Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ποιοι είμαστε "εμείς";

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Discussion' που ξεκίνησε από το μέλος íɑʍ_Monkeץ, στις 12 Φεβρουαρίου 2015.

  1. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Η αναπόφευκτη πραγματικότητα του θανάτου

    - Είσαι τρελός… Το ξέρεις;
    - Τρελός;… Γνωρίζεις μήπως τον ορισμό της τρέλας;
    Άναψα τσιγάρο αφού το σάλιωσα λίγο στο πλάι.
    - Δεν έχω διάθεση για θεωρητική συζήτηση τώρα, αλλά κάποιος που αδειάζει στη λεωφόρο μια βαλίτσα με χαρτονομίσματα από μπαλκόνι του πέμπτου ορόφου και στη συνέχεια πηδαει στο κενό δεν φαίνεται πολύ λογικό.
    - Ότι δεν ξέρουμε, ότι δεν καταλαβαίνουμε, ότι δεν ταιριάζει μ αυτά που πιστεύουμε, είναι λογικό να μην φαίνεται λογικό. Αλλά γνωρίζουμε τόσο λίγα για την πραγματικότητα ώστε το λογικό είναι να μην αποκλείουμε τίποτα ως μη λογικό.
    Ο Ιωσήφ καθόταν σε μια πολυθρόνα απέναντι μου, στο λίβινγκ- ρουμ του πατρικού μου σπιτιού στη Λεωφόρο Μεγάλου Αλέξανδρου. Κάπνιζε, επίσης, ένα φτηνό πουράκι και άφηνε τον καπνό να βγαίνει από το στόμα του σε μικρά δαχτυλίδια. Ήταν ήρεμος κι όπως πάντα υπερόπτης. Γνωριζόμασταν από παιδιά. Μετά το λύκειο δεν βλεπόμασταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλά κάθε φορά που συναντιόμασταν κάναμε σπουδαίες συζητήσεις. Συζητήσεις που άφηναν μόνο ερωτήματα, αφού ο Ιωσήφ πίστευε ότι η γνώση μας για την πραγματικότητα μας είναι μόνο μια κόκκος άμμου σε μια απέραντη έρημο άγνοιας. Γι΄ αυτό άφηνε όλα τα θέματα ανοιχτά, αναπάντητα.
    - Μέχρι να καταφέρουμε να δούμε ολόκληρη την εικόνα όλα πρέπει να τα δεχόμαστε ως λογικά, κατέληξε.
    - Θεωρητικά ναι…. Μην ξεχνάς όμως ότι ζούμε μέσα σ αυτή την πραγματικότητα.
    - Σωστά….. Αλλά μας είναι άγνωστη. Το ότι ζούμε δεν σημαίνει ότι την ξέρουμε κιόλας. Την παρερμηνεύουμε διαρκώς ανάλογα με την διαστρεβλωμένη οπτική που έχουμε διαμορφώσει λόγω ελλιπούς κι ελλειμματικής πρόσβασης στην πραγματική γνώση. Το μόνο στοιχείο που μπορώ να δεχτώ σαν αναμφισβήτητο τμήμα της πραγματικότητας είναι ο θάνατος. Όχι το νόημα του θανάτου, όχι το τι συμβαίνει μετά τον θάνατο, αλλά ο θάνατος αυτός καθ΄ αυτός σαν γεγονός, σαν το αποτέλεσμα ενός διακόπτη που τον κλείνεις.
    Αυτό το τελευταίο το διατύπωσε με κυνισμό. Άλλωστε ήταν η δουλειά του. Πληρωμένος δολοφόνος. Η ειρωνεία είναι ότι έλαβε συμβόλαιο με το όνομα μου. Ο μπάσταρδος ο Δήμαρχος ήθελε να ακυρώσει τη σύμβαση εκμετάλλευσης δημοτικών παραλιακών εκτάσεων που μου εκχώρησε πέρσι για 10 χρόνια, γιατί εμφανίστηκε νέος διεκδικητής διατεθειμένος να πληρώσει τα τριπλάσια για τους ίδιους ακριβώς όρους εκμετάλλευσης.
    - Ιωσήφ, δεν είναι όλοι οι θάνατοι το ίδιο…… Υπάρχουν αυτοί που συμβαίνουν κι οι άλλοι που τους προκαλούμε να συμβούν……
    - Δεν υπάρχει διαφορά. Νομίζεις ότι διαφέρουν γιατί εισάγεις την ηθική στη γνώση. Η γνώση δεν έχει ηθική. Τα πράγματα είναι έτσι, γιατί έτσι είναι στην πραγματικότητα.
    Έσβησα το τσιγάρο μου κάπως αδέξια κι η καύτρα του μου έκαψε το δάχτυλο. Αυτό που συνέβαινε δεν ήταν όνειρο. Όχι γιατί τον έβλεπα ή γιατί τον άκουγα - η όραση κι η ακοή είναι ψευδαισθησιακές αισθήσεις- αλλά γιατί όταν ήρθε του έσφιξα το χέρι και τον αγκάλιασα. Γιατί μύρισα πάνω του την απαίσια μυρουδιά του φτηνού του πούρου.
    - Η ηθική είναι ένα επινοημένο σύστημα που κατασκευάζει ανύπαρκτους κανόνες προκειμένου να μας χειραγωγήσει. Στην πραγματικότητα εξυπηρετεί συμφέροντα παρ΄ όλο που διατείνεται ότι αποτελεί ρυθμιστή της κοινωνικής συμβίωσης και τάξης.
    - Νομίζω ότι υπερβάλεις….
    - Υπερβάλλω; Τι γνώμη έχεις π.χ. για την αιμομιξία; Είναι ηθική ή ανήθικη;
    - Το δεύτερο. Η αιμομιξία είναι παράγοντας γενετικών ανωμαλιών.
    - Δεν θα μπω στο κόπο να σου υπενθυμίσω για πόσους αιώνες και σε πόσους πολιτισμούς η αιμομιξία θεωρούνταν απολύτως φυσιολογική. Οι γενετικές ανωμαλίες που προέκυπταν σαν συνέπεια είναι μέρος μιας πραγματικότητας κι όχι απόρροια ηθικής παραβατικότητας. Σήμερα που διαθέτουμε αποτελεσματική αντισύλληψη γιατί η αιμομιξία εξακολουθεί να θεωρείται ανήθικη κι απαγορευμένη;
    Σταμάτησε να μιλάει σαν να πίστευε ότι πρέπει να μου δώσει χρόνο να χωνέψω τα λόγια του. Προσπάθησα ν ανάψω δεύτερο τσιγάρο αλλά ο αναπτήρας μου δεν άναβε. Δεν μου πρότεινε το δικό του. Στριφογύρισα το τσιγάρο στα δάχτυλα μου. Ήταν σαν να ξέμεινα από επιχειρήματα.
    - Το ίδιο συμβαίνει και με την πατροκτονία, την ευθανασία, την αυτοκτονία………
    Γύρισε πάλι την συζήτηση στο θάνατο.
    - Να το ελαφρύνουμε λιγάκι; Να μιλήσουμε για τη βια. Έτρωγες ξύλο όταν ήσουν μικρός;
    - Όλη την ώρα. Για το παραμικρό. Και στο σπίτι και στο σχολείο. Μέχρι τα δέκα τέσσερα....
    - Το ήξερα.....Η ερώτηση μου ήταν ρητορική. Σύμφωνα με την ηλίθια ηθική σου, με τόσο ξύλο, τώρα θα έπρεπε να είσαι σήριαλ - κίλλερ. Σε μένα όμως δεν τόλμησαν ν απλώσουν χέρι ποτέ. Κανείς τους..... Κατάλαβες;
    Αυτό ήταν. Έδωσα μια με τα πόδια μου στο πάτωμα κι έπεσα στο πλάι. Πυροβόλησε δυο φορές αλλά οι σφαίρες καρφώθηκαν στο μπράτσο της πεσμένης πολυθρόνας μου. Βούτηξα κάτω από την τραπεζαρία κι αναποδογύρισα το τραπέζι. Άλλες δυο σφαίρες καρφώθηκαν στην καρυδένια επιφάνεια του. Χώθηκα μπουσουλώντας στην κρεβατοκάμαρα. Ενώ έκλεινα την πόρτα τον είδα για τελευταία φορά – έτσι τουλάχιστον νόμιζα. Εξακολουθούσε να κάθεται στην πολυθρόνα κρατώντας με το ένα χέρι το πουράκι του και με το άλλο το περίστροφο με τον σιγαστήρα. Σίγουρος για τον εαυτό του, δεν φαινόταν να βιάζεται κι αυτό μου έδινε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα. Πυροβόλησε νωχελικά ακόμα μια φορά,, αλλά πρόλαβα να κλείσω την δρύινη πόρτα. Την ασφάλισα σπρώχνοντας πίσω της μια ντουλάπα. Μετά έσυρα έξω τη βαλίτσα που είχα κρυμμένη κάτω από το κρεβάτι και βγήκα στο μπαλκόνι. Την άνοιξα κι άδειασα το περιεχόμενο της στη Λεωφόρο. Μια βροχή από χαρτονομίσματα πλημμύρισε το κενό κι όταν τα πρώτα άγγιξαν το έδαφος, μια λαοθάλασσα περαστικών όρμησε να τα μαζέψει. Δημιουργήθηκε έτσι ένα ανθρώπινο σωστικό στρώμα στο όποιο οφείλω και τη ζωή μου. Καθώς έπεφτα τον ξαναείδα στο διπλανό μπαλκόνι του λίβινγκ – ρουμ, αλλά δεν το διακινδύνευσε να με πυροβολήσει με τόσο κόσμο σε δεύτερο πλάνο.

    Κυλίστηκα πάνω σε άλλα κορμιά. Το κεφάλι μου χτύπησε στο πλάι της πόρτας ενός σταθμευμένου αυτοκίνητου. Ευτυχώς δεν έσπασα τίποτα. Σηκώθηκα και η πρώτη μου σκέψη ήταν να τρέξω μακριά, να εξαφανιστώ. Συνειδητοποίησα όμως ότι όπου και να πάω κάποτε θα με βρει. Γνωριζόμασταν από παιδιά. Ήταν μέσα στο μυαλό μου. Μπορούσε να προβλέψει όλες μου τις κινήσεις. Το μόνο ίσως που δεν θα μπορούσε να προβλέψει ήταν την μεταμόρφωση μου από θύμα σε θύτη, γιατί θα θεωρούσε ότι δεν ήταν του χαρακτήρα μου. Αποφάσισα να ποντάρω σ αυτό. Αντί να φύγω, έτρεξα προς την εξώπορτα της πολυκατοικίας μου χωρίς καν να σκεφτώ πως θα έπρεπε να δράσω. Κόντευα να φτάσω, όταν αυτή άνοιξε κι εμφανίστηκε ο Ιωσήφ με το πιστόλι προτεταμένο. Έκανα ένα βήμα πίσω ξαφνιασμένος, ενώ μια γλάστρα από τον ουρανό τον χτύπησε στο κεφάλι και τον έριξε κάτω.

    Απεβίωσε αργότερα το ίδιο βράδυ στο Δημοτικό νοσοκομείο όπου τον μετέφεραν οι πρώτες βοήθειες. Έτσι γρήγορα όπως κύλισαν τα γεγονότα κάνεις δεν κατάλαβε τι ακριβώς συνέβη. Το μόνο σίγουρο ήταν η αναχώρηση του Ιωσήφ στην μόνη πραγματικότητα που αναγνώριζε. Τον Θάνατο.

    Υστερόγραφο.
    Ο ένοικος από τον όποιο προήλθε η γλάστρα τιμωρήθηκε για φόνο εξ αμελείας, σε οχτώ χρόνια φυλάκιση. Αφέθηκε ελεύθερος 2 χρόνια αργότερα κατόπιν προσφυγής στον Άρειο Πάγο. Αναίρεση Εισαγγελέως κατά της καταδικαστικής απόφασης.
    Λόγοι: Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ασάφειες στην αιτιολογία της απόφασης, αφού δεν αναφέρονται οι ακριβείς συνθήκες του εν λόγω άτυχους περιστατικού.

    Νίκος Γιαννόπουλος
    Αθήνα
     
  2. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

     
    Γεννέθλια στην Ύδρα, 1979

    «Το ποίημα είναι το Σύνταγμα της έσω χώρας. Μην “παίζετε” τις λέξεις. Οι λέξεις πεθαίνουν όταν τις “παίζετε”, μαραίνονται και μετά, το μόνο που απομένει είναι η φιλοδοξία σας»

    «Πώς να απαγγέλεις ποίηση».
    Ένα κυνικό-τρυφερό-αστείο-σατυρικό κείμενο του Κοέν για τους στίχους των τραγουδιών και τα ποίηματα και τις λέξεις.

    Πάρε τη λέξη πεταλούδα. Για να πεις αυτή τη λέξη δε χρειάζεται να κάνεις τη φωνή σου πιο ελαφριά από ένα γραμμάριο, ούτε χρειάζεται να την εφοδιάσεις με μικρά σκονισμένα φτερά. Δε χρειάζεται να φανταστείς μιαν ηλιόλουστη ημέρα ή ένα χωράφι με ασφοδέλους. Δεν είναι απαραίτητο να είσαι ερωτευμένη ή να έχεις ερωτευτεί τις πεταλούδες. Η λέξη πεταλούδα δεν είναι η πραγματική πεταλούδα. Υπάρχει η λέξη, μα υπάρχει και η πεταλούδα. Αν μπερδέψεις αυτά τα δύο, οι άνθρωποι θα έχουν κάθε δικαίωμα να σε κοροϊδεύουν. Μην το παρακάνεις με τη λέξη. Μήπως προσπαθείς να υπονοήσεις ότι αγαπάς τις πεταλούδες τελειότερα από οποιονδήποτε άλλον ή ότι πραγματικά αντιλαμβάνεσαι τη φύση τους; Η λέξη πεταλούδα είναι απλά ένα δεδομένο. Δεν είναι μια ευκαιρία για να πλανιέσαι στον αέρα, να πετάξεις ψηλά, να πιάσεις φιλία με τα λουλούδια, να συμβολίσεις την ομορφιά και το εύθραυστο ή να υποδυθείς την πεταλούδα με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.
    \
    Μην υποδύεσαι τις λέξεις. Ποτέ μην προσπαθήσεις να υψωθείς από το πάτωμα, όταν μιλάς για πέταγμα. Ποτέ μην κλείνεις τα μάτια, μην τινάζεις απότομα το κεφάλι σου στο πλάι, όταν μιλάς για θάνατο. Μην καρφώνεις τα φλογισμένα σου μάτια πάνω μου όταν μιλάς για έρωτα. Αν θέλεις να με εντυπωσιάσεις όταν μιλάς για έρωτα, βάλε το χέρι σου στην τσέπη ή κάτω από το φόρεμά σου και χαϊδέψου. Αν η φιλοδοξία σου και η πείνα σου για χειροκρότημα σε έκαναν να μου μιλήσεις για έρωτα, θα 'πρεπε να μάθεις πώς να το κάνεις χωρίς να ξεφτιλίζεις τον εαυτό σου ή το κείμενο.

    Ποια είναι η έκφραση που απαιτούν οι καιροί; Οι καιροί απαιτούν μη έκφραση έτσι κι αλλιώς. Η εποχή δε ζητάει καμιά απολύτως έκφραση. Έχουμε δει φωτογραφίες με χαροκαμένες ασιάτισσες μητέρες. Δε μας αφορά η αγωνία των οργάνων σου που πασπατεύεις.

    Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείς να εκφράσεις με το πρόσωπό σου, που να μπορεί να συναγωνιστεί με τη φρίκη αυτής της εποχής. Μην προσπαθήσεις καν. Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να φέρεις τον εαυτό σου αντιμέτωπο με τη χλεύη εκείνων που έχουν νιώσει αυτά τα πράγματα βαθιά. Έχουμε δει στις ειδήσεις ανθρώπους στο έπακρο του πόνου και του ξεριζωμού. Όλοι ξέρουν ότι τρως καλά κι ότι πληρώνεσαι κιόλας για να σταθείς εδώ. Κάνεις αυτό που κάνεις μπροστά σε ανθρώπους που βίωσαν την καταστροφή. Αυτό θα έπρεπε να σε κάνει πολύ μετρημένη. Πες τις λέξεις, δώσε το δεδομένο, κάνε στην άκρη.

    Όλοι ξέρουν ότι υποφέρεις. Δε μπορείς να πεις στο ακροατήριο όλα όσα ξέρεις για τον έρωτα με κάθε γραμμή που θα απαγγέλεις για τον έρωτα. Παραμέρησε και θα ξέρουν ό,τι ξέρεις γιατί ήδη το ξέρουν. Δεν έχεις να τους μάθεις τίποτα. Δεν είσαι πιο όμορφη απ’ αυτούς. Ούτε πιο σοφή. Μην τους βάζεις τις φωνές. Μην τους βιάζεις στην ψύχρα. Αυτό είναι κακό σεξ. Αν τους δείξεις το περίγραμμα των γεννητικών σου οργάνων, τότε δώσε τους κι αυτό που τάζεις. Να θυμάσαι ότι στην πραγματικότητα οι άνθρωποι δε θέλουν έναν ακροβάτη στο κρεβάτι τους.

    Ποια είναι η ανάγκη μας; Να είμαστε κοντά στο φυσικό άντρα, να είμαστε κοντά στη φυσική γυναίκα. Μην παριστάνεις ότι είσαι μια λατρεμένη τραγουδίστρια μ’ ένα τεράστιο πιστό ακροατήριο, που σε ακολούθησε στα πάνω και στα κάτω της ζωής σου μέχρι τούτη εδώ τη στιγμή. Οι βόμβες, τα φλογοβόλα κι όλα τα σκατά κατέστρεψαν πολλά περισσότερα από δέντρα και χωριά. Κατέστρεψαν και τη σκηνή. Νόμισες ότι το επάγγελμά σου θα γλίτωνε από τη γενική καταστροφή; Δεν υπάρχει πια σκηνή. Δεν υπάρχουν πια φώτα της ράμπας και προβολείς. Στέκεσαι μέσα στον κόσμο. Γι' αυτό να είσαι σεμνή. Πες τις λέξεις, δώσε τα δεδομένα, παραμέρισε. Στάσου μόνη. σαν να είσαι στο δωμάτιό σου. Μην το παίζεις.

    Αυτό είναι ένα εσωτερικό τοπίο. Είναι μέσα. Είναι πολύ προσωπικό. Σεβάσου την προσωπική ησυχία του υλικού. Αυτά τα κομμάτια γράφτηκαν στη σιωπή. Το θάρρος του παιχνιδιού είναι να το αρθρώσεις. Η πειθαρχία του είναι να μην το παραβιάσεις. Κάνε το ακροατήριο να νιώσει την αγάπη σου για μια τέτοια ήσυχη συνθήκη, παρόλο που αυτή είναι ανύπαρκτη. Να είστε καλές πουτάνες. Το ποίημα δεν είναι σλόγκαν. Δε μπορεί να σε διαφημίσει. Δε μπορεί να προωθήσει τη φήμη σου ως ευαίσθητης. Δεν είσαι επιβήτορας. Δεν είσαι η γυναίκα φονιάς. Όλες αυτές οι βλακείες περί γκάνγκστερ του έρωτα. Είσαι σπουδάστρια της πειθαρχίας. Μην «παίζετε» τις λέξεις. Οι λέξεις πεθαίνουν όταν τις «παίζετε», μαραίνονται και μετά, το μόνο που απομένει είναι η φιλοδοξία σας.

    Πες τις λέξεις με την ακρίβεια που θα τσέκαρες έναν κατάλογο πλυντηρίου. Μην αρχίσεις να συγκινείσαι με το δαντελένιο μπλουζάκι. Μην καυλώνεις όταν λες βρακί. Μην αρχίζεις να ανατριχιάζεις με την πετσέτα. Τα σεντόνια δεν πρέπει να σου βγάζουν μιαν ονειροπόλα έκφραση στα μάτια. Δεν υπάρχει λόγος να κλάψεις με τη λέξη μαντίλι. Οι κάλτσες δεν είναι εδώ για να σου θυμίζουν παράξενα και μακρινά ταξίδια. Όλα αυτά είναι απλά η μπουγάδα σου. Είναι μόνο τα ρούχα σου. Μην κάνεις μπανιστήρι μέσα από αυτά. Απλά φόρα τα.

    Το ποίημα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια πληροφορία. Είναι το Σύνταγμα της έσω χώρας. Αν το απαγγείλεις με στόμφο και το φουσκώσεις με ευγενικές προθέσεις, τότε δε θα είσαι καλύτερη από τους πολιτικούς που τόσο περιφρονείς. Τότε, θα είσαι απλά κάποιος που κουνάει μια σημαία και κάνει την πιο φτηνή έκκληση σ’ ένα είδος συναισθηματικού πατριωτισμού.

    Να σκέφτεσαι τις λέξεις σαν επιστήμη, όχι σαν τέχνη. Είναι μια αναφορά. Είσαι ομιλήτρια σε μια συνεδρίαση του Κλαμπ Εξερευνητών του Ομίλου του Νάσιοναλ Τζεογκράφικ. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν όλα τα ρίσκα της ορειβασίας. Σε τιμούν, παίρνοντας ως δεδομένο ότι τα γνωρίζεις. Αν τους τρίψεις τη μούρη μέσα σ’ αυτά, θα είναι σαν να τους προσβάλλεις για τη φιλοξενία τους. Μίλα τους για το ύψος του βουνού, τον εξοπλισμό που χρησιμοποίησες, να είσαι συγκεκριμένη όσον αφορά στις επιφάνειες και το χρόνο που σου χρειάστηκε για ν’ ανέβεις. Μη χειριστείς το ακροατήριο για να εκμαιεύσεις κομμένες ανάσες κι αναστεναγμούς. Αν γίνεις άξια γι' αυτά, αυτό δε θα οφείλεται στην εκτίμηση που είχες εσύ για το συμβάν, αλλά στη δική τους. Αυτό θα γίνει από τα στατιστικά στοιχεία κι όχι από το τρέμουλο της φωνής σου ή το σκίσιμο του αέρα με τα χέρια σου. Θα γίνει με τα δεδομένα και την ήσυχη οργάνωση της παρουσίας σου.

    Απόφυγε τη διάνθιση. Μη φοβηθείς να είσαι αδύναμη. Σου πηγαίνει να 'σαι κουρασμένη. Μοιάζεις ότι θα μπορούσες να συνεχίζεις πολύ ακόμα. Έλα τώρα στην αγκαλιά μου. Για μένα είσαι η εικόνα της ομορφιάς.

    O Λέοναρντ Κοέν, πριν γίνει γνωστός από τα τραγούδια του, αγαπήθηκε για τα ποιήματά του. Έγραψε την πρώτη του ποιητική συλλογή (Let Us Compare Mythologies ‘56), πριν αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο. Το πιο πρόσφατό του βιβλίο που μεταφράστηκε στα ελληνικά είναι το Υπέροχοι Απόκληροι (2012). Το Πώς να απαγγέλεις ποίηση είναι απόσπασμα από το βιβλίο ποιημάτων του, Death of a ladies man.
    Μετάφραση: Λίνα Νικολακοπούλου

    [Πηγή: www.doctv.gr]
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    "Η Απόλαυση να Σκέφτεσαι Για τον Εαυτό Σου / Ελάχιστος Ορισμός της Ευφυίας", από την ομάδα For Ourselves

    Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε από τα μέλη της καταστασιακής ομάδας ForOurselves με αρχικό τίτλο ‘Ελάχιστος Ορισμός της Ευφυίας: Θέσεις για τη Δημιουργία μιας Αυτοθεωρίας’ (The Minimum Definition of Intelligence: Theses on the Construction of one’s Own Self-Theory). Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1975 στην επιθεώρηση TheSpectacle (East Lansing, Michigan ΗΠΑ) μαζί με έναν σχετικό πρόλογο της ομάδας και υπό τον νέο τίτλο ‘Αυτοθεωρία: Η Απόλαυση να Σκέφτεσαι Για τον Εαυτό σου’ (Self-Theory: The Pleasure of Thinking For Yourself). Το 1985, το κείμενο αναδημοσιεύτηκε (χωρίς τον πρόλογο και τις τελικές σημειώσεις) στην επιθεώρηση Spectacular Times με τον τίτλο ‘Επαναστατική Αυτοθεωρία: Εγχειρίδιο για Αρχάριους’ (Revolutionary Self-Theory: A Beginner's Guide). Οι διαδοχικές ανατυπώσεις που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια παρεξέκλιναν ολοένα περισσότερο από το αρχικό κείμενο. Η ελληνική μετάφραση που κυκλοφορεί στην αγορά έχει βασιστεί ακριβώς σε κάποια από αυτές τις μεταγενέστερες ανατυπώσεις και αποτελεί χυδαία διαστρέβλωση της αυθεντικής εκδοχής.

    Η παρούσα μετάφραση βασίζεται στην ηλεκτρονική επανέκδοση του αυθεντικού κειμένου, η οποία έγινε τον Απρίλη του 2008 (http://www.lust-for-life.org).

    Η ομάδα For Ourselves δημιουργήθηκε το 1974 στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια από πρώην μέλη της καταστασιακής ομάδας Negation (1972-73). Στο σύντομο χρονικό διάστημα της ύπαρξής της, δημοσίευσε μεταξύ άλλων το γνωστό ‘Δικαίωμα στην Απληστία: Θέσεις για την Πρακτική Αναγκαιότητα να Απαιτείς τα Πάντα’. Μετά τη διάλυση της ομάδας, μερικά πρώην μέλη της δημιούργησαν τη συλλογικότητα Capitalist Crisis Studies, η οποία δημοσίευσε μια σειρά σημαντικών κειμένων αναφορικά με την οικολογική κρίση. Άλλα μέλη της ομάδας For Ourselves ήταν ο Bruce Gardner (aka Feanor) και ο Adam Cornford (aka Louis Michaelson), ο οποίος συμμετείχε αργότερα στην έκδοση της επιθεώρησης Processed World.

    Αυτή η μπροσούρα απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν είναι ικανοποιημένοι με τη ζωή τους. Αν είσαι ευτυχισμένος με την τωρινή ύπαρξή σου, δεν έχουμε να συζητήσουμε τίποτα μαζί σου. Ωστόσο, αν κουράστηκες να περιμένεις την αλλαγή της ζωής σου...

    Αν κουράστηκες να περιμένεις την αυθεντική κοινότητα, την αγάπη και την περιπέτεια...
    Αν κουράστηκες να περιμένεις το τέλος του χρήματος και της αναγκαστικής εργασίας...
    Αν κουράστηκες να αναζητάς νέους περασμένους καιρούς για να περνάς τον καιρό σου...
    Αν κουράστηκες να περιμένεις μια πλούσια, οργιώδη ύπαρξη...
    Αν κουράστηκες να περιμένεις μια κατάσταση στην οποία θα μπορέσεις να πραγματοποιήσεις όλες τις επιθυμίες σου...
    Αν κουράστηκες να περιμένεις το τέλος όλων των εξουσιών, των αλλοτριώσεων, των ιδεολογιών και των ηθικολογιών...


    ...τότε νομίζουμε ότι θα βρεις αρκετά εύχρηστα όσα ακολουθούν.


    Ι

    Ένα από τα μεγάλα μυστικά της άθλιας αλλά δυνητικά θαυμάσιας εποχής μας είναι ότι η σκέψη μπορεί να είναι μια απόλαυση. Αυτό είναι ένα εγχειρίδιο για τη δημιουργία της δικής σου αυτοθεωρίας. Η δημιουργία της αυτοθεωρίας σου είναι μια επαναστατική απόλαυση, είναι η απόλαυση της δημιουργίας τής αυτοθεωρίας σου για την επανάσταση.

    Η κατασκευή τής αυτοθεωρίας σου είναι μια καταστροφική/δημιουργική απόλαυση, διότι κατασκευάζεις μια θεωρία-της-πρακτικής για τον καταστροφικό/δημιουργικό μετασχηματισμό αυτής της κοινωνίας.

    Η αυτοθεωρία είναι μια θεωρία της περιπέτειας. Είναι εξίσου ερωτική και εύθυμη όσο και μια αυθεντική επανάσταση.

    Η αλλοτρίωση που γίνεται αισθητή ως αποτέλεσμα της διενέργειας της σκέψης σου από τις ιδεολογίες των ημερών μας μπορεί να οδηγήσει στην αναζήτηση της απολαυστικής άρνησης αυτής της αλλοτρίωσης: τη σκέψη για τον εαυτό σου. Πρόκειται για την απόλαυση της οικειοποίησης της διάνοιάς σου.

    Η αυτοθεωρία είναι το σώμα της κριτικής σκέψης που δημιουργείς για δική σου χρήση. Την κατασκευάζεις και την χρησιμοποιείς όταν αναλύεις γιατί η ζωή σου είναι όπως είναι, γιατί ο κόσμος είναι όπως είναι (η ‘σκέψη’ και η ‘αίσθηση’ είναι αδιαχώριστες μεταξύ τους, διότι η σκέψη προέρχεται από την υποκειμενική, συγκινησιακή εμπειρία). Κατασκευάζεις την αυτοθεωρία σου όταν αναπτύσσεις μια θεωρία της πρακτικής – μια θεωρία για τον τρόπο με τον οποίο θα φτάσεις σε αυτό που επιθυμείς για τη ζωή σου.

    Η θεωρία θα είναι μια πρακτική θεωρία – μια θεωρία της επαναστατικής πρακτικής – ή δε θα είναι τίποτα...τίποτα εκτός από ένα ενυδρείο ιδεών, μια ενατενιστική ερμηνεία του κόσμου. Το βασίλειο των ιδεωδών είναι η αιώνια αίθουσα αναμονής της μη-πραγματοποιημένης επιθυμίας.

    Εκείνοι που υποθέτουν (συνήθως ασυνείδητα) ότι είναι αδύνατη η πραγματοποίηση των επιθυμιών της ζωής τους – και επομένως ότι είναι αδύνατο να παλέψουν για τον εαυτό τους – καταλήγουν συνήθως, αντίθετα, να παλεύουν για ένα ιδεώδες ή για ένα Σκοπό (δηλαδή έχουν την ψευδαίσθηση της αυτενέργειας ή της αυτο-πρακτικής). Εκείνοι που γνωρίζουν ότι αυτή η κατάληξη αποτελεί αποδοχή της αλλοτρίωσης θα γνωρίζουν τώρα ότι όλα τα ιδεώδη και όλοι οι Σκοποί είναι ιδεολογίες.

