Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

Συζήτηση στο φόρουμ 'Κοινωνία' που ξεκίνησε από το μέλος underherfeet, στις 21 Οκτωβρίου 2011.

Thread Status:
Not open for further replies.
  1. woohoo

    woohoo Regular Member

    Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Τι μπάρντον.

    Και μονο από τις σκηνές sex αναγούλιασα, ειδικά όταν ήταν μέσα και οι δίδυμες. Νομίζω πως από τα πρώτα 15 λεπτά είχα καταλάβει περί τίνος πρόκειται, η υπόλοιπη ήταν ταινία για το τι πιο καφριλικο θα έκαναν. Την γάτα ας μην τη σχολιάσω, ας έβαζαν το βλάκα να τρέχει φωνάζοντας ο ''δράκουλας''. Το τέλος έμεινε αόριστο. Νομίζω πως οι διάλογοι φαινόταν έστω και λίγο προετοιμασμένοι. Το humor ότι η λάμπα λέγεται μουνί και όλα τα σχετικά με έκαναν να γελάσω λίγο που δεν ταίριαζε στην υπόλοιπη ταινία.

    Και όσο έβλεπα την ταινία, έλεγα ''ok λαθυμνε, το έπιασα το μήνυμα, φτάνει τώρα, ΚΛΕΙΣΤΕ ΤΟ!!!! ''.

    Νομίζω πως θα μπορούσα να πω και αλλα. Αλλα τέλος πάντων. Είχα φύγει αηδιασμένος, ευτυχώς που τουλάχιστον δεν έδωσα λεφτά για να την δω!
     
  2. sw

    sw

    Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    ααα.. οκ !
    ειπα κι εγω ...
    στο πρωτο ποστ σου ειχε φανει πως την εχεις δει την ταινια.

    Γι:mwink:ργος
     
  3. Elysium

    Elysium Contributor

    Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Σε ό,τι αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, η «ισχνή» παραγωγή καλύπτει σήμερα περίπου το 80% (πριν αποφασίσουμε μάλιστα να εισάγουμε φυσικό αέριο ήταν αρκετά υψηλότερη), των απαιτήσεων της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας.
    Τα στοιχεία από τη Ρ.Α.Ε.
    ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

    Μπορώ να σε ρωτήσω για ποιο λόγο συνεχίζεις να παραπληροφορείς; (θα εκτιμούσα μια ειλικρινή απάντηση).

    Ποια χώρα η οποία χρεοκόπησε, διέκοψε τις εισαγωγές τροφίμων;


    Το χρέος μίας χώρας δεν αποτελεί παράγοντα πιθανής χρεοκοπίας αν μπορεί να εξυπηρετηθεί με το δανεισμό. Το χρέος της Αργεντινής είχε δυναμική μη αναστρέψιμη μιας και το 90% ήταν σε ξένο νόμισμα όταν τα χρόνια πριν τη χρεοκοπία τα συναλλαγματικά αποθέματα μειώνονταν λόγω των χαμηλών εξαγωγικών εσόδων. Της Ελλάδος είναι κατά 99.6% σε εγχώριο νόμισμα (ευρώ), συνεπώς η βαρύτητα του δείκτη τρεχουσών συναλλαγών στο ποσοστό του εξωτερικού χρέους (τον οποίο αναφέρεις παρακάτω), δεν έχει καμιά σχέση με της Αργεντινής.

    Πηγή από άρθρο της Eurobank:
    www.euro2day.gr/dm_documents/Οικονομία_και_αγορές_ztuud.doc


    Εσωτερική επάρκεια ενέργειας δεν μπορεί να έχει μια χώρα όταν εισάγει και από άλλα κράτη.
    Electricity sector in Argentina - Wikipedia, the free encyclopedia
    http://earthtrends.wri.org/pdf_library/country_profiles/ene_cou_032.pdf


    Κατά τα λοιπά η μοναδική χρονιά όπου το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Αργεντινής είχε θετικό πρόσημο ήταν την επόμενη της χρεοκοπίας (2002). Μπορώ να σε ρωτήσω και πάλι για ποιο λόγο παραπληροφορείς;

    Πηγή από άρθρο της Eurobank:
    www.euro2day.gr/dm_documents/Οικονομία_και_αγορές_ztuud.doc




    Αυτές οι πηγές σου είναι από το περιοδικό – φυλλάδιο “LIFO”; Γιατί αυτό γράφει κάτι τέτοια.
    Η Αργεντινή είναι σήμερα η Τρίτη χώρα σε εξαγωγές χοιρινού κρέατος (προς τι οι υπερβολές 
    Argentine beef - Wikipedia, the free encyclopedia


    Όσο για το τι ήταν τότε:

    Source: Reuters, 11 May 2001, [edited]
    <http://news.excite.com/news/r/010511/14/food-disease-argentina>
    Argentina diagnosed 566 outbreaks of foot-and-mouth disease virus (FMDv) as
    of 5 May 2001, the national food and animal health inspection service
    Senasa said in a statement.
    The outbreaks of the highly contagious disease are concentrated in Buenos
    Aires province. Argentina, the world's fifth-largest beef exporter, lost
    its main export markets in March 2001
    when officials said they had found
    animals infected with the financially devastating disease.


    Υπάρχει λόγος για υπερβολές;
    Νομίζω πως αυτές ακριβώς είναι ο ορισμός του λαϊκισμού.
    Μια πρόχειρη έρευνα να κάνεις έστω στο Internet (κι ας μην είναι σε site της Eurostat), θα διαβάσεις πιο έγκυρα στοιχεία.





    Να και κάτι στο οποίο συμφωνώ.
     
  4. woohoo

    woohoo Regular Member

    Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

        Μήπως ξέχασες ένα δεν? Δεν είμαι βέβαιος ότι δεν πρόκειται για ειρωνεία.
     
  5. vautrin

    vautrin Contributor

    PSI: στο φως της επόμενης μέρας.

    Του Γιάννη Βαρουφάκη

    Αν έπρεπε να έχουμε μάθει ένα πράγμα όλοι μας τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό είναι το εξής απλό μάθημα: Όλες οι ως τώρα επίσημες εκτιμήσεις, οι θριαμβευτικές ανακοινώσεις, οι προβλέψεις ανάκαμψης, όλη η συζήτηση που εκπορεύεται από την κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης εδώ και δύο χρόνια, τελικά προσκρούουν στον κυματοθραύστη της πραγματικότητας, ακυρώνονται εκ των πραγμάτων, ξεπερνιόνται από την ιστορία.

    Μαζί με όλους, θέλω να ελπίζω ότι, αν όχι τώρα, σύντομα, αυτός ο θλιβερός κύκλος θα κλείσει και μαντάτα που διαφημίζονται ως καλά να αποδειχθούν ότι είναι όντως καλά. Έως τότε, όσο και να διαφωνούμε ως προς το τι πρέπει να γίνει, τι προκρίνει το συμφέρον της πατρίδας, σε ένα πρέπει να συμφωνήσουμε: Δεν δικαιολογείται πλέον σε κανέναν μας η άκριτη αποδοχή της «επίσημης εκδοχής» των πραγμάτων.

    Στις γραμμές που ακολουθούν προτείνω μια οπτική γωνία από την οποία μπορούμε, και πρέπει, να ερμηνεύσουμε τις τελευταίες εξελίξεις για το PSI και την νέα δανειακή συμφωνία ανεξάρτητα του αν συμφωνούμε με την πολιτική που ακολουθεί ή πρέπει να ακολουθεί η κυβέρνηση (ή ακόμα και η Ευρώπη στο σύνολό της). Δεν θα συμφωνήσουμε για το τι πρέπει να γίνει. Τουλάχιστον ας συμφωνήσουμε για το τι «παίζεται».

    Σύντομο βιογραφικό του κουρέματος

    Από τον Μάρτιο του 2010 και για ενάμιση χρόνο, σε αυτές τις σελίδες και αλλού, επιχειρηματολογούσα ότι, εφόσον η Ευρώπη δεν επανασχεδιάζει το ευρωσύστημα, το ελληνικό δημόσιο χρέος θα αναδιαρθρωθεί, θα «κουρευτεί», θα διαγραφεί μερικώς. Δεν ήταν θέμα επιθυμίας ή επιλογής. Απλά, το «κούρεμα» δεν ήταν δυνατόν να αποφευχθεί. Εκείνη την εποχή η οποιαδήποτε συζήτηση περί «κουρέματος» αντιμετωπιζόταν από κυβέρνηση, Τράπεζα της Ελλάδας, ΕΚΤ, ΕΕ και τα «σοβαρά» μέσα ενημέρωσης ως αιρετική, επικίνδυνη, δημαγωγική.

    Όταν η μακρά άρνηση της πραγματικότητας κάποια στιγμή υποχώρησε υπό το βάρος της αλήθειας, η αναδιάρθρωση (ή, επί το λαϊκότερον, το «κούρεμα») έγινε αποδεκτή από τους ισχυρούς της Ελλάδας και της Ευρώπης σε δύο δόσεις.

    Τον περασμένο Ιούλιο την αποδέχθηκαν επί της αρχής, με την πρώτη πρόταση μιας πολύ μικρής αναδιάρθρωσης που δεν θα άγγιζε την ονομαστική αξία των ομολόγων (αλλά που θα επιμήκυνε τις αποπληρωμές και για μείωνε το επιτόκιο). Κατόπιν ήρθε το κυρίως πιάτο, τον Οκτώβριο του 2011, με την ιδέα ενός «κουρέματος» τουλάχιστον 50% επί της ονομαστικής αξίας του χρέους (που δεν είχε ήδη περάσει στην τρόικα).

    Από τότε, η πάλαι ποτέ «απαγορευμένη» αναδιάρθρωση, το «κούρεμα»-ταμπού, έχει αναχθεί σε εθνική και ευρωπαϊκή υπόθεση και η κοινή γνώμη ταλαιπωρείται με τη φιλολογία περί ποσοστών «εθελοντικής» συμμετοχής, ενεργοποίηση CAC, πυροδότηση CDS κλπ.

    Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει σημασία. Πλην ενός: Κατά πόσον την «επόμενη μέρα» το ελληνικό χρέος θα είναι βιώσιμο. Επειδή τις τελευταίες μέρες η συζήτηση τείνει να γίνει γελοιωδώς περιπεπλεγμένη, επιτρέψτε μου να προσπαθήσω μια απλοποίηση (χωρίς καμία υπεραπλούστευση).

    Η διαφορά ενός «καλού» κι ενός «αποτυχημένου» κουρέματος

    Έστω ένα «κούρεμα» της τάξης του Χ% ενός συγκεκριμένου χρέους το οποίο το αποδέχεται ο δανειστής επειδή συνειδητοποιεί ότι ο υπόχρεος αδυνατεί να αποπληρώσει το συνολικό ποσό όχι μόνο σήμερα αλλά διαχρονικά. Πότε λέμε ότι το «κούρεμα» πέτυχε τον στόχο του; Όταν το εναπομείναν χρέος (100-Χ)% μπορεί να εξυπηρετηθεί από τον πτωχευμένο. Δηλαδή, το Χ πρέπει να είναι παράλληλα (α) το ελάχιστο δυνατόν (από την πλευρά του δανειστή) και (β) αρκετά μεγάλο για να είναι βιώσιμο το χρέος που απομένει μετά το «κούρεμα». (*)

    Ας εξετάσουμε την σημερινή συγκυρία μέσω μιας αλληγορίας: Έστω ότι ο Λουκάς χρωστά €100 χιλιάδες στην τράπεζα. Το χρέος αυτός συσσωρεύεται χρόνια τώρα και πρόσφατα, λόγω μείωσης των εισοδημάτων του, όλοι κατανοούν ότι δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί. Έρχεται λοιπόν το «κούρεμα» στο οποίο η τράπεζα συναινεί επειδή προτιμά να εισπράξει κάποιο μέρος των εκατό χιλιάρικων παρά τίποτα. Έτσι Λουκάς και τράπεζα συμφωνούν ότι:

    - ο Λουκάς θα καταβάλει στην τράπεζα €15 χιλιάδες μετρητά,
    - ο Λουκάς θα δώσει στην τράπεζα έντοκα γραμμάτια (με επιτόκιο μεταξύ 3% και 4,5%) των €32 χιλιάδων (τα οποία δεσμεύεται να αποπληρώσει σε βάθος χρόνου)
    - η τράπεζα δέχεται να διαγράψει τα υπόλοιπα €53 χιλιάδες χρέους.

