Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιήματα

Συζήτηση στο φόρουμ 'Τέχνη' που ξεκίνησε από το μέλος Ricardo, στις 22 Απριλίου 2006.

  1. Απάντηση: Ποιήματα

    Τρία πράματα στον κόσμο αυτό, πολύ να μοιάζουν είδα.
    Τα ολόλευκα μα πένθιμα σχολεία των Δυτικών
    Των φορτηγών οι βρώμικες σκοτεινιασμένες πλώρες
    Και οι κατοικίες των κοινών, χαμένων γυναικών.

    Έχουνε μια παράξενη συγγένεια και τα τρία
    Παρ’ όλη τη μεγάλη τους στο βάθος διαφορά
    Μα μεταξύ τους μοιάζουνε πολύ, γιατί τους λείπει
    Η κίνηση, ή άνεση του χώρου κι η χαρά.

    Νίκος Καββαδίας, Παραλληλισμοί
     
  2. MisstressAmaranth

    MisstressAmaranth Regular Member

    Προσμένω πάλι (Ναπολέων Λαπαθιώτης)

    Θυμᾶμαι, νύχτα ἦταν βαθειά,
    μὰ ἡ μέρα κόντευε νὰ φτάσει,
    καθὼς κινήσαμε μαζί,
    γιὰ νὰ χαθοῦμε μὲς στὴν πλάση...

    Και σ᾿ ὅσα πέσαμε κακά,
    παγίδες, λάθη, πλάνες, πάθη,
    κανένας μας δὲ μπορεῖ πιὰ
    μήτε νὰ δεῖ μήτε νὰ μάθει...

    Πόσο παλέψαμε κι οἱ δυὸ
    καὶ κυλιστήκαμε στὸ χῶμα,
    ζητώντας καὶ τὰ πιὸ μικρά,
    -δὲ θὰ τὸ πεῖ κανένα στόμα...

    Κι ἐπειδὴς εἴχαμε δεχτεῖ,
    καθένας τὴ δική του μοῖρα,
    πῆρες τὸν ἕνα δρόμο ἐσύ,
    κι ἐγὼ τὸν ἄλλο δρόμο πῆρα.

    Κι ἀφοῦ χαθήκαμε καιρὸ
    καὶ πλανηθήκαμε στὴν τύχη,
    (κι ὡς τώρα, μόνος μας δεσμὸς
    δὲν ἦταν παρὰ κάποιοι στίχοι),

    τώρα, ποὺ τ᾿ ὄνειρο γιὰ μᾶς
    τὰ φῶτα σβήνει τὰ στερνά του,
    -προσμένω, πάλι, νὰ σὲ βρῶ,
    μὲς στὴ γαλήνη τοῦ θανάτου...
     
  3. chienne royale

    chienne royale Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    ...τα τσιγαρα σου...

    Σε παρατηρώ όπως ανάβεις το τσιγάρο

    Φιλούν τα χείλη σου το φίλτρο

    Ρουφούν αχόρταγα τη νικοτίνη…



    Ζηλεύω

    Ζηλεύω τα τσιγάρα σου

    Δεν τα καπνίζεις, ερωτοτροπείς

    αδιάκοπα μαζί τους

    κι ύστερα με μία κίνηση

    τα θανατώνεις στο τασάκι

    Κάπνισέ με, θέλω να σου φωνάξω !



    Με κοιτάς κρυφά

    παίζεις

    με τον αναπτήρα



    Σωπαίνεις και ελευθερώνεται όλη η ομορφιά σου

    Απλώνεις το χέρι σου

    και γεφυρώνεις το σώμα σου με το δικό μου

    στρατιές πόθου διασχίζουν τη γέφυρά μας

    και τότε

    τα χείλη μου παίρνουν τη θέση

    των τσιγάρων σου…
     
  4. tyfeas

    tyfeas In Loving Memory

    Απάντηση: Ποιήματα

     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014
  5. subversion

    subversion Regular Member

    Απάντηση: Ποιήματα

    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν'αγωνίζεσαι
    για την ειρήνη κ για το δίκιο
    Θα βγεις στους δρόμους,θα φωνάξεις
    τα χείλη σου θα ματώσουν απ΄τις φωνές
    Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ΄τις σφαίρες
    μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.
    Κάθε κραυγή σου θα΄ναι μια πετριά
    στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
    Κάθε χειρονομία σου θα΄ναι
    για να γκρεμιζει την αδικία.
    Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις,
    ούτε στιγμή να ξεχαστείς.
    Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
    Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
    αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
    στη δίνη του πολέμου,
    έτσι και σταματήσεις
    για μια στιγμή να ονειρευτείς
    εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
    θα γίνουν στάχτη απ΄τις φωτιές.
    Δεν έχεις καιρό,δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
    αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις
    για να ζήσουν οι άλλοι.
    Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι
    ένα οποιοδήποτε πρωινό.
    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
    θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι
    μπρος στα ντουφέκια.

