Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    ...θα την τσακίσω εγώ
    τη νοσταλγία σου
    θα μαχαιρώσω
    τη μυστική σου χαρά
    με τ’ άσπρα μου πουλιά
    που ζουν και φτερουγίζουν
    μέσα στα μάτια σου...

    Ο αγαπημένος μου στίχος
    ΚΛΕΙΔΟΚΥΜΒΑΛΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ
    ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
     
  2. bodyfull69

    bodyfull69 Regular Member

    ΕΤΙ ΔΕΟΜΑΙ ΣΟΥ

    Κύριε, είμ' ένας άθεος! Και είμαι αδελφός
    του χαρτοπαίχτη, του μπεκρή. Και σάρκα έχω και αίμα.
    Κι όπως εχώρισες εσύ τα σκότη από το φως
    έτσι χωρίζω κι αγαπώ- απ' το σωστό- το ψέμα.

    Το κρίμα θέλω! Είν' όμορφη η αμαρτία. Πολύ
    εσύ με θέλησες αγνόν- δεν είμαι, οι άλλοι, οι άλλοι,
    οι εκπεσμένοι, αμαρτωλοί΄οι μούργοι- κι είν' πολλοί-
    τι τάχα λεν; κι είν' αδελφοί΄τι ξέρουν; κι είν' μεγάλοι.

    Και είμαι, Κύριε άθεος. Και το κακό αγαπώ.
    Κι εμέ μ' αρέσει η ζαβολιά, η γυναίκα του κοντά μου,
    τόσο, που ακόμα το φονιά- ανάγκη να το πω;-
    τον έχεις κάμει όμοιον μου κι οστό απ' τα οστά μου.

    Κι είμ' άθεος! Καρδίας συ που ετάζεις και νεφρούς,
    πρόσεχε: αγαπώ πολύ τα "πλήθη των αμαρτιών μου".
    Συ που νεφέλας ανιστάς και ξαναζείς νεκρούς,
    - στ' άνθισμα είμαι των παθών- τα αίσχη πλήθυνόν μου!...

    Γιάννης Σκαρίμπας
     
  3. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Δρόμοι που χάθηκα
    γωνιές που στάθηκα
    δάκρυα που πίστεψα
    παιχνίδια στο νερό.
    Πικρό το βράδυ φτάνει.

    Νύχτες που έκλαψα
    γέφυρες που έκαψα
    άστρα π' αγάπησα
    που πάω και τι θα βρω.
    Πικρό το βράδυ φτάνει.

    Λόγια που ξέχασα
    φίλοι που έχασα
    καημέ μεγάλε μου
    ας πάμε τώρα οι δυο.
    Πικρό το βράδυ φτάνει.

    ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
     
  4. iC

    iC Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  5. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Πριν σε αγαπήσω,
    τίποτα δεν ήταν δικό μου:
    όλο βωλόδερνα στους δρόμους:
    τίποτα αξία κι όνομα δεν είχε:
    έλπιζε ο κόσμος μόνο στον αέρα.

    Είχα γνωρίσει σταχτερά σαλόνια,
    τούνελ κατοικημένα απ' το φεγγάρι,
    στέγαστρα άπονα που αποχαιρετιόνταν,
    ερωτήσεις που επέμεναν στην άμμο.

    Βουβά ήταν όλα,
    πεθαμένα κι άδεια, πεσμένα,
    ξεπεσμένα κι αφημένα,
    ήταν αναλλοτρίωτα όλα ξένα,
    όλα ήταν κανενός κι όλα των άλλων,

    ώσπου η φτώχεια σου κι η ομορφιά σου
    γέμισαν το φθινόπωρο με δώρα.
    ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ-ΠΡΙΝ ΣΕ ΑΓΑΠΗΣΩ
     
  6. DocHeart

    DocHeart Δυσνόητα Ευνόητος

    Nυχτερινό

    Νυχτερινό

    Το δέρμα που αναπνέει το σκοτάδι
    Και οι κηλίδες που ματώνουν τα μαλλιά σου.
    Οι τοίχοι που στενεύουν κάθε βράδι
    Τα σκιάχτρα που βυζαίνουν τα όνειρά σου
    Κοντά σου
    Κοντά σου.

    Ο βούρδουλας βαρύς κόβει την πλάτη,
    Και τα καρφιά τα μυτερά βαθειά.
    Και οι κραυγές που φτύνεις στο κρεβάτι
    Μετά μια ανάσα, και μετά πάλι ξανά
    Δυνατά
    Δυνατά.

