Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Ομολογία ενοχής

    Χωρὶς νὰ ὑπάρχει στὰ χαρτιὰ μιὰ καταδίκη εἰς θάνατον
    περιπλανῶμαι σὰν φυγόδικος ἀπὸ τὴν πρώτη μου στιγμή.

    Ὅλοι μοῦ λὲν πὼς εἶμαι ἀθῶος
    γιατί σπανίως ἐννοοῦν τὰ πάμπολλά μου ἐγκλήματα.

    Πὼς εἶμαι δήμιος, ἀσφαλῶς, δὲν τὸ πιστεύουν.

    Μὰ ἐγὼ φοβᾶμαι.

    Γιατί καλῶς γνωρίζω
    πόσες ὡραῖες μου πράξεις καρατόμησα
    πόσες φορὲς κλάδεψα τοὺς βλαστοὺς μου
    πόσες φορὲς συναντήθηκα μὲ τὸν ἄλλο μου δαίμονα
    κ’ ἔστριψα στὴ μικρὴ σκοτεινὴ πάροδο.

    Ὅλοι μοῦ λὲν πὼς εἶμαι ἀθῶος
    γιατί δὲ βλέπουν
    τὰ κρεμασμένα στοὺς τοίχους ὁμοιώματα
    τὰ συνετὰ καὶ δίκαια ἔργα μου δὲ βλέπουν

    ἔτσι καθὼς περνοῦν σκυφτὰ
    τὶς πύλες τῶν φερέτρων μου.

    Ὅταν χτυπάει ὁ ἄνεμος τὴν πόρτα μου
    τρομάζω: Τώρα λέω ἔρχονται νὰ μὲ συλλάβουν

    ἔρχονται νὰ μὲ ὑποχρεώσουν καὶ πάλι ν’ ἀρνηθῶ
    νὰ πῶ: Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπο.

    Αὐτὸν ποὺ ἐντός μου κατοικεῖ
    δὲν τὸν γνωρίζω.

    Ὅλοι μου λὲν πὼς εἶμαι ἀθῶος
    καὶ πὼς μπορῶ ἡσύχως ν’ ἀναπαύομαι
    νὰ περπατῶ ἀνενόχλητος στοὺς δρόμους
    γιὰ τοὺς κοινοὺς κακούργους μὲ ἀπέχθεια νὰ μιλῶ
    καὶ ν’ ἀποσύρομαι χωρὶς τὴν ἐντροπὴ τοῦ ἐνόχου.

    Μὰ ἐγὼ δὲν ἀναπαύομαι. Τὶς νύχτες
    μὲ κυκλώνουν οἱ σκιές. Ἄγρια φαντάσματα
    καραδοκοῦν πίσω ἀπ’ τὶς πόρτες μου.
    Καὶ δὲν μπορῶ νὰ εἶμαι ὁ διαυγής
    ὁ καθαρὸς καὶ ἀμόλυντος δὲν εἶμαι
    κι ἂς μὴν ὑπάρχει στὰ χαρτιὰ
    μιά καταδίκη εἰς θάνατον.


    Στέλιος Γεράνης
     
  2. dina

    dina Σκλαβα της Brt Contributor

  3. dina

    dina Σκλαβα της Brt Contributor

  4. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Τα Χριστούγεννα των δακρύων

    Πήρεν η Σίβυλλα φωτιά,
    μου προείπε τί μου είναι γραφτά.
    Μαυρίλα πόπεφτε απ’ τα ύψη
    άπλωσε γύρω γύρω θλίψη.

    Χαρούμενον, με κύκλωνε όμως
    ο μεταφυσικός ο τρόμος,
    και λίγο λίγο, λίγο λίγο,
    ευρύτατο ένα χάος ξανοίγω,
    που ούτε να βλέπω ή να θυμούμαι
    ή να ονειρεύομαι ως κοιμούμαι
    δεν θέλω πλέον, τόσο μου δίδει
    φαρμάκι το ανοιχτίρμον φίδι
    του Μέλλοντος, που μαρτυριέται
    στο σκότος, που ως αστράφτει σβηέται.

