σκλάβο μακριά από τη "ζώνη του πυρός", μακριά από την Αφέντρα, της οποίας ο θυμός είχε αρχίσει να περνά. "Μου άρεσαν αυτά τα σημάδια. Να τα βλέπω κάθε μέρα. Το βάθος τους και το χρώμα τους θα δείχνουν την αφωσίωσή του. Να φροντίζεις είναι πάνω του, γιατί κάπου θα πρέπει να είναι, κατάλαβες;", ρώτησε. "Μάλιστα Αφέντρα.", απάντησε η σκλάβα της, αλλά πριν προλάβει να κάνει τίποτε, την κάλεσε κοντά της. Με το που έφτασε τη διέταξε να πέσει στα τέσσερα.

    Η λέξη "μπουντρούμι" ακούστηκε σαν υπόκουφος θόρυβος. Αν αυτός δεν το κατάλαβε καλά, η σκλάβα το κατάλαβε μια χαρά και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο που χτες τον τιμωρούσε. Τη διέταξε να σταθεί όρθια και της έδεσε τα χέρια στους κρίκους. Ίσα-ίσα ακούμπαγε στο πάτωμα. Η Αφέντρα επέστρεψε με ένα βαρύ βούρδουλα. Το πρώτο χτύπημα την έστειλε κατευθείαν στον τοίχο. Τα βυζιά της πόνεσαν από το χτύπημα. Δεν είπε τίποτε. Ούτε ένα "ωχ". Ήξερε ότι θα ακολουθήσουν και άλλα. Άλλο ένα χάραξε τη ραχοκοκκαλία της, της έκοψε την ανάσα. Το τρίτο τύλιξε τη μέση της και διέγραψε κάτι σα μια όμορφη ζώνη γύρω-γύρω. "Δε θα σου κάνω στα πόδια γιατί θα πας να δουλέψεις στο μπαρ σε λίγο. Αν δεις κανένα άλλο σαν αυτόν να μου το σφυρίξεις.", της είπε. Την άφησε δέκα λεπτά έτσι κρεμασμένη.

    Όταν την έλυσε, προσκύνησε τα πόδια της Αφέντρας, την ευχαρίστησε και ικανοποίησε την τλευταία εντολή της για σήμερα. Θα πήγαινε το σκλάβο στο σπιτάκι του. Ένα χτστό κλουβί που έβλεπε έξω στο μπαλκόνι και το χτύπαγε ο ήλιος. Κατέβασε λίγο την τέντα γιατί τον ήθελαν φορμαρισμένο για το απόγευμα. Η εκπαίδευση συνεχιζόταν και θα τέλειωνε μετά τρεις μέρες. Όλοι το ήξεραν και το απολάμβαναν. Ο σκλάβος, όλο και περισότερο. Η επιστάτρια είχε ξαναβρεί τον εαυτό της, κάτι ανάμεσα σε σκλάβας και Αφέντρας, περισσότερο προς τη σκλάβα, αλλά μακριά από το σκλάβο.

    Στο μπαρ θα ήταν περιποιητική με τους πελάτες και σε έξι ώρες θα "περιποιόταν" αυτό το σκλάβο που είχε κλειδώσει στη βεράντα. Έφυγαν και οι δύο, αφήνοντας λίγο νερό στο κλουβί του σκλάβου τους.
    (συνεχίζεται)
     
  3. Ηλίας

    Ηλίας Guest

    Στο τούνελ αυτό που μπήκες θα κουραστείς , αλλά δε θα σταματήσεις να βαδίζεις , ακόμα και αν το πόδια σου λυγίσουν και με τα γόνατα συνεχίσεις φίλε μου Γιάννη . Συνέχισε...
     
  4. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Θα μπορούσε κανείς να πει, ώρες περισσυλογής, αυτές τις ώρες που θα περνούσε μόνος του, αυστηρά περιορισμένος, σε ένα πολύ μικρό χώρο. Ώρες που θα σκεφτόταν καλύτερα το "τώρα" σε σχέση με το "χθες" και το "αύριο". Τι είχε κάνει, τι κάνει και τι θα έκανε. Ή για να είμαστε πιο ακριβής: τι είχε κάνει και τι του είχαν κάνει, τι του κάνουν και τι θα του κάνουν. Η παθητικότητά του περιορίζε στο να μην αντιδρά. Αλλά και η ενεργητικότητά του από αυτό ακριβώς το σημείο ξεκινούσε. Παθητικότητα και ενργητικότητα, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Και το νόμισμα δεν ήταν άλλο από τις διαπροσωπικές σχέσεις, όπως τις βιώνε σήμερα και θα τις βιώσει για κάποιες μέρες εδώ. Μετά ποιος ξέρει;

    Σκεφτόταν την παλαιά Αφέντρα, σκεφτόταν την κοπέλα του. Ξαφνικά ανακάλυψε ότι σε αυτή είχε βρει κάποια σημάδια κυριαρχίας, πάρα πολύ διακριτικής, σε σημείο που ούυτε και αυτή το είχε καταλάβει, αυτό το "κάτι" ή το "τίποτα", το "τίποτα" με την έννοια της πολύ μικρής ουσίας η οποία όμως έχει, με τον καιρό, ένα πολύ μεγάλο βάρος, αυτό τελικά σημάδεψε τη σχέση τους. Αυτό πρέπει να τον τράβηξε σε αυτή. Άρχισε η σχέση του να περνά, καρέ-καρέ, μπροστά στα μάτια του, σα μια ιστορία που τη βιώνε κάποιος άλλος. Όλα τώρα γίνονταν ξεκάθαρα. Κράταγε άμυνες, την εικόνα της κοπέλας του δεν ήθελε να τη βάλει σε αυτή εδώ τη σχέση ή εμπειρία που ζούσε αυτή τη στιγμή.

    Τελικά, πρέπει να ήταν πολύ σοφό που τον είχαν αφήσει μόνο του. Και θα έμενε μόνος του για έξι ολόληρες ώρες, σε αυτό εδώ τον περιορισμένο χώρο. Ήξερε πάρα πολύ καλά ότι αν έρχόνταν η Αφέντρα πιο νωρίς, το μόνο που δε θα έκανε θα ήταν να του δώσει σημασία. Η επιστάτρια ήταν επιφορτισμένη για αυτό.

