Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     





    Οι δυνατές φωνές
    σάβανα που τα σκεπάζουν όλα
    και πώς ν’ακούσεις τη ψυχή σου
    στα πρωινά του ολέθρου;

    Λευκό
    όπως του Λάζαρου το βλέμμα

    Αυτό το αίνιγμα
    κλήθηκες να λύσεις
    απ’την αρχή του χρόνου
    όχι αν οφείλεις
    και σε ποιους
    όμως τι έπραξες κάποτε
    για να χρωστάς για πάντα…

    Λευκό
    όπως το αίμα τ’ουρανού................D.P.
     
  2. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Μαίανδροι

    Μ’ έφερε η περπατησιά μου
    στους δρόμους τούτης της πόλης
    με τους ακίνητους ανθρώπους
    με τον άδειο χρόνο στα πεζοδρόμια
    με τις πληγές όλων όσων δεν γνώρισα ποτέ
    να στάζουν αλήθεια


    και μοιάζει
    να είναι το σπίτι μου

    περπάτησα πολύ
    χαμένος σε λαβυρίνθους ήχων
    σε μαιάνδρους χρόνου
    πέρασα πύλες αθέατες
    και διάβηκα πόρτες μυστικές
    κάποτε
    έξω από κείνο το γνώριμο σπίτι
    διέκρινα τη φιγούρα ενός νέου
    αναμαλλιασμένου
    νευρικού
    να περιμένει κάτι
    έτσι μου φάνηκε

    κάτι να περιμένει…

    θέλω να δω το βλέμμα του
    μου μοιάζει οικείος
    θέλω να δω τα χέρια του
    το πώς φυσάει ο άνεμος
    στα άναρχα μαλλιά του
    έχει στα μάτια του
    ένα περίεργο φως
    φτιαγμένο από σκοτάδι
    κι ένα χαμόγελο πικρό
    φτιαγμένο από ανάσες
    άλλων εποχών

    και ύστερα τον βλέπω πάλι
    στις φαρδιές σκάλες
    μαζί με φοιτητές
    σκιές ονείρων
    άσαρκες, θαμπές

    μα τώρα θέλω
    της καρδιάς του το βλέμμα να δω
    το χτύπο από τις αρτηρίες του
    που αιματώνουν ένα ψυχισμό
    από λέξεις σκέλεθρα
    και οράματα φωτιάς
    τον ξέρω καλά αυτό τον νέο
    φοράει τα νιάτα του
    σαν πανωφόρι δανεικό
    και η δροσιά του πρωινού
    ίσα που φτάνει στη ψυχή του
    μα έχει στα χείλη ακόμη κείνη τη γεύση
    της αναμονής
    έτσι θυμάμαι
    περιμένει

    πάντοτε
    κάτι περιμένει…

    τον βλέπω πάλι
    έξω από κείνο το δωμάτιο νοσοκομείου
    με το νεκρό βηματισμό
    ενός ανθρώπου σε αγωνία
    το τσιγάρο δεν φεύγει από τα δάχτυλα
    ο καπνός δεν φεύγει από τα στήθια

    νομίζω πως ξέρω τι θέλω να του πω
    όμως δεν θα μ’ακούσει
    αυτή η νύχτα
    δεν θα ξημερώσει
    αναίμακτα
    μα είμαι αρπαγμένος
    απ΄την ασφάλεια του χτες
    και τον αφήνω
    στη σιωπή του
    να σκέφτεται πως θα κυλήσει άλλο ένα λεπτό
    αιωνιότητας
    να περιμένει


    πάντοτε
    να περιμένει…

    κι είμαι ξαφνικά εδώ
    τον ανταμώνω πάλι
    πίσω από κείνο το γραφείο
    γκριζάραν κιόλας τα μαλλιά του
    σκάφτηκε το μέτωπο
    από φλύκταινες ελπίδες
    ρημάχτηκε το ευγενικό του πρόσωπο
    από φωνές αιώνων
    από ουρλιαχτά φρενών
    και κλείνει βλέπω
    τ’ αυτιά του
    παλεύει
    προσπαθεί
    να κλέψει την ελάχιστη ακεραιότητα
    που δεν θα απορρίψει σαν ξένο μόσχευμα
    το είναι του

    μην τους ακούς!
    κλείσε τ’αυτιά σου


    μην τους ακούς!
    αυτό που περιμένεις
    σαρκώθηκε στο σήμερα
    και πέθανε στο χθες!

