Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

Ἐν ἀνθρώποις Εὐδοκία

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Arioch, στις 29 Ιουνίου 2021.

  1. Arioch

    Arioch Μαϊμουτζαχεντίν Premium Member Contributor

    ~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~
    Ο εφιάλτης της Περσεφόνης
    ~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~~-~-~-~-~-~-~-~
    Ευδοκία

    Η Φανή με πήρε τηλέφωνο αλαφιασμένη.

    Είχα μόλις βγει απ το μπάνιο και προσπαθούσα να σουλουπώσω όπως όπως την πετσέτα στο κεφάλι μου, και μου πήρε κάποια λεπτά της ώρας για να την ηρεμήσω κάπως και να μου πει με σχετική συνοχή, τι την έκανε να μιλάει με τη γραμμική β´ στο προφορικό.

    Αν και αυτό αποδείχτηκε πιο δύσκολο με τη Φανή, απ το να προσπαθείς να ηρεμήσεις πεντάχρονο που περνάει τις πύλες της Disneyland και ξαφνικά έχει τον ονειρεμένο του κόσμο στα πόδια του.

    - «Ευουλιιιιιιιινι μου!!!Δεν θα το πιστέψεις!!!!! Πριν λίγο πήρε τηλ στο σπίτι ένας συνάδελφος του μπαμπά, ο κ. Παπαϊωάννου και τον έψαχνε, και πιάσαμε την κουβέντα. Και κουβέντα στην κουβέντα, καταλαβαίνεις τώρα…δεν μιλούσαμε και για τίποτα άλλο πέραν των μαθηματικών, μου πρότεινε να του στείλω εργασίες μου το συντομότερο. Έχει ακούσει λέει απ το μπαμπά τα χίλια μύρια για μένα, και είναι σίγουρος ότι θα τις δούμε δημοσιευμένες στο American Journal of Mathematics σύντομα!!! Ευουλίνι μου!!!!! Καταλαβαίνεις που είπε ότι θα τις βάλει Ευη;
    Δεν υπάρχει τεύχος από αυτό το περιοδικό που δεν έχει σαν ευαγγέλιο ο μπαμπάς! Θυμάμαι με πόσο δέος πάντα μου τα έδινε στα χέρια μου για να τα μελετήσω από μικρή, και μου έλεγε πόσο σίγουρος ήταν ότι μια μέρα θα έχουν μέσα δικές μου εργασίες. Είμαι τόσο ενθουσιασμένη Ευη, πετάω!!!»

    Είχα μείνει άναυδη, όχι γιατί δεν ξέρω τις δυνατότητες της Φανής, όχι γιατί μου προκαλεί έκπληξη ο θαυμασμός και το δέος που προκαλεί στους γύρω της αυτό το εξωγήινο μυαλό της…αλλά γιατί γνωρίζω καλά, ποιος ακριβώς είναι αυτός ο συνάδελφος και φίλος του πατέρα της.

    Παπαϊωάννου: Μέντορας μου στα φοιτητικά μου χρόνια, ιδιαίτερα οξύνους νους, απαιτητικός ακαδημαϊκός και αμετανόητα ταγμένος στο αντικείμενο του, ιδανικός μέντορας σε αυτούς που έκρινε ότι άξιζαν την προσοχή του.

    Και τώρα.. την προσοχή του τράβηξε η ίδια η Φανή, το κοριτσάκι μας που όσο εγώ την καμάρωνα, εκείνη δεν είχε σταματήσει να μιλάει ακατάπαυστα, εκστασιασμένη από ενθουσιασμό.

    - «ΕΥΗ, ΕΥΗ με ακούς;;»

    Επανήλθα στην πραγματικότητα και το μόνο που μπόρεσα να της ψελλίσω είναι

    - «Αυτό είναι υπέροχο Φανούλα μου, είναι πραγματικά υπέροχο!»
    - «Ευη καταλαβαίνεις;;;; Μου έδωσε το mail του και περιμένει τις εργασίες μου το συντομότερο!»
    - «Τι περιμένεις τότε μαϊμού; Στείλτες ASAP!»

    Μέσα στον ενθουσιασμό μας, καμία μας δεν μπορούσε να φανταστεί ότι αυτή η τελευταία φράση μου, θα ήταν το τέλος όλων όσων ξέραμε μέχρι τότε όλοι, και η αρχή ενός ταξιδιού σε μια άβυσσο και ένα έρεβος που δεν θα με περίμενε καμία Ιθάκη.

