Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Φόβε, αγαπητέ, χαμένε,
    σκοτάδι, πλούσιοι παιδικοί φόβοι.
    Χαμένε φόβε του θανάτου, χρυσέ.
    Χαμένη ζωηρή φαντασία και πάντα
    η τιμωρία και οι πρωτόπλαστοι γυμνοί
    με καταπράσινα φύλλα στη μέση στο ηλιοβασίλεμα.
    Γυμνά κλεισμένα, μεστά με ό,τι
    θα με βασάνιζε, σώματα δίχως ανατομία.
    Χρυσό κλάμα της απελπισίας μέσα στη θέρμη,
    άγνοια θάνατε παρηγορητικέ, δυνατή μουσική
    της ζωής, της μικρής ζωής.
    Φόβοι και πλάνες όλα ζεστά, χρυσά, στερεά, πλούσια,
    αναντικατάστατα, επρομηνούσατε τον έρωτα
    και μέσα στον έρωτα ο θάνατος.
    Πλούσια σιωπή έλα ως βραβείο
    εδώ εις την ψυχή υπάρχει θέσις που σε χωρεί
    ίσια ίσια.

    Γιάννης Τσαρούχης, Ποιήματα 1934 - 1937, Αθήνα 1996.
     
  2. I wanna slit your throat and fuck the wound
    I wanna push my face in and feel the swoon
    I wanna dig inside, find a little bit of me
    'Cause the line gets crossed when you don't come clean

    My wormwood meets your pesticide
    You'll never get out, 'cause you were never alive
    I am infinite, I am the infant finite
    Come a little closer and I'll show you why

    (NO ONE IS - SAFE)
    Noises, noises, people make noises
    people make noises when they're sick
    Nothing to do except hold on to NOTHING
    (NO ONE IS - SAFE)
    Noises, noises, people make noises
    people make noises when they're sick
    Nothing to do except hold on to NOTHING

    How does it feel to be locked inside another dream
    That never had a chance of being realized?
    What the fuck are you lookin' at?
    I'll tell you what you're lookin' at
    Everyone you ever fuckin' laughed at

    Look in my eyes for the answers - typical
    I can feel it underneath like a miracle
    Everybody in the world needs more than
    Lies and consequences to power them
    Once again, it's me and no one else
    I can't remember if there was a someone else
    It's not mine, it's not fair, it's outta my hands
    And it's shaking - you'll never take me

    (NO ONE IS - SAFE)
    Noises, noises, people make noises
    People make noises when they're sick
    Nothing to do except hold on to NOTHING
    (NO ONE IS - SAFE)
    Noises, noises, people make noises
    People make noises when they're sick
    Nothing to do except hold on to NOTHING

    NOTHING!
    NOTHING!
    Come on

    (HATE) Hate ain't enough to describe me
    (SCREAM) Somewhere between screaming and crying
    I'm not supposed to be here
    I'm not supposed to be

    (WHY) When do I get to know why?
    (BITTER) Bitter as the stink of when I try
    I'm not supposed to be here
    I'm not supposed to be
    No!

    Pull your hands away
    I'm gone - goodbye - it's so depressing
    Withering away
    Take a look - inside - my soul is missing
    All I have is dead, so I'll take you with me
    Feel like I'm erased - so kill me just in case
    I feel like I'm erased - so kill me just in case
    SO KILL ME - JUST IN CASE

    (COVET) Everything around me's mine
    (STY) Can't see through the sties in my eyes
    I'm not supposed to be here
    I'm not supposed to be

    (DOWN) Scratching and clawing all the way
    (STAY) You won't let me fucking stay
    I'm not supposed to be here
    I'm not supposed to be

    (LIVE) Is there another way to live?
    (DIE) 'Cause it's the only way to die
    I'm not supposed to be here
    I'm not supposed to be

    NO! NO!

