Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. étude

    étude Guest

    Μία παρουσία

    Το σπίτι αυτό δεν είναι άδειο,
    Καθώς σκουπίζω τη σκόνη
    Των παλιών ονείρων,
    Κινούμαι αποφεύγοντας
    Τα απόντα υπάρχοντα
    Και μία παρουσία αισθάνομαι
    Όταν μπροστά περνάω
    Από τον γυμνό τοίχο του καθρέφτη
    Κι ασυναίσθητα μια κλεφτή
    Ρίχνω ματιά στην κενή επιφάνεια
    Πού τη χαμένη σου στέγαζε
    Αντανάκλαση

    Χάρης Ιωσήφ

     
     
  2. stratos83

    stratos83 Regular Member

    «Απιστία»

    Κωνσταντίνος Καβάφης

    Πολλά άρα Ομήρου επαινούντες, αλλά τούτο
    ουκ επαινεσόμεθα .... ουδέ Aισχύλου, όταν φη η
    Θέτις τον Aπόλλω εν τοις αυτής γάμοις άδοντα

    «ενδατείσθαι τας εάς ευπαιδίας,
    νόσων τ’ απείρους και μακραίωνας βίους.
    Ξύμπαντα τ’ ειπών θεοφιλείς εμάς τύχας
    παιών’ επευφήμησεν, ευθυμών εμέ.
    Καγώ το Φοίβου θείον αψευδές στόμα
    ήλπιζον είναι, μαντική βρύον τέχνη:
    Ο δ’, αυτός υμνών, ............................
    ...................... αυτός εστιν ο κτανών
    τον παίδα τον εμόν».

    Πλάτων, Πολιτείας Β΄

    Σαν πάντρευαν την Θέτιδα με τον Πηλέα
    σηκώθηκε ο Aπόλλων στο λαμπρό τραπέζι
    του γάμου, και μακάρισε τους νεονύμφους
    για τον βλαστό που θάβγαινε απ’ την ένωσί των.
    Είπε· Ποτέ αυτόν αρρώστια δεν θαγγίξει
    και θάχει μακρυνή ζωή.— Aυτά σαν είπε,
    η Θέτις χάρηκε πολύ, γιατί τα λόγια
    του Aπόλλωνος που γνώριζε από προφητείες
    την φάνηκαν εγγύησις για το παιδί της.
    Κι όταν μεγάλωνεν ο Aχιλλεύς, και ήταν
    της Θεσσαλίας έπαινος η εμορφιά του,
    η Θέτις του θεού τα λόγια ενθυμούνταν.
    Aλλά μια μέρα ήλθαν γέροι με ειδήσεις,
    κ’ είπαν τον σκοτωμό του Aχιλλέως στην Τροία.
    Κ’ η Θέτις ξέσχιζε τα πορφυρά της ρούχα,
    κ’ έβγαζεν από πάνω της και ξεπετούσε
    στο χώμα τα βραχιόλια και τα δαχτυλίδια.
    Και μες στον οδυρμό της τα παληά θυμήθη·
    και ρώτησε τι έκαμνε ο σοφός Aπόλλων,
    πού γύριζεν ο ποιητής που στα τραπέζια
    έξοχα ομιλεί, πού γύριζε ο προφήτης
    όταν τον υιό της σκότωναν στα πρώτα νειάτα.
    Κ’ οι γέροι την απήντησαν πως ο Aπόλλων
    αυτός ο ίδιος εκατέβηκε στην Τροία,
    και με τους Τρώας σκότωσε τον Aχιλλέα.
     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Καί πάλι

    Φαίδρος Μπαρλάς

    Ὡραῖα ἦταν, λοιπόν, ἐδῶ κάτω΄
    νὰ ξανάρθωμε κάποτε.

    Ὡραία ζωή,
    ὡραῖα πρωϊνὰ κι ἀπογεύματα, ὡραῖα κορίτσια.