    Για να γίνουν τα παραπάνω, ο Λουκάς θα πάρει νέο μεγάλο δάνειο από δεύτερη τράπεζα για να μπορεί: (α) να δώσει τις €15 χιλιάδες στην πρώτη τράπεζα, (β) να εξυπηρετεί τα νέα γραμμάτια των €32 χιλιάδων και (γ) να καλύπτει όπως-όπως κάποια από τα λειτουργικά του έξοδα τα οποία δεν μπορεί, προς το παρόν, να καλύψει μέσα από τα πενιχρά του εισοδήματα.

    - Ερώτημα: Κατέστη το χρέος του Λουκά βιώσιμο μετά από αυτό το κούρεμα;
    - Απάντηση: Εξαρτάται από το εάν τα επόμενα χρόνια το εισόδημά του επαρκεί για να επιβιώνει ώστε να εργάζεται ώστε να έχει εισοδήματα ώστε και να επιβιώνει και να αποπληρώνει τα δανεικά του (στην πρώτη και στην δεύτερη τράπεζα).

    Ως εδώ νομίζω ότι όλοι μας μπορούμε να συμφωνήσουμε, ανεξάρτητα του αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε με την σύναψη της εν λόγω δανειακής συμφωνίας. Η διαφωνία μας έγκειται στο εάν η απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα είναι εν δυνάμει καταφατική ή αρνητική. Ας μην αφεθούμε όμως ακόμα στην διαφωνία. Ας προσπαθήσουμε για λίγο ακόμα να παραμείνουμε στο πλαίσιο του «κοινού τόπου», της κοινής ανάλυσης της κατάστασης.

    Στην υποθετική περίπτωση του Λουκά, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ένδειξη για το κατά πόσον το χρέος τους κατέστη βιώσιμο ή όχι από την συμφωνία κουρέματος. Είναι η εξής: Η αξία των νέων γραμματίων των €32 χιλιάδων (που ανέλαβε ο Λουκάς ως μέρος της συμφωνίας του με την αρχική τράπεζα)!

    Αυτά τα γραμμάτια αποτελούν, μην ξεχνάμε, περιουσιακό στοιχείο για την τράπεζα που τα κατέχει. Έχουν αξία καθώς ο κάτοχος ενός τέτοιου γραμματίου έχει «λαμβάνειν» από τον Λουκά. Εφόσον η «αγορά» πιστεύει πως το χρέος του Λουκά έχει καταστεί βιώσιμο, η τράπεζα θα μπορούσε να τα πουλήσει σε ιδιώτες επενδυτές άμεσα σε τιμή πολύ κοντά στην ονομαστική τους αξία. Γιατί να τα αγοράσουν οι επενδυτές; Επειδή δίνουν, σε μια εποχή ελάχιστων επιτοκίων, επιτόκιο πάνω από 3%. Αν οι επενδυτές πίστευαν ότι το χρέος του Λουκά είναι πλέον βιώσιμο, κάθε ένα από αυτά τα γραμμάτια ονομαστικής αξίας π.χ. €100 θα έπρεπε να πωλείται προς €100 (ίσως και περισσότερο αν οι επενδυτές δεν μπορούν να βρουν επιτόκια πάνω από 3% σε άλλες μορφές «σίγουρων» επενδύσεων).

    Με άλλα λόγια, κι εδώ δεν χωρά η μεταξύ μας διαφωνία, μια ένδειξη του πόσο βιώσιμο είναι πλέον το χρέος του Λουκά δεν είναι άλλη από την απόκλιση της τιμής που είναι διατεθειμένοι να καταβάλουν οι ιδιώτες για ένα από αυτά τα γραμμάτια των €100 από τα… €100. Όταν αυτή η απόκλιση είναι μηδενική τότε συμπεραίνουμε ότι η «αγορά», οι ιδιώτες, κρίνουν συλλογικά πως ο Λουκάς μπορεί να εξυπηρετήσει το μετά το «κούρεμα» χρέος του. Αν όμως τα γραμμάτια των €100 δεν μπορούν να πωληθούν για πάνω από €50, τότε έχουμε ένα δεύτερο ντε φάκτο «κούρεμα» που προκύπτει, ουσιαστικά, από την εκτίμηση των ιδιωτών ότι η πιθανότητα μη αποπληρωμής των νέων γραμματίων του Λουκά φτάνει το 50%.

    Έως εδώ συμφωνούμε όλοι. Σε αυτό το σημείο αρχίζουν οι διαφορετικές ερμηνείες. Η κυβέρνηση λέει ότι το επιχειρούμενο κούρεμα (εφόσον ευοδωθεί πλήρως) θα καταστήσει το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Το ίδιο λένε (επισήμως) και οι Ευρωπαίοι ηγέτες μας (αν και κανείς τους δεν το πιστεύει, ούτε και επαναλαμβάνει αυτή την πρόβλεψη όταν οι κάμερες και τα μικρόφωνα είναι σβηστά). Οι αγορές τι λένε; Δηλώνουν ότι οι πιθανότητες αποπληρωμής του νέου χρέους δεν ξεπερνούν το 20%! Μάλιστα, φίλες και φίλοι. Τα νέα γραμμάτια (ή ομόλογα), του αγγλικού μάλιστα Δικαίου (το οποίο υποτίθεται ότι εξασφαλίζει καλύτερα του δανειστές του ελληνικού δημοσίου), αυτή την στιγμή αξιολογούνται στις διεθνείς αγορές σε τιμές που βρίσκονται κοντά στο 15% της ονομαστικής τους αξίας.

    Ποιος νομίζετε ότι έχει δίκιο; Οι αγορές ή ο κ. Βενιζέλος; Προσωπικά, δεν έχω καμία εμπιστοσύνη στην κρίση των αγορών (μην ξεχνάμε ότι μέχρι πρόσφατα αξιολογούσαν το ελληνικό χρέος ως περίπου αξιόπιστο). Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να πω ότι μάλλον οι αγορές έχουν δίκιο. Γιατί; Επειδή ο κ. Βενιζέλος, για να βγει σωστός, θα πρέπει να πετύχει έναν άθλο που κανείς υπουργός οικονομικών στην οικονομική ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει πετύχει: την αναστροφή της μεγέθυνσης του ΑΕΠ από το -7,5% στο +2% εντός μηνών και μάλιστα σε μια περίοδο βάναυσης μείωσης των δημόσιων δαπανών και εσόδων.

    Προς τι η μακρά διαπραγμάτευση;

    Κυβέρνηση και ΕΕ αναφέρθηκαν χτες στην ικανοποίησή τους που οι μακρές διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της ελληνικού κράτους κατέληξαν σε συμφωνία και στην «αποφυγή της χρεοκοπίας της Ελλάδας». Πρόκειται περί ενδιαφέροντος πειράματος με τα όρια της γλώσσας, με την ικανότητα των πολιτικών να ωθούν στα άκρα την έννοια των λέξεων. Με το αζημίωτο βέβαια.

    Επιτρέψτε μου μερικά σχόλια που ελπίζω να είναι διαφωτιστικά:

    Πρώτον, η χρεοκοπία είναι γεγονός. Αυτό δεν το λέω επιτιμητικά. Οι αναγνώστες των άρθρων μου γνωρίζουν ότι δεν έχω κάποια φετιχιστική απέχθεια προς την χρεοκοπία. Την θεωρώ ένα δυσάρεστο μεν αλλά απαραίτητο (σε κάποιες στιγμές) φαινόμενο στο πλαίσιο των κοινωνιών της αγοράς. Το μόνο που λέω είναι ότι όταν κάτι μοιάζει με πτώχευση, μυρίζει σαν πτώχευση, έχει όλα τα ποσοτικά χαρακτηριστικά και την γεύση της πτώχευσης, τότε μπορεί και να είναι… πτώχευση. Στην περίπτωσή μας, οι ιδιώτες που δάνεισαν το ελληνικό δημόσιο έχασαν περί το 85% της διαχρονικής αξίας των χρημάτων που είχαν λαμβάνειν από το κράτος μας. (**) Ακόμα και οι δανειστές της Lehman έλαβαν από την πτωχευμένη εταιρεία μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό. Το ίδιο και οι δανειστές της Αργεντινής μετά την πτώχευσή της. Η μόνη διαφορά είναι ότι στην περίπτωση του ελληνικού δημοσίου η ΕΕ αποφάσισε ότι η Ελλάδα θα πτωχεύσει αλλά ότι δεν θα επιτραπεί να ειπωθεί ότι πτώχευσε. Τόσο απλά και Οργουελιανά.

    Δεύτερον, αυτή η απόφαση να ονομαστεί δια «νόμου» το κρέας (βλ. πτώχευση) ψάρι (βλ. PSI) είχε ως σκεπτικό την μη ενεργοποίηση των ασφαλίστρων CDS που είχαν αγοράσει όσοι ήθελαν είτε να ποντάρουν στην πτώχευση του ελληνικού δημοσίου, είτε να διασφαλίσουν τα νώτα τους αφού επένδυαν σε ελληνικά ομόλογα. Η αγωνία των «αρχών», Ευρώπης αλλά και Αμερικής, ήταν ότι η πυροδότηση των CDS θα έθετε σε κίνδυνο τις ανόητες τράπεζες που τα εξέδωσαν (χωρίς να έχουν τα χρήματα να τα καλύψουν εφόσον ενεργοποιηθούν). Όμως σήμερα διαβάζουμε ότι το ποσοστό συμμετοχής στο «κούρεμα», στο PSI, θα ξεπεράσει το 95% με την ενεργοποίηση των ρητρών εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου – δηλαδή τον «εξαναγκασμό στην εθελοντική συμμετοχή» όσων δεν συμμετείχαν εθελοντικά. (Ο Orwell κάπου εδώ ετοιμάζεται να αναστηθεί για να μας πάρει στο κυνήγι!) Αν αυτό δεν πυροδοτήσει τα CDS τότε αυτό σημαίνει ότι η επιτροπή που αποφασίζει την πυροδότησή τους απλά δεν θα την αποφασίσει ποτέ, καθώς αποτελείται από τους ίδιους τραπεζίτες που θα πληγούν αν πυροδοτηθούν τα CDS!

    Άρα, προς τι όλη η πολύμηνη διαπραγμάτευση; Γιατί η πτώχευση του ελληνικού δημοσίου να αποτελέσει αντικείμενο συνομιλιών, διαβουλεύσεων, και ατελείωτων συζητήσεων με τον κ. Dallara (τον εκπρόσωπο των τραπεζιτών); Ποιος ο λόγος να αντιμετωπιστούν τα ασφαλιστικά ταμεία που ήταν υποχρεωμένα να δανείζουν το κράτος μας ως ίσα κι όμοια με τους ανόητους τραπεζίτες (ιδίως της Βόρειας Ευρώπης) που επέλεγαν να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα;

    Από την στιγμή που και το «κούρεμα» ήταν μεγάλο, επιπέδου παταγώδους πτώχευσης, και τα CDS θα πυροδοτηθούν (ή όχι) ανεξάρτητα από τις συνομιλίες αυτές, δεν υπήρχε κανένας λόγος διαπραγματεύσεων με τους τραπεζίτες.