    «Μάταια χαράς ζητάς πηγάδι,
    όαση μικρή σε άπειρον Άδη
    που περιφέρνεσαι, Άδη αμμώδη,
    που κάθε βήμα και το πόδι
    βουλιάζει πιότερο ώς το γόνα
    φέρνοντας κούρασες γι’ αρρεβώνα
    του Μέλλοντος που σ’ απαντέχει,
    όταν το σώμα δεν αντέχει.

    Λίγης βροχής η οπτασία,
    δυο τρεις σταγόνες ευλογία,
    καινούργιο Βάφτισμα θα σου ήτο,
    ελπίδες χίλιες θα σου διηγείτο.

    Αλλ’ ενού Ήλιου η περιφορά,
    διαρκής, ξεραίνει τη χαρά».

    Τί κι’ αν το Βρέφος εγεννήθη
    απόψε, ο Θεός μέσα στα πλήθη,
    κι’ ο ουρανός αναγαλλιάζει
    με μελωδίες αγγελικές·
    της Βηθλεέμ τί κι’ αν γιορτάζει
    μιαν ερημιά με τ’ άλογά της,
    τις στάνες, τα βόδια, τ’ αρνιά της
    και τις ποιμενικές χαρές;

    Για μένα στήθηκε προχείρως

    «Τόπος Κρανίου». Ένας γύρος
    σταυροί με ζώσανε, να εκλέξω
    τον πιο αλαφρό και νάβγω έξω,
    να με κρεμάσουν Ιουδαίες
    άνομες, οι Έγνοιες φρικαλέες.

    Πήρεν η Σίβυλλα φωτιά,
    μου προείπε τί μου είναι γραφτά.

    Μου προείπε πώς θα με δροσίσει
    μονάχα των δακρύων η βρύση:
    στη μοναξιά θαρθούν, θα τρέχουν,
    το πρόσωπο να περιβρέχουν
    με την παθητικιά λαχτάρα
    της Αγάπης. Με τη λαχτάρα
    τη μητρική που φλέγει τη όλη
    η συγκλόνιση, η πολλή συμπόνια
    και δείχνει ολόανθο το περβόλι
    της παρηγόριας, με πλεγμένα κλώνια
    ελπίδας, πίστης και λατρείας,
    τους τρεις κισσούς μονώσεως αιωνίας.

    Μου είπεν η Σίβυλλα,

    Συλλογίσου
    το ποτάμι που ρέει του Παραδείσου
    με φλοίσβο εωθινό. Σκέψου το αηδόνι,
    να κελαηδά παθητικά τη μόνη
    γοητεία, πρωί πρωί, που δίνει
    η Αυγή με τη σιγή και τη γαλήνη.

    Το Φεγγάρι, που χλωμαίνει, που χλωμαίνει,
    αλλά, με όλον τον Ήλιο, παραμένει
    και φαίνεται σαν νέφος. Το αεράκι,
    που σκορπίζει της αχλύος τα ράκη.

    Το ποταμόπλοιο τέλος με τριπλοανοιχτά
    τα ολόλευκα λαμπρά πανιά,
    που, σιγανό αλλ’ ασφαλές, δεν παύει
    να πλέει προς σένα, να σε παραλάβει.

    Τ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ
     
  5. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Στροφή

    Στιγμή, σταλμένη από ένα χέρι
    που είχα τόσο αγαπήσει
    με πρόφταξες ίσια στη δύση
    σα μαύρο περιστέρι.

    Ο δρόμος άσπριζε μπροστά μου,
    απαλός αχνός ύπνου
    στο γέρμα ενός μυστικού δείπνου...

    Στιγμή σπυρί της άμμου,
    που κράτησες μονάχη σου όλη
    την τραγική κλεψύδρα
    βουβή, σα να είχε δει την Ύδρα
    στο ουράνιο περιβόλι.

    Γ. Σεφέρης
     
  6. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Ἡ νύχτα μὲ συμφέρει

    Πράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει.
    Πρῶτα-πρῶτα ἐλαττώνει τὶς φιλοδοξίες· ὕστερα
    διορθώνει τὶς σκέψεις· ἔπειτα
    συμμαζώνει τὴ θλίψη καὶ τὴν κάνει ὑποφερτότερη
    τὴ σιωπὴ μὲ σέβας ἀνατέμνει·
    ἐξαίρει τὴν ὄσφρηση μὰ προπάντων ἡ νύχτα περιζώνει.

