Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Πως ξεκινήσατε

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Εμπειρίες' που ξεκίνησε από το μέλος LeoNaRDo, στις 25 Ιουνίου 2015.

  1. cadpmpc

    cadpmpc Contributor

  2. Master Electro-pain

    Master Electro-pain Staff Member

    Για το status του -στο δημόσιο λόγο- ο καθένας είναι ελεύθερος να διατείνεται οτιδήποτε. Αληθώς ή ψευδώς!

    Για το πρώτο, δε νομίζω να υπάρχουν αποδείξεις (ή... πτυχία) που να το επιβεβαιώνουν.
    Υπάρχουν, όμως, εκπεφρασμένες απόψεις που καταδεικνύουν το δεύτερο.
     
  3. tithon

    tithon Contributor

    ο κλαψομούνης δεν είναι κυριαρχικός
    early signs of ...
     
  4. cadpmpc

    cadpmpc Contributor

  5. mOuNix

    mOuNix Do you know what you can hold without touching it?

  6. sigh

    sigh .

    Η πρώτη συνομιλία έγινε από ένα καρτοτηλέφωνο στην πλατεία του Αγ. Νικολάου. Οκτώβρης 2015.
    Φύσαγε, κι εγώ γελούσα απο αμηχανία στον τρόπο που μου μιλούσε. Έμπαινα απο νετ καφε στο φορουμ επειδή κάτι "ταρζανιές" που δοκίμαζα ονλινε, μου είχαν θέσει λαπτοπ και κινητό υπο επίβλεψη για δυο βδομάδες, ενώ διατηρούσα σουπερ ανωνυμία με το να του τηλεφωνήσω στο σταθερό που βιαστικά σημείωσα σ ένα χαρτάκι.
    Ένιωθα ενθουσιασμένη που επιτέλους μιλούσα μ έναν Dom, και μάλιστα από τους φερόμενους ως vip του χώρουμ. Εκείνη την περίοδο, ουδεμία σχέση είχα με το "βερίκοκο" που θα λεγε κι εκείνος. Αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα σε φαντασιώσεις, αντιδράσεις, επιφυλακτικότητα και μυθοποίηση. Αισθανόμουν πως επιτέλους είχα βρει ένα παράθυρο στον κόσμο του.
    Μέσα από την αναγκαία "ανωνυμία" λόγω ηλικίας, θα παρατηρούσα ώσπου να μπορώ να βγω κι εγώ προς τα εκεί μια βόλτα.

    Συνεχίσαμε να μιλάμε σε ο,τι ανώνυμο μέσο υπήρχε διαθέσιμο ονλινε. Περνούσαν οι μήνες κι εγώ έκλωθα τα ερωτηματικά μου παρέα με την ανοχή στις φαινομενικά κυκλοθυμικές του αντιδράσεις. Περνούσαν τα χρόνια και η συμπεριφορά του κυλούσε από την αγάπη στην φαντασίωση, απ την καχυποψία στην λεκτική επίθεση κι απ την κυκλοθυμία στο μάλλον στημένο παιχνίδι.
    Έμοιαζε μ έναν χορό, στον οποίο οι δυό μας λικνιζόμασταν πάνω σε γλυστερή λάσπη και αγκάθια στολισμένα χρυσόσκονη και βελούδινες κορδέλες. Εκείνος με αρβύλες, κι εγώ με σανδάλια που φιλοδοξούσαν να πάρουν βραβείο ανθεκτικότητας.
    "-Με τόσο κωλόχερο και τόσο ξύλο απορώ πως και δεν φεύγεις. Μάλλον θα χεις αντοχές λόγω ηλικίας. Έχεις και γαμώ τους επεξεργαστές ανθυποσβομπίριον..! Ρε σ αγαπάαω..."

    Ζητούσε να βρεθούμε, μιλούσε με πάθος άλλοτε επιτακτικό και άλλοτε ζαχαρωμένο από την περιέργεια. Ονλινε λάθος χειρισμοί της παρορμητικότητάς μου, τα σχεδόν 40 χρόνια ηλικιακής διαφοράς μας, κλικοψουψου για τα οποία ποτέ δεν με προειδοποιούσε, και το σκωτσέζικο ντουζ της συμπεριφοράς του με έκαναν να κρατώ την ανωνυμία ονλινε. Ώσπου, 3,5 χρόνια μετά, έθεσε το τελεσίγραφο της συνάντησής μας. Είχα 15 μέρες.