    Κύριε, σοῦ χαρίζω τὴν αἰωνιότητα
    γιὰ μία ἀκόμη ζωὴ στὸν ἴδιο πλανήτη.

    Δείξου γιὰ μία φορὰ γενναιόδωρος΄
    ξαναγέμισε ξέχειλο τὸ ποτήρι μου
    πού κοντεύει ν’ ἀδειάσῃ.
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ημίφως

    Ονειρεύτηκα μια φυγή. Κι ονειρεύτηκα
    τις δαντέλες σου, αγνοούμενες στην κρεβατοκάμαρα.
    Κατά μήκος μιας προκυμαίας, κάθε μητέρα
    και τα δεκαπέντε της χρόνια, δίνοντας το στήθος σε μιαν ώρα.

    Ονειρεύτηκα μια φυγή. Ένα «για πάντα»
    ψιθυρισμένο στη σκάλα κάποιας πλώρης,
    ονειρεύτηκα μια μητέρα,
    ένα φρέσκο μάτσο λαχανικά,
    και τo διάσπαρτο προικιό μιας αυγής.

    Κατά μήκος μιας προκυμαίας...
    Και κατά μήκος ενός λαιμού που πνίγεται!

    ( César Vallejo )

    * Απόδοση στα ελληνικά T_S
     
    Last edited: 30 Μαϊου 2017
  5. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Οροφέρνης

    Aυτός που εις το τετράδραχμον επάνω
    μοιάζει σαν να χαμογελά το πρόσωπό του,
    το έμορφο, λεπτό του πρόσωπο,
    αυτός είν’ ο Οροφέρνης Aριαράθου.

    Παιδί τον έδιωξαν απ’ την Καππαδοκία,
    απ’ το μεγάλο πατρικό παλάτι,
    και τον εστείλανε να μεγαλώσει
    στην Ιωνία, και να ξεχασθεί στους ξένους.

    A εξαίσιες της Ιωνίας νύχτες
    που άφοβα, κ’ ελληνικά όλως διόλου
    εγνώρισε πλήρη την ηδονή.
    Μες στην καρδιά του, πάντοτε Aσιανός·
    αλλά στους τρόπους του και στην λαλιά του Έλλην,
    με περουζέδες στολισμένος, ελληνοντυμένος,
    το σώμα του με μύρον ιασεμιού ευωδιασμένο,
    κι απ’ τους ωραίους της Ιωνίας νέους,
    ο πιο ωραίος αυτός, ο πιο ιδανικός.

    Κατόπι σαν οι Σύροι στην Καππαδοκία
    μπήκαν, και τον εκάμαν βασιλέα,
    στην βασιλεία χύθηκεν επάνω
    για να χαρεί με νέον τρόπο κάθε μέρα,
    για να μαζεύει αρπαχτικά χρυσό κι ασήμι,
    και για να ευφραίνεται, και να κομπάζει,
    βλέποντας πλούτη στοιβαγμένα να γυαλίζουν.
    Όσο για μέριμνα του τόπου, για διοίκησι —
    ούτ’ ήξερε τι γένονταν τριγύρω του.

    Οι Καππαδόκες γρήγορα τον βγάλαν·
    και στην Συρία ξέπεσε, μες στο παλάτι
    του Δημητρίου να διασκεδάζει και να οκνεύει.

    Μια μέρα ωστόσο την πολλήν αργία του
    συλλογισμοί ασυνείθιστοι διεκόψαν·
    θυμήθηκε που απ’ την μητέρα του Aντιοχίδα,
    κι απ’ την παληάν εκείνη Στρατονίκη,
    κι αυτός βαστούσε απ’ την κορώνα της Συρίας,
    και Σελευκίδης ήτανε σχεδόν.
    Για λίγο βγήκε απ’ την λαγνεία κι απ’ την μέθη,
    κι ανίκανα, και μισοζαλισμένος
    κάτι εζήτησε να ραδιουργήσει,
    κάτι να κάμει, κάτι να σχεδιάσει,
    κι απέτυχεν οικτρά κι εξουδενώθη.