    Τάσου Λειβαδίτη,"Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος".
     
  6. vautrin

    vautrin Contributor

    Νεολιθικὴ νυχτωδία στὴν Κρονστάνδη



    Τραυλίζοντας οἰκουμένη καθὼς
    ἡ πραγματικότητα χωλαίνει κι ὅπως
    ἀσπροφωλιάζει ἡ λευτεριὰ στὸν ἄστοργο πάγο
    περικαλιόμαστε τὴ σώτειρα τήξη.

    (Νὰ ἰδοῦμε ἂν ἡ ἄνοιξη θὰ συνδράμει τὰ ὄνειρά μας.)

    Ἕνας ναύτης: Τὸ μυαλὸ πῶς μαλακώνει στὰ Οὐράλια;
    Ἕνας ἄλλος ναύτης: Τί θέλεις νὰ πεῖς; Δὲν κατάλαβα.

    μουχλιάζει τὸ τηλέφωνο, εὐδαιμονία

    ..............

    Νοστάλγησα τὰ ὀρυχτὰ τὴν ἄφωνη
    θηλαστική μου ἱερότητα
    κι ἀνατρέχω στὸν ὕπνο ποὺ μὲ σῴζει
    εἶναι ὁ πρόχειρος θάνατος
    ἕνα κλούβιο ρολόι
    χωρὶς τὰ πρὶν καὶ χωρὶς τὰ μετὰ
    δὲν ᾖρθα δὲ φεύγω θὰ σταματήσω.

    - Ἡ ἐξουσία εἶναι τῆς Ἱστορίας ἡ εὐκοιλιότητα.
    - Στὸ χωριό μου τὴ λένε γλεντοκώλα.

    .............

    - Φθέγγομαι τρόμο. Καὶ ἐπιτέλους τί νομίζεις πῶς εἶναι
    τὰ ἰδανικά; Εἶναι ὅπως ἀλευρώνουμε τὰ ψάρια πρὶν
    ἀπὸ τὸ τηγάνισμα.

    ...........

    Δούλα τοῦ φωτὸς πεταλούδα, φτερὰ καὶ χνούδι
    σὲ ἐξωφρένεια!
    Ὁ ἔκλυτος Δίας κρατεῖ κεραυνοὺς ἀναφαίρετους
    δίχως ἀκόμη πυροδότηση
    χορταίνοντας ὅραση βλακείας
    καθεζόμενος ὑπεράνω πάσης κοσμολογίας.
    Κ᾿ ἡ μούρη τῶν ἀλόγων τοῦ Φαέθοντα ἔναντι τοῦ
    κενοῦ με ἄφρη κοσμικῆς ὕλης.
    Ἀσθενοφόρο γρήγορα γιὰ τὸν βασιλέα Λήρ!
    Εὐωδιάζουμε ἀπὸ τρέλα.
    Δὲν πιάνουν τὰ φρένα,
    χανόμαστε στὴ διαιρετότητα τοῦ Ζήνωνα.

    ................

    Ἡ Ἄννα (ποὺ πλησιάζει): Τί νέα ἔχουμε ἀπ᾿ τὴν πραγματικότητα;

    ......

    Νικολάι: Φοβᾶμαι, σύντροφε. Καὶ ἡ ἐπίθεση ἐπίκειται.
    Ὁ Λένιν ἔχει ἐμπλακεῖ στὴ μοῖρα.

    - Πανάκριβα ραφτικά.

    .............

    - Οὐτοπία.
    - Μὰ ὅμως ἀναιρέσαμε τὸ δάσος.
    - Βροχὲς μανάδες ... Ἄραχλε!

    Νὰ καὶ ὁ τρισάθλιος ἥλιος. Μιὰ χλεμπόνα
    στ᾿ οὐρανοῦ τὸ κατεστημένο.