    ΙΙ

    Όταν ένα σύστημα ιδεών διαρθρώνεται με μια αφαίρεση στο κέντρο του – αναθέτοντάς σου ένα ρόλο ή κάποια καθήκοντα για χάρη αυτής της αφαίρεσης – αυτό το σύστημα είναι μια ιδεολογία. Μια ιδεολογία είναι ένα σύστημα ψευδούς συνείδησης εντός του οποίου δε λειτουργείς πλέον ως υποκείμενο στη σχέση σου με τον κόσμο.

    Οι διάφορες μορφές ιδεολογίας διαρθρώνονται γύρω από διαφορετικές αφαιρέσεις, αλλά εξυπηρετούν όλες τα συμφέροντα μιας κυρίαρχης τάξης (ή μιας τάξης που φιλοδοξεί να γίνει κυρίαρχη) δίνοντας μια αίσθηση σκοπού στη θυσία, στον πόνο και στην υποταγή σου.

    Η θρησκευτική ιδεολογία είναι το αρχαιότερο παράδειγμα: η φανταστική προβολή που αποκαλείται ‘Θεός’ είναι το Υπέρτατο Υποκείμενο του κόσμου, το οποίο επενεργεί σε κάθε ανθρώπινο ον ως το υποκείμενό ‘Του’.

    Στις ‘επιστημονικές’ και ‘δημοκρατικές’ ιδεολογίες της αστικής επιχείρησης, η επένδυση του κεφαλαίου είναι το ‘παραγωγικό’ υποκείμενο που διευθύνει την παγκόσμια ιστορία – το ‘αόρατο χέρι’ που καθοδηγεί την ανθρώπινη ανάπτυξη. Η αστική τάξη χρειάστηκε να επιτεθεί και να αποδυναμώσει την ισχύ που κατείχε κάποτε η θρησκευτική ιδεολογία. Εξέθεσε τη μυστικοποίηση του θρησκευτικού κόσμου με την τεχνολογική έρευνά της, διευρύνοντας το βασίλειο των πραγμάτων και των μεθόδων από τις οποίες μπορούσε να αποκομίσει κέρδος.

    Τα διάφορα είδη λενινισμού αποτελούν ‘επαναστατικές’ ιδεολογίες όπου το Κόμμα είναι το υποκείμενο που νομιμοποιείται να υπαγορεύσει την παγκόσμια ιστορία, καθοδηγώντας το αντικείμενό του – το προλεταριάτο – με στόχο να αντικαταστήσει τον αστικό μηχανισμό με έναν λενινιστικό μηχανισμό.

    Μπορεί κανείς να δει καθημερινά πολλές άλλες μορφές ιδεολογιών. Η ανάδυση των νέων θρησκευτικών μυστικισμών εξυπηρετεί πλαγίως την κυρίαρχη διάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων. Αυτοί οι μυστικισμοί παρέχουν μια κομψή μορφή με την οποία μπορεί να συγκαλύπτεται η κενότητα της καθημερινής ζωής και – όπως συμβαίνει και με τα ναρκωτικά – να γίνεται ευκολότερο για κάποιον να ζήσει με αυτήν την κενότητα. Ο εθελοντισμός (βάλε πλάτη) και ο ντετερμινισμός (όλα θα γίνουν) μάς εμποδίζουν να αναγνωρίσουμε την πραγματική θέση μας στη λειτουργία του κόσμου. Στην ιδεολογία της πρωτοπορίας, εκείνο που έχει σημασία είναι η καινοτομία αυτούσια και από μόνη της. Στον επιβιοτισμό, η υποκειμενικότητα αποκλείεται – λόγω του φόβου – με την επίκληση της εικόνας μιας επικείμενης καταστροφής του κόσμου.

    Όταν αποδεχόμαστε μια ιδεολογία, αποδεχόμαστε την αντιστροφή υποκειμένου και αντικειμένου· τα πράγματα αποκτούν ανθρώπινη ισχύ και βούληση, ενώ τα ανθρώπινα όντα παίρνουν τη θέση πραγμάτων. Η ιδεολογία είναι η αντιστραμμένη θεωρία. Αποδεχόμαστε το διαχωρισμό ανάμεσα στη ρηχή πραγματικότητα της καθημερινής ζωής μας και στην εικόνα μιας παγκόσμιας ολότητας που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Η ιδεολογία μάς προσφέρει μονάχα μια ηδονοβλεπτική σχέση με την ολότητα.

    Με αυτόν το διαχωρισμό, και με αυτή την αποδοχή της θυσίας για χάρη του Σκοπού, κάθε ιδεολογία εξυπηρετεί την προστασία της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης. Οι εξουσίες των οποίων η ισχύς εξαρτάται από το διαχωρισμό πρέπει να αρνηθούν την υποκειμενικότητά μας για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Αυτή η άρνηση παίρνει τη μορφή της απαίτησης θυσιών ‘για το κοινό καλό’, ‘για το εθνικό συμφέρον’, ‘για την πολεμική προσπάθεια’, ‘για την επανάσταση’...

    ΙΙΙ

    Ξεφορτωνόμαστε τις παρωπίδες της ιδεολογίας ρωτώντας διαρκώς τον εαυτό μας...Πώς αισθάνομαι;

    Απολαμβάνω τον εαυτό μου;
    Πώς είναι η ζωή μου;
    Παίρνω αυτό που θέλω;
    Γιατί όχι;
    Τι με εμποδίζει να πάρω αυτό που θέλω;

    Αυτό σημαίνει να έχεις συνείδηση της καθημερινότητας, να έχεις επίγνωση της καθημερινής ρουτίνας. Το γεγονός ότι η Καθημερινή Ζωή – η πραγματική ζωή – υπάρχει είναι ένα δημόσιο μυστικό που γίνεται κάθε μέρα λιγότερο μυστικό, καθώς η φτώχεια της καθημερινής ζωής γίνεται ολοένα πιο ορατή.

    IV

    Η δημιουργία της αυτοθεωρίας βασίζεται στη σκέψη για τον εαυτό σου, στην πλήρη συνείδηση των επιθυμιών σου και της εγκυρότητας αυτών των επιθυμιών. Είναι η δημιουργία της ριζικής υποκειμενικότητας.

    Η αυθεντική “εξύψωση της συνείδησης” μπορεί να είναι μονάχα η “εξύψωση” της σκέψης των ανθρώπων στο επίπεδο της θετικής (μη-ενοχικής) αυτοσυνείδησης, η ανάπτυξη της βασικής υποκειμενικότητας, η οποία είναι ελεύθερη από κάθε μορφής ιδεολογία και επιβεβλημένη ηθικότητα.

    Η ουσία αυτού που πολλοί αριστεριστές, έμποροι θεραπειών, εκγυμναστές της αντιρατσιστικής συναίσθησης και αδελφοποιητές ορίζουν ως “εξύψωση της συνείδησης” είναι η πρακτική τους να σφυροκοπούν τους ανθρώπους με ιδεολογικά ρόπαλα ώστε να περιέλθουν στην ασυνειδησία.

    Ο δρόμος που οδηγεί από την ιδεολογία (αυτοάρνηση) στη ριζική υποκειμενικότητα (αυτοεπικύρωση) περνάει από το Σημείο Μηδέν, την πρωτεύουσα του μηδενισμού. Ο μηδενισμός είναι το ακίνητο σημείο που σαρώνεται από τους ανέμους μέσα στον κοινωνικό χωροχρόνο...είναι η μεταβατική κοινωνική κατάσταση (limbo) στην οποία κάποιος αναγνωρίζει ότι το παρόν στερείται ζωής· ότι δεν υπάρχει ζωή στην καθημερινή ύπαρξη. Ο μηδενιστής γνωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στην επιβίωση και τη ζωή.

    Οι μηδενιστές διέρχονται από μια αντιστροφή προοπτικής σε σχέση με τη ζωή τους και τον κόσμο. Τίποτα δεν είναι αληθινό γι’ αυτούς εκτός από τις επιθυμίες τους, εκτός από τη θέλησή τους να υπάρξουν. Αρνούνται κάθε ιδεολογία με το μίσος τους για τις άθλιες κοινωνικές σχέσεις στη σύγχρονη παγκόσμια-καπιταλιστική κοινωνία. Από αυτή την αντιστραμμένη οπτική βλέπουν με μια καινούρια διαύγεια τον αντιστραμμένο κόσμο της πραγμοποίησης, την αντιστροφή του υποκειμένου και του αντικειμένου, την αντιστροφή του αφηρημένου και του συγκεκριμένου. Αυτός ο κόσμος είναι το θεατρικό τοπίο των φετιχοποιημένων εμπορευμάτων, των διανοητικών προβολών, των διαχωρισμών και των ιδεολογιών: τέχνη, Θεός, πολεοδομία, ηθική, κουμπιά που έχουν πάνω τους ζωγραφισμένα χαμόγελα, ραδιοφωνικοί σταθμοί που ισχυρίζονται ότι σε αγαπάνε και απορρυπαντικά που νιώθουν συμπόνοια για τα χέρια σου.

    Οι καθημερινές συζητήσεις προσφέρουν καταπραϋντικά όπως ότι: «Δεν μπορείς να έχεις πάντα αυτό που θέλεις», «Η ζωή έχει τα πάνω και τα κάτω της», και άλλα δόγματα της κοσμικής θρησκείας τής επιβίωσης. Η “κοινή λογική” δεν είναι παρά η ανοησία της κοινής αλλοτρίωσης. Κάθε μέρα οι άνθρωποι στερούνται την αυθεντική ζωή ενώ τους διατίθεται προς πώληση η αναπαράστασή της.

    Οι μηδενιστές νιώθουν διαρκώς την έντονη επιθυμία να καταστρέψουν το σύστημα που τους καταστρέφει καθημερινά. Δεν μπορούν να συνεχίσουν να ζουν έτσι, το μυαλό τους είναι πυρακτωμένο. Πολύ σύντομα βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανάγκη να εφεύρουν ένα συνεκτικό σύνολο τακτικών οι οποίες θα έχουν πρακτική επίδραση στον κόσμο.

    Αλλά αν ένας μηδενιστής δε γνωρίζει την ιστορική δυνατότητα για το μετασχηματισμό του κόσμου, η υποκειμενική οργή του θα αποκρυσταλλωθεί σε ένα ρόλο: το ρόλο της αυτοκτονίας, του μοναχικού δολοφόνου, του κακοποιού ή του νεαρού βάνδαλου, του νεο-ντανταϊστή, του επαγγελματία ψυχοπαθούς... όλοι αυτοί οι ρόλοι επιζητούν αποζημίωση για μια ζωή που αποτελείται από νεκρό χρόνο.

    Το λάθος των μηδενιστών είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται ότι υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι είναι επίσης μηδενιστές. Κατά συνέπεια, υποθέτουν ότι η επικοινωνία και η κοινή συμμετοχή σε ένα σχέδιο αυτοπραγμάτωσης είναι ανέφικτες.

    V

    H κατοχή ενός “πολιτικού” προσανατολισμού στη ζωή σου είναι απλώς η επίγνωση ότι μπορείς να αλλάξεις τη ζωή σου μονάχα αλλάζοντας την ίδια τη φύση της ζωής διαμέσου του μετασχηματισμού του κόσμου – και ότι αυτός ο μετασχηματισμός του κόσμου απαιτεί συλλογική προσπάθεια.

    Το σχέδιο της συλλογικής αυτοπραγμάτωσης μπορεί ορθά να ονομαστεί πολιτική. Ωστόσο, η “πολιτική” έχει μετατραπεί σε μια μυστικοποιημένη, διαχωρισμένη κατηγορία της ανθρώπινης δραστηριότητας. Μαζί με όλους τους υπόλοιπους κοινωνικά επιβεβλημένους διαχωρισμούς της ανθρώπινης δραστηριότητας, η “πολιτική” έχει γίνει απλώς ένα ακόμα ενδιαφέρον. Έχει ακόμα και τους ειδικούς της – είτε αυτοί είναι πολιτικοί είτε ηγέτες ενός κινήματος (politicos). Αντίστοιχα, μπορεί κάποιος να ενδιαφέρεται (ή όχι) για το ποδόσφαιρο, για τη συλλογή γραμματοσήμων, για την ντίσκο μουσική ή τη μόδα. Αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν ως πολιτική σήμερα είναι η κοινωνική διαστρέβλωση του σχεδίου της συλλογικής αυτοπραγμάτωσης – και τούτο ισχύει εξίσου για εκείνους που βρίσκονται στην εξουσία.

    Η συλλογική αυτοπραγμάτωση είναι το επαναστατικό σχέδιο. Είναι η συλλογική οικειοποίηση της ολότητας της φύσης και των κοινωνικών σχέσεων και ο μετασχηματισμός τους σύμφωνα με τη συνειδητή επιθυμία.

    Η αυθεντική θεραπεία είναι η αλλαγή της ζωής του καθενός διαμέσου της αλλαγής της φύσης της κοινωνικής ζωής. Η θεραπεία πρέπει να είναι κοινωνική για να έχει πραγματικές συνέπειες. Η κοινωνική θεραπεία (η θεραπεία της κοινωνίας) και η ατομική θεραπεία (η θεραπεία του ατόμου) είναι αλληλένδετες: η καθεμιά απαιτεί την άλλη, η καθεμιά αποτελεί αναγκαίο μέρος της άλλης.

    Για παράδειγμα: στη θεαματική κοινωνία αναμένεται από εμάς να καταπιέζουμε τα πραγματικά αισθήματά μας και να παίζουμε ένα ρόλο. Αυτό σημαίνει να “παίζεις ένα ρόλο στην κοινωνία” (πόσο αποκαλυπτική είναι αυτή η φράση!). Τα άτομα φοράνε την πανοπλία του χαρακτήρα – ένα ατσάλινο κοστούμι για την υπόδυση ενός ρόλου συνδέεται άμεσα με το τέλος της υπόδυσης του κοινωνικού ρόλου.

    VI

    Να σκέφτεσαι υποκειμενικά σημαίνει να χρησιμοποιείς τη ζωή σου – όπως είναι τώρα και όπως θέλεις να είναι – ως επίκεντρο της σκέψης σου. Αυτή η θετική αυτο-επικέντρωση επιτυγχάνεται μέσω της συνεχούς επίθεσης ενάντια στα επιφαινόμενα: ενάντια σε όλα τα ψευδή ζητήματα, τις ψευδείς συγκρούσεις, τα ψευδή προβλήματα, τις ψευδείς ταυτότητες και τις ψευδείς διχοτομήσεις.

    Η ανάλυση της ολότητας της καθημερινής ύπαρξης από τους ανθρώπους παρεμποδίζεται στο βαθμό που ρωτάται η γνώμη τους για την κάθε λεπτομέρεια: για όλα τα θεαματικά μικροπράγματα, τις πλαστές αντιπαραθέσεις και τα ψευδή σκάνδαλα. Είσαι υπέρ ή εναντίον των συνδικάτων, των πυραύλων χαμηλής πτήσης, των δελτίων ταυτότητας... Ποια είναι η γνώμη σου για τα μαλακά ναρκωτικά, για το τζόκινγκ, για τα UFO, για την προοδευτική φορολογία;

    Αυτά είναι ψευδή ζητήματα. Το μόνο ζήτημα για μας είναι ο τρόπος με τον οποίο ζούμε.