    Αίφνης, η εικόνα της επιστάτριας του ήρθε στο μυαλό. Μικροκαμωμένη, αλλά με τσαγανό και τσαμπουκά. Από πάντα φαντασιωνόταν να τον έχει κυριαρχίσει μια γυναίκα που κάθε άλλο παρα Αφέντρα θα φαίνεται απ'την πρώτη και δεύτερη ματιά. Του είχε τύχει σε μια σχέση η οποία τελικά δεν προχώρησε. Η βιτρίνα της ήταν τα μάτια της. Δεν μπορούσε να ξέρει πως έβλεπε την Αφέντρα, επειδή αυτός ήταν από πίσω της και δεν του πειτρεπόταν να ατενίζει κανένα στα μάτια. Το μόνο που μπορούσε να εισπράξει ήταν κάποιες ματιές όταν το μαστίγωνε, κατόπιν διαταγής της Αφέντρας. "Και τώρα οι δύο μας.", ήταν σα να του έλεγε, μόνο που δεν το εξέφραζε με λέξεις. Τα εκφραστικά της μέσα ήταν τα μάτια και το μαστίγιό της.

    Αυτή η επικοινωνία του άρεσε. Τώρα συνειδητοποιούσε ότι είχε έρθει σε στίξη πολλές φορές. Δεν ήταν μόνο ο πόνος. Γι'αυτό την είχε ρωτήσει να του πει το όνομά της, κάτι που ήταν μια φορμή να τιμωρηθεί αρκετά σκληρά. Για αυτόν θα ήταν η επιστάτρια και για την Αφέντρα η σκλάβα. Ρόλοι διακριτοί που ο καθένας θα έπρεπε να τους ξεχωρίσει μια για πάντα.

    Το κλειδί γύρισε στην πόρτα. Από τον ήχο του τακουνιού κατάλαβε ότι ήταν η Αφέντρα. Η επιστάτρια, σαν σκλάβα που ήταν φόραγε παπούτσια που δεν έκαναν θόρυβο. Ένα δεύτερο ζευγάρι τακούνια όμως ακούστηκαν. Μπήκαν μέσα στο σαλόνι, περιηγήθηκαν λίγο και κάθησαν απότομα σε ένα καναπέ. Ο τρόπος συμπεριφοράς έδειχνε άτομο που είχε εξοικείωση με το χώρο και με το άτομο. Είχε ξαναέρθει, λοιπόν, σε αυτό το χώρο, και ήταν φίλη της Αφέντρας. Ο διάλογός τους επιβεβαίωσε τις σκέψεις του.

    "Καφέ;", είπε η Αφέντρα. "Ναι αν θέλεις.", απάντησε η άγνωστη γυναίκα. "Θα στο κάνω μόνη μου γιατί λείπει η σκλάβα μου, έχει πάει στη δουλειά της. Άμα ήθελες να έφερνες τη δικιά σου.", λέγοντας αυτά είχε σχεδόν ετοιμάσει τον καφέ, πέταξε το μπρίκι στο νεροχύτη και έφερε το φλυτζάνι στη φίλη της. Πρέπει να έβαλε για τον εαυτό της ένα ποτό. "Ψάρεψα όμως ένα σκλάβο χτες. Τον έχω μάλιστα εδώ. Σε περίπτωση που θα ήθελες να "παίξεις" μαζί του. Εγώ θα το χειριστώ αργότερα, το σκλαβάκι μου του μαθαίνει τα χρειώδη. Δεν έχει ακόμη γίνει σκλάβος.", είπε στη φίλη της.

    Σε δύο ώρες θα επέστρεφε και η σκλάβα της, θα μπορούσαν να έπαιζαν όσο ήθελαν, άκουσε να λένε οι δύο Αφέντρες. Θα ήταν και αυτός μέσα στο παιχνίδι; Δεν ήξερε. Θα το μάθαινε αργότερα. Θα το δοκίμαζε η νέα Αφέντρα; Προς το παρόν άκουγαν μουσική και ξεκουράζονταν. "Εδώ τον έχεις!", είπε η νέα Αφέντρα πυ στο μεταξύ είχε πλησιάσει στο κλουβί του, "Και έχει και ωραία σημάδια, ειδοκά στα οπίσθια και στην πλάτη. Αν και εγώ θα του έκανα καλύτερα. Νομίζω ότι η σκλάβα σου δεν ξέρει τέλεια τη δουλειά της.". "Αν την ήξερε τέλεια θα ήταν Αφέντρα." και ένα γέλιο ακούστηκε και από τις δύο. "Άμα θέλεις μπορώ να της τη μάθω εγώ. Με το... αζημίωτο βέβαια.", είπε η νέα Αφέντρα, χτυπώντας ένα μαστίγιο στον αέρα.

    Ποιο αζημίωτο; Πλησίασε στην Αφέντρα η φίλη της, σιγά-σιγά, και ακούστηκε ένα φυλί στο στόμα της. Η ατμόσφαιρα έγινε ξαφνικά πολύ βαριά. Κάτι σαν "εντάξει" είπε η Αφέντρα, ανάμεσα στα βογγητά της. Ήταν φανερό ότι έκαναν έρωτα. Δεν ήταν μόνο φίλες, ήταν και ερωμένες, μάλλον περιστασιακά. Για καιρό άκουγε τα ελατήρια του καναπέ να "τυρανιούνται", κατάλαβε ότι ο κύβος ερίφθη. Η επιστάτρια θα έπαιρνε κάποια ιδιαίτερα και μάλλον εντατικά μαθήματα.

    "Είναι η ώρα της. Το μπαρ δεν είναι μακριά από εδώ. Άργησε", είπε η Αφέντρα. "Δεν πειράζει, μωρό μου, θα την κανονίσω εγώ, εσύ αφήσου πάνω μου.", έλεγε ενώ της έδινε δύο ρουφηχτά φιλιά. Μπο΄ρούσε κανείς να μυρίσει έυκολα τον οργασμό που είχαν οι δύο γυναίκες. "Ποιος κάνει κουμάντο εδώ;", ρώτησε ξαφνικά η νέα Αφέντρα. "Εσύ, γλυκιά μου.", της είπε η φίλη της εντελώς αποφασιστικά. Το κουδούνι χτύπησε. Η Αφέντρα ρώτησε ποιος είναι και είπε στη φίλη της ότι είναι η σκλάβα της, προσδιορίζοντας ότι άργησε δένα ολόκληρα λεπτά. Δεν ήταν ανάγκη να φτιαχτεί, την ήξερε, γυμνή και ντυμένη, ας την έβλεπε ακόμη μια φορά γυμνή, δεν πειράζει. Το μόνο που τόνισε ήταν: "Στην αφήνω πάνω σου!".

    Άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ, η σκλάβα έκανε ένα γρήγορο βήμα προς τα εμπρός. Ξαφνικά σταμάτησε. Έπεσε στα γονατά της. Περίμενε εντολές. Αυτός το σαβουάρ βιβρ, απ'ότι κατάλαβα, όταν υπήρχαν ξένοι στο σπίτι. Η Αφέντρα πήγε κοντά της, της σήκωσε το κεφάλι και μετά από τα μαλιά την οδήγησε στη φίλη της. "Δικιά σου!", της είπε, έκανε πίσω και κάθησε σε μια πολυθρόνα ρίχνοντας το κορμί της απότομα προς τα κάτω. "Δικιά μου, όπως θέλω εγώ!", είπε η νέα Αφέντρα και γέλασε δυνατά.
    (συνεχίζεται)
     
  5. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    "Δικιά μου όπως θέλω εγώ", αυτά τα λόγια έμειναν στο κεφάλι της σκλάβας. Τη διέταξε να γδυθεί. Το έκανε αμέσως, βάζοντας τα ρούχα της, με τάξη, σε μια άκρη. Η νέα Αφέντρα, ασ τη λέμε Κυρία, πλήσίασε κοντά της, και της έβαλε ένα κολάρο και ένα λουρί. Περπάταγε προς το δωμάτιο όπου την προηγούμενη μέρα είχε τιμωρηθεί και εκπαιδευθεί ο σκλάβος. Φόραγε δύο ψηλοτάκουνα παπούτσια, έκαναν ένα συγκεκριμένο θόρυβο, λίγο επιβλητικό, το θόρυβό της. "Να μην βγάλουμε και τον άλλο, να βλέπει τι πρόκειται να πάθει; Τι λες;", είπε στη φίλη της η Αφέντρα. Αυτή κοντοστάθηκε και διέταξε τη σκλάβα να πάει και νε φέρει το σκλάβο.

    Η σκλάβα πήγαινε αργά, σα να μην ήθελε να πάει. Πράγματι δεν ήθελε να τη βλέπει ο σκλάβος να την τιμωρούν. Αυτή όμως η καθυστέρηση εκνεύρισε την Κυρία και το μαστίγιό της το κατέβασε με όλη της τη δύναμη στην πλάτη της σκλάβας. Αυτή κατάλαβε ότι δε έπρεπε να καθυστρεί. Γρήγορα-γρήγορα πήγε στο κλουβί, το άνοιξε και έβγαλε έξω το σκλάβο. Τραβώντας τον από το κολάρο του ψυθίρισε. "Έχεις την ευκαιρία να με δεις να με τιμωρούν. Μπορεί να σου αρέσει, όμως κάποια άπό αυτά θα πάθεις και εσύ.", προχωρούσε μπροστά αυτή και πίσω ο σκλάβος, και οι δύο στα τέσσερα. Όταν έφτσαν στην είσοδο του δωματίου ένα ξερό "εδώ" ήταν αρκετό να σταματήσουν, να κοκκαλώσουν.

    "Εσύ έλα εδώ", είπε στη σκλάβα, "έχω να σου μάθω κάποια πράγματα παραπάνω. Θα πρέπει να ντρέρπεσαι που δεν έκανες καλά τη δουλειά σου χτες. Σημάδια ήταν αυτά; Θα σου δείξω. Θα βλέπεις το μαστίγιο πως το κρατώ και το διευθύνω και το σώμα σου θα σου διδάξει πόση δύναμη θα πρέπει να βάζεις.", λέγοντας αυτά τη σήκωσε και την έσπρωξε σε ένα μέρος του τοίχου που ήταν πιο άγριος, σαν πετρώδης. Της έδεσε τα χερια στους κρίκους τόσο σφιχτά που με τις μύτες των ποδιών της στεκόταν όρθια. Της σήκωσε το κεφάλι. Έπρεπε τώρα να βλέπει, να μαθαίνει. Μετά, όταν θα την τιμωρούσε δε θα έβλεπε! Ο σκλάβος επίσης μπορούσε να βλέπει, ίσως μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που μπορούσε να μην έχει το κεφάλι χαμηλωμένο.

    Πήγε πιο μακριά. Έπιασε το μαστίγιο με το δεξί χέρι, το έφερε κοντά στο κεφάλι της και σιγά-σιγά το έφερε στο σώμα της σκλάβας. Το σώμα της ήταν τεντωμένο και τα στήθη της προεξείχαν, φαίνονταν πιο όμορφα. Τη δεύτερη φορά, το έφερε στην ίδια θέση, όμως με αστραπιαία ταχύτητα το κατέβασε στην αριστερή πλευρά του σώματος της σκλάβας, κάνοντας μια χαραξιά, σχεδόν ροζ. Αυτή πόνεσε, οπισθοχώρησε και αμέσως τινάχτηκε προς τα εμπρός. Τη χτύπησε το μαστίγιο και αμέσως μετά ο τοίχος. Δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, συνολικά δέκα φορές κατέβηκε το μαστίγιο, έτσι ώστε να κάνει ένα όμορφο αυλάκι, σχετικά βαθύ, με χρώμα από το ροζ προς το κόκκινο.

    Μετατοπίστηκε λίγο δεξιά η Κυρία και βρήκε ακριβώς το συμμετρικό σημείο. Το μαστίγιο κατέβηκε με τόση δύναμη που η σκλάβα έπνιξε ένα βογγητό. Τινάχτηκε πάλι όπως πριν. Ήξερε ότι έπρεπε να προσέχει, αν παραπατούσε θα δημιουργούσε κάκωση στον αστράγαλό της. Και αυτό δεν το ήθελε κανείς. Την τέταρτη φορά που κατέβηκε το μαστίγιο στη δεξιά πλευρά της, έπνιξε ένα πιο βαθύ βογγητό. Άλλες επτά φορές το μαστίγιο κατέβαινε στο σώμα της, στο ίδιο ακριβώς σημείο. Όσο και αν προσπαθούσε να το αποφύγει, όταν για πάρα πολύ λίγο χαλάρωνε η Κυρία έβρισκε τον τρόπο να βρει το δρόμο και να το κατεβάσει εκεί που έπρεπε. "Κρίμα που δεν έφερα τη σκλαβίτσα μου μαζί. Θα γλύτωνα από πολλή δουλειά", είπε. Δεν ήταν ότι βαριόταν ή ότι δεν ήθελε. Ήξερε ότι με αυτό, λέγοντας αυτά τα λόγια, θα ταπείνωνε πιο πολύ τη σκλάβα. Να τιμωρεί μια σκλάβα μια άλλη σκλάβα δεν είναι και το πιο... ευχάριστο, για τη δεύτερη.

    Η Αφέντρα πλησίασε, σιγά-σιγά. Ήταν και αυτή γυμνή, μόνο με τις γόβες της. Αγκάλιασε τη φίλη της. Τη φίλησε στο στόμα. Αυτή ανταπόδωσε το φιλί και την κοίταξε με νόημα. Ήταν σα να έλεγε ότι το κάνει για αυτή και ότι αυτή τη δουλειά της την αφιερώνει. "Να μην κάνουμε και μια στη μέση;", ρώτησε. Η απάντηση ήταν μια δυνατή ριπή με το μαστίγιο ανάμεσα στα στήθη της σκλάβας που είχαν ορθωθεί, ήταν σε στύση, βλέποντας την Αφέντρα της και, ιδίως, παρατηρώντας πόσο το χαίρεται. Το βλέμμα της σάρωσε το χώρο και έφτασε στο σκλάβο. Έβλεπε ότι την κοιτάζει. Αυτό δεν της άρεσε. Δεν ήθελε αυτή τη ματιά πάνω της. Με ένα χαμόγελο ήταν σα να του έλεγε ότι είχε να πάθει και αυτός, αλλά μετά.