    ..............

    - Μὲ σφίγγει μία ἀλήθεια, τῆς παραδίνομαι. Μὲ σφίγγει μία
    ἄλλη, κι αὐτηνῆς τῆς παραδίνομαι. Διατρέχοντας τοῦ μυαλοῦ
    τὴν ὠμότητα. Λέω αἷμα τοῦ ψύλλου κι ἀμέσως
    ὀσφραίνομαι ρούμι.

    - Παραδέρνεις. Ἀλλὰ ἐμένα τὰ μάτια μου διεκδικοῦσαν ἑνότητα
    ὀπτικῆς, ἐκκένωση τραγῳδίας. Οὐδέποτε ὑπέφερα τὶς
    ἀντιφάσεις. Ἀμφὶ καὶ ρέπω, ὄχι!

    - Χρεμετίζεις φαντασία.

    [Τὴν ἡμέρα ἐκείνη γεννήθηκα μόνος μου, δὲν εἶχα βιολογικὸ
    προηγούμενο. Σούρθηκα στὴν τρώγλη τῆς ἁπλῆς ἀριθμητικῆς.
    Ἐκεῖ διαλάμποντας ἐνωτίστηκα κόκαλα.]

    Ὑπερφίαλο φῶς ἰσχνότητα τοῦ ἔρωτα!
    Τί νᾶν τὰ λέμε. Αὐτοψυχίατρος εἶναι ὁ ποιητὴς
    μὲ καθαρὸ οἰνόπνευμα.
    Κυρίως θὰ λεγᾳ θεοσταγὴς καὶ προ-ἰοῦσα σφῆκα.
    Θὰ γαλαζώσει πάλι.

    - Μὰ εἶναι κι ὁ ἄλλος ἔρωτας, ὁ γενετήσιος.

    - Τί νὰ σοῦ κάνει αὐτός. Ἂν θέλεις, βάζει λίγα παγάκια στὴ
    μελαγχολία μου.

    .....................

    Εἴθε νὰ μὴν ὑπῆρχα
    μαβὴς ὁ χτύπος τῆς καρδιᾶς, ἀλητεία.
    Κι ἂν εἶπα τὶς προάλλες τὴ ζωὴ ἀντίρρηση τοῦ σκούληκα
    δὲν ἔπαψε νὰ φουγαρίζει μέσα μου χαώδης
    ἡ ἀπελπισία.
    Θὲς τὸ ζῷο θὲς ὁ ἅγιος τίμημα ἡ ἀπουσία.
    Κορφόνυχα μὲς στὴ φωτιὰ σὲ ταραχώδη θράκα
    χρονάκια μου καὶ χρόνια
    ἔκανα ῾γὼ τὸ μπόι μου βλαστοβολώντας ὕψος
    χωρὶς νὰ συμβουλεύομαι
    κακοὺς ὀνειροκρῖτες καὶ θολὰ μαντεῖα.
    Δὲν ἀναμέτρησα κινδύνους, ἀποτεφρώθηκα.
    Πίστεψα στὰ χρυσάνθεμα ὁρκίστηκα στὴ χλόη
    κι ὅπως ρεκάζει ἐπιστήθιος ἄνεμος ἀπὸ βροχερὰ
    συμπεράσματα
    στὰ ἐρυθρὰ χαλάσματα τοῦ ἥλιου ξαναφαίνομαι
    κι ἀνιστορῶ τὰ ρόδινα νεφρά μου.

    ...............................

    Εἴτε στὸν ὕπνο (πὰξ) εἴτε στὴν ἐγρήγορση (κοὰξ) ὀνομάζομαι
    γοργὰ μελλοθάνατος.

    ..............

    Θρομβώδη φυλλώματα, συνεσθίομαι
    μαζὶ μὲ τ᾿ ἄνθη
    διασχίζω τοὺς γάμους τῶν θάμνων
    ἀναφλέγοντας τὸ γραφτό μου σὲ ἄναρθρους
    ὄρθρους
    κι ἀποτυχίζω τὴν ἀπόγνωση κατακείμενος
    ὄρθιος.

    ............

