Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. Koproskylo

    Koproskylo Regular Member




    Christina Rossetti - (Death) Song
    _________________________

    When I am dead, my dearest,
    Sing no sad songs for me;
    Plant thou no roses at my head,
    Nor shady cypress tree:
    Be the green grass above me
    With showers and dewdrops wet;
    And if thou wilt, remember,
    And if thou wilt, forget.

    I shall not see the shadows,
    I shall not feel the rain;
    I shall not hear the nightingale
    Sing on, as if in pain:
    And dreaming through the twilight
    That doth not rise nor set,
    Haply I may remember,
    And haply may forget.
     
  2. Koproskylo

    Koproskylo Regular Member

    El instante
    - Jorge Luis Borges



    Donde estaran
    los siglos?
    Donde el sueno de espadas
    que los tartaros sonaron?

    Donde los fuertes muros
    que allanaron?
    Donde el Arbol de Adan
    y el otro Leno?

    El presente esta solo.

    La memoria erige el tiempo.

    Sucesion y engano
    es la rutina del reloj.

    El ano
    no es menos
    vano que
    la vana historia.

    Entre el alba y
    la noche
    hay un abismo
    de agonias,
    de luces.
    de cuidados.

    El rostro que
    se mira
    en los gastados
    espejos de
    la noche
    es el mismo.


    El hoy
    fugaz es tenue
    y es eterno.
    Otro Cielo no esperes,
    ni otro Infierno.
     
  3. Koproskylo

    Koproskylo Regular Member

    "Ο θάνατος δεν έχει για εμένα καμμία σημασία πέραν της επιβεβαιώσης".

    Αλμπέρ Καμύ,
    Πανούκλα



     
  4. underherfeet

    underherfeet πέρα βρέχει Contributor

    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι
    για την ειρήνη και για το δίκιο.
    Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις
    τα χείλη σου θα ματώσουν απ' τις φωνές
    Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ' τις σφαίρες
    μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.

    Κάθε κραυγή σου θα ' ναι μια πετριά
    στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
    Κάθε χειρονομία σου θα 'ναι
    για να γκρεμίζει την αδικία.
    Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις,
    ούτε στιγμή να ξεχαστείς.

    Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
    Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
    αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
    στη δίνη του πολέμου,
    έτσι και σταματήσεις
    για μια στιγμή να ονειρευτείς .
    εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
    θα γίνουν στάχτη απ' τις φωτιές.
    Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
    αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις
    για να ζήσουν οι άλλοι.
    Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι
    ένα οποιοδήποτε πρωινό.
    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι
    μπρος στα ντουφέκια!

    Τάσος Λειβαδίτης
     
  5. Μανώλης Αναγνωστάκης - Φοβάμαι


    Φοβάμαι
    τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
    έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
    και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
    βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
    «Δώστε τη χούντα στο λαό».
    Φοβάμαι τους ανθρώπους
    που με καταλερωμένη τη φωλιά
    πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.

    Φοβάμαι τους ανθρώπους
    που σου 'κλειναν την πόρτα
    μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
    και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
    να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
    Φοβάμαι τους ανθρώπους
    που γέμιζαν τις ταβέρνες
    και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
    κάθε βράδυ
    και τώρα τα ξανασπάζουν
    όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
    και έχουν και «απόψεις».
    Φοβάμαι τους ανθρώπους
    που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
    και τώρα σε λοιδορούν
    γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
    Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
    Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.
     
  6. danos

    danos Regular Member

    Τίποτε δεν απόμεινε
    στον κόσμο πια για μένα,
    όλα βρωμούν τριγύρω μου
    και φαίνονται χεσμένα.

    Όλα σκατά γενήκανε
    και ο δικός μου κώλος
    σκατά εγίνηκε κι αυτός,
    σκατά ο κόσμος όλος.

    Μόνο σκατά φυτρώνουνε
    στον τόπο αυτό τον άγονο
    κι όλοι χεσμένοι είμαστε,
    σκατάδες στο τετράγωνο.

    Μας έρχεται κάθε σκατάς,
    θαρρούμε πως σωθήκαμε,
    μα μόλις φύγει βλέπομε
    πως αποσκατωθήκαμε.

    Σκατά βρωμάει τούτος δω,
    σκατά βρωμά κι εκείνος,
    σκατά βρωμάει το σκατό,
    σκατά βρωμά κι ο κρίνος.

    Σκατά κι εγώ, μες στα σκατά,
    και με χαρτί χεσμένο
    ό,τι κι αν γράψω σαν σκατό
    προβάλλει σκατωμένο.

    Σκατά τα πάντα θεωρώ
    και χωρίς πια να απορώ,
    σκατά μασώ, σκατά ρουφώ,
    σκατά πάω να χέσω,
    απ’ τα σκατά θα σηκωθώ
    και στα σκατά θα πέσω.

