Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποίηση της παρακμής. Η μοντερνιστική τομή.

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Dolmance, στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.

  1. carlos

    carlos New Member

    "Γιατί οι επαναστάτες είναι ποιητές που ανατρέπουν καθεστώτα, άρα επικίνδυνοι. Είναι η ποίηση που δεν διαθέτει αντίτυπα και ηθικούς δεσμούς στην πιάτσα, αλλά ξεσηκώνει με μια ζούρλια κι ένα κέφι επικίνδυνο, αφού είναι αποφασισμένη να γκρεμίσει το παλιό και να χτίσει το καινούργιο."
    https://dromos.wordpress.com/2014/03/24/μικρό-εγχειρίδιο-γκαυλωμένων/

     
  2. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο εντοιχισμένος

    Απόλυτη ακινησία, όπως σε παλιό φωτογραφείο,
    για να πετύχει ο εντοιχισμός,
    να μείνει το αρνητικό της τελευταίας έκφρασης,
    που γι’ άλλους θα ‘ναι η πρώτη.
    Άμμος κι ασβέστης, νερό, χαλίκι,
    παχύ τσιμέντο που καλύπτει τα κυρτώματα,
    σκεπάζει την κάθε χαραγή.
    Έπειτα, λιώνοντας αργά μέσα στον τοίχο,
    πίσω από πλίθρες, κοτρώνια, τούβλα,
    πελεκημένες πέτρες, μαρμαρόπλακες
    ή από την καλή μεριά πίσω απ’ το κονίαμα,
    τις ριπολίνες, τους σαγρέδες, τα πλαστικά,
    φτάνεις να γίνεις όχι μια μαλακή φουσκάλα
    σαν κι αυτές που σπάγαμε όταν φούσκωνε η μπογιά,
    μα ένα κενό κορμιού με χτιστό περίβλημα.
    Υπάρχουμε έτσι, σαν ανθρωπόμορφα κοιλώματα
    στο εσωτερικό μαντρότοιχων, Μακρών Τειχών
    ή μεσοτοιχιών διαμερισμάτων, το γκρέμισμά τους
    αντί να μας ελευθερώνει, μας εξαφανίζει.

    ( Τίτος Πατρίκιος )

    -------------------------------------------------

    Ο τοίχος

    Τον τοίχο είχα απέναντι, τον γκρίζο, γυμνό τοίχο.
    Καθόμουνα και τον κοίταζα.
    Σε κάποια στιγμή, τον άκουσα να μου υπαγορεύει ένα ποίημα.
    Το ποίημα μιλούσε για έναν τοίχο, ένα γκρίζο, γυμνό τοίχο
    και για κάποιον, που καθόταν αμίλητος και τον κοίταζε.

    ( Χρίστος Λάσκαρης )
     
  3. brenda

    brenda FU very much

     
    Αργύρης Χιόνης
     
  4. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Σώμα σε μπάνιο

    Το σώμα χαλαρώνει στην μπανιέρα,
    ενταφιασμένο, αφρόλουτρα, νερά.
    Εξέχει το κεφάλι και θαυμάζει ακίνδυνα τα κύματα.
    Μπουνάτσα.
    Πρόβα νεκρού σε σίγουρο παρόν
    και για παρόν, πρόβα μη μέλλοντος.
    Πλαδαρότης μηδέν.
    Χάδια του σφουγγαριού
    στο σώμα
    λεν ευχαριστώ που υπάρχει.
    Ξεπροβάλλει. Να ένα γόνατο δειλό.
    Βγήκε να δε. Κρύβεται πάλι.
    Όμως ποιο δάχτυλο τα βρήκε με την αλυσίδα
    κι όλο το χθες σε θόρυβο ρουφιέται;
    Το σώμα πανικόβλητο προς τον πυθμένα υποχωρεί,
    παλεύει να ντυθεί τ' απόνερα του.
    Πέφτει σε ξέρα τελικά.
    Μετά, τι να κρατήσουνε τα ρούχα.
    Σώμα θα ξεβραστεί σε μέρα πάλι.

