Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. ἀστράρχη

    ἀστράρχη an asteroid ☆•○•°¤●° Contributor

     
     
  2. lotus

    lotus Silence

    Με δυσκολία κρατιέμαι
    να μην ξεσκεπάζω
    τα πρόσωπα
    των ανθρώπων,
    γιατί τότε η αγάπη,
    η συνεννόηση, η ευγένεια,
    θ' αφανίζουνταν.
    Καμώνουμαι πως πιστεύω
    στα πρόσωπά τους,
    κι έτσι μπορώ και ζω
    με τους ανθρώπους.

    Νίκος Καζαντζάκης
    Απόσπασμα από το βιβλίο:
    ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Γιὰ τὴ ζωή
    Ναζίμ Χικμέτ
    (ἀπόδοση: Γιάννης Ρίτσος)

    Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
    Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
    Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
    Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
    Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.
    Τὶς πιὸ ὄμορφες μέρες μας δὲν τὶς ζήσαμε ἀκόμα
    Κι ἂχ ὅ,τι πιὸ ὄμορφο θά ῾θελα νὰ σοῦ πῶ
    Δὲ στό ῾πα ἀκόμα.
     
  4. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΜΙΑ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΤΡΟ
    Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ

    Πόλη κοιμισμένη η αμαρτία
    την ξύπνησες για να την κατακτήσεις.
    Οι θεοί είναι μικροί, έλεγες, χρειάζεται η άβυσσος
    για να γεννηθεί ένα αστέρι.
    Το σχέδιο του κόσμου με είχε περιγράψει
    η αυγή μάγισσα γερασμένη
    με παρέδιδε στη νύχτα
    ύπνος χωρίς θαύμα.
    Η αμαρτία ήταν με σηκώσεις ως το βουνό
    να με πεις θυμάρι, πέτρα
    ήταν να σε κοιτώ
    με τ’ άλογα να μεγαλώνεις
    και να τ’ αφήνεις πίσω
    στη σιγουριά.
    Τι θλίψη ν’ αναχωρείς με τα σύννεφα
    και να μην ξέρω ποιο άστρο
    θα κλείσει τον κύκλο σου!

    Άνθος η αγάπη σου, είπε ο Μεγαλέξαντρος
    κι η αφοσίωσή σου
    η καταδίκη του λουλουδιού.
    Ξεχνάς τους διάττοντες
    που αγγίζουν τα φυτά
    και τα κάνουν αγγέλους ή κάκτους;
    Ξεχνάς τα φύλλα που ξυπνούν
    και τραγουδούν και πλάθουν
    τις ρίζες;
    Παίζουν με το κρίνο και το χαμό
    διστάζουν ή ανατρέπουν…
    Πώς ν’ ανασάνει το άνθος σου;
    Το κρύβεις με την κοιλιά σου
    το λες καρπερό, ωραίο
    μα εκείνο και στο τέρας θέλει να ελπίζει
    και στην εξαφάνιση
    και στη σταύρωση.
    Τι ζωή;
    Τι ζωή εξημερώνεις, προγκίπισσα;
    Έφερες κουνάβια
    κι αγριόγατους
    μεγάλα μυρμήγκια του Ισημερινού
    τα πεύκα προστατευμένα απ’ την καταιγίδα
    στρογγύλεψαν
    μαλάκωσαν οι βελόνες τους
    σ’ ευχαριστούν.
    Μα κάποτε θα σηκωθούν
    θα ζητήσουν πίσω την τρέλα τους
    και τον κακό καιρό
    τη νύχτα να τα τραβάει στο πέλαγος
    με το βοριά
    τ’ αστροπελέκι πάλι θα τα σκλαβώσει.

    Τι ερπετά, τι έντομα
    η ευτυχία των ανθρώπων
    έτσι όπως την κρατούν επίμονα
    τόσο κοντά στο χώμα!
     
  5. Just_Me

    Just_Me Contributor

    Gabrielle Didot

    Τὸ βράδυ ἐτοῦτο κάρφωσε μ᾿ ἐπιμονὴ τὸ νοῦ μου
    κάποια γυναίκα ποὺ ἄλλοτες ἐγνώρισα, κοινὴ
    ποὺ ὡστόσο αὐτὴ ξεχώριζεν ἀπὸ τὶς ἀδελφές της,
    γιατὶ ἦταν πάντα σοβαρή, θλιμμένη καὶ στυγνή.

