Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. lotus

    lotus Silence

    Μόνος κυβέρνησα τη θλίψη μου
    Μόνος αποίκησα τον εγκαταλειμμένο Μάιο
    Μόνος εκόλπωσα τις ευωδιές
    Επάνω στον αγρό με τις αλκυονίδες


    Τάισα τα λουλούδια κίτρινο, βουκόλισα τους λόφους
    Επυροβόλησα την ερημιά με κόκκινο!
    Είπα: δε θα’ναι η μαχαιριά βαθύτερη από την κραυγή
    Και είπα: δε θα’ναι το ‘Αδικο τιμιότερο απ’το αίμα!


    Το χέρι των σεισμών, το χέρι των λιμών
    Το χέρι των εχτρών, το χέρι των δικών
    Μου, εφρένιασαν εχάλασαν ερήμαξαν αφάνισαν


    Μία και δύο και τρείς φορές
    Προδόθηκα κι απόμεινα στον κάμπο μόνος
    Πάρθηκα και πατήθηκα σαν κάστρο μόνος
    Το μήνυμα που σήκωνα τ’άντεξα μόνος!


    Μόνος απέλπισα το θάνατο
    Μόνος εδάγκωσα μες τον Καιρό με δόντια πέτρινα
    Μόνος εκίνησα για το μακρύ
    Ταξίδι σαν της σάλπιγγας μες τους αιθέρες!


    ‘Ηταν στη δύναμή μου η Νέμεση, το ατσάλι κι η ατιμία
    Να προχωρήσω με τον κορνιαχτό και τ’άρματα
    Είπα: με μόνο το σπαθί του κρύου νερού θα παραβγω
    Και είπα: με μόνο το ‘Ασπιλο του νου μου θα χτυπήσω!


    Στο πείσμα των σεισμών, στο πείσμα των λιμών
    Στο πείσμα των εχτρών, στο πείσμα των δικών
    Μου, ανάντισα κρατήθηκα ψυχώθηκα κραταιώθηκα
    Μία και δύο και τρείς φορές


    Θεμελίωσα τα σπίτια μου στη μνήμη μόνος
    Πήρα και στεφανώθηκα την άλω μόνος
    Το στάρι που ευαγγέλισα το’δρεψα μόνος!

    Οδυσσέας Ελύτης
    Απόσπασμα από το "Άξιον Εστί"
     
  2. lotus

    lotus Silence

    Οι Κληρονόμοι

    Σε πήρε το Άγνωστο εξ ολοκλήρου.
    Παράνομα.


    Δεν ήταν ο μόνος κληρονόμος
    Υπήρχαν κι άλλοι τρεις
    εγώ, η μνήμη και η λήθη.

    Σε μένα άφηνες εκείνα που αγαπούσα.
    Τα πήρα.


    Τί κέρδισε δικαστικά η μνήμη
    τί παραπάνω έκλεψε η λήθη
    εγώ σ’ αυτά δεν υπεισήλθα.


    ‘Ομως τώρα μετά από τόσα χρόνια
    μου λείπουνε πολύ όσα δεν άφησες σε μένα.
    ‘Ολα εκείνα που γελιόμουνα πώς δεν τα αγαπώ.
    Απλώς αλλοίωνε το αίσθημα μου ενάς θυμός μαζί τους
    ίσως γιατί σε απόσταση επίμονη αποξενωτική
    μακριά από σένα με κρατούσαν.


    Να τα διεκδικήσεις μου ξεφούρνισε κοιτώντας με
    κάποια φωτογραφία σου.


    Από πού; Από το Άγνωστο;
    Κατ’ ανάγκην, κατέφυγα στη λήθη,
    ξέχνα το μου είπε – η μόνη λέξη που κατείχε.


    Πήγα μετά στη μνήμη – έχουμε πολλά κοινά συμφέροντα.
    Πρόθυμη εκείνη άπλωσε μπροστά μου
    μερικά να δω τι θέλω να διαλέξω.
    Έβαλα τις φωνές.


    Κάποιο λάθος κάνεις της είπα
    αυτά δεν είναι δικά του, το ξέρω καλά
    και εκείνη γελώντας μου απάντησε:


    Δικά του είναι απλώς δε βάζεις στο λογαριασμό
    πώς μέσα στο θυμάμαι βολεύεται σε μια γωνιά του
    ήσυχη σκοτεινή και το ξεχνώ.