    I'M NOT SUPPOSED TO BE HERE
    I'M NOT SUPPOSED TO BE
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Πρώτη ανάμνηση

    Εβάδιζε μ' ένα λύγισμα κρίνου συλλογισμένου,
    πουλιού σχεδόν που εννόησε πως πρέπει να γεννήσει,
    κοιτώντας δίχως να κοιτάζεται σ' ένα φεγγάρι
    που παρασταίνονταν μες στ' όνειρό της σαν καθρέφτης,
    σε μια σιωπή χιονιού που ανύψωνε τα πόδια της.
    Σε μια σιωπή σκυμένη.
    Ήτανε πριν από την άρπα, τη βροχή, πριν απ' τα λόγια.
    Δεν ήξερε.
    Άσπρη μαθητευόμενη του αέρα,
    τρεμούλιαζε με τ' άστρα, με τα δέντρα και με τ' άνθος.
    Ο μίσχος της, τ' ανάστημά της πράσινο.
    Με τα δικά μου αστέρια που μη ξέροντας,
    δυο βάλτους θέλοντας να σκάψουνε στα μάτια της
    σε δυο πέλαγα τη βυθίσανε.
    Θυμάμαι...

    Κι έπειτα τίποτα. Νεκρή να φεύγει και να χάνεται.

    ( Rafael Alberti )
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Το τάνγκο

    Πού να βρίσκονται; ρωτά η ελεγεία
    για κείνους που πια δεν υπάρχουν, μαθές,
    σα να υπήρχε ένα μέρος όπου το Χθες
    είναι το Σήμερα, το Ακόμα ή το Επιπλέον μία.

    Πού να βρίσκονται (επαναλαμβάνω) από απάχηδες τόσες γενιές
    που πήγαν κι έστησαν μια τρομερή νύχτα
    σε σκονισμένους χωματόδρομους ή σε χαμένες γειτονιές
    του στιλέτου και της μαγκιάς τη σέχτα;

    Πού να βρίσκονται εκείνοι που πέρασαν;
    Στην εποποιία ένα επεισόδιο κόμισαν χορηγία
    κι ένα θρύλο στο χρόνο. Που δίχως καμία κακία,
    όφελος ή ερωτικό πάθος ο ένας τον άλλον μαχαίρωσαν;

    Τους ψάχνω μέσα στους θρύλους τους, στην τελευταία
    θράκα που, όπως ένα αναπάντεχο τριαντάφυλλο,
    κρατάει κάτι από εκείνον τον ψυχωμένο όχλο
    στο Κοράλες και στην Μπαλβανέρα την ωραία.

    Σε ποια σκοτεινά στενοσόκακα ή τόπο έρμο
    του άλλου κόσμου θα κατοικεί η γρανιτένια
    η σκιά εκείνου του Μουράνια,
    του μαχαιροβγάλτη απ’ το Παλέρμο;

    Κι εκείνος ο μόρσιμος Ιμπέρα (που κι οι άγιοι
    τον λυπούνται) σ’ ένα γιοφύρι του δρόμου, του Νιάτου,
    του αδερφού του, έδωσε χτύπημα θανάτου.
    Στα φονικά τον ξεπερνούσε κι έγιναν οι φόνοι πάγιοι.

    Μια μυθολογία κοφτερών εγχειριδίων
    σβήνει αργά μέσα στη λήθη.
    Ένα τραγούδι για άθλους ελήφθη
    μέσα στο θόρυβο των αστυνομικών δελτίων.

    Μα υπάρχει κι άλλη θράκα, κι άλλου πυρακτωμένου ρόδου,
    από τη στάχτη που τους φυλάει ακέραιους.
    Εκεί βρίσκεις μαχαιροβγάλτες αγέρωχους
    και το βάρος του αθόρυβου μαχαιριού ενός βάρδου.

    Αν κι αυτό το εχθρικό στιλέτο ή τ’ άλλο στιλέτο,
    ο Χρόνος, τους έστειλε κάτω απ’ το χώμα,
    σήμερα, έξω απ’ του χρόνου το παραπέτο,
    το θάνατο, εκείνοι οι πεθαμένοι ζουν μεσ’ του τάνγκο το σώμα.

    Μεσ’ στις χορδές της μουσικής βρίσκονται,
    στης κιθάρας το αργό το παίξιμο,
    και λέει μια μιλόνγκα μ’ αλέγρου ρυθμού πλέξιμο
    για το γιορτάσι και την αθωότητα σαν πέτονται.

    Γυρίζει ο κίτρινος τροχός πάνω απ’ το κενό
    μ’ άλογα και με λιοντάρια. Ακούω την ηχώ
    και με του Αρόλας και του Γκρέκο τα τάνγκο ξεψυχώ
    που είδα κάποτε να χορεύουν στο στενό.