    Ξεκίνησα με ανυπομονησία και φόβο. Είχα ακούσει πως η πλατεία Βικτωρίας και τα πέριξ, ήταν από τις πιο επικίνδυνες περιοχές της Αθήνας. Αφού χαρακτήρισε την επιφυλακτικότητά μου, χωριατιά και βλαχιά, μου ζήτησε να περιμένω σ ένα καφέ, κι εγώ βολτάριζα στο τετράγωνο με μια γεωργιανή μανιταρόπιτα στο χέρι απο τις πέντε παρά, μέχρι σχεδόν στις έξι που εμφανίστηκε.
    Ήταν σχεδόν παιδιάστικο, τον άγγιξα στον ώμο με το δάχτυλό μου, λες και ήθελα να σιγουρευτώ πως επιτέλους, μετά από σχεδόν 4 χρόνια ήταν απτός, κοντά μου. Εκείνος, το πήρε μάλλον σαν κάλεσμα και επιδόθηκε σε ορμητικές εκδηλώσεις πόθου, με φόντο τους πολύχρωμους θαμώνες και την αμηχανία μου. Μετακινήθηκα πιο πέρα, μου κλώτσαγε την καρέκλα κι εγώ γελούσα επειδή η όλη σκηνή μου έμοιαζε λες και κάτι το παιδιάστικο κρυβόταν πίσω από μια κουρτίνα, κι έβγαινε ανθισμένο γκροτέσκο.
    Παρόλα αυτά, μου έφτανε που για πρώτη φορά ήμασταν έστω χιλιομετρικά κοντά, κι αυτό μου έδινε ελπίδα για μια πιο ουσιαστική προσέγγιση που θα πέθαινε τελευταία. Ένιωθα μια άγρια χαρά, είχα επιτέλους τολμήσει. Δεν ήμουν πια η κλασομπανιέρα, με την οποία μεμφοντάς με, εδώ και καιρό με παρακινούσε. Κι όλο χαμογελούσα. Μου ζήτησε να με φωτογραφήσει κι αρνήθηκα. Προσπαθούσα να δείχνω άνετη στα δυο οφλινε φορουμικά μέλη απέναντί μου, αλλά δεν ήμουν κιόλας.

    Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα πως έχω μονάχα μισή ώρα ως το τελευταίο δρομολόγιο του ΚΤΕΛ και πως η απομυθοποίηση 4 χρόνων, χρειαζόταν πολύ περισσότερο χρόνο.
    Του ζήτησα να πάμε μια βόλτα, είχα σχεδόν πέντε ώρες μέσα στο λεωφορείο και περίπου άλλες τόσες σ εκείνη την πλατεία, αλλά δεν ήθελε.
    Οπότε, ενθουσιάστηκα ακόμη περισσότερο που θα γνώριζα κάτι παραπάνω από εκείνον. Τον μυθοποιημένο χρόνιο έρωτά μου, στον προσωπικό του χώρο.

    Θαύμασα την ρετρό αρχιτεκτονική του κτιρίου, φρίκαρα με την παρακμή εντός, ένιωσα να πνίγομαι απ τον καπνό και τη σκόνη. Η εμπειρία μου, στα βουδουσουμικά, ήταν στο ζίρο λέβελ παρόλα αυτά, όλες οι δοκιμασίες που ακολούθησαν εκείνη τη νύχτα, έμοιαζαν λες κι ήτανε οικείες.
    Έμοιαζε με ένα ιδιότυπο μωσαϊκό από σπασμένα κομμάτια, που για λίγες ώρες κατάφεραν να κρατηθούν μαζί.
    Χρόνια πλεγμένα όνειρα με γεύση μπιτερ 70%, μαύρα όπως η νύχτα που τερμάτιζε την κλήση ως το ξημέρωμα. Λίγη αγαποζαχαρίτσα να διώχνει την πικρίλα και ένα μεγάλο ρολόι απέναντι στον τοίχο, να μετράει την απόσταση ως το τέρμα.

    Βρισκόμουν επιτέλους μαζί του, κι ούτε ο πόνος ούτε ο φόβος, μα ούτε και η μπίχλα θα μ έκαναν να τα παρατήσω. Τα λαδωμένα μακριά μαλλιά του, μπερδεύονταν με τον καπνό, το ανεκπλήρωτο, τα φιλιά και τα χαστούκια. Άγνωστες μέχρι τότε υφές όπως κροπ, φλογκερ, χειροπέδες, σφήνες, σχοινιά, κολάρο, χάρακας και βίτσα απέκτησαν σαν συντελεστές μουσικής δωματίου, μια σημασία.
    Ώσπου κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και μου ζήτησε να μην μιλήσω. Τον άκουγα να λέει σε μια κοπέλα που τον αναζητούσε, πως ετοιμαζόταν για ύπνο και πως είχε βρεθεί με φίλους.
    Μου εξήγησε πως την επόμενη μέρα, θα της έλεγε την αλήθεια. Ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησα πως το μοίρασμα της μπανάνας, το πλεχτό με τα επάλληλα δίπολα και ο,τι είχαμε εμβριθώς συζητήσει, απείχε παρασάγγας από την πραγματικότητα, όσο απείχαν οι βουδουσουμικές μου φαντασιώσεις με ο,τι εκείνη τη νύχτα βίωνα, όσο απείχε η εικόνα που είχε πλάσει ο ένας για τον άλλον μέσα απ την οφλινε αλληλεπίδρασή μας.

