Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Τι είναι για εσάς ο έρωτας;

Συζήτηση στο φόρουμ 'Σεξ και Σχέσεις' που ξεκίνησε από το μέλος Syrah, στις 8 Μαϊου 2008.

  1. <3 να χορευουν οι ματιες σ ενα δικο τους σκοπο
     
  2. estelwen

    estelwen χρήσιμη Contributor

    Τι συμβαίνει […] και δεν ημπορεί κανείς να απολαμβάνη πάντοτε τον έρωτα σαν μίαν ωραίαν οπώραν […], σαν ένα ωραίο τοπείον, σαν ένα ωραίο ξένοιαστο πρωί, πασίχαρο, αυροφίλητο, γιομάτο ευφροσύνη, σαν ένα μυροβόλο περιβόλι, ή σαν μια καθαρή αμμουδιά, λουσμένη από γαλάζιο πέλαγος ευδαιμονίας; Μήπως δεν φταίει καθόλου, μα καθόλου ο έρως […]. Μήπως φταίει ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τον έρωτα, τόσον εις το ατομικόν, όσον και εις το κοινωνικόν επίπεδον; Μήπως, αν δεν έμπαινε στη μέση το λεγόμενον «αίσθημα» και η λεγομένη «ηθική», θα ημπορούσε τότε μόνον να είναι ο έρως τέλειος και απλός και εύκολος, επ’ άπειρον πανήδονος και απολύτως παντοδύναμος – όλο χαρά (μόνο χαρά), όλο γλύκα (μόνο γλύκα), χωρίς απαγορεύσεις, στερήσεις, πικρίες, διάφορα «μούπες-σούπα» και άλλα αηδή και ακατανόητα, όπως η αποκλειστικότης, η εντός του γάμου αγνότης και όλη η σχετική με αυτόν απέραντη όσον και μάταια ηθικολογία και φιλολογία;

    Ανδρέας Εμπειρίκος, Ο Μέγας Ανατολικός, τ. 1, κεφ. 6
     
  3. íɑʍ_Monkeץ

    íɑʍ_Monkeץ Contributor

  4. tithon

    tithon Contributor

    στάση ζωής είναι, γωνία θέασης.
     
  5. Lady Nawashi

    Lady Nawashi ...I'll whip your body and kiss your soul...

    πες μου τι σημαίνει έρωτας, να σου πω τι είναι για μένα...
     
  6. stratos83

    stratos83 Regular Member

    Τω μεθύειν το εράν όμοιόν εστι. Ποιεί γαρ θερμούς και ιλαρούς και διακεχυμένους.

    Πλούταρχος, 47-120 μ.Χ., Αρχαίος Έλληνας ιστορικός

    μτφρ: Ο έρωτας μοιάζει με το μεθύσι. Κάνει τους ανθρώπους θερμούς, εύθυμους και διαχυτικούς.
     
  7. Ταξιδευτης

    Ταξιδευτης Regular Member

    Το ταξιδι στον ερωτα: Ανοιξα μια χαραμαδα στο χρονο για να να το δω..τρομαξα σαστισα φρικη με κυριεψε..βλεπεις ελλειπες εσυ..Ετρεξα πισω στο παρελθον για να ηρεμησω να σωθω..κι'ομως ερειπια παντου..
    -Βλεπεις;
    -Σε διεγραψα...
     
  8. Μαύρη Ντάλια

    Μαύρη Ντάλια Η μόνη ανωμαλία είναι η ανικανότητα να ερωτευθείς.

