Απόκρυψη ανακοίνωσης

Καλώς ήρθατε στην Ελληνική BDSM Κοινότητα.
Βλέπετε το site μας σαν επισκέπτης και δεν έχετε πρόσβαση σε όλες τις υπηρεσίες που είναι διαθέσιμες για τα μέλη μας!

Η εγγραφή σας στην Online Κοινότητά μας θα σας επιτρέψει να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα στο forum, να στείλετε προσωπικά μηνύματα σε άλλους χρήστες, να δημιουργήσετε το προσωπικό σας profile και photo albums και πολλά άλλα.

Η εγγραφή σας είναι γρήγορη, εύκολη και δωρεάν.
Γίνετε μέλος στην Online Κοινότητα.


Αν συναντήσετε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την εγγραφή σας, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.

The love of Venus and Ɐthena

Συζήτηση στο φόρουμ 'BDSM Art and Literature' που ξεκίνησε από το μέλος Ηλίας, στις 12 Ιουλίου 2022.

  1. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Message in the love bAttle 9th
    “Το Κάστρο”

    Η μέρα 81
    «Ο Θάνατος των Θεών»

    Η Αθηνά και η Αφροδίτη γνωρίστηκαν για πρώτη φορά, στον πλανήτη των Φυτών.

    Η Αθηνά χοντρούς σμιλεμένους κορμούς τα κάτω άκρα, κλαδιά τρυφερά, με φύλα ροζ τα νω. Τα πρόσωπα της, γαλάζια άνθη του μεγάλου και πέταλα μακριά και μαύρα, να στολίζουν τα κεφάλια της.

    Η Αφροδίτη λυγεροί τέσσερις σωλήνες από σάρκα μωβ, πλούσιες καμπύλες σε κύματα με το χρώμα του αφρού, ρίζες λεπτές νευρώδεις και σκληρές. Τα κρα της πλοκάμια, γεμάτα με νέκταρ. Από τις χυλώδεις τουλίπες που μιλούν, να παίρνει, να δοκιμάζει και να βογκά με του ναζι την απόλαυση.

    Η Αθηνά γέλασε αυθόρμητα, η Αφροδίτη γύρισε γουρλώνοντας τους στήμονες και μετά στο γέλιο κύλισε μαζί της.


    -Θέλεις; Της πρότεινε με να πλοκάμι να στάζει νέκταρ. Τα’ νθω του ουράνιου, να χαμογελούν και τα φτά μαζί.

    -Θέλω, αλλά όχι νέκταρ. Η Αθηνά την πλησίασε και με τους χοντρούς κορμούς, μισάνοιξε τα τρυφερά ανοίγματα. Τα κορίτσια σε μία λίμνη από Τουλίπες του χυλού, κυλίστηκαν και στο νέκταρ των Του και το δικό τους κολυμπούσαν, μέχρι του συγχρονισμένο χορού, άγριο ργασμό. Τότε τους έσμιξε ο πόθος.

    Ξαναβρέθηκαν στον πλανήτη των Νεφών. Η Αφροδίτη, μικρό λυγερό σύννεφο με λεπτές τις καταλήξεις, υγρά νοίγματα και πράσινο χιτώνα.

    Η Αθηνά, ψηλό λευκό το νέφος, πυκνή και μακριά σπειροειδής προβοσκίδα. Τις λέξεις για λεκέδες δε χρειάστηκαν τούτη τη φορά. Εισχώρησε η κάθε μία στην άλλη μέσα. Τα χρώματα σκουρύναν, οι υδρατμοί πυκνώσαν, οι στραπές και οι βρόντ χόρεψαν, μέχρι την εξάντληση τους.

    Υγρού τα σώματα, των δύο έφηβων θεών, πάνω στους θαλασσί παγετώνες, που στέγνωναν στον Γκρίζο ήλιο, μέχρι την ανάσα τους να πάρουν. Έρωτας.