    Κάποια στιγμή που αναδύεται απ’ το πουθενά,
    δίχως πριν ούτε μετά, ενάντια στη λήθη,
    που θυμίζει της ίδιας της απώλειας τα ήθη,
    το χαμό και το ανακτημένο ξανά.

    Στ’ ακόρντα υπάρχουν πράγματα παλιά, στους στίχους:
    στο άλλο πάτιο και στης κληματαριάς τους γρίφους.
    (Πίσω απ’ τους καχύποπτους τοίχους
    ο Νότος κρατάει την κιθάρα και τη λαβή του ξίφους).

    Εκείνο το ξέσπασμα, το τάνγκο, εκείνη η διαβολιά, της ζωής τα μεστά χρόνια προκαλεί.
    Φτιαγμένος από σκόνη και χρόνο, ο άνθρωπος διαρκεί λιγότερο κι απ’ του μεσημεριού την αντηλιά,
    που δεν είναι άλλο από Χρόνος. Το τάνγκο ένα ψεύτικο Χθες φτιάχνει, όπου βγαίνει αληθινή κατά
    κάποιο τρόπο η απίθανη ανάμνηση ότι ένας σ’ έναν ανάστατο τόπο,
    στον καβγά, σε μια γωνιά του προαστίου έχει πεθάνει.

    ( Jorge Luis Borges )
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Τα φορτηγά καράβια συλλογίζομαι

    Τα φορτηγά καράβια συλλογίζομαι
    που γέρασαν και τώρα, λαβωμένα,
    χωρίς ούτε μια βάρδια στο κατάστρωμα,
    σαπίζουν στ᾿ ἀκρολίμανα δεμένα.

    Τα φορτηγά καράβια: που ταξίδεψαν
    στων πέντε των ηπείρων τα πελάγη
    -απ᾿ του Μουρμὰνκ τη παγερή τη θάλασσα
    ίσαμε του Αμαζόνα τα τενάγη.

    Τους ναυτικούς τους γέρους συλλογίζομαι
    που στα μεγάλα των χειμώνων βράδια
    μ᾿ υπομονή κι αγάπη -για τα εγγόνια τους
    (είτε γι᾿ αυτούς;-) μικρά φτιάχνουν καράβια.

    Και δεν μπορούνε πια να ταξιδέψουνε
    μα κάθε μέρα ως το λιμάνι πάνε
    και, άνεργοι, ανώφελοι και πένθιμοι
    σαν κάτι τις να χάσανε κοιτάνε.

    ( Κώστας Ουράνης )
     
  6. brenda

    brenda FU very much

    Σε ρουφάω
    Δεν χορταίνω να σε ρουφάω
    Εισχωρείς μέσα μου με την ανεμελιά του χαμένου που δεν διεκδικεί δάφνες κι ούτε και θα τις δρέψει ποτέ
    κυλάς στο αίμα μου μέσα από την νικοτίνη των τσιγάρων που καπνίζω ενώ μου γαμάς τόσο υπέροχα τον εγκέφαλο
    ανοίγω τα μάτια και δεν βλέπω μπροστά μου τίποτ' άλλο παρά εσένα
    κλείνω τα μάτια....
    το ίδιο...
    στοιχειωμένο βλέμμα στο θολό τοπίο της λύσσας μου
    το δικό σου
    έπρεπε να μην σε έχω δει
    να πλάσσω την εικόνα σου σαν μυθικό δαίμ(ω)να της παράκρουσής μου
    τσιμεντωμένο στα θέλω και στο εγώ σου μέχρι τα γόνατα
    αλλά αέναα μέσα μου
    χωρίς χθες, χωρίς αύριο
    με μόνο και γυμνό το τώρα
    της φλεγόμενης επιθυμίας
    της κατασπαραχτικής αφής
    που ποτέ δεν θα ζήσουμε
    έτσι όπως ονειρευτήκαμε
    μιας και το όνειρο αγκαλιάζει το σκοτάδι
    και η στιγμή χάνεται....
    αλλά εγώ θα σε κουβαλάω για πάντα μέσα μου
    κι αν μ΄εξετάσουνε για λευχαιμία θα σε βρουν να ρέεις στον μυελό μου
    ατίθασα, ανυπότακτα κι εκδικητικά
    μέσα στα σβησμένα κάρβουνα βρήκα την απάντησή μου...
    στους σωρούς από ανθρώπινα κόπρανα,
    ξεπέρασα την δυσωδία και είδα αυτό που ποτέ δεν έψαχνα
    μια αγκαλιά για να αναπνέω ήρεμα, φυσικά
    το λίκνο της τρέλας και τον τάφο της ενοχής
    εσένα....
     