  9. Ermioni

    Ermioni Regular Member

  10. Brigitte

    Brigitte Contributor

    Δεν υπάρχει ευτυχισμένος έρωτας”, έλεγε σ’ ένα ποίημά του ο Αραγκόν. Στην πραγματικότητα όμως, για όσο διαρκεί, κι όποιες μεταπτώσεις και να έχει, ο έρωτας δεν μπορεί παρά να είναι ένα πάθος (για την/τον αγαπημένη/νο), με τα ευτυχή και δυστυχή που μπορεί να περικλείει. Ασφαλώς υπάρχει πόνος στους έρωτές μας, αλλά είναι ένας πόνος που προκαλεί μια αγωνία που δημιουργεί ηδονή. Ίσως το πάθος του μας οδηγήσει ακόμα και στη δυστυχία. Μα είναι ακόμη μεγαλύτερη δυστυχία το να μην έχεις νιώσει ποτέ στη ζωή σου το πάθος του έρωτα!», (από συνέντευξη του Πασκάλ Μπρικνέρ)…

    «”Τι εστί έρως, λοιπόν; αναρωτιόταν ο Τζιάκομο Καζανόβα και ο οποίος αφού τον βίωσε όσο κανείς άλλος ίσως απαντούσε: έρως, ο μη ορισμός! Της φύσεως θεός. Η γλυκύτερη πικρία, η πικρότερη γλυκύτης. Τέρας θεϊκό, που ορίζεται μόνον διαμέσου των παράδοξων. Ο έρωτας είναι η απάντηση σε όλα. Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος είναι και η ερώτηση. Έρωτας λοιπόν σημαίνει έρωτας”.
     
    Last edited: 6 Ιουλίου 2016
  11. echo

    echo ***

    ΤΕΡΑΤΟΥΡΓΗΜΑ - Γιώργος Μπλάνας

    [Σκοτάδι πυκνό. Καθόλου άνεμος. Κανένας ήχος. Σαν ασφυξία τα πάντα γύρω. Πάνω στην κορυφή του Καυκάσου ή πολύ μέσα βαθιά σε μια ψυχή· όποια ψυχή, χθεσινή, σημερινή, αυριανή. Στο βάθος σαλεύει η ζοφερή μορφή της Μέδουσας. Πιο μπροστά στην σκηνή —γιατί μπορεί να είναι μια θεατρική παράσταση ή ένας εφιάλτης όλο αυτό— ο Περσέας, ένας πάνοπλος νέος, κρυμμένος πίσω από έναν βράχο. Ακούγεται η Μέδουσα:]

    Στάσου εκεί, βουρκόπαιδο· εκεί, πίσω απ’ τον βράχο.
    Κανείς δεν πλησιάζει μια γυναίκα ασφυκτικά μοναχική, μέσα σε τόση διαύγεια, δίχως απώλειες σε ψυχή.

    Εκμεταλλεύσου —σε προτρέπω— την προθυμία μιας νύχτας κρεμασμένης απ’ τα χείλη της σιωπής,
    κι αν θες να φύγεις αποδώ μόνο με μιαν αυτάρεσκη πληγή που, αργά ή γρήγορα, θα ξεχαστεί κι αυτή στην πανδημία της ζωής σου,μην τολμήσεις να σηκώσεις το βλέμμα από τη γη. Δεν πρόκειται ν’ αντέξεις.

    Εκτός αν δεν σου έμαθαν να βλέπεις τα στοιχειώδη· πράγμα μάλλον απίθανο· άπληστοι είναι, όχι βλάκες:
    ιερείς, στρατιωτικοί, πολιτικοί, φιλόσοφοι (νομοταγείς κι επαναστάτες), οικόσητα μιας μολυσματικής αλήθειας, που ωστόσο δεν τους στέρησε ποτέ τα προς το ζειν.

    Πόσες φορές την έφεραν στο χείλος της ασητίας... άλλος βούρκος αυτός!
    Έτσι κι αλλιώς είναι οι μόνοι που υπάρχουν· επαρκώς.

    Οι άλλοι, εμείς: τα τέρατα, κι εσείς: οι ευέλπιδες —ποιας ακατάσχετης αφέλειας κανείς δεν φαίνεται να ξέρει·
    προς το παρόν— οφείλουμε να καταφεύγουμε στα όνειρα, να είμαστε όνειρα, να λιμοκτονούμε με τ’ αποφάγια —ο ένας του άλλου— των ελπίδων και των φόβων μας.