    Τρόικα και ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να αποφασίσουν ερήμην των δανειστών του ελληνικού δημοσίου το βάθος και την κατανομή του κουρέματος ανά περίπτωση (από μεγάλο κούρεμα για hedge funds μέχρι μηδενικό για το ΙΚΑ). Το ότι δεν το έκαναν έχει μόνο μια εξήγηση: την αγωνία των πολιτικών μας, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, να διατηρήσουν ανέπαφες τις πολύ καλές τους σχέσεις με τους (πτωχευμένους) τραπεζίτες, ιδίως της Εσπερίας.

    Επίλογος

    Ένα «κούρεμα» το οποίο πριν δύο χρόνια θα ήταν λυτρωτικό, σήμερα αποτελεί μέρος όχι της λύσης αλλά του προβλήματος. Παρατείνει την ήδη αδυσώπητα μακρά περίοδο στην διάρκεια της οποίας η οικουμένη βάζει στο ελληνικό κράτος την ταμπέλα «Προσεχώς Πτώχευση». Πολλοί αφήνουν να εννοηθεί ότι το «κούρεμα» που επετεύχθη ναι μεν αφήνει πολλά προβλήματα άλυτα αλλά τουλάχιστον κερδίζουμε, ελέω PSI, λίγο περισσότερο χρόνο μέχρι να αλλάξει πολιτική η ΕΕ (πιθανόν με μια ήττα Σαρκοζύ στις επικείμενες προεδρικές εκλογές στην Γαλλία). Τους απαντώ ότι πλανώνται.

    Η ανταλλαγή ομολόγων δεν είναι παιχνίδι. Τα νέα ομόλογα αγγλικού δικαίου βάζουν την χώρα μας σε μια απίστευτη περιπέτεια: Αποτελούν χρέος το οποίο δεν θα μπορούμε να αποπληρώσουμε και το οποίο δεν θα δικαιούμαστε να μην αποπληρώσουμε. Αντ’ αυτού θα έπρεπε να εισηγηθούμε στην ΕΕ μια απλή εναλλακτική λύση: Να διαγραφεί το 100% αυτών των χρεών (αντί για το 85% που μόλις «κουρεύτηκε») και, σε αντάλλαγμα, το ελληνικό δημόσιο να μην πάρει ούτε ένα ευρώ από τους εταίρους μας για κάλυψη των τρεχουσών αναγκών του ελληνικού δημοσίου. Έτσι, η δημοσιονομική προσαρμογή θα ήταν πιο ήπια από την λαίλαπα που έρχεται, το χρέος μας θα ήταν λιγότερο αβάστακτο απ’ ότι με το PSI, και ο χρόνος που θα δινόταν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη (έως ότου η τελευταία επανασχεδιάσει το ευρωσύστημα) περισσότερος.

    (*) Ένα παράδειγμα «καλού» κουρέματος χρέους ήταν εκείνο της General Motors το 2009: 90% των δανείων διαγράφηκαν, νέα αναπτυξιακά δάνεια δόθηκαν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για επενδύσεις σε νέες μονάδες παραγωγής και, έτσι, η General Motors όχι μόνο επιβιώνει αλλά και αναπτύσσεται γοργά. Ένας από τους πιστωτές της, το συνδικάτο των εργαζόμενων (που έγινε ντε φάκτο πιστωτής καθώς η εταιρεία χρώσταγε συντάξεις και μισθούς στα μέλη του), έχοντας αποδεχθεί αυτό το «γενναίο κούρεμα», τελικά βγήκε κερδισμένο (σε σχέση με το τι οφέλη θα λάμβανε αν απόρριπτε το κούρεμα του 90%) επειδή δέχθηκε να αποπληρωθεί με μετοχές της εταιρείας.

    (**) Το επίσημο κούρεμα επί της ονομαστικής αξίας συμφωνήθηκε τελικά στο 53%. Ένα ακόμα 32% επαναδανείστηκε στο κράτος με επιτόκια όμως χαμηλότερα από τα αρχικά. Έτσι, η επί πλέον απώλεια αυτών των τόκων ανεβάζει το ποσοστό του «κουρέματος» στο 75% της διαχρονικής αξίας των δανείων. Τώρα που τα νέα ομόλογα (ή γραμμάτια) που πήραν οι δανειστές του δημοσίου χάνουν μέχρι και το 85% της διαχρονικής τους αξίας (καθώς μεταπωλούνται σε τιμές κοντά στο 15% της ονομαστικής τους αξίας), το συνολικό ποσοστό πραγματικού «κουρέματος» αγγίζει το 85%.

    Πηγή: Protagon.gr
     
  6. sw

    sw

    Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    νοου !
    ειρωνεια οχι! *
    αλλα δεν ξεχασα κατι.
    Δεν εχει στοιχεια χιουμοριστικα καθολου η ταινια.
    περιγραφει την τραγικοτητα του μοντελου μιας απελπιστικα ανασφαλους στεγανοποιησης της ζωης .

    Δυστυχως ολους μας αγγιζει το μοντελο αυτο.
    Αλλοι το δουλευουν και αλλοι το κρατουν στεγανο.

    Γι:nod:ργος

    ΥΓ * αντιθετα απο τα 2-3 ποστ σου (μονο που εχω διαβασει) σε συνδιασμο με την ηλικια σου σε συμπαθω!
     
  7. MasterJp

    MasterJp Advisor Staff Member In Loving Memory

    Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι
    Θεσμοί και νοοτροπίες στην ελληνική οικονομία


    Από τον Αρίστο Δοξιάδη[1]

    ΛΟΓΟΠΛΑΙΣΙΟ
    [Καθαρεύουσα και δημοτική] Ο τρόπος που συζητάμε για την οικονομία άλλαξε άρδην, μέσα σε λίγους μήνες. Πριν ξεσπάσει η δική μας κρίση του χρέους ο δημόσιος διάλογος δεν διέφερε πολύ από τον αντίστοιχο στις δυτικές χώρες. Είχαμε τις κλασικές συζητήσεις υπέρ του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, υπέρ της τόνωσης της ζήτησης ή της περικοπής δαπανών, για το φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, κ.ο.κ.
    Λίγοι σχολιαστές επέμεναν στις ελληνικές ιδιαιτερότητες.[2] Για παράδειγμα ότι το Δημόσιο δεν είναι Δημόσιο όταν το έχουν αλώσει ιδιωτικά και συντεχνιακά συμφέροντα, και το ιδιωτικό δεν είναι ιδιωτικό όταν ζει από το δημόσιο χρήμα. Αλλά αυτές οι φωνές δεν ήταν παρούσες ούτε στο λόγο των κομμάτων, ούτε των καναλιών, ούτε φυσικά στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής.
    Οι τεχνοκράτες ασχολούνταν περισσότερο με το επίσημο, παρά με το πραγματικό. Με το ύψος, π.χ., των φορολογικών συντελεστών, αλλά όχι με τους φόρους που πραγματικά πλήρωναν οι επιχειρήσεις – πολύ ψηλότερους από την επίσημη κλίμακα όταν το ΣΔΟΕ επέδραμε επί δικαίων και αδίκων, πολύ χαμηλότερους όταν ο επιχειρηματίας είχε τον τρόπο του.
    Υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον επίσημο λόγο της πολιτείας, της πολιτικής, της τεχνοκρατίας, και σε αυτό που διαισθανόμασταν, που κουβεντιάζαμε στις παρέες, αλλά δεν αρθρώναμε δημόσια. Στον επίσημο λόγο, την καθαρεύουσα, μιλούσαμε για επενδύσεις, προγραμματισμό, ανταγωνισμό, παραγωγικότητα, κίνητρα, ελέγχους, νόμους. Στη δημοτική, για φραπέ, χαβαλέ, και το δαιμόνιο του Έλληνα. Ξέραμε ότι οι δημόσιες διακηρύξεις δεν θα πραγματοποιηθούν, αλλά λέγαμε: ας προσπαθήσουμε, και αν γίνει το ένα δέκατο, πάλι καλά – να μη μείνουμε πολύ πίσω από «την Ευρώπη».
    Τώρα η δημόσια συζήτηση άλλαξε, και ξαφνικά μοιάζει με τις κουβέντες της παρέας. Το δίλημμα «δημόσιο ή ιδιωτικό;» μεταλλάχτηκε: «με τον αργόμισθο ή με το φοροφυγά;». Το «συνδικάτα ή εργοδοσία;» μεταλλάχτηκε: «να κόψουμε τη σύνταξη από τα 52 ή τα ιατρικά υλικά που τα πληρώνουμε για χρυσάφι;». Αρχίσαμε να συζητάμε για την πραγματική Ελλάδα, όχι για μια θεωρητική μικτή οικονομία. Οι καθημερινές εμπειρίες του καθενός ταυτίστηκαν με τα μεγάλα ζητήματα. Αυτό είναι υγιές. Είναι η αρχή της αυτογνωσίας.
    Αλλά η οικονομία είναι πολύπλοκη, και οι εμπειρίες μας είναι χαοτικές, ποικίλες και αντιφατικές. Είναι εύκολο να καταλήξουμε σε υπερβολές, να μείνουμε σε καταγγελίες και μονόλογους, να χάσουμε τις αιτίες και την προοπτική. Από τη δημώδη εμπειρία πρέπει να ξαναστήσουμε μια λόγια θεωρία για την ελληνική οικονομία, που να εστιάζει στα ουσιώδη, να τα εξηγεί, και να ορίζει επιλογές.

