Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Φύρδην μίγδην (Durcheinander)

    Ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    σε μια εποχή
    που οι άνθρωποι σκοτώνονται μεταξύ τους
    με ολοένα καλύτερα όπλα
    κι αφήνουν αλλήλους στην πείνα

    Να ξέρεις
    ότι λίγα μπορείς να κάνεις γι’ αυτό
    και να προσπαθείς
    να μη γίνεις απαθής

    Κι όμως να εξακολουθείς
    ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι

    Ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    και ν’ αφήνεις αλλήλους να πεινούν

    Ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    και να ξέρεις ότι λίγα μπορείς να κάνεις γι’ αυτό

    Ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    και να προσπαθείς να μη γίνεις απαθής

    Ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    και συν τω χρόνω
    να σκοτώνεις και να σκοτώνεσαι

    Κι όμως να εξακολουθείς
    ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι
    με ολοένα καλύτερα όπλα


    Έριχ Φρηντ

     
  2. lotus

    lotus Silence

     

    Δυο ζωές σημαδεμένες
    τσεκουρεμένες από άσχετο εργάτη
    στάζουν -αντί μαστίχας-
    μόνιμα ένα δάκρυ.
    Δυο ζωές
    κρυφτό απ' τους ανθρώπους
    κι αν έτυχε σε κάποιους να θες
    να δείξεις τα σημάδια,
    με μιας κατάλαβες πως όταν έχεις
    δυο ζωές
    δεν υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν
    να μοιραστούν
    τα δικά σου σκοτάδια.
    Κι αν ακόμη υπάρχουν
    με ποιο δικαίωμα εσύ θα τους μαυρίσεις,
    γιατί με το αέναο δάκρυ σου
    θες τη δική τους ζωή να γκρεμίσεις;
    Κι όταν τον εαυτό σου ρωτάς
    ακόμη κι αν υπάρχουν
    σταματάς.
    Παίρνεις παρέα τις ζωές σου και φεύγεις,
    το δάκρυ με γέλιο ντύνεις
    και παριστάνεις πως είσαι σαν κι αυτούς.
    Έχεις μόνο μια ζωή συνηθισμένη,
    μα όταν μόνος σου μένεις
    και τις στολές βγάζεις,
    το δάκρυ θεριεύει γιατί
    με αυτό το βάρος θα πεθάνεις.

    Βιδοζαχαράκη Ν. Χαρά
     
  3. lotus

    lotus Silence

    Πώς να χωρέσω εκεί
    Στις σταγόνες που βρέχουν στα χείλη σου
    Στη μοναξιά που συχνάζει στα μάτια σου

    Σε ψάχνω στους διαδρόμους της σκέψης μου
    Καθώς εσύ έχεις μπει στους δικούς μου

    Κατοικείς στον ύπνο μου
    Φυτρώνεις στον κήπο μου
    Βιάζεις τις ώρες μου
    Ασελγείς στις μέρες μου

    Που περνάνε και δεν με βοηθάνε,
    σαν όγκος χώνονται απλά στο σβέρκο μου
    χτίζοντας μια αποικία με τις εικόνες σου
    που με τραβούν προς τα πίσω και
    Πέφτω…

    Αγωνίζομαι να μην πέσω
    Αλλά κρατιέμαι απ τη ματιά σου
    Στη φωνή σου δένομαι
    Κυριεύομαι απ τη σκιά σου

    Θέλω να πάρω μέρος
    στα όνειρά σου…..

    Και έχω πέσει
    Και δεν χωράω εκεί
    Και με κλωτσάς μανιασμένα
    Με σπρώχνεις στον πυθμένα
    Του παράλογου σου κόσμου

    Σταύρος Ρουμελιώτης
     
  4. étude

    étude Guest

    Kαήκαν και οι ρίζες της φωνής μας
    Μα ίσκιοι τριγυρνάνε οι νεκροί
    Δροσίζουνε για λίγο τη ψυχή μας
    Πυρπολημένοι άγγελοι ακριβοί
    Να μη σκεπάσουμε με στάχτη την πληγή μας
    Να μην ανθίσει πάλι μόνο η σιωπή

    Να μη σκεπάσουμε με στάχτη τη ζωή μας
    Να μην ανθίσει πάλι μόνο η σιωπή.

    Σπύρος Αραβανής

     
     
  5. Antonius Block

    Antonius Block We are all just prisoners here of our own device

    Yara Yara

    Kαθώς αποκοιμήθηκες φύλαγε βάρδια ο κάβος.
    Σε σπίτι μέσα, ξέχασες προχτές το φυλαχτό.
    Γελάς, μα εγώ σε πούλησα στο Rio για δύο centavos
    κι απέ σε ξαναγόρασα ακριβά στη Bηρυττό.