    Λέω συχνὰ τὰ νεφρά μου θὰ ὑπερισχύσουν.
    Ἐν τούτοις μαθητεύω πιὰ συνέχεια σὲ τρόμο
    κάθε βράδυ ξαναστοχάζω πὼς ὄχι
    δὲ θὰ ξυπνήσω
    κάθε πρωὶ ξεριζώνω φλέγματα ὑποφέροντας
    μίαν ἄγρια ναυτία ποὺ δὲν ἐξελίσσεται ὁλότελα
    κι ἀνατριχιάζω
    κάτι νύχτες μὲ ἐθελούσιο μαῦρο κάτι νύχτες
    ἀπὸ τεράστια αἱμοχαρῆ φεγγάρια
    γιὰ νὰ διαλευκάνω ἐπιτέλους τὰ ἄσπρα μου
    μαλλιὰ ὡς τὴ συντέλεια.
    Δὲ θυμᾶμαι θυμάρι ποὺ νὰ μὴν ἀνάδωσε πάντοτε
    τὴν εὐωδιά του
    μὲ ἥλιους ὀρεινοὺς ἀναφωνήματα στὴ μνημοσύνη.
    Δὲν ξέρω τί κάνει τὸ συκῶτι μου δὲν ξέρω
    τί κάνει ἡ καρδιά μου
    μαστίζομαι ἀπὸ ἔνοχη θέαση κι ἀνωφερῆ
    ἀχτημοσύνη
    χαράζω σύμφωνα καὶ ἐκφέρω φωνήεντα φρίκης.

    - Θρησκευτικὴ ὑπόθεση. Κι ὁ χρόνος τώρα δὲν εἶναι
    μαγνητοταινία τῆς αἰωνιότητας. Ἀνακρούεται ἐπιστήμη,
    κουκιὰ μετρημένα. Μὰ εἶναι ἀμπόρετο νὰ τσιμπήσει κανεὶς
    τὴ θάλασσα.
    Ἡ Ἱστορία τελικὰ συναναστρέφεται ἀγάλματα.

    ...............

    - Τί ἐστὶ λάμψη;

    - Ποιὸς ἀποφάσισε τὰ πτώματά μας;

    --------------------

    - Ξέχειλα τὰ ὁράματά μας. Ἐμπλουτισμένοι ἀθανασία.
    - Νυμφίοι τῆς ἐλπίδας ἀρουραῖοι.

    [Λάμπουμε ὅλοι στὴν Κρονστάνδη. Στὴν πιὸ περήφανη γεωγραφία]

    ....................

    Σὲ βοερὰ μνημόσυνα βορᾶς κι ἀθῴας βαρβαρότητας
    μὲ πετεινῶν ἀθλήματα στοὺς χαμηλόκορμους οὐρανοὺς
    ὡσότου πιάσουν ἕνα γῦρο οἱ βροχάδες τὰ πρωτόνερα
    ὥσπου νὰ ἀνοίξει τῆς χυνοπωριᾶς τὸ κατουροβάρελο.
    Θά ῾τανε πέρσι.
    Ρεμβώδη νοήματα, τυραγνία τοῦ βῆχα, σκελετὸς ἀπὸ μέσα .....

    ...........

    [Βραδυάζει στὸ κείμενο.
    Ἡ κατακρήμνιση τοῦ ἀπογεύματος: ὡριμότητα.]

    - Ἂν ἕλιωνε ὁ πάγος, ἂν τοὺς προλάβαινε ἡ Ἄνοιξη ...

    ........δὲν ἔχει ὅρια ἡ εὐφράδεια τῆς Σταύρωσης
    οὔτε τὸ πορτοκαλὶ ποὺ μὲ τύφλωνε
    φωσφορίζοντας
    μὰ ἐγὼ τὴ γλῶσσα τὴν ἀποκλήρωσα
    δὲ μαζεύω ψυχοχάρτια χαζεύω τὴν ἀγριότητα
    οἱ καιόμενες πορφυρὲς δεκαετίες
    ἀπὸ ὑδρόγεια νόηση
    καὶ ἀναπηδᾷ στὴ χύτρα τοῦ πεπρωμένου
    ὁ χόχλακας.
    Φεγγάρι μου βγαλμένο μάτι ρεμβάζω σου
    τ᾿ ἀσπράδι.

    .....................