    ( Γιάννης Βαρβέρης )
     
  5. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Ο σταθμός

    Ώρες η σιωπή πατούσε το χώμα πού ‘σκαψαν τα μάτια,
    μα κανένα φως δεν έβγαινε απ’ αυτού
    και μόνο οι φοβερές ρωγμές χαραγμένες στη ράχη της γης
    από ανθρώπους που προσπάθησαν να σχεδιάσουν μια μοίρα,
    ανάσαιναν τη μνήμη μου κι αυτή αργούσε να πεθάνει,
    σκοντάφτοντας αδιάκοπα σε ξερές ημερομηνίες και μισογκρεμισμένα ονόματα.

    Καμιά φωνή δε φεύγει τώρα απ’ την ηχώ της,
    καμιά λύση δε δίνει τη θέση της σ’ άλλη,
    όλα κρατούν ένα μικρό διάστημα - παρηγοριά της επιστροφής -,
    μα αυτός ο ρημαγμένος σταθμός- κομμένα τα σύρματα,
    κομμένες οι φωνές…- δε με πλανεύει πια γι αλλού,
    για μιαν αναπνοή μακρύτερα.

    Μόνος κι άλλος κανείς εδώ,
    με το μέτωπο κολλημένο στις ράγες
    να λογαριάζω τα σάπια βαγόνια,
    εδώ κι όχι αλλού, καμιά υπεκφυγή γι αλλού,
    τα τρένα όλα φευγάτα
    κι οι μέρες μας ατέλειωτες.

    Όλα σιγά σιγά θα με γνωρίσουν,
    όλα θα μάθουν ποια είναι η μοναξιά μου
    και μόνο ο θάνατος, θαρρώντας πως παρακοιμήθηκα,
    νωρίς θε να ‘ρθει μ’ ένα πέλαγος πουλιά,
    όπως άλλες φορές η μάνα μου, να με ξυπνήσει…

    ( Βύρων Λεοντάρης )
     
    Last edited: 26 Σεπτεμβρίου 2016
  6. Kaveiros

    Kaveiros Regular Member

  7. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Κ. Καρυωτάκη

    «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος...»


    Κι αν έσβησε σαν ίσκιος τ' όνειρό μου,
    κι αν έχασα για πάντα τη χαρά,
    κι αν σέρνομαι στ' ακάθαρτα του δρόμου,
    πουλάκι με σπασμένα τα φτερά·


    κι αν έχει, πριν ανοίξει, το λουλούδι
    στον κήπο της καρδιάς μου μαραθεί,
    το λεύτερο που εσκέφτηκα τραγούδι
    κι αν ξέρω πως ποτέ δε θα ειπωθεί·


    κι αν έθαψα την ίδια τη ζωή μου
    βαθιά μέσα στον πόνο που πονώ —
    καθάρια πώς ταράζεται η ψυχή μου
    σα βλέπω το μεγάλον ουρανό,


    η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη,
    και ογραίνοντας την άμμο το πρωί,
    μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι,
    μου λέει για κάποια που 'ζησα ζωή!


    Από τη συλλογή Νηπενθή (1921)
     
  8. étude

    étude Guest

    ΣΥΜΠΛΗΓΑΔΕΣ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ

    Περιμένω. Σε φουαγιε θεάτρου.
    Ώσπου ν΄ αρχίσει η παράσταση
    βλέπω τί παίζεται πλαγίως
    εντός ενυδρείου που διασκεδάζει
    την αναμονή.

    Τετράγωνο περίπου σαν κουτί
    παπουτσιών στο νούμερο της υπερβολής.
    Σε γωνία σφηνωμένο για να γεύονται
    διπλή ασφυξία οι τοίχοι.
    Μικρά ψαράκια όσο το χρυσαφι του ήλιου
    επάνω σε χρυσόμυγας ξεριζωμένο βόμβο
    τρέχουν πανικόβλητα. Σκυλόψαρο τζάμι τα κυνηγά.
    Νάνος βυθός. Τον γαργαλάει εύκολα
    με τα κοντά της δαχτυλάκια η επιφάνεια.