    Το χαμόγελο έσβησε απότομα όταν η δεύτερη, η τρίτη ριπή, ακολουθούμενες από δέκα συνολικά ριπές, όλες δυνατές, ανάμεσα στα στήθη της. Ο σκλάβος έβλεπε κάτι σα φόρεμα που είχε σχεδιαστεί στο σώμα της. Καταλάβαινε ότι θα πάθαινε και αυτός τα ίδια. Τα ίδια ή χειρότερα; Η σκλάβα έτρεμε. Μόλις κρατιόταν στα πόδια της. Όμως η ιδέα ότι η Αφέντρα της το ευχαριστιόταν, αυτό της έδινε χαρά. Πράγματι η Αφέντρα της ήρθε κοντά της, τη χάιδεψε, τη φίλησε, "Να μην κάνουμε λίγο στη μέση και στα πόδια, τι λές;", τη ρώτησε, κάνοντας νόημα στη φίλη της.

    Πήγε πάλι πίσω από τη φίλη της, την αγκάλιασε, τα στήθη της ακουμπούσαν στην πλάτη της, τα χείλη της εξερευνούσαν το πίσω μέρος του κεφαλιού της, κοντά στο αυτί της. Αυτή ρίγησε. Αυτή η επαφή μπορούσε να της αποσπάσει την προσοχή από τη δουλειά της. Και είχε ακόμη πολλή δουλειά να κάνει. Με ένα επιδέξιο ελιγμό έφερε το μαστίγιό της έτσι ώστε να της μαστιγώνει τη μέση. Η σκλάβα κουνιόταν πότε δεξιά πότε αριστερά, ήθελε να αποφύγει τα χτυπήματα, αλλά ματαίως. Σε πολύ λίγο χρόνο είχαμε μια ωραία ζώνη. "Θα πάμε για το σορτσάκι τώρα.", είπε. "Μη φοβάσαι, αύριο η σκύλα έχει ρεπό.", είπε τόσο δυνατά η Αφέντρα για να το ακούσει και η σκλάβα και ο σκλάβος, κοιτάζοντας τη σκλάβα της με νόημα, σα να της έλεγε ότι το κάνει για αυτή.

    Ένα "σορτσάκι", δηλαδή δύο ρίγες παράλληλες, η μία κάτω και η άλλη πιο πάνω, βαθιές και σχεδόν κόκκινες. Δε κάθε πόδι. Ότι πιο όμορφο είχε δει. Η Αφέντρα πλησίασε ξανά. Της έλεγε κοπλιμέντα του στιλ "πόσο ωραία είσαι", τι όμορφα σημάδια σπυ έκανε", την αγκάλιασε, της έλυσε τα χέρια και τη διέταξε αυστηρά να μείνει όρθια. Της είπε να γυρίσει, με την πλάτη προς τα έξω. Έδεσε τα χέρια της, όχι όμως τόσο δυνατά όσο πριν. Τα χείλη της πήγαν στην πλάτη της, τα χέρια εξερευνούσαν το σώμα της, μπροστά, τις χαραξιές της, με το δάχτυλό και πού και που μτο νύχι της ακούμπαγε την πληγή της. Έγλειψε λίγο το αυτί της και μετά τη ρόγα της. Έβαλε σε κάθε ρόγα ένα clip. "Τώρα σε αφήνω σε αυτή. Τώρα αρχίζει η τιμωρία σου, σκύλα. Μετά όμως θα είναι πιο ικανή και πιο καλή. Θα τα πούμε μετά.", της είπε σχεδόν τραγουδώντας.

    Τα βήματά της χάθηκαν στο μέσα δωμάτιο. Ένα πιο λεπτό μαστίγιο κατέβαινε πιο δυνατά στο σώμα της. Κάθε φορά τινασόνταν μπρος και μετά πίσω. Χτύπαγαν οι ρόγε και τα clips στον πετρώδη τοίχο και αυτόματα οπισθοχωρούσε. Φαίνεται ότι είχε κάνει ένα V, τόσο βαθύ όσο και εμπρός. Ίσως πιο βαθύ. Κάθε φορά νόμιζε ότι της ξέσκιζε τη σάρκα. Αλλά αυτό ήταν μια ιδέα της.

    Μια περίεργη διακοπή και μια βίτσα πλέον ανέλαβε να κάνει ένα μικρό κοτλέ τα οπίσθιά της. Πόναγε πολύ. Σκεφτόταν μόνο ότι παθαίνει ότι παθαίνει για την Αφέντρα της και αναπολούσε την ώρα που θα κοιμόταν δίπλα στο κρεβάτι της. Τα μάτια της ήταν υγρά. Αλλά δεν ήθελε να κλάψει, δεν επιτρεπόταν. Αιφνιδιαστικά η Κυρία σταμάτησε να την τιμωρεί. Πλησίασε. Τη χάιδεψε και της έλυσε τα χέρια. Η σκλάβα σωριάστηκε κάτω. Έφυγε και την άφησε έτσι να ξεκουραστεί. Ήξερε και η ίδια ότι μετά είχε δουλειά. Έπρεπε να "περιποιηθεί" το σκλάβο, να του μάθει πράγματα. Άκουγε τις δύο φίλες που φιλιόντουσαν και γέλαγαν με ευχαρίστηση. Ο σκλάβος θα ήταν εκεί και θα περίμενε.
    (συνεχίζεται)
     
  6. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Οι δύο φίλες έπιναν ήσυχες το ποτό τους ακούγοντας μια απαλή μουσική. Εντελώς ξαφνικά η Κυρία ρώτησε την Αφέντρα αν θα μπορούσε να δανειστεί τη σκλάβα της και μετά το σκλάβο της, αν αυτό ήταν δυνατό, αν το ήθελε η ίδια. Ουσιαστικά ήταν τώρα ιδιοκτησία της και αυτή κανόνιζε. "Και γιατί να μην κάνουμε ένα πάρτι; Να φέρουμε εδώ τις δύο κολητές μας με τα σκλαβάκια τους;", αντέκρουσε η Αφέντρα και κοίταξε με νόημα την Κυρία. Έσκυψε, τη φίλησε στα χείλη, η γλώσσα της προσπάθησε να βρει αυτή της Αφέντρας, δεν μπόρεσε με την πρώτη, αλλά στο τέλος γεύτηκε τη μυρουδιά της. Αναγνώρισε ότι είχε καλές ιδέες. Χάιδεψε το στήθος της και μετά το αιδείο της. Είχαν και οι δύο έρθει σε στύσει. Είχαν ξεχάσει τα σκλαβάκι που περίμεναν κουλουριασμένα στο πάτωμα, να ασχοληθούν μαζί τους.