  7. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ονειρικό τραγούδι 366

    Παγωμένος σ' αυτό το ιρλανδέζικο μπαρ δίνω τις ευχές μου
    στις αγάπες μου, στους ξένους, σ' όλους τους δικούς μου φίλους,
    εφτά ή όσους είναι,
    συγχωρώ τους εχθρούς μου, ειδικά δύο,
    παραβγαίνει την καρδιά του, με τόση μεγαλοψυχία,
    μπορεί όλα αυτά να είναι αλήθεια;

    -Κύριε Κόκαλε, κάνεις ταξίδι έξω από τον εαυτό σου.
    Σ' έχει δει γιατρός; Ακούγεσαι αποφασισμένος,
    διαθήκη και τα σχετικά.
    Έχεις πάρει την πορεία σου; -Ω, υποφέρω από χτύπημα
    κι από χτύπημα κι από μπάλες τρεις: Πάω για τα πολλά,
    Γουέρντσγουορθ, και κάτι ανάλογο.

    Ο παίχτης ονειρεύτηκε. Έριξε μια κυρτή ονειρική μπαλιά,
    στην πορεία μου την έπιασα και σουτάροντας αστόχησα,
    ο έρημος Χένρυ.
    Αυτά τα Τραγούδια δεν είναι για να τα καταλαβαίνει κανείς,
    κατάλαβε. Είναι για να τρομάζουν μόνο και να παρηγορούν.
    Μια πασχαλιά στο χέρι του βρέθηκε.

    ( John Berryman )
     
  8. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Πες μου για τη χρησιμότητα
    της πεταλούδας
    αν δε φτερουγίζει στα σωθικά σου
    διαταράσσοντας
    τη ροή της κυκλοφορίας,
    αφυπνίζοντας
    την ωραία κοιμωμένη
    κεντρική αρτηρία
    (γιορτή την έλεγαν;
    ούτε που θυμάμαι).
    Μετονομάστηκε πια,
    ησυχία και ασφάλεια –
    κάτι κάμπιες μόνο
    πατημένες την άνοιξη
    στις παρυφές της.
    Μικρό το κακό.
    Θα ζήσουμε
    και με παπούτσια λερωμένα.

    Μαρία Βαχλιώτη, Άλλα λόγια
     
  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Η μοίρα με έφερε εδώ, σε
    τούτο δω τον τόπο,
    και η Μάντυ με υποδέχτηκε
    χωρίς μεγάλο κρότο.

    Χαιρέτισε στα γρήγορα
    και μου πε μια ατάκα,
    και πάτησα να δω προφίλ,
    και έπαθα σούπερ πλάκα.

    Η Μάντυ είναι μούναρος,
    κομμάτι απο τα λίγα
    πατώντας πάνω στο
    προφίλ, στο διάολο επήγα!

    Η όμορφη είναι ανώμαλη,
    στα βίτσια δεν κολλάει,
    έχει σούπερ δύναμη.
    στην κόλαση τα σπάει.

    Διαβάζοντας και τα γραπτά,
    κατάλαβα την τρέλα
    δεν έγραφε με ψέματα,
    δεν έβαλε κορδέλα.

    Είδα και ότι τους
    γκέουλες, η όμορφη
    γουστάρει
    και το κεφάλι μου άναψε,
    η Μάντυ δεν κολλάει.

    Έλα σε μένανε μικρή,
    πουτάνα να σε κάνω
    θα βγάλω πάνω σου χολή,
    μέχρι να σε τρελάνω.