    Ήταν λίγο πριν τις εννιά το πρωί όταν με πήρε τηλέφωνο ο Στέφανος. Περίεργο... ποτέ δεν παίρνει τόσο νωρίς.

    - «Αφέντη μου…»
    - «Στο γραφείο μου. Άμεσα.»

    Πάγωσα. Ο τόνος του ήταν αδιαπέραστα ψυχρός, σχεδόν μη ανθρώπινος.

    Ντύθηκα μηχανικά, μουδιασμένη μέχρι το κόκκαλο, παγωμένη ως το μεδούλι του. Το μυαλό μου έφτιαξε χίλια σενάρια στο δευτερόλεπτο: Κάτι έπαθαν τα παιδιά, κάτι έπαθε η Κατερίνα, κάτι έπαθε ο Στέφανος. Κάτι, κάτι, κάτι, δεν ξέρω τι, αλλά αυτός ο τόνος Του..αυτή η παγωμένη φωνή Του…δεν μου αφήναν το παραμικρό περιθώριο: Κάτι πήγαινε διαβολεμένα στραβά.

    Δεν θυμάμαι πως έφτασα στο γραφείο Του. Δεν θυμάμαι τη διαδρομή, τι μέρα είχε έξω, αν είχε καύσωνα ή αν χιόνιζε. Δεν θυμάμαι πως περπάτησα μέχρι εκεί, αλλά θα θυμάμαι για πάντα το βλέμμα Του όταν άνοιξα την πόρτα:

    Παγωμένο, κενό, μη ανθρώπινο.

    Το βλέμμα που ήξερα είχε χαθεί για πάντα. Αυτή η γαμημενη φωνή μέσα σου που λέγεται διαίσθηση, σου τα λέει όλα χωρίς καθυστερήσεις.

    Τίποτα δεν θα είναι το ίδιο από δω και πέρα.

    - «Κάθησε Ευδοκία.»

    Ξεροκατάπια και προσπάθησα με υπεράνθρωπη προσπάθεια να μην σωριαστώ στην καρέκλα μπροστά απ το γραφείο Του. Το βλέμμα Του, η φωνή Του…ήταν αδιαπέραστα ψυχρά, απόκοσμα.

    - «Δεν ξέρω τι ακριβώς φαντάστηκες όταν έδωσες αυτοβούλως τις συμβουλές που έδωσες στην Φανή. Δεν ξέρω πόσο παρασύρεσαι από την Φανή, τον ενθουσιασμό της ή τον δικό σου. Δεν ξέρω αν τα μαθηματικά, οι περγαμηνές και οι τίτλοι σε θαμπώνουν ή αν βλέπεις στην Φανή την συνέχεια σου ή τη δική μου. Ή ακόμα χειρότερα αν τη βλέπεις ως κάτι δικό μας. Πόνεσα πιο πολύ από σένα Ευδοκία όταν, με ένα χειρουργείο σου αφαίρεσαν κάθε πιθανότητα να κάνεις παιδιά. Και πόνεσα πολύ περισσότερο από σένα, που δεν θα μπορούσες να κάνεις τα δικά μας παιδιά. Ξέρω πόσο πολύ το ήθελες. Δεν έχεις ιδέα πόσο το ήθελα κι εγώ. Αλλά η Φανή, καλώς η κακώς έχει εμένα για πατέρα και την Κατερίνα για μάνα. Και μας παράκαμψες και τους δυο σαν γονείς, για να μη μιλήσω το πως παράκαμψες τον Αφέντη σου, προτρέποντας την να στείλει τις εργασίες της στον Παπαϊωάννου.»

    Τόση ώρα τον άκουγα αποσβολωμένη, ανίκανη να αντιδράσω, ένας μικρός θάνατος είχε αρχίσει να εξαπλώνεται μέσα μου και η παράλυση που ένιωθα ήταν μόνο το άγγιγμα του..

    - «Ξέρεις καλά πόσο ιδιαίτερη είναι η Φανή , και πόσο προσπαθήσαμε εγώ κι η Κατερίνα να της δώσουμε το κατάλληλο περιβάλλον για να αναπτυχθεί, χωρίς ωστόσο όλο αυτό να την καταπιεί. Μπορεί να είμασταν υπερβολικοί, μπορεί να κάναμε λάθη, αλλά κατά βάση την αφήσαμε να ανθίσει, έστω σε συνθήκες θερμοκηπίου. Η οποιαδήποτε απόρριψη μπορεί να ήταν καταστροφική για την Φανή, όσο ευφυής κι αν είναι ακαδημαϊκά, τόσο ανοχύρωτη είναι συναισθηματικά. Ήσουν ευλογία για την ίδια και για μας σε αυτό το κομμάτι Ευδοκία.Την ξεκλείδωσες με έναν μοναδικό, δικό σου τρόπο, την έβγαλες από το καβούκι της, της έδειξες τον κόσμο πέρα από τα μαθηματικά.»