    Για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα η μία χάιδευε την άλλη, αλλά το πάνω χέρι το είχε τελικά η Κυρία. Ήταν η πιο κυρίαρχη παντού. Στο αυταρχικό, στον έρωτα, στη φιλία. Κοίταξε το ρολόι της και με μια κίνηση σηκώθηκε. "Πρέπει να φύγω, μωρό μου. Εσύ έχεις να ασχοληθείς με τα σκλαβάκια σου εδώ. Όταν τελειώσεις με τον καιούργιο, φώναξέ με", της είπε, όταν είχε πλέον ντυθεί και ήταν έτοιμη να φύγει. Της έδωσε ένα πεταχτό φιλί, κάλεσε το ασανσέρ, μπήκε μέσα και έφυγε.

    Η Αφέντρα έβαλε μια ρόμπα. Πήγε στο "δωμάτιο εκπαίδευσης" όπως το έλεγε, πήρε μια βέργα, έριξε μια όχι και τόσο δυνατή στην πεσμένη σκλάβα της. Αυτή κατάλαβε και σηκώθηκε. Έμεινε στα τέσσερα και περίμενε εντολές. Της είπε να σχοληθεί με το σκλάβο, να του δείξει τι θέλει να πει τιμωρία και αύριο να είναι έτοιμος να την υπηρετήσει. Πρώτα δοκιμαστικά και μετά βλέπουμε.

    Τα σημάδια στο κορμί της σκλάβας ήταν ακόμα εμφανή. Μπορούσε κανείς να δει το ζωντανό χρώμα τους. Πήρε ένα μεγάλο μαστίγιο, ακόυμπησε με αυτό το σκλάβο και του έδψσε να καταλάβει ότι θα έπρεπε να σηκωθεί. Τον έδεσε με την πλάτη στον τοίχο, δεν τέντωσε πολύ τα πόδια του, ήθελε να του δώσει ευκαιρίες να αποφύγει τα χτυπήματα, έτσι θα δοκίμαζε την τεχνική της. "Θα σε συμβούλευα, μωρό μου, να μην κουνηθείς πολύ. Όσο λιγότερο με κουράσεις τόσο λιγότερο κακιά θα είμαι. Και θα πονέσεις λιγότερο ή δε θέλεις;", το ρώτησε. Με τη λαβή του μαστιγίου του χαμήλωσε το κεφάλι, δεν είχε την εξουσιοδότηση να βλέπει.

    Απομακρύνθηκε. Πήγε δεξιά και άρχισε να το μαστιγώνει οριζόντια. Την πρώτη φορά που το μαστίγιο έπεσε πάνω του έκανε να ουρλιάξει, αλλά θυμήθηκε ότι αυτό θα ήταν σε βάρος του διότι θα τον τιμωρούσε και για αυτό. Από ένστικτο έκανε να στίψει δεξιά, αλλά το μαστίγιο έπεσε με μεγαλύτερη δύναμη πάνω του. Σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα είχε γεμίσει με οριζόντιες κόκκινες γραμμές από τη μέση και πάνω. Η επιστάτρια πλησίασε και του είπε σχεδόν στο αφτί του: "Αυτό που σου έλεγα.".

    Θυμήθηκε ότι του είχε πει ότι θα πάθει τα ίδια ή χειρότερα. Τελικά η δεύτερη περίπτωση θα γίνει πραγματικότητα, σκέφτηκε και αποφάσισε να κάνει υπομονή. Συνέχισε το έργο της στα πόδια του και τον έκανε πολλές φορές να χοροπηδά για να αποφύγει το μαστίγιο. "Θα συνηθίσεις", του είπε.

    Του έλυσε και τον "γύρισε". Η πλάτη του τώρα ήταν όλη δική της. Εδώ έκανε ένα ωραίο V, φαίνεται ότι αυτό της άρεσε περισσότερο. Χρησιμοποιήσε ένα πολύ λεπτό μαστίγιο που τον έστελνε κατευθείαν στον τοίχο για να γυρίσει πίσω αφού είχε χτυπήσει στο ανώμαλο τοίχωμα. Μετά από μία ώρα περίπου σταμάτησε. Φαίνεται ότι η Αφέντρα ήρθε και έκανε κάποιες παρατηρήσεις. Πρέπει να έμεινε ευχαριστημένη γιατί άκουσε πολλές φορές το "ευχαριστώ" να συνοδεύεται από το "Αφέντρα".

    "Να τον πάρεις και να τον ξυρίσεις όλον. Δε θέλω τρίχες να έχει καθόλου. Αύριο θα είναι έτοιμος να με υπηρετήσει. Μπορούμε να το λέμε από τώρα σκλάβο, νομίζω.", είπε και πήγε να πιει μια γουλιά από το ποτό της. "Αυτές θα είναι γιαρχή οι τιμωρίες σου αν παρακούσεις τους κανόνες. Κατάλαβες;". Έγνεψε πως, ναι. Το "μπράβο" της συνοδεύτηκε από ένα δυνατό τσίμπημα στις ρόγες του που τον έκαναν να τιναχτεί λίγο πάνω. Το γέλιο της τον ξανέφερε στην πραγματικότητα.

    Τον έλυσε και στα τέσσερα, όπως πάντα, τον οδήγησε στο μπάνιο. Εκεί το βοήθησε να ξυρίσει ότι είχε μείνει. Στο τέλος, όταν σκουπήστηκε, του έδειξε τα πόδια της, κατάλαβε ότι ήθελε να τα περιποιηθεί. Έσκυψε και τα έγλυψε, δάχτυλο προς δάχτυλο, μετά όλα τα δάχτυλα μαζί, την πατούσα από κάτω και, ξεκινώντας από εκεί έφτασε μέχρι τα γόνατα, μέχρι εκεί του έδινε τη δυνατότητα.

    Τώρα ήταν έτοιμος να υπηρετήσει. Να υπηρετήσει γενικά, όποια του υπεδείκνυαν. Τον οδήγησε στο κλουβί του, αύριο θα τον περίμενε μια μεγάλη μέρα: θα τον τσεκάριζε η Αφέντρα. Αύριο θα τη γνώριζε καλά.
    (συνεχίζεται)
     
  7. hugger

    hugger Regular Member

    john slave96 πραγματικα απολαυστικο !!!!
     