    Υπάρχει ένα παλιό εβραϊκό ρητό που λέει: “Αν έχεις μονάχα δύο εναλλακτικές λύσεις, τότε διάλεξε την τρίτη”. Αυτό το ρητό προτείνει μια διαδρομή που οδηγεί το υποκείμενο να αναζητήσει μια νέα αντίληψη του προβλήματος. Μπορούμε να διαψεύσουμε και τις δύο πλευρές μιας ψευδούς σύγκρουσης επιλέγοντας την “τρίτη εναλλακτική λύση” μας – δηλαδή θεωρώντας την κατάσταση από την οπτική της ριζικής υποκειμενικότητας.

    Η συνείδηση της τρίτης επιλογής ισοδυναμεί με την άρνηση να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο δήθεν αντίθετους (αλλά στην πραγματικότητα όμοιους) πόλους που προσπαθούν να αυτοπροσδιοριστούν ως η ολότητα μιας κατάστασης. Στην πιο απλή μορφή της, αυτή η συνείδηση εκφράζεται από τον εργάτη που δικάζεται για ένοπλη ληστεία και, όταν ρωτάται «Δηλώνεις ένοχος ή αθώος», απαντά «Είμαι άνεργος». Ένα πιο θεωρητικό αλλά εξίσου κλασικό παράδειγμα είναι η άρνηση να αναγνωρίσουμε οποιαδήποτε ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στις εταιρικές-καπιταλιστικές κυρίαρχες τάξεις της “Δύσης” και τις κρατικές-καπιταλιστικές κυρίαρχες τάξεις της “Ανατολής”. Αρκεί να δούμε τις βασικές κοινωνικές σχέσεις παραγωγής στις ΗΠΑ και την Ευρώπη από τη μια πλευρά και στην ΕΣΣΔ και την Κίνα από την άλλη, για να διαπιστώσουμε ότι είναι ουσιαστικά ίδιες: εκεί, όπως κι εδώ, η τεράστια πλειονότητα των ανθρώπων αναγκάζονται να εργαστούν για ένα μισθό, παραδίδοντας ως αντάλλαγμα τον έλεγχο επί των μέσων παραγωγής και επί των προϊόντων που παράγονται (τα οποία στη συνέχεια πωλούνται πάλι σε αυτούς με τη μορφή εμπορευμάτων).

    Στην περίπτωση της ‘Δύσης’, η υπεραξία (δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στη συνολική παραγόμενη αξία και την αξία των εργατικών μισθών) αποτελεί ιδιοκτησία των εταιρικών διευθύνσεων, οι οποίες διατηρούν ένα θέαμα εγχώριου ανταγωνισμού. Στην ‘Ανατολή’, η υπεραξία αποτελεί ιδιοκτησία της κρατικής γραφειοκρατίας, η οποία δεν επιτρέπει τον εγχώριο ανταγωνισμό αλλά επιδίδεται στο διεθνή ανταγωνισμό εξίσου μανιωδώς όπως και κάθε άλλο καπιταλιστικό έθνος. Σπουδαία διαφορά.

    Ένα παράδειγμα ψευδούς προβλήματος είναι εκείνο το ανόητο ερώτημα που τίθεται σε μια συζήτηση: «Ποια είναι η φιλοσοφία σου για τη ζωή;». Θέτει προς συζήτηση μια αφηρημένη αντίληψη για τη ‘Ζωή’ που, παρά τη συνεχή εμφάνιση της λέξης στη σχετική συνομιλία, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική ζωή δότι αγνοεί το γεγονός ότι η ‘ζωή’ είναι αυτό που κάνουμε την παρούσα στιγμή.

    Καθώς απουσιάζει η αληθινή κοινότητα, οι άνθρωποι γαντζώνονται στις διάφορες μορφές πλαστών κοινωνικών ταυτοτήτων που αντιστοιχούν στον ατομικό ρόλο τους μέσα στο Θέαμα (εντός του οποίου οι άνθρωποι ατενίζουν και καταναλώνουν εικόνες της ζωής, έτσι ώστε να ξεχάσουν να ζουν για τον εαυτό τους). Αυτές οι ταυτότητες μπορούν να είναι εθνικές (‘Ιταλός’), φυλετικές (‘Μαύρος’), οργανωτικές (‘συνδικαλιστής’), οικιστικές (‘Νεοϋρκέζος’), σεξουαλικές (‘γκέι’), πολιτιστικές (‘οπαδός των σπορ’), κ.ο.κ.: ωστόσο, όλες είναι ριζωμένες σε μια κοινή επιθυμία για σύνδεση, σε μια κοινή επιθυμία των ανθρώπων να ανήκουν κάπου.

    Προφανώς, είναι πολύ πιο πραγματικό ως μέσο ταύτισης να είναι κάποιος ‘μαύρος’ παρά να είναι ‘οπαδός των σπορ’ αλλά, πέρα από ένα ορισμένο σημείο, όλες αυτές οι ταυτότητες εξυπηρετούν μονάχα τη συγκάλυψη της πραγματικής θέσης μας στην κοινωνία. Και πάλι, το μοναδικό ζήτημα για μας είναι ο τρόπος με τον οποίο ζούμε. Συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει να κατανοούμε τις αιτίες που εξηγούν τη φύση της ζωής μας στη σχέση μας με την κοινωνία συνολικά. Για να το πετύχει αυτό κάποιος πρέπει να αποτινάξει όλες τις ψευδείς ταυτότητες, όλες τις μερικές συνδέσεις, και να ξεκινήσει θέτοντας τον εαυτό του στο επίκεντρο. Από εκεί μπορεί να εξετάσει την υλική βάση της ζωής, απογυμνωμένη από κάθε μυστικοποίηση.

    Για παράδειγμα, έστω ότι θέλω ένα ποτήρι καφέ από το μηχάνημα. Πρώτα απ’ όλα, υπάρχει το ίδιο το ποτήρι με τον καφέ: σε αυτό εμπλέκονται οι εργάτες στη φυτεία τού καφέ, οι εργάτες στις φυτείες ζάχαρης και στα διυλιστήρια, οι εργάτες στη χαρτοβιομηχανία, κ.ο.κ. Έπειτα έχουμε όλους τους εργάτες που κατασκεύασαν τα διάφορα μέρη του μηχανήματος και το συναρμολόγησαν. Έπειτα εκείνους που εξόρυξαν το σιδηρομετάλλευμα και το βωξίτη, εκείνους που ρευστοποίησαν το χάλυβα, εκείνους που διύλισαν το πετρέλαιο. Έπειτα όλους τους εργάτες που μετέφεραν τις πρώτες ύλες και τα εξαρτήματα περνώντας τρεις ηπείρους και δύο ωκεανούς. Έπειτα τους διοικητικούς υπαλλήλους, τους δακτυλογράφους και τους εργάτες στις τηλεπικοινωνίες, οι οποίοι συντονίζουν την παραγωγή και τη μεταφορά. Τέλος, έχουμε όλους τους εργάτες που παράγουν όλα τα υπόλοιπα πράγματα τα οποία είναι απαραίτητα για να επιβιώσουν αυτοί που αναφέρθηκαν παραπάνω. Αυτό σημαίνει ότι έχω μια άμεση υλική σχέση με πολλά εκατομμύρια ανθρώπους – στην πραγματικότητα, με την τεράστια πλειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτοί παράγουν τη ζωή μου, κι εγώ βοηθάω ώστε να παραχθεί η δική τους ζωή. Κάτω από αυτό το πρίσμα, όλες οι μερικές ομαδικές ταυτότητες και τα ιδιαίτερα συμφέροντα ξεθωριάζουν και γίνονται ασήμαντα. Φανταστείτε το δυνητικό εμπλουτισμό της ζωής κάθε ανθρώπου, που είναι καθηλωμένη σήμερα λόγω της ανεκπλήρωτης δημιουργικότητας αυτών των εκατομμυρίων εργατών η οποία συγκρατείται από παρωχημένες και εξουθενωτικές μεθόδους παραγωγής, καταπνίγεται από την αλλοτρίωση, διαστρέφεται από την παράφρονα λογική της καπιταλιστικής συσσώρευσης! Εδώ αρχίζουμε να ανακαλύπτουμε μια πραγματική κοινωνική ταυτότητα: βρίσκουμε τον εαυτό μας στο πρόσωπο των ανθρώπων όλου του κόσμου που παλεύουν για να κερδίσουν πίσω τις ζωές τους.

    Μας ζητάνε συνεχώς να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο πλευρές σε μια ψευδή σύγκρουση. Κυβερνήσεις, φιλανθρωπικά ιδρύματα και προπαγανδιστές όλων των ειδών αρέσκονται να μας παρουσιάζουν εναλλακτικές που δεν συνιστούν καν επιλογή (για παράδειγμα, η Κεντρική Επιτροπή Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας παρουσίασε το πυρηνικό πρόγραμμά της με το σύνθημα “Πυρηνική Εποχή ή Εποχή του Λίθου”. Η ΚΕΠΗΕ θα ήθελε να πιστέψουμε ότι αυτές είναι οι μοναδικές εναλλακτικές – έχουμε την ψευδαίσθηση της επιλογής, αλλά αφού εκείνοι ελέγχουν τις εναλλακτικές επιλογές που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως διαθέσιμες, ελέγχουν επίσης και το αποτέλεσμα).

    Οι νέοι ηθικολόγοι αρέσκονται να λένε σε αυτούς που ζούνε στην πλούσια Δύση ότι “πρέπει να κάνουν θυσίες”, ότι “εκμεταλλεύονται τα λιμοκτονούντα παιδιά του Τρίτου Κόσμου”. H επιλογή που μας προσφέρεται είναι εκείνη ανάμεσα στον θυσιαστικό αλτρουισμό και τον στενό ατομικισμό (τα φιλανθρωπικά ιδρύματα εξαργυρώνουν την προκύπτουσα ενοχή προσφέροντάς μας την αίσθηση ότι κάνουμε κάτι, με αντάλλαγμα ένα νόμισμα στο κουτί όπου συγκεντρώνονται τα χρήματα). Ναι, ζώντας στην πλούσια Δύση εκμεταλλευόμαστε πράγματι τους φτωχούς τού Τρίτου Κόσμου – αλλά όχι προσωπικά, όχι εσκεμμένα. Μπορούμε να κάνουμε κάποιες αλλαγές στη ζωή μας, να συμμετάσχουμε σε ένα μποϊκοτάζ, να κάνουμε θυσίες, αλλά τα αποτελέσματα είναι οριακά. Αποκτάμε επίγνωση της ψευδούς σύγκρουσης που παρουσιάζεται ενώπιόν μας όταν αντιλαμβανόμαστε ότι κι εμείς, ως άτομα, είμαστε εξίσου εγκλωβισμένοι στον παγκόσμιο ρόλο μας ως ‘εκμεταλλευτές’ όσο οι άλλοι είναι εγκλωβισμένοι στον παγκόσμιο ρόλο τους ως εκμεταλλευόμενοι. Έχουμε ένα ρόλο στην κοινωνία, αλλά δεν έχουμε παρά ελάχιστη ή καθόλου εξουσία για να κάνουμε κάτι σε σχέση με αυτό. Απορρίπτουμε την ψευδή επιλογή μεταξύ ‘θυσίας και ατομισμού’ απευθύνοντας μια πρόσκληση για την καταστροφή του παγκόσμιου κοινωνικού συστήματος του οποίου η ύπαρξη επιβάλλει σε μας αυτή την απόφαση. Το ζήτημα δεν είναι να επισκευάσουμε λίγο το σύστημα, να προσφέρουμε τεκμήρια θυσίας ή να ζητήσουμε “λιγότερο εγωισμό”. Τα φιλανθρωπικά ιδρύματα και οι μεταρρυθμιστές δε βγαίνουν ποτέ έξω από το πεδίο της ψευδούς επιλογής.

    Εκείνοι που έχουν κατοχυρωμένα συμφέροντα από τη διατήρηση της παρούσας κατάστασης μάς τραβάνε συνεχώς πίσω στις ψευδείς επιλογές τους – δηλαδή σε όλες εκείνες τις επιλογές που διατηρούν ανέπαφη την εξουσία τους. Χρησιμοποιώντας μύθους όπως ότι “Αν μοιραζόμασταν τα πάντα δε θα επαρκούσαν για όλους”, προσπαθούν να αρνηθούν την ύπαρξη άλλων επιλογών και να αποκρύψουν το γεγονός ότι οι υλικές προϋποθέσεις της κοινωνικής επανάστασης ήδη υπάρχουν.

    VII

    Κάθε ταξίδι προς την απομυστικοποίηση πρέπει να αποφύγει δύο τέλματα της χαμένης σκέψης – τον απολυτισμό (absolutism) και τον κυνισμό, αυτούς τους δίδυμους βάλτους που μεταμφιέζονται σε λειβάδια της υποκειμενικότητας.

    Απολυτισμός είναι η καθολική αποδοχή ή απόρριψη όλων των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε συγκεκριμένες ιδεολογίες, θεάματα και πραγμοποιήσεις. Ο απολυτιστής δεν μπορεί να δει καμιά άλλη επιλογή εκτός από την πλήρη αποδοχή ή την πλήρη απόρριψη.

    Ο απολυτιστής περιφέρεται στα ράφια του ιδεολογικού σουπερμάρκετ αναζητώντας το ιδεώδες εμπόρευμα, και στη συνέχεια το αγοράζει καθ’ ολοκληρία. Αλλά αυτό που ταιριάζει στο ιδεολογικό σουπερμάρκετ – όπως και σε κάθε σουπερμάρκετ – είναι μονάχα η λεηλασία. Είναι πιο παραγωγικό να μετακινούμαστε ανάμεσα στα ράφια, να ανοίγουμε τα πακέτα σκίζοντάς τα, να παίρνουμε αυτό που μοιάζει αυθεντικό και χρήσιμο και να πετάμε στα σκουπίδια το υπόλοιπο περιεχόμενο.

    Ο κυνισμός είναι η αντίδραση σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από την ιδεολογία και την ηθική. Απέναντι στις αντικρουόμενες ιδεολογίες, ο κυνικός λέει: “Πανούκλα να πέσει στα σπίτια και των δυο σας”. Ο κυνικός είναι καταναλωτής στον ίδιο ακριβώς βαθμό με τον απολυτιστή, αλλά έχει εγκαταλείψει την ελπίδα να βρει κάποτε το ιδεώδες εμπόρευμα.

    VIII

    Η μέθοδος της διαλεκτικής σκέψης είναι η δημιουργική σκέψη, μια διαδικασία συνεχούς σύνθεσης του υπάρχοντος σώματος της αυτοθεωρίας με νέες παρατηρήσεις και οικειοποιήσεις· είναι η επίλυση των αντιφάσεων ανάμεσα στο προηγούμενο σώμα της θεωρίας και τα καινούρια θεωρητικά στοιχεία. Η προκύπτουσα σύνθεση δεν είναι λοιπόν ένα ποσοτικό άθροισμα των προηγούμενων και των καινούριων στοιχείων αλλά η ποιοτική υπέρβασή τους, μια νέα ολότητα.

    Αυτή η συνθετική/διαλεκτική μέθοδος για τη δημιουργία μιας θεωρίας αντιτίθεται στην εκλεκτική σχολή που συγκεντρώνει απλώς ένα συνονθύλευμα από προτιμώμενα τμήματα προτιμώμενων ιδεολογιών χωρίς ποτέ να αντιμετωπίζει τις προκύπτουσες αντιφάσεις. Σύγχρονα παραδείγματα του εκλεκτικού στυλ περιλαμβάνουν τον ελευθεριακό καπιταλισμό, τον χριστιανικό μαρξισμό και τον φιλελευθερισμό εν γένει.