    Μάντυ, εγώ είμαι ο
    ξάδερφος που θέλεις να
    γαμήσεις
    έχω και εγώ το βάρος σου,
    στο λέω να μην φρίξεις :- )

    Love. '' Άγνωστος ''

    ps: Toν αγαπώ, u make my Day & Night <3
     
    Last edited by a moderator: 27 Ιανουαρίου 2015
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ένα λεπτό

    Ώρα 20:37.
    Ξεσκίζω τις σάρκες μου, τη μνήμη,
    την ξεχασμένη αθωότητα.
    Μόνος, γυμνός, περιφέρομαι
    σ’ έξι διαστάσεις,
    μ’ έξι αισθήσεις.
    Κοιτώ πλαγιογωνικά το λαβύρινθο,
    που σχηματίζει το αυτί σου.
    Κι ύστερα βουτώ και χάνομαι.
    Με χτυπά το ρεύμα, απ’ τους νευρώνες
    του εγκεφάλου σου.
    Ηλεκτροσόκ.
    Ξυπνώ γεμάτη αίματα
    πάνω στην αριστερή κοιλία της καρδιάς σου.
    Ανασαίνω και πάλλομαι μ’ έναν ξένο ρυθμό.
    Το σφυγμό σου.
    Κάτι σ’ ενοχλεί.
    Γίνομαι βλέννα που κολλάει στα πνευμόνια σου.
    Βήχεις και με φτύνεις στο χαλί.
    Σηκώνομαι, φτιάχνω τα μαλλιά μου και κάθομαι.
    Με κερνάς καφέ και με ρωτάς που ήμουν.
    Ανάβω ένα τσιγάρο,
    με τυλίγει ο καπνός
    και χάνομαι.
    Ώρα 20:38.

    ( Άννα Νιαράκη )
     
    Last edited: 30 Ιανουαρίου 2015
  11. aethereal

    aethereal Guest

    Λες και τρώμε το χειμώνα παγωτό.
    Λες και πέφτουμε σε τοίχους μ’ εκατό.
    Έτσι ανάποδα λυγάω το βράδυ αυτό
    του νου τη βέργα.

    Λες και η στάθμη της αγάπης πάει να βρει
    πόσοι κρύβονται στη λάσπη θησαυροί.
    Πώς κοπήκανε στα δάχτυλα οι σταυροί
    γι’ ανθρώπων έργα.

    (λινα νικολακοπουλου)
     
  12. brenda

    brenda FU very much

    Και θέλω να μ' αγαπάς και να παραγγέλνεις εσύ σουβλάκια όταν σαπίζω στον καναπέ και βαριέμαι να σηκωθώ, και να σκοτωνόμαστε ποιος θ' ανοίξει το θυροτηλέφωνο στον ντελιβερά, και να μου κλέβεις το κοντοσούβλι, και να μαλώνουμε για τη σκεπαστή, και να σε ταΐζω μπουκιά-μπουκιά το γεμιστό μπιφτέκι, και να βάζεις μαγιονέζα στις πατάτες σου κι εγώ να βάζω ξίδι στις δικές μου και να μου λες αηδία, πώς τις τρως έτσι μουλιασμένες, και να σε βλέπω μπουκωμένο με πίτα, και να σου βγάζω το κρεμμύδι όταν μπερδεύουν τις παραγγελίες, και να μου λες πολλά πήρες πάλι και να σου λέω χμργφγφφσστ γιατί έχω γεμάτο το στόμα, και να πέφτει κάτω το κομματάκι του γύρου και να 'ναι αγώνας δρόμου αν θα το πιάσουμε πρώτα εμείς ή ο γάτος, και να λέμε πρέπει επιτέλους ν' αρχίσουμε να τρώμε υγιεινά θα πάμε αδιάβαστοι μ' αυτά που σαβουρώνουμε και να σου λέω έλα νέοι είμαστε ακόμα, πιάσε μου τη σως, και να μου λες τελείωσε, και να βουρκώνω, και να μου σκουπίζεις τα μάτια με τη χαρτοπετσέτα που έχει στην ακρούλα λίγη ρίγανη και τζατζίκι και μετά να κοιμόμαστε αγκαλιά και το πρωί να κλαιγόμαστε ότι δεν έχουμε πια μπλουζάκι να μας κάνει μ' αυτήν την μπάκα, και να είσαι δικός μου, δικός μου, δικός μου.
    Α.Κορτώ