    Επιζητούσα το σκοτάδι για να συντηρήσω το όνειρο, κι εκείνος άναβε τα φώτα. Αφηνόμουν σε ο,τι με καλούσε και ξεχνούσα όλες τις ουσιώδεις αποστάσεις ανάμεσά μας. Ατμοσφαιρική "μουσική" με κρουστά σε άγραφο λευκό καμβά. Αυτοσχέδιες ριπές κι απ το σχοινί στον τοίχο. Σαν κάδρο και σαν ολόγιομο ερμάρι. Σαν τέχνη και σαν σφαχτάρι. Ριπές που ομοιοκαταληκτούν σε -αρι.
    Με το πρόσωπο στον τοίχο, αναρωτιόμουν τι είμαι για εκείνον. Σε κάθε ερωτηματικό, αυξάνονταν κι ο πόνος απ τις ριπές του. Δεν έβρισκε χώρο ν απλωθεί το συναισθηματικό ζητούμενο, έβρισκε όπως κι εγώ, τοίχο.

    Ένιωθα αμήχανα με την γύμνια, εντός κι εκτός εισαγωγικών. Ελάχιστα γνώριζα γύρω απ την στυτική δυσλειτουργία, ακόμη πιο λίγα, σχετικά με τον τρόπο να προξενώ πόνο σ έναν γκροτέσκο θηλασμό, ενώ παράλληλα προσπαθούσα να συνδέσω την προσφώνηση του "μπέμπη" με κάποια ένδειξη τρυφερότητας. Στο βλέμμα μου, είπε, η ζωγραφισμένη απορία, του ενέπνεε χαστούκια. Και φιλιά. Και πάλι απ την αρχή, χωρίς ειρμό και λόγια. Ένα φλας κάποια στιγμή άστραψε ενώ ήμουν δεμένη.
    "-Γιατί το έκανες αυτό; -Επειδή μπορούσα. Θέλεις να δεις; έβγαλες ωραία φωτογραφία. -Όχι."

    Πέρα απ την φυσική μου συστολή, συνειρμικά μου ερχόταν οι κοπέλες που μου δειχνε κατα καιρούς σε ασπόμαυρες φωτογραφίες. Άγνωστα ονλινε και μη άτομα, στις πιο πριβέ στιγμές τους. Οργασμικό φινάλε εμπειριών που αποτυπώνονταν σε πρόσωπο και πιο πολύ σε σώμα, μ εμένα να προσπαθώ να επικοινωνήσω σαν θεατής, αυτή την ξένη για μένα γλώσσα, που πάντα έμοιαζε τόσο να τον εκφράζει.

    "-Μην τυχόν και μιλήσεις ποτέ για μένα. Κανείς δεν θα ξέρει τι έχουμε."

    Κάποια στιγμή, πριν το τέλος, ήθελε να μου χαρίσει κάτι, να τον θυμάμαι. Μου δωσε ένα πλαστικό παιχνιδάκι ζωάκι κι ένα στυλό που έγραφε πάνω computer studio. Και πάλι το βλέμμα της απορίας, κι αντί για χαστούκι, η απάντηση πως για εκείνον έχει συναισθηματική αξία. Του το έδωσε κάποιος, είπε, του οποίου είχε σπάσει το γραφείο πριν χρόνια.

    Πάντα αντιδρούσα παρορμητικά σε ο,τι με ενοχλούσε. Μεγάλη αντοχή στον πόνο, μικρή στον θυμό.
    Έμοιαζε λες και ήθελα να τρέξω μακριά, όσο το δυνατό πιο γρήγορα, με όχημα ο,τι πιο ανάλαφρο είχε η φαντασία. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, "κρατιόμουν" από τα κάδρα στους τοίχους. Το ταλέντο του. Και να πιστέψω πως είμαι μαζί του.

    "-Είσαι ο παλιοπούτανος μου; -Όχι. Θέλω να είμαι η κοπέλα σου. -Μα είσαι η κοπέλα μου. -Τι έχουμε τελικά εμείς; -Το όλα και το τίποτα."