    Mε πορφυρό στα χείλη μου κοχύλι σε προστάζω.
    Στο χέρι το γεράκι σου και τα σκυλιά λυτά.
    Aπάνωθέ μου σκούπισε τη θάλασσα που στάζω
    και μάθε με να περπατώ πάνω στη γη σωστά.

    Kούκο φορούσες κάτασπρο μικρός και κολαρίνα.
    Nαυτάκι του γλυκού νερού.
    Σε πιάνει ―μην το πεις αλλού― σα γάτα η λαμαρίνα
    και σε σαστίζει ξαφνικό προβέτζο του καιρού.

    Tο ντύμα πάρε του φιδιού και δώσ' μου ένα μαντίλι.
    Eγώ, ―και σ' έγδυσα μπροστά στο γέρο Tισιανό.
    Bίρα, Kεφαλονίτισσα, και μάινα το καντήλι.
    Σε λόφο γιαπωνέζικο κοιμάται το στερνό.

    Σου πήρ' από τη Nάπολη μια ψεύτικη καμέα
    κι ένα κοράλλι ξέθωρο μαζί.
    Πίσω απ' το φριγκορίφικο στην άδεια προκυμαία
    έβενος, ―γλώσσα της φωτιάς, στο βάθος κρεμεζί.

    Φώτα του Melbourne. Bαρετά κυλάει ο Yara Yara
    ανάμεσα σε φορτηγά πελώρια και βουβά,
    φέρνοντας προς το πέλαγος, χωρίς να δίνει διάρα,
    του κοριτσιού το φίλημα, που στοίχισε ακριβά.

    Γερά την ανεμόσκαλα. Kαφέ για τον πιλότο.
    Λακίζετε, αλυσόδετοι του στεριανού καημού.
    Kαι σένα, που σε κέρδισα μιανής νυχτιάς σε λότο,
    σμίγεις και πας με τον καπνό του γκρίζου ποταμού.

    Mια βάρκα θέλω, ποταμέ, να ρίξω από χαρτόνι,
    όπως αυτές που παίζουνε στις όχθες μαθητές.
    Σκοτώνει, πες μου, ο χωρισμός; ―Mατώνει, δε σκοτώνει.
    Ποιός είπε φούντο; Ψέμματα. Δε φτάσαμε ποτές.

    Νίκος Καββαδίας, Τραβέρσο
    Μουσική: Ξέμπαρκοι

     
  6. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Βύθισέ με κι εμένα στο ίδιο σκότος.
    Θέλω να σε καταλάβω.

    Γ.Ρίτσος
     
  7. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Κωνσταντίνος Καβάφης «Θερμοπύλες»

    Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
    ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.

    Ποτέ από το χρέος μη κινούντες•
    δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
    αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία•
    γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
    είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
    πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε•
    πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
    πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.

    Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
    όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
    πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
    κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.

    υ.γ:
     
  8. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Η αποστολή μου τέλειωσε
    κι ακόμη αργοπορώ.
    Αμφίρροπος ακόμη στέκω
    στη γέφυρα που μου χτίζει το βλέμμα σου.

    Ζητάς ν’ ακολουθήσεις τη σκιά μου
    που χάνεται μέσα στο φως
    σαν το σπαθί μέσα στη θήκη του.

    Ο δρόμος είναι απέραντος
    ο δρόμος είναι δύσκολος κ’ είναι γυμνός
    σαν ένα χέρι που ποτέ δε χάιδεψε
    και που ποτέ δεν συγχωρεί.

    Ο δρόμος που οδηγεί κοντά μου βρίσκεται εντός σου.
    Σκύψε βαθιά πολύ βαθιά σου
    τόσο που να λυγίσεις όλος σ’ ένα τόξο
    να σφεντονήσεις το βέλος στη σιωπή.

    Εκεί ανατέλλει το φως μου που αγαπάς
    το δικό σου φως
    το φως όλου του κόσμου.

    Γιάννης Ρίτσος
     
  9. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Δε σ’ αγαπώ σαν να ‘σουν ρόδο αλατιού, τοπάζι,
    σαΐτα από γαρούφαλα που τη φωτιά πληθαίνουν:
    σ’ αγαπώ ως αγαπιούνται κάποια πράγματα σκούρα,
    μυστικά, μέσ’ από την ψυχή και τον ίσκιο.

    Σ’ αγαπώ καθώς κάποιο φυτό που δεν ανθίζει,
    μα που μέσα του κρύβει το λουλουδόφως όλο,
    και ζει απ’ τον έρωτά σου σκοτεινό στο κορμί μου
    τ’ άρωμα που σφιγμένο μ’ ανέβηκε απ’ το χώμα.

    Σ’ αγαπώ μη γνωρίζοντας πώς, από πού και πότε,
    σ’ αγαπώ στα ίσια δίχως πρόβλημα ή περηφάνια:
    σ’ αγαπώ έτσι γιατί δεν ξέρω μ’ άλλον τρόπο,
    παρά μ’ ετούτον όπου δεν είμαι μήτε είσαι,
    που το χέρι σου πάνω μου το νιώθω σαν δικό μου,
    που όταν κοιμάμαι κλείνουν και τα δικά σου μάτια.

