Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Οι πόρτες

    Πέρασα μπροστά από τόσες πόρτες,
    μέσα στο διάδρομο των χαμένων φόβων και των φυλακισμένων ονείρων.
    Άκουσα πίσω απ' τις πόρτες δέντρα που τα βασάνιζαν
    και ποταμούς που προσπαθούσαν να τους δαμάσουν.
    Πέρασα μπροστά απ' τη χρυσή πόρτα της γνώσης,
    μπροστά από πόρτες που έκαιγαν και δεν ανοίγαν,
    μπροστά από πόρτες που κουράστηκαν να μένουν πολύ καιρό κλειστές
    κι από άλλες σαν καθρέφτες, απ' όπου περνούσαν μόνο οι άγγελοι.
    Υπάρχει όμως μια πόρτα απλή, δίχως σύρτη ούτε μάνταλο
    στο βάθος του διαδρόμου, απέναντι απ' το ρολόι,
    η πόρτα που οδηγεί πέρα από σένα-
    κανένας δεν τη σπρώχνει ποτέ.


    ( Ivan Goll )
     
  2. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Νοσταλγία

    Παιδικές ώρες

    Θάνατοι των ημερών
    Ωραίοι
    Σαν ώριμα μήλα

    Όταν μας πρόσμεναν
    Στην άκρη του έρημου δρόμου
    Κάποια τεφρή χαρά
    Ένα παιχνίδι χαλασμένο

    Όπως προσμένουμε οι νεκροί να μας μιλήσουν
    Οι νεκροί που ποτέ δε θα μιλήσουν


    ( Τάκης Βαρβιτσιώτης )
     
  3. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Όπως πριν από σαράντα χρόνια

    Όπως πριν από σαράντα χρόνια,
    μούσκεψα στη βροχή, κάτι
    λησμόνησα, κάτι μου λένε,
    ένοχος είναι, θα σε συγχωρήσουν,
    και το τραίνο των δέκα και τέταρτο
    φαίνεται στη στροφή.
    Στις έντεκα θα τελειώσουν όλα,
    όπως θα συμβεί μετά από σαράντα χρόνια στο μέλλον,
    που θα σέρνει πίσω του το τραίνο που φεύγει
    και τα παράθυρα του θα αχνοφαίνονται μέσα στον καπνό,
    Όλα όσα είπες δίχως λόγια,
    όταν είχε ήδη φύγει ο συρμός.
    Κι η νιότη τίνος, στο σταθμό
    από εκείνους που σ’ αποχαιρέτησαν
    έμελε να γυρίσει πίσω στο σπίτι,
    Περνώντας μέσα από νερόλακκους
    δαγκώνοντας το μανίκι του.


    ( Arseny Tarkovsky )
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η εξομολόγηση του φυγά

    Είμαι ευτυχισμένος μόνο σαν φεύγω.
    Όχι ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους, με δρόμους κλειστούς,
    μα ανάμεσα στο εδώ και στο εκεί, στο ’να σπίτι ή στ’ άλλο,
    και τα δυο κατά προτίμηση αλλονών.

    Δεν μπορώ πια, ούτε θέλω, να μένω ήσυχος.
    Ούτε τώρα ούτε μετά. Ούτε εδώ ούτε εκεί.
    Εκεί που τελοσπάντων είσαι εσύ,
    όποια και να ’σαι εσύ, το όνομά σου βάλε
    στα χείλη μου τα διψασμένα, τα αχόρταγα.

    Εγώ δεν είμαι εγώ ούτε έχω σπίτι.
    Δεν λέω πια, γιατί ποτέ δεν ήμουν,
    ποτέ δεν είχα, πάντα ήμουν ξένος
    μέσα μου ή έξω μου. Είμαι αυτός που δεν:
    ο αλήτης που κοιμάται κάτω απ’ το γεφύρι
    που τις όχθες μου ενώνει και το περνώ
    χωρίς σταματημό, μέρα και νύχτα.

    Γράφω γιατί ψάχνω, γιατί ελπίζω.
    Όμως πια δεν ξέρω τι, το ’χω ξεχάσει.
    Ελπίζω πως γράφοντας, κάποια στιγμή
    θα θυμηθώ. Επιμένω κόντρα στους καιρούς.

    Αγωνιώ ανάμεσα σε παρενθέσεις
    σε τόπο ζωντανό, χρόνο νεκρό
    κάποιας ελπίδας, ανάμεσα σε δύο εδώ.

    Ποτέ σε κάτι μα ανάμεσα. Άσε με,
    όποια και να ’σαι εσύ, στην ησυχία μου
    η τέλειωνε πια μαζί μου και με το μέλι το πικρό
    του να είμαι μόνος μιλώντας μόνος.