    Το τέλος του κάπου θα γράφηκε κ’ εχάθη·
    ή ίσως η ιστορία να το πέρασε,
    και, με το δίκιο της, τέτοιο ασήμαντο
    πράγμα δεν καταδέχθηκε να το σημειώσει.

    Aυτός που εις το τετράδραχμον επάνω
    μια χάρι αφήκε απ’ τα ωραία του νειάτα,
    απ’ την ποιητική εμορφιά του ένα φως,
    μια μνήμη αισθητική αγοριού της Ιωνίας,
    αυτός είν’ ο Οροφέρνης Aριαράθου.

    Καβάφης

     
  6. desire

    desire No one like you https://youtu.be/aZcXD6bCK8U

    Σε ποιαν ακτογραμμή του ονείρου να σε βρω;
    Σ’ ένα κοχύλι μέσα αποκοιμήθηκα
    τους ήχους του ψηλάφιζα σε υπερπόντιους ύπνους
    ιστορίες των βυθών, τρικυμισμένα παραμύθια
    Αστερισμούς του νότου χαράζω στην παλάμη
    σαν άλλη χαρτογράφηση της μοίρας
    στο στήθος καιροσκοπώ τις διαθέσεις τους
    Ξεδιπλώνω τον χρόνο μου ολόλευκο
    τον παίρνει ο άνεμος μακριά
    κουρέλι τον βρίσκω στις ξέρες του αδύνατου
    Στις δίνες μάτια σου πνίγονται τ’ αθώα καράβια
    Δυό μοίρες δυτικά της μοναξιάς παραμονεύει ο έρωτας
    Κι ο θάνατος σπέρνει ύφαλους στον βορρά της ρότας
    Πού κρύφτηκες πάλι,
    για ποιόν ξεκίνησες απόπλου λογισμών;
    Βυθομετρώ τα ρεύματα και τις παλλίροιες
    πορεία αταξίδευτη για των χειλιών σου τις ακτές
    μα…
    πώς να ξεγελάσω αυτόν τον άνεμο;
    © Imakollata
     
  7. Μαύρη Ντάλια

    Μαύρη Ντάλια Η μόνη ανωμαλία είναι η ανικανότητα να ερωτευθείς.

    Μ' έκλεισε μέσα η βροχή
    και μένω τώρα να εξαρτιέμαι από σταγόνες.

    Όμως πού ξέρω αν αυτό είναι βροχή
    ή δάκρυα από τον μέσα ουρανό μιας μνήμης;
    Μεγάλωσα πολύ για να ονομάζω
    τα φαινόμενα χωρίς επιφύλαξη,
    αυτό βροχή, αυτό δάκρυα.

    Στεγνη στέκομαι ανάμεσα
    στα δύο ενδεχόμενα: βροχή ή δάκρυα,
    κι ανάμεσα σε τόσα διφορούμενα:
    βροχή ή δάκρυα,
    έρωτας ή τρόπος να μεγαλώνουμε,
    εσύ ή μικρή αποχαιρετιστήρια αιώρηση σκιάς
    του τελευταίου φύλλου.
    Το κάθε τελευταίο,
    τελευταίο τ' ονομάζω χωρίς επιφύλαξη.


    Μια κίτρινη παλιά βροχή, τη νύχτα, σα μαστίγιο.

    Κικη Δημουλά
     
  8. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Έχεις το θάρρος…

    Έχεις το θάρρος να στολίζεσαι
    με γαρύφαλα - και σε θαυμάζω
    όχι διόλου γιατί είσαι ωραία
    και δροσερή και που σου πάνε τόσο όμορφα,
    όσο γιατί φορτώνεσαι τις πληγές !..