    Δεν ξέρω αν ανέπνεα όση ώρα μου μιλούσε ο Στέφανος.

    Η φωνή Του, ο τόνος Του, το βλέμμα Του..δεν είχαν χάσει στο ελάχιστο αυτή την παγωνιά που ένιωθα να μου τρυπάει τα σωθικά.

    Μάταια περίμενα να ακούσω άλλη ετυμηγορία, από αυτή που μου είχε ήδη πει το ένστικτο μου.
    Αυτός ο θάνατος μέσα μου δεν με ακουμπούσε απλά, με είχε πάρει αγκαλιά και άρχιζε να με σφίγγει όλο και περισσότερο…

    - «Δεν έχεις ιδέα τι προσδοκίες δημιούργησες στη Φανή με αυτή την προτροπή σου. Και σε τι θέση βάζεις εμένα και την Κατερίνα τώρα, που πρέπει να της γκρεμίσουμε αυτές τις προσδοκίες. Για να την προστατέψουμε από έναν ακαδημαϊκό σκληρό, άδικο και γεμάτο έριδες κόσμο, για τον οποίο τώρα τουλάχιστον, ουδόλως είναι έτοιμη να ριχτεί στην αρένα του.
    Ουδόλως είναι έτοιμη να ακούσει ή να διαβάσει, ότι οι εργασίες της δημοσιεύονται γιατί είναι η κόρη του Stolsberg. Ή ακόμα χειρότερα ότι αυτές δεν είναι οι δικές της εργασίες, αλλά αυτές του πατέρα της που προωθεί την κόρη του στα χνάρια του, από ματαιοδοξία και έπαρση.
    Τόσα χρόνια προσεχτικών χειρισμών…τα κλώτσησες Ευδοκία και τώρα θα το πληρώσουμε άσχημα όλοι και περισσότερο απ όλους, η ίδια η Φανή. Αυτή ακριβώς που μπορεί να το διαχειριστεί λιγότερο από όλους!»

    Δεν Τον άκουγα πλέον. Ένα μαύρο πέπλο με είχε τυλίξει ολόκληρη και με έσφιγγε όχι σαν πέπλο, αλλά σαν μέγγενη…

    - «Δεν έχω κοιμηθεί ένα δευτερόλεπτο από χθες Ευδοκία. Και την απόφαση μου δεν την πήρα συναισθηματικά φορτισμένος, όσο κι αν είμαι. Ξέρεις ωστόσο το σημαίνουν για μένα τα παιδιά μου και ότι είναι πάνω από όλους μας, πάνω κι από μένα. Και τώρα δεν θα σου πω πάμε παρακάτω. Θα σου πω ως εδώ. Μπορεί να το μετανιώνω για μια ζωή, αλλά δεν θα είμαι ο εαυτός μου αν δεν το κάνω. Σε αυτό που πρέπει να επικεντρωθώ τώρα, τόσο εγώ όσο και η Κατερίνα, είναι η Φανή και μόνο. Και πως θα διαχειριστεί την απαγόρευση μας για την κίνηση που την ενθάρρυνες να κάνει. Πως δεν θα μας δει σαν τους κακούς της υπόθεσης, και πως θα την κάνουμε να αντιληφθεί πράγματα που δεν μπορεί καν να διαχειριστεί τώρα.»

    Τον άκουγα αλλά δεν Τον άκουγα.

    Το μυαλό μου είχε πλημμυρίσει από ένα μαύρο, που μπροστά του ο θάνατος φαινόταν μικρός και λίγος..

    - «Δεν θα έχεις καμία επαφή ούτε με την Κατερίνα, ούτε με την Φανή από δω και πέρα. Σε μένα, θα στέλνεις μια αναλυτική αναφορά κάθε βράδυ για τους επόμενους τρεις μήνες. Θέλω να γράφεις τα πάντα. Πως ξύπνησες, τι έκανες, τι νιώθεις, τι έφαγες, ακόμα και πόσες φορές πήγες τουαλέτα. Δεν θα περιμένεις απάντηση μου. Κάθε μέρα για τρεις μήνες από σήμερα.
    Είμαι απολύτως κατανοητός Ευδοκία;»

    Δεν μπορούσα να μιλήσω, δεν μπορούσα να μορφάσω, δεν μπορούσα καν να γνέψω. Το μαύρο με είχε κατακλύσει και αισθανόμουν ζωντανή, μόνο και μόνο, επειδή τα μηνίγγια μου χτυπούσαν σαν σφυριά.