    Αποφάσισα να μην αποφασίζω,
    να μην είμαι πουθενά αλλά στον δρόμο,
    σε γεφύρια, σε πλοία, σε τρένα
    όπου θα είμαι απλώς ο επιβάτης
    που ξέρω πως είμαι, και να αισθάνομαι
    πως με ανησυχεί η γαλήνη,
    πως η ησυχία με τρομάζει,
    πως η ασφάλεια δεν με ενδιαφέρει,
    κι ευτυχισμένος είμαι μόνο στη φυγή.


    ( Juan Vicente Piqueras )
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο άλλος που φέρει τ' όνομά μου

    Ο άλλος που φέρει τ' όνομά μου
    έχει αρχίσει να με ξεγνωρίζει.
    Ξυπνάει όπου εγώ κοιμάμαι,
    διπλασιάζει την πεποίθησή μου ότι είμαι απών,
    πιάνει τον τόπο μου λες και ο άλλος είμαι εγώ,
    με αντιγράφει στις βιτρίνες που δεν αγαπώ,
    μου οξύνει τις παραιτημένες κόγχες των ματιών,
    ξεκρεμάει τα σημεία που μας ενώνουν
    κι επισκέπτεται χωρίς εμένα τις άλλες εκδοχές της νύχτας.

    Μιμούμενος το παράδειγμά του
    αρχίζω κι εγώ τώρα να με ξεμαθαίνω.
    Ίσως να μην υπάρχει άλλος τρόπος
    ν' αρχίσουμε να γνωριζόμαστε.


    ( Roberto Juarroz )
     
  6. ''Μέσα σ' αυτή την ερημιά
    τι τρομερά φοράς την ομορφιά σου''


    Απ' τη συλλογή '' Η κλεψύδρα με τις στάχτες '', Αλέξης Τραϊανός
     
  7. Η νύχτα έχει δικές της κραυγές έχει κραυγές πολλές
    Τα πουλιά που ξεχύνονται από το στόμα σου είναι κι αυτά
    Κραυγές της διασχίζουν όλες τις σκάλες των ήχων
    Αρχινούν απ' την καρδιά σου και καταλήγουν πάλι
    Στην καρδιά σου μπλέκονται με το ταπεινό τριζόνι
    Με το σφυγμό σου με τις πατημασιές τού νυχτοφύλακα
    Με το τρίξιμο της σκάλας με το τι πρέπει
    Με το τι δεν πρέπει λουφάζουν και ξαναρχινούν
    Φτάνουν ψηλά σ' ένα άστρο εκεί που τρεμοσβήνει η ελπίδα σου
    Βαθιά σ' ένα πηγάδι που στο νερό του καθρεφτίζεται
    Το ίδιο πάλι άστρο κι ύστερα μάχονται μεταξύ τους
    Βραχνιάζουν σιγοσβήνουν άλλες κραυγές φυτρώνουν
    Βροντοκυλάνε μες στο αίμα σου ακροβατούν
    Σε τεντωμένα νεύρα στο τυφλό σκοτάδι παραπατούν
    Και τέλος πνίγονται στο κύμα της αυγής

    *

    Η νύχτα έχει πολλές κραυγές έχει κραυγές δικές της
    Αναρίθμητες κραυγές ο έρωτας έρχεται πιο συχνά
    Τη νύχτα ο θάνατος έρχεται ακόμα πιο συχνά
    Τη νύχτα έρχονται τα διάφορα όνειρα σε φυγαδεύουνε
    Τη νύχτα το μαχαίρι του φονιά η σάλπιγγα
    Της επανάστασης ακούγονται μόνο τη νύχτα

    *

    Σε πνίγουν οι κραυγές τής νύχτας σε τρελαίνουν
    Οι κραυγές τής νύχτας φέρνουν χαρά οι κραυγές
    Της νύχτας φέρνουν οδύνη σε φέρνουν και σ' απομακρύνουν
    Ανοίγουν τρύπες στο κορμί σου χύνονται στ' αυτιά σου
    Σα λάδι καυτό φανερώνουν κόσμους ξεχασμένους
    Ένα δωμάτιο σκοτεινό πάνω στη βουή τού δρόμου
    Ένα φεγγάρι με κλωστή στα πόδια σου δεμένο
    Το χώμα που πάνω του πλάγιασες στην καρδιά τού καλοκαιριού
    Προσκαλώντας τα χέρια σου προσκαλώντας τα πόδια σου
    Να χωθούνε μέσα του να γίνουνε ρίζες

    *

    Η νύχτα έχει κραυγές δικές της δεν μπορείς
    Να ξεφύγεις τις κραυγές της μια μέρα θα σε μαρτυρήσουν
    Η νύχτα δεν ξεχνάει ποτέ είναι το άλφα
    Και το ωμέγα το φιλί κι ο στεναγμός