    Για τούτο σε θαυμάζω:
    ματώνεις θεληματικά
    με τόσο φόρτο και πονάς
    για να μου δείξης πως ξέφτισαν οι καιροι
    της έννοιας εκείνης που τη λέγαμε κάλλος
    και της άλλης που τη λέγαμε αγάπη…

    Για τούτο μένεις και συ κόκκινη εικόνα
    στολισμένη τα πολλά σου γαρύφαλα -
    σταματημένη αλλά έτοιμη και φοβερή
    η αγαπημένη μου Ερινύα
    η αιμοσταγής !..

    Τάκης Παπατζώνης
     
  9. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ωδή σε μια γερασμένη μέδουσα

    Στα βρώμικα νερά του λιμανιού
    μια μέδουσα επιζεί.
    Αγκομαχώντας,
    με το δυσκίνητο και πλαδαρό κορμί της,
    που έχασε το γαλάζιο του και γέμισε
    φριχτά σημάδια του αναπόφευκτου,
    βούλες του γένους της καταραμένες,
    κινείται αργά μέσ’ από κόπρανα,
    μεσ’ από προφυλακτικά και πετρελαιοκηλίδες.

    Εδώ γεννήθηκε, εδώ μεγάλωσε, εδώ έκανε
    τα μαγικά ταξίδια της νεότητας
    στα πέρατα του κόσμου: στον κυματοθραύστη.
    Εδώ ερωτεύτηκε κι ανάστησε με τον καιρό
    παιδιά κι εγγόνια για να χάσει, τέλος,
    όλες τις αυταπάτες της, μία μία,
    για θάλασσες τάχα πιο καθαρές που κάπου
    -δεν μπορεί- πρέπει να υπάρχουν.

    Κάθε πρωί τη βλέπω δακρυσμένος,
    την προσκυνώ
    και τη χαϊδεύω με το βλέμμα.
    Είναι γριά, είναι άσχημη και μόνη πια
    μέσα στο πλαδαρό κορμί της· όμως επιμένει.
    Μες στον μεγάλο υπόνομο του κόσμου
    συντηρεί το είδος.

    ( Ανέστης Ευαγγέλου )
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Πεθαίνοντας εγώ με διάφορους τρόπους

    Άλλοτε
    κι ας ήταν τ' όνειρο πικρό
    σαν το σπασμένο γέλιο στον κήπο
    και σαν το κυνηγητό των άγριων παιδιών
    και σαν την πρόσοψη που χάνεται,
    γλιστράει και δεν έχεις πού να κρατηθείς.

    Θα ήθελα να ζήσω τη ζωή για τη ζωή,
    άλλοτε
    στην ίδια νύχτα με το φεγγάρι και με τη λεμονάδα
    κι ας ήταν τα φώτα πικρά,
    σαν τα κόκκινα σκουλαρίκια σου όταν φεύγεις
    ή όταν φεύγω.

    Θα ήθελα να πεθάνω το θάνατο για το θάνατο,
    άλλοτε
    φωνάζοντας τα μαύρα κύματα και χτυπώντας τη σημαία
    κι ας ήταν το σκοτάδι πικρό σαν τσάι
    και σαν σπασμένη λόγxη,
    σαν μάσκα αδειανή και σαν πνιγμένο πουλί.

    Τώρα,
    τη νύxτα αυτή δεν μπορώ να μιλήσω
    για επιθυμίες.
    Όταν κοιμάμαι ιδρώνω και βλέπω να περνάει
    μια σεβαστή κυρία κρατώντας ένα πηρούνι,
    έναν εσταυρωμένο, ένα μανιτάρι και λέει:
    «Εγώ ειμί», και γελάει για να φοβηθώ.
    Τη νύxτα αυτή περπατάω με το στόμα ανοιχτό.

    Ο θάνατος στην κάθε ώρα της ζωής
    και συ στην κάθε ώρα του θανάτου.
    Αχ! κάποια μέρα θα 'ρθει που τα κόκκινα σκουλαρίκια
    ποτισμένα στα άνοστα φώτα που ρουφάν το άνοστο σκοτάδι,
    θα 'ναι για μένα άνοστα, άνοστα, άνοστα
    σαν το τίποτα...