    Μέχρι να'ρθώ να πω πως σ'αγαπώ,
    Χτυπήματα δεκάδες στα πλευρά σου
    Και δάκρυα χωρίς σταματημό
    Σα φίδια θα κυλούν στα μάγουλά σου
    Δικά σου
    Δικά σου.
     
  7. chienne royale

    chienne royale Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Κι ο άντρας είπε: πεινώ.
    Κι η γυναίκα του έβαλε ψωμί στο τραπέζι.
    Κι ο άντρας απόφαγε.
    Κι η γυναίκα τον κοίταζε πάντα.
    Κι η γυναίκα είπε: είσαι δυνατός, μα δεν σε τρομάζω.
    Κι ο άντρας είπε: είσαι όμορφη και όμως φοβάμαι.
    Κι ο άντρας έδειξε το κρεβάτι τους.
    Κι η γυναίκα ανέβηκε, σαν έτοιμη για θυσία.
    Κι ο άντρας είπε: διψώ. Κι εκείνη σήκωσε σαν πηγή τον μαστό της.
    Κι ο άντρας την άγγιξε. Κι η γυναίκα επληρώθη.
    Κι η γυναίκα ακούμπησε ταπεινά το κεφάλι της στα πλευρά του.
    Και κείνος κοίταζε πέρα, πολύ μακριά.
    Κι ο άντρας είπε: θα ΄θελα να ΄μαι θεός.
    Κι η γυναίκα είπε: θα γεννήσω σε λίγο.
    Κι η γυναίκα αποκοιμήθηκε.
    Κι ο άντρας αποκοιμήθηκε.
    Και μια μέρα καινούργια ξημέρωσε.

    Ο διάλογος δεν είναι αιώνιος.

    Η πόρτα έτριξε, κι ο άντρας μπήκε στο σπίτι.
    Η γυναίκα ακούμπησε στο τραπέζι ένα πιάτο φακή.
    Χιόνιζε.
    Ο άντρας σηκώθηκε κι αγνάντεψε απ' το παράθυρο.
    Η γυναίκα πήρε το πιάτο του άντρα, κι αργά, άρχισε να τρώει το λίγο φαΐ που' χε απομείνει.
    Όταν πλάγιασαν ο άντρας της χούφτωσε τα στήθεια.
    Ήθελε να ξεχάσει.
    Η γυναίκα έκανε να τον αποφύγει.
    Μα ήταν νέα ακόμα.
    Τελείωσαν
    Χωρίς κάν να φιληθούν.
    Ο άντρας έμεινε λίγο με τα μάτια ανοιχτά μές στο σκοτάδι
    κι αποκοιμήθηκε .
    Η γυναίκα σηκώθηκε αθόρυβα, και πηγαίνοντας στην άκρη της κάμαρας, απόμερα έκλαψε.
    Έξω, όλο χιόνιζε.


    Στίχοι : Τάσος Λειβαδίτης
    Ανάγνωση : Καρυοφυλλιά Καραμπέτη
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  8. MindMaster

    MindMaster Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα



     





    The Lady of Shalott
    Alfred Lord Tennyson

    Part I


    On either side the river lie
    Long fields of barley and of rye,
    That clothe the wold and meet the sky;
    And thro' the field the road runs by
    To many-tower'd Camelot;
    And up and down the people go,
    Gazing where the lilies blow
    Round an island there below,
    The island of Shalott.


    Willows whiten, aspens quiver,
    Little breezes dusk and shiver
    Thro' the wave that runs for ever
    By the island in the river
    Flowing down to Camelot.
    Four gray walls, and four gray towers,
    Overlook a space of flowers,
    And the silent isle imbowers
    The Lady of Shalott.

    By the margin, willow veil'd,
    Slide the heavy barges trail'd
    By slow horses; and unhail'd
    The shallop flitteth silken-sail'd
    Skimming down to Camelot:
    But who hath seen her wave her hand?
    Or at the casement seen her stand?
    Or is she known in all the land,
    The Lady of Shalott?

    Only reapers, reaping early
    In among the bearded barley,
    Hear a song that echoes cheerly
    From the river winding clearly,
    Down to tower'd Camelot:
    And by the moon the reaper weary,
    Piling sheaves in uplands airy,
    Listening, whispers " 'Tis the fairy
    Lady of Shalott."

    Part II

    There she weaves by night and day
    A magic web with colours gay.
    She has heard a whisper say,
    A curse is on her if she stay
    To look down to Camelot.
    She knows not what the curse may be,
    And so she weaveth steadily,
    And little other care hath she,
    The Lady of Shalott.