    Δεν ξέρω πως βρέθηκε μπροστά μου. Δεν θυμάμαι πως με σήκωσε στα πόδια μου. Ούτε πως έπιασε με το χέρι Του την αλυσίδα στο λαιμό μου..

    Θυμάμαι μόνο αυτό το κρακ όταν την έσπασε.

    - «Αυτήν θα την κρατήσω εγώ Ευδοκία. Για να θυμάμαι πάντα πόσο σε αγάπησα και γιατί έκανα ότι έκανα. Μια μέρα, που θ αργήσει πολύ, θα το καταλάβεις….»

    Με φίλησε στο μέτωπο σαν πατέρας. Αλλά δεν με αγκάλιασε, θαρρείς και ήξερε πως αν το έκανε..θα γίνονταν αδύναμος.

    Μου άνοιξε την πόρτα.

    Δεν θυμάμαι πως βγήκα απ το γραφείο του.

    Θυμάμαι μόνο αυτό το κρακ της αλυσίδας που έσπασε.

    Αυτό το κρακ της ψυχής μου.



    Αν μπορούσα να περιγράψω με μια λέξη το είναι μου, αυτή θα ήταν «κενό».

    Είναι κάποιες αποφάσεις στη ζωή, που ενώ τις παίρνεις στη στιγμή χωρίς να το σκεφτείς, στην
    αλλάζουν συθέμελα και για πάντα.

    «Τι περιμένεις τότε μικρή μαϊμού;; Στείλτες ASAP!»

    Αυτή ήταν μια από αυτές..

    Ο Mark Twain είχε πει πως «Οι δυο πιο σημαντικές μέρες στη ζωή σου είναι η μέρα που γεννιέσαι και η μέρα που ανακαλύπτεις γιατί.»

    Στα πόδια του Στέφανου ένιωσα το δικό μου γιατί. Αυτό το πέρα από σπουδές, επάγγελμα, τόπο. Αυτό το βαθύ γιατί, που αφορά το είναι σου.

    Αν μπορούσα να περιγράψω το είναι μου με μια λέξη, αυτή θα ήταν «κενό».



    Οι μέρες διαδέχονταν η μια την άλλη στην απόλυτη σιωπή. Στο απόλυτο μαύρο. Δεν τολμούσα να μιλήσω στον Στέφανο, να του εξηγήσω, να του ζητήσω συγγνώμη, να τον ικετεύσω να γίνουν όλα όπως πριν.

    Εκείνο το πέτρινο βλέμμα του μόλις άνοιξα την πόρτα του γραφείο του.. μου είχε κόψει κάθε γέφυρα. Κι εγώ έπεφτα από όλες και την κάθε μια ξεχωριστά, χωρίς σκοινί στο πόδι, χωρις δίκτυ προστασιας, στο κενό, ξανά και ξανά. Και ξανά. Κάθε μέρα.

    Αν μπορούσα να περιγράψω το είναι μου με μια λέξη, αυτή θα ήταν «κενό».

    Τι θα είπανε άραγε στη Φανούλα μου; Πως θα της εξήγησαν γιατί δεν θα με ξαναδεί; Γιατι δεν θα ξανά κάτσουμε με τις ώρες πάνω από μαθηματικά ορνιθοσκαλίσματα, ανακαλύπτοντας τον τροχό εκ νέου, φιλοδοξώντας με ενθουσιασμό πεντάχρονων να τετραγωνίσουμε κύκλους;

    Σε ποιον θα ομολογεί τώρα τον έρωτα της για την Τοπολογία, και σε ποιον θα εκμυστηρεύεται αυτόν για τον Josh; Ποιος θα της κάνει παρέα όταν χώνεται στην μπανιέρα, και με ποιον θα κοιμάται αγκαλιά τα βραδιά κατσιασμένη στον λαιμό του σαν κουτάβι; Ποια θα ζήλευε όταν θα με έβλεπε να παίζω σκάκι με τον αδερφό της, και θα ερχόταν με χίλιες δυο δικαιολογίες τάχα μου να μας αποσπάσει την προσοχή, και να μου μονοπωλήσει με το πιο αθώο βλέμμα το ενδιαφέρον; Και μετά να αρχίσει τις γαλιφιές και τα «Ευουλίνιιιιι μου» σαν τετράχρονο που του υποσχέθηκαν παγωτό σε λούνα παρκ;

    Αν μπορούσα να περιγράψω το είναι μου με μια λέξη, αυτή θα ήταν «κενό».