    ( Γιώργος Β. Μακρής )
     
  11. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Ο ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ

    Την αυγή τετράποδο, στητός την ημέρα
    και με τρία πόδια σεργιανίζοντας
    στις έρημες απλωσιές
    του βραδινού,
    έτσι εθώριασε η αιώνια σφίγγα
    τον παραλλαγμένο αδελφό της,
    τον άντρα,
    και το βράδυ ήρθε κάποιος
    πού έλυσε τον γρίφο,
    ενεός της εικόνας της φριχτής
    στον καθρέφτη,
    της ανάκλασης της παρακμής
    και της μοίρας του.

    Είμαστε Οιδίποδες
    και μ’ ένα τρόπο αναλλοίωτο
    το μεγάλο
    και τρισυπόστατο τέρας,
    ό,τι θα γίνουμε
    και ό,τι γινήκαμε.

    Η όψη
    της μορφής της άφατης
    του Είναι μας
    θα μας είχε συντρίψει.
    το έλεος του Θεού
    μας χάρισε τη μετάβαση
    και τη λησμονιά.

    Χόρχε Λουίς Μπόρχες
     
  12. AuroraBorealis

    AuroraBorealis Άπαντα είναι μπίζνες

    Ο μουνόψειρας.


    Είμαι τόσο μικρός
    κι επάνω στην κοιλιά σου περπατώ
    Τα ’χω χαμένα
    και φέρνω βόλτες γύρω από τον αφαλό

    Κι είναι τόσο ζεστά
    κι ας μην το ξέρεις θα με έχεις αγκαλιά
    Όλο το βράδυ
    σε μια γωνιά θα σκεπαστώ με τα μαλλιά

    Κι είναι τόσο φριχτά
    κάθε πρωί που είναι να φύγεις για δουλειά
    Ρούχα αλλάζεις
    και με πετάς με την πυτζάμα στην γωνιά

    Και δεν προλαβαίνω
    να ανεβώ σε κάποια τσέπη να κρυφτώ
    και σαν τον καημένο
    σε περιμένω για να ‘ρθεις για φαγητό

    Μα έρχονται μέρες
    που δε γυρνάς το μεσημέρι να σε δω
    και αργοπεθαίνω,
    πηδάω απ' τα τραπέζια για να σκοτωθώ

    Μα είναι και βράδια
    που έρχεται στο σπίτι ένας από την δουλειά
    και είστε όλο χάδια
    και σου μιλά όλο στ’ αυτί ψιθυριστά

    Και βάζει το χέρι
    εκεί που μόνο εγώ ξαπλώνω στα κρυφά,
    σε ‘κείνα τα μέρη
    που μόνο εγώ κι εσύ τα ξέρουμε καλά

    Μετά από λίγο
    ο τύπος βγάζει από την τσέπη τα κλειδιά
    σου λέει θα φύγω
    γιατί στο σπίτι έχει γυναίκα και παιδιά

    Και κλείνει την πόρτα
    και ‘συ γεμίζεις το ποτήρι με ποτό
    και όπως και πρώτα
    στο σπίτι μένουμε μόνο εσύ κι εγώ

    Σου τρέχει ένα δάκρυ
    και προσπαθώ ο κακομοίρης να το πιω
    και φτάνω στην άκρη
    κι απ' τον λαιμό σου δεν μπορώ να κρατηθώ

    Και πέφτω με χάρη
    και προσγειώνομαι μέσα στο ντεκολτέ
    και λέω μακάρι
    μην σηκωθείς απόψε απ’ τον καναπέ

    Και είμαι τόσο μικρός
    κι επάνω στην κοιλιά σου περπατώ
    και σου την σπάω
    και θα ‘κανες τα πάντα να χαθώ

    Μα δε φταίω εγώ
    για τη φαγούρα που σου προκαλώ
    Φταίει η μοίρα
    και η πουτάνα η ζωή που μ’ έκανε ψείρα

    Σπύρος Γραμμένος