    And moving thro' a mirror clear
    That hangs before her all the year,
    Shadows of the world appear.
    There she sees the highway near
    Winding down to Camelot:
    There the river eddy whirls,
    And there the surly village-churls,
    And the red cloaks of market girls,
    Pass onward from Shalott.

    Sometimes a troop of damsels glad,
    An abbot on an ambling pad,
    Sometimes a curly shepherd-lad,
    Or long-hair'd page in crimson clad,
    Goes by to tower'd Camelot;
    And sometimes thro' the mirror blue
    The knights come riding two and two:
    She hath no loyal knight and true,
    The Lady of Shalott.

    But in her web she still delights
    To weave the mirror's magic sights,
    For often thro' the silent nights
    A funeral, with plumes and lights
    And music, went to Camelot:
    Or when the moon was overhead,
    Came two young lovers lately wed:
    "I am half sick of shadows," said
    The Lady of Shalott.

    Part III

    A bow-shot from her bower-eaves,
    He rode between the barley-sheaves,
    The sun came dazzling thro' the leaves,
    And flamed upon the brazen greaves
    Of bold Sir Lancelot.
    A red-cross knight for ever kneel'd
    To a lady in his shield,
    That sparkled on the yellow field,
    Beside remote Shalott.

    The gemmy bridle glitter'd free,
    Like to some branch of stars we see
    Hung in the golden Galaxy.
    The bridle bells rang merrily
    As he rode down to Camelot:
    And from his blazon'd baldric slung
    A mighty silver bugle hung,
    And as he rode his armour rung,
    Beside remote Shalott.

    All in the blue unclouded weather
    Thick-jewell'd shone the saddle-leather,
    The helmet and the helmet-feather
    Burn'd like one burning flame together,
    As he rode down to Camelot.
    As often thro' the purple night,
    Below the starry clusters bright,
    Some bearded meteor, trailing light,
    Moves over still Shalott.

    His broad clear brow in sunlight glow'd;
    On burnish'd hooves his war-horse trode;
    From underneath his helmet flow'd
    His coal-black curls as on he rode,
    As he rode down to Camelot.
    From the bank and from the river
    He flash'd into the crystal mirror,
    "Tirra lirra," by the river
    Sang Sir Lancelot.

    She left the web, she left the loom,
    She made three paces thro' the room,
    She saw the water-lily bloom,
    She saw the helmet and the plume,
    She look'd down to Camelot.
    Out flew the web and floated wide;
    The mirror crack'd from side to side;
    "The curse is come upon me," cried
    The Lady of Shalott.

    Part IV

    In the stormy east-wind straining,
    The pale yellow woods were waning,
    The broad stream in his banks complaining,
    Heavily the low sky raining
    Over tower'd Camelot;
    Down she came and found a boat
    Beneath a willow left afloat,
    And round about the prow she wrote
    The Lady of Shalott.

    And down the river's dim expanse
    Like some bold seer in a trance,
    Seeing all his own mischance--
    With a glassy countenance
    Did she look to Camelot.
    And at the closing of the day
    She loosed the chain, and down she lay;
    The broad stream bore her far away,
    The Lady of Shalott.

    Lying, robed in snowy white
    That loosely flew to left and right--
    The leaves upon her falling light--
    Thro' the noises of the night
    She floated down to Camelot:
    And as the boat-head wound along
    The willowy hills and fields among,
    They heard her singing her last song,
    The Lady of Shalott.

    Heard a carol, mournful, holy,
    Chanted loudly, chanted lowly,
    Till her blood was frozen slowly,
    And her eyes were darken'd wholly,
    Turn'd to tower'd Camelot.
    For ere she reach'd upon the tide
    The first house by the water-side,
    Singing in her song she died,
    The Lady of Shalott.

    Under tower and balcony,
    By garden-wall and gallery,
    A gleaming shape she floated by,
    Dead-pale between the houses high,
    Silent into Camelot.
    Out upon the wharfs they came,
    Knight and burgher, lord and dame,
    And round the prow they read her name,
    The Lady of Shalott.

    Who is this? and what is here?
    And in the lighted palace near
    Died the sound of royal cheer;
    And they cross'd themselves for fear,
    All the knights at Camelot:
    But Lancelot mused a little space;
    He said, "She has a lovely face;
    God in his mercy lend her grace,
    The Lady of Shalott."