    Την τρίτη φορά, μία τίγρης η Αφροδίτη, μια γαζέλα η Αθηνά. Για ώρες έπαιζαν και κυνηγούσαν η μία την άλλη. Για μέρες καβαλούσαν, εναλλάξ κάθε μία την άλλη.

    Για μήνες κρατούσαν κρυφή την αγάπη τους, στις αχανείς σαβάνες του Βορρά. Χωρίστηκαν, όταν άρχισαν τα πουλιά να τους λένε πως οι υπόλοιποι τους ψάχνουν. Να το μάθει θεός ή θνητός δεν έπρεπε κανείς.

    Σε μία υπόγεια πορτοκαλί λίμνη, σε βάθος 39 χιλιομέτρων στον Γαλαξία της Ανδρομέδας, η Αθηνά, πλάσμα του αλλόκοτου. Κεφάλι και κορμό θηλυκό τ’ ανθρώπου, άκρα οκτώ μεγάλα, δίμετρα πλοκάμια με οπές δεκάδες πάνω τους, από ρώγες σε βεντούζες και ξανά πάλι στην αρχή.

    Στη βάση του κορμού της, κόλπο μεγάλος και θολός. Στην κορυφή του κλωνάρι εκατοστά του 19. Με ένα μεγάλο πλοκάμι, τον κόλπο της διακορεύει, στου έσω και στου έξού τον πιο αργό ρυθμό. Με να κόμη, το κλωνάρι ερεθίζει, μέχρι που αυτό ματώνει. Ροζ το χρώμα στου νερού το πορτό και καλεί.

    Δίπλα της η Αφροδίτη, ταλαιπωρημένη, σε σώμα του ίδιου να πλέει στο κενό και γύρω τους φλεγόμενοι Ναρκ και Κισσοί. Ο δικός της κόλπος, σφραγισμένος, με δικό της πλοκάμι βυθισμένο μέσα του μέχρι το τελείωμα του. Το κλωνάρι της μαραμένο, εξαντλημένο, να λικνίζεται στο νερό που ήρεμα κυλά. Το κορμί της διάστικτο, από χτυπήματα, δαγκώματα με τμήματα του λείπω, που στα κα του Δία θρέφει και γεμίζει και χρώματα σκληρά. Χρώματα βαριά, να ποχρωματίζονται στης αγάπης τους τον οίνο.

    Στην επιφάνεια της θάλασσας, πλάνα σπέρνουν με σπόρους του μαμούθ, πειρηνικά μανιτάρια.

    Με ένα πλοκάμι η Αθηνά, της χαϊδεύει τα μαλλιά. Λίγες οι λέξεις που τον βόμβο και βόγκω της λαγνείας, τη θεά διακόπτουν.

    -Τι θυμάσαι από το όργιο Αφροδίτη;

    (-Παππού; Πάππο; Και που το φοράνε αυτό; ΠρασινοΚοκκινοσκουφίτσος.
    -Ποιο μικρέ μου, αγόρι μου και της πάλης το κάρυ το σωστό; Πάπ,
    -Αυτό μπρε Pop, εμ πώς να το πω. Το κόκκινο με πράσινα πουά, του λάστιχου σκουφί. GReend)

     
  2. Ηλίας

    Ηλίας Γυμνός και ζωντανός, εσείς;

    Venus Wave

    Message in Min and Pl us One Bottle 9th
    “Το Κάστρο”

    Η μέρα 82
    “Ο Θάνατος των Θεών”

    Πριν ή μετά, σημασία όταν στον χρόνο κινείσαι εμπρός και πίσω, καμιά δεν έχει. Το η ανακάλυψε τον τρόπο να δραπετεύει από τον κόσμο των τριών και στη γέφυρα του χρόνου, να κινείται προς όποια κατεύθυνση ζητά.

    Τον τρόμαξε, να τον μοιραστεί με τον Κανέναν. Τι πιστώσεις αυτό θα είχε στη ροή των πλασμάτων των τριών; Ένα μυστικό που θα έπρεπε για πάντα στο μέσα του να κρύψει.