    *

    Η νύχτα είναι μια γυναίκα αγαπημένη


    Από τη συλλογή Κραυγές της νύχτας (1960), Κλείτος Κύρου
     
  8. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Η άλλη λύση

    Κανείς δεν σκέφτηκε την έπαρση
    που κρύβει ένα μαρτύριο
    και τι σκληρή απαιτεί
    ταπείνωση κι αυτοθυσία
    από αδύναμους ανθρώπους σαν κι εμάς.
    Όλοι κατανοούμε βέβαια το άδικο
    της χλεύης και του διασυρμού
    της προδοσίας.
    Όμως αντί για σταύρωση θεαματική
    κι ιδίως αντί γι’ ανάσταση
    εν αμφιβολία
    γιατί να μη διαλέξεις ένα τέλος
    όπως έζησες, μοναχικό
    γενναίο κι ευσύνοπτο
    και υψηλό και δωρικό
    κι αδιαμφισβήτητο;
    Μια τέτοια αυτόχειρ λύση
    θα’ ταν για λίγους από μας μια προτροπή
    κι ευεργεσία για τους υπολοίπους
    καθώς θα τους στερούσε πάσα ελπίδα
    μα και τον τρόμο κρίσης
    για μια μέλλουσα ζωή.


    ( Γιάννης Βαρβέρης )
     
  9. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Παράπονο

    Ύπνος και θάνατος, μακάβρια πουλιά
    γύρω από το κρανίο μου βουΐζουν όλη νύχτα.
    Τη χρυσωμένη εικόνα του ανθρώπου
    άραγε θα την καταπιεί
    το παγωμένο κύμα του χρόνου;

    Πάνω σε αποτρόπαιους υφάλους
    χτυπιέται και τσακίζεται το σώμα, ολοπόρφυρο.
    Και η φωνή πνιχτά στενάζει
    πάνω απ' τη θάλασσα.
    Ω αδελφή εσύ
    της ταραγμένης μελαγχολίας,
    κοίτα, μια βάρκα αλαφιασμένη βουλιάζει
    κάτω απ' τ' αστέρια,
    στο σιωπηλό το πρόσωπο της νύχτας.


    ( Georg Trakl )
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Όχι, δεν μας σκοτώνει μια στιγμή…

    Όχι, δεν μας σκοτώνει μια στιγμή,
    μα μιας στιγμής η έλλειψη.
    Δε μας σκοτώνει μια σκιά,
    μα η απουσία η μοιραία μιας σκιάς,
    χαμένης πιθανώς στο χάσμα
    ετούτης της ασύγκριτης αιωνιότητας
    της παράλογης.

    Δε μας σκοτώνει η έλλειψη της ζωής,
    μα το ζάρι μιας μοίρας γλυκόπικρης
    σε παρτίδα πάνω αόρατη.

    Δε μας σκοτώνει ο θάνατος,
    μας σκοτώνει ο ερχομός στη ζωή.


    ( Roberto Juarroz )
     
  11. lorelei

    lorelei Regular Member

    A Broken Appointment
    THOMAS HARDY
    You did not come,
    And marching Time drew on, and wore me numb,—
    Yet less for loss of your dear presence there
    Than that I thus found lacking in your make
    That high compassion which can overbear
    Reluctance for pure lovingkindness’ sake
    Grieved I, when, as the hope-hour stroked its sum,
    You did not come.

    You love not me,
    And love alone can lend you loyalty;
    –I know and knew it. But, unto the store
    Of human deeds divine in all but name,
    Was it not worth a little hour or more
    To add yet this: Once you, a woman, came
    To soothe a time-torn man; even though it be
    You love not me?
     
  12. lorelei

    lorelei Regular Member

    I Am the Only Being Whose Doom

    I am the only being whose doom
    No tongue would ask, no eye would mourn;
    I never caused a thought of gloom,
    A smile of joy, since I was born.

    In secret pleasure, secret tears,
    This changeful life has slipped away,
    As friendless after eighteen years,
    As lone as on my natal day.

    There have been times I cannot hide,
    There have been times when this was drear,
    When my sad soul forgot its pride
    And longed for one to love me here.

    But those were in the early glow
    Of feelings since subdued by care;
    And they have died so long ago,
    I hardly now believe they were.

    First melted off the hope of youth,
    Then fancy’s rainbow fast withdrew;
    And then experience told me truth
    In mortal bosoms never grew.

    ’Twas grief enough to think mankind
    All hollow, servile, insincere;
    But worse to trust to my own mind
    And find the same corruption there

    -EMILY BRONTË-