    [Θεωρίες της ιδιομορφίας] Μια καλή προσέγγιση είναι να εντοπίσουμε σε τι διαφέρουμε από τις αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες, που συνειδητά ή ασυνείδητα τις έχουμε για πρότυπο. Ακόμα και όταν τις επικρίνουμε, αυτές έχουμε ως μέτρο σύγκρισης, τόσο για την ιδιωτική κατανάλωση όσο και για τις κοινωνικές υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό είναι χρήσιμη μια νεοθεσμική οπτική, που αναλύει τις παραλλαγές του καπιταλισμού και τις σχετίζει με τις ιστορικές καταβολές και τους θεσμούς κάθε χώρας[3].
    Οι θεσμοί είναι μια ευρεία έννοια, που επιδέχεται διαφορετικούς ορισμούς. Στον πιο γενικό ορισμό ο όρος περιλαμβάνει τους επίσημους θεσμούς (το σχολείο) και τους ανεπίσημους (το φροντιστήριο και το ιδιαίτερο). Περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις (ιατρική νομοθεσία), τους οργανισμούς (το νοσοκομείο), αλλά και τις συχνές συμπεριφορές (το φακελάκι). Περιλαμβάνει επίσης, σε μερικές θεωρήσεις, την ιδεολογία (τι είναι πρόοδος) και τη νοοτροπία (εργασιακή ηθική).
    Η νεοθεσμική θεώρηση επιδιώκει να φωτίσει και να εξηγήσει τις μικρο-οικονομικές συμπεριφορές που διαμόρφωσαν τα μακρο-μεγέθη. Γιατί αφήσαμε την κοινωνική ασφάλιση να χρεοκοπήσει; Γιατί δεν πληρώνουμε φόρους; Γιατί δεν έχουμε εξαγώγιμα βιομηχανικά προϊόντα; Γιατί κάνουν φροντιστήριο οι μαθητές των λυκείων; Σε τι είμαστε διαφορετικοί σε αυτό το επίπεδο από τους Γερμανούς;
    Η πρόχειρη εμπειρική απάντηση είναι ένας πολύ μακρύς κατάλογος: διαφθορά, πελατειακό σύστημα, γραφειοκρατία, οικογενειοκρατία, διαπλοκή, καταναλωτισμός, παπαγαλία στο σχολείο, καχυποψία, αλλά και ευέλικτες επιχειρήσεις, πτυχιούχοι, φιλοδοξία, κινητικότητα, πολιτική άποψη, αντίσταση, πολυγλωσσία, εργατικότητα (υπό όρους), εξωστρέφεια. Δεν βοηθάει όμως πολύ μια τέτοια παράθεση. Πιο διαφωτιστικό είναι, από όλο το πλέγμα των θεσμών που απαρτίζουν την ελληνική μικροοικονομία, να ξεχωρίσουμε λίγα και βασικά, όπου διαφέρουμε από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες. Τα ακόλουθα θεωρώ ότι είναι τα κρίσιμα στοιχεία της ελληνικής ιδιομορφίας:
    · Το πλήθος και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, μαζί με τη μεγάλη διασπορά της ιδιοκτησίας των ακινήτων (νοικοκυραίοι).
    · Η μεγάλη έκταση και διασπορά των προσόδων (ραντιέρηδες).
    · Η ελλιπής συνείδηση συνεργασίας και παράλληλα η μεγάλη ανταπόκριση σε κίνητρα και αντικίνητρα (καιροσκόποι).
    Η Ελλάδα είναι μια καπιταλιστική οικονομία με κοινωνικό κράτος, όπως πολλές άλλες. Αλλά όπως και κάθε άλλη έχει τη δική της δυναμική, που δημιουργείται από τα ιδιαίτερα στοιχεία της μαζί με τα γενικά στοιχεία του καπιταλισμού.

    ΝΟΙΚΟΚΥΡΑΙΟΙ
    [Ένας θεμελιακός θεσμός] Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην Ευρώπη και στον ΟΟΣΑ που να έχει τόσο πολλούς αυτοαπασχολούμενους και τόσα μικροαφεντικά όπως η Ελλάδα σε αναλογία με τον πληθυσμό. Στην Ελλάδα το 57% όσων απασχολούνται στη «μη χρηματοοικονομική επιχειρηματική οικονομία» (ΜΧΕΟ) είναι είτε αυτοαπασχολούμενοι είτε σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 απασχολούμενους. Στο σύνολο της ΕΕ των «27» ο δείκτης είναι 30%. Η Ιταλία έρχεται δεύτερη με 47%, η Πορτογαλία τρίτη με 42%. Η Γαλλία είναι στο 27%, η Μ. Βρετανία στο 21%, η Γερμανία στο 18%. Το νέο μας πρότυπο, η Δανία, στο 20%[4].
    Εξίσου κατακερματισμένη είναι και η γεωργία, που δεν περιλαμβάνεται στα παραπάνω. Στην αμπελοπαραγωγό Κορινθία ο μέσος εξαγωγικός αμπελώνας είναι κάτω από 30 στρέμματα και ο μεγαλύτερος κάτω από 200. Οι ανταγωνιστές της Κορινθίας στη Μούρθια της Ισπανίας έχουν πάνω από 1.000 στρέμματα ο καθένας. Το ίδιο και στην Καλιφόρνια, στη Νότιο Αφρική, στη Χιλή, στην Αίγυπτο.
    Στο σύνολο της οικονομίας, οι απασχολούμενοι σε επιχειρήσεις άνω των 250 εργαζομένων δεν ξεπερνούν το 9% του εργατικού δυναμικού – μαζί με τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες.
    Πώς έχει συμβεί να έχουμε τόσο πολλές και μικρές επιχειρήσεις –αμπέλια, ελαιοτριβεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, μίνι μάρκετ, ιατρεία, θέατρα, μπουτίκ, βιοτεχνίες ενδυμάτων, εταιρειούλες πληροφορικής– και γιατί πολύ λίγους μεγάλους εργοδότες;
    Το οφείλουμε στην ιστορία, που απέτρεψε σε εμάς την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου των δυτικών οικονομιών, στους θεσμούς του σημερινού κράτους, που βοηθούν να επιβιώσει η μικρή ιδιοκτησία και εμποδίζουν τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων, αλλά και στη νοοτροπία που μας αποτρέπει από το να συνεργαζόμαστε.
    Η Δυτική Ευρώπη μπήκε στη βιομηχανική εποχή με μεγάλες γαιοκτησίες και πλήθος ακτήμονες εργάτες, κληρονομιά της φεουδαρχίας. Το νέο ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε μέσα σε μια κοινωνία από μικροϊδιοκτήτες, συνέπεια της οθωμανικής πολιτικής που στήριζε τον μικρό γεωργό και αποθάρρυνε τη μεγάλη γαιοκτησία. Η πολιτική γης του νέου κράτους συνέχισε να ευνοεί τον μικρό κλήρο. Ακόμα και τα μεγάλα τσιφλίκια της Θεσσαλίας κατακερματίστηκαν με τα χρόνια. Η μεγάλη πλειονότητα των οικογενειών είχε κάποια ακίνητη περιουσία, αγροτική ή αστική, όπου έστησε μια αγροτική εκμετάλλευση ή ένα μαγαζί ή έχτισε ιδιόκτητο σπίτι. Σε αυτό η Ελλάδα ήταν τελείως διαφορετική από όλη τη μη Οθωμανική Ευρώπη. Οι δε γείτονές μας στα Βαλκάνια, όσοι είχαν εκτεταμένη μικροϊδιοκτησία, την απόλεσαν με τον σοσιαλισμό.
    Οι μικροεπιχειρήσεις εξακολουθούν να είναι η κυρίαρχη μορφή οργάνωσης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας μετά από180 χρόνια σύγχρονου κράτους, με αστικούς θεσμούς και με περίπου ελεύθερη αγορά. Αυτό είναι αξιοπερίεργο. Σε μια σύγχρονη οικονομία το μέγεθος είναι πλεονέκτημα – αν όχι σε όλες τις δουλειές, πάντως σε πάρα πολλές. Εδώ όμως οι επιχειρήσεις δεν μεγαλώνουν. Ας απαριθμήσουμε τις αιτίες.
    Οι οικογένειες με ιδιοκτησία, έστω και μικρή, δεν στέλνουν τα παιδιά τους να γίνουν εργάτες. Αν αποφασίσουν να γίνουν χαμηλόμισθοι υπάλληλοι, αυτό γίνεται μόνο σε δουλειές με εργασιακή ασφάλεια και καλή σύνταξη – στο Δημόσιο ή στις τράπεζες. Αλλιώς προτιμάνε το χωράφι ή το μικρομάγαζο των γονιών. Το νοικοκυριό αντιστέκεται στην προλεταριοποίηση.
    Οι νόμοι δεν εφαρμόζονται ομοιόμορφα. Η φορολογία, η κοινωνική ασφάλιση, οι κανονισμοί εργασίας κ.ά. επιβαρύνουν περισσότερο τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, επειδή οι μικρές παρανομούν πιο εύκολα. Όταν το ταμείο το κρατάει η οικογένεια μπορεί να αποκρύψει πωλήσεις ή να απασχολήσει ανασφάλιστους. Ενώ όταν η τιμολόγηση και οι προσλήψεις καταγράφονται σε οργανωμένο λογιστήριο από υπαλλήλους, η φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή ενέχει μεγαλύτερο ρίσκο. Συνεπώς στην Ελλάδα η ανομία ευνοεί τον κατακερματισμό. Το κράτος γενικά δεν κυνηγάει τους μικρούς.
    Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αποθαρρύνονται. Σε άλλες περιφερειακές χώρες δημιουργήθηκε μεγάλη βιομηχανία από το ξένο κεφάλαιο. Εδώ, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η αντίσταση των τοπικών κοινωνιών, η ρητορική του λαϊκισμού είχαν αποτέλεσμα να έρθουν σχετικά λίγοι ξένοι επενδυτές και να παραμείνουν πολύ λιγότεροι. Σημαντικές εξαιρέσεις, οι κλάδοι των μη εμπορεύσιμων (non-tradable) υπηρεσιών: τράπεζες, τηλεφωνία, λιανικό εμπόριο.[5] Σε αυτούς οι ξένοι ήρθαν γιατί το ψηλό κόστος εισόδου και λειτουργίας δεν τους αποτρέπει – το καλύπτουν με ψηλότερες τιμές. Άλλο να έχεις να ανταγωνιστείς στην παγκόσμια αγορά και άλλο μόνο τις ελληνικές επιχειρήσεις στην ελληνική αγορά.
    Στα παραπάνω ας προστεθούν οι πάμπολλοι κανονισμοί και απαγορεύσεις που προστατεύουν τον υπάρχοντα τρόπο λειτουργίας σε δεκάδες κλάδους, καθώς και το μικρό μέγεθος των οικοπέδων.
    Είναι τόσο ισχυρή η θεσμική προτίμηση προς τη μικρή κλίμακα, ώστε ούτε οι πρόσφυγες του 1922, ούτε οι μετανάστες μετά το 1990 δεν έγιναν μόνιμο προλεταριάτο για μεγάλους εργοδότες, όπως συνέβη αντίστοιχα αλλού. Ενώ οι μικροεργοδότες πλούτισαν στα χωράφια και στις πόλεις στην πλάτη των μεταναστών.
    Η αυτοαπασχόληση, η μικροεργοδοσία, η οικογενειακή επιχείρηση είναι σταθερός και θεμελιακός θεσμός της οικονομικής μας οργάνωσης. Ίσως ο πιο θεμελιακός. Η ποσοστιαία συμμετοχή τους στην απασχόληση και στο εισόδημα δεν πρόκειται να συρρικνωθεί υπό κανονικές συνθήκες. Ούτε καν μια βαθιά και μακροχρόνια ύφεση δεν θα το αλλάξει αυτό. Μόνο μια επανάσταση στους θεσμούς θα το άλλαζε.
    Είναι σημαντικό το εξής: ο θεσμός ορίζει την εξειδίκευση και όχι το αντίστροφο. Δηλαδή, επειδή είμαστε μια κοινωνία μικροεπιχειρηματιών, δεν μπορούμε να παράγουμε ηλεκτρονικές συσκευές – και όχι, επειδή δεν παράγουμε συσκευές, είμαστε μικροεπιχειρηματίες. Αυτό δεν έχει γίνει συνείδηση στην τεχνοκρατία που σχεδιάζει κατά καιρούς τις πολιτικές της ανάπτυξης. Πιστεύει ότι με κατάλληλες χρηματοδοτήσεις και υποδομές μπορεί να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές βιομηχανίες σε κλάδους που απαιτούν μεγαλύτερη κλίμακα. Σε κάθε εποχή οι μικροϊδιοκτήτες θα κάνουν τις εργασίες που τους ταιριάζουν – χτες σφουγγαράδες, σήμερα ενοικιαζόμενα δωμάτια, αύριο τι;