    Πώς θα μπορούσε όμως; Να ζήσει μία ζωή ως παιδί, του φυσικού και της λογικής;
    Πως θα μπορούσε να αγνοήσει το Ξ, την Μπάμ πούσκα, από των κόσμων των τεσσάρων; Θα έπρεπε να ξεχάσει. Να ζήσει μία ζωή, απλή, τρισδιάστατη, με ελπίδα και προσμονή, απογοήτευση και πόνο, χαρά και Ζήτω!

    Βρήκε τον τρόπο και ξέχασε. Και μετά γνώρισε το Φως του. Μία ζωή, του πυρός το τέχνημα, ώσπου…

    (from Message in the Dark Bottle 9th
    “Το Κάστρο”
    Mirror mirror on the wall, who is she in the dark?
    The Third
    “Οι Κλωστές”)

    -Θα λησμονήσεις. Τι ήσουν, τι είσαι, τι θα ‘θελες να γίνεις…
    -Το όνομα μου, η Ιθάκη σου και πόθος σου ακριβός…
    -…και όταν μπορέσεις και με φτάσεις τότε μόνο ελεύθερη…

    Βρίσκω τη δύναμη και υψώνομαι. Τα πόδια μου, τον κόσμο του μαζί να κουβαλούν. Με τα βήματα μου αργά, φτάνω στους ζωντανούς πυρσούς. Τους αγγίζω και με αγγίζει και εμένα η φωτιά. Όχι όμως τρυφερά αλλά τι σημασία έχει τώρα;

    Το σώμα μου φλέγεται, το σημάδι μου σε τούτο τον κόσμο, φέγγει, αλλά…

    Μέσα στις φωτιές, το δάσος. Κορμοί από φωτιά, που τώρα δε με καίνε.
    Φύλα από φλόγες, που χαμογελούν χαρά.

    Χώμα από λάβα, τα πόδια μου μέσα της ξεπλένω. Βαδίζω, στη φωτιά, εκεί που άνθρωπος ποτέ δεν έφτασε. Ζώα από τη μάνα του πυρός, παίζουν και πηδούν τα εμπόδια του να. Τα θάματα που απλώνονται μπροστά μου στάλες από ήλιο.

    Η καρδιά μου, δε χτυπάει. Τώρα τραγουδά και εγώ ακολουθώ τους στίχους κάτω από τους στίχους. Τον ρυθμό που κρυμμένος βρίσκεται στο μύθο. Βράχοι από κόκκινο και πορτοκαλί με πόδια τρέχουν γύρω μου. Ένα πεύκο με το καυτό ρετσίνι, τις πληγές του αρωματίζει, με βροχή από εκρήξεις λούζεται. Στέκομαι και στέκεται. Το χέρι του, κλαδί που καίγεται και ποτέ δε σβήνει, μου δίνει.

    Μαζί, τα βήματα τώρα και σε ξέφωτο με πάει. Σαν παιδιά που φλογοπηδούν ψηλά. Μία λίμνη το έδαφος, από λάδι που βράζει, αλλά ποτέ σου δε βουλιάζεις. Και στη μέση της λίμνης, ένας γέρικος κορμός.

    Πάνω του Αυτός.

    -Ποιος είσαι; Μου χαμογελάει, το πρόσωπο του θυμίζει κουρτίνα παιδική. Γνωστή, οικεία, δική μου.
    -Ποιος είσαι; Με ρωτάει.

    Δίχως να ξέρω το γιατί, σκύβω και τον φιλάω. Η γλώσσα μου, στο στόμα του χορεύει.
    Η γλώσσα του, στο στόμα μου χορεύει.

    Γλυκό το αίμα που κυλάει από τις κόρες της. Γλυκό το άμα, που κυλάει από τη δίδυμη συνείδηση σου.

    Και τότε, καταλαβαίνω… Τραβιέμαι και τον κοιτώ.