     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  9. Astrovroxi

    Astrovroxi Το κοπρογατο Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Οδυσσέας Ελύτης
    "ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ"

    Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν, μ’ακούς
    Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα μ’ ακούς
    Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό, μ’ ακούς
    Μαχαίρι
    Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
    Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει, μ’ ακούς
    Είμ’ εγώ, μ’ ακούς
    Σ’ αγαπώ, μ ’ακούς
    Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
    Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας, μ ’ακούς
    Πού μ’ αφήνεις, πού πάς καί ποιός, μ’ ακούς
    Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’ τούς κατακλυσμούς
    Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
    Θά’ ρθει μέρα, μ’ ακούς
    Νά μάς θάψουν κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
    Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα, μ ’ακούς
    Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά, ν’ ακούς
    Τών ανθρώπων
    Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει
    Στά νερά ένα-- ένα , μ’ ακούς
    Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ’ ακούς
    Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
    Όπου κάποτε οί φιγούρες Τών Αγίων
    βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
    Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ’ ακούς
    Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
    Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
    Πουθενά δέν πάω , μ’ ακους
    Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί, μ’ ακούς
    Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ ακούς
    Τής αγάπης
    Μιά γιά πάντα τό κόψαμε
    Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς, μ’ ακούς
    Σ’ άλλη γή, σ’ άλλο αστέρι, μ’ ακούς
    Δέν υπάρχει τό χώμα δέν υπάρχει ο αέρας
    Πού αγγίξαμε, ο ίδιος, μ’ ακούς
    Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’ άλλους καιρούς
    Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ’ ακούς
    Νά τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ’ ακούς
    Μές στή μέση τής θάλασσας
    Από τό μόνο θέλημα τής αγάπης, μ’ ακούς
    Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ’ ακούς
    Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
    Άκου, άκου
    Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς;
    Είμ’ εγώ πού φωνάζω κι είμ’ εγώ πού κλαίω, μ’ ακούς
    Σ ’αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.
     
  10. chienne royale

    chienne royale Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Αν... Κίπλινγκ



    Αν να κρατάς μπορείς το λογικό σου όταν γύρο σου όλοι

    το ' χουνε χαμένο και ρίχνουνε γι' αυτό το φταίξιμο σε σένα,

    Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς τον εαυτό σου,

    όταν για σένα αμφιβάλλουν όλοι, αλλά να βρίσκεις ελαφρυντικά ακόμα και για την αμφιβολία τους αυτή,

    Αν να προσμένεις το μπορείς δίχως από την προσμονή ετούτη ν' αποσταίνεις,

    ή Αν και σε συκοφαντούν εσύ να μη βυθίζεσαι στο ψέμα,

    ή Αν και σε μισούν το μίσος μέσα σου να μην αφήσεις να φουντώνει,

    κι ωστόσο να μην δείχνεσαι πάρα πολύ καλός κι ούτε με πάρα πολλή σοφία να μιλάς,



    Αν να ονειρεύεσαι μπορείς δίχως το όνειρο να κάνεις δάσκαλό σου,

    Αν να στοχάζεσαι μπορείς δίχως να κάνεις το στοχασμό σκοπό σου,

    Αν το μπορείς το Θρίαμβο και την Καταστροφή να αντικρίσεις

    και σε αυτούς τους δυο αγύρτες όμοια να φερθείς,

    Αν να ακούς αντέχεις την αλήθεια που εσύ είχες ειπωμένη

    από πανούργους νοθευμένη ώστε παγίδα για τους άμυαλους να γίνει,

    ή να θεωρείς όλα αυτά οπού 'χεις της ζωή σου αφιερώσει, τσακισμένα,

    και πάλι ν' αρχινάς να τα στυλώνεις με εργαλεία φαγωμένα,



    Αν να στοιβάζεις το μπορείς σ' ένα σωρό όλα εκείνα που 'χεις κερδισμένα.

    Και όλα να τα παίξεις κορόνα γράμματα μεμιάς,

    και να χάσεις, και κείθε που έχεις ξεκινήσει πάλι ν' αρχινήσεις

    κι ούτε μπορείς καρδιά και νεύρα και μυώνες ν' αναγκάσεις

    πάλι να σου δουλέψουνε κι ας είναι από καιρό αφανισμένα,

    κι έτσι ολόρθος να κρατιέσαι μόλο που τίποτα

    δε έχει μέσα σου απομείνει

    εξόν από τη θέληση που τους μηνά: «Βαστάτε!»