    [Οικογενειακές στρατηγικές] Μια οικονομία μικρών μονάδων ωθεί τα νοικοκυριά σε άλλες επιλογές από μια οικονομία υπαλλήλων και μεγάλων οργανισμών. Η οικογένεια αναζητά τη σταθερότητα στην πολυέργεια[6], δηλαδή σε πολλαπλές πηγές εισοδήματος, όσες μπορεί να βρει και να προσποριστεί. Υπάρχει οικογενειακή αλληλεγγύη: τα πολλαπλά εισοδήματα απαιτούν πολλαπλά χέρια: ο πατέρας έχει το πρατήριο βενζίνης για τη σιγουριά, ο γιος σπουδάζει πληροφορική για το κάτι παραπάνω, αλλά άμα δεν του βγει δεν θα πεινάσει. Η κόρη, κατά προτίμηση δασκάλα ή υπάλληλος του Δήμου – κάτι σταθερό που αφήνει ελεύθερο χρόνο για να φροντίζει γέροντες γονείς και την επόμενη γενιά. Αν το οικογενειακό μαγαζί πάει καλά, η οικογένεια ολόκληρη το δουλεύει. Αν όχι, μένει να δουλεύει με ένα-δυο μέλη. Το σύστημα έχει θαυμαστή σταθερότητα, ευελιξία και διάρκεια.
    Σε οικονομία μικροϊδιοκτητών, οι επενδύσεις των νοικοκυριών διαφέρουν από αυτές στις οικονομίες της μεγάλης κλίμακας. Κατευθύνονται, απόλυτα ορθολογικά, σε ακίνητα και σε εκπαίδευση. Στις δυτικές οικονομίες οι αποταμιεύσεις επενδύονται συλλογικά μέσα από ασφαλιστικά ταμεία, ή από αμοιβαία κεφάλαια, ή από καταθέσεις. Καταλήγουν ως χρηματοδότηση στη βιομηχανία, στην τεχνολογία, σε υποδομές, και γενικά σε μεγάλους οργανισμούς. Στην ελληνική μικρή οικονομία η χρηματική αποταμίευση δεν έχει αξιόπιστες συλλογικές διεξόδους.
    Το ανθρώπινο κεφάλαιο έχει άλλη μορφή στη μικροϊδιοκτησία. Στις δυτικές οικονομίες μπορεί να αναπτυχθεί μέσα από καριέρα – δηλαδή χτίζοντας σχέση με μια μεγάλη επιχείρηση ή οργανισμό. Η ανώτατη εκπαίδευση είναι χρήσιμη μόνο ως πρώτο βήμα στην καριέρα – αν η αγορά εργασίας δεν την ζητά ούτε οι νέοι την επιδιώκουν. Στη μικρή ιδιοκτησία, η αξία του ανθρώπου επενδύεται στα ατομικά του στοιχεία. Η αγορά εργασίας δεν δίνει σαφή μηνύματα. Σημασία έχουν τα εφόδια που θα κατέχω σε μια γενικά αβέβαιη πορεία. Σπουδάζω μηχανικός, όχι επειδή προσδοκώ να δουλέψω στη Volkswagen, αλλά επειδή θα έχω επιλογές ως έμπορος, κατασκευαστής, εργολάβος, μελετητής, και ίσως ίσως στέλεχος. Γι’ αυτό τα νοικοκυριά υπερεπενδύουν στην εκπαίδευση των παιδιών: σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών και πανελλαδικών εξετάσεων, σε δαπάνες διαβίωσης των φοιτητών. Στους εθνικούς λογαριασμούς αυτές οι δαπάνες φαίνονται ως κατανάλωση. Αλλά είναι επένδυση.

    [Δυναμική] Ο θεσμός είναι σταθερός εφόσον μπορεί να παράγει αρκετό εισόδημα για τα μέλη του, έστω με κρίσεις και μεταλλάξεις. Αλλά δεν υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στον κόσμο που οι τοπικές οικονομίες μικροεπιχειρήσεων να είναι διεθνώς ανταγωνιστικές – στη βόρεια Ιταλία βρίσκονται τα λίγα πετυχημένα παραδείγματα. Στην Ελλάδα ήταν ανταγωνιστική κατά καιρούς η μικρής κλίμακας γεωργία και ο τουρισμός, και είχαν μεγάλη συμβολή τα εμβάσματα από προσωπική εργασία– από τους μετανάστες και τους ναυτικούς. Αλλά αυτά δεν έφταναν και τα συμπληρώναμε με δάνεια και επιχορηγήσεις από το εξωτερικό.
    Τώρα που στέρεψαν τα δάνεια, η Ελλάδα θα χρειαστεί να γίνει ανταγωνιστική σε περισσότερους κλάδους. Μπορούν αυτό να το πετύχουν οι μικροεπιχειρήσεις; Δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερο πρόβλημα η μετάβαση σε νέες δραστηριότητες. Η ελληνική πολυέργεια των οικογενειών αυτό σημαίνει. Δεν πρόκειται για οικογένειες που αφοσιώνονται στην ίδια τέχνη από γενιά σε γενιά. Τα παιδιά σπουδάζουν νέα αντικείμενα και οι γονείς τα στηρίζουν.
    Τρία είναι τα μεγάλα μειονεκτήματα της μικρής κλίμακας: το κόστος (οικονομίες κλίμακας), ο συντονισμός (κόστος συναλλαγών, οικονομίες φάσματος) και η συνέχεια (καινοτομία, αναβάθμιση, διαδοχή γενεών). Αν το ευρύτερο θεσμικό περιβάλλον αλλάξει για να βοηθήσει τις μικροεπιχειρήσεις να τα αντιμετωπίσουν, τότε ναι, ίσως μπορέσουμε να χτίσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία πάνω στη μικρή κλίμακα. Αλλιώς, είτε φτώχεια είτε απότομη συγκέντρωση του κεφαλαίου.

    ΡΑΝΤΙΕΡΗΔΕΣ
    Ο όρος πολιτική πρόσοδος δηλώνει τους διάφορους μηχανισμούς με τους οποίους επιχειρήσεις, συντεχνίες και άτομα καρπώνονται εισοδήματα από το κράτος που δεν αντιστοιχούν σε πραγματική προσφορά υπηρεσίας ή προϊόντος. Ο όρος περιλαμβάνει την αργομισθία, τη συνταξιοδότηση με προνομιακούς όρους, τις επιχορηγήσεις χωρίς αναπτυξιακό αποτέλεσμα, τις υπερκοστολογημένες προμήθειες και έργα, και τις μίζες των δημοσίων υπαλλήλων. Περιλαμβάνει επίσης τις ρυθμίσεις που επιτρέπουν σε συντεχνίες να υπερτιμολογούν στην αγορά (κλειστά επαγγέλματα, ρυθμιζόμενες αμοιβές, απαγορεύσεις), και, κάτι λιγότερο φανερό, τα οφέλη από την παρανομία όταν οι ανταγωνιστές σου είναι σύννομοι. Δεν περιλαμβάνει εκείνους του μισθούς του Δημοσίου που αμείβουν πραγματικά εργαζόμενους, ούτε τις συντάξεις, τα επιδόματα ανεργίας, κτλ, που δίνονται με γενικά κοινωνικά κριτήρια.
    Μερικοί ανάγουν τη διόγκωση της πολιτικής προσόδου στη δεκαετία του 1980 και στον τρόπο με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ ενσωμάτωσε νέα στρώματα και νέα τζάκια στην οικονομική ανάπτυξη. Αλλά η φαυλοκρατία και οι πελατειακές σχέσεις ήταν σύμφυτες με το ελληνικό κράτος από την ίδρυσή του[7], και το κράτος ήταν πάντα ρυθμιστής στην οικονομία. Η διανομή προσόδων ήταν αναγκαίος μηχανισμός για τη νομιμοποίηση των πολιτικών στα μάτια του κόσμου, αλλά και ο προσπορισμός προσόδων ήταν βασικός λόγος για γίνει κάποιος πολιτικός.
    Το κράτος συνολικά υπήρξε ραντιέρης εμβασμάτων, ζώντας σε μεγάλο βαθμό από διεθνείς εισροές: δάνεια που μοίρασε και δεν αποπλήρωσε, σχέδια βοήθειας, και πιο πρόσφατα τα ταμεία της ΕΕ. Τούτα τα εμβάσματα έχουν επηρεάσει σε βάθος την κοινωνία: «Ας περάσει το χρήμα τα σύνορα και θα βρούμε τη μοιρασιά» μου έλεγε ένας μικροεργολάβος αγροτικών εγκαταστάσεων κουβεντιάζοντας πώς θα πάρουμε κάποια επιχορήγηση.
    Υπήρχαν και υπάρχουν σημαντικές μη πολιτικές πρόσοδοι στην ιδιωτική οικονομία. Τα έσοδα από τουρισμό ενέχουν μεγάλο στοιχείο προσόδου, εφόσον ο επισκέπτης πληρώνει πρώτα για τον τόπο και μετά για τις υπηρεσίες. Τα εμβάσματα από το εξωτερικό (ναυτιλιακά, μεταναστευτικά) παράγονται μεν από εργασία εκτός συνόρων, αλλά για την τοπική κοινωνία που τα υποδέχεται είναι καθαρή πρόσοδος.

    [Η δημοκρατική πρόσοδος] Οι μηχανισμοί προσπορισμού προσόδων διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Παράγουν όμως ένα κοινό πολιτισμικό αποτέλεσμα: όλοι σχεδόν οι Έλληνες, από τον μεγάλο επιχειρηματία μέχρι τον μικροοικοπεδούχο στο νησί και τον δημοτικό υπάλληλο στην επαρχία, θεωρούν φυσικό να έχουν κάποια εισοδήματα χωρίς να ρισκάρουν κεφάλαια και χωρίς να εργάζονται παραγωγικά – εισοδήματα σημαντικά για τα μέτρα του καθενός. Αν δεν το πετύχουν αισθάνονται αδικημένοι.
    Πώς αναπαραγόταν τόσα χρόνια το σύστημα της προσοδοκρατίας; Η πρώτη αιτία ήταν ότι «λεφτά υπάρχουν» – από τις εισροές από το εξωτερικό, από την απομύζηση της παραγωγής σε μια κοινωνία που μπορούσε κατά καιρούς να παρακολουθεί ικανοποιητικά την τεχνική πρόοδο, αλλά πρόσφατα και από την υπερεκμετάλλευση των μεταναστών.
    Η δεύτερη αιτία ήταν ο δημοκρατικός χαρακτήρας του συστήματος. Οι πρόσοδοι είχαν ευρεία διασπορά· ιδίως μετά το 1980 τα περισσότερα νοικοκυριά κάτι τσιμπούσαν από το σύστημα. Η δημοκρατική νομιμοποίηση ενισχύθηκε από νέους μηχανισμούς που προσδίδουν στο σύστημα έναν αντικειμενικό χαρακτήρα: ΑΣΕΠ αντί για ρουσφέτι, πανελλαδικές αντί για το βαθμό του σχολείου. Όταν για να διοριστούν ή να εισαχθούν χρειάζεται να κοπιάσουν και να ανταγωνιστούν τίμια, κανένας δεν αναρωτιέται μήπως η θέση που πήραν είναι άχρηστη. Και θεωρείται άδικο να καταργηθούν τα όποια προνόμια έχει η θέση.