    Τραβιέται και με κοιτά. Κώνος, η σφαίρα του χρόνου και του χώρου, κώνος που ρουφάει το εκεί και σε σημείο τα πάντα…

    …τα μαζεύει. Όλο το σύμπαν, συμπυκνωμένο σ ένα σημείον. Μέσα σου, το μηδέν εγώ, στο βυθό του απείρου, κολυμπώ. Σε κάθε μηδέν, το στίγμα μου αφήνω και άπειρα τα σημεία, σκιές και αποχρώσεις του μηδέν.

    Το ένα τρώει, το άλλο και στο τέλος, το τελευταίο εγώ. Μία στιγμή του πάντα και ένας θόρυβος μεγάλος. Μία γέννηση, μία νέα αρχή. Μία Μεγάλη Έκρηξη…

    Εγώ το Γ, αυτός το Δ.

    Επιστρέφω στο πριν και στο τότε η λήθη το ρούχο που φοράω. Από κάτω του, η μνήμη χέρι βάζει και στα όνειρα μου ψηθεί και ρύζι.

    Ο Πόθος χάνεται για άλλη μια φορά. Η Ιχνηλάτρια φεύγει μακριά στο αέναο κυνηγητό με την λευκή και μαρμάρινη ψυχή της να την προσδιορίζει. Η σάρκα μου συρρικνώνεται και καταστρέφεται. Το υλικό μου, κάρβουνο που ζεσταίνει την παγωμένη νύχτα. Αφήνω τον κόσμο της φθοράς και ακολουθώ τα βήματα της. Το ταξίδι αρχίζει. Μόνο που τώρα ο κύκλος έχει κλείσει και τα τρία σημεία μπορούν να πάνε παρακάτω…

    (From Message in the Battle 9th
    “Το Κάστρο”
    Mirror 6th
    “The War” A)

    -Εσύ θνητέ μαζί μου, θέλω την καρδιά σου… και γινόμαστε ένα. Ένα σώμα δυο ψυχές, ένας θεός και ένας θνητός. Ένας θεός που νιώθει και ένας θνητός που γεύεται το πάντα.

    Πως είναι να είσαι εγκλωβισμένος μέσα στο σώμα ενός θεού;

    Πως είναι κάθε σου μόριο να έχει διασπαστεί και να πλέει στο εσωτερικό ενός αυγού;

    Η μία σου οντότητα να τεμαχίζεται σε άπειρες. Το συγκεκριμένο σου μέγεθος να απλοποιείται σε ατέρμονου πλήθους μηδενικά σημεία. Καθένα από αυτά να ανήκει σε διαφορετικό σύμπαν, να δέχεται άλλες βαρύτητες, θερμοκρασίες, ιξώδες και κανόνες αντίληψης.

    Τη μία στιγμή να σκέφτεσαι πως είναι δυνατό το μηδέν να μπορεί να νιώσει και την επόμενη, άλλη σκέψη να προσπαθεί να υποσκελίσει την πρώτη, η οποία παλεύει με μία τρίτη και ένας ορυμαγδός από πόλεμο απείρων συμπάντων που συγκρούονται μετωπικά σε ένα σύστημα αμέτρητων διαστάσεων, με σκοπό μονάχα ένα .

    Τα άπειρα να γίνουν ένα και το ένα να διασπαστεί και πάλι σε άπειρα. Στο ρυθμό του χτύπου της καρδιάς μου. Μια κίνηση επαν αλαμβανό μεν η.

    Μία μεγάλη έκρηξη.

    Η διασπορά.

    Το τέλος.

    Η επανένωση…

    Πίσω μου, στο μυαλό του Πόθου τα Η, εγώ τα Ξ. Πίσω μου τα Ξ, εμπρός τα Η. Οι διαστάσεις σαν του Ντομινό, το συνεχές, πέφτουν η μία μετά την άλλη, στον κύκλο που πάνω τους κυλά προς του κάθε την κατεύθυνση.

    Η διάσταση που βρίσκομαι είναι η επόμενη από αυτή που βρίσκομαι.