    Θυμᾶμαι ποὺ τὴν πείραζαν συχνὰ τ᾿ ἄλλα κορίτσια,
    γελώντας την γιὰ τὸ ὕφος της τὸ τόσο σοβαρό,
    καὶ μεταξύ τους ἔλεγαν, αἰσχρὸ κάνοντας σχῆμα,
    πὼς θὰ συνήθιζε κι αὐτὴ σιγὰ μὲ τὸν καιρό.

    Κι αὐτή, ψυχρὴ καὶ σιωπηλή, καθόταν στὴ γωνιά της,
    ἐνῶ μία γάτα χάϊδευε μὲ αὐτάκια μυτερὰ
    κι ἕνα σκυλὶ ποὺ δίπλα της στεκόταν λυπημένο -
    ἕνα σκυλὶ ὁποὺ ποτὲ δὲν κούναε τὴν οὐρά.

    Κι ἔμοιαζ᾿ ἡ γάτα, ποὺ αὐστηρὴ τὴν κοίταζε στὰ μάτια,
    ἡ πλήξη ὡς νά ῾ταν, ποὺ μὲ μάτια κοίταε ζοφερά,
    καὶ τὸ σκυλὶ ποὺ ἐδάγκωνε τὸ κάτασπρό της χέρι,
    ἡ τύψη ὡς νά ῾ταν ἔμοιαζε, ποὺ ἐδάγκωνε σκληρά.

    Πολλὲς φορὲς περίεργες τὴν ἐκυκλῶναν σκέψεις
    καὶ προσπαθοῦσε - μοῦ ῾λεγε - συχνὰ νὰ θυμηθεῖ,
    τὸ νοῦ τῆς βασανίζοντας τὶς ὧρες τῆς ἀνίας,
    ὅσους μαζί της εἴχανε μία νύχτα κοιμηθεῖ.

    Ὧρες πολλὲς ἐκοίταζα τὰ σκοτεινά της μάτια
    κι ἐνόμιζα πὼς ἔβλεπα βαθιὰ μέσα σ᾿ αὐτὰ
    τρικυμισμένες θάλασσες, νησιὰ τοῦ ἀρχιπελάγους
    καὶ καραβάκια ποὺ ἔφευγαν μὲ τὰ πανιὰ ἀνοιχτά.

    Ἀπόψε ἀναθυμήθηκα κάποια κοινὴ γυναίκα
    κι ἕνα τραγούδι ἐσκάρωσα σὲ στὺλ μπωντλαιρικό,
    ποὺ ὡς τὸ διαβάζεις, σιωπηλέ, παράξενε ἀναγνώστη,
    γελᾶς γι᾿ αὐτὸν ποὺ τό ῾γραψε, μὲ γέλιο εἰρωνικό.

    Καββαδίας
     
  6. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΑΣΕ ΤΟΥΣ -ΣΟΥ ‘ΛΕΓΑ- ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝΕ ΧΑΡΤΙΑ

    Άσε τους –σου ʼλεγα– να παίζουνε χαρτιά
    να στοιχηματίζουν στον ιπποδρόμιο
    τις ώρες τους τις μάταιες να περνούν
    σε τυχερά, λογής λογής παιχνίδια.

    Εσύ,
    νʼ ακολουθείς πάντοτε τʼ άστρο σου,

    όσο κι αν σου φαίνεται μακριά
    κι όταν ακόμα ούτε καν το διακρίνεις
    είναι σκυμμένο πάνω απʼ το κεφάλι σου.

    Εκεί, ψηλά θαν το ʼβρεις.
    Όσο κι αν φαίνεται άπιαστο
    γεννήθηκε για σένα.
    Κάποτε θα τʼ αγγίσεις.

    Και μια στιγμή πριν ξεψυχήσεις
    θα διασχίσει τʼ άπειρο διάπυρος διάττων
    και θα εκραγεί βεγγαλικό
    μες στην αιωνιότητα.

    ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΑΒΟΥΡΗΣ
     
  7. Just_Me

    Just_Me Contributor

    Στροφές στροφάλων

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες
    Διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων
    Εσύ που αγάπησες τις μακρινές σποράδες
    Εσύ που σήκωσες τα πιο ψηλά μπαϊράκια
    Εσύ που πλέχεις ξέθαρρα στις πιο επικίνδυνες σπηλιάδες
    Χαίρε που αφέθηκες να γοητευθής απ’ τις σειρήνες
    Χαίρε που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες.