    αυτό που περιμένεις
    ένα χαμόγελο ορφανό

    αυτό που περιμένεις
    ένας σβώλος χώμα
    μια χούφτα προσευχές
    και το φιλί της
    όταν σ’ αποχαιρετούσε!

    Μην τους ακούς!

    Φυλάξου!
    Πρόσεξε!
    έχιδνες τύψεις
    πόρνες ενοχές
    σφάλισ’τα μάτια σου
    τυφλώσου!

    Άντεξε
    ανάσανε
    πάρε τις λέξεις
    ήλιο αρματώσου!
    κι ένα λευκό χαμόγελο

    και κοίτα με ξανά…D.P.
     
  3. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    αίσθηση…

    σου είπα
    μην αλλοιώνεις τη σιωπή
    απόλαυσέ την
    όσο διαρκεί
    μην την λερώνεις
    με σταυροφόρες σκέψεις
    μη την διασπάς…
    μου είπες
    η σιωπή μοιάζει
    με σεντόνι
    φτιαγμένο από αγκάθια
    έξω
    στο ψύχος του κόσμου
    εσύ γυμνός
    πρέπει να την φορέσεις
    πληγώνεσαι
    ματώνεις
    αλλά δεν έχεις άλλον εαυτό
    κι αν το’θελες
    να ακυρώσεις…
    σου είπα
    έχεις το χέρι
    έχεις την αφή
    ένα ρίγος αρκεί
    να σε μεταμορφώσει
    αν είναι παιδί του Απείρου
    έτσι δεν είναι;
    μου είπες
    άσε τις λέξεις
    να ανδρώνονται ακέραιες
    στη κάθε αυγή
    θα έχεις εμένα
    θα έχεις το χρόνο
    θα έχεις τη στιγμή
    άσε τις μέρες
    ηλιόλουστες
    μεθυστικές
    άσε τις φλόγες
    από τα δάνεια βράδια
    να σε τυλίγουν
    άσε τα σώματα
    να μας γνωρίσουν τη νύχτα
    την αίσθηση άσε
    αυτή
    την τελευταία
    πριν αποχωριστούμε
    να μιλά για μας…......D.P.
     
  4. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

    Μαθαίνω…

    Ο κόσμος
    έχει ένα αλμυρό χαμόγελο
    σαν όστρακο πάνω στην αρχαία πέτρα
    και μια ρυτίδα από έρωτα
    που κρυώνει στο χρόνο
    με ρωτάει στο χθες ο άγνωστος άνθρωπος
    ποιο τίμημα έχει η αναλγησία
    και’γω δεν ξέρω να κοιτάξω το στερέωμα
    παρά μονάχα να σιωπώ…


    η θάλασσα
    έχει το χρώμα του οινοπνεύματος
    και την οσμή του πένθους
    με ρωτάει στο σήμερα
    ο άγνωστος θεός
    ποια γεύση έχει η αθανασία
    και’γω δεν ξέρω να διαβάσω τον πόνο
    κι έτσι σιωπώ…


    έχει ο ουρανός
    το χρώμα της νεκρής φωτιάς
    και τη στυφή ανάσα του αιώνιου
    με ρωτάει στο αύριο
    ο άγνωστος εγώ
    ποιο είναι το αίμα της ελπίδας
    και’γω δεν ξέρω να κρύψω
    τα δάκρυα που πικραίνουν τα χείλη
    κι έτσι
    μαθαίνω πως είναι πάντα να σιωπώ….D.P.
     
  5. sigh

    sigh .

    ..Μέρες μέρες να χτυπήσει το τηλέφωνο
    μήνες, χρόνια;
    Δεν ηχείς.

    Εκλήθη ο έμπιστος μου ωριλά
    μου έκανε ακουόγραμμα
    μια χαρά, μου λέει, ακούς
    τι σ’έπιασε. Εκλήθη εν συνεχεία ξανά ο τεχνικός.
    Δε χτυπάει του είπα.

    Σε ξεβίδωσε, σ’εκανε φύλλο και φτερό
    καλώδια μπαταρίες
    λάδωμα στη φωνή σου

    εντάξει η συσκευή

    η ζημιά είναι από μέσα
    σ’το είπα και την άλλη φορά
    θριαμβολόγησε ο ηλεκτρολόγος
    έχει βλάβη η επαφή
    πρέπει να σκάψω

    – ας’το
    αφού είναι η επαφή
    θα σκάψω εγώ
    ξέρω να τη θάψω
    δεν είναι τίποτα ξέρω.