    Αν να μιλάς μπορείς με το λαό κι ωστόσο να κρατάς την αρετή σου,

    με βασιλιάδες όντας μη χάνοντας το απλό το φέρσιμό σου,

    Αν μήτε εχθροί μήτε και φίλοι ακριβοί μπορούν να σε πληγώσουν,

    Αν όλοι οι άνθρωποι σε λογαριάζουν, όμως πάρα πολύ κανένας,

    Αν το μπορείς την ώρα που ο θυμός σου θέλει να ξεσπάσει να κρατηθείς νηφάλιος

    και την γαλήνη σου την πρώτη να ξαναβρείς, δικιά σου τότε θα ' ναι η Γη

    κι όλα εκείνα πλου κατέχει, και ό,τι αξίζει πιο πολύ-

    Άντρας σωστός τότε θε να 'σαι, γιε μου

    *
    *
     
  11. magritte

    magritte New Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Please Master by Allen Ginsberg
    Please master can I touch your cheek
    please master can I kneel at your feet
    please master can I loosen your blue pants
    please master can I gaze at your golden haired belly
    please master can I gently take down your shorts
    please master can I have your thighs bare to my eyes
    please master can I take off your clothes below your chair
    please master can I kiss your ankles and soul
    please master can I touch lips to your muscle hairless thigh
    please master can I lay my ear pressed to your stomach
    please master can I wrap my arms around your white ass
    please master can I lick your groin curled with soft blond fur
    please master can I touch my tongue to your rosy asshole
    please master may I pass my face to your balls,
    please master, please look into my eyes,
    please master order me down on the floor,
    please master tell me to lick your thick shaft
    please master put your rough hands on my bald hairy skull
    please master press my mouth to your prick-heart
    please master press my face into your belly, pull me slowly strong thumbed
    till your dumb hardness fills my throat to the base
    till I swallow and taste your delicate flesh-hot prick barrel veined Please
    Master push my shoulders away and stare into my eye, & make me bend over the table
    please master grab my thighs and lift my ass to your waist
    please master your rough hand's stroke on my neck your palm down my backside
    please master push me up, my feet on chairs, till my hole feels the breath of your spit and your thumb stroke
    please master make me say Please Master Fuck me now Please
    Master grease my balls and hairmouth with sweet vaselines
    please master stroke your shaft with white creams
    please master touch your cock head to my wrinkled self-hole
    please master push it in gently, your elbows enwrapped around my breast
    your arms passing down to my belly, my penis you touch w/ your little fingers
    please master shove it in me a little, a little, a little,
    please master sink your droor thing down my behind
    & please master make me wiggle my rear to eat up the prick trunk
    till my asshalfs cuddle your thighs, my back bent over
    till I'm alone sticking out your sword stuck throbbing in me
    please master pull out and slowly roll into the bottom
    please master lunge it again, and withdraw to the tip
    please please master fuck me again with your self, please fuck me Please
    Master drive it down till it hurts me the softness the
    Softness please master make love to my ass, give body to center & fuck me for good like a girl,
    tenderly clasp me please master I take me to thee,
    & drive in my belly your selfsame sweet heat-rood
    your fingered in solitude Denver or Brooklyn or fucked in a maiden in Paris carlots
    please master drive me thy vehicle, body of love drops, sweat fuck
    body of tenderness, Give me your dog fuck faster
    please master make me go moan on the table
    Go moan O please master do fuck me like that
    in your rhythm thrill-plunge and pull-back bounce & push down
    till I loosen my asshole a dog on the table yelping with terror delight to be loved
    Please master call me a dog, an ass beast, a wet asshole
    & fuck me more violent, my eyes hid with your palms round my skull
    & plunge down in a brutal hard lash thru soft drip-fish
    & throb thru five seconds to spurt out your semen heat
    over & over, bamming it in while I cry out your name I do love you
    please Master.
     
  12. Par Lagerkvist

    Μικρή μου , σε ποια ξένη χώρα
    να ταξιδέψω τη λαχτάρα σου;

    Οι δρόμοι φεύγουνε σταχτιοί τ’ αλαργού
    στο κενό και στη σιωπή,
    συχάζουν οι άνθρωποι στην αχυρένια στρώμνη
    κι αιώνια αστέρια τους φιλούν.

    Κι είναι τόσο το κενό,
    τόση η απεραντοσύνη
    στον έρημο άνθρωπο.

    Κατάμονα βουνά
    γαλάζιοι όγκοι
    σιωπούν στο καθάριο ουρανό.

    Κρατώ στο χέρι τη καρδιά μου.
    Σύχασε! Σύχασε!!

    Μικρή μου, σε ποια ξένη χώρα
    να ταξιδέψω τη λαχτάρα σου;