    Ἐγὼ λοιπὸν ἔκπληχτος ἀπὸ χέρι διαστέλλω γαλαξίες
    κι ἀνατείνομαι ὄνειρος
    ἀποβάλλοντας τὸ πραγματικὸ κι ἀναθυμούμενος μόλις
    ἐκείνη τὴν ἀρτηρία τοῦ ἀόρατου
    τὴν πλεξούδα τοῦ καπνοῦ σὲ ἀνώδυνο ὕψος .
    Ἐδῶ ἐπιμένουμε ὅλοι.

    - Ἄννα, τί συμβαίνει;

    - Ἄρχισε ἡ ἐπίθεση.

    - Ἄννα, ἔχε γειά, θὰ πεθάνουμε.

    - Νικολάι, σ᾿ ἀγαποῦσα ὁλόκληρη.

    - Μίαν ἄλλη φορά, θὰ ξαναγίνει, Ἄννα

    .................................

    διεδίδοτο δὲ ἐκάστῳ καθότι ἂν τὶς χρείαν εἶχεν -

    KRONSTADT


    Νίκος Καροῦζος
     
  7. Georgia

    Georgia Owned Contributor

    Rappelle-toi Barbara
    Il pleuvait sans cesse sur Brest ce jour-la
    [...]
    Et tu as couru vers lui sous la pluie
    Ruisselante ravie epanouie
    Et tu t'es jetee dans ses bras
    Rappelle-toi cela Barbara
    Et ne m'en veux pas si je te tutoie
    Je dis tu a tous ceux que j'aime
    Meme si je ne les ai vus qu'une seule fois
    Je dis tu a tous ceux qui s'aiment
    Meme si je ne les connais pas
    [...]
    Et celui qui te serrait dans ses bras
    Amoureusement
    Est-il mort disparu ou bien encore vivant
    Oh Barbara
    Il pleut sans cesse sur Brest
    [...]
    Tout simplement des nuages
    Qui crevent comme des chiens
    Des chiens qui disparaissent
    Au fil de l'eau sur Brest
    Et vont pourrir au loin
    Au loin tres loin de Brest
    Dont il ne reste rien.

    Barbara
    Jacques Prévert
     
  8. MisstressAmaranth

    MisstressAmaranth Regular Member

    Σὰν δέσμη ἀπὸ τριαντάφυλλα... (Κώστας Καρυωτάκης)

    Σὰν δέσμη ἀπὸ τριαντάφυλλα
    εἶδα τὸ βράδυ αὐτό.
    Κάποια χρυσή, λεπτότατη
    στοὺς δρόμους εὐωδιά.
    Καὶ στὴν καρδιὰ
    αἰφνίδια καλοσύνη.
    Στὰ χέρια τὸ παλτό,
    στ᾿ ἀνεστραμμένο πρόσωπο ἡ σελήνη.
    Ἠλεκτρισμένη ἀπὸ φιλήματα
    θά ῾λεγες τὴν ἀτμόσφαιρα.
    Ἡ σκέψις, τὰ ποιήματα,
    βάρος περιττό.

    Ἔχω κάτι σπασμένα φτερά.
    Δὲν ξέρω κἂν γιατί μᾶς ἦρθε
    τὸ καλοκαῖρι αὐτό.
    Γιὰ ποιὰν ἀνέλπιστη χαρά,
    γιὰ ποιὲς ἀγάπες
    γιὰ ποιὸ ταξίδι ὀνειρευτό.
     
  9. _toyboy_

    _toyboy_ New Member

    Ode to the west wind excerpt

    Make me thy lyre, even as the forest is:
    What if my leaves are falling like its own?
    The tumult of thy mighty harmonies

    Will take from both a deep autumnal tone,
    Sweet though in sadness. Be thou, Spirit fierce,
    My spirit! Be thou me, impetuous one!

    Drive my dead thoughts over the universe,
    Like wither'd leaves, to quicken a new birth;
    And, by the incantation of this verse,

    Scatter, as from an unextinguish'd hearth
    Ashes and sparks, my words among mankind!
    Be through my lips to unawaken'd earth

    The trumpet of a prophecy! O Wind,
    If Winter comes, can Spring be far behind?


    By Percy Bysshe Shelley, 1819
     
  10. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Ο Σταυρός του Νότου

    Έβραζε το κύμα του γαρμπή,
    είμαστε σκυφτοί κι οι δυο στο χάρτη,
    γύρισες και μου 'πες πως το Μάρτη
    σ' άλλους παραλλήλους θα 'χεις μπει.