    Κική Δημουλά

     

     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Η Κατάρα

    ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ

    «… Εσύ, που πλάνος στης ψυχής τα βάθη διαστρεμμένος,
    μια μέρα ανάξια ανέβηκες τα πορφυρά σκαλιά,
    και κάνοντας αδέρφια σου του Κρούμου τα σκυλιά,
    μας μάρανες τ’ αμάραντο πολεμικόν μας μένος,

    κι έκαμες αίμα να χυθεί στον τόπο το γλυκό,
    κι έκανες την πασίχαρη την αδερφή μου Αθήνα,
    για μια σου πράξη ταπεινή να τήνε δέρν’ η πείνα,
    κι ως εδώ χάμου τη βαριά σκλαβιά της ν’ αγροικώ,

    και σκότωσες, και γίνηκες το κήρυγμα του Τρόμου,
    κι ενώ έκανες πως στοργικά βαστούσες την ελιά,
    κρυφά σαν κλέφτης έδινες το χέρι στα σκυλιά,
    κι αλύπητα παράδωνες τα πάντα στον εχτρό μου.

    Τώρα που η νύχτα πλάκωσε, και πάνε οι θησαυροί,
    κι εμείς για να ΤΟΥΣ ΣΩΣΟΥΜΕ γυρνάμε μέσ’ τα ξένα,
    τώρα μονάχα μια ευκή μας έμεινε για σένα:
    άλλη σαν τη σημερινή μέρα να μη σε βρει!…»
     
  4. Seras Victoria

    Seras Victoria "Play stupid games, win stupid prizes" Contributor

    ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ

    Το γνήσιο της πληγής
    αναγνωρίζεται
    από το χρώμα που έχει
    της υπογραφής το αίμα.

    Αν είναι ρέον άφθονο κόκκινο
    έχει καλώς.

    Αν όμως είναι στάσιμο ξεθωριασμένο
    τότε κάποια παλιά ανάμνηση
    θα πλαστογράφησε πληγή που έχει
    πλέον θρέψει.

    Το περίεργο είναι πως άμα ζουλήξεις
    το θεραπευμένο τραύμα
    πονάει τρισχειρότερα απ’ όσο όταν
    ήταν ενεργό, ουρλιάζεις, ακούγεσαι
    στο πέρατα του χρόνου.

    Καθόλου περίεργο.
    Επιφανειακά ξεχνάς.

    Κ.Δ.
     
  5. sapphire

    sapphire ☙❀❧

    ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

    Περπάτησα ως εκεί που το σκοτάδι
    Πυκνό απ' τα φώτα του γυρνάει σε σκοτάδι
    Δεν ξέρω πού ήταν που περπάτησα
    Ο γνώριμος μεγάλος φόβος η εφηβεία μου
    Κρατάει έν’ ανελέητο μαχαίρι
    Χτυπάει πρώτα εμένα κι έπειτα
    Χτυπάει και σφάζει αλόγιστα γυρνάει τα μέσα έξω
    Χύνοντας τα εντόσθια των πραγμάτων καταγής
    Ξεσκίζοντας τη σάρκα των ψυχών σας παίζοντας.

    Πού είσ’ εσύ ποιος είσ’ εσύ δεν ξέρω πού περπάτησα
    Άγνωστοι δρόμοι ελικοειδείς αιθέρια τούνελ
    Όλα εκεί αιωρούνται στο στερέωμα
    Κόσμοι επάλληλοι ανοίγουνε τα πέταλά τους τρέμοντας
    Άγγελοι μ’ αλεξίπτωτο άνωθεν κατεβαίνουν.

    (Ά τι οδυνηρή ευφροσύνη η ομορφιά
    Τι άγρια τραγωδία η τελειότητα).

    Μια βόμβα φως εκρήγνυται στο άπειρο.

    Πετάγομαι απ’ τον ύπνο μου
    Τινάζοντας στον τοίχο τα όνειρά μου
    Και να με μέσα σ’ άλλον ύπνο πιο βαθύ
    Έχοντας πια ξεχάσει τα όνειρά μου − ή τις αγάπες μου −
    Κι επιθυμώντας μοναχά μια λέξη
    Να βρω μια λέξη να χωθώ στον κόρφο της
    Κατάκοπος απ’ τη ζωηρή ακινησία του ταξιδιού
    Σαν τους νεκρούς που περιμένουν να ξαναπεθάνουνε
    Κάτω απ’ τη γαλήνια σκέπη του θεού που ελπίζουν.

    Τι θέλω τέλος πάντων να συγκινηθώ τι με βαραίνει
    Οι άλλοι κολυμπούν στο πέλαγο εγώ βουλιάζω
    Κανείς δεν κολυμπάει όλοι βουλιάζουνε
    Η βία ταρακουνάει τον πλανήτη μου σα χαλασμένο δόντι
    Το χαλασμένο δόντι μου ταρακουνάει εμένα
    Κι εγώ ταρακουνάω το δέντρο τ’ ουρανού, να πέσουν τ’ άστρα του.