    Συνθλίβεται η πλεύση συχνά
    στις συμπληγάδες πέτρες - χαλίκι
    εύρημα στεριανό.
    Κάθε τόσο αγωγός κρυμμένος στέλνει
    βίαιο αέρα φουρτουνιάζει κάπως η ανία
    φύκια ξεμαλλιάζονται με πλαστικόν
    ολοφυρμό. Για λίγο
    καταποντίζεται η ορατότης. Ώσπου
    μισοπνιγμένη τήν τραβάνε κατά πάνω
    κάτι φυσαλίδες οξυγόνου μικρές
    σαν καρφίτσας κεφαλάκι που βγαίνουν
    από των ματιών μου τη λιγοστή φιάλη.

    Τί λυπάσαι, χρυσόψαρα είναι
    ούτε που γνώρισαν θάλασσα ποτέ τους.

    Και μεις πόσο τάχα γνωρίσαμε;
    Κι όμως το νοσταλγούμε αυτό το διόλου.

    (Κική Δημουλά)
     
  9. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΝΟΜΟ

    Οι απελπισμένοι δε φοβούνται τα μεγάλα λόγια
    έτσι θα΄ρθει ο καιρός που θ' ανοίξω το παράθυρο και θα χαιρετήσω
    τα χαμένα καράβια​
    "για ποιό ταξίδι ονειρευτό" όπως έλεγε νέος, σχεδόν παιδί, ένας
    φίλος μου ποιητής -​
    ά, ζήσαμε μεγάλα χρόνια, όμως πράγματα ασήμαντα μας πέθαναν
    κι αυτό το ωραίο όνειρο μας πήγε τόσο μακριά που δεν ξαναβρήκαμε
    το δρόμο​
    με τα ρολόγια σταματημένα στη μοναδική ώρα: την ώρα που αργη-
    σαμε​
    κι ο ταχυδρόμος που κουράστηκε κι έριξε όλα τα γράμματα στον
    υπόνομο,​
    ίσως εκεί να ήταν η απάντηση κι εγώ γιατί δεν γυρίζω πίσω, ποιός
    με κρατάει σ 'αυτήν την ηλικία​
    γράφοντας μακροσκελή ποιήματα σαν παρατεταμένα σινιάλα στην
    υστεροφημία​
    κι αν φοβάμαι τη νύχτα δεν είναι οι τύψεις ή τα φαντάσματα αλλά
    αυτή η απειλητική ευωδιά των ρόδων που ερημώνει τα προά-
    στια -​
    πρέπει να 'σαι προικισμένος για τη δυστυχία...

    Τάσος Λειβαδίτης
     
  10. Tenebra_Silente

    Tenebra_Silente Contributor

    Διαστροφή

    Το πλήθος έχει την στάση των ευκαλύπτων
    και την ακινησία των αγαλμάτων.

    Άνθρωποι με στολή και προβολείς οκτώ αυτοκινήτων
    ανιχνεύουν το βάθος της λεωφόρου.
    Εκεί που διαγράφουν τροχιές πελώριοι ίσκιοι
    και τα κυπαρίσσια εγγίζουν το δέρμα του φεγγαριού,
    προκαλώντας ρίγος στους εξώστες του στερεώματος.

    Κανείς δεν κατάλαβε πως έγινε το κακό,
    διέφυγαν όλοι.
    Και το κρεουργημένο θύμα διέφυγε, άγνωστον πως,
    αφήνοντας μόνον τρία ή τέσσερα δάκτυλα.
    Και το καμένο κτίριο έφυγε προς άγνωστον κατεύθυνσιν.

    Έμεινε μονό η μπανιέρα
    κι εκείνα το χρυσόχαρτα
    που μάζευεν η κυρία του τετάρτου για τους τυφλούς.
    Ή καλύτερα, για το σκύλο που οδηγεί τους τυφλούς.