    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Στο σέλας της θαλάσσης με τους γλάρους
    Κ’ είμαι σε μια καμπίνα σου όπως εσύ μέσ’ στην καρδιά μου.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Οι αύρες μάς εγνώρισαν και λύνουν τα μαλλιά τους
    Προστρέχουν κι αυτές και πλαταγίζουν οι πτυχές τους
    Λευκές οι μεν και πορφυρές οι δε
    Πτυχές κτυποκαρδιών πτυχές χαράς
    Των μελλονύμφων και των παντρεμένων.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Φωνές εδώ και φάλαινες στο πέρασμά σου πάρα κάτω
    Από τα ύφαλά σου αντλούνε τα παιδιά την μακαριότητα
    Από το πρόσωπό σου την ομοιότητα με σένα
    Και μοιάζεις με αυτούς που εσύ κ’ εγώ γνωρίζουμε
    Αφού γνωρίζουμε τι θα πη φάλαινα
    Και πώς ιχνηλατούν οι αλιείς τα ψάρια.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Φυγομαχούν όσοι κρυφά σε μυκτηρίζουν
    Όσοι πουλούν τα δίχτυα σου και τρώνε λίπος
    Ενώ διασχίζεις τις θαλάσσιες πραιρίες
    Και φθάνεις στα λιμάνια με τα πούπουλα
    Και τα κοσμήματα της όμορφης γοργόνας
    Πούχει στο στήθος της ακόμη τα φιλιά σου.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Είναι ο καπνός σου πλόκαμος της ειμαρμένης
    Που ξετυλίγεται μέσ’ στην αιθρία κι ανεβαίνει
    Σαν μαύρη κόμη ηδυπαθούς παρθένας ουρανίας
    Σαν λυρική κραυγή του μουεζίνη
    Όταν αστράφτει η πλώρη σου στο κύμα
    Όπως ο λόγος του Αλλάχ στα χείλη του Προφήτη
    Κι όπως στο χέρι του η στιλπνή κι αλάνθαστή του σπάθα.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Στις τροχιές των βαθυπτύχων οργωμάτων
    Που λάμπουν στο κατόπι σου σαν τροχιές θριάμβου
    Αύλακες διακορεύσεως χνάρια ηδονής που ασπαίρουν
    Μέσ’ στο λιοπύρι και στο φως ή κάτω από τ’ αστέρια
    Όταν οι στρόφαλοι γυρνούν πιο γρήγορα και σπέρνεις
    Αφρό δεξιά κι αφρό ζερβά στο ρίγος των υδάτων.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Θαρρώ πως τα ταξείδια μας συμπίπτουν
    Νομίζω πως σου μοιάζω και μου μοιάζεις
    Οι κύκλοι μας ανήκουνε στην οικουμένη
    Πρόγονοι εμείς των γενεών που εκκολάπτονται ακόμη
    Πλέχουμε προχωρούμε δίχως τύψεις
    Κλωστήρια κ’ εργοστάσια εμείς
    Πεδιάδες και πελάγη κ’ εντευκτήρια
    Όπου συνέρχονται με τις νεάνιδες τα παλληκάρια
    Κ’ έπειτα γράφουνε στον ουρανό τις λέξεις
    Άρμαλα Πόρανα και Βέλμα.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Ανθούνε πάντα στην καρδιά μας οι μηλιές
    Με τους γλυκείς χυμούς και την σκιά
    Εις την οποίαν έρχονται το μεσημέρι τα κορίτσια
    Για να γευθούν τον έρωτα μαζύ μας
    Και για να δουν κατόπι τα λιμάνια
    Με τα ψηλά καμπαναριά και με τους πύργους
    Όπου ανεβαίνουν κάποτε για να στεγνώσουν
    Οι στεριανές κοπέλλες τα μαλλιά τους.

    Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
    Αχούν οι φόρμιγγες της άπλετης χαράς μας
    Με τα σφυρίγματα του ανέμου πρύμα-πλώρα
    Με τα πουλιά στα σύρματα των καταρτιών
    Με την ηχώ των αναμνήσεων σαν κιανοκιάλια
    Που τα κρατώ στα μάτια μου και βλέπω
    Να πλησιάζουν τα νησιά και τα πελάγη
    Να φεύγουν τα δελφίνια και τα ορτύκια
    Κυνηγητές εμείς της γοητείας των ονείρων
    Του προορισμού που πάει και πάει μα δεν στέκει
    Όπως δεν στέκουν τα χαράματα
    Όπως δεν στέκουν και τα ρίγη
    Όπως δεν στέκουν και τα κύματα
    Όπως δεν στέκουν κ’ οι αφροί των βαποριών
    Μήτε και τα τραγούδια μας για τις γυναίκες που αγαπάμε.