    Πού είσ’ εσύ ποιος είσ’ εσύ δεν ξέρω πού περπάτησα
    Δεν ξέρω τίποτα και δε μαθαίνω τίποτα
    Αν σ’ αγαπώ είναι γιατί δεν έχω τι να κάνω ή να σκεφτώ
    Κι είναι γιατί δε θα σε ξαναδώ στα χρόνια που ’ρχονται
    Ούτε στον χρόνο που ’ρχεται μετά τα χρόνια
    Κι έτσι μπορώ να πω η ευτυχία μου είναι πλήρης
    Όπως εξάλλου όλα στον κόσμο αυτό είναι πλήρη
    Μια σταγόνα παραπάνω και ξεχείλισαν
    Και θα χυθεί ο αφρός της τρέλας τους.

    Καλά κοιμάμαι εδώ καλά ονειρεύομαι
    Καλά γυρνάω στους δρόμους άγνωστος μ’ αγνώστους
    Κι αν ήταν κάτι να μπορούσα να πιστέψω θα ’μουν άτρωτος
    Να το λατρέψω ν’ αφοσιωθώ
    Κι όχι ν’ ανεβοκατεβαίνω μάταια
    Στα παγωμένα υπόγεια των αιώνων
    Να στήνω μες στην ησυχία αυτί στο βόμβο των πραγμάτων
    Άχρηστα πράγματα χιμαιρικά παράλογα
    Πριν έξι εφτά χιλιάδες χρόνια θα ’μουν άλογο
    Να κλαίω στον λάκκο του κυρίου μου
    Και τώρα κλαίω γι’ αυτό που χάθηκε και δεν το ξέρω
    Κι ούτε που θέλω να το μάθω − είμαι πλήρης.

    Σκοτάδι αστραφτερέ καθρέφτη μου
    Μέσα σου ανοίγονται χιλιάδες δρόμοι
    Μες στο στομάχι σου ήχοι και χρώματα όλα χωνεύονται
    Μέσα σου λιώνω εξαχνούμαι χάνομαι
    Σκοτάδι εκτυφλωτικό μου φως
    Είσαι το σύμπαν πριν απ’ τη γέννηση και μετά θάνατον
    Άρα είσαι το σύμπαν κι εν ζωή μέσα σου χάνομαι
    Είσαι το τίποτα γυμνό κι είμαι το τίποτα
    Μέσα σου χάνομαι.

    Αντώνης Φωστιέρης
     
  6. Seras Victoria

    Seras Victoria "Play stupid games, win stupid prizes" Contributor

    A Dream Within a Dream

    Edgar Allan Poe

    Take this kiss upon the brow!
    And, in parting from you now,
    Thus much let me avow:
    You are not wrong who deem
    That my days have been a dream;
    Yet if hope has flown away
    In a night, or in a day,
    In a vision, or in none,
    Is it therefore the less gone?
    All that we see or seem
    Is but a dream within a dream.

    I stand amid the roar
    Of a surf-tormented shore,
    And I hold within my hand
    Grains of the golden sand--
    How few! yet how they creep
    Through my fingers to the deep,
    While I weep--while I weep!
    O God! can I not grasp
    Them with a tighter clasp?
    O God! can I not save
    One from the pitiless wave?
    Is all that we see or seem
    But a dream within a dream?
     
  7. François Frédéric

    François Frédéric Regular Member

  8. François Frédéric

    François Frédéric Regular Member

  9. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Απόσπασμα από το « Ήλιος ο πρώτος»

     

    «Με τι πέτρες τι αίμα και τι σίδερο
    και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι
    ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο
    και μας λιθοβολούν και μας φωνάζουν
    αεροβάτες
    το πώς περνούμε τις μέρες και τις νύχτες μας
    ένας Θεός μόνο το ξέρει.


    Φίλε μου όταν ανάβ’ η νύχτα την ηλεκτρική σου οδύνη
    βλέπω το δέντρο της καρδιάς που απλώνεται
    τα χέρια σου ανοιχτά κάτω από μιαν Ιδέα ολόλευκη
    που όλο παρακαλείς/ κι όλο δεν ανεβαίνει
    χρόνια και χρόνια/ εκείνη εκεί ψηλά εσύ εδώ πέρα.


    Κι όμως του πόθου το όραμα ξυπνάει μια μέρα σάρκα
    κι εκεί όπου πριν δεν άστραφτε παρά γυμνή ερημιά
    τώρα γελάει μια πολιτεία ωραία καθώς τη θέλησε
    κοντεύεις να τη δεις σε περιμένει
    δώσε το χέρι σου να πάμε πριν η Αυγή
    την περιλούσει με ιαχές θριάμβου.