    Μαζί μου είχα την τοσκα την κολώνια. Επαναλάμβανα μέσα μου την λέξη, να μην ξεχάσω πως νιώθω, τώρα που έφευγε όλο και πιο πολύ η αγαποζαχαρίτσα από το κυρίως. Δεν χρειαζόταν να δοκιμάσω την μαυρίλα της σοκολάτας που κρατούσα στο χέρι όταν τον πρωτοείδα, πριν 14 ώρες, μετά από σχεδόν τέσσερα χρόνια.

    Χρειαζόταν όμως μια δεύτερη συνάντηση, για να τον αποχαιρετήσω. Λιακάδα εκείνη τη μέρα, κι όλα σκοτάδι ανάμεσά μας.
    "-Θα υπακούς. Θα με ρωτάς. Χωρίς αγάπες και λουλούδια. Οι σχέσεις εξ αποστάσεως είναι ως εξής: Είμαστε κοντά, είμαστε μαζί. Φεύγεις, τελειώνει το θέμα, μέχρι την επόμενη συνάντηση.
    -Πλάκα μου κάνεις; -Όχι."

    Πεινούσε μου είπε και μου ζήτησε ψιλά, μιας και τυχαία δεν είχε. Με ρώτησε κι εμένα αν πεινάω. Δεν είχα όρεξη για τυρόπιτα σφολιάτα, πολύσπορο κι ένα μικρό νερό που μου παρήγγειλε μαζί μ ένα ευρώ που επίσης τυχαία δεν είχε.
    Είχα βαρυστομαχιάσει από χρόνια μεταμεσονύκτια δύσπεπτα κλωτσομπλα μπλα, που ήταν λες και πάλευαν να χωνευτούν μαζί με τις ιριδίζουσες φουσκίτσες των μπεμπεδογουτσουγουτσου λοβ, που σαν το ανθρακικό στην γκαζόζα, έσκαγαν στον αέρα.
     
  7. Just_Me

    Just_Me Contributor

    Μέσα από μία κουβέντα που έφερε έναν καφέ κ εξελίχθηκε σε μία ανοιχτή
    πρό(σ)κληση...
    Ευτυχώς Τον ακολούθησα!
     
  8. Kentavros

    Kentavros Owned by Mistress Kits

    Πολλες λιγο πολυ ιδιες ιστοριες με διαφορετικα προσωπα (μπορει και τα ιδια με διαφορετικους συνδιασμους)
    Και το ερωτημα παντα το ιδιο... αξιζει ή δεν αξιζει ολο αυτο??
     
  9. entelweis

    entelweis Regular Member

    Ίσως το είχα πάντα μέσα μου απλά ήταν σε λανθάνουσα κατάσταση κι χρειαζόταν το κατάλληλο σπρώξιμο για να εκδηλωθεί....

    Στα 18 μου γνώρισα κάποιον ο οποίος μου έβγαλε κι ξύπνησε αυτή την πλευρά μου... κι από τότε για μένα όλο αυτό είναι κομμάτι του χαρακτήρα μου
     
  10. Koproskylo

    Koproskylo Regular Member



    "..τόσκατόσκατόσκατόσκα..."
     
     
  11. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    Σε ένα φτηνό φοιτητικό διαμέρισμα. Με μια συνομήλικη, πολύ ερωτευμένη μαζί μου κοπελίτσα. Περιφρονούσα την αδυναμία που μου είχε και την τέντωνα με κάθε τρόπο, μέχρι να δω πόσο θα αντέξει.

    Με ηδόνιζε η εξουσία που είχα πάνω της, με ηδόνιζε που την είχα όποτε ήθελα, όπως ήθελα, όπου ήθελα. Περιφρονούσα τον έρωτά της αλλά στην πραγματικότητα τον ζήλευα, πως τον ζήλευα...

    Δέκα με τη ζώνη χρειάστηκε για να ραγίσει και το σπάσιμο δεν άργησε, ήρθε λίγο καιρό μετά. Και συνεχίσαμε τη ζωή μας, ραγισμένη εκείνη, σπασμένος εγώ.
     
  12. Vassiliki

    Vassiliki Regular Member

    Δεν αξίζει κατ εμέ. Όσο αξιόλογος κι αν είναι εκείνος πίσω από την οθόνη. Είναι μεγάλο το ρίσκο πόσο μάλλον αν μιλήσουμε για κοινή ζωή στην ίδια πόλη. Ταλαιπωρία και συναισθήματα που οδηγούνται σε τέλμα αργά ή γρήγορα, όσο γλυκά οδυνηρό και να είναι το ταξίδι . Ο κανόνας φυσικά επιβεβαιώνεται με την εξαίρεση.