    Neruda
     
  10. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ


    ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΤΡΕΛΛΟΥ

    Άϊ! με το γύφτικο ζουρνά,
    με νταγερέ, που κουδουνά,
    σύρε σκοπόν αντάμικο.
    Εστράβωσα τη φέσα μου,
    έρωτας που 'ναι μέσα μου
    για να χορέψω τσάμικο.

    Χίλια χέρια κι άρματα
    νά 'χα να σας φράξω,
    νά 'χα και δυο κέρατα
    τον οχτρό να σκιάξω!

    Για να βαστάξει όσο μπορεί,
    το μακελειό, νά 'στε γεροί,
    της πέννας αντρειωμένοι!
    Κανοναρχάτε τ' όνομά μας,
    όντας η δόξα μελετά μας
    τα σκελετά, γερμένη.

    Νά 'χαμ' ένα βασιλιά,
    για να μας θαμπώνει,
    με λειρί στο κούτελο,
    και φωνή τρομπόνι!

    Όλα εδώ χάμου ψεύτικα.
    Δε σ' έζησα, ονειρεύτηκα,
    μαύρη ζωή, όλη πίκρα.
    Μα θα χαρώ σε, λευτεριά,
    αιώνια αλήθεια κι ομορφιά,
    σαν θα περάσω αντίκρα.

    Νά 'χαμ' ένα βασιλιά,
    δράκο με χοντρό λαιμό,
    σέρτικο κι αράθυμο,
    για να κάνει πόλεμο!

    Άμποτε λίγο να δυνόμουν
    για μια στιγμή να τρελαινόμουν,
    ο σαλεμένος νους,
    και τα κλεισμένα τσίνορα
    να μην ξαμώνουν σύνορα
    και χώριους ουρανούς!

    Να ιδώ τον κόσμο ανάποδα
    τον αδερφό μου ξένο
    και τον οχτρόν αδέρφι μου
    αδικοσκοτωμένο.
     
  11. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο ύπνος της ημέρας

    Βυθίζομαι αργά στον ύπνο της ημέρας
    δίχως όνειρο, δίχως καημό να υπάρξω.

    Το σώμα φθαρτό και η ψυχή στεγνώνει,
    σβήνει ολοένα η αίσθηση του κόσμου.

    Οι ώρες περνούν και πέφτει το βράδυ,
    αύριο ίσως δε θα μπορώ να λυπάμαι.

    Περνούν καθώς την έρημο οι καμήλες,
    μέχρι το τέλος τίποτα δε θα μείνει.

    Πηγές και μνήμες μου έξω από τον ύπνο
    κι όλο το πάθος για τη γέννησή μου.



    Είχαν στα μάτια τους μια ήρεμη αγωνία,
    τη σάρκα ρυτιδωμένη και σκληρή.
    Καθισμένοι στις εξώπορτες μιλούσαν
    την ώρα που η μέρα χάνει το φως της.

    Ποιος μόχθος, ποια πανάρχαια ρίζα
    μέσα στην εγκαρτέρηση!

    Μηρυκάζοντας αργά τη σοφία του χόρτου,
    οι αγελάδες γυρνούσαν στους στάβλους
    φορτωμένες τον γεμάτο μαστό τους.
    Σηκώνονταν ευλαβικά και προσεύχονταν όλοι.

    Τώρα τα σούρουπα είναι όλα χωρίς γείτονες,
    καμιά ευγνωμοσύνη και καμιά εγκαρτέρηση.
    Ένας δε, θα σπάσει με τη γροθιά το τραπέζι.

    ( Νίκος Βρεττός )
     
  12. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η άλλη εκδοχή

    Τον Καζανόβα σκέφτηκα,
    γέροντα πια
    να τρέχει στο συσσίτιο.
    Τα πάλαι ποτέ
    πουδραρισμένα μαλλιά του
    τα παίρνει ο άνεμος.

    Την φήμη του μέχρις εμάς
    αυτός δεν την γνωρίζει.
    Κι ούτε καμιά δεν νιώθει ευχαρίστηση
    απ’ την παλιά ζωή του.

    Κι απ’ τη ζωή του των βιβλίων,
    γιατί βιαστήκαμε να βγάλουμε συμπέρασμα;
    Εγώ τον βλέπω να σκουπίζει με ψωμί την καραβάνα
    κι είναι κι αξούριστος,
    σ’ ένα τοπίο, Ζάγκρεμπ ή Τεργέστη,
    με συννεφιά.

    Κι όσο γι’ αυτά που λέτε,
    τις ιστορίες για τον Καζανόβα
    εγώ δεν ξέρω.

    ( Τάσος Δενέγρης )