    Κάθε μέρα έγραφα την αναφορά μου, όπως ακριβώς μου είχε ζητήσει ο Στέφανος. Κάθε μέρα περίμενα πως και πως αυτή τη στιγμή, την ένιωθα σαν την μόνη επικοινωνία που μπορούσα να έχω ακόμα μαζί του. Κάθε μέρα του έγραφα σεντόνια ολόκληρα και πίσω από όλα ήταν γραμμένο ένα τεράστιο, ειλικρινές, σπαρακτικό «συγγνώμη». Κάθε μέρα ευχόμουν να το διαβάσει και να κάνει την υπέρβαση, κάθε μέρα ένιωθα τις Ερινύες μου να με κομματιάζουν μειδιώντας, κάθε μέρα έσβηνα και μια μέρα από το τρίμηνο που μπορούσα ακόμα να επικοινωνώ, έστω κι έτσι μαζί του.

    Δεκαεφτά και σήμερα.

    Αν μπορούσα να περιγράψω το είναι μου με μια λέξη, αυτή θα ήταν «κενό».



    Τελευταία μέρα του τριμήνου. Και τελευταία αναφορά. Ο Στέφανος σταθερά απών όλο αυτόν τον καιρό.

    Ένα «διαβάστηκε» που μου ξέσκιζε τα σωθικά, μια σιγή ασυρμάτου πιο εκκωφαντική και από τις πιο σπαρακτικές κραυγές, μια απουσία, ένας ακέραιος θάνατος, μια μεσίστια ψυχή και ένα τυραννισμένο σώμα που ικέτευε για Κώνειο..

    «Στέφανε σε ικετεύω, σε ικετεύω….συγγνώμη…..per aspera ad astra, θυμάσαι; Στέφανε…»

    Η τελευταία αναφορά μου, η τελευταία ικεσία μου, το τελευταίο «διαβάστηκε».

    «Γίνηκε λέει το γραφτό, σωσίας του πεπρωμένου»

    Δεν θα τον ξανακούσω, δεν θα τον ξαναδώ, δεν ανήκω πουθενά πλέον.

    « Και κάπως έτσι ανάξια ζήσαμε, ζωή ντυμένη απόγνωση»

    Αν μπορούσα να περιγράψω το είναι μου με μια λέξη, αυτή θα ήταν «κενό».



    Μια εβδομάδα μετά την τελευταία μου αναφορά στον Στέφανο. Μια εβδομάδα χωρίς καν αυτή την επικοινωνία. Δυο χρόνια σχεδόν στα πόδια Του, εφτά μέρες τώρα στο απόλυτο κενό. Τρεις μήνες και εφτά μέρες τώρα στην απόλυτη σιωπή.

    «Τι μαθαίνει κανείς σε ένα καφεδάκι με τη Σιωπή. Μου πε πως η Μοναξιά συναγωνίζεται τη Θλίψη, γιατί έχουνε βάλει λέει στοίχημα, ποια είναι η πιο μεγάλη. Και πως τα Όνειρα και η Ελπίδα κρύφτηκαν στην αποθήκη. Κρατάνε μούτρα λέει, γιατί δεν τα παίζουν οι άλλες. Άκου να δεις! Για Σιωπή, λαλίστατη ήταν πάντως…»

    Δυο χρόνια σχεδόν στα πόδια Του.

    Δυο χρόνια οξυγόνου, δυο χρόνια αφοσίωσης, δυο χρόνια ανακάλυψης. Του δικού μου γιατί.

    Τώρα σιωπή. Τώρα κενό. Κρυώνω.

    Αισθάνομαι το χάδι του είναι κρύο, απόκοσμο… Αφήνομαι στο φιλί του, νιώθω να με ρουφάει ολόκληρη, δεν έχω ανάσα, θέλω οξυγόνο, πνίγομαι, δεν μπορώ να αναπνεύσω, πνίγομαι..

    «Και τώρα αφεθήκαμε σε μια κατάφωρη μοίρα, να ικετεύουμε για να φιλί Ύστατο, για μια ανάσα μεταθανάτια..»