  8. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Κατά τη διάρκεια της νύχτας κάποιες σκέψεις το βασάνιζαν. Γιατί τόσο εύκολα παραδόθηκε; Γιατί τόσο εύκολα ολοκληρωτικά; Μήπως θα τον περάσουν για εύκολο; Μήπως δε θα τον πάρουν στα σοβαρά;

    Στο νου του ήρθε αυτή η πρώτη στιγμή που την είδε να μπαίνει στο μπαρ με την παρέα της. Ο τρόπος που περπάταγε, ο τρόπος που κανόνιζε που θα καθίσουν όλοι και που τελικά αυτή, όλα αυτά τον μαγνήτισαν. Όταν μάλιστα κάθησε δίπλα του, στο διπλανό τραπέζι, για μια στιγμή όταν συναντήθηκαν τα βλέμματά τους, του φάνηκε ότι σα να τον κάρθωνε ή σα να τον τεστάριζε, να δει τι είναι. Πολλές φορές στο λεωφορείο ή στο μετρό είχε παρατηρήσει γυναίκες, που θα μπορούσαν να είναι και Αφέντρες, και προσπαθούσε να μαντέψει αν είναι ή όχι. Είχε παρατηρήσει κάποιες κινήσεις που πρόδιδαν συμπεριφορά αυταρχική, χωρίς αυτό να σήμαινε ότι θα ήταν οπωσδήποτε Αφέντρες.

    Στην περίπτωση αυτή όλες οι κινήσεις της πρόδιδαν μια Αφέντρα. Η δήθεν απροσεξία της για να τη βοηθήσει να πιάσει αυτό που έπεσε, η φράση της "έτσι έπρεπε" -αν θυμάται καλά- που μπήκε κατευθείαν στο ψητό, του έκαναν ένα κλικ και το μαγνήτισαν. Τα επόμενα ήταν άμεση συνέπεια των προηγουμένων όπως και του ξυπνήματος της υποτακτικής του φύσης που ήταν σε λήθαργο. Η πολύ καλή παρουσία της, διακριτική, χωρίς να διακυρήσσει ότι θέλει σκλάβο, αυτό το γοήτεψε ακόμη. Η σκλάβα της που του έδινε οδηγίες, αυτή η διαδικασία του έδωσε να καταλάβει ότι είχε να κάνει με μια σοβαρή υπόθεση και όχι με ένα παιχνίδι. Άρα μάλλον θα τον ήθελαν για σκλάβο τους και όχι για ένα παιχνιδάκι μιας χρήσης.

    Το πρωί, η σκλάβα άνοιξε την πόρτα του κλουβιού του και του έδειξε να πάει στο μπάνιο να πλυθεί. Ήταν η μόνο στάση που του επιτρεπόταν να είναι όρθιος. Η επιστάτρια είχε ακόμα τα σημάδια στο σώμα της από τη χτεσινή εκπαίδευσή της. Και αυτός θα πρέπει να είχε διατηρήσει αρκετά. Την είδε να ερευνά τα σημάδια του και δείχνει ικανοποιημένη. "Άμα θέλεις να μιλήσεις θα πρέπει να ζητήσεις την άδεια και αν στην δώσουν, τότε θα απευθύνεις το λόγο.", του είπε και χάιδεψε με το δάχτυλό της κάποια από τα σημάδια του. Σκουπίστηκε και βγήκε από την μπανιέρα. Το χέρι της επιστάτριας ήταν τεντωμένο. Το πήρε ευγενικά και το φίλησε με το κεφάλι χαμηλωμένο.

    Με το ίδιο χέρι του έβαλε το κολάρο και στα τέσσερα, βγήκε από το δωμάτιο. Η Αφέντρα θα έπρεπε ακόμα να κοιμάται. Έδεσε την άκρη του λουριού του στον καναπέ. Πήγε και έφερε ένα μαστίγιο, σχετικά απαλό. "Απλά να σε ζεστάνω. Προσωρινά θα είσαι το σκαμπό της. Μετά θα σου δείξει η ίδια. Εγώ θα φύγω για να πάω στη δουλειά. Θα γυρίσω μετά από έξι ώρες. Αν έρθει παρέα θα πρέπει να φερθείς κόσμια, όπως ένας σκλάβος", του είπε. "Μπορώ να σας ρωτήσω", τόλμησε. "Όχι", του είπε και άρχισε να το μαστιγώνει σε όλη την πλάτη του. Θα έπρεπε να ήταν κόκκινη ή τουλάχιστον ροδαλή, ομολογουμένως ένα όμορφο χρώμα.

    Σταμάτησε και πήγε να φέρει τα διάφορα σύνεργα. Μετά σέρβιρε το πρόγευμα. Φαίνεται ότι ήταν η ώρα που ξυπνούσε η Αφέντρα τους και όλα θα έπρεπε να ήταν έτοιμα. Εξαφανίστηκε. Πήγε σε ένα δωμάτιο και μετά από λίγο επέστρεψε για να εμφανιστεί σχεδόν αμέσως η Αφέντρα αγουροξυπνημένη. Κάθισε στην καρέκλα της και έκανε νόημα να φέρει το σκλάβο δίπλα της. Ακούμπησε τα πόδια της και το τασάκι της. Προφανώς δεν ήθελε να έχει δίπλα της τις στάχτες από τα τσιγάρα της. Η επαφή με τα πόδια της, με το δέρμα της, ήταν η πρώτη επαφή τους. Τον έκανε να έχει τρέμουλο που θα πρέπει να το παρατήρησε η Αφέντρα γιατί πίεσε πιο πολύ την πλάτη του. Είχε τελειώσει το πρόγευμά της και η σκλάβα της τής πήρε το σερβίτσιο, άφησε μόνο τον καφέ. Άνοιξε το παράθυρο της βεεράντας και πήγε να αλλάξει για να φύγει, να πάει στη δουλειά της.

    "Κούκλα είσαι", της είπε. Αυτή πλησίασε, την αγκάλιασε απαλά, έβαλε το χέρι της κάτω από τη φούστα της. "Τι είναι αυτό; Βγάλε αμέσως αυτό το εσώρουχο θέλω σήμερα να δουλέψεις και να είσαι γυμνή από κάτω". Με τα νύχια της τής τσίμπησε τη δεξιά ρόγα της τόσο όσο χρειαζόταν για να δείξει ότι πονάει. Η σκλάβα της έβγαλε μπροστά της το εσώρουχό της, το άφησε εκεί όπου άφηνε τα ρούχα της, την ευχαρίστησε και έφυγε. "Και μην αργήσεις πάλι, δε θέλω να έχουμε τα ίδια", ήταν τα λόγια της που την συνόδευσαν μέχρι κάτω.

    Πήγε να καθίσει στον καναπέ της, μαζί της πήρε το φλυτζάνι με τον καφέ. Με μια μικρή κλοτσιά έδωσε να καταλάβει στον σκλάβο να την ακολουθήσει. Κάθισε δίπλα της στα τέσσερα και με το κεφάλι σκυφτό. "Και τώρα οι δύο μας", του είπε. "Θα σου επιτρέψω μια φορά για πάντα νε με δεις, μετά θα πρέπει πάντα να έχεις το κεφάλι σου σκυφτό, όχι μόνο σε έμενα, αλλά σε όλους". Του σήλωσε το κεφάλι, τον κοίταξε καλά-καλά. Μετά απότομα με το χέρι της το κατέβασε εκεί που έπρεπε να ήταν.