    [Συμπεριφορές] Όπως κάθε οικονομικός μηχανισμός που κυριαρχεί (ή συγκυριαρχεί) σε μια κοινωνία έτσι και η προσοδοκρατία επιδρά με πολλούς τρόπους στις συμπεριφορές και στη νοοτροπία. Μπορεί να μην πηγάζει από πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αλλά σίγουρα τις δημιουργεί.
    Μηδενικό άθροισμα: η πρόσοδος δεν μεγεθύνει την πίτα, τη μοιράζει. Συνεπώς προϋποθέτει μαχητική διεκδίκηση, και δεν προϋποθέτει παραγωγική εργασία. Εκτρέφει το λαϊκισμό, που βασικό συστατικό του είναι ότι μεταθέτει την ευθύνη για το σύνολο στον άλλο πόλο, στον εχθρό. Στο λαϊκισμό οι πολίτες, ανεξάρτητα από την πραγματική τους θέση στην παραγωγή και στη διανομή, νιώθουν σαν να ανήκουν στο πιο αδύναμο στρώμα, που δικαιούται να διεκδικεί αναδιανομή για λόγους ανθρωπιστικούς, δικαιοσύνης[8]. Δεν τους αφορά πώς θα παραχθεί ο πλούτος, ούτε αν πρέπει η αναδιανομή να γίνει πρώτα σε άλλους, πιο αδύναμους. Την ευθύνη για το όλον την έχουν άλλοι. Ο λαϊκισμός διαφέρει ριζικά σε τούτο από μια σοσιαλιστική στρατηγική που θα άρχιζε από τον τρόπο παραγωγής πριν φτάσει στη διανομή. Ή από μια στρατηγική αναδιανομής που θα εστίαζε στους πραγματικά πιο αδύναμους και αποκλεισμένους.
    Επιχειρηματικότητα: αν οι επιχειρήσεις μπορούν να βγάλουν ψηλά κέρδη από τις κρατικές εργολαβίες ή από άλλα προνόμια, επενδύουν πιο πολύ στο να αποκτήσουν τα προνόμια παρά στο να γίνουν ανταγωνιστικές σε μια ανοιχτή αγορά. Με το καιρό αυτό στρεβλώνει όλη τη στρατηγική τους – ο καλός πωλητής είναι αυτός που καλλιεργεί σχέσεις στο Δημόσιο, ο καλός μηχανικός είναι αυτός που ξεχειλώνει το έργο για να κοστίσει περισσότερο, κτλ. Σπάνια μια επιχείρηση κρατικοδίαιτη είναι και ανταγωνιστική. Τα παραδείγματα αρχίζουν από τους εθνικούς προμηθευτές και φτάνουν στις εταιρειούλες πληροφορικής της δεκαετίας του 1990, όπου ευφυέστατοι τεχνικοί έφαγαν τα νιάτα τους σε άκαρπη «έρευνα και ανάπτυξη» για ευρωπαϊκά προγράμματα.
    Μετρήσεις και προϋπολογισμοί: ο ραντιέρης δεν έχει ανάγκη να μετρήσει τον κόσμο, ο παραγωγός έχει. Ο ραντιέρης θα παζαρέψει. Ο παραγωγός θα σχεδιάσει τις εισροές και τις εκροές του, θα προσπαθήσει να μεγιστοποιήσει το περιθώριο ανάμεσα στις δύο. Ό,τι κάνει ο ραντιέρης κάνει και το κράτος της προσοδοκρατίας. Παζαρεύει συνεχώς με διάφορες ομάδες (αδιόριστους για διορισμούς, αγρότες για παροχές, επιχειρηματίες για έργα), στις οποίες πάντα δίνει κάτι παραπάνω από εκεί που ξεκίνησε. Δεν δεσμεύεται από ένα απόλυτο όριο δαπανών ή φοροαπαλλαγών. Καταλήγει σχεδόν πάντα με έλλειμμα, χωρίς να το έχει προγραμματίσει. Αλλά και πέρα από τα δημοσιονομικά, η κοινωνία δεν ζητά μετρήσεις: ούτε για τους ρύπους, ούτε την ποιότητα των νοσοκομείων, ούτε για την επίδραση της αστυνόμευσης στην εγκληματικότητα. Δεν υπάρχει καμιά πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες να μετρήσουν και να αξιολογήσουν. Κάπως έτσι καταλήγουμε στα Greekstatistics– πολύ πριν τη σκόπιμη παραποίηση των αριθμών.

    ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΟΙ
    Ίσως να είμαστε το ίδιο εργατικοί με τους Δυτικούς όταν έχουμε τις ίδιες επιλογές με αυτούς. Είμαστε όμως λιγότερο συνεργατικοί.
    Στη θεωρία παιγνίων καιροσκόπος (ή οπορτουνιστής) είναι αυτός που αρπάζει την ευκαιρία να βγάλει ένα καλό κέρδος σήμερα, ακόμα και αν αυτό δυσχεράνει τη θέση του αύριο. Συνήθως, είναι αυτός που παραβαίνει έναν κανόνα ή χαλάει μια συνεργασία για να κάνει την αρπαχτή.
    Ο ταβερνιάρης στην Πλάκα που σερβίρει σαβούρα στους τουρίστες αυτό κάνει: παραβαίνει την άτυπη σύμβαση του εστιάτορα με τον πελάτη, για να βγάλει καλό κέρδος στη μερίδα, με κίνδυνο ο πελάτης να μην ξαναέρθει. Πράττει απόλυτα ορθολογικά, γιατί ο τουρίστας είναι περαστικός και δεν θα ξαναερχόταν έτσι κι αλλιώς. Αυτό χαλάει τη γενική εικόνα της Αθήνας, αλλά δεν τον ενδιαφέρει, γιατί η εικόνα διαμορφώνεται από όλες τις ταβέρνες μαζί, όχι από τη δική του.
    Στον αντίποδα της καιροσκοπίας είναι η συμμόρφωση ή η συνεργασία. Η επιχείρηση που επενδύει στην ποιότητα, ο εργολάβος που αποθέτει τα μπάζα στη μακρινή επίσημη χωματερή αντί για το διπλανό χωράφι, ο συνεργάτης που δουλεύει σκληρά αντί να λουφάρει σε βάρος της ομάδας, ο επαγγελματίας που δεν φοροδιαφεύγει είναι στη γλώσσα της θεωρίας παιγνίων συνεργάσιμος (cooperator).

    [Οι ρίζες της συνεργασίας] Οι Έλληνες φέρονται πιο καιροσκοπικά από τους Σουηδούς ή και τους Γάλλους. Η διαφορετική συμπεριφορά δεν έχει μια μόνο αιτία. Υπάρχει πολιτισμική διαφορά νοοτροπίας. Παράλληλα η δομή των κινήτρων και των κυρώσεων συγκριτικά ευνοεί την αρπαχτή. Τα δύο επίπεδα (νοοτροπία - δομή) αλληλεπιδρούν μέσα από την ανοχή (δεν σε καταγγέλλω που φοροδιαφεύγεις) και τη δυσπιστία (σε ρίχνω, γιατί φοβάμαι ότι θα με ρίξεις).
    Πού οφείλεται η πολιτισμική διαφορά στην έφεση για συνεργασία, και πόσο βαθιά είναι; Σε τέτοια ερωτήματα η συστηματική έρευνα και θεωρία διεθνώς τώρα ξεκινάει, ουσιαστικά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Για την Ελλάδα η πιο ενδιαφέρουσα αφήγηση είναι του Στέλιου Ράμφου, για την «άπρακτη εξατομίκευση». Η ανθρωπολογία του προσώπου διαμορφώθηκε διαφορετικά σε εμάς από ό,τι στη Δύση. Εκεί «σκοπός του ατόμου είναι η εντός του ανακεφαλαίωση, ει δυνατόν, της συνολικής κοινωνικής και πνευματικής εξελίξεως – η εν ευαισθησία καθολικότης του ως ανθρώπου»[9]. Ο δυτικός άνθρωπος έχει εσωτερικεύσει τους κανόνες της κοινωνίας – τους έχει εξατομικεύσει. Στους Έλληνες, όταν διασπάστηκαν οι συλλογικές δομές του μεσαίωνα, μείναμε στον ατομισμό χωρίς την εξατομίκευση.
    Συναφής αλλά διακριτός παράγοντας ήταν η εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και των οικονομικών ιεραρχιών. Στη Δύση η φεουδαρχία, η μοναρχία και η Καθολική Εκκλησία με την αλληλεπίδρασή τους δημιούργησαν το απολυταρχικό κράτος που είχε την ευθύνη να καθοδηγεί την κοινωνία. Το κράτος αυτό το κληρονόμησε η αστική τάξη και ενίσχυσε τον καθοδηγητικό του ρόλο[10]. Παράλληλα, στη βιομηχανική επανάσταση αναπτύχθηκαν οι μεγάλες επιχειρήσεις-ιεραρχίες που έδιναν σταθερούς ρόλους σε εργάτες και υπαλλήλους. Αυτά δεν έγιναν στην Ελλάδα, που αποτίναξε το οθωμανικό κράτος, δεν το μετεξέλιξε, και που αντιστάθηκε στις οικονομικές ιεραρχίες.
    Με άλλα λόγια, οι αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες δεν στηρίχτηκαν μόνο στην ελεύθερη αγορά και στα ατομικά κίνητρα. Στηρίχτηκαν σε ιεραρχικούς οργανισμούς (κάθετους κανόνες) και σε στρατηγικές συνεργασίας (οριζόντιους κανόνες). Ο πετυχημένος και ιδεολογικά ηγεμονικός καπιταλισμός είναι ελεύθερη αγορά ενσωματωμένη σε κοινωνία κανόνων και ευθύνης. Αλλιώς είναι ή ζούγκλα ή μικρομάγαζα. Εμείς δεν έχουμε αποδεχθεί ούτε τους κάθετους κανόνες ούτε τους οριζόντιους – ούτε πειθαρχούντες ούτε πειθαρχημένοι. Αν έχουμε αποφύγει τη ζούγκλα είναι γιατί έχουμε κρατήσει τα μικρομάγαζα.

    [Οι θεσμοί των καιροσκόπων] Η καιροσκοπική νοοτροπία εξηγεί γιατί αποτυχαίνουν οι συνεταιρισμοί και πετυχαίνουν οι συντεχνίες. Ο συνεταιρισμός διαχειρίζεται ένα συλλογικό αγαθό – για παράδειγμα, ένα συσκευαστήριο για τα αγροτικά προϊόντα των μελών του ή μια κρατική επιχορήγηση που δίνεται για να γίνει το συσκευαστήριο. Χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη και συμμόρφωση στους κανόνες τα μέλη κοιτάνε πώς θα κερδίσουν ο καθένας ρίχνοντας τη ζημιά στο συλλογικό αγαθό. Θα στείλουν στο συσκευαστήριο τη δεύτερη ποιότητα, αλλά το καλό θα το πουλήσουν ιδιωτικά – ή θα φάνε την επιχορήγηση χωρίς να επενδύσουν, γιατί δεν εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο για συνεταίρο.
    Η συντεχνία δεν έχει συλλογικό αγαθό, έχει συλλογική διεκδίκηση. Τα μέλη αναγνωρίζουν το κοινό συμφέρον στην κοινή επαγγελματική ταμπέλα, και διεκδικούν προνόμια κοινά μεν, αλλά που θα τα καρπωθούν ιδιωτικά. Είναι μια συνεργασία με χαμηλή επένδυση και ρίσκο, όπως αρμόζει σε σύνολα με χαλαρούς δεσμούς συνεργασίας.
    Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύξαμε μερικούς αξιοθαύμαστους οικονομικούς θεσμούς, που όμως ξενίζουν τους δυτικής παιδείας τεχνοκράτες. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, με το νομικό πλαίσιο που τις διέπει, ενισχύουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συναλλασσόμενους γιατί επιφέρουν άμεση κύρωση στον εκδότη της ακάλυπτης επιταγής χωρίς να παρεμβάλλεται η γραφειοκρατία μιας τράπεζας. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη για τον αντισυμβαλλόμενο που επιλέγει. Το πρόσωπο, η φήμη, μετράει ιδιαίτερα. Είναι εντυπωσιακό ότι κανένας αποδέκτης μεταχρονολογημένης επιταγής δεν την εμφανίζει πρόωρα για πληρωμή, ενώ νομικά το δικαιούται. Αν το κάνει, η αγορά θα τον αποβάλει. Αυτόν τον θεσμό της ίσος-προς-ίσον χρηματοδότησης, με την ατομική και ονομαστική ευθύνη, θα πρέπει να τον διαφυλάξουμε, και όχι να θέλουμε να τον καταργήσουμε. Η ιεραρχική χρηματοδότηση των τραπεζών περιθωριοποιεί τη ατομική ευθύνη και ενισχύει τον καιροσκοπισμό.