    Την ιστορία σβήνω, ξαναγράφω και τα πείρου τα ζάρια ρίχνω μέχρι την ιστορία να φέρω εκεί που θέλω.

    Κατά σκοποί στο μέσα του Πόθου του θεού, στο κοινή γη του δικού του.

    Αυτή που για μητέρα του νομή ζει και πόθοι τη του ερωμένη.

    Την Αφροδίτη.

    (From ¿The last dance of the blind dog in Bosporus/the end
    Message in the Castle Battle 9th
    Day 79th
    «Ο Θάνατος των Θεών»)

    -Δύο οι θεοί που μένουν, η Αφροδίτη και ο Ποσειδώνας. Πόθος.
    -Ένας και άπειροι ακόμη μικρέ μου Πόθε. ΤΟ Η

    -Ποιος είναι ο δρόμος και ποιο είναι το πότε; Π
    -Στο Χάσμα του Βό ς πορου, υπάρχει ένα βαθύ Ποτάμι. Αφέσου στον αφρό του και τα μάτια σου κλειστά. Την αντίσταση παράτησε και στους κυματισμούς θα ακούσεις τη μουσική. Του χορού η τελευταία ράψω Δία, μόνη θα ρθει να σε βρει. Η

    Ο Πόθος στα χανές του ωκεανού ποτάμι, συναίσθημα δίχως σάρκα, καρδιά χωρίς το στόμα, που νιώθει.

    Στο γύρω του ποβρύχια που βρυχώνται και παλεύουν, με των δράκων τα πιο μηχανικά θηρία. Το ένα μετά το άλλο, διαρρηγνύονται και από μέσα τους ποντίκια που την ανάσα τους βαστούν.

    Σήμα σια του καθ όλου, συνεχίζει να πλέει, προσπαθώντας να νιώσει την μελωδία της.

    Απογοήτευς η άγκυρα, που τον κρατά βαθιά και στον αφρό, με τη βία του κρατιέται.
    -Αφήσου, το η, από του χρόνου το τελείωμα, φανάρι που ανα και σβήνει.

    Στο μυαλό του, ακούει τις σκέψεις του τέλους, των λίγο πριν πνιγμένων. Τους πιο μεγάλους πόθους τους αισθάνεται, που στο τέλος πάντα φεύγουν.

    Στο ξάφνου, στον ένα ντιστοιχεί η λιαλιά της. Ο βόμβος, του τρελού ο πόθος. Λαγνεία που στάζουνε οι λέξεις της. Στρέφεται στα κει του πέρα, μα κι άλλος…

    Κι άλλος, κι άλλος, σε δεκάδες του στρα και τιώτες του θανάτου, στις τελευταίες τους στιγμές, νιώθει την μυρωδιά της. Την άγρια οσμή, της λαχτάρας, της φωνής, της κίνησης που κορυφώνει και μετά σβήνει, που γεννιέται, κορυφώνει και μετά σβήνει.

    Σχεδόν την βλέπει, την Αφροδίτη τη θεά, σε άγαλμα δεμένη. Σε όργιο τρελό, με τους δώδεκα τους θεούς. Ο ένας μετά την άλλη. Σε κύκλους δώδεκα, με μορφές ανόμοιες η μία με τον άλλο…

    Το δέος, τον κυριεύει. Δεν έχει δει ποτέ του, εδώ και δισεκατομμύρια χρόνια, κάτι ανάλογο.

    -Τι θυμάσαι από το όργιο Αφροδίτη;

    (-Και πότε θα περάσουμε της πίσσας το ποτάμι; Καλός Λύκος.
    -Κοίτα ψηλά. Όταν θα έρθει ο κύκλος του κόκκινου. Κακός Λύκος.
    -Και πότε θα συμβεί αυτό; Λος
    -Ξανά κοίτα ψηλά. Να τώρα είναι ο πράσινος κύκλος, μετά θα έρθει ο πορτοκαλίς και μετά ο κόκκινος. Κος.)