    Κανείς δεν ξέρει πως έγινε το κακό,
    πολλοί διερωτώνται αν έγινε το κακό.
    Κι εξακολουθούν να έχουν τη στάση των αγαλμάτων.

    ------------------------------------------------------------------------------

    Οι κατάσκοποι

    Δεν φοβάμαι το ρεύμα των ποταμών, την αγρύπνια και
    το λεπίδι,
    μόνον τους κλητήρες.
    Και τις κυρίες που πίσω από καρότσια νηπίων κατασκοπεύουν
    στο διάβα σου.

    Όσο για τις αράχνες, τρομάζω το σιωπηλό τους περπάτημα
    κι εκείνη τη μεταφυσικήν ικανότητα να στέκονται στο
    ταβάνι.
    Παρακολουθώντας με σκοτεινό μάτι τη σκέψη σου,
    δίχως να βγάζουν τον παραμικρό ήχο φωνής.

    ( Τάσος Δενέγρης )
     
    Last edited: 9 Οκτωβρίου 2016
  11. étude

    étude Guest

    Γλέντι

    Σ’ ένα γλέντι με κάλεσαν οι συντρόφοι.
    Δε θ’ αρνηθώ. Θα πάω να λησμονήσω!
    Θα φορέσω το κόκκινό μου φόρεμα
    και την ίδια ομορφιά μου θα φθονήσω.

    Το νεκρό πώχω μέσα μου περήφανα
    και στοργικά μαζί μου θα τον πάρω.
    Θάμαι χαρωπή, σα μυστικόπαθη
    θάμαι μια αποσταλμένη από το Χάρο.

    Οι μελλοθάνατοι σύντροφοι στο γλέντι τους
    κι’ αν πίνουνε κρασί δε θα μεθούνε.
    Μια κατάρα θα στέκεται στο πλάι τους
    μα θάμαι ωραία και δε θα υποψιασθούνε.

    Έπειτα ένα τραγούδι θα ζητήσουνε
    μήπως σε μια χλωμή χαρά ελπίσουν,
    μα τόσο αληθινό θαν’ το τραγούδι μου
    που σαστισμένοι θα σωπήσουν.

    (Μαρία Πολυδούρη)
     
  12. I do

    I do Ευ ζην

    Γυναικείο σώμα, λόφοι λευκοί, πόδια κατάλευκα,
    μοιάζεις του κόσμου όπως μου δίνεσαι έτσι.
    Το αργασμένο κορμί μου άγρια σε σκάβει
    και σου αναδύει τον υιό και λόγο από της γαίας τα έγκατα.

    Ήμουνα μόνος κι έρημος, σαν το τούνελ καληώρα.
    Με βλέπαν τα πουλιά και φεύγανε,
    και μέσα μου όρμαγε η νύχτα πανίσχυρη και καταλυτική.
    Για να μείνω εγώ ζωντανός, έφτιαξα εσένανε όπλο,
    σ' έβαλα βέλος στο τόξο μου, στη σφεντόνα μου πέτρα.

    Επέστη όμως της πληρωμής ο καιρός, κι εγώ σ' αγαπάω.
    Σώμα από χνούδι κι από μούσκλια
    κι από άπληστο γάλα και κραταιό.
    Ω, τ' αγγεία του στήθους! Ω!, τα μάτια της απουσίας!
    Ω, του εφηβαίου τα ρόδα! Ω, η συρτή και θλιμμένη φωνή σου!

    Σώμα της δικιά μου γυναίκας,
    υπήκοος θα 'μαι πιστός των θέλγητρών σου.
    Δίψα μου, πόθε μου ατελεύτητε, αβέβαιε δρόμε μου!
    Σκούρες νεροσυρμές, όπου η δίψα αιώνια ακολουθεί,
    και ο κάματος ακολουθεί, και ο καημός ο ααπέραντος
    P.neruda