    Κι όταν τους πνίξει από παντού η ανάγκη ν’ ανασάνουν λίγη από κείνη την αιώνια απάτη, την έναστρη, ουράνια, την ζοφερή απάτη του σύμπαντος, ξέρουν αυτοί ποιους διαλέγουν.

    Μυρίζεις προσδοκία από μακριά: σκέψεις υπόδουλες, θρεμμένες με την νοσηρή ευφρόσυνη, την άρρωστη κινητικότητα του εξαπατημένου δούλου· πράξεις ανόητες —ανόητε— που δεν οδηγούν πουθενά εκτός πυθμένα.
    Τα στάσιμα νερά είναι, βέβαια, πάντα νερά: βρώμικα, σκουληκιασμένα, αλλά νερά. Τέλος πάντων, μπορούν το ελάχιστο, το στοιχειώδες: να πνίξουν τον ανύποπτο.

    Κατάλαβες, βουρκόπαιδο; Θέλει ένα δόντι εξυπνάδας στη μασέλα του ζώου, που πασχίζει να σκεφτεί μέσα του, καθένας για να κυλιστεί στο βούρκο της πραγματικότητας, δίχως να πνιγεί.
    Κι αν δεν κάνω λάθος, είσαι ακόμη ζωντανός. Ανύποπτος, κάπως ανόητος, αλλά ζωντανός.

    Κράτα το βλέμμα σου, λοιπόν, και κράτα την απόσταση που θα σου δώσει μια σίγουρη—καίτοι μολυσματική, κάπως οδυνηρή και πάνω απ’ όλα χρόνια— διάκριση στον βάλτο της πόλης σου.
    Άλλη η δική μου αρρώστια. Δεν είναι για τα μάτια σου.
    Πες μου τώρα τι θέλεις. Έχει σημασία να το ακούσεις.

    Όσο για μένα... ξέρω καλά πως δεν ανέβηκες τόσο σκοτάδι χάριν πνευματικής αναψυχής.
    Αν και δείχνεις αρκετά αφελής, ώστε να σ’ έπεισαν, ίσως, πως θ’ αντικρίσεις στην ερημιά κάποιο είδος αλήθειας.

    Φαίνεται πως οι σοφοί άρχισαν ήδη να μιμούνται τις σαύρες. Ή μήπως όχι; Μίλα!
    Η φωνή δεν ενέχει κινδύνους, όταν την πετάς σαν πέτρα καταπάνω στα κουφάρια που άφησε πίσω της μια όποια αμήχανη σιωπή. Δεν σκέπτεται καν· όσο κι αν σκεφτείς.
    Η ρητορική, αγόρι μου, η ρητορική: τερατώδης επινόηση!
    Πώς; Δεν ακούω τίποτε. Βουβάθηκες; Τι σου συμβαίνει; Μη μου πεις!

    Είσαι από κείνα τ’ αφόρητα έλλογα πλάσματα, που νομίζουν πως δεν πρέπει να χαραμίζουν τα λόγια τους σε πράγματα αθέατα;
    Δεν σου φτάνει η φωνή μου, για να ξέρεις πως υπάρχω;
    Μα, δεν αγάπησες ποτέ; Από το βλέμμα αγάπησες εσύ; Μιαν εικόνα αγάπησες, όπως όλοι;
    Σκέψου τι είναι μια εικόνα. Σκέψου ποια λέξη άκουσες όταν αγάπησες· αν αγάπησες. Σκέψου ποια λέξη αγάπησες όταν αγάπησες· αν αγάπησες.

    Δεν αγάπησες· το νοιώθω! Άκου, λοιπόν! Ακούς τα φίδια; Είναι τα φίδια που σαλεύουν στο σκοτάδι.
    Πες μου τι βλέπεις... Όχι, όχι, μην σηκώνεις τα μάτια! Τι βλέπεις σου ζητάω να μου πεις.
    Άσε το βλέμμα σου. Τι ξέρει αυτό; Άκου και πες μου τι βλέπεις.
    Τα μαλλιά μου, ε; Βλέπεις ένα κεφάλι γυναικείο με φίδια· όχι μαλλιά.