    Κούλικο στο στήθος σου τατού
    που όσο κι αν το καις δε λέει να σβήσει,
    είπαν πως την είχες αγαπήσει
    σε μια κρίση μαύρου πυρετού.

    Βάρδια πλάι σε κάβο φαλακρό
    κι ο Σταυρός του Νότου με τα στράλια
    Κομπολόι κρατάς από κοράλλια
    κι άκοπο μασάς καφέ πικρό.

    Το Άλφα του Κενταύρου μια νυχτιά
    με το παλλινώριο πήρα κάτου,
    μου 'πες με φωνή ετοιμοθανάτου
    να φοβάσαι τ' άστρα του Νοτιά.

    Άλλοτε απ' τον ίδιον ουρανό
    έπαιρνες τρεις μήνες στην αράδα
    με του καπετάνιου τη μιγάδα
    μάθημα πορείας νυχτερινό.

    Σ' ένα μαγαζί του Nossi Be
    πήρες το μαχαίρι δυο σελίνια,
    μέρα μεσημέρι απά στη λίνια
    ξάστραψες σαν φάρου αναλαμπή.

    Κάτω στις ακτές της Αφρικής
    πάνε χρόνια τώρα που κοιμάσαι,
    τα φανάρια πια δεν τα θυμάσαι
    και το ωραίο γλυκό της Κυριακής.

    Νίκος Καββαδίας
     
  11. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα

    Stopping by Woods on a Snowy Evening

    Whose woods these are I think I know.
    His house is in the village, though;
    He will not see me stopping here
    To watch his woods fill up with snow.

    My little horse must think it queer
    To stop without a farmhouse near
    Between the woods and frozen lake
    The darkest evening of the year.

    He gives his harness bells a shake
    To ask if there's some mistake.
    The only other sound's the sweep
    Of easy wind and downy flake.

    The woods are lovely, dark and deep,
    But I have promises to keep,
    And miles to go before I sleep,
    And miles to go before I sleep.

    Robert Frost
     
  12. MindMaster

    MindMaster Contributor

    Απάντηση: Ποιήματα



    "La Belle Dame Sans Merci" (1819) by John Keats

    Oh what can ail thee, knight-at-arms,
    Alone and palely loitering?
    The sedge has withered from the lake,
    And no birds sing.

    Oh what can ail thee, knight-at-arms,
    So haggard and so woe-begone?
    The squirrel's granary is full,
    And the harvest's done.

    I see a lily on thy brow,
    With anguish moist and fever-dew,
    And on thy cheeks a fading rose
    Fast withereth too.

    I met a lady in the meads,
    Full beautiful - a faery's child,
    Her hair was long, her foot was light,
    And her eyes were wild.

    I made a garland for her head,
    And bracelets too, and fragrant zone;
    She looked at me as she did love,
    And made sweet moan.

    I set her on my pacing steed,
    And nothing else saw all day long,
    For sidelong would she bend, and sing
    A faery's song.

    She found me roots of relish sweet,
    And honey wild, and manna-dew,
    And sure in language strange she said -
    'I love thee true'.

    She took me to her elfin grot,
    And there she wept and sighed full sore,
    And there I shut her wild wild eyes
    With kisses four.

    And there she lulled me asleep
    And there I dreamed - Ah! woe betide! -
    The latest dream I ever dreamt
    On the cold hill side.

    I saw pale kings and princes too,
    Pale warriors, death-pale were they all;
    They cried - 'La Belle Dame sans Merci
    Hath thee in thrall!'

    I saw their starved lips in the gloam,
    With horrid warning gaped wide,
    And I awoke and found me here,
    On the cold hill's side.

    And this is why I sojourn here
    Alone and palely loitering,
    Though the sedge is withered from the lake,
    And no birds sing.










    "I set her on my pacing steed,
    And nothing else saw all day long,
    For sidelong would she bend, and sing
    A faery's song".


     
    (Sir Frank Bernard Dicksee)



    "She took me to her elfin grot,
    And there she wept and sighed full sore,
    And there I shut her wild wild eyes
    With kisses four".


     
    (John William Waterhouse)



    "And there she lulled me asleep
    And there I dreamed - Ah! woe betide! -
    The latest dream I ever dreamt
    On the cold hill side".


     
    (Sir Wlliam Russell Flint)












    (For the Eternal)

    .
     
    Last edited by a moderator: 17 Απριλίου 2014