    Κική Δημουλά
    Μεταφερθήκαμε Παραπλεύρως
     
  6. Alma Oscura

    Alma Oscura Όπταις άμμε

    Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν,
    που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί,
    κι αυτή, σαν απ' τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι,
    περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί.

    Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες,
    και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά,
    μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει,
    είναι γι' αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά.

    Είναι περήφανη κι οκνή, καθώς όλες οι γάτες,
    κι είναι τα γκρίζα μάτια της γιομάτα ηλεκτρισμό,
    κι όπως χαϊδεύουν απαλά τη ράχη της, νομίζεις
    πως αναλύεται σ' ένα αργό και ηδονικό σπασμό.

    Στο ρεμβασμό και στο θυμό με τη γυναίκα μοιάζει
    κι οι ναύτες περισσότερο την αγαπούν γι' αυτό,
    κι όταν αργά και ράθυμα στα μάτια τους κοιτάζει,
    θαρρείς έναν παράξενο πως φέρνει πυρετό.

    Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα,
    για του σιδέρου την κακήν αρρώστια φυλαχτό,
    χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
    να την φυλάξουν απ' το μαύρο θάνατο μ' αυτό.

    Γιατί είναι τ' άγρια μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα
    κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά,
    κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ' ένα σημείο κοιτώντας
    φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά.

    Λίγο πριν απ' το θάνατον από τους ναύτες ένας,
    - αυτός οπού 'δε πράματα στη ζήση του φριχτά -
    χαϊδεύοντάς την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
    κι ύστερα μες στη θάλασσα την άγρια την πετά.

    Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους,
    πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή,
    γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει,
    σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή.

    Νίκος Καββαδίας.
     
  7. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    Κάτοπτρο


    Εκείνος
    με τον κρεμασμένο χρόνο
    στο κάτω χείλος
    που σφίγγει τις γροθιές του
    απ’τον αφόρητο πόνο
    στο στήθος

    κι αυτός
    λίγο πιο κει
    με τον ουρανό
    κάτω απ’τις μασχάλες
    με ανεξήγητη θλίψη
    αρθρώνει έναν έναν
    τους συνδέσμους του είναι του

    Έλα να δεις
    είπε η θεά με τον ποδήρη χιτώνα
    και οδήγησε τον αρσενικό εαυτό της
    στην άκρη του αιώνιου

    ο πρώτος εκεί
    στο χωμάτινο αλώνι
    νεκρός που ήταν πάντα ζωντανός

    κι ο άνθρωπος εκεί
    που δεν ακούει
    δεν βλέπει
    με δυσκολία ανασαίνει
    χωρίς αλήθεια ή ψέμα
    αλλά με το βλέμμα να φυτρώνει
    σιγά σιγά
    στους βολβούς
    ζωντανός ακόμα
    σ’έναν πρωτόλειο θάνατο

    δες τους λοιπόν!
    είπε η θεά με τον ανάλφρο τόνο

    αυτός
    με τα σμιχτά φρύδια
    και την βαριά ανάσα

    κι αυτός
    με το λερωμένο σπέρμα
    και τα τσακισμένα δάχτυλα

    και το κάτοπτρο ανάμεσά τους

    να ολοκληρώνεται η σφαγή των άστρων
    πάνω απ’τα κεφάλια τους
    κι εκείνοι
    να απολαμβάνουν
    την άγνοια
    σα να είναι η ομορφότερη
    απ’τις σκεπτομορφές τους

    θα συνομιλήσουν κάποτε
    είπε η θεά
    και τότε εμείς θα αποσυρθούμε
    και τότε
    το αίμα που θα τρέξει στα όνειρά μας
    κάποιοι θα το πουν
    πύρινη βροχή


    το σημείο θα γίνει ευθεία γραμμή
    και αυτή σε τρίγωνο θα κλείσει
    κάποτε
    όταν θα βρουν στα ρήματα
    όχι στα ουσιαστικά
    και στα επίθετα
    τους μυστικούς δρόμους
    του βλέμματος


    ανασαίνοντας δύσκολα
    το πλάσμα
    στάθηκε στα πόδια του
    η λάμψη από το κάτοπτρο τον ξένισε
    άνοιξε τα μάτια του στο στερέωμα
    και αντίκρισε την αιώνια μάχη
    να στάζει κόκκινες αυγές

    ένιωσε
    τον αδελφό του να σπαράζει
    πίσω απ’τον καθρέφτη
    και έκανε το πρώτο δειλό βήμα
    να τον προσεγγίσει…D.P.
     