    Εάν έχουμε διαρκώς συνείδηση του τρόπου με τον οποίο θέλουμε να ζήσουμε, μπορούμε να οικειοποιηθούμε στοιχεία από παντού για τη δημιουργία της αυτοθεωρίας μας: από ιδεολογίες, από κριτικούς της κουλτούρας, από τεχνοκράτες ειδικούς, από κοινωνιολογικές μελέτες, από μυστικιστές κ.ο.κ. Όλα τα σκουπίδια του παλιού κόσμου μπορούν να καθαριστούν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ορισμένα στοιχεία ως χρήσιμο υλικό από αυτούς που επιθυμούν να αναδημιουργήσουν τον κόσμο.

    ΙΧ

    Η φύση της σύγχρονης κοινωνίας, η παγκόσμια-καπιταλιστική ενότητά της, υποδεικνύει σε μας την αναγκαιότητα να δημιουργήσουμε την αυτοθεωρία μας ως ενιαία κριτική. Με αυτό εννοούμε μια κριτική που αφορά όλες τις γεωγραφικές περιοχές όπου υπάρχουν οι διάφορες μορφές κοινωνικο-οικονομικής κυριαρχίας (δηλαδή μια κριτική τόσο του καπιταλισμού τού ‘ελεύθερου’ κόσμου όσο και του κρατικού καπιταλισμού τού ‘κομμουνιστικού’ κόσμου), καθώς επίσης μια κριτική όλων των αλλοτριώσεων (σεξουαλική αθλιότητα, επιβεβλημένη επιβίωση, πολεοδομία, κ.λ.π.). Με άλλα λόγια, εννοούμε μια κριτική της ολότητας της καθημερινής ύπαρξης παντού, από την άποψη της ολότητας των επιθυμιών μας.

    Παραταγμένοι ενάντια σε αυτό το σχέδιο είναι όλοι οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες, οι ιεροκήρυκες και οι γκουρού, οι πολεοδόμοι και οι αστυνομικοί, οι μεταρρυθμιστές και οι μιλιτάντες, οι κεντρικές επιτροπές και οι ηγέτες των συνδικάτων, οι οπαδοί της αρσενικής ανωτερότητας και οι ιδεολόγοι του φεμινισμού, οι ψυχο-κοινωνιολόγοι και οι οικολογικά ευαίσθητοι καπιταλιστές, που εργάζονται για να καθυποτάξουν την ατομική επιθυμία σε ένα πραγμοποιημένο “κοινό καλό” το οποίο υποτίθεται ότι επέλεξε αυτούς ως αντιπροσώπους του. Όλοι τους αποτελούν δυνάμεις του παλιού κόσμου, όλα τα αφεντικά, οι παπάδες και οι λακέδες που έχουν κάτι να χάσουν αν οι άνθρωποι επεκτείνουν το παιχνίδι τής επανοικειοποίησης της διάνοιάς τους μέχρι την επανοικειοποίηση της ζωής τους.

    Η επαναστατική θεωρία και η επαναστατική ιδεολογία είναι εχθροί μεταξύ τους – και το ξέρουν.

    Χ

    Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι η αυτο-απομυστικοποίηση και η δημιουργία της δικής μας επαναστατικής θεωρίας δεν εξαλείφει την αλλοτρίωσή μας: ‘ο κόσμος’ (το κεφάλαιο και το Θέαμα) συνεχίζει να αναπαράγεται κάθε μέρα. Μολονότι αυτή η μπροσούρα επικεντρώθηκε στη δημιουργία της αυτοθεωρίας, δεν ήταν ποτέ πρόθεσή μας να υπαινιχθούμε ότι η επαναστατική θεωρία μπορεί να υπάρξει διαχωρισμένη από την επαναστατική πρακτική. Για να έχει κάποια σημασία – ουσιαστικά για να αναδημιουργήσει τον κόσμο – η πρακτική πρέπει να αναζητήσει τη θεωρία της, και η θεωρία πρέπει να εκπληρωθεί στην πράξη. Η επαναστατική προοπτική της αποαλλοτρίωσης και ο μετασχηματισμός των κοινωνικών σχέσεων απαιτούν από τη θεωρία μας να είναι μια θεωρία της πρακτικής, μια θεωρία αυτού που κάνουμε και του τρόπου με τον οποίο ζούμε. Διαφορετικά, η θεωρία θα εκφυλιστεί σε μια ανίσχυρη ενατένιση του κόσμου και τελικά σε μια ιδεολογία της επιβίωσης – προβολή μιας πνευματικής ομίχλης, στατικό σώμα της πραγμοποιημένης σκέψης, της διανοητικής πανοπλίας, το οποίο ενεργεί ως ουδέτερη ζώνη ανάμεσα στον καθημερινό κόσμο και τον εαυτό μας. Και όταν η επαναστατική πρακτική δεν είναι η πρακτική της επαναστατικής θεωρίας, τότε εκφυλίζεται σε αλτρουιστικό μιλιταντισμό, σε ‘επαναστατική’ δραστηριότητα ως κοινωνικό καθήκον.

    Δεν παλεύουμε για μια συνεκτική θεωρία ως αυτοσκοπό. Για μας, η πρακτική αξία χρήσης της συνοχής είναι ότι η κατοχή μιας συνεκτικής αυτοθεωρίας καθιστά ευκολότερο για κάποιον να σκέφτεται. Για παράδειγμα, είναι ευκολότερο να πραγματευτείς τις μελλοντικές εξελίξεις στο πεδίο του κοινωνικού ελέγχου εφόσον διαθέτεις μια συνεκτική κατανόηση των σύγχρονων ιδεολογιών και τεχνικών κοινωνικού ελέγχου που υπάρχουν μέχρι τώρα.

    Η κατοχή μιας συνεκτικής θεωρίας καθιστά ευκολότερη τη σύλληψη της θεωρητικής πρακτικής για την πραγμάτωση των επιθυμιών της ζωής σου.


    συνεχίζεται...
     
  4. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    XI

    Στη διαδικασία δημιουργίας της αυτοθεωρίας, οι τελευταίες ιδεολογίες με τις οποίες πρέπει κανείς να παλέψει και τις οποίες πρέπει να καθηλώσει είναι εκείνες που μοιάζουν περισσότερο με την επαναστατική θεωρία. Αυτές οι τελευταίες μυστικοποιήσεις είναι α) ο καταστασισμός (situationism) και β) ο συμβουλισμός (councilism).

    H Καταστασιακή Διεθνής (1958-1971) ήταν μια διεθνής επαναστατική οργάνωση με τεράστια συμβολή στην επαναστατική θεωρία. Η καταστασιακή θεωρία είναι ένα σώμα κριτικής θεωρίας την οποία μπορεί κάποιος να οικειοποιηθεί για την αυτοθεωρία του, και τίποτα παραπάνω. Οτιδήποτε παραπάνω αποτελεί μια ιδεολογική κατάχρηση η οποία είναι γνωστή ως καταστασισμός.

    Για εκείνους που μόλις την έχουν ανακαλύψει, η θεωρία της ΚΔ μοιάζει με ‘την απάντηση που αναζητούσαν εδώ και χρόνια’, την απάντηση στο γρίφο της κενής ζωής τους. Αλλά σε αυτό ακριβώς το σημείο καθίσταται αναγκαία μια νέα εγρήγορση και αυτοκυριότητα. Ο καταστασισμός μπορεί να γίνει η τέλεια ιδεολογία της επιβίωσης, ένας μηχανισμός άμυνας ενάντια στη φθορά τής καθημερινής ζωής. Στην ιδεολογία αυτή συμπεριλαμβάνεται το θεαματικό εμπόρευμα-ρόλος εκείνου που υποδύεται ‘έναν καταστασιακό’, δηλαδή εκείνου που στην πραγματικότητα είναι ένα ριζοσπαστικό ψοφίμι και ένας φλογερός εσωτεριστής.

    Ο συμβουλισμός (γνωστός επίσης ως ‘Εργατικός Έλεγχος’ ή ‘[αναρχο-] Συνδικαλισμός’) προτείνει την αντικατάσταση του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής από την ‘αυτοδιεύθυνση’.

    Η πραγματική αυτοδιεύθυνση είναι η άμεση διεύθυνση (που δε μεσολαβείται από οποιαδήποτε διαχωρισμένη ηγεσία) της κοινωνικής παραγωγής, της διανομής και της επικοινωνίας από τους εργάτες και τις κοινότητές τους. Το κίνημα για την αυτοδιεύθυνση παρουσιάστηκε επανειλημμένα σε ολόκληρο τον κόσμο στην πορεία της κοινωνικής επανάστασης. Στη Ρωσία το 1905 και το 1917-21, στην Ισπανία το 1936-37, στην Ουγγαρία το 1956, στην Αλγερία το 1960, στη Χιλή το 1972 και στην Πορτογαλία το 1975. Η μορφή οργάνωσης που δημιουργήθηκε τις περισσότερες φορές στην πρακτική της αυτοδιεύθυνσης είναι τα εργατικά συμβούλια: κυρίαρχες γενικές συνελεύσεις των παραγωγών και των γειτονιών που εκλέγουν εντολοδόχους εκπροσώπους για να συντονίζουν τις δραστηριότητές τους. Αυτοί οι εντολοδόχοι δεν είναι αντιπρόσωποι αλλά εφαρμόζουν αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί από τις συνελεύσεις τους. Οι εντολοδόχοι μπορούν να ανακληθούν οποιαδήποτε στιγμή, εάν η γενική συνέλευση θεωρήσει ότι οι αποφάσεις της δεν εφαρμόζονται με ακρίβεια.

    Ο συμβουλισμός είναι αυτή η ιστορική πρακτική και θεωρία της αυτοδιεύθυνσης που μεταστρέφεται σε ιδεολογία. Ενώ οι συμμετέχοντες σε αυτές τις εξεγέρσεις ζούσαν μια κριτική της κοινωνικής ολότητας – ξεκινώντας με την κριτική της μισθωτής εργασίας, της εμπορευματικής οικονομίας και της ανταλλακτικής αξίας – ο συμβουλισμός διεξάγει μονάχα μια μερική κριτική: δεν επιζητά τον αυτοδιευθυνόμενο, συνεχή και ποιοτικό μετασχηματισμό ολόκληρου του κόσμου αλλά τη στατική, ποσοτική αυτοδιεύθυνση του κόσμου όπως είναι. Επομένως, η οικονομία παραμένει ένα διαχωρισμένο βασίλειο, συνεχίζει να είναι αποκομμένη από τα υπόλοιπα πεδία της καθημερινής ζωής και να κυριαρχεί πάνω σε αυτά. Από την άλλη πλευρά, το κίνημα για τη γενικευμένη αυτοδιεύθυνση επιδιώκει το μετασχηματισμό όλων των τομέων της κοινωνικής ζωής και όλων των κοινωνικών σχέσεων (παραγωγή, σεξουαλικότητα, στέγαση, υπηρεσίες, επικοινωνίες, κ.λ.π.), ενώ ο συμβουλισμός θεωρεί ότι το μόνο που έχει σημασία είναι η αυτοδιευθυνόμενη οικονομία. Του διαφεύγει, κυριολεκτικά, όλη η ουσία: η υποκειμενικότητα και η επιθυμία να μετασχηματίσει το σύνολο της ζωής. Το πρόβλημα με τον εργατικό έλεγχο είναι ότι ελέγχει μονάχα την εργασία.

    Ο κόσμος μπορεί να στραφεί προς τη σωστή κατεύθυνση μόνο μέσω της συνειδητής συλλογικής δραστηριότητας εκείνων που δημιουργούν μια θεωρία η οποία εξηγεί γιατί ο κόσμος είναι αντεστραμμένος. Η αυθόρμητη ανταρσία και η εξεγερσιακή υποκειμενικότητα δεν αρκούν από μόνες τους. Η αυθεντική επανάσταση μπορεί να συντελεστεί μονάχα στο πλαίσιο μιας πρακτικής κίνησης με την οποία σαρώνονται συνειδητά όλες οι μυστικοποιήσεις του παρελθόντος.


    Τελικές Σημειώσεις

    Αυτή η μπροσούρα αποτελεί μέρος της συλλογικής αυτοθεωρίας των μελών της οργάνωσής μας. Είναι η έκθεσή μας γι’ αυτό που αποκαλούμε μετα-θεωρία μας, τη θεωρία μας για την πρακτική της δημιουργίας θεωρίας.

    Η προετοιμασία και διάδοση του Ελάχιστου Ορισμού της Ευφυίας γίνεται για τον ίδιο λόγο για τον οποίο κάνουμε καθετί άλλο: επειδή θέλουμε να επιταχύνουμε μια κοινωνική επανάσταση που θα μετασχηματίσει την τωρινή στατική διάταξη της αλλοτρίωσης σε ένα κινούμενο τοπίο εκπληρωμένων ονείρων. Γνωρίζουμε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε τις ζωές που επιθυμούμε μονάχα στο πλαίσιο εκείνης της διαδικασίας με την οποία ο καθένας δημιουργεί τη ζωή που επιθυμεί. Είμαστε επαναστάτες διότι η πραγματοποίηση των επιθυμιών μας προϋποθέτει μια κοινωνική επανάσταση.

    Ο κόσμος μπορεί να στραφεί προς τη σωστή κατεύθυνση μόνο μέσω της συνειδητής συλλογικής δραστηριότητας εκείνων που δημιουργούν μια θεωρία η οποία εξηγεί γιατί ο κόσμος είναι αντιστραμμένος. Η αυθόρμητη ανταρσία και η εξεγερσιακή υποκειμενικότητα δεν αρκούν από μόνες τους. Η αυθεντική επανάσταση μπορεί να συντελεστεί μονάχα στο πλαίσιο μιας πρακτικής κίνησης με την οποία σαρώνονται συνειδητά όλες οι μυστικοποιήσεις του παρελθόντος.

    http://kenosfakelos.blogspot.gr/2012/03/for-ourselves.html
     
  5. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Στα σώματα καταγράφεται η ιστορία των ανθρώπων.
    Ο χαρακτήρας των ανθρωπων.
    Το επάγγελμα των ανθρώπων.
    Συνεπώς, οι επιλογές των ανθρώπων.
    Τα σώματα ειναι ζωντανά ημερολόγια.
    Τα σώματα είναι ζωντανά μνημεία.
    Τα σώματα πρέπει να λατρεύονται.
    Εκείνοι που υποτιμούν τα σώματα δεν ειναι να τους εμπιστέυεσαι.
    Θα σαπίσουν στο πνεύμα τους.
     
  6. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Η φύση της σεξουαλικής ορμής του ανθρώπου και η διαπλοκή πόνου και ηδονής κατά τον γάλλο «αιρετικό» Ζωρζ Μπατάιγ
    Τα όρια και η παράβαση

    Σκέπτομαι όπως ένα κορίτσι βγάζει το φουστάνι του
    Georges Bataille

    Για πολλούς το όνομα του Ζωρζ Μπατάιγ (1897-1962) εξακολουθεί να παραπέμπει στον σκοτεινό και καταραμένο κόσμο της πορνογραφίας. Ωστόσο τα φωτεινότερα πνεύματα της γαλλικής αλλά και της παγκόσμιας διανόησης, με προεξάρχοντες τον Μισέλ Φουκό, τον Ρολάν Μπαρτ και τον Ζακ Ντεριντά, δεν διστάζουν να τον τοποθετήσουν δίπλα στον Σαρτρ, στον Λακάν και στον Μπλανσό, στο πάνθεον των μεγάλων στοχαστών του 20ού αιώνα που κατόρθωσαν να συνδυάσουν τη φιλοσοφική ή ψυχαναλυτική παράδοση με τη λογοτεχνική κληρονομιά.

