Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    Μια γάτα έρχεται απ' την πόρτα της βεράντας και τρίβεται στα πόδια μου να την ταΐσω.

    Αρπάζει το κρέας που της ρίχνω, μα όταν σκύψω για να τη χαϊδέψω, τραβιέται πίσω και μου βγάζει νύχια.

    Παράξενο· τα πόδια μου τα εμπιστεύεται, μόνο τα χέρια μου φοβάται.

    Μα ίσως να 'ναι σοφή: από τα πόδια, το πολύ να φάει κλοτσιά, ενώ τα χέρια μπορεί και να την πνίξουν.

    Άγρια γάτα· τάχα δεν ξέρει από χάδια, ή μήπως ξέρει και γι' αυτό τραβιέται;

    Κι εγώ λάτρεψα πόδια, κι έφαγα κλοτσιές· χάιδεψα χέρια, έφαγα ξύλο.

    Μα τη σοφία της γάτας δε μπόρεσα ακόμα να την καταλάβω.


    Ντίνος Χριστιανόπουλος
    Πεζά ποιήματα (2004)

     
  2. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Την Άνοιξη αν δεν την βρεις τη φτιάχνεις

    Οδυσσέας Ελύτης
    Εκ του πλησίον, 1998

    Την άνοιξη αν δεν την βρεις την φτιάχνεις.
    Ναι την φτιάχνεις.
    Κάθε φορά από την αρχή.
    Όλο και πιο ζωντανή.
    Όλο και πιο ποτισμένη.
    Ναι την φτιάχνεις.
    Με εκείνα τα χρώματα που σημαίνουν αρμονία.
    Και με εκείνες τις λέξεις που δηλώνουν αρχή.

    Ναι την φτιάχνεις.
    Με εκείνο το φως, που μπορεί να σου δώσει Παράδεισο.
    Και με εκείνα τα λουλούδια που μυρίζουν ζωή.
    Ναι την φτιάχνεις.
    Με εκείνο το άρωμα της αθάνατης, Ελπίδας.
    Και με εκείνη την Πίστη που θα σε κάνει να μην φοβηθείς.

    Ναι την φτιάχνεις λοιπόν.
    Με υλικά αγνά για την ψυχή σου.
    Και με στιγμές απλές που χαρίζουν αιώνιες χαρές
    Που σε ακούν στην σιωπή.

    Και δεν έχουν ανάγκη τα λόγια για εξηγήσεις.
    Ναι την φτιάχνεις.
    Με εκείνα τα όνειρα που θα σε γεμίσουν υποσχέσεις.
    Και με εκείνα τα χαμόγελα που θα σου δείξουν πως πρέπει να ζεις.

    Διότι, αν δεν κουβαλάς την Άνοιξη μέσα σου, πρέπει να μάθεις να την χτίζεις.
    Από το χειρότερο σκοτάδι στο πιο λαμπερό φως.
    Μην την αφήσεις ποτέ να φύγει.
    Διότι, όσο πιο δυνατά μπαίνει αυτή, τόσο πιο εύκολα διώχνει τους χειμώνες από την καρδιά σου.

    Να την αγαπάς την Άνοιξη.
    Όχι μόνο για τα όμορφα και τα ανάλαφρα ρούχα που φοράς.
    Μήτε για τους καταγάλανους ουρανούς που σου δωρίζει.
    Αλλά για την Αναγέννηση που σε κάνει να ζεις.
    Εκείνον τον γλυκό αέρα που δροσίζει την ψυχή σου.
    Και εκείνον τον ήλιο που σου χαρίζει ζεστασιά.

    Να της δίνεις γεύση λοιπόν.
    Σαν εκείνη την βαριά και γλυκιά, που μόνο ο Έρωτας μπορεί να δώσει.
    Και μην στεναχωριέσαι αν ξαφνικά χαθεί ή απλά δεν σου έρθει.

    Διότι, την Άνοιξη αν δεν την βρεις, την φτιάχνεις.
     
  3. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Θα ’ταν ανόητος όποιος θα ’βαζε όρια στου έρωτα την τρέλα
    Έζρα Πάουντ

    Σμίγουν οι μοίρες μας
    και τα μάτια μας χορταίνουν με αγάπη·

    κι η μεγάλη νύχτα πέφτει πάνω σου

    κι η μέρα
    η κάθε μέρα που φεύγει στον αγύριστο.