    Καρούζος
     
  7. lotus

    lotus Silence

    “Η Θάλασσα” (1962)

    Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
    μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
    Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
    μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
    γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
    ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.

    Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
    Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
    Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
    Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.

    Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
    χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.

    Ντίνος Χριστιανόπουλος
     
  8. lotus

    lotus Silence

    ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ

    Ι
    Όλα τα σύννεφα στη γη εξομολογήθηκαν
    Τη θέση τους ένας καημός δικός μου επήρε

    Κι όταν μες στα μαλλιά μου μελαγχόλησε
    Το αμετανόητο χέρι

    Δέθηκα σ' έναν κόμπο λύπης.


    II
    Η ώρα ξεχάστηκε βραδιάζοντας
    Δίχως θύμηση
    Με το δέντρο της αμίλητο
    Προς τη θάλασσα
    Ξεχάστηκε βραδιάζοντας
    Δίχως φτερούγισμα
    Με την όψη της ακίνητη
    Προς τη θάλασσα
    Βραδιάζοντας
    Δίχως έρωτα
    Με το στόμα της ανένδοτο
    Προς τη θάλασσα
    Κι εγώ - μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα.

    III
    Απόγευμα
    Κι η αυτοκρατορική του απομόνωση
    Κι η στοργή των ανέμων του
    Κι η ριψοκίνδυνη αίγλη του
    Τίποτε να μην έρχεται Τίποτε
    Να μη φεύγει
    Όλα τα μέτωπα γυμνά
    Και για συναίσθημα ένα κρύσταλλο.


    Οδυσσέας Ελύτης
     
  9. Amoreisa

    Amoreisa Regular Member

    Πατάτε με σεβασμό την άσφαλτο.
    Από κάτω υπάρχουν πέτρες που ονειρεύονται κήπους.

    Α. Χιόνης
     
  10. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Η αναμονή και το όνειρο

    Κοιτάζω την ώρα, δεν είναι να ρθείς.
    Γυρνώ το κλειδί στην πόρτα και παίρνω
    το πρώτο βιβλίο που δεν λέει τίποτα.
    Κι άξαφνα, εκέι που διαβάζω, απαλαίνει
    η ατμόσφαιρα γύρω μου γαλανίζει ανεπαίσθητα.
    Έχεις μπει στο δωμάτιο χωρίς να χτυπήσεις.
    Όλα γίνονται διάφανα. Προχωρείς με έναν πέπλο
    ουρανού στο κεφάλι σου.

    Ν. Βρεττάκος
     
  11. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Η αποδοχή του εαυτού

    Ζητώ συγνώμη που δεν απαντώ
    Αλλά λάθος δικό μου δεν είναι
    Που δεν αντιστοιχώ
    Σ’ αυτόν που σε ’μένα αγαπάτε.
    Ο καθένας μας είναι πολλοί
    Εγώ είμαι αυτός που νομίζω πως είμαι.
    Άλλοι με βλέπουν αλλιώς
    Και πάλι λάθος κάνουν.
    Μη με παίρνετε γι’ άλλον
    Κι αφήστε με ήσυχο.
    Αν εγώ δεν θέλω.
    Να βρω τον εαυτό μου
    Γιατί οι άλλοι για μένα να ψάχνουν;

    Φ. Πεσσόα
     
  12. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Πολιορκημένος χρόνος

    Νομίζαμε πως γνωριζόμαστε καλά.
    Μα όταν τα κουρασμένα ρούχα μας αρχίσανε να πέφτουν
    Χωρίς προσχήματα ούτε ανταλλάξιμη παραφορά
    Και μείναν τα κορμιά μας απροσποίητα
    Φάνηκε καθαρά πόσο μακρύς ήταν ο δρόμος
    Πόσο ήταν ο χρόνος μας πολιορκημένος, κι εμείς
    Δυο άνθρωποι συνηθισμένοι, περίπου απροσπέλαστοι.


    ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