    Το εύρος των ενδιαφερόντων αυτού του βιβλιοφάγου, επί μακρόν υπαλλήλου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, υπήρξε τεράστιο και εκτείνεται από την ιστορία και τη φιλοσοφία ως την κοινωνιολογία, την ανθρωπολογία και τον φροϋδισμό (είναι ίσως από τους πρώτους γάλλους συγγραφείς που αρχίζει ψυχανάλυση στα 1927) ή την πρωτοποριακή αισθητική. Τη δεκαετία του 1920 έρχεται σε επαφή με τη δραστική σκέψη του Νίτσε που θα τον σφραγίσει ανεξίτηλα και την επομένη εντρυφεί συστηματικά στο έργο του Εγέλου παρακολουθώντας τα σεμινάρια του Kojève για τη «Φαινομενολογία του πνεύματος», ενώ σταθερά τον έλκουν η περιοχή της θρησκειολογίας και η αιρετική γραφή του Σαντ. Πιστεύοντας στη δυναμική των συλλογικών χειρονομιών πρωτοστατεί συχνά στη δημιουργία περιοδικών, μυστικών ή δημοσίων εταιρειών, όπως τα «Documents» (πολεμική μηχανή κατά των υπερρεαλιστών, με τους οποίους αργότερα θα συμφιλιωθεί), ο «Ακέφαλος» ή το βραχύβιο «Κολέγιο κοινωνιολογίας» (Collège de sociologie) που, με συνιδρυτές τον Leiris, τον Caillois και τον Klossowski, συσπειρώνει για μια διετία (1937-1939) γύρω από ενδιαφέροντες κύκλους διαλέξεων την αφρόκρεμα της γαλλικής σκέψης. Το διαρκέστερο δημιούργημά του είναι το περιοδικό «Critique», που ίδρυσε στα 1946 και παραμένει ως σήμερα ένα από τα εγκυρότερα βήματα της γαλλικής κριτικής στην περιοχή των επιστημών του ανθρώπου.

    Θα πρέπει λοιπόν να αποσυνδέσει κανείς την Ιστορία του ματιού ή τη Μαντάμ Εντουαρντά και τα λοιπά ερωτογραφήματα του Μπατάιγ από το πλαίσιο της σκανδαλοθηρίας που τα έκανε προσιτά στο μεγάλο κοινό και να τα εντάξει στον θεωρητικό λόγο του συγγραφέα τους για να γίνει κατανοητή η πρωτότυπη ανατρεπτικότητά τους. Τουλάχιστον Η εσωτερική εμπειρία (L' experience intérieure, 1943) και Το καταραμένο μερίδιο (La part maudite, 1949) είναι δύο από τα προαπαιτούμενα δοκιμιακά έργα για κάθε περαιτέρω ανάγνωση συγκεκριμένων κειμένων του Μπατάιγ. Συνέχεια και συμπλήρωση του δευτέρου επρόκειτο να αποτελέσει η Ιστορία του ερωτισμού, που τελικά αναχωνεύθηκε στην εκδοχή του Ερωτισμού λίγα χρόνια αργότερα, το 1957, όταν οι τρεις βασικοί εκδότες του Μπατάιγ (Gallimard, Minuit, Pauvert) αποφάσισαν να γιορτάσουν τα εξηντάχρονα του συγγραφέα με την εμφάνιση τριών βιβλίων του: Η λογοτεχνία και το κακό, Ο ερωτισμός και Το γαλάζιο του ουρανού (όλα μεταφρασμένα στα ελληνικά).

    Πολλαπλασιάζοντας τις παρεκβάσεις, τα αποσπασματικά σχεδιάσματα και τις παραλλαγές το έργο του Μπατάιγ έρχεται σε ρήξη με τις παραδοσιακές μορφές της γραμμικής, γενεαλογικής ή διαλεκτικής έκθεσης, με τη συνεκτική οργάνωση ενός τετελεσμένου συνόλου. Τα δύο μείζονα θέματα που απασχολούν αδιαλείπτως τη σκέψη του, ο ερωτισμός και ο θάνατος, μοιράζονται από κοινού την υπέρμετρη θυμική φόρτιση (αγωνία ή έκσταση) με μια βία που τείνει να καταργήσει τον (ορθό) λόγο. Η αμφιλεγόμενη ζώνη της υπερβολής, της έντασης, της ακρότητας που δοκιμάζει την αντοχή των ορίων ανάμεσα στον πόνο και στην ηδονή ερεθίζει την περιέργεια του Μπατάιγ και αποτελεί τον τόπο όπου ακροβατεί επικίνδυνα μέσω της γραφής του. Ο ερωτισμός του δεν είναι ροζ αλλά μαύρος και έλκεται από τη γοητεία του τρόμου και της φρικίασης. Η στιγμή του «μικρού θανάτου» της συνουσίας είναι προάγγελος του μεγάλου, αναπόδραστου θανάτου, ενέχει το «ένστικτο του θανάτου», κάτι που ο ιδεαλισμός μας τείνει να απωθεί αρνούμενος να αντιμετωπίσει κατάματα την τραγικότητα και συνάμα την ιερότητα της οριακής αυτής κατάστασης. Ο ερωτισμός δεν έχει εν προκειμένω την περιορισμένη σημασία της αναψυχής ή της ανώδυνης τέρψης· συγκροτεί μια ανθρώπινη ιδιότητα στον ίδιο βαθμό με την ομιλία ή τον νου και μάλιστα χαρακτηρίζει την εμπειρία που μπορεί ο άνθρωπος να βιώσει για το ιερό, ανεξαρτήτως θρησκείας, την εμπειρία της υπερβολής, της ανάλωσης. Η περιοχή του είναι η περιοχή της βίας, της βιαιοπραγίας, του βιασμού, δηλαδή η περιοχή του κακού, της διονυσιακής γιορτής, της κατάλυσης των κατεστημένων μορφών, σε αντίθεση με την περιοχή της εργασίας, της παραγωγής των υλικών και πνευματικών αγαθών. Το γνώρισμά του είναι η παράβαση των απαγορεύσεων που επιτρέπει την πρόσβαση στη διακεκριμένη σφαίρα του ιερού.

    Ο ερωτισμός διαιρείται σε δύο μέρη: το πρώτο και μεγαλύτερο (13 κεφάλαια) εξετάζει ακριβώς το ζήτημα της απαγόρευσης και της παράβασης, στήνει το θεωρητικό, εννοιολογικό πλαίσιο, κατά κάποιον τρόπο, όπου εντάσσεται το δεύτερο μέρος (7 κεφάλαια), το οποίο επιμερίζεται σε συγκεκριμένες μελέτες για τον ερωτισμό (του Σαντ, λ.χ., ή τον αιμομεικτικό κτλ.). Ο Μπατάιγ σπεύδει εξαρχής να διευκρινίσει ότι διαφοροποιεί ριζικά τον ερωτισμό από τη σεξουαλικότητα: ο πρώτος ανήκει τελεσίδικα στην εσωτερική ζωή του ανθρώπου και σηματοδοτεί ουσιαστικά το πέρασμα από το ζώο στον άνθρωπο. Η σεξουαλική δραστηριότητα των ανθρώπων δεν είναι απαραιτήτως ερωτική, διατείνεται ο Μπατάιγ, αλλά διεκδικεί αυτόν τον χαρακτηρισμό μόνο όταν δεν είναι υποτυπώδης, δηλαδή απλώς ζωική. Ο ερωτισμός αποστρέφεται τη μεθοδική και μετρημένη δράση, ενώ έλκεται φυσικά από την ελεύθερη ορμή των ενστίκτων, τη βίαιη αταξία, εξ ου και μαζί με την εξέγερση είναι από τα ασφαλέστερα μέσα για να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην απεριόριστη ευδαιμονία. Ο Μπατάιγ υπογραμμίζει επίσης ιδιαίτερα την παιδικότητα, την αθωότητα που διακρίνει τόσο τη λογοτεχνία όσο και τον ερωτισμό όχι βεβαίως με τον τρόπο που το εννοεί η τρέχουσα ηθική, γιατί πρόκειται για μια σκληρή, μαύρη αθωότητα. Και ακριβώς επειδή συνδέεται με την παιδικότητα γίνεται η λογοτεχνία επικίνδυνη: είναι το κομμάτι του εαυτού μας που ανοίγεται στην ανεξέλεγκτη παιδικότητα και στην αγριότητά της, «άνευ ορίων, άνευ όρων».

    Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να δει κανείς στο πρώτο (ιστορικο-θεωρητικό) μέρος της μελέτης του Μπατάιγ πώς κατά καιρούς οι κοινωνίες ρύθμισαν το σύστημα της αφροδίσιας ζωής με δέσμες απαγορεύσεων συγκροτώντας τη θεμιτή και την αθέμιτη σεξουαλικότητα (με κυρίαρχη, σχεδόν οικουμενική, την απαγόρευση της αιμομειξίας), πώς επινόησαν συγκεκριμένους κώδικες οργανωμένης βίας που κλωνίζουν τα απαγορευτικά όρια (ο πόλεμος, π.χ.), πώς όρισαν την πορνεία και τις καταραμένες όψεις του ερωτισμού, ποια σχέση μπορεί να συνδέει τη σεξουαλική διέγερση με τον θάνατο, με τι όρους το θείο ενδέχεται να συμπίπτει με την ακολασία, ο μυστικισμός με τον αισθησιασμό ή τη διαστροφή. Ο αναγνώστης του Ερωτισμού θα είναι σε θέση να κατανοήσει καλύτερα την αιρετικότητα του Μπατάιγ έτσι όπως την όριζε ο ίδιος: «Θα υποστήριζα ευχαρίστως ότι εκείνο για το οποίο αισθάνομαι υπερήφανος είναι πως ανακάτεψα την τράπουλα, συσχέτισα δηλαδή το πιο θορυβοποιό, προκλητικό και σκανδαλώδες γέλιο με το πιο βαθύ θρησκευτικό πνεύμα».

    Ελλείψει εισαγωγής ή οιουδήποτε ενημερωτικού σημειώματος που θα όφειλε να δώσει το στίγμα και το εκτόπισμα του συγκεκριμένου βιβλίου στη σύγχρονη γραφή παραπέμπουμε τον φιλοπερίεργο αναγνώστη στη γενική, χρηστική εισαγωγή του Δ. Δημητριάδη στην Ιστορία του ματιού (Αγρα, 1980). Υπενθυμίζουμε επίσης ότι η έκτη μελέτη του δεύτερου μέρους («Η αγιοσύνη, ο ερωτισμός και η μοναξιά») είχε κυκλοφορήσει προ ετών (1993) ως αυτόνομο τευχίδιο από τις εκδόσεις Το Ροδακιό.
     
  7. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ο Μπαντιού με την Στόγια, του Χρήστου Νάτση

    Από την πορνογραφία της υπερβολής της αναπαράστασης στην πορνογραφία της υπερβολής του μη αναπαραστάσιμου



    [Το κείμενο που ακολουθεί διαβάστηκε στην εκδήλωση «Πορνογραφία, επιθυμία, εκμετάλλευση» που οργάνωσε η λέσχη Εκτός Γραμμής στις 4 Απριλίου 2015. Ως κείμενο που προορίζεται για απαγγελία φέρει έτσι όλα τα μειονεκτήματα της προφορικότητας: η επιχειρηματολογία υποχωρεί πολλές φορές μπροστά στη ρητορικότητα, τα άλματα υπερτερούν της συνεχούς ροής. Με την επιφύλαξη μιας αναγκαίας μελλοντικής επεξεργασίας ζητώ εκ των προτέρων την επιείκεια του αναγνώστη εκεί που δοκίμασα την σαγήνευση του ακροατή].

    Η σκηνή ενός καμπαρέ και το κοινό. Μια λευκή, λεπτή και αρκετά γυμνασμένη γυναίκα με κοντά, κατσαρά μαλλιά, φορώντας ένα διαφανές κορμάκι κάνει στριπτήζ Την βλέπουμε στο τέλος της σύντομης διαδικασίας, ολόσωμη ανφάς, με την κάμερα να κεντράρει στο τριχωτό αιδοίο της. Κατόπιν, η κάμερα μεταφέρεται στο κοινό. Άντρες και γυναίκες --οι δεύτερες έχοντας φορεμένες στη μέση τους ένα ομοίωμα φαλλού-- προσποιούνται πως αυνανίζονται. Η επιστροφή της κάμερας στη σκηνή συνοδεύεται με την εμφάνιση δύο νεαρών αντρών, γυμνών από τη μέση και κάτω, σε στύση. Αρχίζει μια σεξουαλική σκηνή όπου οι δύο άντρες και η γυναίκα κάνουν σεξ σε όλες τις δυνατές στάσεις μιας μέινστρημ ετεροφυλόφιλης συνεύρεσης: κολπική διείσδυση και ταυτόχρονο στοματικό σεξ στον άλλο, facesitting και στοματικό σεξ, διπλή διείσδυση. Ενδιάμεσα η κάμερα θα μεταφερθεί στο προσποιούμενο πως αυνανίζεται κοινό, ενώ διαδοχικά fast forward τονίζουν τον διαδικαστικό χαρακτήρα του θεάματος. Στην κορύφωση της σκηνής, οι δύο άντρες θα εκσπερματώσουν στο πρόσωπο της γυναίκας και θα εξαφανιστούν από το πλάνο. Θα μείνει, για περίπου ένα λεπτό, στο κέντρο της σκηνής, παίζοντας με το σπέρμα.

    Αυτή ήταν η δεύτερη σκηνή της σειράς “Graphic Depictions”, που σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί, μετά από σχεδόν εξάμηνη απουσία από τη δράση, η Στόγια, μια από τις πλέον αναγνωρίσιμες πορνοστάρ της σύγχρονης βιομηχανίας του πορνό.

    17 χρόνια πριν, το 1998, ο Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας θα επισκεφτεί στο Λας Βέγκας τα βραβεία AVN, τα πορνογραφικά αντίστοιχα των Όσκαρ. Η επίσκεψη θα οδηγήσει στην συγγραφή του δοκιμίου «Big Red Son» [1]. «Η τυπική στάρλετ», θα γράψει ο Γουάλας, «είναι μια γυναίκα με βραδυνό ντύσιμο σε λίκρα, με τατουάζ μανίκι, που καπνίζει,ενώ μασά την τσίχλα της, την ώρα που περιγράφει στους δημοσιογράφους πόσο ευτυχισμένη είναι που η εταιρεία της πλήρωσε τον λογαριασμό για την αυξητική στήθους. Και το εννοεί. Όλο το σαββατοκύριακου των βραβείων AVN», συνεχίζει ο Γουάλας, «αποτελεί την επιβεβαίωση αυτού που ο Μίστερ Ντικ Φιλθ αποτελεί χώρο ελεύθερο από ειρωνεία».