    -"Τελικά έγινα premium."
    -"Και μπράβο σου"


    -"Καλησπέρα κι από εδώ Ευδοκία!"
    -"Εύη είπαμε!"
    -"Δεν είπαμε, είπες. Εγώ είπα Ευδοκία και θα συνεχίσω να σε λέω έτσι!"


    "Yup, κάνουμε τις επιλογές μας και είμαστε υπεύθυνοι γι αυτές. Αν μας βγουν έχει καλώς. Αν δε μας βγουν υπάρχουν δύο δρόμοι: Είτε να γίνουμε σοφότεροι είτε να ξαναφάμε τα μούτρα μας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο..”


    Το mail είχε μόνο subject και όχι main body. Το subject ήταν "Άλογο, λίμνη, μωβ και δε σε χάλασε καθόλου

    -"Το παρελθόν δεν αλλάζει, το μόνο που είναι του χεριού σου είναι το μέλλον. Πέσε τώρα να κοιμηθείς."

    - «Πάντα υπάρχουν και πάντα θα υπάρχουν σταυροδρόμια στη ζωή μας που πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ δύο επιλογών που θα προτιμούσαμε να αποφύγουμε ωστόσο είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε. Αν η μόνη επιλογή είναι το μη χείρον τότε, πετώντας ή όχι τη σκούφια μας, την κάνουμε και προχωράμε παρακάτω.»


    «Όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, οι Θεοί γελούν.»

    Ὕβρις, ἄτη, νέμεσις, τίσις”

    «Η Νέμεσις ποτέ δεν ήταν δίκαιη τελικά. Τιμώρησε τον Έρωτα ως άπληστο κι έτσι έμειναν οι Ερινύες άεργες..»

    Per aspera ad astra


    Βλέπω εμένα, τον εαυτό μου... την Ευδοκία να είναι σε μια γέφυρα. Έχει το χέρι της στο λαιμό της, κάτι ψάχνει, βάζει και το άλλο της χέρι, ψάχνει φρενιασμένα. Φέρνει τα χέρια της μπροστά της και τα κοιτά ανέκφραστη πια.

    Στα χέρια της μια αλυσιδίτσα. Σπασμένη. Τα μάτια της γίνονται μαύρα, άυλα. Ανοίγει τα χέρια της σαν μαριονέτα, η αλυσιδίτσα γλιστράει σιγά σιγά από μέσα τους, διακρίνεται μια μικρή της λάμψη.

    Κι ύστερα χάνεται στο κενό.

    Κι αυτά τα μαύρα μάτια την ακολουθούν…Πέφτουν πίσω της, η Ευδοκία αιωρείται, πέφτει σε αργή κίνηση, απλώνει τα χέρια της να πιάσει την αλυσιδίτσα..η λάμψη χάθηκε. Το μαύρο τύλιξε τα πάντα.

    «Μη με αφήνεις να συνηθίζω την απουσία Σου. Κινδυνεύει ιταμός ο κίνδυνος, να μάθω να ζω χωρίς Εσένα…Και δεν είναι που δεν θέλω. Είναι που δεν μπορώ…»

    Per aspera ad astra Λατρεμένε μου.

    Ένας στιγμιαίος θόρυβος. Μια αμείλικτη πρόσκρουση στο έδαφος. Χέρια και πόδια σε μια αφύσικη πόζα, σαν παραιτημένη μαριονέτα. Το αίμα της πότιζε τον δρόμο σιγά σιγά, σαν άλικο, καταπόρφυρο κρασί που την τύλιγε ολόκληρη.

    Στο δεξί της χέρι κρατούσε την αλυσιδίτσα της…

    «…δεν Είσαι εδώ, μα είμαι εγώ.. Δεν θα μπορούσα άλλωστε αλλού να είμαι…»

    Per aspera ad astra Λατρεμένε μου.

    ...

    Ευδοκία! Ευδοκία!ΕΥΔΟΚΙΑ!!!

    Άκουγα το όνομα μου σαν μέσα από τούνελ. Το επόμενο που θυμάμαι, είναι τον Στέφανο και την Κατερίνα από πάνω μου να με κοιτάνε τρομαγμένοι.

    - «Ευδοκία τι έπαθες; Φώναζες και χτυπιόσουν μέσα στον ύπνο σου, έχεις ιδρώσει ολόκληρη και χρειάστηκε σχεδόν να σε ρίξω απ’ το κρεβάτι για να ξυπνήσεις!»

    Ο Στέφανος έδειχνε πραγματικά ανήσυχος και η Κατερίνα διόλου λιγότερο.