    Εμπειρίκος
     
  8. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Ἐρωτικό

    Δὲν μπορῶ νὰ ξέρω, δὲν μπορῶ νὰ πῶ
    ἂν θὰ σ᾿ ἀγαπῶ
    ἴσαμε νὰ φτάσω στὴ στερνὴ τὴν ὥρα
    ὅπως, κι ὅσο, τώρα·

    Οὔτ᾿ ὁ ἔρωτάς μου ποὺ σὰ ρόδο ἀνθεῖ,
    ἂν θὰ μαραθεῖ
    πάλι σὰν τὸ ρόδο ποὺ τὸ καίει τὸ θέρο,
    δὲν μπορῶ νὰ ξέρω.

    Ὅ,τι ξέρω εἶναι πώς, ἀπ᾿ τὴν ἡμέρα
    πού ῾γινες δική μου
    ἄνοιξαν κλεισμένες πύλες -καὶ τὸ θαῦμα
    μπῆκε στὴ ζωὴ μου·

    Ὅλα ἀλλάξαν ὄψη ἀπ᾿ τὸ φῶς ποὺ ἐντός μου
    σκόρπισε ἡ χαρά,
    σὰν στὰ βαλτοτόπια ποὺ τὰ πλυμμυρίζουν
    ζωντανὰ νερά.

    Ἔχω πιὰ ξεχάσει ὅσα νοσταλγοῦσα
    κι ὅ,τι εἶχα ποθήσει:
    Τώρα μὲ φτερώνει μία καινούργια νιότη
    ποὺ δὲν εἶχα ζήσει.

    Τὴ ζωὴ τὴ βλέπω σάμπως μέσ᾿ ἀπό ῾να
    μαγικὸ γυαλὶ
    κι ἀπ᾿ ὅ,τι ζητοῦσα μοῦ ῾δωσ᾿ ἡ ἀγάπη
    τόσο πιὸ πολύ,

    ποῦ νὰ λέω ἂν ὅπως ἦρθε μίαν ἡμέρα
    φύγει πάλι πίσω
    κι ἀπομείνω μόνος, κι ὅπως ἤμουν πρῶτα,
    -κάλλιο νὰ μὴν ζήσω

    Κώστας Οὐράνης

    http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/kwstas_oyranhs_poems.htm
     
  9. iolanda

    iolanda Contributor

    Μονοτονία

    Την μιά μονότονην ημέραν άλλη
    μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί.
    Θα γίνουν τα ίδια πράγματα,
    θα ξαναγίνουν πάλι -
    οι όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφίνουν.
    Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα.
    Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει·
    είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα.
    Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.

    Κωνσταντίνος Καβάφης
     
  10. MasterJp

    MasterJp Advisor Staff Member In Loving Memory

  11. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Τα χέρια – Αργύρης Χιόνης

    Οι άνθρωποι το πιο συχνά
    δεν ξέρουν τι να κάνουνε τα χέρια τους
    Τα δίνουν τάχα χαιρετώντας σ’ άλλους

    Τ’ αφήνουνε να κρέμονται σαν αποφύσεις άνευρες
    Ή το χειρότερο τα ρίχνουνε στις τσέπες τους
    και τα ξεχνούνε

    Στο μεταξύ ένα σωρό κορμιά μένουν αχάιδευτα
    Ένα σωρό ποιήματα άγραφα.

    (Από τη συλλογή Λεκτικά τοπία, 1983)

    https://www.apotipomata.com/ta-heria-ahionis/
     
  12. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε;
    Χρόνης Μίσσιος

    “…Έτσι, μ’ αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες σα να μας είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες;’ Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’την αρχή.

    Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που θα τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν “αξίες”, σαν “ηθική”, σαν “πολιτισμό”. Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να παίξουμε και να χαρούμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να κάνουμε έρωτα, να απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας…Όλα, όλα τα αφήνουμε για το αύριο που δε θα ‘ρθει ποτέ…

    Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για εμάς … Όμως το αφήσαμε για αύριο … Για να πάμε που;

    Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο θάνατο, και μεις οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό που χάθηκε άλλη μια μέρα απ’ τη ζωή μας, χαιρόμαστε.

    Ξέρεις γιατί;

    Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας..”

    https://www.apotipomata.com/hamogela-re-ti-sou-zitane/