    [Το μέλλον της συνεργασίας] Ο καιροσκόπος δεν είναι φύσει απατεώνας. Είναι «ορθολογικά εγωιστής». Θα συμμορφωθεί στους κανόνες όταν τον συμφέρει. Αν βρεθεί σε περιβάλλον όπου πλειοψηφούν οι συνεργάσιμοι και υπάρχουν κυρώσεις στην καιροσκοπία, τότε μετατρέπεται σε συνεργάσιμο[11]. Το πρόβλημα εδώ είναι ο φαύλος κύκλος. Αν το σύνολο ξεκινάει με πλειονότητα καιροσκόπων, πολύ δύσκολα θα συγκλίνει σε ένα καθεστώς συνεργασίας. Για αυτό μετράει τόσο πολύ η ιστορική κληρονομιά.
    Στη Δύση η κληρονομιά ήταν υπέρ της συνεργασίας. Υπάρχουν όμως φόβοι ότι τις τελευταίες δεκαετίες φθείρονται οι θεσμοί και διογκώνεται ο ατομισμός. Οι αιτίες που αναφέρονται είναι πολλές, από τη διάβρωση της οικογένειας, τον καταναλωτισμό και τα ατομικά δικαιώματα μέχρι τον οικονομικό φιλελευθερισμό, την εισοδηματική ανισότητα και τις προσόδους. Μήπως εκεί που τείνουν οι Δυτικοί είμαστε ήδη εμείς; Μήπως είμαστε εικόνα από το δυστοπικό τους μέλλον;
    Μια αντίρροπη τάση έρχεται από την τεχνολογία. Οι πλατφόρμες ενημέρωσης και συνεργασίας που καθιστούν διάφανη τη συνεισφορά του καθενός και άχρηστη την ιεραρχία επιτρέπουν για πρώτη φορά στην ιστορία να δημιουργούνται συλλογικά προϊόντα με καταμερισμό ατομικής ευθύνης. Δίνουν ένα πλαίσιο συνεργασίας για καιροσκόπους· π.χ. δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε μοναχικό προγραμματιστή να πουλήσει υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα δίνουν μεγάλη δύναμη στην εθελοντική προσφορά του ελεύθερου χρόνου (λ.χ. Wikipedia) και επιτρέπουν τη συντήρηση μερικών συλλογικών αγαθών χωρίς μεγάλες προσωπικές θυσίες. Μήπως ο ελληνικός ατομισμός βρει τώρα μια δημιουργική θέση στην παγκόσμια οικονομία;

    [Προγραμματικά] Κλείνω με λίγα προλεγόμενα σε μια μεγάλη συζήτηση.
    Η πολιτική ανάπτυξης θα πετύχει μόνο αν εστιάσει στις οικογενειακές στρατηγικές, στις μικροεπιχειρήσεις, στην προσοδοκρατία και στον καιροσκοπισμό – είτε για να αξιοποιήσει μερικά στοιχεία τους, είτε για να τα αλλάξει.
    Ένα νέο ελληνικό αναπτυξιακό μοντέλο δεν θα μοιάζει με τα πετυχημένα διεθνώς. Ξεκινάει από άλλες βάσεις, και θα έχει άλλη τροχιά. Ας αποδεχθούμε την ιδιομορφία.
    Η κοινωνία έχει αναπτύξει ανεπίσημους θεσμούς ευρείας αποδοχής. Τα φροντιστήρια, για παράδειγμα, που δεν κλείνουν ποτέ όταν γίνονται καταλήψεις στα σχολεία. Ή τις μεταχρονολογημένες επιταγές. Ας σκεφτούμε πώς θα τους αξιοποιήσουμε.

    Δεν έχουμε μεγάλες επιχειρήσεις στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά. Θα ενισχύσουμε τη συγκέντρωση του κεφαλαίου εκεί, και με ποιο τρόπο; Να ένα ερώτημα-αγκάθι για όλο το ιδεολογικό φάσμα. Και αν ναι, πώς θα αποτρέψουμε την προσοδοθηρία και τον καιροσκοπισμό που εισχωρούν σε όλες τις μεγάλης κλίμακας προσπάθειες στη χώρα μας;
    Οι μικρές μονάδες θα είναι πάντα κρίσιμες σε εμάς. Χρειάζεται να γίνουν εξωστρεφείς, ανταγωνιστικές, να καινοτομούν, να συντονίζονται, να μην επιβαρύνονται από τη δημόσια διοίκηση. Όλα τα συστήματα του Δημοσίου, εκπαιδευτικό, φορολογικό, ασφαλιστικό, έρευνα, υποδομές, πρέπει να υποστηρίξουν αυτούς τους στόχους. Το αναπτυξιακό λογοπλαίσιο να διαμορφωθεί πάνω στη μικρή κλίμακα.
    Ο καθείς και το όπλα του.


    ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    Θάνος Βερέμης, Γιάννης Κολιόπουλος, Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια: Από το 1821 μέχρι σήμερα, Καστανιώτης, Αθήνα 2006
    Γ. Β. Δερτιλής, Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, Bιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2004
    Θ. Πελαγίδης, Μ. Μητσόπουλος, Ανάλυση της ελληνικής οικονομίας. Η προσοδοθηρία και οι μεταρρυθμίσεις, Παπαζήσης, Αθήνα 2006
    Douglass C. North, Institutions, Institutional Change and Economic Performance, Cambridge University Press, 1990
    Lawrence E. Harrison & Samuel P. Huntington (ed.), Culture Matters: How Values Shape Human Progress, Basic Books 2001
    Bruno Amable, The Diversity of Modern Capitalism, Oxford University Press 2004





    [1] Ευχαριστώ τους Σ. Γεωργανά, Γ. Πάνζαρη και Μ. Φραγκιά για τις παρατηρήσεις τους.
    [2] Παλιότερα, από αριστερή οπτική, οι Κ. Τσουκαλάς, Κ. Βεργόπουλος, Ν. Μουζέλης, Μ. Παπαγιαννάκης. Πιο πρόσφατα, από εκσυγχρονιστική φιλελεύθερη οπτική, οι Χ. Τσούκας, Γ. Παγουλάτος, Θ. Πελαγίδης και Μ. Μητσόπουλος.
    [3] Douglass C. North, Institutions, Institutional Change and Economic Performance, Cambridge University Press, 1990· David S. Landes, The Wealth and Poverty of Nations: Why Some Are So Rich and Some So Poor, W. W. Norton & Company 1999· Lawrence E. Harrison & Samuel P. Huntington (ed.), Culture Matters: How Values Shape Human Progress, Basic Books 2001· Peter A. Hall, David Soskice (ed.), Varieties of Capitalism: The Institutional Foundations of Comparative Advantage, Oxford University Press 2001· Bruno Amable, The Diversity of Modern Capitalism, Oxford University Press 2004.
    [4] Manfred Schmiemann, Enterprises by Size Class, Eurostat (2008). Στοιχεία έτους 2005.
    [5] Ενώ στους διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους κυριαρχεί η οικονομία του φραπέ,, που τη λοιδορεί όλη η τεχνοκρατία και η γραφειοκρατία, αλλά που αυτή ελπίζουμε ότι θα στηρίξει το εξωτερικό ισοζύγιο· βλ. «Εσωτερική υποτίμηση» στο ιστολόγιο Εσωτερική Υποτίμηση « αναΜορφωση – συνΙστολογιο
    [6] Ο όρος είναι του Γ. Β. Δερτιλή· βλ. Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, Bιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2004, τ. 1, σ. 70
    [7] Για μια γλαφυρή αφήγηση βλ. Ευάγγελος Κοροβίνης, Η νεοελληνική φαυλοκρατία, Αρμός, Αθήνα 2007.
    [8]ErnestoLaclau, OnPopulistReason, Verso 2005.
    [9] Στέλιος Ράμφος, Ο καημός του ενός. Κεφάλαια της ψυχικής ιστορίας των Ελλήνων, Αρμός, Αθήνα 2000, σ. 14.
    [10] Gianfranco Poggi, The Development of the Modern State. A Sociological Introduction, Stanford University Press, 1978, κεφ. 4.
    [11] Elinor Ostrom, Collective Action and the Evolution of Social Norms, Journal of Economic Perspectives, Vol. 14, No 3, Summer 2000.

    Πηγή: Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι
     
  8. woohoo

    woohoo Regular Member

    Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: Re: Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Εγώ αυτό που είδα στην ταινία ήταν το ποσο ουσιαστικά το μυαλό είναι χειραγωγημένο και το κατά ποσο δεν αποφασίζουμε εμείς τελικά για το ποιοι είμαστε, δηλαδή τι βλέπουμε φυσιολογικό και τι όχι.

    *Loooool, είδα profile pics και έμεινα άναυδος.

    Ένα 'εργαλείο' φαίνεται σαν γκιλοτίνα.
     
    Last edited: 10 Μαρτίου 2012
  9. MasterPerris

    MasterPerris Contributor In Loving Memory

    Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Βρέθηκαν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι, με πολλά εκατομμύρια καταθέσεις στις τράπεζες....

    Κάτω τα χέρια από τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων βρεεεε... 
     
  10. Elysium

    Elysium Contributor

    Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες δεν κόβουν αποδείξεις ενώ έχουν εκατομμύρια στις τράπεζες...

    Κάτω τα χέρια από τους ελεύθερους επαγγελματίες που δεν κόβουν αποδείξεις βρεεεε...  
     
  11. Iagos

    Iagos Contributor

    Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

    Ο κινηματογραφιστής Χρήστος Καρακέπελης, σκηνοθέτης τηλεοπτικών ντοκιμαντέρ, έχει δύο ταινίες μικρού μήκους στο ενεργητικό του και μία μεγάλου μήκους ταινία, Το σπίτι του Κάιν (2000).
    Στο ντοκιμαντέρ Πρώτη ύλη, που βγαίνει από την άλλη εβδομάδα στις αίθουσες, αναφέρεται στους «άθλιους της ανακύκλωσης», όπως τους αποκαλεί, Αλβανούς τσιγγάνους και Ινδούς μετανάστες, κυρίως, που μαζεύουν μέταλλα από τα σκουπίδια ή δουλεύουν σε καμίνια, για να εξασφαλίσουν ένα κομμάτι ψωμί. Η διακριτική καταγραφή υποδηλώνει και τη στάση του σκηνοθέτη: δεν θέλει να εκμεταλλευτεί και να καταναλώσει τη φτώχεια και τη μιζέρια αυτών των ανθρώπων. Σκέψεις και αναμνήσεις στη γλώσσα τους αποτελούν θραύσματα μιας λαβωμένης αξιοπρέπειας, στο βωμό ενός απάνθρωπου συστήματος.
    Συναντήσαμε τον Χρήστο Καρακέπελη και με τον χειμαρρώδη λόγο που τον διακρίνει, μας μίλησε για τη δουλειά του.