    Του έδειξε το παπούτσι της. Άρχισε να το καθαρίζει με τη γλώσσα του όσο πιο καλά μπορούσε. "Βγάλε το δεξί με το στόμα σου", του είπε κάνοντας μια χαρακτηριστική κίνηση, σα να ήθελε να του πει τι θα σήμαινε αυτή η κίνηση. Του έδειξε τα τπόδι της και με το δάχτυλο της του έδειχνε που θα την περιποιόταν. Ακούμπησε το γυμνό πόδι της στην πλάτη του. Του έκανε την κίνηση όπως πριν για να του δείξει ότι ήθελε να της βγάλει και το άλλο παπούτσι. Υπάκουσε και κατόπιν υπόδειξής της άρχισε να της γλείφει το πόδι της. "Βάλτο τώρα με το στόμα, κατά προτίμηση", είπε, κάνοντας μια διαφορετική κίνηση. Υπάκουσε και έβαλε και το άλλο, όπως του υπέδειξε. "Τελικά, μαθαίνεις εύκολα. Θα γίνεις καλός σκλάβος. Αν πας καλά θα σε δανείσω σε άλλες Αφέντρες. Αυτό το κάνω για λόγους αβρότητας, όχι επειδή σε έχω βαρεθεί. Αν σε βαρεθώ θα σε πετάξω έξω. Ελπίζω μέχρι το πάρτι να έχεις μάθει αρκετά. Μεθαύριο θα φύγεις, άρα δεν πρέπει να χάνουμε το χρόνο μας".

    Σηκώθηκε, τον τράβηξε από το λουρί και πήγε προς την μπαλκονόπορτα. Είχε μια καταπληκτική θέα προς την Ακρόπολη. Ξαφνικά έκανε μεταβολή. Πήγε, μαζί με το σκλάβο της, προς την έξοδο. Εκεί ήταν το τηλέφωνο. Σχημάτισε έναν αριθμό. Όταν το σήκωσαν απ'την άλλη άκρη της γραμμής, μίλησε με μια γυναίκα. "Έλα μωρό μου, έχω εδώ το σκλάβο μου, θέλεις να τον ακούσεις;". Φαίνεται ότι η άλλη είπε ναι, γιατί άφησε το ακουστικό κάτω, του έδεσε το λουρί σφιχτά σε έναν κρίκο, τα χέρια πίσω στην πλάτη του και έφερε το μαστίγιο. Ξεκίνησε να τον χτυπά μαλακά στην πλάτη, μετά από την τρίτη φορά με αρκετή δύναμη. Όταν κουράστηκε πέταξε το μαστίγιο στην πλάτη του, και άφησε να πέσουν δύο μεταλικά clips στο πάτωμα. Καβαλήκεψε το σκλάβο και τα έβαλε στις ρώγες του.

    Σηκώθηκε, έφερε μια βίτσα και συνέχισε να το χτυπά στα πόδια. Η βίτσα έκανε ένα χαρακτηριστικό ήχο κάθε φορά και έναν όμορφο ήχο όταν ακούμπαγε το δέρμα με δύναμη. Θα έπρεπε να ήταν παντού κόκκινος. Από το τηλέφωνο άκουγε φωνές ή αναστεναγμούς της γυναίκας. Κατάλαβε ότι της άρεσε. Η Αφέντρα πήρε το τηλέφωνο και τη ρώτησε αν της άρεσε. "Πραγματικά; Τότε θα στο φέρω κάποια στιγμή", της είπε. Αφού έκλεισε το τηλέφωνο πήγε να φέρει δύο κεριά. Δεν πέρασαν πολλά λεπτά και χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσε και απάντησε με σοβαρό ύφος. "Ναι τον έχω εδώ. Δεν πιστεύω να θέλεις τίποτε. Όταν σου είχα ζητήσει τη σκλαβίτσα σου, όταν η δική μου ήταν άρρωστη, με έγραψες κανονικά. Η μόνη περίπτωση είναι να έρθεις εδώ. Ναι", είπε και έκλεισε το τηλέφωνο με δύναμη.

    Άναψε τα δύο κεριά και γέμισε όλη την πλάτη του με καυτό κερί. Στην αρχή πόναγε, μετά ήταν γλυκό. Το κουδούνι τάραξε την ησυχία και των δύο. "Ποιος διάολος να είναι τώρα;", είπε πηγαίνοντας προς το θυροτηλέφωνο. Φαίνεται ότι είδε γνωστό πρόσωπο και άνοιξε αμέσως. Το ασανσέρ ανέβαινε αργά και σταθερά. Η πόρτα άνοιξε και μια πολύ ωραία γυναίκα μπήκε μέσα συνοδευόμενη από μια άλλη, η οποία φόραγε ένα κολάρο στο λαιμό της.
    (συνεχίζεται)
     
  9. SM_Art_Lady

    SM_Art_Lady Contributor

    john_slave96 σαν φλυαρία του νερού στα πλαϊνά της βάρκας το βρίσκω!
    Συνέχισε....
     
  10. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Ευχαριστώ Sm Art Lady, πολύ τιμητικό αυτό για εμένα. Ακόμη περισσότερο αφού προέρχεται από μια έξυπνη, γοητευτική και καλλιεργημένη Κυρία.
     
  11. john_slave96

    john_slave96 Contributor

    Αυτή που φόραγε το κολάρο στο λαιμό της, η σκλάβα της Κυρίας που μόλις ήρθε, είχε δεμένα τα χέρια της με μια χεροπέδα δερμάτιν και από ένα λουρί η Κυρία της την οδηγούσε στο σαλόνι. Κατευθήνθηκαν προς το σαλόνι, προφανώς η σκλάβα κάθισε στα πόδια της Κυρίας της, η οποία φάνηκε να ξέρει αρκετά καλά το χώρο. "Στην έφερα να τη δεις και να κάνεις ότι θέλεις μαζί της", είπε στην Αφέντρα. "Αυτό το εκτιμώ ιδιαίτερα, Βίκυ, αλλά θα προτιμούσα να είχε γίνει πιο νωρίς. Να μη τη δούμε χωρίς τόσα ρούχα, τι λες; Δεν είναι δικιά μου σκλάβα", είπε και κοίταξε στα μάτια την Κυρία Βίκυ. Ένα "γδύσου" ήταν αρκετό να βγάλει τη μίνι φούστα της, τα παπούτσια της και, αφού της έλυσε τα χέρια, την μπλούζα της. Από μέσα δε φόραγε τίποτε όπως όλοι οι σκλάβοι για να είναι διαθέσιμη κάθε στιγμή.