    Να ’ταν οι θεοί να μας δένανε μαζί,
    με αλυσίδες

    και να μην έρθει μέρα να μας λύσει
    όχι, όσο γίνεται,

    ο καρπός της ζωής να μην τελειώσει!

    Θα ’ταν ανόητος όποιος θα ’βαζε όρια στου έρωτα
    την τρέλα.

    Πρώτα ο ήλιος θα οδηγήσει μαύρα άλογα,
    πρώτα η γη θα βγάλει στάρι από τη σίκαλη,

    πρώτα το ποτάμι θα γυρίσει στις πηγές του,
    πρώτα τα ψάρια θα κολυμπήσουν σε ξεροπόταμα

    κι ύστερα θα μάθει ο έρωτας το μέτρο.
     
  4. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    - Ξέρεις, Γιόχαν, είπε ο Χέμινγουεη
    (στον Γκαίτε, καθώς περπατούσαν
    στις αλέες του άλλου κόσμου),

    ούτε εγώ γλιτώνω από το
    συνεχές κατηγορητήριό τους.

    Αντί να διαβάσουν τα βιβλία μου,
    γράφουν βιβλία για μένα.

    Λένε πως δεν αγαπούσα
    τις γυναίκες μου.

    Πως δεν ασχολήθηκα
    αρκετά με το γιο μου.

    Πως έσπασα τα μούτρα
    ενός κριτικού.

    Πως δεν ήμουν ειλικρινής.

    Πως ήμουν υπερόπτης.
    Πως ήμουν φαλλοκράτης.

    Πως καυχήθηκα
    ότι είχα 230 τραύματα πολέμου
    ενώ είχα μόνο 206.

    Πως ήμουν κακός με τη μητέρα μου.

    - Έτσι είναι η αθανασία,
    τι τα θες; είπε ο Γκαίτε.
    Η αθανασία είναι αιώνια δίκη.

    - Εάν είναι αιώνια δίκη, χρειάζεται
    κι ένας πραγματικός δικαστής!

    Όχι μια δασκάλα του χωριού,
    με τη βίτσα στο χέρι.

    - Εμ,
    αυτή είναι η αιώνια δίκη.

    Η βίτσα στο χέρι
    μιας δασκάλας ενός χωριού.

    Τι φαντάστηκες δηλαδή, Έρνεστ;
    - Τίποτα δεν φαντάστηκα.

    Είχα απλώς την ελπίδα
    ότι, μετά τον θάνατό μου
    θα ζούσα λίγο ήσυχα.

    - Έκανες τα πάντα
    για να γίνεις αθάνατος.
    - Σαχλαμάρες!
    Βιβλία έγραφα, αυτό είν' όλο.

    - Ακριβώς!
    έβαλε τα γέλια ο Γκαίτε.

    - Καμία αντίρρηση
    να είναι αθάνατα τα βιβλία μου.

    Αλλά εγώ ο ίδιος, σαν άνθρωπος,
    σαν Έρνεστ Χέμινγουεη,
    δεκάρα δεν δίνω για την αθανασία.

    - Σε καταλαβαίνω, είπε ο Γκαίτε.

    Έπρεπε όμως να ήσουν
    πιο μετρημένος όσο ζούσες.

    Τώρα είναι μάλλον αργά.

    Μιλάν Κούντερα
    Η Αθανασία (απόσπασμα)
     
  5. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑ
    Ντίνος Χριστιανόπουλος


    Η ιστορία αρχίζει με μια φράση σου
    «Πέσε με τα μούτρα στη δουλειά»

    Γονατίζω μπροστά σου με θλίψη,
    αγκαλιάζω τα πόδια σου τρυφερά,
    βουτάω ολόκληρος στα σκέλια σου με λαχτάρα.

    Εσύ στέκεις ακίνητος,
    πιο όμορφος όπως σε βλέπω από χαμηλά,
    πιο ήρεμος που ο έρωτας γίνεται από τη μέση και κάτω,
    μια δύναμη απροσδιόριστη υποδαυλίζει τον αντρισμό σου.

    Με κοιτά από πάνω καλοδιάθετος,
    με λύπη για την κατάντια μου,
    με στοργή για το κουσούρι μου,

    με φανερή ευχαρίστηση καθώς ξαλαφρώνεις

    σ’ευχαριστώ που μου χάιδεψες τα μαλλιά.