    Κύριε Καρακέπελη, τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με αυτό το θέμα και πού θέλατε να εστιάσετε περισσότερο, στον άνθρωπο ή στο αντικείμενο της δουλειάς του;
    Το ντοκιμαντέρ ξεκίνησε μέσα μου απ’ το 2004, όταν μου κίνησε το ενδιαφέρον ο στρατός από τρίκυκλα που πηγαινοέρχονταν φορτωμένα με παλιοσίδερα. Πήγα μαζί τους μέχρι τη μάντρα εκφόρτωσης και κατάλαβα ότι από πίσω υπάρχει μια ολόκληρη διαδικασία. Μετά πήγα στο μαχαλά τους, έναν άναρχο κόσμο, οργανωμένο σε παράγκες και ένιωσα σαν να βρίσκομαι σε φωλιά ζώου. Άρχισα να τους παρατηρώ και ξεκίνησα την έρευνα με μια βιντεοκάμερα.
    Ακολουθώντας τα φορτηγά από την αρχική μάντρα, έφτασα και στη Χαλυβουργία, όπου καταλήγουν όλα. Επρόκειτο για έναν ολόκληρο μηχανισμό, στην υπηρεσία αυτών που τον έχουν στήσει: συγκέντρωση φτηνής πρώτης ύλης, από ένα λούμπεν προλεταριάτο, που δεν καταγράφεται σε καμιά έρευνα για το περιβάλλον ή την ανακύκλωση.
    Συνέχισα, ενώ παράλληλα δούλευα, παρακολουθώντας χειμώνα-καλοκαίρι την παραγωγή ενός τεράστιου πλούτου, που τον εκμεταλλεύονται οι τρεις γνωστές οικογένειες: Αγγελόπουλοι, Στασινόπουλοι και η Χαλυβουργία του Μάνεση. Μια δύναμη, πίσω από το real estate όλης της Μεσογείου. Από τα 3 εκατομμύρια τόνους χάλυβα που παράγονται ετησίως, το 1,5 εκατ. το προμηθεύει αφενός η ρωσική μαφία, από τη διάλυση των βιομηχανιών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι προέρχεται και από τα διαλυτήρια πλοίων. Το υπόλοιπο 1,5 εκατ. παράγεται από τα σκουπίδια που πετάμε εμείς και μαζεύουν αυτοί που ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας. Αυτή τη δυσανάλογη σχέση προσπάθησα να κινηματογραφήσω.
    Στην πρώτη μάντρα, όπου εκφορτώνουν οι παλιατζήδες, υπάρχει μια όσμωση ανθρώπων και παλιοσίδερων. Στη δεύτερη, τη μεγαλύτερη, κυριαρχούν οι γερανοί με τους χειριστές, ενώ στη Χαλυβουργία, με την «προμηθεϊκή» ισχύ, κυριαρχούν τα μηχανήματα.
    Γενικά, σε όλη την ταινία υπάρχουν γερανοί και μπετόβεργες σαν εμμονές και πίσω από αυτά, η σχέση οικονομίας-ανθρώπου.
    Ο παραγωγός μου πρότεινε μια συνέχεια για το νέο φαινόμενο με τα καρότσια, όμως για μένα η ταινία έχει τελειώσει.
    Βασικά, η ιστορία μου αφορά τους ανθρώπους και το μέταλλο, άξονες που κινούνται παράλληλα σ’ ολόκληρη την ταινία, μέχρι τον Λίβανο, όπου πήγα στο τέλος, σ’ ένα κατεστραμμένο από τις συρράξεις τοπίο, στα σύνορα με τη Συρία, που προσφέρεται για ανοικοδόμηση.
    Μ’ ενδιαφέρουν, όμως οι άνθρωποι, ήθελα να κάνω ένα σινεμά ανθρωποκεντρικό, προσπαθώντας να αφηγηθώ ιστορίες ανθρώπων, γιατί στην ουσία «πρώτη ύλη», που είναι και ο τίτλος, δεν είναι τα μέταλλα, αλλά οι άνθρωποι.

    Η κάμερα καταγράφει τις κινήσεις των πρωταγωνιστών από απόσταση, με λιγοστά κοντινά πλάνα, ενώ οι σκέψεις τους ακούγονται σε αφήγηση εκτός κάδρου. Θα θέλαμε να μας αναπτύξετε αυτές τις επιλογές.
    Για να μην παρασυρθώ από το πρώτο κλισέ, φτιάχνω μια σχέση εμπιστοσύνης, χωρίς να υποτιμώ ούτε και να εξωραΐζω αυτούς τους ανθρώπους. Αναζητώ τη διαλεκτική ανάμεσα σ’ αυτόν που κοιτάει και σ’ αυτόν που κοιτιέται. Όταν ένας άνθρωπος δουλεύει χειρωνακτικά, δεν μπορεί να γυρνάει σε μια κάμερα που θέλει να τον καταναλώσει, ηδονοβλεπτικά και αδηφάγα.
    Η αφήγηση εκτός κάδρου επιλέχθηκε για να αποφύγω το επιφανειακό. Πριν από το γύρισμα, κάνω πολλές ώρες ηχοληψία. Αυτό το υλικό λειτουργεί σαν δούρειος ίππος, για να μπω στο θέμα. Το σενάριο χτίζεται παράλληλα με τη σχέση εμπιστοσύνης με το πρόσωπο. Αυτό μου παίρνει δύο χρόνια. Και όταν τελικά αρχίζουν τα γυρίσματα, ο άλλος έχει μπει μέσα σου και εσύ τον κουβαλάς. Κατ’ αυτή τη λογική, προτίμησα τη φόρμα ενός εσωτερικού, απολογητικού μονόλογου, έχοντας στο νου τον Μπρεσόν. Ο εσωτερικός λόγος έχει έναν ουμανισμό, όπως το δημοτικό τραγούδι, έτσι αφουγκράζεσαι την «ανθρωπίλα» του άλλου. Όλοι οι χαρακτήρες μαζί συνθέτουν το πορτρέτο του παλιατζή, που πασχίζει να σώσει με αξιοπρέπεια την ύπαρξή του.

    Ποιους συνειρμούς θέλετε να ενεργοποιήσετε με τις έντονες αντιπαραθέσεις, όπως σκουπιδότοπους κάτω από την Ακρόπολη, βιομηχανικά πλάνα με αφόρητο θόρυβο, εναλλαγή εικόνων από σωρούς στοιβαγμένων συσκευών με πλάνα πολυκατοικιών κ.ά.;
    Αυτή η πόλη με τα απόβλητα είναι κομμάτι του θεατή. Νιώθαμε περηφάνια, όταν αγοράζαμε τα πάντα με μια πιστωτική κάρτα και μπορούσαμε εύκολα να τα αντικαταστήσουμε, αφού κατασκευάστηκαν ως αναλώσιμα. Σ’ αυτό το τοπίο του σκουπιδότοπου, υπάρχει ο πολίτης-καταναλωτής. Είναι μια ταυτοποίηση που την επιδίωξα. Η ανακύκλωση, αποτελεί ένα αφηγηματικό εργαλείο, όπως λειτουργεί και μια παραβολή. Το μαγνητάκι που γράφει «Ικαρία», πάνω σ’ ένα πεταμένο ψυγείο, δείχνει μια μνήμη που τη χάνουμε, και μια αυθάδεια στον τρόπο που καταναλώνουμε. Μέσα από παρόμοιες νύξεις, επιδιώκω διάλογο και όχι διδακτισμό. Ο θεατής πρέπει να ενεργοποιήσει το δικό του βίωμα. Ωθούμαστε στην υπερκατανάλωση και μετά μας πασάρουν την ανακύκλωση σαν συγχωροχάρτι, για να εξαγοράσουμε την ενοχή μας. «Ανακύκλωση», «πράσινη ανάπτυξη» και πράσινα άλογα... Πρόκειται για ένα στημένο κόλπο. Έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός. Η βιομηχανία θέλει φτηνή πρώτη ύλη, τέλος.

    Πόσος χρόνος χρειάστηκε για να συλλέξετε και να επεξεργαστείτε όλο αυτό το υλικό;
    Περίπου 5 με 6 χρόνια. Τράβηξα 16 ώρες βίντεο, το οποίο δεν χρησιμοποίησα, έκανα έρευνα για τις ηχοληψίες και μετά ξεκίνησα το γύρισμα. Το μοντάζ παίρνει πολύ χρόνο. Συνήθως το υλικό που έχω είναι 8 προς 1. Κινηματογραφώ σε φιλμ, για περισσότερη αμεσότητα, κι ας κοστίζει παραπάνω. Ασχολούμαι πολύ με τον ήχο, γιατί δημιουργεί περισσότερες προσλαμβάνουσες στον θεατή. Μόνο για τον ήχο του καροτσιού, τοποθέτησα 5 ξεχωριστά μικρόφωνα, για να ξεχωρίζει από τον ήχο των αυτοκινήτων. Όλα τα κατασκευάζω μετά, για να αποδοθεί καλύτερα αυτός ο ρεαλισμός. Εξάλλου, ο κινηματογράφος είναι μια κατασκευή εικόνων και ήχου. Ο σκηνοθέτης δεν είναι παρά ένας παραμυθάς. Το ζήτημα είναι πώς αυτό το παραμύθι θα είναι αρθρωμένο με αισθητικό τρόπο και συγκροτημένο λόγο.

    Γιατί προτιμάτε το κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, από το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ;
    Δεν είμαι ταχυδρόμος, δεν μεταφέρω πληροφορίες. Το ντοκιμαντέρ είναι μια σχέση που αναπτύσσεται, εκφράζει μια σκέψη, ένα συναίσθημα και μια αισθητική, δηλαδή αφορά προσωπικές διαδρομές. Μ’ ενδιαφέρει η διαλεκτική ανάμεσα στο βλέμμα και το θέμα. Η πολιτική σκέψη έρχεται και από τους ανθρώπους και από το βλέμμα της κινηματογράφησης. Οι άνθρωποι δεν εκφράζουν μόνο αγανάκτηση, αλλά κάτι πιο υπαρξιακό.
    Το ντοκιμαντέρ είναι σινεμά, δεν είναι τηλεοπτικό ρεπορτάζ. Το ζητούμενο είναι να φτιάχνεις έναν κόσμο δικό σου, μπαίνοντας στην πραγματικότητα των άλλων. Μια καταγραφή στείρα και επιφανειακή συνήθως καταλήγει στο μελόδραμα.

    Είναι εύκολη η έξοδος ενός ντοκιμαντέρ στις αίθουσες ή η μοίρα τους είναι να κινούνται μόνο στα φεστιβάλ;
    Η Πρώτη ύλη, έχει ήδη ταξιδέψει σε πολλά φεστιβάλ, με πολλές διακρίσεις. Παρ’ όλα αυτά, δυσκολεύτηκα να βρω διανομή και το έβγαλα μόνος μου. Προτιμούν τις ταινίες μυθοπλασίας, με κριτήριο πάντα το κέρδος.
    Η προβολή σ’ ένα πνευματικό κέντρο ή σε μια λέσχη, δημιουργεί μια όσμωση με το κοινό. Θα άξιζε να στηριχθούν όλες αυτές οι μικρές προσπάθειες με εναλλακτικά κυκλώματα διανομής, σε μικρές αίθουσες, με ένα ελάχιστο αντίτιμο, ώστε να δοθεί η δυνατότητα να υφανθεί μια επικοινωνία μεταξύ κοινού και ντοκιμαντέρ.
    πηγή "Ο δρόμος της Αριστεράς" Οι «άθλ(ι)οι» της ανακύκλωσης
     
  12. tyfeas

    tyfeas In Loving Memory

    Απάντηση: ξεσηκωθείτε, οργανωθείτε, α-ντι-στα-θει-τε!!!

     
     
Thread Status:
Not open for further replies.