    Η Αφέντρα με έπιασε από το λουρί και με οδήγησε κοντά στην Κυρία Βίκυ. "Ανταλλαγή προϊόντων, όπως στις... πρωτόγονες κοινωνίες", είπε γελώντας, "Για να δώ τι λέει η δικιά σου. Από πρώτη όψη ωραίο γκομενάκι είναι. να δούμε αν είναι και ωραίο σκλαβάκι", ολοκλήρωσε πιάνοντας το λουρί της σκλάβας και χαϊδεύοντας την πλάτη της. "Δεν την έχεις μαστιγώσει καθόλου;". "Εδώ και τρεις μέρες καθόλου, δεν είχα κέφια. Κάνε ότι θέλεις, εγώ βρήκα κάτι να παίζω", χάιδεψε τα μαλιά του σκλάβου και άσπρωξε το κεφάλλι του προς τα πόδια της. Φαίνεται ότι της άρεσαν τα σημάδια στην πλάτη και στα πόδια γιατί άρχισε να τα χαϊδεύει. Έκανε νόημα να γλύψει τα πόδια της. Ενώ τα έγλυφε αυτή με τα νύχια της έκανε τέσσερις πράλληλες χαρακιές στην πλάτη του σκλάβου. "Τώρα είναι καλύτερος μου φαίνεται", είπε, γελώντας. "Σε λίγο η δικιά σου θα είναι κανονική σκλάβα", είπε η Αφέντρα.

    Την είχε οδηγήσει στο δωμάτιο. Την είχε λύσει και, αφού την όρθωσε, της έδεσε τα χέρια τόσο σφιχτά που ίσα-ίσα οι μύτες των ποδιών της ακουμπούσαν κάτω στο πάτωμα. "Με τι να αρχίσω;", ρώτησε την Κυρία Βίκυ. Αλλά επειδή αυτή δεν έδωσε απάντηση αμέσως πήγε να πάρει το μαστίγιο με τα επτά λουριά. Απομακρύνθηκε όσο έπρεπε και την χτύπησε την πρώτη φορά τόσο όσο χρειαζόταν για να χάσει λίγο την ισορροπία της. Η δεύτερη φορά ήταν για να προσπαθήσε να τη βρει. Πρέπει να είχε νευριάσει, ίσως επειδή δεν την είχε βασανίσει όταν ήθελε, και τη μαστίγωνε με μανία. Η σκλάβα τιναζόνταν κάθε φορά και μικρές κραυγούλες έβγαιναν από το στόμα της. Φαίνεται ότι δεν ήταν έτοιμη. "Δεν την έχεις γυμνάσει αρκετά. Αν είχα εδώ τη σκλάβα μου θα κάναμε καλή δουλειά.", είπε στην Κυρία Βίκυ. "Εσύ, δηλαδή, λες ότι τον έχεις έτοιμο;", ανταπάντησε η Κυρία Βίκυ, βάζοντας δυο clips στις ρώγες του σκλάβου και τραβώντας τες με δύναμη. Μια μικρή κραυγή του ξέφυγε. Έδεσε ένα λουρί στο αλυσιδάκι που ένωνε τα δύο clips και τραβώντας τον τόν οδήγησε προς το δωμάτιο. Χάιδεψε λίγο την Αφέντρα, απαλά-απαλά στο λαιμό της, πλησίασε στο αυτί της και της ψυθίρισε, "Είναι στο ίδιο επίπεδο, γλυκιά μου, άρα μην υπερηφανεύεσαι".

    Η Αφέντρα σταμάτησε να μαστιγώνει τη σκλάβα, γύρισε, την κοίταξε. "Εγώ τον πήρα πριν δυο μέρες όμως", είπε με τόνο αποφασιστικό. Άφησε να εννοηθεί το "ενώ εσύ...". Δεν το είπε όμως. Η Κυρία Βίκυ σήκωσε λίγο το σκλάβο και τον έσπρωξε προς τον τοίχο. Έπιασε μια βίτσα και άρχιζε να το χτυπά δυνατά. Αν και αυτός είχε σπασμούς δεν έβγαλε ούτε μια κραυγή. Προπάθησε και τα κατάφερε να πνίξει κάθε αίσθημα δυσαρέσκειας. Το χτύπησε πιο δυνατά, ίδια τα αποτελέσματα, ο σκλάβος δε διαμαρτυρόταν καθόλου. Πέτακε τη βίτσα κάτω με δύναμη. Ο κερδισμένος πρέπει να ήταν ο σκλάβος γιατί είχε κερδίσει την εύνοια της Αφέντρας του, με άλλα λόγια την έφερε στην Κυρία Βίκυ για να πάρει η Αφέντρα του την εκδίκησή της.

    Χτύπησε το τηλέφωνο κανά δυο φορές. Την τρίτη το σήκωσε η Αφέντρα. "Καλά θα έρθω, κράτα τους εκεί, εντάξει;", είπε και έκλεισε το τηλέφωνο. "Η σκλάβα μου, μου είπε ότι βρήκε δύο μάλλον σκλαβάκια, άντρες, στο μπαρ που δουλεύει. Αν θέλεις πηγαίνουμε προς τα εκεί να δούμε τι γίνεται", ρώτησε την Κυρία Βίκυ. Τότε ο σκλάβος κατάλαβε πως είχε "στρατολογηθεί. Επέστρεψε, έλυσε τη σκλάβα που ήταν έτοιμη να σωριαστεί κάτω, τη διέταξε να παραμείνει όρθια, κάλεσε το σκλάβο της, τους έδεσε τα χερια πίσω από την πλάτη τους και πολύ σφιχτά μεταξύ τους, τους ανάγκασε να γονατίσουν και με μια αλυσίδα τους έδεσε μαζί και τελικά από τον τοίχο. Δεν το είπε, αλλά ήταν αυτονόητο ότι δεν έπρεπε να κάνουν φασαρία, να μη μιλήσουν και, φυσικά να μην ακουμπήσει ο ένας τον άλλο.

    Ντύθηκαν και φρεσκαρίστηκαν για να πάνε στο μπαρ. "Αν γίνει τίποτε που θα τους πάμε;", είπε η Αφέντρα, "εδώ δεν έχω χώρο. Προσφέρεται ο δικός σου;", ρώτησε την Κυρία Βίκυ. "Καλύτερα στην αποθήκη μου", δεν είναι μακριά από εδώ", είπε. "Αυτούς θα τους κανονίσει η σκλάβα μου", είπε γελώντας από ευχαρίστηση. Βγήκε, κλείδωσε την πόρτα του ασανσέρ και πήγαν για το μπαρ.
    (συνεχίζεται)
     
  12. Leon

    Leon άντε και καλο μεσαίωνα Ork

    Απάντηση: Ο ξαφνικός σκλάβος

    καλα ολο αυτο το σεναριο πρεπει να ειναι τοσο αναλιτικο?