    - «Τσίμπησε με!»
    - «Ορίστε;»
    - «Τσίμπησε με Στέφανε! Σε παρακαλώ!»

    Μου έπιασε τη ρώγα και σχεδόν την ξερίζωσε.

    -«Άουτς!!!! Αυτό σου ήρθε;; Αλήθεια τώρα;;»

    Δάκρυα κυλούσαν απ τα μάτια μου.

    Αλλά δεν ήταν από τον πόνο του τσιμπήματος. Ήταν pure ευτυχίας.

    - «Ευδοκία ανάθεμα αν καταλαβαίνω τι γίνεται! Τι έπαθες κοριτσάκι μου; Έχεις 30 ήδη. Μίλα διάολε!»

    Ασυναίσθητα το χέρι μου πήγε στον λαιμό μου. Έπιασα το αλυσιδάκι μου, τα δάχτυλα μου έπιασαν το «γιατί» μου: το λουκετάκι που μου είχε χαρίσει ο Στέφανος, σχεδόν δεκατρία χρόνια πριν. Του χαμογέλασα.

    - «Να ήξερες πόσο μου έλειψες…πόσο μου λείψατε όλοι…»
    - «Κατερίνα, φτιαξ’ της ένα τσάι να συνέλθει γιατί μα τους θεούς, αυτό που θέλω τώρα είναι να τη σαπίσω στο ξύλο! Της λείψαμε λέει!!!»

    Μια αλλόκοτη αίσθηση μιας προδιαγεγραμμένης μοίρας… Ξεκίνησε όταν με είπε Ευδοκία…

    Ο Τόμας ζουν με τον Μάνθο στον τρίτο όροφο. Πάνε για Μπόουλινγκ κάθε Κυριακή σχεδόν, και κάθε Κυριακή ο Στέφανος τους «μαλώνει», επειδή αργούν πάντα στο βραδινό τραπέζι. Αυτό που σχεδόν κάθε Κυριακή, μας μαζεύει όλους γύρω του.

    Η Φανούλα μου ζουν με τον Josh, την Ευδοκία και την Emily στο δεύτερο όροφο.

    Η Ευδοκία, τώρα στα 10 της, έχει ήδη αρχίζει να κάνει τη Φανούλα να ξεπληρώσει τις «αμαρτίες της», μας κάνει όλους να λυνόμαστε στα γέλια βλέποντάς την να κυνηγάει τη μητέρα της με ένα χαρτί στο χέρι και τη Φανή με τη σειρά της να βάζει τα γέλια όταν η Ευδοκία κυνηγάει εμένα ή το θείο της ή τον παππού της για μια παρτίδα σκάκι ακόμα ή όλους μας όταν κυνηγάει τον μπαμπά της και τη νονά της για αγκαλίτσα.

    ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ!!!!!

    Και αν η Ευδοκία ήταν the best of both worlds, η μικρή, η Emily, είναι ίδια η μαμά της και όλοι πειράζουμε τον Josh ότι είχε φιλική συμμετοχή στην σύλληψη της. Η Emily είναι ένα πανέμορφο και ευφυές τερατάκι, και δεν έχουμε αποφασίσει ακόμα αν τα κουταβίσια μάτια που μας κάνει όταν θέλει να περάσει το δικό της, είναι γονιδιακή κληρονομιά ή ύπουλο τερατίσιο χάρισμα.

    ΨΥΧΗ ΜΟΥ!!!!!

    Εγώ με τον Στέφανο και την Κατερίνα, ζούμε στον πρώτο όροφο. Αν και όλοι γνωρίζουν πλέον τη φύση της σχέσης μας, μας πειράζουν ότι είναι ο κατάλληλος όροφος για την ηλικία μας. Όσο λιγότερες σκάλες, τόσο μικρότερες οι πιθανότητες για λουμπάγκα.

    Αθώα παιδιά. Τι να πεις..

    Ο Harry ζει μόνιμα στη Βελικα πλέον. Μας επισκέπτεται συχνά και εμείς εκείνον. Απολαμβάνει με όλη του την ψυχή την βαφτισιμιά του και τις μικρές -και η Emily είναι η μεγάλη του αδυναμία- και νομίζω ότι, αν και δεν το παραδέχεται, βλέπει την αδερφή του στα κουταβίσια μάτια της.

    Κάθε χρόνο, για μια εβδομάδα όπως πάντα, περνάνε με την Κατερίνα τη δική τους μυσταγωγία. Η σπονδή του Στέφανου στους θεούς, δεν έχασε ποτέ την αξία της. Για όλους μας.