    Όταν πεθάνω χέστε με,
    τα κόλλυβά μου φάτε
    Και πάλι ξαναχέστε με
    και πάλι ξαναφάτε,
    μα απ’ τα γέλια τα πολλά
    κοντεύω ν’ αρρωστήσω
    και δεν μπορώ να κρατηθώ,
    μου φεύγουν από πίσω.

    Σκατά ο μεν, σκατά ο δε,
    σκατά ο κόσμος όλος
    κι απ’ το πολύ το χέσιμο
    μου πόνεσε ο κώλος!

    Γ. Σουρής
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΜΟΥ…

    Αναρωτιέμαι μερικές φορές.....Οδυσσέας Ελύτης

    Αναρωτιέμαι μερικές φορές:
    Είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά ,πως η ζωή μου είναι μία;
    Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;

    Ν' αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές.

    Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις.

    Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.
    Και να μη βλέπεις ,πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους.
    Σ' εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται.
    Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους.

    Και να μη νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι τρία πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια δουλειά, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.
    Να κλαίγεσαι που δεν έχεις πολλά.
    Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα.
    Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μαζεύεις λύπες και απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς.
    Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος.

    Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω.

    Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους.
    Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους.
    Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα.

    Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ.
    Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν.

    Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα.

    Όσο κι αν κανείς προσέχει
    όσο κι αν το κυνηγά
    πάντα, πάντα θα 'ναι αργά
    δεύτερη ζωή δεν έχει.
     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  9. Πολύ με συγκινεί μια λεπτομέρεια
    στην στέψιν, εν Βλαχέρναις, του Ιωάννη Καντακουζηνού
    και της Ειρήνης Aνδρονίκου Aσάν.
    Όπως δεν είχαν παρά λίγους πολυτίμους λίθους
    (του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια)
    φόρεσαν τεχνητούς. Ένα σωρό κομμάτια από υαλί,
    κόκκινα, πράσινα ή γαλάζια. Τίποτε
    το ταπεινόν ή το αναξιοπρεπές
    δεν έχουν κατ’ εμέ τα κομματάκια αυτά
    από υαλί χρωματιστό. Μοιάζουνε τουναντίον
    σαν μια διαμαρτυρία θλιβερή
    κατά της άδικης κακομοιριάς των στεφομένων.
    Είναι τα σύμβολα του τι ήρμοζε να έχουν,
    του τι εξ άπαντος ήταν ορθόν να έχουν
    στην στέψι των ένας Κυρ Ιωάννης Καντακουζηνός,
    μια Κυρία Ειρήνη Aνδρονίκου Aσάν.

    Κ.Π. Καβάφης, Από υαλί χρωματιστό, 1925.
     
  10. Sugarmans

    Sugarmans Regular Member

    Του Τσαρλς Μπουκόβσκι (1920 – 1994)
    [Σε ελεύθερη μετάφραση]


    Μόνος με όλους


    Η σάρκα καλύπτει το κόκκαλο
    και αυτοί προσθέτουν ένα μυαλό
    εκεί πέρα και
    μερικές φορές μία ψυχή,
    και η γυναίκα σπάει
    βάζα στους τοίχους
    και ο άντρας πίνει τόσο
    πολύ
    και κανένας δεν βρίσκει τον
    έναν
    αλλά συνεχίζουν
    το ψάξιμο
    έρποντας μέσα και έξω
    από κρεβάτια.
    Η σάρκα καλύπτει
    το κόκκαλο και η
    σάρκα αναζητά
    για κάτι περισσότερο από
    σάρκα.

    Δεν υπάρχει καμία τύχη
    καθόλου:
    είμαστε όλοι παγιδευμένοι
    από μία πανομοιότυπη
    μοίρα.

    Κανείς ποτέ δεν βρίσκει
    τον έναν.

    Οι αστικές χωματερές γέμισαν
    οι σκουπιδότοποι γέμισαν
    τα ψυχιατρεία γέμισαν
    τα νοσοκομεία γέμισαν
    τα νεκροταφεία γέμισαν

    τίποτα άλλο
    δεν γεμίζει.
     
  11. Ζητώ συγνώμη που δεν απαντώ
    Αλλά λάθος δικό μου δεν είναι
    Που δεν αντιστοιχώ
    Σ’ αυτόν που σε ’μένα αγαπάτε.
    Ο καθένας μας είναι πολλοί
    Εγώ είμαι αυτός που νομίζω πως είμαι.
    Άλλοι με βλέπουν αλλιώς
    Και πάλι λάθος κάνουν.
    Μη με παίρνετε γι’ άλλον
    Κι αφήστε με ήσυχο.
    Αν εγώ δεν θέλω.
    Να βρω τον εαυτό μου
    Γιατί οι άλλοι για μένα να ψάχνουν;


    Φ.Πεσσόα
     
  12. brenda

    brenda FU very much

    Ὁ Φασουλῆς φιλόσοφος
    Ἐγὼ αὐτὸν τὸν Βούδδα τὸν ἐκτιμῶ πολύ...
    τί ἄνθρωπος τᾠόντι καὶ ποία κεφαλή!
    Ἂν κι ἦτο Βασιλέως Κραταιοτάτου θρέμμα
    ἐμούντζωσε τὸν θρόνον, ἐμούντζωσε τὸ στέμμα,
    καὶ τὰ βουνὰ ἐπῆρε μὲ ἱερὰν μανίαν
    κι ἐδίδασκε τὸν κόσμον ἀγάπnν αἰωνίαν.