  8. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     


    Ιερότητα…

    Κοίταξέ τους!

    Τι κάνουν;
    αναρωτιέσαι…
    χτίζουν
    και γκρεμίζουν…
    με τα στήθια τους
    με τα μάτια τους
    με τις λέξεις
    και με τις σιωπές τους!

    Κλέψε το ρυθμό τους
    μην τον ακούς μονάχα
    νιώσε τον!
    πόση φροντίδα έχει τούτος ο ρυθμός!
    δεν θα τον συναντήσεις
    παρά μονάχα
    στη μουσική των πλανητών
    στο βροντερό σφυροκόπημα της ζωής
    μέσα στις αρτηρίες
    στην ανάσα όσων αληθινά
    ερωτεύτηκαν
    στην αλήτικη διάθεση του μαΐστρου
    όταν σε αλλοπαίρνει στο πέλαγος…

    Κοίταξέ τους!
    Αιώνες τώρα
    χτίζουν
    και γκρεμίζουν
    αιχμαλώτισε τούτο το ρυθμό
    στο λέω αληθινά
    πουθενά δεν θα τον ανταμώσεις…

    Έχεις γευτεί την πρωινή δροσιά
    ενός καινούργιου κόσμου;
    έχεις γείρει το κεφάλι σου
    στο στήθος της
    πλήρης που αφήνεται
    μετά τον έρωτά σας;
    έχεις χαθεί στο βλέμμα ενός παιδιού
    όταν σου εμπιστεύεται
    όλη την ύπαρξή του;

    Κοίταξέ τους!
    μην στέκεσαι στη κίνηση
    μην δραπετεύεις απ’ τον ιδρώτα του μόχθου
    την ιερότητα πλύσου!
    την ιερότητα
    καθώς ο θάνατος γίνεται ζωή
    και άγια
    πληγωμένα χέρια
    της αθανασίας!........D.P.
     
  9. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     



    Γράμματα


    Με μια εμμονή
    που δεν φανταζόμουν πως θα άντεχα
    παλεύω
    χρόνια τώρα
    να χαράξω τ’ όνομά σου ολόκληρο
    πάνω στο Ξύλο

    το πρώτο γράμμα
    έτσι το ένιωσα
    είναι γαλάζιο
    το δεύτερο λευκό
    το τρίτο πορφυρό σαν το αίμα
    μαύρο το τέταρτο
    το πέμπτο έχει το χρώμα των ματιών σου
    κι αρνείται όση δύναμη κι αν θέσω
    όση δεξιότητα κι αν έχω αποκτήσει
    να σκαλιστεί, να μείνει
    έτσι όπως φτάνω πάντοτε στο τέλος
    αυτό αργοσβήνει στην αρχή
    χαλάει, αλλάζει, αλλοιώνεται
    με περιπαίζει

    κι ύστερα
    παίρνουνε σειρά ένα προς ένα
    όλα τα υπόλοιπα γράμματα
    μένει το Ξύλο ατόφιο
    αχάρακτο, αμιγές
    σα να μην το άγγιξε ποτέ κανείς

    κι εγώ αποκαμωμένος πάντα
    τα παρατάω όλα όπως είναι
    το Ξύλο χάνεται
    η μορφή σου φεύγει
    τα χρώματά σου ξεθωριάζουν

    μένει μονάχα εκείνο το πικρό χαμόγελο
    που είχαν τα μάτια σου
    τη μέρα που σ’έπνιγε ο εαυτός σου
    και χανόσουν στα βάθη του …D.P.
     
  10. sigh

    sigh .