     

    Και πράγματι, αν κάτι χαρακτηρίζει το μέινστρημ πορνό της Gonzo εποχής είναι η εμμονή με την κυριολεξία, εμμονή που γίνεται ακόμα πιο σαφής στις παρωδιακές πορνό ταινίες --στις ταινίες εκείνες που προσαρμόζουν την υπόθεση των συμβατικών χολυγουντιανών ταινιών σε πορνογραφικό περιβάλλον. Βλέποντας, για παράδειγμα, την μεταφορά του Λύκου της Γουόλ Στρητ, αισθάνεσαι ότι μάλλον το πρωτότυπο παρωδεί το πορνό, παρά το αντίθετο. Πλάι σ’ αυτό όμως θα βρεθεί το «Πηδώντας τη Γουόλ Στρητ», μια σειρά πορνό που εμπνεύστηκαν και σκηνοθέτησαν ο Μανουέλ Φεράρα και η Κέηντεν Κρος. Η σειρά βασίζεται στην εκπαίδευση στο πορνό της Βερόνικα Βέην, μιας χρηματίστριας που εγκατέλειψε την δουλειά της για να γίνει πορνοστάρ. Μια πορνοστάρ πρώην χρηματίστρια που υποδύεται την χρηματίστρια. Η αρχική σεκάνς του πρώτου επεισοδίου, στην οποία εμφανίζονται ως υπάλληλοι της χρηματιστηριακής αρκετές και αρκετοί από τους πορνοστάρ της Evil Angel, ακριβώς πριν ο Φεράρα αποπλανήσει την Βέην, είναι ίσως η σημαντικότερη στιγμή της σκηνής: το πέος του Φεράρα θα γίνει το μετωνυμικό αντικείμενο για όλους τους εργάτες του σεξ, θα είναι αυτό που θα πηδήξει το χρηματιστικό κεφάλαιο. Ειρωνεία.

    Ξεκίνησα με τη σύγκριση των δύο αυτών πορνογραφικών στιγμών γιατί αυτό που θέλω να υποστηρίξω σήμερα είναι πως μπορούμε να δούμε στην τυπική, μέινστρημ πορνογραφία των τελευταίων χρόνων μια τομή. Μια τομή που χαρακτηρίζεται από την ίδια την διερώτηση της πορνογραφίας ως είδους. Θέλω να υποστηρίξω δηλαδή πως υπάρχουν δύο ρεύματα στη μέινστρημ πορνογραφία, ένα που πορνογραφεί και ένα που πορνογραφεί αναστοχαζόμενο ταυτόχρονα το τι σημαίνει να πορνογραφείς..

    Πριν όμως επεκταθώ σε αυτό, θεωρώ όχι χωρίς νόημα να δούμε εν τάχει τι σημαίνει κάνω πορνογραφία. Ο Θεόφιλος Τραμπούλης στο κείμενο του «Να προσέχετε πάντα τα παπούτσια» συνοψίζει υποδειγματικά την τριπλή δομή της πορνογραφίας ως αναπαραστατικου συστήματος: αμόλυντο φετίχ, ταλάντευση ανάμεσα στον ρεαλισμό και την πραγματικότητα, επανεκκίνηση του κόσμου.

    To αμόλυντο φετίχ μπορεί να είναι οτιδήποτε. Παπούτσι, γάντι, εσώρουχο: ένα αφόρετο, μερικό αντικείμενο που θα αποτελέσει το σημείο διαρραφής της πορνογραφικής φαντασίωσης.

    Η ταλάντευση ανάμεσα στον ρεαλισμό και την πραγματικότητα αποτελεί μια κομβική ιδιοσυστασία της πορνογραφικής αναπαράστασης. Με τα λόγια του Θεόφιλου Τραμπούλη:



    «Μια πορνογραφική ταινία έχει δύο οντολογικά επίπεδα. Αφενός ένα επίπεδο ρεαλισμού: είναι δηλαδή μια ταινία όπως όλες, μια δισδιάστατη κατασκευή, με ηθοποιούς, τεχνικούς, ειδολογικά μοτίβα κλπ που καταγράφει έναν ακραίο ρεαλισμό. Ο ρεαλισμός δεν είναι πραγματικότητα, είναι ένας τρόπος αναπαράστασης. Η πορνογραφία όμως είναι ένα από ελάχιστα εκείνα είδη που διαθέτει εγγεγραμμένη πραγματικότητα, τόσο για τους ηθοποιούς, οι οποίοι δεν υποκρίνονται ότι συμμετέχουν σε μια δράση, αλλά επιτελούν τη δράση αυτή, όσο και για τους θεατές οι οποίοι δεν αποκομίζουν την απόλαυση μόνον από την ταύτισή τους με τους συμμετέχοντες στην ερωτική πράξη, αλλά και από τη δική τους πρωτογενή ερωτική πράξη, δηλαδή την ηδονοβλεψία. Μια πορνογραφική ταινία είναι αναγκασμένη να κινείται διαρκώς ανάμεσα σε αυτά τα δύο επίπεδα: εάν καθηλωθεί στον ρεαλισμό θα παύσει να είναι σεξουαλικά ερεθιστική, εάν καθηλωθεί στην πραγματικότητα θα γίνει απλώς ντοκιμαντέρ».


    Η επανεκκίνηση της πραγματικότητας, τέλος, έχει να κάνει με την ιδιαίτερη σχέση της πορνογραφίας με τον χρόνο. Σε κάθε σκηνή ο χρόνος μοιάζει να ξεκινάει από την αρχή. Η πορνογραφική ουτοπία διαγράφει το χρόνο, δημιουργεί ένα άχρονο σύμπαν επαναληψιμότητας στάσεων και πρακτικών που οδηγούν στην κορύφωση του οργασμού, απλώς για να εκκινήσουν πάλι από το ίδιο σημείο. Ο μύθος του Σίσυφου σε εκδοχή για υπερμεγέθη πέη και στήθη.

    Η συνάρθρωση αυτών των τριών στοιχείων δημιουργεί το εκάστοτε είδος της πορνογραφικής αναπαράστασης. Ακολουθώντας μια ίσως επικίνδυνη αναλογία, προτείνω να εντοπίσουμε δύο είδη μέινστρημ πορνογραφίας, που αντιστοιχούν στους δύο τύπους υψηλού, στην καντιανή αναλυτή του υψηλού, που εκτίθεται στις παραγράφους 25-27 της Τρίτης Κριτικής. Να εντοπίσουμε δηλαδή μια «μαθηματική» και μια «δυναμική» πορνογραφία.

    Παραθέτω την περιγραφή του καντιανού μαθηματικού υψηλού από τον Γιώργο Ξηροπαΐδη:



    «Ενώ όµως το συναίσθηµα του ωραίου χαρακτηρίζεται ως µονοσήµαντα ηδονικό συναίσθηµα, καθόσον παρέχει στο αναστοχαστικό υποκείµενο την αίσθηση – η ακριβέστερα, ψευδαίσθηση – ότι η φύση είναι έτσι διαµορφωµένη ώστε εντέλει να ευνοεί την άνθηση της ανθρώπινης αυτονοµίας, το συναίσθηµα του υψηλού ορίζεται ως µια «αρνητική ηδονή». Την απαράκαµπτη αυτή αρνητικότητα ο Καντ αναδεικνύει µε ξεχωριστή σαφήνεια κατά την φαινοµενολογική ανάλυση του αποκαλούµενου «µαθηµατικώς υψηλού», το οποίο γεννιέται από τη συνάντηση του υποκειµένου µε υπερµεγέθη φυσικά αντικείµενα. Η οδύνη εν προκειµένω οφείλεται στην αποτυχία της φαντασίας να συνθέσει την άπειρη πολλαπλότητα των κατ’ αίσθηση εντυπώσεων που µας παρέχει το υπερµέγεθες αντικείµενο σε µιαν ενιαία ολότητα, σε µια σκόπιµη µορφή. Η οδύνη µετασχηµατίζεται ωστόσο σε ηδονή όταν η φαντασία κατά την απέλπιδα προσπάθειά της να συλλάβει το αντικείµενο στην ολότητά του διευρύνει τα όριά της σε βαθµό που να είναι σε θέση να συναισθανθεί ότι αυτός που την ωθεί να συνοψίσει την απειρία των αισθητηριακών εντυπώσεων σε µια ολότητα είναι ο «Λόγος» [«Vernunft»]. Ότι µπορούµε να νοήσουµε το άπειρο ως δεδοµένη ολότητα, το οποίο η φαντασία αδυνατεί να εξεικονίσει, τούτο υποδεικνύει την ύπαρξη µιας υπεραισθητής ικανότητας εντός µας»[2].


    Σ’ αυτό το μαθηματικό υψηλό αντιστοιχεί η «μαθηματική πορνογραφία» του Gonzo. Με όρους Μπαντιού είμαστε σ’ αυτήν αντιμέτωποι με την “υπερβολή της αναπαράστασης”. Στην Gonzo πορνογραφία, πορνογραφία χωρίς υπόθεση, άμεση προσπάθεια εξεικόνισης της σεξουαλικής πράξης ως τέτοιας, δεσπόζει η Πορνοστάρ. Το θηλυκό ως ουσιολογικοποιημένη, υποστασιοποιημένη σεξουαλικότητα του προς κατάκτηση. Με μεγάλο στήθος, αποτριχωμένο αιδοίο και μονίμως διαθέσιμο προς χρήση πρωκτό, η Πορνοστάρ εισέρχεται στην σκηνή προλογίζοντας τον εαυτό της, εκθέτοντας σε γραμμική μορφή την πορεία που την έφερε στο συγκεκριμένο δωμάτιο για να γίνει αντικείμενο ηδονής. Με έμφαση στο γκρο πλαν, το Gonzo προσπαθεί να συλλάβει την αναπαράσταση των γεννητικών οργάνων. Κι ενώ η Πορνοστάρ δεσπόζει στη σκηνή ως παρουσία, το πέος και το σπέρμα θα αποτελέσουν την φαντασιακή υπερπλήρη ολότητα χάριν της οποίας υπάρχει και η σκηνή. Στο Point of View, τύπος σκηνής όπου η θέση της κάμερας ταυτίζεται με το βλέμμα του άντρα πορνοστάρ, προσφέροντας μιας προσομοίωση συμμετοχής στον θεατή, αυτή η μεταφυσική του πέους εκτίθεται σε όλη της την μεγαλοπρέπεια: αποτελώντας το μόνο ορατό μέλος του άντρα, περιστρέφει τη σκηνή γύρω του, μέχρι την στιγμή της εκσπερμάτισης που θα αποτελέσει και το σημείο λήξης.

    Σε τι διαφέρει η «δυναμική πορνογραφία»; Ας δούμε πρώτα το καντιανό δυναμικό υψηλό, πάλι δια χειρός Ξηροπαϊδη:



    «Το «δυναµικώς υψηλό» έχει απεναντίας την καταγωγή του στην επιτελούµενη από µιαν απόσταση ασφαλείας αναµέτρηση του υποκειµένου µε πανίσχυρα φυσικά φαινόµενα. Η φαντασία του παρατηρητή αισθάνεται οδύνη από το γεγονός ότι πρέπει να παραστήσει φυσικά φαινόµενα τα οποία προκαλούν φόβο και τρόµο, καθόσον απειλούν την εµπειρική ύπαρξη µε πλήρη εκµηδένιση. Το θάρρος που επιδεικνύει η φαντασία του ευρισκόµενου σε απόσταση ασφαλείας εµπειρικού υποκειµένου παριστάνοντας εντός της τα τροµακτικά αυτά φυσικά φαινόµενα γίνεται συγχρόνως πηγή µιας ανώτερης απόλαυσης η οποία απορρέει από την αίσθηση του υποκειµένου ότι η έλλογη ικανότητα να δρούµε αυτόνοµα µε βάση τον ηθικό νόµο δεν απειλείται από τη φύση. Το εµπειρικό εγώ ανακαλύπτει έτσι την ηθική του υπεροχή έναντι της φύσης, στην οποία θεµελιώνεται µια «αυτοσυντήρηση άλλου είδους». Ο εµπειρικός άνθρωπος υποκύπτει, αλλά «η ανθρώπινη φύση στο πρόσωπό» του παραµένει αλώβητη και αταπείνωτη»[3].

     

    Αν η μαθηματική πορνογραφία χαρακτηρίζεται από την υπερβολή της αναπαράστασης, η δυναμική χαρακτηρίζεται από την υπερβολή του μη αναπαραστάσιμου. Η πορνοστάρ εδώ είναι νεκρή. Η πορνογραφική σκηνή είναι αποκεντρωμένη. Πέος και σπέρμα προβληματοποιούνται, να το πω καλύτερα αποϊεροποιούνται. Ας το δούμε από λίγο πιο κοντά. Στις αρχές του νέου αιώνα, η βιομηχανία του πορνό βρέθηκε αντιμέτωπη με δυο μεγάλες επαναστάσεις Πρώτα, με την εκτίναξη του ερασιτεχνικού πορνό, άμεσα πλέον διαθέσιμου από τα πάμπολλα σάιτ σωλήνα. Η διάκριση παραγωγού και καταναλωτή πορνογραφίας διαγράφτηκε εν μια νυκτί. Ο καθένας μπορεί να καταγράψει τις ερωτικές συνευρέσεις του και να τις αναρτήσει προς θέαση. Λίγο αργότερα, η επανάσταση τον σόσιαλ μήντια. Η πορνοστάρ, από ακριβωθώρητη πρωταγωνίσιτρια των φαντασιώσεων, γίνεται άλλη μια χρήστρια του twitter, του instagram, και του facebook. Η επανεκκίνηση της πραγματικότητας που η πορνογραφία επικαλείται, διαχέεται πλέον εκτός στενού πλαισίου. Η σκηνή, με την έμφαση στο υψηλό του μεγέθους, αντικαθίσταται από ένα συνεχές, ένα υψηλό της κατάστασης. Ενώ στην αφήγηση της Gonzo πορνογραφίας η πορνοστάρ έχει βιογραφία αλλά όχι προσωπική ιστορία, εδώ έχει μόνο τη δεύτερη, μόνο στοιχεία βιογραφίας. Θραύσματα από την καθημερινότητα της Στόγια, π.χ., η καθυστέρηση σε ένα βενζινάδικο, μια φωτογραφία να καπνίζει το πρωί πίνοντας καφέ, η ίδια το μεσημέρι να παίζει με τα γατάκα της: μια σειρά μετωνυμικών κινήσεων που μπορεί να είναι άπειρη και να υποκαθιστά στο τέλος την πορνογραφική σκηνή ως τέτοια. Η πράξη της ηδονοβλεψίας διευρύνεται στον περίγυρο της πορνογραφικής αφήγησης.

    Η διεύρυνση αυτή επερωτά την κυριαρχία του πέους και του σπέρματος. Ας πάρουμε για παράδειγμα την σκηνή της Sasha Grey από την ταινία Δίχτυα 8. Αντίστροφο στριπτίζ για αρχή, τα απαραίτητα προκαταρκτικά στην συνέχεια, μια εξέλιξη στο πλαίσιο ενός προβλεπόμενου χάρντκορ Gonzo. Η λεπτή διαφοροποίηση έρχεται στην κορύφωση: η εκσπερμάτωση του παρτενέρ στο στόμα της Grey δεν σηματοδοτεί, όπως συνήθως, το τέλος της σκηνής. Η Grey θα βγάλει το μεταξωτό γάντι που καθ’ όλη τη διάρκεια της σκηνής φοράει και θα φτύσει εκεί το σπέρμα, για να το πιεί εκ νέου. Περισσότερο από ένα παιχνίδι της στιγμής, από μια χειρονομία δίχως νόημα, έχουμε εδώ την λεπτή ειρωνεία της επανοικειοποίησης αυτού που αποτελεί το σημάδι της κυριαρχίας ως παιγνιωδώς ανηρημένου. Θα καταπιώ το σπέρμα σου, την παγιωμένη ουσία της κυριαρχίας σου, αλλά με τους όρους μου, όροι οι οποίοι αναδεικνύουν την ρευστή φύση αυτής της κυριαρχίας.