    Κι ἐμόναζε ρεμβάζων αὐτὸς ὁ Ἡγεμὼν
    πότε παρὰ τὸν Γαγγην ἡ ἄλλον ποταμόν,
    καὶ πότε εἰς χειμάρρους κι ὑπὸ σκιὰν συκῆς,
    ἀκούων ἁρμονίας ἀγνώστου μουσικῆς,
    κι ἐφούντωναν ὡς δάσος τὰ μαῦρα του μαλλιὰ
    κι ἐφώλιαζαν ἀπάνω λογῆς-λογῆς πουλιά.

    Τροφή του ἦσαν μόνη τὰ χόρτα κι αἱ ὀπώραι
    καὶ πρὸς τὰ ὕψη στρέφων καθ᾿ ἑαυτὸν ἐλάλει,
    κι ἐφάνησαν ἐμπρός του τῆς Ἡδονῆς αἱ κόραι,
    παγίδας νὰ τοῦ στήσουν μὲ τὰ γυμνά των κάλλη,
    καὶ τῶν σαρκῶν τὸ σφρῖγος πολὺ τὸν ἐσκανδάλιζε
    κι ἐκείνη τὸν ἐφίλει κι αὕτη τὸν ἐγαργάλιζε.

    Ὅμως ὁ μέγας Βούδδας, κατανικῶν τὰ πάθη,
    στοὺς δόλους τῆς μαγείας ἀτρόμητος ἐστάθη,
    καὶ πρὶν στὸν δόλον φθάσουν τῆς Ἡδονῆς τὸν ἔννατον
    καὶ εἶδαν πὼς ἐκεῖνος δὲν χάνει τὰ πασχάλια του,
    μ᾿ ἀφροὺς θυμοῦ καὶ λύσσης ἐπῆραν τὰ βρεμμένα των
    καὶ ἄφησαν τὸν Βούδδα νὰ κάθεται στὰ χάλια του.

    Ἐγὼ αὐτὸν τὸν Βούδδα τὸν ἐκτιμῶ πολύ...
    τί ἄνθρωπος τῳόντι καὶ ποία κεφαλή!
    Ν᾿ ἀνθέ᾿ εἰς τόσα κάλλη τὴν ράχη νὰ γυρίση;
    νὰ μὴ τοῦ φέρῃ ρῖγος καὶ τῆς σαρκὸς τὸ χνούδι; . . .
    δόξα πολλὴ στὸν Βούδδα, μὰ νὰ μὲ συγχωρήση
    ἂν τοῦ εἰπῶ μὲ σέβας πὼς εἶναι λίγο βούδι.

    Κι ἐμπρός μου εἶχαν ἔλθει μία φορὰ
    γυναῖκες πονηραὶ νὰ μὲ τρελλάνουν,
    ποὺ ἦσαν σὰν τὰ κρύα τὰ νερά,
    καὶ ἄρχισαν τὰ μάγια νὰ μοῦ κάνουν.
    Ἐστάθησαν ὁλόρθαις ἐμπροστά μου
    κι ἐσκόρπιζαν ἀρώματα καὶ μύρα,
    κι ἐπέμεινα κι ἐγὼ μὲ τὰ σωστά μου
    νὰ δείξω σὰν τὸν Βούδδα χαρακτῆρα.

    Μὰ μόλις εἶδα κάποιας λίγο πόδι
    κι ἡ ἄλλη τὅνα χέρι ξεμανίκωσε,
    ὁ Βούδδας μοῦ ἐφάνη τότε βώδι
    κι ὁ διάβολος μ᾿ ἐπῆρε καὶ μὲ σήκωσε.

    Κι ἂν ὁ Βούδδας πρὸ τῶν νεύρων
    ἠγωνίζετο τὴν δρᾶσιν,
    μὰ δὲν ζῇ κανεὶς εἰξεύρων
    ποίαν ἄρα εἶχε κρᾶσιν.

    Ἀλλ᾿ ἂν ἦτο σὰν κι ἐμένα
    τὸν ἀχρεῖον, τὸν κανάγια,
    δὲν θὰ πήγαιναν χαμένα
    τῆς ἀγάπης τόσα μάγια.

    Γεώργιος Σουρής-Μέγας Σατιρικός Ποιητής