    ( Ακόμα μια επικίνδυνη νύχτα
    τελειώνει με κατάνυξη.
    Ακόμα μια φωτιά
    αντί να με κάψει με ζέστανε).

    Υ.γ:
     
  6. margarita_nikolayevna

    margarita_nikolayevna owned Contributor

    Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών.
    Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν.
    Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας.

    Να φεύγεις!
    Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές,
    μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς.

    Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε ενθύμια,
    ούτε ζακέτες για το δρόμο.

    Να τρέχεις μακριά από δήθεν καταφύγια
    κι ας έχει έξω και χαλάζι.

    Να μάθεις να κοιτάς βαθιά στα μάτια
    όταν λες αντίο κι όχι κάτω ή το άπειρο.

    Να εννοείς τις λέξεις σου, μην τις εξευτελίζεις,
    σε παρακαλώ.

    Να μάθεις να κοιτάς την κλεψύδρα,
    να βλέπεις πως ο χρόνος σου τελείωσε.

    Όχι αγκαλιές, γράμματα, αφιερώσεις,
    κάποτε θα ξανασυναντηθούμε αγάπη μου
    (όλα τα βράδια και τα τραγούδια δεν θα είναι ποτέ δικά σας).

    Αποδέξου το.
    Να αποχωρίζεσαι τραγούδια που αγάπησες,
    μέρη που περπάτησες.

    Δεν έχεις τόση περιορισμένη φαντασία όσο νομίζεις.

    Μπορείς να φτιάξεις ιστορίες ολοκαίνουριες,
    με ουρανό κι αλάτι.

    Να θυμίζουν λίγο φθινόπωρο, πολύ καλοκαίρι
    κι εκείνη την απέραντη Άνοιξη.

    Να φεύγεις από εκεί που δε σου δίνουν
    αυτά που χρειάζεσαι.

    Από το δυσανάλογο, το μέτριο και το λίγο.

    Να απαιτείς αυτό που δίνεις
    να το παίρνεις πίσω -δεν τους το χρωστάς.

    Να μάθεις να σέβεσαι την αγάπη σου, το χρόνο σου
    και την καρδιά σου.

    Μην πιστεύεις αυτά που λένε -η αγάπη
    δεν είναι ανεξάντλητη, τελειώνει.

    Η καρδιά χαλάει, θα τη χτυπάς μια μέρα
    και δεν θα δουλεύει.

    Να καταλάβεις πως οι δεύτερες ευκαιρίες
    είναι για τους δειλούς

    -οι τρίτες για τους γελοίους.

    Μην τρέμεις την αντιστοιχία λέξεων-εννοιών,
    να ονομάζεις σχέση τη σχέση, την κοροϊδία κοροϊδία.

    Να μαλώνεις τον εαυτό σου καμιά φορά
    που κάθεται και κλαψουρίζει

    -σαν μωρό κι εσύ κάθεσαι και του δίνεις
    γλειφιτζούρι μη και σου στεναχωρηθεί το βυζανιάρικο.

    Να μάθεις να ψάχνεις για αγάπες που θυμίζουν
    Καζαμπλάνκα

    – όχι συμβάσεις ορισμένου χρόνου

    Και να μάθεις να φεύγεις από εκεί που ποτέ
    πραγματικά δεν υπήρξες.

    Να φεύγεις κι ας μοιάζει να σου ξεριζώνουν
    το παιδί από τη μήτρα.

    Να φεύγεις από όσα νόμισες γι’ αληθινά,
    μήπως φτάσεις κάποτε σ’ αυτά.

    Μενέλαος Λουντέμης, Να μάθεις να φεύγεις
     
  7. stratos83

    stratos83 Regular Member

    ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ
    Αντώνης Φωστιέρης


    Περπάτησα ως εκεί που το σκοτάδι
    Πυκνό απ' τα φώτα του γυρνάει σε σκοτάδι
    Δεν ξέρω πού ήταν που περπάτησα
    Ο γνώριμος μεγάλος φόβος η εφηβεία μου
    Κρατάει έν’ ανελέητο μαχαίρι
    Χτυπάει πρώτα εμένα κι έπειτα
    Χτυπάει και σφάζει αλόγιστα γυρνάει τα μέσα έξω
    Χύνοντας τα εντόσθια των πραγμάτων καταγής
    Ξεσκίζοντας τη σάρκα των ψυχών σας παίζοντας.