    Σε κατάλαβα. Άρπαξες την πρώτη εικόνα που βρήκες στριμωγμένη στο δισάκι της αφέλειάς σου.
    Ανόητε! Αν τυλίγονταν απάνω σου μαλλιά κατάμαυρα σαν φίδια ένα βράδυ μεθυσμένο με φιλιά,
    αν ένοιωθες κάποτε κάπου μέσα στο σκοτάδι πως θέλεις να σε πνίξουν, παρά να μείνει το σώμα σου χωρίς το σώμα της αγάπης μιαν άλλη νύχτα, θα μπορούσες να δεις μιαν άλλη λέξη εκεί που βλέπεις άλλη μια φρίκη.

    Ωστόσο, είμαι βέβαιη πως κάτι δεν πάει καλά μ’ εσένα. Τι ακριβώς σου είπαν;
    Γυρίζει ακόμη ελεύθερος εκείνος ο φιλόσοφος, που νομίζει πως ξέρει όσα δεν ξέρει και μάλιστα καλύτερα απ’ όσα ξέρει; Ή μήπως δεν γεννήθηκε ακόμη;

    Σιγά σιγά· όλα με την σειρά τους.
    Εδώ πάνω η Ιστορία είναι ολόκληρη κάθε φορά μες στο σκοτάδι: η ανάσα ενός θηρίου πληγωμένου.
    Τέλος πάντων. Αυτά δεν σε αφορούν· ακόμα.
    Καλύτερα να σου μιλήσω για τα χέρια μου.
    Σου είπαν πως είναι χάλκινα; Ίσως. Εγώ δεν τα κοίταξα ποτέ. Δεν χρειάστηκε ή δεν θέλησα. Τι ν’ αγκαλιάσω εδώ πάνω; Τις αναμνήσεις μου;

    Οι αναμνήσεις γίνονται χειρότερες κι απ’ τον χειρότερο χαλκό, όταν δεν έχουν κανένα μέλλον ν’ ακονίσουν:
    αρκετά εύπλαστες ώστε να πάρουν το σχήμα της συμφοράς σου, αλλά πάντα απαθείς, ανέστιες, στις επικλήσεις της ψυχής·εκτός ίσως από κάποιαν ανυπόφορη αίσθηση σκουριάς, που καλύπτει ίσα ίσα τις πληγές με μια ψευδαίσθηση ανακούφισης.

    Ωστόσο, το ψεύδος καταντά τρέλα όταν δεν μπορείς να δεις την κόψη που το χάραξε μέσα σου· έστω την χαρακιά.
    Δεν σου μίλησαν, υποθέτω, για τον παραλογισμό που μ’ έφερε εδώ πάνω.
    Φυλάγονται, βουρκόπαιδο, από τους προβληματισμούς. Ξέρουν πως δεν ξέρουν ποια λέξη μπορεί ν’ ανοίξει ξαφνικά τα σπλάχνα του Άδη κάτω από τους κήπους τους και φυλάγονται.

    Εν πάση περιπτώσει όλο και κάτι θα σου είπαν.
    Δεν μπορεί να μην κοιμήθηκες μια τουλάχιστον φορά, ακούγοντας εκείνη την μπαγιάτικη ιστορία για τη Νύμφη που ενέδωσε στην ρώμη του Ποσειδώνα μέσα στον Παρθενώνα!
    Τους φαντάζομαι να φτύνουν τις λέξεις μία μία σαν να τοξεύουν το κουνάβι της προστυχιάς τους: Νύμφη, ρώμη, Παρθενώνας...


    Λοιπόν, βουρκόπαιδο, ερωτεύτηκα κι ο έρωτας δεν έχει νόημα αν δεν σταθεί στην άκρη μιας τρέλας, αν δεν σπάσει κάτι ανεπίτρεπτο στα δόντια της νύχτας.
    Τα λουλούδια, τ’ απογεύματα, οι μελαγχολικές σκιές και κάποιο ανύποπτο πουλί πάνω απ’ το κύμα, ανήκουν στην βουλημία μιας άλλης ανθρωπότητας, πολύ ψεύτικης, πολύ φοβισμένης, ώστε να συμβιβαστεί με την θηριωδία της.