    Ακόμη περισσότερο προβληματοποιείται η παντοδυναμία του σπέρματος σε σκηνές που στο απώγειο του Gonzo θα εντάσσονταν στην στενά φετιχιστική επικράτεια, που τώρα όμως διατηρούν μια παρατακτική σχέση με το μέινστρημ είδος (η ίδια η αποσταθεροποίηση των κατηγοριών, η παρατακτική συνύπαρξη τους η πολλαπλότητα των κανονιστικών απεικονήσεων είναι ένα μεγάλο θέμα από μόνο του). Στις σαδομαζοχιστικές παραγωγές του kink.com για παράδειγμα, το σπέρμα συνήθως απουσιάζει τελείως. Ο βασανισμός του πέους και το τήζινγκ είναι μια διαδικασία χωρίς τέλος. Ο οργασμός της γυναίκας, πολλαπλός και διαδοχικός, είναι αυτός που θα σηματοδοτήσει την στιγμή του τέλους της σκηνής. Τέλος που είναι κατ’ ουσίαν τυχαίο, καθώς η δράση θα μπορούσε να συνεχιστεί κι άλλο —από τη στιγμή που η στύση και η εκσπερμάτιση δεν βρίσκονται στο προσκήνιο, η γραμμικόκητα της μαθηματικής πορνογραφικής αναπαράστασης καταρρέει. Ακόμα όμως και αν επέλθει εκσπερμάτιση αυτή δεν θα απευθυνθεί προς το γυναικείο σώμα, ως σημάδι ελέγχου του, ως κίνηση ιδιοποίησής του. Ή το σπέρμα θα απλωθεί στο σώμα του άντρα ή αυτός θα εξωθηθεί να το καθαρίσει, γλείφοντας και καταπίνοντάς το. Να το διαγράψει από ίχνος.

    Το ζεύγος μαθηματικής και δυναμικής πορνογραφίας υπάρχει παράλληλα στους κόλπους μια βιομηχανίας που παραμένει ανθηρή και ανοικτή σε ένα ευρύ πλέγμα εξουσιαστικών σχέσεων. Η δυναμική πορνογραφία ωστόσο, παραμένοντας εντός αυτού του πεδίου των σχέσεων, και χωρίς την πρόθεση της ρήξης, όπως συμβαίνει στο μεταπορνό, στο φεμινιστικό και στο κουήρ πορνό, προκαλεί ωστόσο ρηγματώσεις στην κυρίαρχη, μονογραμμη, κανονιστική πορνογραφική μεταφυσική του σπέρματος και του πέους. Η προβληματοποίση της πορνογραφικής αναπαράστασης ως έκφρασης της επιθυμίας, η ειρωνική υπόδειξη της διαφυγής της επιθυμίας από την πορνογραφική αναπαράστασή της, το συνεχές μιας πολύπλευρης κανονιστικότητας σεξουαλικής συμπεριφοράς (και το νέας κοπής άγχος να είμαι σεξουαλικά πολυσθενής) δημιουργούν μια πραγματικότητα που καλεί σε πιο εστιασμένες προσεγγίσεις του φαινομένου, αποδιαρθρώνονττας εντέλει και τις δικές μας θεωρητικές προκατανοήσεις. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.

    Χρήστος Νάτσης

     
  8. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Ο Μέγας Ανατολικός είναι μυθιστόρημα του Ανδρέα Εμπειρίκου που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, την περίοδο 1990-92, σε οκτώ τόμους. Η συγγραφή του διήρκεσε από το 1945 μέχρι το 1951, ενώ η τελική του μορφή οριστικοποιήθηκε περίπου το 1970. Χαρακτηρίζεται ως το «έργο ζωής» τού Εμπειρίκου και ένα από τα τολμηρότερα βιβλία στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας.

    Αποτελεί το ογκωδέστερο ελληνικό μυθιστόρημα, το οποίο περιλαμβάνει, στην τελική μορφή του, πέντε μέρη που εκτείνονται σε 100 αριθμημένα κεφάλαια και περίπου 2.100 σελίδες. Η ελευθεροστομία του και το άκρως ερωτικό περιεχόμενό του προκάλεσαν αντιδράσεις, επιτρέποντας τη σύγκρισή του με άλλα γνωστά έργα της ερωτικής λογοτεχνίας, όπως τις 120 Μέρες των Σοδόμων του Μαρκήσιου ντε Σαντ.


    http://www.scribd.com/doc/78029758/Ανδρέας-Εμπείρικος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-I

    http://www.scribd.com/doc/78038082/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-II

    http://www.scribd.com/doc/96593173/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-VI

    http://www.scribd.com/doc/96589707/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-VIII

    http://www.scribd.com/doc/78072681/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-IV

    https://www.scribd.com/doc/78078961/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-V

    https://www.scribd.com/doc/96597482/Ανδρέας-Εμπειρίκος-Ο-Μέγας-Ανατολικός-Τόμος-VII
     
  9. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    Καλή αντάμωση στα πουτανάδικα
    by ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ



    Ο καπιταλιστής απεχθάνεται τον πόλεμο όπως ο διάολος το λιβάνι. Ο καπιταλιστής δεν στέλνει τα παιδιά του στον πόλεμο. Στον πόλεμο τρέχουν σαν τα κουτάβια οι υποτελείς. Αυτοί είναι περήφανοι για την πατρίδα, τα όπλα, την παναγία και το έθνος. Οι υποτελείς καταστρέφονται, νικούν ή χάνουν, ζουν ή πεθαίνουν.

    Οι υποτελείς είναι προγραμματισμένοι για τον πόλεμο. Στην πραγματικότητα ανανεώνουν τον κύκλο της υποτέλειας, ώστε αυτή, να έχει εκ νέου ζωτικό όφελος για τον καπιταλιστή. Ο πολιτισμός που μοστράρεται από δεξιά και αριστερά, στα κούλουμα της λάιφ στάιλ πολιτικής αντίστασης, είναι βουτηγμένος στα σκατά. Γεννάει σκατά. Γεννάει πόλεμο.
    Γεννάει μαλακία. Κακής ποιότητας μαλακία. Η μεσαία τάξη όταν παίρνει θέση στις λεγόμενες επαναστατικές προκηρύξεις προκαλεί κοιλόπονο απ’ το γέλιο. Όπως όταν παίρνει θέση η λέξη Δημοκρατία στα δελτία ειδήσεων με θέα τους ξυλοδαρμούς.

    Ξαφνικά εκεί που τα είχαμε όλα έρχονται οι κακοί να μας τα αρπάξουν. Ω τι φοβερή μεγαλοφυής μπούρδα, αφού αγαπητοί κύριοι, η μεσαία τάξη είναι μια μπούρδα. Είναι το σκατό που βγαίνει απ’ τον σπουδαίο κώλο του καπιταλιστή και πέφτει με γδούπο πάνω στα κεφάλια της εργατικής τάξης. Ο μεσαίος ήτο πάντα ένα παράσιτο και καλά θα κάνει να πάει εκεί όπου ανήκει. Ο μεσαίος υπήρξε και υπάρχει ως χειρόφρενο κατακτήσεων. Ως ο αρκουδιάρης γυρολόγος κάθε μικροαστικής συνήθειας. Το μαγαζάκι μου, το γραφειάκι μου και στ’ αρχίδια μου. Η μεσαία τάξη λούζεται τώρα το ιδεολόγημα που την έκανε μεσαία. Κι αν κάποιος κάνει αντάρτικο γι’ αυτή την τάξη είναι ή μαλάκας ή πράκτορας. Συνήθως από αφέλεια είναι και τα δύο.

    Η κοινωνία του Θεάματος περνάει απ’ το πολιτικό κιτς στην πολιτική πορνογραφία. Ο μεσαίος έχει μετατραπεί σε ματάκια. Μπορεί εύκολα να δώσει κώλο στο διευθυντή του, στον προϊστάμενο του, στον εργοδότη του. Γουστάρει τα σύμβολα που τού κάθονται στο σβέρκο και τους παπάδες που τού κάθονται σα μύγες στο μουνί. Γουστάρει να τα χώνει, αλλά εκεί που δεν κινδυνεύει ν’ ακουστεί και εκεί που δεν κινδυνεύει να αναλάβει ευθύνες. Είχε και έχει πάντα άλλοθι τους αυτόκλητους αντάρτες πόλεων και χωριών και τα φασιστοκούνελα που χαιρετάνε το μαύρο ήλιο και αφανίζουν τους λεχρίτες μετανάστες που ήρθαν να πάρουν τις δουλειές απ’ τα παλληκάρια ελληνόπουλα. Δεν θαύμαζα ποτέ τους ήρωες ούτε με εμπνέουν οι ηρωισμοί. Δεν μου λέει τίποτε κάποιος μικροαστός χέστης να έχει στο καθιστικό του τον Καραϊσκάκη.
    Δεν μου λένε τίποτε οι αγανακτισμένοι μαλάκες. Δεν μου λέει τίποτε η γκρίνια των συμπολιτών μου. Δεν μου λένε τίποτε οι βαρύγδουπες δωματίσιες επαναστατικές κορώνες. Δεν μου λένε τίποτε οι βλαμμένοι υποτελείς δάσκαλοι. Οι διανοούμενοι που σκίζονται για την πατρίδα. Κι ούτε θέλω να ανταμώσω κανένα πούστη στα γουναράδικα. Θέλω μόνο να ζήσω σωστά. Να βλέπω σωστά. Να τρώω σωστά. Να γαμάω σωστά. Να σκέφτομαι σωστά. Και για να συμβούν όλα αυτά θα πρέπει να αλλάξει η κοινωνία. Να πεταχτεί σαβούρα αιώνων στον καιάδα. Να γίνουν οι αρμόζουσες πνευματικές πατροκτονίες. Κάθε στιγμή θα πρέπει να αναπνέουμε σωστά.

    Η αναπνοή μας να έχει την καύλα της ζωής κι όχι τη μυρουδιά του θανάτου. Να παίρνουμε ζωή απ’ την πρωινή δροσούλα κι όχι απ’ το χνώτο του ασφαλίτη. Να μαθαίνουμε απ’ τα μικρά παιδιά κι όχι απ’ τους σοφούς γέρους.

    Καλή αντάμωση στα πουτανάδικα.
     
  10. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor



    ... (Σας το αποτείνω με αγάπη)

    Απαλλαγμένος από κάθε ηθική
    επιστρέφω στη γη να επιτελέσω ένα καθήκον.
    Να γίνω ένα με τη σκληρή πραγματικότητα.
    Πλάνη;;; Μπορεί...
    Η εποχή που ανατέλλει είναι αμείλικτη.
    Εγώ, πάντως, μπορώ να πω, ότι νίκησα∙
    σβήστηκαν όλες οι απαίσιες αναμνήσεις.
    Πρέπει να είσαι, οπωσδήποτε, στο πνεύμα της εποχής.
    Τέρμα οι ευλογίες και τα ευλογητάρια∙
    κράτα το κερδισμένο έδαφος.
    Το πρόσωπό μου, ρούφηξε το ξεραμένο αίμα.
    Πίσω μου, το τίποτα...
    Ααα!!!
    Μόνο, ένα...Άθλιο δεντράκι...
    Οι αγώνες του πνεύματος είναι εξίσου άγριοι με τους
    πολέμους των ανθρώπων.
    Και είμαστε μόνο, στην αρχή...
    Αγαπημένο χέρι( 
    τί να πω γι' αυτό... Γελάω! Μπορώ να γελάω με τις παλιές μου, ερωτικές απογοητεύσεις.
    Εκεί κάτω, αντίκρισα, την κόλαση των γυναικών και
    δικαιούμαι να συλλάβω την...Αλήθεια,
    σε μια ψυχή
    και ένα σώμα.
    Πρέπει να είσαι, οπωσδήποτε, στο πνεύμα της εποχής.
    Θα συνηθίσω...
    Θα συνηθίσω...
    Θα συνηθίσω...
     
  11. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

    [Η Αναγέννηση Υπήρξε Ποιοτικό Σκοτάδι] Του Νίκου Καρούζου

     

    Α. Μπελεζίνης: Στο ποίημα σας “Σχέδια για δύο εικόνες” αποδίδετε στους δυτικούς ευθύνη για την νοσηρότητα που εμφανίζουν τα σύννεφα “στο χρώμα και στα σχήματα”, υποθέτω όχι μόνο στην ζωγραφική αλλά και στον τρόπο που τα βλέπαμε στην φύση. Στον τελευταίο στίχο ρωτάτε: “Δεν το βλέπετε το σκοτάδι των χειραψιών σας;” Θεωρείτε γενικά νοσηρή την αναγεννησιακή και ευρωπαϊκή ζωγραφική και “σκοτεινά” τα έργα των χεριών και της αφής (χειρ+άπτω) των Δυτικών ;

     


    Ν. Καρούζος: Η αναγέννηση μου φέρνει πάντοτε πλήξη στα εικαστικά της φανερώματα, θυσιάστηκαν εκεί μεγαλοφυΐες. Ο Μεσαίωνας ήτανε διαδικαστικά σκοτεινός, είχε το ομόψυχο φως της κοινότητας, η Αναγέννηση υπήρξε ποιοτικό σκοτάδι. Δεν παραβλέπω την δημιουργική σημασία της, με την αστείρευτη βοήθεια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, του “ήθους” και του “πνεύματός της” […] Δεν παραβλέπω την ωθητική της αποτελεσματικότητα για ό,τι προέκυψε τους επόμενους αιώνες-φιλοσοφική λευτεριά, διαλάμπει το άτομο και η επιστημονική συνείδηση αναπτύσσεται σε αλλεπάλληλες εξελίξεις. Αλλά ακριβώς το άτομο τελικά συνιστά το κακό της. Κι αυτό το κακό κυριαρχεί στην τέχνη της και κυρίως στην ζωγραφική της που είναι ολότελα διαιρετική. Γιατί στην Αναγέννηση είναι αλλού η ζωή και είναι αλλού το “απείκασμα”. Συνέπεια, η “φιλολογία” (μεγαλοφυών διαστάσεων). Εγκαινιάζοντας την υποκειμενικότητα η Αναγέννηση, έπληξε θανάσιμα το νόημα της θρησκείας, το νόημα του κοινοτικού είναι. Κι αυτά συνέβησαν επειδή ορφάνεψε από πίστη. Βέβαια ο Λούθηρος πήγε να ξεσκατώσει την κατάσταση , πρόταξε την αυθεντικότητα του βιώματος “πίστη”, μα ωστόσο έχωσε την Ευρώπη πιο βαθιά μέσα στο βάλτο “άτομο” παρά τις αγνότατες -ίσον κοινοτικές-προθέσεις του. Η καλλιτεχνική πράξη με αφετηρία την αναγέννηση και μέχρι τις ημέρες μας είναι subjective στον ευρωπαϊκό χώρο. Πρέπει τούτο να το ονομάσουμε αρρώστια. Εγώ τουλάχιστον αισθάνομαι άρρωστος. Δεν είναι μονάχα εικαστικό το ζήτημα.




    artworks : Florin Ion Firimiţã

    bibliotheque.gr