    ..συχνά στο πηγάδι, όταν χαράζει,
    την βλέπεις να στέκεται μαγεμένη
    κάτασπρη, όπως νεκρή, κοιτάζει κατά κει
    κι από τα δέντρα κρυφακούει, του φεγγαριού η μορφή

    ασημένια η μορφή της στον καθρέφτη
    ξένη, στου λυκόφωτος την λάμψη να κοιτάζει
    αργά η καμπάνα δώδεκα ηχεί
    ίσκιοι γλιστρούν πάνω απ’ το μαξιλάρι·

    ξανθά τα μαλλιά της πετούν
    σύννεφα πάνω από σιωπηλά δάση
    δύστροπος ο άνεμος κλαίει στο λιβάδι
    κι η σκιά της, σκοτεινιάζει ωχρή μες στο σκοτάδι

    σαν σε όνειρο συναντάει ένα γέλιο·
    άγγελος ξεπροβάλλει, από γκρίζα δωμάτια, με λασπωμένες
    φτερούγες
    σαν όνειρο υπηρέτης τραγουδάει στο σκοτάδι
    κι εκείνη μοιάζει με ίσκιο

    φυσούν τα μαλλιά της σε γυμνά κλαδιά
    τα φλογισμένα βλέφαρα χαμηλώνει
    χορτάρι ξερό η παρακμή
    κάτω, στα πόδια της, κυρτώνει

    στάζει
    κόκκινο μέσα στο σκοτάδι.
    στις οξιές οι κάργιες πετούν
    βοριάς απότομος την πύλη τραντάζει

    σε λίγο ένα γύρο τ’ αστέρια χλωμιάζουν
    κρυώνει εκείνη· γονατιστή
    μακριά ένας πετεινός λαλεί
    πάνω απ’ τον βάλτο
    γκρίζο, σκληρό το χάραμα ριγεί

    Georg Trakl
     
  11. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     


    Χάθηκες…
    Που ήσουν;
    Έλειψες καιρό… πολύ καιρό…
    Κι είχα αρχίσει να το συνηθίζω
    Ήσουν μαζί μου βέβαια
    Το ξέρεις
    Ήσουν εντός μου
    Όμως γυρνούσα πάντα το κεφάλι στις γωνιές των δρόμων
    Μην τύχει να σε δω
    Το βήμα σου…
    Εκείνο το αντάρτικο χαμόγελο
    στα μάτια σου…
    την ενοχή
    πως πάλι άργησες, πάλι έπρεπε να περιμένω…
    Δυο λεπτά ή τρία ή πέντε το πολύ…
    Δεν μου είχε περάσει απ’το νου
    πως θα έρχονταν οι εποχές που τα λεπτά θα ήταν ημέρες
    μήνες και χρόνια…

    Είχες χαθεί… που ήσουν;
    Έλειψες καιρό…
    Εχθές μονάχα έγινε ένα μικρό θαύμα
    και σε αντίκρισα μες στο δωμάτιό μου!
    Καθόσουν στην καρέκλα μου
    Φορούσες ένα μπλουζάκι μου
    Όπως τότε
    Πάλευες, νομίζω
    να χαμογελάσεις πάλι
    Αλλά έμοιαζε με μορφασμό πόνου τούτο το χαμόγελο
    Έψαξα για το βλέμμα σου
    Μα εσύ κοιτούσες χαμηλά…
    Ζύγωσα με την καρδιά μου ανάστατη
    να νιώσω την αύρα σου, το άρωμά σου
    μα μόλις σε πλησίασα αρκετά
    στη στιγμή
    χάθηκες πάλι…

    Κι ωσότου η οδύνη από αυτό το νέο χωρισμό
    να γίνει σύννεφο ή σκιά και να διαλυθεί στο άπειρο
    άκουσα τη φωνή σου σιγανή
    να έρχεται
    σαν ψίθυρος
    Λησμόνησέ με…

    κι έγειρα στο κρεβάτι μου
    μαζί με τη σιωπή μου
    μαζί με την κραυγή μου
    μαζί με το τίποτα
    που είχες για μια στιγμή άφατης ηδύτητας
    γεμίσει με το όλο…D.P.
     
  12. DARK-PYRAMID

    DARK-PYRAMID Regular Member

     

    Απλώνεται ο κόσμος εμπρός μου
    όσο ένα αποτύπωμα απ’το πόδι μου
    όσο ένας καρδιακός παλμός
    όσο μια ανάσα νοός
    κι ένα βλέμμα ξοδεμένο
    όχι στο χτες
    μα στο α λ λ ι ώ ς


    στεφανιαίος
    λυγμός
    ερωτικός
    μονάχα ερωτικός


    πνέων τα λοίσθια
    μα παραδόξως σταθερός


    ίλιγγος

    τόσο απέχει απ’το παράδεισο
    ένας γκρεμός…D.P.