    Πού είσ’ εσύ ποιος είσ’ εσύ δεν ξέρω πού περπάτησα
    Άγνωστοι δρόμοι ελικοειδείς αιθέρια τούνελ
    Όλα εκεί αιωρούνται στο στερέωμα
    Κόσμοι επάλληλοι ανοίγουνε τα πέταλά τους τρέμοντας
    Άγγελοι μ’ αλεξίπτωτο άνωθεν καταβαίνουν.

    (Ά τι οδυνηρή ευφροσύνη η ομορφιά
    Τι άγρια τραγωδία η τελειότητα).

    Μια βόμβα φως εκρήγνυται στο άπειρο.

    Πετάγομαι απ’ τον ύπνο μου
    Τινάζοντας στον τοίχο τα όνειρά μου
    Και να με μέσα σ’ άλλον ύπνο πιο βαθύ
    Έχοντας πια ξεχάσει τα όνειρά μου − ή τις αγάπες μου −
    Κι επιθυμώντας μοναχά μια λέξη
    Να βρω μια λέξη να χωθώ στον κόρφο της
    Κατάκοπος απ’ τη ζωηρή ακινησία του ταξιδιού
    Σαν τους νεκρούς που περιμένουν να ξαναπεθάνουνε
    Κάτω απ’ τη γαλήνια σκέπη του θεού που ελπίζουν.

    Τι θέλω τέλος πάντων να συγκινηθώ τι με βαραίνει
    Οι άλλοι κολυμπούν στο πέλαγο εγώ βουλιάζω
    Κανείς δεν κολυμπάει όλοι βουλιάζουνε
    Η βία ταρακουνάει τον πλανήτη μου σα χαλασμένο δόντι
    Το χαλασμένο δόντι μου ταρακουνάει εμένα
    Κι εγώ ταρακουνάω το δέντρο τ’ ουρανού, να πέσουν τ’ άστρα του.

    Πού είσ’ εσύ ποιος είσ’ εσύ δεν ξέρω πού περπάτησα
    Δεν ξέρω τίποτα και δε μαθαίνω τίποτα
    Αν σ’ αγαπώ είναι γιατί δεν έχω τι να κάνω ή να σκεφτώ
    Κι είναι γιατί δε θα σε ξαναδώ στα χρόνια που ’ρχονται
    Ούτε στον χρόνο που ’ρχεται μετά τα χρόνια
    Κι έτσι μπορώ να πω η ευτυχία μου είναι πλήρης
    Όπως εξάλλου όλα στον κόσμο αυτό είναι πλήρη
    Μια σταγόνα παραπάνω και ξεχείλισαν
    Και θα χυθεί ο αφρός της τρέλας τους.

    Καλά κοιμάμαι εδώ καλά ονειρεύομαι
    Καλά γυρνάω στους δρόμους άγνωστος μ’ αγνώστους
    Κι αν ήταν κάτι να μπορούσα να πιστέψω θα ’μουν άτρωτος
    Να το λατρέψω ν’ αφοσιωθώ
    Κι όχι ν’ ανεβοκατεβαίνω μάταια
    Στα παγωμένα υπόγεια των αιώνων
    Να στήνω μες στην ησυχία αυτί στο βόμβο των πραγμάτων
    Άχρηστα πράγματα χιμαιρικά παράλογα
    Πριν έξι εφτά χιλιάδες χρόνια θα ’μουν άλογο
    Να κλαίω στον λάκκο του κυρίου μου
    Και τώρα κλαίω γι’ αυτό που χάθηκε και δεν το ξέρω
    Κι ούτε που θέλω να το μάθω − είμαι πλήρης.

    Σκοτάδι αστραφτερέ καθρέφτη μου
    Μέσα σου ανοίγονται χιλιάδες δρόμοι
    Μες στο στομάχι σου ήχοι και χρώματα όλα χωνεύονται
    Μέσα σου λιώνω εξαχνούμαι χάνομαι
    Σκοτάδι εκτυφλωτικό μου φως
    Είσαι το σύμπαν πριν απ’ τη γέννηση και μετά θάνατον
    Άρα είσαι το σύμπαν κι εν ζωή μέσα σου χάνομαι
    Είσαι το τίποτα γυμνό κι είμαι το τίποτα
    Μέσα σου χάνομαι