    Κι εγώ…

    Εγώ απολαμβάνω το ταξίδι κάθε μέρα. Σχεδόν δεκατρία χρόνια τώρα. Και χαμογελάω, γιατί τελικά δεν κατέληξα ποτέ στο ερώτημα «το ταξίδι ή η Ιθάκη τελικά;»

    Μου φτάνει που ανακάλυψα το γιατί μου..

    …η Ιθάκη σ έδωσε τ ωραίο ταξίδι. Χωρίς αυτή δεν θα βγαινες στον δρόμο. Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια…

    …έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθακες τι σημαίνουν



    (Το παραπάνω κομμάτι είναι γραμμένου εξ ολοκλήρου από την @Mystique. Δεν έχω λόγια... απλά δεν έχω λόγια)
     
  2. ArtLover

    ArtLover Eleotris Margaritacea

    Μια κοσμοσυρροή συναισθημάτων σε μια Τρίτη που νόμιζα ότι θα κυλήσει με γνώμονα την νηνεμία.. Μου την έσκασε η @Mystique όμως!! Δεν ξέρω αν ήθελες να γίνεις σαδιστική βόμβα με το να με κάνεις να προσπαθώ να διαβάσω μέσα απο το πέπλο των δακρύων που μου προκάλεσες ή μαζοχιστικά επέλεξα να το διαβάσω εν μέρα νηνεμίας..

    Θα πω αυτό και κλείνω! Είσαι μοναδικά υπέροχη! Μπράβο σου μέσα απο την καρδιά μου!  
     
  3. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Εγώ ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη και την carte blanche.
     
  4. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Σ ευχαριστώ θερμά.
    (Όσο για το «μοναδικά υπέροχη».. και λίγα λες..    )
     
  5. kinvara

    kinvara Δική Του Contributor

    Ω! Εξαίρετο κεφάλαιο! Συγχαρητήρια @Mystique για την ροή της σκέψης και τη γραφή σου.
     
  6. Rupa

    Rupa New Member

    Ω, πόνεσε η ψυχή μου. Σχεδόν ίδρωσα όσο διάβαζα, η τρίχα μου ήταν σηκωμένη από την κορυφή ως τα νύχια, κρύωνα.
    Στο μυαλό μου έπαιζε σε λούπα ένα "όχι, δεν μπορεί να είναι αλήθεια".
    Την ανακούφιση στο τέλος τη βίωσα σα να'ταν δική μου.

    @Mystique Μπράβο σας, μπράβο. Είναι πραγματικά υπέροχο, με ρούφηξε.
     
  7. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Σ ευχαριστώ καλή μου  
     
  8. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Χαίρομαι αν σας άγγιξε, ευχαριστώ για τα καλά λόγια  
     
  9. gaby_m

    gaby_m open for S/m discussion Premium Member Contributor

    Ανάσα πολιτισμού αυτό το νήμα... Μπράβο @Mystique, θερμά συγχαρητήρια!
     
  10. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Ταπεινό ευχαριστώ..
     
  11. sapfw

    sapfw out of order Contributor

    @Mystique δεν υπάρχουν λόγια να εκφραστώ... οι ενέργειές μας συναντιούνται σε ένα συμπαντικό απυρόβλητο... καταλαβαίνεις χωρίς να μιλήσω... σιωπή λοιπόν... και βαθιά υπόκλιση  
     
  12. mystique

    mystique Owned Premium Member Contributor

    Καταλαβαίνω καλή μου..

    Το κεφάλαιο αυτό γράφτηκε γιατί έπρεπε να γραφτεί.
    Ειναι ένα συνοθύλευμα προσωπικής κατάθεσης φόβων, προσδοκιών, βιωμάτων και συναισθημάτων, σε συνδυασμό με τη συνοχή στην ιστορία μέσω μιας ιδιαίτερης προοπτικής.

    Οι ευαίσθητες χορδές εκάστου είναι ιδιαίτερες…Χαίρομαι αν άγγιξα κάποιες, ωστόσο όλα είναι υποκειμενικά και επιλέγω να γράφω ταπεινά για μένα, ως τον δικό μου τρόπο έκφρασης.

    Οφείλω σε όλους ένα ευχαριστώ για τα καλά τους λόγια, και επίσης ένα ευχαριστώ και πάλι στον @Arioch, για το έναυσμα, το όλο νήμα, την εμπιστοσύνη και την τιμή να με συμπεριλάβει σε αυτό.