    Εγώ προτίμησα να νοιώσω την άγρια λάμψη της πέτρας στο σώμα μου —αυτό νομίζω εξαγρίωσε την παρθένα της λογικής—προτίμησα ν’ αγκαλιάσω ένα ζώο μέσα στο σκοτάδι, ένα ζώο υγρό, σκληρό, ανόσιο, αρχαίο.
    Μόνον έτσι μπορείς ν’ αγκαλιάσεις ολόκληρο το τίμημα του έρωτα· και μόνο από θεό.
    Δεν μόλυνα τον Ναό της. Τον τρόμο που απαιτεί ναούς για να είναι ανθρώπινος μόλυνα: τον λαχτάρησα και τον χόρτασα.

    Και οργίστηκε η έλλογη παρθένα και λογίστηκε η σκύλα η Αθηνά την τάξη της λατρείας της.
    Κάποτε γύριζε στα πεδία των μαχών και σκύλευε κουφάρια, καθάριζε τον κόσμο απ’ τ’ αποφάγια ενός τετράποδου, που σάλευε προς το δίποδο.
    Έτσι την τραγουδούσαν οι ποιητές, όταν ήξεραν να πληγώνουν τις λέξεις με την γλώσσα τους, και το αίμα ήταν ο οργασμός του ρόδου στην άκρη του αγκαθιού κι ο θάνατος τρόμος γλυκύτατος, καρπός του δέντρου καθενός: η φλέβα ρίζα κι η καρδιά δυο φύλλα σαλεμένα στον άνεμο της σάρκας.

    Ναι τότε, πριν αρχίσουν να σκούζουν σκέψεις, να μαϊμουδίζουν εικόνες· πριν, πολύ μέσα πριν.
    Ύστερα επινόησε την ιερότητά της, κι ο κόσμος έγινε πραγματικό σφαγείο· μια ιδέα, βουρκόπαιδο. Το κτίσμα που βεβήλωσα ήταν μια ιδέα.
    Κι έτσι το σύμπαν μπορεί στέκεται στα δυο του άκρα —ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο— αλλά τυχαίνει να είναι τα μπροστινά.

    Λοιπόν, αν όπως δείχνει ο οπλισμός των χεριών σου —τον οπλισμό της καρδιάς σου πραγματικά τον αγνοώ— ήρθες εδώ για να στερήσεις τα σκοτάδια από ένα τέρας, ν’ αποδείξεις την δύναμη των φώτων, πρέπει να δουλέψεις στα τυφλά.
    Όχι γιατί το βλέμμα μου θα σε αφοπλίσει, αλλά γιατί δεν πρόκειται να δεις τίποτε μέσα στο σκοτάδι σου.
    Νόμισες πως είμαι τόσο τιποτένιο πλάσμα, ώστε να μείνω εντελώς ανωχύρωτη εδώ πάνω;

    Σε περίμενα, ανόητε. Περίμενα κάποια στιγμή να φτάσει κάποιος που δεν θα βλέπει, κάποιος που δεν θα ξέρει τι σημαίνει τ’ όνομά μου,κάποιος που θα σκοτώσει μια λέξη ανεπίστρεπτη πολύ μέσα του, πολύ πριν με σκοτώσει για τα καλά.

    Μέδουσα σημαίνει «Κυρίαρχος», βουρκόπαιδο.

    Σκέψου ποιον τρόμο αντικρίζει η αυτή η άναυδη λέξη:

    «Κυρίαρχος»...

    Όχι, άφησε καλύτερα! Κλείσε καλά τα μάτια κι έλα να τελειώνουμε. Έτσι κι αλλιώς, ένα ψέμα σ’ έφερε εδώ πάνω. Ή μήπως ήταν λάθος;
     
  12. Lost Hours

    Lost Hours Regular Member

    έρωτας ειναι να αγαπάς τις ομοιότητες και αγάπη να ερωτεύεσαι τις διαφορές