    Δώσε το χέρι σου – πριν συνταχτούν πουλιά
    στους ώμους των ανθρώπων και το κελαηδήσουνε
    πως επιτέλους φάνηκε να ‘ρχεται από μακριά
    η ποντοθώρητη παρθένα Ελπίδα!


    Πάμε μαζί κι ας μας λιθοβολούν
    κι ας μας λεν αεροβάτες
    φίλε μου όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι
    σίδερο με τι πέτρες τι αίμα τι φωτιά
    χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδάμε!»


    Ο. Ελύτης
     
  10. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    ΑΦΗΣΕ ΛΕΥΤΕΡΑ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ

    Άφησε λεύτερα τα χέρια μου
    και την καρδιά μου, άφησε λεύτερη!
    Άφησε τα δάχτυλά μου να τρέξουν
    στους δρόμους του κορμιού σου.
    Το πάθος – αίμα, φωτιά, φιλιά –
    με ανάβει με τρεμουλιαστές φλόγες.
    Αλλά εσύ δεν ξέρεις τι είναι τούτο!

    Είναι η καταιγίδα των αισθήσεών μου
    που διπλώνει τον ευαίσθητο δρυμό των νεύρων μου.
    Είναι η σάρκα που φωνάζει με τις διάπυρες γλώσσες της!
    Είναι η πυρκαγιά!
    Και συ είσαι εδώ, γυναίκα σαν άθικτο ξύλο
    τώρα που η καμμένη μου ζωή πετάει
    προς το γεμάτο με άστρα, σαν τη νύχτα, σώμα σου!

    Άφησε λεύτερα τα χέρια μου
    και την καρδιά μου, άφησε λεύτερη!
    Δεν είναι έρωτας, είναι επιθυμία που ξεραίνεται και σβήνει,
    είναι καταιγισμός από ορμές,
    προσέγγιση του απίθανου,
    αλλά υπάρχεις εσύ,
    υπάρχεις εσύ για να μου δώσεις τα πάντα,
    και για να μου δώσεις αυτό που κατέχεις ήρθες στη γη –
    όπως εγώ ήρθα για να σε περιέχω
    για να σε επιθυμώ,
    για να σε δεχτώ!

    Π. Νερούντα
     
  11. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Κάποτε νιώθω
    καθώς το ρόδο
    που θά ’μαι μια μέρα, καθώς το φτερό
    που θά ‘μαι μια μέρα.

    Και με τυλίγει ένα άρωμα, ξένο και δικό μου,
    δικό μου κι ενός ρόδου·
    και με περισυλλέγει μια περιπλάνηση ξένη και δική μου
    δική μου κι ενός πουλιού.

    Τραγούδα, τραγούδα φωνή μου!
    γιατί όσο υπάρχει ένα πράγμα
    που δεν το είπες εσύ
    δεν είπες τίποτα!

    Ποίηση· δροσιά
    της κάθε αυγής, κόρη
    της κάθε νύχτας, ολόδροση, αγνή
    αλήθεια των τελευταίων άστρων
    πάνω στην τρυφερή αλήθεια των πρώτων λουλουδιών!
    δροσιά, ποίηση·
    πρωινή πτώση τ’ ουρανού πάνω στον κόσμο

    Αυτή ’ναι η ζωή μου, εκείνη προς τα πάνω,
    εκείνη της καθάριας αύρας,
    του τελευταίου πουλιού,
    των χρυσών κορυφών του σκοταδιού!
    αυτή ’ναι η λευτεριά μου, να μυρίζω το ρόδο
    να κόβω το ψυχρό νερό με το τρελό μου χέρι,
    ν’ απογυμνώνω το δρυμό,
    να παίρνω απ’ τον ήλιο το αιώνιο φως του!



    J. R. JIMÉNEZ
     
  12. sapphire

    sapphire ☙❀❧

    Το μαύρο είν’ οι λέξεις,
    που πέσανε η μία πάνω στην άλλη.
    Τα τυπωμένα ποιήματα,
    το ένα πάνω στ’ άλλο
    κι όλα τα χρώματα που ζήτησαν εκεί
    το τελικό κρησφύγετο.

    Πάνω στον στίχο που θα γράψω ακροβατώ
    Πάνω στον στίχο που ’χω γράψει ισορροπώ
    Ένα κλαδί γερό είναι το ποίημα
    Που δένω πότε πότε εκεί την κούνια μου
    Να αιωρούμαι πάνω από το μαύρο.

    Αντώνης Φωστιέρης